Showing posts with label Ποίηση. Show all posts
Showing posts with label Ποίηση. Show all posts

Tuesday, December 01, 2015

Νόμπελ λογοτεχνίας 1979: Οδυσσέας Ελύτης

Προσανατολισμοί

Τέτοιοι στίχοι τονίζουν ότι η ποίηση δεν είναι κλεισμένη στα σκονισμένα γραφεία και στις ανήλιαγες κάμαρες. Είναι ανάσα που γεμίζει το στόμα και το μυαλό αισθήματα, εικόνες, οσμές και φιλιά.


Σοκολατίνα με σαντιγί: 


Οδυσσέας Ελύτης
“Προσανατολισμοί”
1940


          Επιλέγω, για να τιμήσω τον Οδυσσέα Ελύτη, το έναν από τους δύο Έλληνες Νομπελίστες, την πρώτη-του ποιητική συλλογή, βγαλμένη από το πνεύμα της γενιάς του ’30, ακόμα λίγο νεανική, σε σχέση με τα επόμενα ποιήματά-του, αλλά φρέσκια, ανανεωτική, αιγαιοπελαγίτικη…
          Αποτελείται από 28 ποιήματα, τα περισσότερα χωρισμένα σε μέρη, τα οποία κουβαλάνε τις μοντέρνες ιδέες και τεχνοτροπίες του Υπερρεαλισμού, όπως αυτός ήλθε από τη Γαλλία, και την ελληνική παράδοση που εξ-ελλήνισε το ευρωπαϊκό κίνημα, προσφέροντάς του θάλασσα και αέρα. Ο στίχος, απελευθερωμένος πια, μπορεί να χρησιμοποιήσει τις λέξεις με την ευκαμψία ενός ζωγράφου, ενός μουσικού, ενός καλλιτέχνη που βλέπει στη γλώσσα τη ζύμη για μεγαλειώδεις συνθέσεις. Ο λόγος πλάθεται, ζυμώνεται, αφήνεται να αναπνεύσει και να περιλάβει υλικά από το Αιγαίο, τον έρωτα, την ελληνική ύπαιθρο και έτσι μπορεί να μεταδώσει στον αναγνώστη την αισιοδοξία μιας νέας εποχής.
          Νομίζω ότι το βασικό χαρακτηριστικό του Ελύτη, που φαίνεται ήδη από αυτή τη συλλογή, είναι η αμεριμνησία μιας σκέψης που, ενώ πετάει και βλέπει τον κόσμο ανάλαφρα, δεν παύει να εμβαθύνει σε ό,τι κοιτάζει. Οι επαναλήψεις-του κάνουν σπειροειδείς πορείες που, ενώ γυρίζουν ξανά και ξανά στο ίδιο, προχωράνε ταυτόχρονα πιο πέρα.

Η ώρα ξεχάστηκε βραδιάζοντας
Δίχως θύμηση
Με το δέντρο της αμίλητο
Προς τη θάλασσα
Ξεχάστηκε βραδιάζοντας
Δίχως φτερούγισμα
Με την όψη της ακίνητη
Προς τη θάλασσα
Βραδιάζοντας
Δίχως έρωτα
Με το στόμα της ανένδοτο
Προς τη θάλασσα
Κι εγώ - μες στη Γαλήνη που σαγήνεψα.


          Ο έρωτας κυριαρχεί, συνήθως βγαλμένος από άμεσα συνυφασμένος με τη φύση, σαν να είναι μια φυσική νομοτέλεια που δεν μπορεί να ξεχαστεί. Είναι άχρονος, προ-ανθρώπινος, μέρος μιας προαιώνιας κατάστασης που έρχεται και παίρνει μορφή στον άνθρωπο.

Επίγραμμα

Πριν απ' τα μάτια μου ήσουν φως
Πριν απ' τον Έρωτα έρωτας
Κι όταν σε πήρε το φιλί
Γυναίκα.

          Η φύση γενικά δένει τόσο αρμονικά με την ανθρώπινη σκέψη, σαν να είναι φορέας μιας υλικής πνευματικότητας. Όσα βλέπει ο Ελύτης σ’ αυτήν είναι ανθρώπινα, σε έναν λυρικό ανιμισμό, καθώς τα φυτά, τα ζώα και τα φυσικά φαινόμενα κινούνται, αισθάνονται, σκέφτονται σαν να είναι έμψυχα και συνάμα ο άνθρωπος ενσωματώνεται μέσα σ’ αυτά και εξαφανίζεται πίσω από τη μαγική-τους υπόσταση. Ο άνθρωπος μεγαλώνει μέσα στη φύση, ωριμάζει, κι εκεί γεύεται τα πρώτα βιώματα, μεστώνει από εμπειρίες, ξαναζεί τον κόσμο.

Έφερα τη ζωή μου ως εδώ
. . .
Α, Ζωή
Παιδιού που γίνεται άντρας
Πάντα κοντά στη θάλασσα όταν ο ήλιος
Τον μαθαίνει ν' ανασαίνει κατά κει που σβήνεται
Η σκιά ενός γλάρου.

          Στην ποίηση του Ελύτη κυριαρχούν τα χρώματα, τα φώτα, οι φωνές, εικόνες οπτικές και ακουστικές που κατακλύζουν τον αναγνώστη. Ο τελευταίος αφήνεται σε μια πανδαισία συναισθημάτων, που τον παρασύρουν στην αισθησιακή, ελεύθερη, αμέριμνη αντίληψη του κόσμου, πιο πολύ στη μέθεξη της ζωής που πλημμυρίζει το είναι-του, καθώς κάθε στίχος τον τραβάει σε έναν απέραντο στροβιλισμό. Όταν πρωτοδιάβασα τους “Προσανατολισμούς”, είκοσι χρονών νέος, μπήκα ολόκορμος σ’ αυτό το πανηγύρι της ύπαρξης, που ζωγραφίζει με χρώματα τη ζωή, που μεθά σε ένα χορό κινήσεων, εικόνων, ταξιδιών.
   
ΕΛΕΝΗ

Με την πρώτη σταγόνα της βροχής
σκοτώθηκε το καλοκαίρι
Μουσκέψανε τα λόγια
που είχανε γεννήσει αστροφεγγιές
Όλα τα λόγια που είχανε
μοναδικό τους προορισμόν Εσένα!

Ναι, εν κοινωνικώ και παγκόσμιω βρασμώ, ο Ελύτης δεν ασχολείται με αυτόν, αλλά ιδιωτικά κλείνει τα μάτια στην Ιστορία που βροντά την πόρτα, εθελοτυφλεί για το συλλογικό και ζοφερό και εστιάζει σε μια ματιά διαχρονική και “άκαιρα” αισιόδοξη. Αλλά ξέρουμε καλά πως γενικά δεν έμεινε ένας ποιητής του προσωπικού.

[Το κολλάζ που συνοδεύουν την ανάρτηση είναι του ίδιου του ποιητή]
Καλό μήνα

Πατριάρχης Φώτιος

Friday, March 20, 2015

Διαβάζοντας Ποίηση

Αύριο εορτάζεται η Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης, σαν όλες τις επετείους που μιλάνε για κάτι που χάνεται ή σαν τις μέρες όπου ξαναθυμόμαστε αυτό που πρέπει να βάλουμε στη ζωή-μας. Ευτυχώς που το διαδίκτυο, με τους λάτρεις και τα ψώνια, με τους νεαρούς και τους παθιασμένους, χρησιμοποιεί ξανά την ποίηση και επαναφέρει την πυκνότητά-της στην επικαιρότητα, βγάζοντάς-την από τα σκονισμένα συρτάρια των σκοτεινών γραφείων.
Μερικές σκέψεις ενός ερασιτέχνη αναγνώστη εν όψει της ημέρας:
 

1… Η ανάγνωση της πεζογραφίας είναι σχετικά εύκολη υπόθεση. Έχεις μπροστά-σου τις ράγες της υπόθεσης και τις ακολουθείς, όσο κι αν η μοντέρνα γραφή κάνει παρεκκλίσεις, σπάει την αφήγηση, δημιουργεί σκόπιμα προσκόμματα, παρακωλύει την αναγνωστική άνεση.


2… Στην ποίηση όλες αυτές οι “δυσκολίες” υπήρχαν σχεδόν πάντα. Ο αναγνώστης σε κάθε ποίημα βρίσκεται αντιμέτωπος με μια άξενη ενδοχώρα που δεν ανοίγει τα χαρτιά-της, που δεν καλοδέχεται τον επισκέπτη. Η ενδοχώρα της ποίησης, ειδικά της σύγχρονης, θέλει δύτες με ισχυρό εξοπλισμό και προικισμένους με γερά εφόδια, για να αντιμετωπίσουν αντίξοες συνθήκες και κρυπτικά σημαίνοντα. Γι’ αυτό άλλωστε είναι ελάχιστα δημοφιλής, διαβάζεται από λίγους και απωθεί τους πολλούς, που βρίσκονται δεμένοι στο άρμα της πεζογραφίας, ευπώλητης και μη. 

3… Πώς διαβάζει κανείς λοιπόν ποίηση; Πώς διαβάζω εγώ, ώστε να μην προδώσω το ποίημα και να του αφιερώσω όση προσοχή μπορώ;
Καταρχάς, διαβάζω κάθε ποίημα δύο φορές –μπορεί και παραπάνω. Η πρώτη ανάγνωση δεν μου δίνει κανένα νόημα, κανέναν χάρτη πλοήγησης. Ίσα ίσα μου δείχνει τον ουρανό και τ’ αστέρια-του, χωρίς να μου εξηγεί τους προσανατολισμούς-του. Η δεύτερη ανάγνωση είναι πιο διαφωτιστική. Έχει ήδη αφομοιώσει τα άδηλα διδάγματα της πρώτης και είναι πιο έτοιμη να αποκαλύψει μονοπάτια, Σείριους και άλλους αστερισμούς νοημάτων. Το ποίημα μιλά με τη δεύτερη, σαν κατάδικος που βασανίζεται για να μαρτυρήσει. Και πάλι μη νομίσετε ότι λέει τα πάντα, ούτε καν πολλά. Απλώς όσα μπορεί ο αναγνώστης να αντέξει. 

4… Αυτό υπονοεί ότι η ανάγνωση, η διπλή ανάγνωση, γίνεται σε απόλυτη ησυχία και σε εμμανή προσήλωση. Αν η πεζογραφία διαβάζεται σε τρένα και μετρό, σε πολύβουες πλατείες και σε τηλεοπτικές ακροάσεις, η ποίηση θέλει μοναχικότητα και προσοχή. Αν χάσεις κάτι, αν δεν σταθείς δεόντως σε κάθε στίχο, σε κάθε λέξη, μπορεί το ποίημα να καταρρεύσει σαν στήλη τζένγκα. Γι’ αυτό προσπαθώ να απομονώνομαι, να διαβάζω με προσοχή, να ανοίγω στίχο στίχο το ποίημα, σαν πολύφυλλο λουλούδι που θέλει να ξεδιπλωθεί σέπαλο σέπαλο. Κάθε στίχος μπορεί να σου επιδείξει την πόρτα για να μπεις στο κάστρο του ποιήματος, τη χαραμάδα για να βγεις από το σκοτάδι-σου.

5… Η ανάγνωση έτσι γίνεται κουραστική. Γι’ αυτό δεν μπορώ να διαβάσω πάνω από δύο-τρία ποιήματα τη φορά. Ρουφάω το δυνατό ναρκωτικό-τους κι έπειτα ζητώ αέρα για να πάρω ανάσες, για να επιβιώσω μετά απ’ αυτή τη εξαντλητική αναμέτρηση με το αόρατο. Μέχρι τρία ποιήματα αντέχω στην πάλη και μετά, προκειμένου να είμαι διαυγής και ανθεκτικός με την ανάγνωση, κλείνω το βιβλίο και αλλάζω ασχολία. Επανέρχομαι αργότερα ή και την επόμενη μέρα. Η ποίηση, όταν διαβάζεται με τους ρυθμούς-της, σε απομυζά. Σου αφαιρεί κάθε ικμάδα σκέψης, καθώς εσύ προσπαθείς να νοηματοδοτήσεις με πολλαπλούς στοχασμούς το ποίημα. Η μάχη με αυτό είναι άνιση και κανείς δεν την απολαμβάνει απλώς συναισθηματικά, χωρίς να ματώσει τον φλοιό του εγκεφάλου-του. 
          Γι’ αυτό η ποίηση δεν μετριέται με σελίδες ή με ποιήματα. Δεν μπορείς να πεις πόσα ποιήματα διάβασες, πόσοι στίχοι διαπέρασαν τη ματιά-σου. Ίσως μπορείς να πεις πόσοι στίχοι διαπέρασαν την ψυχή-σου. 

6… Διαβάζοντας ποίηση πρέπει να κάνω συνεχώς συνδέσεις. Από τη μια μέσα στο ποίημα ώστε η μια εικόνα να με συνδέει με την άλλη, το ένα σημαινόμενο με το άλλο αλλά και κάθε λέξη με τον παραδειγματικό άξονα της άλλης. Από την άλλη, η ποίηση παραπέμπει σε μια εξωκειμενική πραγματικότητα, ναι λοξά, αόριστα, υπαινικτικά, αλλά συνάμα καίρια. Και παράλληλα, παραπέμπει σε μια σειρά άλλους ποιητές ή πεζογράφους, στον κινηματογράφο ή στη μυθολογία, στα εφήμερα ή αιώνια σύμβολα της τέχνης, κι εσύ σαν ντετέκτιβ των μεταφορών και των μετωνυμιών οφείλεις να κάνεις συσχετισμούς μπας και βγεις από τον λαβύρινθό-της.

7… Διαβάζω ποίηση σημαίνει καίω φαιά κύτταρα (τα οποία μαγικώ τω τρόπω πολλαπλασιάζονται πριν μπω στο επόμενο βιβλίο!). Διαβάζω ποίηση σημαίνει ανεβαίνω έναν αναγνωστικό Γολγοθά στίχο στίχο. Σημαίνει αφιερώνω λίγα λεπτά, τόσο κουραστικά όσο και γόνιμα, σημαίνει μαθαίνω τα όρια του εαυτού-μου, σημαίνει ξαναγνωρίζω τον κόσμο. Γι’ αυτό φυσικά η ποίηση δεν είναι αγαπητή σε καιρούς ταχύτητας και επιφανειακότητας.
 
[Οι εικόνες ελήφθησαν από: blogs.voices.com, forbesindia.com, www.adventure-life.com, 7-themes.com, www.hdwallpapers.im, 2lyk-peir-athin.att.sch.gr, www.miratelinc.com και www.reviveactive.com]
Πατριάρχης Φώτιος

Tuesday, January 06, 2015

Χειμώνας

Αυτή που έγινα σε υποδέχεται
κι εσύ ζητάς να μάθεις
Μα τι θα σου χρησίμευε να ακούσεις
για άπλυτα πιάτα μιας βδομάδας στην κουζίνα
ταξίδια της διπλής ταρίφας τα μεσάνυχτα
την αχλαδιά που έκαψε ο πάγος; 

Μπορώ μονάχα να σου πω
για την αβέβαιη έκβαση
του πρωινού προσώπου μου
στον βραδινό καθρέφτη
για τη διάρκεια του τέλους το ξημέρωμα
πριν να ντυθώ για τη δουλειά
κι έξω ένα τέτοιο αγιάζι
για το φλιτζάνι του καφέ
που ώρα πολλή κρατώ στα δάχτυλα,
μετάληψη μιας πρωινής αναβολής ή απόφασης,
κι αυτό κρυώνει λίγο λίγο στην παλάμη μου
σαν τραύμα, σαν λύπη 

-Τόσο εύθραυστο το διαρκές, αλήθεια,
όσο μιας χούφτας θάλπος,
θάλπος του μοναχού Γενάρη μήνα
όταν ξυπνάει
ακόμα νεογέννητος μες στο σκοτάδι
κοιτάζει απ’ το παράθυρο
πυκνή του ψύχους πάχνη
κι ύστερα φτιάχνει με το δάχτυλο στο τζάμι
μια αλλόκοτη μορφή και πάλι τη χαλάει
την ώρα που ανάβουνε το φως
στο απέναντι διαμέρισμα
κι είναι το ξύπνημα των άγνωστων ανθρώπων
η πιο απτή αλληλεγγύη μες στη μέρα 

Αλλά ίσως ήθελες να ακούσεις
για ευωχία δακρύων
και για σκισμένα γράμματα
όχι, δεν έσκισα κανένα
εγώ το ξέρω πως δεν γίνεται
να ξεγραφτείς απ’ τα γραμμένα
το μόνο που έχω να σου πω
είναι πως ξέχασα
πως πια ξεχνάω ολοένα
τώρα μαθαίνω να κινδυνεύω
με εγκράτεια
γνωρίζω πια να εξακολουθώ
στην παύση 

[Θεώνη Κοτίνη, “Ωσεί κήπος”, Γαβριηλίδης 2014]

Monday, January 05, 2015

Η απολυταρχία της νιότης

Σαν σκωροφαγωμένα υφάσματα
απλώνουν την ασχήμια τους τα γεράματα
ακόμη κι αν είχαν μεταξωτό παρελθόν.
Αλύγιστα πάντα τα νιάτα
όσο άκομψα κι αν είναι
όσο κι κολυμπούν 
ανέραστα, σε θολά νερά
κάπου, λάμπουν σαν αστέρια.
Την ομορφιά
το σώμα της δικής μου νιότης
δεν την γνώρισε ποτέ
αλλά ξέρω τώρα
πως κρυφά την κράταγ’ αγκαλιά.
Μακριά απ’ τον καθρέφτη
με τη φύση μοιραζόμουνα
άνθιση και καρποφορία,
σε θάλασσες επιθυμίας ταξίδευα
με θεία πλεούμενα
τα πρόσωπα των αγοριών.
Η ιδέα του θανάτου
υπήρχε μόνον σαν έμπνευση
και το ποίημα που τότε γεννιόταν
σκέπαζε ακόμη και τη φοβερή υποψία
ότι ο πόθος τελικά υποχωρεί
μπρος στην αλήθεια
του χρονοδαρμένου σώματος.
Ναί, το ξέρω, θα ’ρθει η στιγμή
που αδιαίρετα το όμορφο και το άσκημο μαζί
θα με συνοδεύσουν στου τέλους την αρχή
την αρχή του τίποτα.

Αθήνα 16/4/2011


(Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ, δημοσιεύτηκε στο περ. “Νέο Επίπεδο”, τεύχ. 1, Μάιος 2012)
 
[Πρόταση από τη Rosa Mund]


Κάθε μέρα δημοσιεύουμε ένα ποίημα που το στέλνετε εσείς: sjuzet@hotmail.com.
Όχι δικό-σας. Στείλτε το ποίημα με όνομα ποιητή, ποιητική συλλογή και χρόνο δημοσίευσης.
Βρείτε το ποίημα που ταιριάζει στη διάθεσή-σας ή στους προβληματισμούς-σας
και μοιραστείτε-το μαζί-μας.
 
Πατριάρχης Φώτιος

Sunday, January 04, 2015

Καντάτα

Α, οι ηλίθιοι, που πήγαμε και χαθήκαμε στη ξενιτιά,
     κάτω απ' τα τείχη της Ιερουσαλήμ, ή στην παλιά
     πολυτραγουδημένη Τροία
χωρίς κανένας Όμηρος να πεί κάτι για μας. Μα νά,
     που όπως ύστερ' από καιρό μπαίνει κανείς στο σπί-
     τι που του λήστεψαν, ανοίγουμε δακρύζοντας και
     μπαίνουμε
στην Ιστορία.
 
.......................

Και τότε είδαμε τη γη που χρόνια ψάχναμε, πως δεν
     την έγραφε κανένας χάρτης κι ουδέ καμμιά Γραφή
     τραγουδούσ' εκείνη.
Και χτίσαμε την πιο μεγάλη ήπειρο μέσα μας. Και την
     καλέσαμε: αδερφωσύνη.

.............................

Η σημαία μας είναι αγέρωχη σαν τη φαρέτρα
η σημαία μας είναι αναμάρτητη σαν τις μητέρες
η σημαία μας είναι σκληρή σαν το Θεό -
Κι ω μή, μή μας στερήσεις ποτέ, ώ άγια, γλυκειά ζωή
την αγάπη μας για σένα. 

Γιατί, αλήθεια, φίλοι μου, πέστε μου, τί άλλο είναι, λοι-
     πόν, η παντοδυναμία
απ' την απέραντη τούτη δίψα. Νάσαι τόσο πρόσκαιρος,
     και να κάνεις όνειρα
τόσο αιώνια! 

(Τάσος Λειβαδίτης, αποσπάσματα από την “Καντάτα”, εκδ. Κέδρος, 1991)
 

[Πρόταση από την Κατερίνα Τοράκη]
 


Κάθε μέρα δημοσιεύουμε ένα ποίημα που το στέλνετε εσείς: sjuzet@hotmail.com.
Όχι δικό-σας. Στείλτε το ποίημα με όνομα ποιητή, ποιητική συλλογή και χρόνο δημοσίευσης.
Βρείτε το ποίημα που ταιριάζει στη διάθεσή-σας ή στους προβληματισμούς-σας
και μοιραστείτε-το μαζί-μας. 

Πατριάρχης Φώτιος

Saturday, January 03, 2015

Ο Σαχτούρης "συνομιλεί" με τον Ελύτη

 
Μια ενδιαφέρουσα ποιητική συνομιλία: ο Οδυσσέας Ελύτης του 1939 εξυμνεί το Αιγαίο και τον έρωτα κι ο Μίλτος Σαχτούρης του 1948 δίνει το μετα-πολεμικό στίγμα-του. 

I
Ο έρωτας
Το αρχιπέλαγος
Κι η πρώρα των αφρών του
Κι οι γλάροι των ονείρων του
Στο πιο ψηλό κατάρτι του ο ναύτης ανεμίζει
Ένα τραγούδι

Ο έρωτας
Το τραγούδι του
Κι οι ορίζοντες του ταξιδιού του
Κι η ηχώ της νοσταλγίας του
Στον πιο βρεμένο βράχο της η αρραβωνιαστικιά προσμένει
Ένα καράβι

Ο έρωτας
Το καράβι του
Κι η αμεριμνησία των μελτεμιών του
Κι ο φλόκος της ελπίδας του
Στον πιο ελαφρό κυματισμό του ένα νησί λικνίζει
Τον ερχομό.

(Οδυσσεάς Ελύτης, Προσανατολισμοί -1939) 

 
Εννέα χρόνια μετά έρχεται η απάντηση από τον Μίλτο Σαχτούρη, αφού έχει μεσολαβήσει ο πόλεμος, η άκρατη αισιοδοξία έχει κοσκινιστεί και έχει χάσει τη μαχητική ορμή-της:


Ο βυθός

Ένας ναύτης ψηλά
στα κάτασπρα ντυμένος
τρέχει μες στο φεγγάρι

Κι η κοπέλα απ’ τη γης
με τα κόκκινα μάτια
λέει ένα τραγούδι
που δε φτάνει ώς το ναύτη 

Φτάνει ώς το λιμάνι
φτάνει ώς το καράβι
φτάνει ώς τα κατάρτια 

Μα δε φτάνει ψηλά στο φεγγάρι 

(Μίλτος Σαχτούρης, Παραλογαίς -1948)
 


Κάθε μέρα δημοσιεύουμε ένα ποίημα που το στέλνετε εσείς: sjuzet@hotmail.com.
Όχι δικό-σας. Στείλτε το ποίημα με όνομα ποιητή, ποιητική συλλογή και χρόνο δημοσίευσης.
Βρείτε το ποίημα που ταιριάζει στη διάθεσή-σας ή στους προβληματισμούς-σας
και μοιραστείτε-το μαζί-μας.
Πατριάρχης Φώτιος

Friday, January 02, 2015

Ελεγείο

Στη φωτιά του ματιού σου θα χαμογέλασε κάποτε ο Θεός.
Θα ’κλεισε την καρδιά της η άνοιξη σα μιας αρχαίας ακρογιαλιάς μαργαριτάρι.
Τώρα καθώς κοιμάσαι λαμπερός
Στους παγωμένους κάμπους που οι αγράμπελες
Γίναν βαλσαμωμένα φτερά μαρμάρινα περιστέρια
Βουβά παιδιά της απαντοχής-
Ήθελα να ’ρθεις μια βραδιά σα βουρκωμένο σύννεφο
Άχνη της πέτρας πάχνη της ελιάς
Γιατί στο αγνό σου μέτωπο
Κάποτε θα ’βλεπα κι εγώ
Το χιόνι των προβάτων και των κρίνων
Μα πέρασες απ’ τη ζωή σαν ένα δάκρυ της θάλασσας
Σα λαμπηδόνα καλοκαιριού και στερνοβρόχι του Μάη
Κι ας ήσουν μια φορά κι εσύ ένα γεράνιο κύμα της
Ένα πικρό βότσαλό της
Ένα μικρό χελιδόνι της σ’ ένα πανέρημο δάσος
Χωρίς καμπάνα τη χαραυγή χωρίς λυχνάρι το απόβραδο
Με τη ζεστή σου καρδιά γυρισμένη στα ξένα
Στα χαλασμένα δόντια της άλλης ακρογιαλιάς
Στα γκρεμισμένα νησιά της αγριοκερασιάς και της φώκιας.

(Νίκος Γκάτσος, πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό “Φιλολογικά Χρονικά”, τεύχος 38-40, Φεβρουάριος- Μάρτιος 1946) 

[Πρόταση από τον Δημήτρη Χατζηκωνσταντίνου]
 

 

Κάθε μέρα δημοσιεύουμε ένα ποίημα που το στέλνετε εσείς: sjuzet@hotmail.com.
Όχι δικό-σας. Στείλτε το ποίημα με όνομα ποιητή, ποιητική συλλογή και χρόνο δημοσίευσης.
Βρείτε το ποίημα που ταιριάζει στη διάθεσή-σας ή στους προβληματισμούς-σας
και μοιραστείτε-το μαζί-μας. 

Πατριάρχης Φώτιος

Thursday, January 01, 2015

ΗΜΙΟΛΟΚΛΗΡΟΝ

Να είσαι απλός
                   και περιττός,
αυτό ’ναι κάτι.

Να μη ’σαι τίποτα
                   (ούτε απαραίτητος)
επίσης είναι. 

Να κλεις με νόημα
                   (βλακείας ένεκεν)
το ’να σου μάτι. 

Κάνε το κι έσο
                   ημιβέβαιος
και μείνε. 

Μείνε ημιόχις
                   ημιναινές
- κράτα ημιπόζα. 

Έσο ημίβλεπτος
                   ημιαν-φάς
και -τότε- τέλεια 

η φήμη θάρτει σου
                   σαν μια Κυρία
ημιμιμόζα 

λίγον τι κρύα
                   και λίγον μπλαβή
από τα γέλια... 

(Γιάννης Σκαρίμπας – Βοϊδάγγελοι (1968)
από τη συγκεντρωτική συλλογή “Άπαντες Στίχοι 1936-1970”, εκδόσεις Νεφέλη).

[Πρόταση από τον Μαραμπού]

Κάθε μέρα δημοσιεύουμε ένα ποίημα που το στέλνετε εσείς: sjuzet@hotmail.com.
Όχι δικό-σας. Στείλτε το ποίημα με όνομα ποιητή, ποιητική συλλογή και χρόνο δημοσίευσης.
Βρείτε το ποίημα που ταιριάζει στη διάθεσή-σας ή στους προβληματισμούς-σας
και μοιραστείτε-το μαζί-μας.

Καλή Χρονιά
Πατριάρχης Φώτιος

Tuesday, December 30, 2014

Ἡ γέφυρα


Εἶναι μιὰ ὡραία περιπλάνηση, σχεδὸν μιὰ δραπέτευση -
δὲν ξέρω ἀπὸ ποῦ καὶ γιὰ ποῦ, μιὰ μυστικὴ δραπέτευση ποὺ δίνει
μιὰ μυστικότητα στὴν κάθε κίνησή μας, στὸν ἴσκιο μας πάνω στὸν τοῖχο,
στὶς ἀπίθανες σχέσεις τῶν δακτύλων μας, στὸν ἦχο τῶν βημάτων μας –


μία ἐξαίσια αἴσθηση παρανομίας πρὸς ὅλα, σὰν τοῦ μοιχοῦ, τοῦ κλέφτη, τοῦ φονιά, του ἀρσενοκοίτη ἢ τοῦ λαθρεπιβάτη,
κ΄ ἡ αἴσθηση τῆς παρανομίας αὐτῆς σου ἐπιβάλλει
μίαν ἄγρυπνη προσοχὴ γιὰ ν᾿ ἀποφύγεις τὴ σύλληψη,
ἐνῶ ἡ προσοχή σου αὐτὴ συλλαμβάνει
τὸ νόημα μιᾶς ἀρχικῆς ἐνοχῆς, συλλαμβάνει
τὶς πιὸ ἀδιόρατες ἐκφράσεις τῆς σιωπῆς· μὰ τότε πάλι νιώθεις πῶς ἔτσι παραβιάζεις μ᾿ ἀντικλείδι ἕνα μεγάλο, ξένο, σκοτεινό χρηματοκιβώτιο
ὕστερα ἀπὸ σκάλες πολλὲς καὶ μεγάλους πλακόστρωτους διαδρόμους
ποῦ κάνουν ν᾿ ἀντηχοῦν ἀπεριόριστα οἱ κλειδώσεις σου,
κ᾿ ἕνα καχύποπτο φεγγάρι μπαίνει ἀπὸ φεγγίτες καγκελόφραχτους
μεγάλο, κίτρινο, προδοτικό, φέρνοντάς σε ἀντιμέτωπο
μὲ τὴν ἴδια πελώρια σκιά σου ποὺ κρατάει
μεγεθυσμένες τὶς σκιὲς τῶν κλειδιῶν, ποὺ ἐσὺ κρατᾶς, σὰ νἆναι κιόλας
τὰ κάγκελα τῆς φυλακῆς ποὺ θὰ σὲ κλείσει ἰσόβια· ὥσπου τέλος ἀνακαλύπτεις πὼς αὐτὸ τὸ χρηματοκιβώτιο
εἶναι δικό σου, ὁλότελα δικό σου
καὶ μπορεῖς νὰ τ᾿ ἀνοίξεις ἐλεύθερα
καὶ μπορεῖς νὰ χαρίσεις ὅσα θέλεις στοὺς φίλους σου
καὶ μπορεῖς νὰ σκορπίσεις ὅσα θέλεις στὸν ἄνεμο
μὲ κείνη τὴ χαρὰ ποὺ δίνει τὸ ἀνεξάντλητο
μὲ κείνη τὴ χειρονομία μιᾶς ἄσκοπης λεβεντιᾶς κι᾿ ἀσωτείας
ποὺ εἶναι, ἴσως, ἡ μόνη ἀληθινὴ σκοπιμότητα.

Μὰ τότε νιώθεις ὁ ἴδιος, πόσο ἡ κίνηση αὐτὴ θὰ φαίνεται ὕποπτη
μὲς στὸ σκοτάδι τὸ καρφωμένο ἀπ᾿ τ᾿ ἄστρα, μὲ τὸ μετάλλινο ἦχο των κλειδιῶν,
σὰ χτύπημα σπαθιῶν, ψηλὰ στὸν ἀέρα, ἀόρατων μονομάχων ἢ ἱππέων,
μ᾿ αὐτὸ τὸ σκοτεινό, πελώριο στόμιο τοῦ χρηματοκιβώτιου
ποῦ χάσκει ἀνοιχτὸ μὲς στὴ νύχτα ἐνῶ στὸ βάθος τοῦ ἀστράφτουν
σωροὶ τὰ νομίσματα περίεργων ἐποχῶν καὶ τόπων,
ράβδοι χρυσοῦ σὰ μεγάλα καρφιὰ γιὰ μία σταύρωση· στοῖβες χαρτονομίσματα
σὰ μυστικὰ τραπουλόχαρτα τῆς Μοίρας. Κι᾿ ὅσοι
δέχτηκαν μία στιγμὴ τὴν προσφορά σου, μόλις στρίψεις τὸ κεφάλι σου
δοκιμάζουν στὴν πέτρα τὰ νομίσματα, μὰ ἐκεῖνα δὲν ἀφήνουν ἦχο,
προσπαθοῦν ν᾿ ἀποκρυπτογραφήσουν στὰ χαρτονομίσματα
τοὺς ἀριθμοὺς καὶ τὶς σφραγίδες, μ᾿ αὐτὰ δὲ διακρίνονται στὸ
καταπληχτικό σκοτάδι,
καὶ τὰ πετοῦν ξανὰ μπροστὰ στὰ πόδια σου καὶ φεύγουν.

Καὶ μένεις μόνος μ᾿ ὅλο σου τὸν πλοῦτο ποδοπατημένο,
μόνος μπρὸς στὸ μαγνητικὸ ἀνοιγμένο στόμιο τοῦ ἀδειανοῦ πιὰ χρηματοκιβώτιου,
μόνος μπρὸς στὴν ἀκάλυπτη τρύπα τοῦ χάους,
μὲ τόνα χέρι σου μισοσηκωμένο
σὲ μισοτελειωμένη στάση θεατρικῆς γενναιοδωρίας,
σὰν ἄγαλμα ἥρωα ποὺ ὁ ἡρωισμός του
ἀποδείχτηκε ἀπατηλὸς μετὰ θάνατον - ἢ σὰν ἀτέλειωτη προσπάθεια
νὰ γίνεις ἄγαλμα γιὰ νὰ μὴ σωριαστεῖς στὸ χῶμα - ἕνα ἄγαλμα
ποῦ τείνει μάταια σὰν τσαμπὶ σταφύλι τ᾿ ἀναπόδεκτα κλειδιὰ ἑνὸς  παραδείσου.

(Γιάννης Ρίτσος, “Ποιήματα 1930-1960”, Γ΄ (απόσπασμα), Κέδρος 1964)

[Πρόταση από τη Βιβή Γ.]
 


Κάθε μέρα δημοσιεύουμε ένα ποίημα που το στέλνετε εσείς: sjuzet@hotmail.com.
Όχι δικό-σας. Στείλτε το ποίημα με όνομα ποιητή, ποιητική συλλογή και χρόνο δημοσίευσης.
Βρείτε το ποίημα που ταιριάζει στη διάθεσή-σας ή στους προβληματισμούς-σας
και μοιραστείτε-το μαζί-μας. 

Πατριάρχης Φώτιος