Εκεί στην περιοχή της Δράμας και των
Σερρών, ο εμφύλιος βιώθηκε με τις δεξιές-του καταβολές και με την βουλγαρική
απειλή να δημιουργεί ιδιαίτερες συνθήκες σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα. Η
τοπική ιστορία μετατρέπεται σε λογοτεχνία.
Frenchy:
Βασίλης Τσιαμπούσης
“Γαλάζια αγελάδα”
εκδόσεις Μεταίχμιο
2013
Τρεις
είναι οι πυλώνες που στηρίζουν το συγγραφικό οικοδόμημα του Δραμινού συγγραφέα:
η τοπική ιστορία, οι μαρτυρίες ως φωνή του απλού ανθρώπου και η ντοκουμεντοποίηση
του παρελθόντος και του λογοτεχνικού έργου. Και οι τρεις δεν είναι καινούργιες
πρακτικές, ούτε η ένωσή-τους αποτελεί καινοτομία που ανανεώνει το ιστορικό
μυθιστόρημα ή το μυθιστόρημα-μαρτυρία, αφού πλείστοι όσοι πεζογράφοι τις
χρησιμοποιούν, είτε ξεχωριστά είτε σε συνδυασμό.
Η
τοπική ιστορία δημιουργεί έναν γεωγραφικό και ιστορικό
χρονοτόπο με κέντρο τη Δράμα και άνυσμα όλον τον εικοστό αιώνα με έμφαση στα
κατοχικά και εμφυλιακά (και μετεμφυλιακά) χρόνια. Η τοπιογραφία της Μακεδονίας
είναι προϊόν βιωματικής σχέσης του Τσιαμπούση με τον χώρο, στον οποίο τοπικοί
ήρωες, θετικοί και αρνητικοί πρωταγωνιστές της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας,
αξιωματικοί γειτονικών στρατών, βουλγαρικών κυρίως, έλληνες ιδεολόγοι και
ντόπιοι ξωμάχοι κ.ο.κ. παρελαύνουν, πρόσωπα τα περισσότερα από τα οποία
φαντάζομαι είναι αληθινά και διασταυρώνονται με πολλά πλαστά. Η Δράμα λοιπόν
είναι το πεδίο όπου αναδεικνύονται διαμέσου του χρόνου γεγονότα τα οποία
μακροσκοπικά αντικατοπτρίζουν όλη την ελληνική ιστορία του 20ου
αιώνα.
Οι μαρτυρίες αφανών ανθρώπων, απλών
κατοίκων, μορφωμένων και αμόρφωτων αυτοπτών μαρτύρων, είναι μια πρόσφατη στροφή
της λογοτεχνίας που αναδεικνύει τον ιδιωτικό βίο, και συνεπώς την προσωπική
ματιά, μακριά από τα επίσημα στοιχεία και τις πολιτικές γραφές. Ο Τσιαμπούσης πλησιάζει
την εμφυλιακή διαμάχη αλλά και τα γεγονότα για την απελευθέρωση της Ανατολικής
Μακεδονίας από τη σκοπιά ανθρώπων που δεν είχαν επίσημη θέση, αλλά βίωσαν στο
πετσί-τους το μένος των ετεροϊδεατών και των Βουλγάρων ή όποιων άλλων είχαν
δύναμη. Η ματιά-τους δείχνει πώς οι απλοί άνθρωποι βρίσκονται στο κέντρο των
εξελίξεων, παρασύρονται από τη δίνη-τους και οι μεγάλες κουβέντες των πολιτικών
ή των ιστορικών δεν αγγίζουν την καθημερινότητά-τους που πλήττεται με θανάτους,
εξορίες, απώλειες, προδοσίες κ.ο.κ.
Η ντοκουμεντοποίηση
της ιστορίας είναι τέχνασμα
αληθοφάνειας και διαφάνειας. Στο πρώτο ο συγγραφέας επενδύει στην αξία των
πηγών ως αυθεντικών φορέων της αλήθειας, ενώ στο δεύτερο στοχεύει στην αξία των
ντοκουμέντων ως αδιαμεσολάβητων (άρα και γνήσιων) χορηγών ιστορικής γνώσης. Ένα
έγγραφο της εποχής, μια αληθινή επιστολή, μια απομαγνητοφωνημένη συζήτηση
πείθουν μέσα στο μυθιστόρημα για την αυτόπτη και αυτήκοη παρουσία των συντακτών-τους,
για τη μάθηση της αλήθειας από πρώτο χέρι, κι έτσι όλοι μπορούμε να ελέγξουμε
την αξιοπιστία-τους χωρίς να μεσολαβήσει ούτε ο συγγραφέας ούτε ο ιστορικός. Ο
πλαστός βέβαια χαρακτήρας-τους και η επιλεκτική-τους καταγραφή είναι εξ αρχής
το ιδεολογικό-αισθητικό όργανο, για να πετύχει ο συγγραφέας τη χειραγώγηση του
αναγνώστη, παρά την αντίθετη εντύπωση που αφήνει.
Ο
Τσιαμπούσης δεν νεωτερίζει. Ακολουθεί τα βήματα του Βαλτινού, της Δούκα, του
Ακρίβου κ.ά. και συνθέτει ένα πολυεστιακό κείμενο, που επικεντρώνεται στη Δράμα
και στη μικρο-ιστορία-της. Από αυτό το μικρό πλαίσιο συνεκδοχικά δηλώνει την
ευρύτερη εθνική ιστορία και κυρίως τα δεινά που υπέστησαν οι απλοί άνθρωποι,
όταν βρίσκονταν στη μέγγενη αντίρροπων δυνάμεων. Ως διηγηματογράφος, δεν
επιχειρεί μια σφιχτοδεμένη σύνθεση, αλλά συνεχίζει το αφηγηματικό στρατήγημα
των συρραμμένων ιστοριών, χωρίς ωστόσο να τις ποικίλλει υφολογικά: όλοι μιλάνε
το ίδιο, εκτός από κάποια διαφοροποίηση δημοτικής και καθαρεύουσας.
Τελικά,
τι κομίζει εις τας Αθήνας; Μια αναδιήγηση του εμφυλίου από τη σκοπιά της
Ανατολικής Μακεδονίας. Ε και; Ακολουθώντας νέες αντιλήψεις επιμερίζει το δίκιο
μεταξύ των δύο πλευρών, να μην πω ότι τονίζει το άδικο των κομμουνιστών που
έκαναν θηριωδίες, όπως και οι δεξιοί, αλλά και ετοίμαζαν να χαρίσουν την
περιοχή στους Βούλγαρους. Με δεξιά οπτική κάνει ό,τι κάνουν πλείστα βιβλία
αριστερών συγγραφέων: ξαναβλέπει τη μικρο-ιστορία με έμφαση στον ιδιωτικό βίο
και στα έκτροπα της άλλης πλευράς, αν και η μορφή του Κωνσταντίνου Καραμανλή
βαραίνει λόγω της καταγωγής του από την Πρώτη Σερρών. Στην ουσία επαναλαμβάνει
πράγματα που έχουν αρχίσει πλέον να γίνονται δεδομένα (κι οι δυο πλευρές
έδρασαν αντεθνικά, και μάλιστα συχνά με κίνητρο προσωπικά μίση), αλλά προσθέτει
και τον παράγοντα «Βουλγαρία», που έπαιξε μεγαλύτερο ρόλο στη νοοτροπία των
ντόπιων.
Εντέλει,
όταν έχεις διαβάσει την «Ορθοκωστά» και άλλα έργα του Βαλτινού, «Το δίκιο είναι
ζόρικο πολύ» της Δούκα για τα Χανιά και άλλα καλά, μέτρια ή κακά πεζογραφήματα
που έχουν χιλιοβομβαρδίσει τη συνείδηση του αναγνώστη με το εμφυλιακό τραύμα,
τότε πώς μπορείς να δεις με φρέσκο μάτι μια ακόμα τέτοια προσπάθεια; Νομίζω ότι
η τοπική ιστορία δημιουργεί κραδασμούς για τους εγχώριους αναγνώστες, αλλά, για
να συνταράξει και τους άλλους, πρέπει να αναχθεί σε μια ευρύτερη προβληματική.
{Ο φωτογραφικός διάκοσμος αντλήθηκε από: flaglerryemmett.blogspot.com, www.stcloris.gr, emfilios.blogspot.com, www.nisc.coop, panosz.wordpress.com, www.tripadvisor.com.gr και ellinikosemfilios.blogspot.com}
Πατριάρχης
Φώτιος