“Μέσα σ’ ένα κορίτσι σαν εσένα”
εκδόσεις Εστία
2009
Λεσβιακά κείμενα δεν έχουμε πολλά στα ελληνικά. Μου έρχεται στον νου μόνο η Ρωζέτη, την οποία μάλιστα υπαινίσσεται και η Δημητρακάκη μέσα στο βιβλίο της.
Υπόθεση: η Κατίνα Μελά, Ελληνοαμερικανίδα, ετών 30, λεσβία, μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο Princeton, επιστρέφει στην Ελλάδα όπου προσπαθεί να ενσωματωθεί στον ελληνικό τρόπο ζωής και να αποστασιοποιηθεί από την αλλόκοτη οικογένειά-της. Το θέμα της διατριβής-της αφορούσε την ποιήτρια Θαλασσία Ύλη, το οποίο όμως για προσωπικούς λόγους παρατάει. Στο τέλος αποκαλύπτεται η ιδιαίτερη σχέση που είχε η ίδια τη ηρωίδα με την αγνώστων στοιχείων ποιήτρια.
Μορφή: σειρά επιστολών και ηλεκτρονικών μηνυμάτων που στέλνει στους ανά τον κόσμο φίλους και συγγενείς-της, σειρά ημερολογιακών καταγραφών που συμπληρώνουν (με τη βοήθεια και των ημερομηνιών) τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στα γράμματά-της, η ανακοίνωση της Κατίνας, όπου ανακαλύπτεται ποια ήταν η Θαλασσία Ύλη και τέλος συνεντεύξεις της ποιήτριας, μεταφρασμένες στα ελληνικά από την Κατίνα. Όπως γίνεται αντιληπτό, δεν πρόκειται για μια κλασικότροπη αφήγηση, αλλά για ένα ποτ-πουρί κειμένων που συνδιαμορφώνουν σαν παζλ την υπόθεση του έργου.
Γιατί να το διαβάσετε: το μεγάλο ατού του μυθιστορήματος είναι η αποτύπωση της ελληνοαμερικανικής ματιάς. Η Κατίνα, φορέας αμερικανικής παιδείας, μαθαίνει σαν παιδί την ελληνική πραγματικότητα, άλλοτε με άμεση αντίληψη κι άλλοτε με εύστοχα αφελείς σκέψεις. Ο κόσμος της ελλαδικής κοινωνίας φαίνεται άλλοτε εκσυγχρονισμένος και παγκοσμιοποιημένος κι άλλοτε στατικός και συντηρητικός. Σ’ αυτή τη διττή κοσμοαντίληψη συμβάλλουν τα ελληνικά κείμενα της Κατίνας, στα οποία όμως, πολύ πετυχημένα, τρυπώνουν αγγλικές εκφράσεις και λέξεις, δείγμα της αμηχανίας αλλά και της ευκολίας με την οποία λειτουργεί στα αγγλικά η αφηγήτρια.
Γιατί να το αφήσετε: το μεγάλο μείον κάθε επιστολιμαίου και κάθε ημερολογιακού μυθιστορήματος είναι η στατικότητα της δράσης, η αδυναμία της επιστολής ή του ημερολογίου να επιταχύνουν τη δράση, να αναδείξουν τα πρόσωπα και τις μεταξύ-τους σχέσεις κι έτσι να προωθήσουν τον μύθο. Το ίδιο συμβαίνει και στο ανά χείρας έργο: η όλη υπόθεση συμπυκνώνεται σε ελάχιστη δράση, ενώ περισσότερο παρακολουθούμε τις σκέψεις, τα σχόλια, τα συναισθήματα (;) της κεντρικής ηρωίδας.
Μ' αυτή τη βάση αλλά και από τον τρόπο με τον οποίο η Δημητρακάκη καταγράφει τις σκέψεις-της (και σ’ αυτό αλλά και στα άλλα-της βιβλία) συνειδητοποίησα ένα βασικό πρόβλημα της συγγραφέως: κατά την ταπεινή-μου γνώμη, η Δημητρακάκη γράφει για να εκφράσει την ιδεολογία-της, να κοινοποιήσει τις απόψεις-της, να δώσει τις ιδέες-της για τον κόσμο και τη ζωή. Η πλοκή μπαίνει σε δεύτερη μοίρα, οι συγκρούσεις και οι σχέσεις των ηρώων είναι το πρόσχημα, η μυθιστορηματική δράση τίθεται στο περιθώριο. Με άλλα λόγια, αντί οι σκέψεις της συγγραφέως να απορρέουν από την ίδια την πλοκή και τα πρόσωπα, εντίθενται εκκρεμείς και εγκάθετες στο βιβλίο. Αντί να ισορροπείται δράση και ιδεολογία, η Δημητρακάκη γράφει λογοτεχνία αντί να γράψει δοκίμιο, με έναν τρόπο που χρησιμοποιεί την πλοκή σαν βοηθητική ρόδα σε ένα ιδεολογικό ποδήλατο που δεν τρέχει αλλιώς. Φυσικά, πολλά βιβλία καταφέρνουν να συναρμόσουν υπόθεση και ιδέες, αλλά στη συγκεκριμένη λογοτέχνιδα η πρώτη θυσιάζεται για τις δεύτερες, ενώ ο αναγνώστης αναγκάζεται να ξεχάσει τη μυθιστορηματική συνθήκη προκειμένου να δεχτεί τον κόσμο των απόψεων της πεζογράφου.
εκδόσεις Εστία
2009
Λεσβιακά κείμενα δεν έχουμε πολλά στα ελληνικά. Μου έρχεται στον νου μόνο η Ρωζέτη, την οποία μάλιστα υπαινίσσεται και η Δημητρακάκη μέσα στο βιβλίο της.
Υπόθεση: η Κατίνα Μελά, Ελληνοαμερικανίδα, ετών 30, λεσβία, μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο Princeton, επιστρέφει στην Ελλάδα όπου προσπαθεί να ενσωματωθεί στον ελληνικό τρόπο ζωής και να αποστασιοποιηθεί από την αλλόκοτη οικογένειά-της. Το θέμα της διατριβής-της αφορούσε την ποιήτρια Θαλασσία Ύλη, το οποίο όμως για προσωπικούς λόγους παρατάει. Στο τέλος αποκαλύπτεται η ιδιαίτερη σχέση που είχε η ίδια τη ηρωίδα με την αγνώστων στοιχείων ποιήτρια.
Μορφή: σειρά επιστολών και ηλεκτρονικών μηνυμάτων που στέλνει στους ανά τον κόσμο φίλους και συγγενείς-της, σειρά ημερολογιακών καταγραφών που συμπληρώνουν (με τη βοήθεια και των ημερομηνιών) τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στα γράμματά-της, η ανακοίνωση της Κατίνας, όπου ανακαλύπτεται ποια ήταν η Θαλασσία Ύλη και τέλος συνεντεύξεις της ποιήτριας, μεταφρασμένες στα ελληνικά από την Κατίνα. Όπως γίνεται αντιληπτό, δεν πρόκειται για μια κλασικότροπη αφήγηση, αλλά για ένα ποτ-πουρί κειμένων που συνδιαμορφώνουν σαν παζλ την υπόθεση του έργου.
Γιατί να το διαβάσετε: το μεγάλο ατού του μυθιστορήματος είναι η αποτύπωση της ελληνοαμερικανικής ματιάς. Η Κατίνα, φορέας αμερικανικής παιδείας, μαθαίνει σαν παιδί την ελληνική πραγματικότητα, άλλοτε με άμεση αντίληψη κι άλλοτε με εύστοχα αφελείς σκέψεις. Ο κόσμος της ελλαδικής κοινωνίας φαίνεται άλλοτε εκσυγχρονισμένος και παγκοσμιοποιημένος κι άλλοτε στατικός και συντηρητικός. Σ’ αυτή τη διττή κοσμοαντίληψη συμβάλλουν τα ελληνικά κείμενα της Κατίνας, στα οποία όμως, πολύ πετυχημένα, τρυπώνουν αγγλικές εκφράσεις και λέξεις, δείγμα της αμηχανίας αλλά και της ευκολίας με την οποία λειτουργεί στα αγγλικά η αφηγήτρια.
Γιατί να το αφήσετε: το μεγάλο μείον κάθε επιστολιμαίου και κάθε ημερολογιακού μυθιστορήματος είναι η στατικότητα της δράσης, η αδυναμία της επιστολής ή του ημερολογίου να επιταχύνουν τη δράση, να αναδείξουν τα πρόσωπα και τις μεταξύ-τους σχέσεις κι έτσι να προωθήσουν τον μύθο. Το ίδιο συμβαίνει και στο ανά χείρας έργο: η όλη υπόθεση συμπυκνώνεται σε ελάχιστη δράση, ενώ περισσότερο παρακολουθούμε τις σκέψεις, τα σχόλια, τα συναισθήματα (;) της κεντρικής ηρωίδας.
Μ' αυτή τη βάση αλλά και από τον τρόπο με τον οποίο η Δημητρακάκη καταγράφει τις σκέψεις-της (και σ’ αυτό αλλά και στα άλλα-της βιβλία) συνειδητοποίησα ένα βασικό πρόβλημα της συγγραφέως: κατά την ταπεινή-μου γνώμη, η Δημητρακάκη γράφει για να εκφράσει την ιδεολογία-της, να κοινοποιήσει τις απόψεις-της, να δώσει τις ιδέες-της για τον κόσμο και τη ζωή. Η πλοκή μπαίνει σε δεύτερη μοίρα, οι συγκρούσεις και οι σχέσεις των ηρώων είναι το πρόσχημα, η μυθιστορηματική δράση τίθεται στο περιθώριο. Με άλλα λόγια, αντί οι σκέψεις της συγγραφέως να απορρέουν από την ίδια την πλοκή και τα πρόσωπα, εντίθενται εκκρεμείς και εγκάθετες στο βιβλίο. Αντί να ισορροπείται δράση και ιδεολογία, η Δημητρακάκη γράφει λογοτεχνία αντί να γράψει δοκίμιο, με έναν τρόπο που χρησιμοποιεί την πλοκή σαν βοηθητική ρόδα σε ένα ιδεολογικό ποδήλατο που δεν τρέχει αλλιώς. Φυσικά, πολλά βιβλία καταφέρνουν να συναρμόσουν υπόθεση και ιδέες, αλλά στη συγκεκριμένη λογοτέχνιδα η πρώτη θυσιάζεται για τις δεύτερες, ενώ ο αναγνώστης αναγκάζεται να ξεχάσει τη μυθιστορηματική συνθήκη προκειμένου να δεχτεί τον κόσμο των απόψεων της πεζογράφου.
Πατριάρχης Φώτιος
17 comments:
Θεωρώντας ότι το μυθιστόρημα είναι ένα είδος αναζήτησης ταυτότητας-ως κόρης, λεσβίας, φιλολόγου κλπ-, όπως ισχύει περίπου και για άλλα της Δημητρακάκη, τότε η ημερολογιακή γραφή ως αυτοαναφορική είναι η απολύτως αρμόζουσα.Η έλλειψη δράσης οφείλεται στο γεγονός ότι δεν αναπαράγονται στα ημερολόγια μόνον ή κυρίως γεγονότα, το επίκεντρο δεν είναι η αφήγηση αλλά ο αναστοχασμός που θα οδηγήσει στην συνειδητοποίηση της ταυτότητας, πράγμα που είναι το ζητούμενο. Εννοώ : ως στρατηγική απόλυτα ταιριαστή με το θέμα του βιβλίου δεν ενοχλεί, πόσο μάλλον όταν η ροή αυτών των σκέψεων είναι τέτοια που παρασύρει τον αναγνώστη.
Anonyme,
θα συμφωνούσα..., αν α) ήταν κάτι άλλο και όχι μυθιστόρημα, όπως εξηγώ και στο ποστ μου, και β) αν ο στοχασμός γύρω από την ταυτότητα απέρρεε άρρητα και όχι ρητά. Αν δηλαδή ο αφηγητής λέει τι εννοεί, τότε εγώ ο αναγνώστης πρέπει να πειστώ ότι είναι έτσι, χωρίς να το δω να γίνεται στην πράξη; Μάλλον όχι.
Πατριάρχης Φώτιος
Καλησπέρα Πατριάρχη,
Ενδιαφέρουσα ανάρτηση, με παρακινεί να διαβάσω το βιβλίο της Δημητρακάκη. Αναρωτιέμαι αν και κατά πόσο η συγγραφέας σχετίζεται λογοτεχνικά με την Ρωζέτη.
Η ανάρτησή σου εγείρει κάποια γενικότερα ζητήματα - είναι μήπως η επιστολογραφία καθεαυτήν αδόκιμος μυθιστορηματικός τρόπος; Είναι στ' αλήθεια τόσο περιορισμένα τα δείγματα 'λεσβιακής' λογοτεχνίας στην ελληνική γραμματεία;
Καλό βράδυ
Εύα,
καλημέρα και καλό χειμώνα.
Δεν μπορώ να συγκρίνω Δημητρακάκη και Ρωζέτη, αλλά πέρα από το θέμα η δεύτερη αναφέρει την πρώτη μέσα στο έργο και αυτό σημαίνει ότι την έχει διαβάσει. Γενικότερα δεν έχω υπόψη άλλα "λεσβιακά" κείμενα στα ελληνικά.
Όσον αφορά στο επιστολιμαίο μυθιστόρημα, αυτό γνώρισε ακμή τον 19ο αιώνα (ρομαντικό μοτίβο) αλλά γρήγορα παρήκμασε ή μετεξελίχθηκε σε ημι-επιστολικό, κυρίως γιατί δυσκολεύει τη δράση. Αυτά συνήθως, γιατί κάθε δημιουργός προσπαθεί να σπάσει τα καλούπια και να καταφέρει ό,τι δεν πέτυχαν οι άλλοι μέχρι που να το πετύχει και να ξεχωρίσει.
Καλές αναγνώσεις
Πατριάρχης Φώτιος
Καλημέρα
απαντώ στην Ευα Στάμου : όντως τα λεσβιακά κείμενα στα Ελληνικά είναι ελάχιστα, δηλαδή τα εξής τρία (στην πεζογραφία) : "Η ερωμένη της", "Μόνο γυναίκες" της ψευδώνυμης Μάρα Σέη, και αυτό της Δημητρακάκη. Ας θεωρήσουμε ότι αναφορές κάνει και ο Σεφέρης στο "Έξι νύχτες στην Ακρόπολη". Η Δημητρακάκη δεν έχει καμιά όντως σχέση με την Ροζέττη. Το κακό είναι ότι αυτό που κάοιοι αναζητούν είναι το αυτοβιογραφικό στοιχείο, παραμελώντας την μυθοπλασία. Δηλαδή στην περίπτωση της Ροζέττη ο όλος θόρυβος έγινε για το ποια είναι η συγγραφές και αν και πόσο ήταν η ίδια λεσβία.-που ήταν και το κείμενό της είναι ένα είδος ημερολογιακής καταγραφής ενός έρωτα. Συζητήθηκε ωστόσο πολύ λιγότερο η αισθητική αποτίμηση-αξία του έργου, η σημασία του ως βιβλίου στην εποχή του ή και σήμερα στα πλαίσια του κανόνα ή όχι κλπ. Το βιβλίο της Μάρα Σέη είναι μάλλον ανάξιο λόγου, κα΄τα τη γνώμη μου τουλάχιστον,΄διότι επικεντρώνεται στα ερωτικά επεισόδια-συνευρέσεις της ηρωίδας με άλλες γυναίκες τις οποίες -συνευρέσεις-περιγράφει. Πρόκειται για έργο που ακροβατεί μεταξύ ήπιας πορνογραφίας και λογοτεχνίας. Τίθεται υπό αίρεση δηλαδή η κατάταξή του από πολλές απόψεις. π.χ. ποια εικόνα μιας σύγχρονης λεσβίας παρουσιάζει/επιδιώκει να παρουσιάσει;κλπ πολλά. Στην ποίηση από την άλλη έχουμε ΄μάλλον εκδηλώσεις "ομοικοινωνικής επιθυμίας" παρά ανοιχτής ομοφυλοφιλίας.
Anonyme,
πολύ κατατοπιστικά αυτά που λες
και συμφωνώ με τις επιμέρους τοποθετήσεις σου, ειδικά για τη Ρωζέτη.
Και μια που το 'φερε η κουβέντα, το αν ένας συγγραφέας που γράφει ομοφυλοφιλικό κείμενο είναι και ο ίδιος ομο- είναι εντελώς αδιάφορο. Το ζήτημα είναι αν πείθει ή όχι για τη ζωή και τις σκέψεις ενός τέτοιου ανθρώπου. Συνεπώς, αποκλείουμε την σκανδαλολογία και προσπαθούμε να μιλήσουμε με όρους αισθητικούς και ενδολογοτεχνικούς...
Από την άλλη, μόνο το θέμα, αν είναι όπως αυτό τολμηρό ή εξτρίμ, δεν αρκεί. Γι' αυτό όποτε βλέπω στις εφημερίδες βιβλιοπαρουσιάσεις για τέτοια έργα, είμαι πολύ πολύ πολύ επιφυλακτικός για την αξία τους, πιο πολύ γιατί προσελκύει το θέμα και όχι η ποιότητα της γραφής.
Πατριάρχης Φώτιος
Χαίρετε! (όχι θα γλιτώνατε!)
α) μόλις επέστρεψα, γεμάτη νυχτερινό φεγγάρι Αμοργού!
β) η τρέχουσα ανάγνωσή μου ερχεται από το Blue star και είναι σούπερ έξτρα λάιτ, αλλά (όπως ξέρετε) ουδόλως ντρέπομαι: Καμιλέρι, "τα φτερά της πεταλούδας".
(μα πόσο ίδια είναι η Ιταλία με την Ελλάδα;;)
γ) συν ...γυναιξί;;; Α, εσείς οι βουνίσιοι!!
δ) επί του θέματος: Α. Δημητρακάκη έχει ξεχωριστή προσωπικότητα. Δεν είναι πολύ κοντά στην ιδιοσυγκρασία μου, αλλά τα περί πλοκής τα εχουμε πει πολλές φορές: σε αυτό που κάνει είναι πολύ ενδιαφέρουσα, με συνέπεια, συνεχεια και εξέλιξη.(και νομίζω έχει κάνει κατι σαν "σχολή" για νεότερους)
ε) επί του άλλου θέματος (και ασχετα από Δημητρακάκη). η ομοφυλοφιλία είναι παλιά όσο ο άνθρωπος, και όχι μόνον. Το σύγχρονο δεν είναι αυτή καθ΄αυτή, αλλά η καθιερώσή της στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες ως κοινωνική ταυτότητα, ως δημόσια, δηλωμένη ιδιότητα. Αν λοιπόν ένα βιβλίο είναι ερωτικό απλώς, δεν εχει νομίζω μεγάλη σημασία αν είναι ομοφυλοφιλικό ή όχι (ο ερωτας ως ελξη προς τον άλλο δεν εχει φύλο, η αναπαραγωγή έχει -τώρα, σε λίγο, ούτε κι αυτή)Είναι ένα καλό ή όχι, διαχρονικό, ερωτικό βιβλίο.
Σύγχρονο θα είναι όταν βλέπει τη δημόσια πλευρά της σεξουαλικής ταυτότητας. Ο "γκέι" και η "λεσβία" ως ταυτότητες -και μάλιστα συλλογικές, με τη σύγχυση που αυτό συνεπάγεται- είναι εξέλιξη των τελευτάιων χρόνων.
θέλω να πω, η κοινωνική διάσταση και η ερωτική-ψυχολογική είναι διαφορετικά πράγματα και, όσο κι αν συγχέονται/συνεργάζονται, πρέπει να φαίνεται η κύρια κατεύθυνση του βιβλίου. Επίσης νομίζω ότι το να δεις το θέμα κοινωνικα΄απαιτεί πιο αποστασιοποοιημένη ματιά και γνωσεις. τα ψυχολογικά σ τηρίζονται πιο πολύ σε προσωπικά συναισθήματα. Αλλά καθόλου δεν ξε΄ρω τι από τα δύο είναι πιο "εύκολο": είναι εύκολο άταγε να γράψεις για τα συναισθήματά σου χωρίς να γίνεις κλισε΄και μελό;
εννοείται ότι η διάκριση αυτή ισχύει σε άπειρα άλλα θέματα, σχεδόν σε όλα!
Αυτά τα ολίγα!
υγ: ..και α΄σχετο με ομό: όλα τα λεφτά στιγμιότυπο της Δημητρακάκη από το "μανιφέστο της ήττας" όπου (με το εύρημα νομίζω ενός κόμικ) μια από τις Σουλιώτισσες στο χορό του Ζαλόγγου, ούτε λίγο ούτε πολύ "την κάνει με ελαφρά' (δική μου παράφραση) από ένα μονοπατάκι, την ώρα που οι άλλες πηδούν για να γλιτώσουν κλπ...
Anonyme, ευχαριστώ για την απάντηση. Το γεγονός ότι τα δείγματα της ελληνικής λεσβιακής πεζογραφίας είναι ελάχιστα, καθιστά ακόμη πιο ενδιαφέρον το βιβλίο της Δημητρακάκη -όχι μόνο από την άποψη των αμιγώς αισθητικών κριτηρίων, αλλά και για γενικότερους πολιτισμικούς και κοινωνικούς λόγους. Η ανδρική ομοφυλοφιλία έχει σαφώς μεγαλύτερο μερίδιο λογοτεχνικής προσέγγισης στην πρόσφατη πεζογραφία -δυο αξιόλογα κείμενα που διάβασα σχετικά πρόσφατα ήταν η νουβέλα του Μέντη και το τελευταίο μυθιστόρημα του Κορτώ.
Ασφαλώς, αυτό που προέχει για έναν έμπειρο αναγνώστη είναι η λογοτεχνική ποιότητα του εκάστοτε κειμένου κι όχι το θέμα αφεαυτό. Πιστεύω όμως ότι σε μια αρκετά συντηρητική κοινωνία, όπως η δική μας, η μυθοπλαστική πραγμάτευση αυτού του θέματος ενέχει από μόνη της ένα 'ρίσκο' για τον/την συγγραφέα.
pellegrina
καλώς όρισες και καλές συζητήσεις.
Πατριάρχης Φώτιος
Εύα,
αν εγώ που είμαι ανίκανος αν γράψω μυθιστόρημα, ασχοληθώ με λ.χ. την Κλωνοποίηση, ένα θέμα με τεράστια ηθική και κοινωνικά ζητήματα, θα πρέπει να ασχοληθείτε εσείς με το άθλιο έργο μου; ΟΧΙ
Τιμή λοιπόν σε όποιον τόλμησε να ασχοληθεί με ένα θέμα ταμπού, πρωτοποριακό, φλέγον κ.ο.κ., αλλά όταν το κάνει με βάθος και αισθητική πέρα από την ιδεολογική επιτυχία.
Αλλά ούτως ή άλλως κάποιοι ανοίγουν δρόμους για να περάσουν αργότερα και οι πολύ καλοί, κάποιες λοφοκορφές πατιούνται πρώτα και ύστερα κατακτιούνται οι βουνοκορφές.
Πατριάρχης Φώτιος
Καλησπέρα Πατριάρχη,
συμφωνώ με τις αρχές που διέπουν την γενική σου άποψη. Εννοείται ότι ένα ευαίσθητο και κοινωνικά ενδιαφέρον θέμα δεν αρκεί για να καταστήσει σημαντικό ένα λογοτεχνικό κείμενο -δεν σκόπευα με το σχόλιό μου να υποστηρίξω κάτι διαφορετικό (σημείωνα, επίσης, ότι "αυτό που προέχει για έναν έμπειρο αναγνώστη είναι η λογοτεχνική ποιότητα του εκάστοτε κειμένου κι όχι το θέμα αφεαυτό"). Όσον αφορά το συγκεκριμένο βιβλίο, επιφυλάσσομαι να το κρίνω αφού το διαβάσω.
Καλό βράδυ
Εύα,
συγγνώμη γιατί κι εγώ κατάλαβα πως εννοούσες περίπου ό,τι έγραψα αλλά δεν το εξήγησα όπως έπρεπε. Απλώς βλέπω συνέχεια στις εφημερίδες να εγκωμιάζεται ένα έργο, μόνο και μόνο (ή βρίσκουν κι άλλα για να στηρίξουν τις θέσεις τους) επειδή έχει ασχοληθεί με ένα ...πρωτοποριακό ζήτημα, κι αυτό με δυσαρεστεί.
Συμφωνούμε ότι η ιδεολογική πρωτοπορία πρέπει να συνοδεύεται και με αφηγηματική ποιότητα...
Καλές αναγνώσεις
Πατριάρχης Φώτιος
Το έργο του Μέντη δεν το ξέρω. Το βιβλίο του Κορτώ ναι εντάσσεται σε αυτόν τον κύκλο που ονομάζουμε ομοφυλοφιλική λογοτεχνία, με μόνο γνώμονα το θέμα του και όχι φυσικά, όπως ορθά ειπώθηκε από τον σεβάσμιο πατριάρχη, με βάση την ζωή του συγγραφέα. Ας λάβουμε υπόψη την μυθοπλασία και μόνον ή έστω κυρίως. Λοιπόν το βιβλίο του Κορτώ δεν με έπεισε για την αναζήτησή του στο χώρο των αφηγηματικών τρόπων, αν και είναι εν γένει ευρηματικό. Νομίζω ότι στόχος είναι ο εύκολος εντυπωσιασμός του αναγνώστη και όχι η διερεύνηση των δυνατοτήτων της μυθιστορηματικής αφήγησης. Ας λάβουμε ως παράδειγμα το βιβλίο της Δημητρακάκη. Νομίζω επιτυχές στην αναζήτηση τρόπων. "Όλοι οι καλοί χωράνε" μπορεί να είναι το μότο για τη σύνθεση ενός μυθιστορήματος. Ναι υπό την προυπόθεση να είναι καλοί. Στον Κορτώ δεν πείθομαι ότι οι τρόποι του είναι όλοι καλοί. Αυτά...Για το βιβλίο του Μέντη, Εύα, δώσε περισσότερες πληροφορίες αν μπορείς...
Το θέμα ομοφυλοφιλική λογοτεχνία είναι μέγα, νομίζω.
Στην Pellegrina απαντώ ότι η έννοια ομοφυλόφιλος δεν εισάγεται τα τελευταία χρόνια αλλά ως στοιχείο ταυτότητας-υποκειμενικότητας τίθεται από τον 19ο αιώνα με την "ιατρικοποίηση" γενικά των θεωρούμενων παρεκκλίσεων. Έως τότε ήταν απλώς πράξη που καταδικαζόταν όχι πρόσωπο. Τάδε εισήγαγε, χονδρικά τα αναφέρω, ο Φουκώ.
@Anonymous
Αναφέρομαι στο βιβλίο ‘Το απροστάτευτο’ του Παναγιώτη Μέντη. Οι κύριες αρετές του βιβλίου είναι κατά τη γνώμη μου η σφιχτή πλόκη κι η πειστικότητα των περιγραφών επιμέρους επεισοδίων. Δεν νομίζω ότι επιχειρεί να πρωτοτυπήσει μορφικά ή θεματικά, αλλά μάλλον έτσι αποφεύγει και την παγίδα του εντυπωσιασμού.
Πολύ εύστοχη η αναφορά στον Φουκώ και την συμβολή του στη μελέτη της συγκρότησης της προσωπικής ταυτότητας (συμπεριλαμβανομένης της ομοφυλοφυλικής) κι ας μην κατάφερε να ξεπεράσει την ανδροκεντρική ματιά σε θέματα σεξουαλικότητας.
Πατριάρχη, ευχαριστώ για την φιλοξενία.
Εύα, μη με ευχαριστείς
α) γιατί είναι πολύ γόνιμα όσα λέγονται
β) γιατί εγώ πρέπει να γίνεται διάλογος και μάλλον εγώ πρέπει να σας ευχαριστήσω
Πατριάρχης Φώτιος
αυτή η "ιατρικοποίηση' είναι ένα γενικότερο πολύ μεγάλο θέμα της εποχής μας (τα τελευταία χρόνια, εννοούσα γενικά τους τελευταίους αιώνες, οκέι, πρόχειρη διατυπωση). ιατρικοποίηση, να θέμα για μυθιστόρημα: Οι ομοφυλόφιλοι γλίτωσαν (ας πούμε), αλλά οι γιατροί εχουν πιασει σχεδόν τους πάντες (θυμίζω το πιο κοινό! "φάρμακα" για την κλιμακτήριο!!)
και φάρμακα για τη μελαγχολία, ήτοι για να επανέλθουν στη νόρμα οι παρεκκλίνοντες. Αντί να σκεφτούν "γραφή, το όνομα της μητέρας σου είναι μελαγχολία".
Post a Comment