Thomas Mann “Die
Betrogene” 1954 “Η απατημένη” μετ. Γ. Κοιλής εκδόσεις Κριτική 2020 |
Ο Thomas Mann έχει πολλές
φορές επισκεφτεί το βιβλιοκαφέ μας κι έχει κάτσει στα τραπεζάκια μας να μας
διαβάσει έργα του ή ν’ ακούσει τη γνώμη μας για τα μυθιστορήματά του. Ο “Δόκτωρ Φάουστους”, πριν από
τέσσερα χρόνια, και “Το μαγικό βουνό”, πριν από τρία
χρόνια, θεωρούνται δυο απ’ τα μεγάλα του έργα.
ΣΤΗΝ “ΑΠΑΤΗΜΕΝΗ”
βρισκόμαστε στην ώριμη φάση του συγγραφέα, αν και ο χρόνος της ιστορίας αφορά
και πάλι τον μεσοπόλεμο. Είμαστε στη
δεκαετία του ΄20, όπου μια χήρα η Rosalie von Tümmler ζει
με τα δυο της παιδιά, την Anna και τον Eduard, χήρα στρατιωτικού που ζει με
κάποια σχετική οικονομική άνεση. Η Anna είναι ζωγράφος και συζητά συχνά με τη
μητέρα της για τα καλλιτεχνικά αλλά και για άλλα θέματα…
…ΩΣΠΟΥ η πενηντάχρονη Rosalie ερωτεύεται τον
24άχρονο δάσκαλο αγγλικών του γιου της, τον Ken Keaton. Από εκεί κι
έπειτα μάνα και κόρη ανταλλάσσουν απόψεις σε μακροσκελείς διαλόγους πάνω στην
εξομολόγηση της μητέρας, για τα γηρατειά και τη φωνή της φύσης, για τον έρωτα
και την τιμή, για την άποψη των άλλων αλλά και για τον γάμο. Με εκατέρωθεν
φιλοφρονήσεις πότε η μία και πότε η άλλη παρουσιάζει πώς βλέπει τα πράγματα, με
επαίνους και ψόγους, χωρίς τα πράγματα να οξυνθούν, παρά τις διαφωνίες τους. Επομένως, ο προβληματισμός του Mann έγκειται στο
πώς μια μεσήλικας μπορεί να δει τα συναισθήματά της που “εξόκειλαν” προς τον
έρωτα με έναν πολύ μικρότερό της. Πώς τα βλέπουμε εμείς και πού είναι το
μέτρο (ίσως έχει αλλάξει από τη δεκαετία του ’20) ανάμεσα στο
συναισθηματικό-σωματικό και το κοινωνικό;
Η ΤΡΑΓΙΚΗ ειρωνεία κορυφώνει το έργο. Η φύση και οι δωρεές της δεν είναι τελικά ευεργετικές κι ο έρωτας δεν μπορεί να ευοδωθεί, όχι εξαιτίας των κοινωνικών στερεοτύπων αλλά εξαιτίας της θέλησης των αναπόφευκτων νόμων της ζωής και του θανάτου.
Η ΝΟΥΒΕΛΑ είναι αργή, γεμάτη με περιγραφές και εκτενείς μονολόγους, στοιχεία που σαν φελιζόλ συγκρατούν τα πιο πολύτιμα δεδομένα. Μέσα σ’ αυτά, τα οποία είναι γραμμένα με μια περίτεχνη φιοριτούρικη μέχρι ενός σημείου γλώσσα, έχουν τοποθετηθεί τα βασικότερα θέματα που είναι ο έρωτας κι το γήρας, στην αρχή διακριτικά βαλμένα με ανεπαίσθητες παραβολές, όπως ο σωρός από περιττώματα που αναδίδουν μια μυρωδιά μόσχου! Ωστόσο, με κούρασε, γιατί όλα είναι γραμμένα με την αργότητα του 19ου αιώνα, που ακόμα αντέχει, γιατί ο Mann γράφει με τη νωχελικότητα των Γάλλων και Ρώσων ρεαλιστών (δεν ξέρω και των Γερμανών ίσως), γιατί οι συζητήσεις είναι αφύσικες τόσο με το μήκος τους όσο και με τον τρόπο που δεν έχει τίποτα διαχρονικό.
Πάπισσα Ιωάννα