Thursday, December 23, 2021

ΚΑΛΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ

Σήμερα κλείνουν τα νηπιαγωγεία. Αφήνω τα παιδάκια μου με χαμόγελο και προσβλέπω στις δεκαπέντε μέρες που θα μεσολαβήσουν να ζήσω ήρεμα, γιορτινά, πνευματικά.

Δεν ξέρω αν θα ξανανοίξουμε ή αν θα βρεθούμε πάλι σε μια ασφυκτική καραντίνα. Γι’ αυτό προνόησα, ανάμεσα σε άλλα, να σχεδιάσω τα διαβάσματά μου και το απόγευμα θα κάνω την παραδοσιακή βιβλιοπωλειότσαρκα, ώστε να εφοδιαστώ με προμήθειες, όχι μόνο για τις γιορτές αλλά και για το νέο έτος, που μπορεί πάλι να μας βρει στο σπίτι να χουζουρεύουμε σαν γάτες, αλλά και να αναζητάμε διεξόδους απ’ τη φυλακή μας.

Φέτος θέλω να διαβάσω κλασική λογοτεχνία. Οι αγορές μου θα επικεντρωθούν σε ορισμένα έργα της παγκόσμιας πεζογραφίας, που έχουν αναδειχθεί σε διαχρονικές αξίες και, μαζί με ορισμένα που ήδη έχω διαβάσει, θα αποτελέσουν στο ΒΙΒΛΙΟΚΑΦΕ μια μακριά σειρά μεγάλων έργων. Π.χ.


- Φραντς Κάφκα, “Η δίκη”

- Gabriel García Márquez, “Περί έρωτος και άλλων δαιμονίων”

- Ray Bradbury, “Ο εικονογραφημένος άνθρωπος”

- Herman Melville, “Ο μεγάλος απατεώνας”

- Georges Simenon, “Γράμμα στον δικαστή μου”

- Raymond Chandler, “Ο μεγάλος ύπνος”


Σήμερα κλείνει και το Βιβλιοκαφέ για το διάστημα των γιορτών.

Εύχομαι σε όλους λαμπρά Χριστούγεννα

και το 2022 να μην μας προδώσει!

Πάπισσα Ιωάννα

Wednesday, December 22, 2021

Patricio Pron, “Το πνεύμα των γονιών μου εξακολουθεί να ανυψώνεται μέσα στη βροχή”

Η κληρονομιά του πατέρα δεν είναι μόνο το αρχείο με τα έγγραφά του, αλλά και το πολιτικό του παρελθόν, που έμμεσα επηρέαζε πάντα τη ζωή του και αφήνει τη σκιά του πάνω από το παρόν.

 

Patricio Pron

“El espíritu de mis padres sigue subiendo en la lluvia”

2011

“Το πνεύμα των γονιών μου εξακολουθεί να ανυψώνεται μέσα στη βροχή”

μετ. Μ. Παλαιολόγου

εκδόσεις Ίκαρος -2021

 

Ισπανική λογοτεχνία και εκδόσεις Ίκαρος: δύο παράγοντες που συνέβαλαν στο να πάρω αυτό το βιβλίο. Ίσως ήταν και το “Αύριο θα μας λένε αλλιώς”, που δεν το διάβασα, αν και ακούστηκε ειδικά από τους bloggers.

 

> Ο Patricio Pron (Πατρίσιο Προν) γεννήθηκε στο Ροσάριο της Αργεντινής το 1975. Αποφοίτησε από το Τμήμα Κοινωνικής Επικοινωνίας του Εθνικού Πανεπιστημίου του Ροσάριο. Εργάζεται ως κριτικός λογοτεχνίας και συγγραφέας. Το έργο του έχει μεταφραστεί σε περισσότερες από οκτώ γλώσσες, μεταξύ αυτών στα αγγλικά, γερμανικά, γαλλικά και ιταλικά.
Διηγήματά του έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικά όπως το Paris Review και το Michigan Quaterly Review. To 2010 επιλέχθηκε από το αγγλικό περιοδικό Granta ως ένας από τους είκοσι δύο καλύτερους νέους ισπανόφωνους συγγραφείς.
Για το διήγημά του "Es el realismo" διακρίθηκε το 2004 με το Βραβείο Juan Rulfo και για το σύνολο του έργου του τιμήθηκε με το Βραβείο Calamo Extraordinario το 2016. Το 2019 απέσπασε το Βραβείο Alfaguara καλύτερου μυθιστορήματος για το βιβλίο του "Αύριο θα μας λένε αλλιώς" (Ίκαρος, 2020).
Είναι δόκτωρ Ρομανικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν στη Γερμανία. Ζει στη Μαδρίτη.

 

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ το βιβλίο ένιωσα σαν να ανεβοκατεβαίνω από ψηλά στα χαμηλά και το ανάποδο. Ξεκινά με μια αδιάφορη επιστροφή του γιου εκεί που ο πατέρας πεθαίνει. Κι οι δυο πάσχουν από αμνησία, ο μεν πατέρας σε προχωρημένο στάδιο, ο δε γιος σε πρώιμο. Ο αφηγητής γιος δεν πολυσυμπαθεί τον πατέρα και σχολιάζει σχετικά ανούσια τη σχέση τους.

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ αποκτά ενδιαφέρον, όταν ανακαλύπτει το αρχείο του δημοσιογράφου πατέρα, στο οποίο παρακολουθούσε μια φαινομενικά αδιάφορη υπόθεση. Το 2008 εξαφανίζεται ένας “φοκνερικός ανόητος”, ο Alberto Burdiso, και άρθρα, συνεντεύξεις και άλλα έγγραφα εξιστορούν σε ένα άτυπο μυθιστόρημα τεκμηρίων την εξαφάνισή του, την ανεύρεση του πτώματός του σε ένα πηγάδι και τη δίωξη τεσσάρων ατόμων για τον φόνο του, που είχε οικονομικά κίνητρα. Το μυθιστόρημα του Pron, που εμπεριέχει το άτυπο μυθιστόρημα του πατέρα, γίνεται αστυνομικό, όσο κι αν ο συγγραφέας εξηγεί ότι ένα τέτοιο είδος δεν μπορεί να αποδώσει τον ψυχισμό των ηρώων, αλλά μένει στην επιφάνεια του μυστηρίου. Συμφωνώ.

ΝΕΑ ΠΤΩΣΗ με όνειρα και αναμνήσεις. Κι εκεί που πίστευα ότι το έργο θα τελειώσει με την κάθοδο πάλι σε έναν θολό κόσμο, ξανανεβαίνει. Το “γιατί” που στοιχειώνει τον αφηγητή γιο, το γιατί ο πατέρας παρακολουθούσε τον Burdiso πέφτει πάνω στην αδελφή του Alicia, την οποία ο πατέρας είχε μυήσει στην πολιτική τα ταραγμένα χρόνια της δικτατορίας στην Αργεντινή, με δικτάτορα τον Jorge Rafael Videla. Αυτή σκοτώθηκε από τις αρχές το 1977 κι έτσι το οικογενειακό δράμα και το αστυνομικό μυθιστόρημα παίρνει πολιτικά χρώματα.

ΜΙΚΡΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ, άλλοτε αντικειμενικά στοιχεία και ντοκουμέντα κι άλλοτε υποκειμενισμός και προσωπικές σκέψεις. Ανάμεσα στον γιο και τον πατέρα ένα χάσμα, που επιχειρεί να καλύψει ψάχνοντας τη σχέση του πατέρα με το παρελθόν του. Το προσωπικό και διαπροσωπικό ανάγεται στο εθνικό και πολιτικό. Το παρόν στηρίζεται σε ένα παρελθόν, που δεν είναι ρόδινο, που κληροδοτεί τύψεις, που αποκαλύπτει μια άλλη ζωή απ’ αυτήν που ξέρουμε.  

ΜΕ ΚΕΡΔΙΣΕ το τμήμα με τα ντοκουμέντα, που στην αλληλουχία τους ξεδιπλώνουν ένα μυστήριο. Το υπόλοιπο το είδα αδιάφορα. Μπορώ ωστόσο να καταλάβω πως το πολιτικό υπόβαθρο δημιουργεί κραδασμούς, ειδικά στο αργεντίνικο κοινό, αλλά ίσως και σε μας, που είχαμε ανάλογα χουντικά καθεστώτα.

Πάπισσα Ιωάννα

Sunday, December 19, 2021

Βασιλική Τερκενλή, “Μηδενίζω εδώ”

Πώς η κατηφόρα της εσωτερικής ζωής μπορεί να αναστραφεί; Και πώς η βαρύτητα των καταχρήσεων δεν επιτρέπει εύκολες ανόδους

 

Βασιλική Τερκενλή

“Μηδενίζω εδώ”

εκδόσεις Μελάνι

-2021

 

Έχω στο περιβάλλον μου ένα άτομο που πάσχει από κατάθλιψη. Η συμβίωση μαζί του με έχει κάνει ευαίσθητη στα ψυχολογικά προβλήματα των άλλων και γι’ αυτό μετά τη Σχολή Νηπιαγωγών επέλεξα για master το πρόγραμμα «ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ ΠΑΙΔΙΩΝ ΚΑΙ ΕΦΗΒΩΝ». Γι’ αυτό και αγόρασα το συγκεκριμένο βιβλίο.


> Η Βασιλική Τερκενλή γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1960 και είναι απόφοιτος του Αμερικανικού Κολλεγίου Ανατόλια. Σπούδασε νομικά στο ΑΠΘ και συμβουλευτική στο Mediterranean College. Έκανε επιμορφώσεις στο ΕΚΠΑ, στην κλινική ψυχολογία των εξαρτήσεων και στη διαχείριση διαζυγίου γονέων και στην εταιρία Alzheimer”s, στη στήριξη οικογενειών ασθενών με άνοια.
Διετέλεσε δικηγόρος, επιχειρηματίας και σύμβουλος ψυχικής υγείας.

 

Η ΓΙΑΝΝΑ το 1999 είναι σαράντα χρονών, αλλά ψυχολογικά ακόμα αντιμετωπίζει τον παλιό εαυτό της. Με βεβαρημένο παρελθόν, με απόπειρα αυτοκτονίας, με ναρκωτικά κι έναν διαταραγμένο εαυτό που εκδηλώνεται με βρισιές ακόμα και την ώρα που μιλάει στον ψυχίατρό της. Ο μονόλογός της προς αυτόν αποτελεί και το αφηγηματικό παρόν, όταν προσπαθεί να εξηγήσει με αναδρομές και με προσωπικούς απολογισμούς τι έγινε, ποια τα αίτια που σημάδεψαν τη ζωή της, πώς βρέθηκε με στιλέτα στην πλάτη και στην ψυχή.

ΕΝΑ ΚΑΤΑΠΙΕΣΤΙΚΟ οικογενειακό περιβάλλον. Ένας πατέρας με τα δικά του απωθημένα. Μια μεγαλύτερη αδελφή που την εισήγαγε, ίσως άθελά της, στην παρέα μεγαλύτερων ανδρών, που δεν τη σεβάστηκαν. Ο βιασμός που ακολούθησε και η διαπόμπευση ήταν το πρώτο ισχυρό σοκ. Η εφηβεία της συνεπώς στιγματίστηκε από όλα αυτά. Και το παράδοξο είναι ότι κατάφερε να πετύχει στη Νομική και να βρει ένα καλό παιδί, που το αγαπούσε.

ΟΛΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ χτίζεται πάνω στο πηγαινέλα μεταξύ του μονολόγου προς τον γιατρό, μέσα στον οποίο υπονοείται η σιωπηλή συνήθως αντίδρασή του, και των αναδρομών στα 1965-1977, όταν η αφηγήτρια ήταν ακόμα στο σχολείο και προχώρησε προς στο πανεπιστήμιο, και το 1985-6, όταν δικηγορούσε πλέον. Σε σύνοψη η ίδια η πρωταγωνίστρια συμπυκνώνει τη ζωή της:



“Εγώ ήθελα να γίνω ηθοποιός, αλλά έγινα δικηγόρος. Μετά παντρεύτηκα κι έφτιαξα την Αγία Οικογένεια. Κόντεψα δύο φορές να χάσω το παιδί μου και μία εμένα. Χώρισα και πήρα ναρκωτικά, ολόκληρη γουρούνα τριάντα τεσσάρων χρονών. Παραιτήθηκα από τη δικηγορία, άνοιξα μπαρ. Κι ένα πρωί ξύπνησα στο ψυχιατρείο”

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ είναι καλογραμμένο, ζωντανό, με μικρές κορυφώσεις. Ωστόσο, μυθιστορηματικά η όλη αφήγηση μοιάζει με αυτοβιογραφική καταγραφή, που ορθώνει τις τραγικές κορυφές σε μια γραμμική πορεία, όσο κι αν ο τρόπος εξιστόρησης κάνει ένα ωραίο ζιγκ-ζαγκ. Με άλλα λόγια, σαν να διάβαζα την πραγματική ζωή κι όχι το μυθοπλαστικό ανάπτυγμά της, η οποία όσο κι αν είναι περιπετειώδης δεν έχει εσωτερικές, εντός του μυθιστορήματος, συγκρούσεις.

Πάπισσα Ιωάννα

Wednesday, December 15, 2021

Μιρτσέα Καρταρέσκου, “Νοσταλγία”

Πέντε αφηγήσεις σε μια σπονδυλωτή σύνθεση, ένα μυθιστόρημα που μιλάει με τον τρόπο του, με το ύφος του και με τη σκιαγράφηση των δυνατοτήτων.

 

Mircea Cărtărescu

Nostalgia

1992

Μιρτσέα Καρταρέσκου

“Νοσταλγία”

μετ. Β. Ιβάνοβιτς

εκδόσεις Καστανιώτη -2021

 

Ποιος είναι αυτός ο Βαλκάνιος συγγραφέας; Και γιατί να τον βάλω στο γραφείο μου, όταν έχω να διαβάσω μεγάλα ονόματα του παγκόσμιου λογοτεχνικού jet set; Όταν κυριαρχούν ονόματα με βραβεία και ισχυρές λογοτεχνίας, πού χωράει η ρουμανική πεζογραφία;

 

> Ο Μίρτσεα Καρταρέσκου γεννήθηκε το 1956 στο Βουκουρέστι. Αποφοίτησε από το τμήμα ρουμανικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου του Βουκουρεστίου το 1980. Μεταξύ 1980-1989 εργάστηκε ως φιλόλογος, στέλεχος της Εταιρείας Συγγραφέων και εκδότης του λογοτεχνικού περιοδικού "Caiete Critice". Έχει ασχοληθεί με την ποίηση, την πεζογραφία και το δοκίμιο και διδάσκει ιστορία της ρουμανικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο του Βουκουρεστίου, στην βαθμίδα του αναπληρωτή καθηγητή. Είναι πολυβραβευμένος και αρκετές φορές υποψήφιος για το Νόμπελ λογοτεχνίας. Το βιβλίου του "Γιατί αγαπάμε τις γυναίκες" έχει μεταφραστεί σε 15 γλώσσες και ήταν βιβλίο της χρονιά στη Ρουμανία το 2005.

 

ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΩ ότι είναι ένα εξαιρετικό βιβλίο από την αρχή. Είναι το ύφος και ο τόνος της αφήγησης που, ενώ δεν λέει κάτι βαθυστόχαστο, με κερδίζει. Αυτό ίσως είναι ένα κριτήριο για το πόσο γερή πένα είναι ο συγγραφέας, πόσο η γραφή μπορεί να αντέξει όλα τα άλλα χωρίς να βαρυγκωμήσει.

ΣΠΟΝΔΥΛΩΤΟ μυθιστόρημα. Δηλαδή πέντε ιστορίες που φαινομενικά είναι άσχετες. Αλλά στην πράξη ένα αόρατο (;) νήμα τις συνδέει. Το στοίχημα είναι να βρω το νήμα, να καταλάβω πώς η ιστορία για έναν ρουλετίστα, έναν άνθρωπο που παίζει ρώσικη ρουλέτα, με μια σφαίρα στην εξάσφαιρη θαλάμη του περίστροφου να τον κάνει να ριψοκινδυνεύει σε κάθε στοιχηματισμό την ίδια του τη ζωή, συνάπτεται με μια συμμορία πιτσιρικάδων δημοτικού σε μια γειτονιά της Ρουμανίας, οι οποίοι συνάντησαν ένα χαρισματικό παιδί, τον Λοξοπάλαβο. Κι από τους δίδυμους, ένα παιχνίδι ταυτότητας, μέχρι το ΡΕΜ, όπου ο νεαρός αφηγητής ερωτεύεται μια μεγαλύτερή του σε μια συνάντηση ρευστότητας και απροσδιοριστίας. Και τα πέντε ημιαυτόνομα αφηγήματα ολοκληρώνονται με άλλη μία ιδιαίτερη μορφή, τον αρχιτέκτονα Αιμίλιο Ποπέσκου που αλλάζει το κλάξον στο αυτοκίνητό του με μελωδικούς ήχους κι έκτοτε παίζει αυτοδίδακτα μεγάλες μελωδίες της ιστορίας της μουσικής.

Ο CĂRTĂRESCU γράφει ένα μεταμοντέρνο μυθιστόρημα, όπου η μία ιστορία στίζει λοξά την άλλη. Ο αφηγητής στον “Ρουλετίστα” και στον “Λοξοπάλαβο” είναι συγγραφέας, που επιχειρεί να αναπλάσει όσα έζησε ή δεν έζησε, κάπου ανάμεσα στη μνήμη και τη φαντασία, ανάμεσα στο βίωμα και την επινόηση. Επιπλέον, οι ήρωές του είναι ιδιαίτερα άτομα που ξεφεύγουν από τον μέσο όρο, συνδέουν το ρεαλιστικό με το φανταστικό και ζουν στο μεταίχμιο των δύο κόσμων.

ΣΑΓΗΝΕΥΤΙΚΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ με τον “Ρουλετίστα”, πιο πεζά και προσγειωμένα τα άλλα, ξανά στα ύψη ο “Αρχιτέκτονας”. Πέρα όμως από τις στυλιστικές πιρουέτες και τις μεταμοντέρνες μικροτεχνικές, ποιο νόημα (με την ευρύτερη έννοια) εξάγεται από πέντε άσχετες ιστορίες; Πώς δηλαδή στο μυαλό μας βλέπουμε μια συνεκτική γραμμή, πέρα από τα μεμονωμένα κεφάλαια; Σπαζοκεφάλιασα ώσπου έψαξα απαντήσεις σε άλλους: βρήκα πολλές κριτικές και αναγνώσεις, αλλά δεν κράτησα κάτι παραπάνω απ’ όσο είχα δει μόνη μου. Ίσως δεν έπρεπε να γράψω ένα τέτοιο post, αφού λίγα πράγματα κατάλαβα. Ωστόσο, κι αυτή η αμηχανία, αυτή η έμμεση σαγήνη, αυτά τα δύο ακροτελεύτια αφηγήματα αξίζουν ώστε να γράψω λίγα πράγματα, όπως τώρα.

Πάπισσα Ιωάννα

Sunday, December 12, 2021

Γιάννης Ατζακάς, “Σκυφτοί περάσανε”

Σε μια μεταπολεμική Ελλάδα, η οποία αλλάζει, ορισμένοι Λεωνίδες φυλάνε τα στενά των προσωπικών τους Θερμοπυλών. Σκυφτοί και ηττημένοι, αντιηρωικοί θα έλεγα, αλλά εντέλει συνεπείς και όρθιοι.


Γιάννης Ατζακάς

“Σκυφτοί περάσανε”

εκδόσεις Άγρα

-2021


Ένα όνομα γυροφέρνει τον νου μου. Πολλά βιβλία στα ώριμα χρόνια της ζωής του. Καλή η ατμόσφαιρα γύρω του αλλά το Βιβλιοκαφέ δεν είχε δεήσει να τον διαβάσει. Τώρα εδέησε.

 

> Ο Γιάννης Ατζακάς γεννήθηκε το 1941 στον Θεολόγο της Θάσου. Αποφοίτησε το 1966 από τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και μετά το 1975 εργάστηκε στην ιδιωτική και τη δημόσια μέση εκπαίδευση. Τα "Διπλωμένα φτερά" ήταν το πρώτο πεζογράφημα που δημοσίευσε το 2007. Ακολούθησε το μυθιστόρημα "Θολός βυθός", την επόμενη χρονιά, που τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος 2009.

 

ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ στην ουσία για εφτά μικρές βιογραφίες. Κάθε διήγημα ένα πρόσωπο. Δυστυχώς μόνο άντρες. Κάθε πρόσωπο μια πορεία. Γεγονότα στρωτά. Με μια άνεση που απλώνει τη ζωή τους σε μήκος χρόνων. Με αναδρομές και με φιδογυρίσματα. Από τον φτωχό Σπύρο που κατάφερε να ανελιχθεί και να γίνει μεγαλοστέλεχος, το οποίο καταπιέζει τους υφιστάμενούς του και παρενοχλεί τις γυναίκες, μέχρι τον μουγγό βοσκό που ξυπνά αισθήματα με την γκάιντα του. Κι από τον Κι από τον Αργυρό που κρατά Θερμοπύλες στο νησάκι του απέναντι στη λαίλαπα του τουρισμού έως τον φαρμακοποιό Αστέριο.

ΠΡΟΣ ΤΙ αυτές οι μικρές ζωές; Ο τίτλος ίσως υποδεικνύει μια κοινή ανάγνωση των “σκυφτών” οδοιπόρων της ζωής. Ίσως ο διηγηματογράφος προσπαθεί να δείξει ότι οι συνθήκες και η κοινωνία σαρώνουν ανθρώπους και κάνουν κεφάλια να σκύψουν, αλλά έστω κι έτσι μια εσωτερική αξιοπρέπεια συχνά ίπταται πάνω από αυτά. Μ’ αυτόν τον τρόπο, ακόμα κι οι ηττημένοι απ’ τους καιρούς κρατάνε μέσα τους ένα φανάρι και υπερασπίζονται χαμένες υποθέσεις, προσπαθώντας να είναι συνεπείς με τη συνείδησή τους. Ναι, ανάμεσα στις γραμμές και στην επίπεδη μέχρις ενός σημείου αφήγηση, προάγεται μια τέτοια κοσμοαντίληψη.


ΟΜΩΣ όλα αυτά δεν μου αρκούσαν. Και ίσως δεν θα έγραφα τίποτα στο blog, όπως κάνω και για πολλά βιβλία που δεν με αγγίζουν ή δεν με ερεθίζουν αναγνωστικά, αν δεν έπεφτα πάνω στο τελευταίο διήγημα με τον τίτλο “Ραχήλ”. 
Ο Μωρίς –την περίοδο της Δικτατορίας-, ενώ είναι γενικά συμπαθής, φέρεται με σκαιότητα στη σύντροφό του Ρεβέκκα, απόρροια απωθημένων και τραυμάτων από την παραμονή του στο Άουσβιτς. Λέει χαρακτηριστικά: «Πέρασα μια ζωή προσπαθώντας να ξεχάσω, να γίνω ο άνθρωπος που υπήρξα κάποτε. Δεν τα κατάφερα. Έμεινα για πάντα ο αριθμός που είχε χαράξει στο δέρμα μου το θηρίο». Στέκομαι σ’ αυτό το κείμενο και το ξαναδιαβάζω.

Πάπισσα Ιωάννα

Thursday, December 09, 2021

Ρόζα Βεντρέλλα, “Ιστορία μιας καθωσπρέπει οικογένειας”

Η οικογενειακή καταπίεση είναι ο άξονας μιας ευρύτερης κοινωνικής νοοτροπίας, όπου η βία λύνει τα προβλήματα σε ένα ιταλικό περιβάλλον, με την προσπάθεια να ξεπεραστούν οι μικρότητες.

 

Rosa Ventrella

“Storia di una famiglia perbene”

2018

Ρόζα Βεντρέλλα

“Ιστορία μιας καθωσπρέπει οικογένειας”

μετ. Δ. Δότση

εκδόσεις Πατάκη -2021

 

Πώς μερικές φορές η αναγνωστική μοίρα, αυτή που δεν ελέγχεται από τον άνθρωπο, φέρνει στα χέρια μας βιβλία, τα οποία ουδέποτε θελήσαμε και τελικά δεν μετανιώνουμε γι’ αυτά.

 

> Η Ρόζα Βεντρέλλα γεννήθηκε στο Μπάρι το 1974 και ζει στην Κρεµόνα εδώ και περισσότερα από είκοσι χρόνια. Σπούδασε Σύγχρονη Ιστορία και είναι κάτοχος µεταπτυχιακού τίτλου σπουδών στη Σχολική Διοίκηση. Έχει εργαστεί ως αρθρογράφος σε ιστορικά περιοδικά, ως επιµελήτρια εκδόσεων σε εκδοτικό οίκο, ενώ σήµερα εργάζεται ως καθηγήτρια ιταλικής λογοτεχνίας και υπεύθυνη εργαστηρίων δηµιουργικής γραφής για παιδιά και ενήλικες. Το µυθιστόρηµά της Ιστορία µιας καθωσπρέπει οικογένειας (Storia di una famiglia perbene, 2018), που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη (μτφρ. Δήμητρα Δότση, 2021), χαρακτηρίστηκε «το νέο ιταλικό θαύµα» και µεταφράζεται σε περισσότερες από 18 γλώσσες, ενώ αναµένεται και η τηλεοπτική του µεταφορά.

 

ΕΙΝΑΙ το τρίτο βιβλίο που πέφτει στα χέρια μου, το οποίο μιλάει για τον νότο της Ιταλίας και την κοινωνία του. Παλιότερα  “Η υπέροχη φίλη μου” της Έλενα Φερράντε και πρόσφατα το “Σικελικό ειδύλλιο” της δικής μας Σώτης Τριανταφύλλου. Τα θυμήθηκα μαζί γιατί παρουσιάζουν μια συντηρητική Ιταλία, μια μεσογειακή οικογένεια, μια κοινωνία βίας και οργής, αλλά και παλιών κωδίκων τιμής.

Η VENTRELLA βάζει την αφηγήτριά της να είναι 9 χρονών. Η Maria de Santis ζει στο Μπάρι, σε μια πενταμελή οικογένεια, όπου ο ψαράς πατέρας είναι ωραίος σαν τον Αμερικάνο ηθοποιό Tony Curtis αλλά και οξύθυμος που δεν διστάζει να ασκήσει βία στους γιους του Vincenzo και Giuseppe, στη γυναίκα του ίσως και στην κόρη του. Βέβαια ο πρώτος γιος είναι λίγο πολύ αλητήριος, αλλά ο πατέρας περισσότερο είναι ο τύπος του λαϊκού ανθρώπου που φορτώνει εύκολα και ξεσπά με χειροδικία, όταν πιστεύει ότι χάνεται η τιμή και η υπόληψή του. Επίσης, δεν αφήνει την κόρη του να κάνει παρέα με τον Mikele, τον γιο του Χοντρόπετσου, επειδή η οικογένειά του έχει κακή φήμη. Κι όντως ο αδελφός του Mikele κάνει διάφορες παρανομίες.

ΓΕΝΙΚΟΤΕΡΑ, με κέντρο τη Mari παρακολουθούμε τη νοτιοϊταλική νοοτροπία, που ανδρώνεται μέσα στη φτώχια, την προγονοπληξία, το οικογενειακό μοντέλο, την κοινή γνώμη, την παρανομία, το μικροαστικό περιθώριο… Η μικρή κοπέλα καταφέρνει να ξεφύγει επειδή είναι καλή μαθήτρια και ο δάσκαλος καταφέρνει τον πατέρα της να τη γράψει στο φημισμένο σχολείο των καλογριών, όπου φοιτά η καλή κοινωνία. Η Maria ωριμάζει καθώς μορφώνεται, αγαπά τον Mikele, συγχωρεί που ανήκει σε μια ύποπτη οικογένεια, βρίσκει τρόπο να περιγράφει τα πράγματα, χωρίς η ίδια να φαίνεται ότι ο βούρκος γύρω της την καλύπτει. Για χρόνια απομακρύνονται, ειδικά μετά τις απειλές του πατέρα της, αλλά η τύχη τούς ξαναφέρνει κοντά…

ΤΟ ΜΟΤΙΒΟ του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας αναβιώνει σε μια άλλη εποχή, όταν δυο οικογένειες βρίσκονται σε έριδα. Τα πράγματα βέβαια εξιστορούνται μόνο από τη μία οικογένεια, η οποία εμποδίζει την κόρη της, την αφηγήτρια δηλαδή, να συμπορευτεί με το αγόρι της άλλης κακόφημης οικογένειας. Κι ενώ όλα έδειχναν ότι βαίνουν σε μια σωτήρια λύση, η συγγραφέας επιφυλάσσει μια μεγάλη έκπληξη που ταράζει τα νερά κι αφήνει τον αναγνώστη με σοκαριστικά ερωτήματα. Το τέλος έρχεται να συγκλονίσει και να πείσει ότι το happy end δεν είναι το κλείσιμο που ταιριάζει σε μια ρεαλιστική τραγωδία.

In2life, 21/9/2021

Πάπισσα Ιωάννα

Monday, December 06, 2021

Άννα Γρίβα, “Εξόριστες βασίλισσες”

Το Βυζάντιο, με τη γυναίκα να μην έχει πρωταγωνιστικό ρόλο, όσο κι αν αξίζει, δείχνει διαχρονικές νοοτροπίες. Δείχνει πως η εξορία είναι μια εσωτερική έννοια.

 

Άννα Γρίβα

“Εξόριστες βασίλισσες”

εκδόσεις Μελάνι

-2021

 

Πολύ ωραίο εξώφυλλο. Ίσως αυτό με τράβηξε να σηκώσω το βιβλίο από τον πάγκο του βιβλιοπωλείου, να το ξεφυλλίσω, να διαβάσω το οπισθόφυλλο, να το αγοράσω.


> Η Άννα Γρίβα γεννήθηκε το 1985 στην Αθήνα. Σπούδασε Ελληνική Φιλολογία στην Αθήνα και Ιστορία της Λογοτεχνίας στη Ρώμη. Είναι υποψήφια διδάκτωρ Ιταλικής Φιλολογίας. Ποιήματά της και πεζά της έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, γερμανικά, ισπανικά, τούρκικα.

 

ΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ είναι μια προβολή, με την ψυχαναλυτική έννοια;

ΔΙΑΔΡΑΜΑΤΙΖΕΤΑΙ στο Βυζάντιο, τον 5ο αιώνα μ.Χ., όταν ακόμα η παλιά παγανιστική θρησκεία ψυχομαχεί και η νέα, ο Χριστιανισμός, εδραιώνεται. Στο κέντρο του είναι τρεις γυναίκες, δύο βασίλισσες και μια αδελφή βασιλιά, που παρά την υψηλή τους θέση και την αίγλη τους, ζουν εξόριστες κυριολεκτικά και ουσιαστικά.

ΚΑΤΑΡΧΑΣ, η Ευδοξία, σύζυγος του Βαλεντιανού Γ΄, όταν σκοτώνεται ο άντρας της, αναγκάζεται να παντρευτεί τον φονιά του, γερουσιαστή Πετρώνιο Μάξιμο, ο οποίος κατόπιν ηττάται στη Ρώμη από τον βασιλιά των Βανδάλων Γιζέριχο. Έτσι, η Ευδοξία συλλαμβάνεται και μεταφέρεται στην Καρχηδόνα, αλλά το έτος 462 μ.Χ. καταφέρνει να επιστρέψει στη γενέθλια Κωνσταντίνου Πόλη. Βρίσκει το ημερολόγιο της μητέρας της Ευδοκίας, το οποίο τη συνδέει μ’ αυτήν και με τη δική της εξορία: είχε γεννηθεί στην Αθήνα ως Αθηναΐς, κόρη του φιλόσοφου Λεόντιου, μετά τον θάνατό του καταφεύγει στη Βασιλεύουσα, γνωρίζει την Πουλχερία, η οποία τη βαφτίζει χριστιανή ως Ευδοκία και την παντρεύει με τον κηδευόμενό της αδελφό αυτοκράτορα Θεοδόσιο. Τρίτη “εξόριστη” είναι η ίδια η Πουλχερία, η οποία παρά τη δύναμή της έχει αφιερωθεί σε μια μοναστική ζωή μέσα στο παλάτι, εγκλεισμένη στις δικές της ανασφάλειες.

Η ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΗ μορφή δεν μειώνει πολύ τη δράση, αλλά σίγουρα μεταφέρει το βάρος στις σκέψεις και τα συναισθήματα της ομιλούσας. Έτσι, βλέπουμε όχι μόνο την κοινωνική διάσταση του θέματος, αλλά κυρίως τους ψυχικούς σεισμούς και τις βαλτωμένες ελπίδες, τις ζοφερές σκέψεις και τον κλονισμό που υφίσταται κάθε πρωταγωνίστρια από τις παλίρροιες της ιστορίας.

ΠΟΥΛΧΕΡΙΑ, Ευδοκία, Ευδοξία, τρεις γυναίκες εγκλωβισμένες στην ανδροκρατούμενη ασφυξία μιας εποχής…

…ή και κάθε εποχής. Νομίζω ότι η συγγραφέας γράφει για το Βυζάντιο και επιλέγει τρεις υψηλά ιστάμενες γυναίκες των αρχών της (τότε) νέας εποχής, αλλά έχει στον νου της το σήμερα και τις μορφές έμφυλης καταπίεσης, που δεν έχουν πάψει να υφίστανται. Ιδού η προβολή. Αλλά κι η αναγνώστρια/ο αναγνώστης, διαβάζοντας για ανάκτορα, θρόνους, εκκλησίες, ελεύθερες σκέψεις αλλά δέσμιες συμπεριφορές, λοξοκοιτάζει τον 21ο αιώνα, όπου ακόμα και οι κορυφαίες γυναίκες νιώθουν συχνά αιχμάλωτες μιας αναχρονιστικής νοοτροπίας. Μπορεί εξωτερικά το “αδύναμο” φύλο να έχει κατακτήσει κορυφές, άβατα και οροπέδια, αλλά εσωτερικά υφίσταται συχνά την υποτίμηση, την ανασφάλεια, τη μείωση της προσωπικότητάς του.

Η μητέρα μου έλεγε πάντα ότι το να είσαι γυναίκα είναι τύχη μαζί και συντριβή. Άλλοτε δεν καταλάβαινα τα λόγια της, τώρα όμως ξέρω: είμαι γυναίκα γιατί κατέχω τα μυστικά της φύσης, νιώθω δίπλα μου τις αόρατες δυνάμεις του κόσμου, έχω ένστικτα που πάλλονται στο ελάχιστο ερέθισμα, δημιουργώ ζωή, ρέω γάλα και αίμα και όλους τους απόκρυφους χυμούς της ζωής. Είμαι όμως γυναίκα σημαίνει κι αυτή την υποταγή, την αιχμαλωσία, την υποχώρηση μπροστά στην αλαζονεία μιας εξουσίας που ποτέ δεν χορταίνει, της εξουσίας των ανδρών

ΠΙΟ ΔΙΕΥΡΥΜΕΝΑ, δεν είναι (μόνο) ο άντρας που καταπιέζει, αλλά γενικότερα η εξορία από μια ιδανική πατρίδα, όχι αναγκαστικά τοπική αλλά ιδεολογική και κοσμοθεωριακή. Η Ευδοκία εξορίζεται από την ελευθερία του παγανισμού, την ευτυχία του παράνομου έρωτα με τον Παυλίνο και τη φιλοσοφία της Αθήνας, η Ευδοξία από τον πολιτισμό της Κωνσταντινούπολης και τον αθέλητο αλλά ήρεμο γάμο της με τον Βαλεντιανό, η Πουλχερία εξορίζεται απ’ τη ζωή σε μια διαρκή ασκητική αυτοϋπονόμευση. Η Γρίβα επέλεξε γυναίκες που ζουν στο μεταίχμιο εποχών και τρόπων ζωής, ώστε η τραγωδία τους να απορρέει απ’ αυτόν τον διχασμό ανάμεσα στο κάπου και το πουθενά.


In2life, 20/10/2021

Πάπισσα Ιωάννα

 

Friday, December 03, 2021

Douglas Stuart, “Σάγκι Μπέιν”

Η εγκατάλειψη, η φτώχια, το αλκοόλ πόσο αναξιοπρέπεια μπορούν να γεννήσουν; Πόσο η μάνα μπορεί να ξεπέσει και πόσο ο μικρός γιος μπορεί να σηκώσει τα βάρη;

 

Douglas Stuart

“Shuggie Bain”

2020

Σάγκι Μπέιν

μετ. Σ. Αργυροπούλου

εκδόσεις Μεταίχμιο -2021

 

Είναι ώρες ώρες που τα λογοτεχνικά βραβεία ανά τον κόσμο με δελεάζουν σαν τη μύγα κι αγοράζω τα βραβευμένα βιβλία, με ελπίδα, περιέργεια και δέος. Booker 2020 λοιπόν. Και περιμένω πολλά…


> Ο Douglas Stuart (Ντάγκλας Στιούαρτ, 1976) γεννήθηκε στη Γλασκόβη και σπούδασε στο Royal College of Art του Λονδίνου. Ζει και εργάζεται ως σχεδιαστής μόδας στη Νέα Υόρκη από το 2000. Το Σάγκι Μπέιν είναι το πρώτο του μυθιστόρημα, ενώ αυτόν τον καιρό γράφει το δεύτερο, με τίτλο Loch Awe.

 

GLASGOW, αρχές της δεκαετίας του ’80. Μια σπαρακτική αφήγηση ξεκινά από το πρόσωπο του Hugh Shuggie Bain, νεαρού μαθητή στα 1992, και επιστρέφοντας στο 1981 περιφέρει την ιστορία στη μητέρα του Agnes, που παίζει χαρτιά, ενώ ο άντρας της, ταξιτζής, τσιλιμπουρδίζει ακόμα και με τις φίλες της…

ΚΑΘΕ ΑΦΗΓΗΣΗ και όλες μαζί καλειδοσκοπικά αναδεικνύουν πτυχές της σκοτσέζικης κοινωνίας, ίσως και γενικότερα της βρετανικής, την εποχή της Margaret Thatcher, όταν η ανεργία και η υποβαθμισμένη ζωή ήταν καθεστώς. Γενικά διαβάζοντας το βιβλίο, έχεις συνεχώς της αίσθηση της παρακμής, τόσο κοινωνικά στα δρομάκια της πόλης και στα πρόσωπα των ανθρώπων, όσο και ατομικά, στις ψυχές τους που καπνίζουν μέσα στη ματαιότητα και αναπνέουν μέσα στη μιζέρια. Η προσωπική ματαίωση, η κακοποίηση, οι διασαλευμένες σχέσεις, η εγκατάλειψη, το αλκοόλ, η ψυχική παράλυση, τα προσωπικά αδιέξοδα…

Η ΜΕΓΑΛΗ καμπή συμβαίνει όταν η Agnes εγκαταλείπεται από τον άντρα της, όπως κι εκείνη είχε εγκαταλείψει τον πρώτο της σύζυγο. Και μόνη με τρία παιδιά μετοικεί σε μια φτωχή συνοικία ανθρακωρύχων και ανέργων, όπου ζει πάμφτωχα και αναξιοπρεπώς στη μιζέρια και στο αλκοόλ. Το κλίμα αυτό, που διακρίνεται από την παραίτηση και την αδυναμία, χρωματίζεται έντονα σε δύο εξαιρετικές σκηνές: στη μία, η Agnes βοηθά μια ταλαίπωρη γυναίκα, που κακοποιήθηκε από τον άντρα της, γυμνή χωρίς εσώρουχα κάτω από τα φθαρμένα ρούχα της και εσωτερικά κουρέλι. Περιμένοντας το ασθενοφόρο, η Agnes βγάζει τα δικά της μεταξωτά εσώρουχα και ντύνει με αυτά τη φίλη της, ώστε να μην πάει ντροπιασμένη στο νοσοκομείο. Στην άλλη, ο πατέρας της Agnes, ο Willy, πεθαίνει στο νοσοκομείο, ενώ η μητέρα της ξαπλώνει πάνω του για να του δώσει το σώμα της ως ύστατο χαίρε.

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ θα μπορούσε να λέγεται “Agnes Bain”, επειδή κεντρικό πρόσωπο –ίσως πιο κεντρικό από τον μικρό ήρωα- είναι η μητέρα του. Στο πρόσωπό της συναιρούνται η κοινωνική εξαθλίωση, που την οδηγεί στο ποτό, το οποίο κόβει για ένα χρόνο, αλλά το ξαναρχίζει με όλη την αποκτήνωση και την αναξιοπρέπεια που αυτό συνεπάγεται, ώσπου να κλειστεί μάλιστα για λίγο σε ψυχιατρική κλινική όταν προσπάθησε να αυτοκτονήσει, και το ψυχολογικό κενό. Απόγνωση, ματαίωση, παραίτηση, καταφυγή στο αλκοόλ, προσπάθεια να ξεκόψει και μετά το ξανακύλισμα, μια ωραία γυναίκα που προδόθηκε απ’ τη ζωή και πρόδωσε τον εαυτό της.

ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ λοιπόν να λέγεται “Agnes Bain”, αλλά ο Stuart προτίμησε το όνομα του εντεκάχρονου γιου, που λείπει συχνά από το σχολείο, που αντιμετωπίζεται σαν ομοφυλόφιλος, που φροντίζει (όπως μπορεί ένα μικρό αγόρι) τη μητέρα του, που είναι βοηθός στα πρακτικά και στα ψυχολογικά της ζητήματα. Διακρίνεται ένα είδος οιδιπόδειου, τόσο στην αγάπη τους όσο και σε λέξεις και κινήσεις. Ίσως απέναντι στην αυτοεγκατάλειψη ο συγγραφέας θέλει να προβάλλει περισσότερο το αντίβαρο της νεανικής επιμονής και της προσπάθειας να αλλάξουν τα πράγματα. Στενάχωρο βιβλίο, σχετικά μακριά από τους δικούς μου ορίζοντες, βγαλμένο από ένα περιβάλλον που εξηγεί ψυχισμούς και αυτοκαταστροφές. Παρόλο που είναι αργό στην ανάγνωση, αξίζει σε όποιον απολαμβάνει σκηνή σκηνή το κλίμα που εκπέμπεται.

Πάπισσα Ιωάννα

Wednesday, December 01, 2021

Γιάννης Κυριόπουλος, “Μία πόλη, μια γυναίκα”

36 ιστορίες που ελίσσονται και αναδιπλώνονται με άξονα: άντρας – γυναίκα – σαρκικός έρωτας – πόλη – αριστερή ματιά – ελληνική και παγκόσμια εποχή. Κάθε γυναίκα και μια παραλλαγή του ίδιου μοτίβου του σεξ και της φυγής.

 

Γιάννης Κυριόπουλος

“Μία πόλη, μια γυναίκα”

εκδόσεις Καστανιώτη

-2021


Η αλήθεια είναι ότι πρώτα μου περιέγραψαν το βιβλίο και μετά το διάβασα. Κι ίσως το διάβασα ακριβώς επειδή η φίλη, που κατάγεται από την Πύλο, ήταν πολύ πειστική.


> Ο Γιάννης Κυριόπουλος γεννήθηκε στην Πάτρα και σπούδασε ιατρική και επιδημιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έχει πραγματοποιήσει μεταπτυχιακές σπουδές στη Δημόσια Υγεία, την Κοινωνική Πολιτική και τα Οικονομικά της Υγείας. Από το 1985 είναι Καθηγητής και Διευθυντής του Τομέα Οικονομικών της Υγείας.

 

ΤΟ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟ που έχει το μυθιστόρημα αυτό δεν είναι ότι απαρτίζεται από 36 άσχετες ιστορίες μεταξύ τους. Αυτό το έχουμε γενικά ξαναδεί. Ούτε ότι σε κάθε ιστορία πρωταγωνιστής είναι ο Κυριάκος. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτό είναι το συνεκτικό στοιχείο που κάνει τις ιστορίες μυθιστόρημα. Το ιδιαίτερο είναι ότι ο Κυριάκος δεν είναι ο ίδιος από ιστορία σε ιστορία. Θα μπορούσε δηλαδή ο συγγραφέας να ονομάσει κάθε πρωταγωνιστή του με άλλο όνομα και να έχουμε τριάντα έξι διηγήματα. Βάζοντας όμως τον Κυριάκο να υπάρχει παντού, στην ουσία θέτει ως πρωταγωνιστή μια ολόκληρη γενιά.

ΤΑ ΜΕΛΗ αυτής της γενιάς ταυτίζονται όπως φαντάζομαι με τον ίδιο τον συγγραφέα. Ξεκινάμε από τη Μεσσηνία στα μεταπολεμικά χρόνια, τη φτωχή επαρχία της Ελλάδας, και προχωράμε στην Πάτρα, φοιτητούπολη και λιμάνι, σταδιακά στην πρωτεύουσα Αθήνα και ανοίγοντας τον κύκλο σε άλλες πόλεις της χώρας και της υφηλίου, Παρίσι, Μπαρτσελόνα, Ελσίνκι... Είναι ο Κυριάκος εκπρόσωπος μιας γενιάς που μεγαλώνει μαζί με τη χώρα, δέχεται ερεθίσματα από το εσωτερικό και εξωτερικό πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον, ψάχνει τις δικές του συντεταγμένες. Ο Κυριάκος είναι ο κάθε άνθρωπος της μετεμφυλιακής Ελλάδας…

…ΑΛΛΑ με δύο σταθερές που έρχονται και ξανάρχονται σε κάθε ιστορία. Πρώτα η γυναίκα που ξεκινά ως η μυήτρια στον έρωτα, μεγαλύτερη και πεπειραμένη, και συνεχίζει με έρωτες που δεν ευοδώθηκαν, η αγαπημένη χάθηκε στον χρόνο και στον καιρό και μετά από χρόνια ξαναεμφανίστηκε να προκαλέσει τη μνήμη και τη σάρκα. Συχνά πρόδωσε, συχνά είναι ήδη παντρεμένη, συχνά βλέπει το σεξ ως διέξοδο ή ως ψυχαγωγία. Η δεύτερη σταθερά είναι η Αριστερά από τα πρώτα χρόνια και ειδικά τις φοιτητικές αναζητήσεις, τα διαβάσματα και τις επιδράσεις, ώς τις υστερότερες εμπειρίες. Το ατομικό συμπλέει με το κοινωνικό και ο έρωτας με την πολιτική.

Η ΙΔΕΑ είναι έξυπνη, έως πολύ έξυπνη. Όμως, κουράστηκα τη σπειροειδή επαναληπτικότητα, που δεν ερεθίζει το αναγνωστικό μου ένστικτο, καθώς το μοτίβο Κυριάκος-γυναίκα-Αριστερά, παρόλο που δεν είναι ίδιο κάθε φορά, έχει μια τυποποιημένη και αναμενόμενη εξέλιξη.

ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΗΣ τελικά δεν είναι ο Κυριάκος και κάθε Κυριάκος. Είναι η εποχή. Είναι το άτομο σε μια Ελλάδα που αλλάζει με το πρίσμα της αριστερής εμπειρίας. Είναι τα ακούσματα, οι ήχοι, τα διαβάσματα, οι ταινίες, οι συνήθειες, τα ποτά, τα κέντρα, τα στέκια, είναι το πανόραμα των δεκαετιών από τον πόλεμο έως πολύ αργότερα. Είναι ο Κατσαρός, ο Σουρούνης, είναι ο Καζαντζίδης, ο Βοσκόπουλος… Αυτό ίσως μέχρι ενός σημείου. Από εκεί και πέρα επικρατεί ο έρωτας όπως τοποθετείται σε μια πόλη κι όπως βιώνεται και χάνεται, κυρίως σαρκικά, σε ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο που απλώνεται σε χρόνια και σε δεκαετίες, φυγόκεντρα από την επαρχιακή κωμόπολη έως τις μεγαλουπόλεις του ευρωπαϊκού βορρά.

Πάπισσα Ιωάννα