Sunday, November 28, 2021

Manuel Vázquez Montalban, “Τα πουλιά της Μπανγκόκ”

Τα κινέζικα χελιδόνια είναι το σήμα κατατεθέν μιας πόλης που έχει δύο πρόσωπα: το τουριστικό και το μαφιόζικο. Κι εκεί μέσα ο ιδιαίτερος τύπος του Carvalho δρα και μάχεται.

 

Manuel Vázquez Montalban

“Los pájaros de Bangkok”

1983

“Τα πουλιά της Μπανγκόκ”

μετ. Χ. Θεοδωροπούλου

εκδόσεις Μεταίχμιο -2021


Ο Καταλανός συγγραφέας πέθανε το 2003 στο αεροδρόμιο της Bangkok: η παρουσία του και το τέλος του εκεί είχε ήδη σηματοδοτήσει βιβλία που αφορούσαν τη μακρινή Ταϊλάνδη. Ιδού δοκιμάζουμε ένα από αυτά.


> Γεννήθηκε στη Βαρκελώνη το 1939. Έγραψε και δημοσίευσε ποιητικές συλλογές, μυθιστορήματα και δοκίμια. Ανάμεσα στα σημαντικότερα έργα του συγκαταλέγονται τα ακόλουθα: "Μια συναισθηματική αγωγή", "Μαρξιστικά ζητήματα", "Πράγα", "Συναισθηματικό χρονικό της Ισπανίας", "Υποφυσιολογικό μανιφέστο", "Ο πιανίστας", "Συναισθηματικό χρονικό της μεταπολίτευσης", "Happy End" και "Γεύματα με ανησυχητικά άτομα". Ώσπου εμφανίζεται ο ιδιόρρυθμος ντετέκτιβ Πέπε Καρβάλιο στο μυθιστόρημα "Εγώ σκότωσα τον Κέννεντυ" (1970). Η πρωτότυπη μυθιστορηματική αφήγηση του Μονταλμπάν ανοίγει με αυτό το έργο νέους λογοτεχνικούς δρόμους και καθιερώνει τη Σειρά "Πέπε Καρβάλιο". Εκτός από τα βραβεία για τις "Θάλασσες του Νότου", ο Μ.Β. Μονταλμπάν έχει κερδίσει το Εθνικό Βραβείο Αφηγήματος της Ισπανίας, το Ευρωπαϊκό Βραβείο Μυθιστορήματος (1992) για το έργο του πάνω στον Ισπανό συγγραφέα και πολιτικό Galindez και το 1995 του απονεμήθηκε το Εθνικό Βραβείο Ισπανικών Γραμμάτων για το σύνολο του έργου του. Το 2000, ο Μονταλμπάν κέρδισε το λογοτεχνικό βραβείο Grinzane-Cavour για την προσφορά του στην παγκόσμια λογοτεχνία. Έφυγε ξαφνικά από καρδιακή προσβολή, τον Οκτώβριο του 2003 περιμένοντας μια πτήση στο αεροδρόμιο της Μπανγκόγκ.

 

CARVALHO και πάλι Carvalho. CARVALHO και μόνο Carvalho. Η πλοκή δεν έχει τις συνήθεις παραμέτρους. Δεν αιφνιδιάζει. Δεν περιπλέκεται στιβαρά. Δεν ενώνει φαινομενικά άσχετα κομμάτια, ώσπου να φτάσουμε στην απρόσμενη λύση. Δεν ελίσσεται. Δεν κουμπώνει το επιφανειακό με το βαθύ. Άρα η υπόθεση υπάρχει για να αναδειχθεί ο πρωταγωνιστής. Ο ωμός, πολυσυνθετικός, σκληρός detective.

ΤΟΝ ΕΙΧΑΜΕ ξαναδεί στο “Τατουάζ”, όπου έξυπνος και ρομαντικός, δυναμικός και γαστρονόμος, μια αστυνομική persona έστρεφε τα φώτα της προσοχής πάνω του, κάνοντας όλα τα άλλα να γυρίζουν γύρω του. Είναι ο ιδιωτικός ντετέκτιβ, ο σκληρός, ο μάγκας, που νταραβερίζεται με πόρνες και άλλους ανθρώπους του περιθωρίου, αμερικάνικης κοπής, αφού είναι λίγο ρεμάλι αλλά με έναν ακέραιο κώδικα τιμής.

ΔΥΟ ΙΣΤΟΡΙΕΣ εναλλάσσονται. Στη μία ο detective ενδιαφέρεται αυτοβούλως, αλλά δεν βγάζει άκρη για το ποιος σκότωσε τη Celia. Η άλλη ξεκινά από ένα τηλεφώνημα της Teresa Marsé, η οποία δηλώνει έντρομη ότι κινδυνεύει στην Ταϊλάνδη, όπου βρίσκεται. Στη δεύτερη περίπτωση ο Pepe Carvalho αναλαμβάνει την υπόθεση και φεύγει για την Ασία, όπου συλλαμβάνει τις πολλαπλές μαφίες, τη διεφθαρμένη εξουσία και αστυνομία, το ελεύθερο σεξ, τις παροχές μασάζ και το εμπόριο ναρκωτικών, όπως και ρουμπινιών. Η χαμένη με τη θέλησή της Ισπανίδα μπλέκει σ’ αυτό το πανηγύρι και δεν μπορεί να ξεφύγει, αφού την κυνηγάνε ορατές κι αόρατες δυνάμεις.

ΔΥΟ ΧΩΡΟΙ κερδίζουν έντονα την περιγραφική δύναμη του Montalban. Απ’ τη μια, η γαστρονομία καθώς ο Carvalho αρέσκεται να δοκιμάζει φαγητά και να μαγειρεύει ο ίδιος. Expert στις συνταγές και στις γεύσεις, έχει άποψη, κάνει δοκιμές, ευφραίνει συχνά τον ουρανίσκο του τόσο με τροφές όσο και με ποτά. Το ταξίδι στη μακρινή Ασία ανοίγει νέες οδούς γευσιγνωσίας. Απ’ την άλλη, η περιήγηση-περιπέτεια στην Ταϊλάνδη, από την πρωτεύουσα Bangkok έως το Ko Samui και σε άλλα εξωτικά μέρη δίνει την ευκαιρία για μια ταξιδιωτική ανάλυση, που άλλοτε κερδίζει κι άλλοτε όχι και τον αναγνώστη.

Ο MONTALBAN δεν φτιάχνει πλοκές αλλά ατμόσφαιρες. Με άξονα τον ιδιαίτερο ντετέκτιβ του, τη μαγειρική και τον τύπο του, ανοίγει περιβάλλοντα, περιηγείται στην Ταϊλάνδη, διαμορφώνει σκηνικά δράσης.

Πάπισσα Ιωάννα

Wednesday, November 24, 2021

Τζούλια Γκανάσου, “Γόνιμες μέρες”

Κώμα. Επομένως, η σκέψη αλωνίζει αλλά η επικοινωνία είναι αδύνατη. Και η μνήμη δεν μπορεί να κάνει εξαρχής τη δουλειά της, ειδικά όταν πρέπει να θυμηθεί αν σκότωσε ή όχι τον νεκρό που βρέθηκε δίπλα του.

 

Τζούλια Γκανάσου

“Γόνιμες μέρες”

εκδόσεις Γκοβόστη

-2021


Η Γκανάσου είναι τακτική θαμώνας στο Βιβλιοκαφέ. Τα βιβλία της έχουν συζητηθεί, από το “Ως το τέλος” έως το “Γονυπετείς”. Μια λοξή ματιά κι ένας αέναος πειραματισμός.

 

> Η Τζούλια Γκανάσου σπούδασε Πληροφορική (Ο.Π.Α. & Παν/μιο Λονδίνου), Λογοτεχνία (ως υπότροφος, Παν/μιο Σορβόννης & Παν/μιο Εδιμβούργου) & Ευρωπαϊκό Πολιτισμό (Ε.Α.Π.). Εκδόσεις: «Σε μαύρα πλήκτρα» (Μυθιστόρημα, Γκοβόστης 2006 & Παν/μιο Εδιμβούργου, συλλογή «Παγκοσμιουπόλεις» 2007). «Ομφάλιος λώρος» (Μυθιστόρημα, Γκοβόστης 2011 - 4ο Διεθνές Λογοτεχνικό Φεστιβάλ Dasein, 1ο Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών Αθήνας, 9ο Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών Γλασκώβης). «Ως το τέλος» (Νουβέλα, Γκοβόστης 2013 – υποψήφιο για το «Βραβείο Νέου Λογοτέχνη 2013» Λογοτ. Περιοδικό «Κλεψύδρα» & για το «Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας 2014»). «Γονυπετείς» (Νουβέλα, Γκοβόστης 2017, Γ’ Έκδοση – «Βραβείο Αφηγήματος «Η Μεσόγειος» 2018» Παν/μιο Έξιτερ & «Βραβείο Διηγήματος» Βραβεία Βιβλίου Public 2018).

 

ΚΙ ΕΔΩ το αφηγηματικό πείραμα ξενίζει εξαρχής. Πρόκειται για ένα παλίμψηστο, στρώματα σκέψης, στρώσεις αναμνήσεων και φωνών, επικαλύψεις συγκεχυμένων νοημάτων. Ένας άντρας σε κωματώδη κατάσταση βρίσκεται στο νοσοκομείο, ενώ φέρεται ότι σκότωσε έναν άλλο, δίπλα στον οποίο βρέθηκε ημιθανής. Κι ενώ ακούσει και μπορεί και σκέφτεται, δεν μπορεί να μιλήσει. Άρα, η επικοινωνία είναι μονόδρομη, από έξω προς τα μέσα. Κι αυτός μπερδεμένος. Οι στρώσεις περιλαμβάνουν την προσπάθειά του να ξεδιαλύνει τι έκανε με τον νεκρό, αφού το δολοφονικό μαχαίρι έχει τα ίχνη του, να δει τι θα κάνει με την αλήθεια ή όχι των λόγων, αφού όλοι περιμένουν να ξυπνήσει για να δώσει κατάθεση, περιλαμβάνουν αναμνήσεις από την προ του πέμπτου έτους ηλικία του, με τη μητέρα ως πόλο απουσίας-παρουσίας, τις φωνές των οικείων του, οι οποίοι θεωρώντας ότι δεν τους ακούει αφήνονται ελεύθεροι να μιλήσουν…

Η ΣΥΓΧΥΣΗ των λόγων δεν είναι απαγορευτική. Ωστόσο, το βασικό ερώτημα είναι γιατί σ’ αυτό το αδιέξοδο, συνυπολογιζομένου του διλήμματος των δικών του για το αν θα του χορηγήσουν μια ισχυρότερη δόση φαρμάκου που θα τον ξυπνήσει γρήγορα με όλες τις πιθανές παρενέργειες ή θα τον αφήσουν έτσι, με τη φήμη να πλανάται για την ενοχή του, πρέπει να χτιστεί με επάλληλα στρώματα σκέψης, που άλλοτε σχετίζονται κι άλλοτε όχι μεταξύ τους. Για ένα μεγάλο διάστημα ο αναγνώστης χάνεται και ξαναβρίσκεται μέσα στον λαβύρινθο, ή αναρωτιέται πού θα καταλήξει. Τελικά η αλήθεια αποκαλύπτεται στο μυαλό του, αλλά αμέσως εμφιλοχωρεί η σκέψη αν θα πρέπει να την πει ολόκληρη ή μισή, να παρουσιάσει ένα ευλογοφανές ψέμα ή μια μισοαλήθειες – μισοψέματα κατάθεση.

Η ΚΑΤΑΛΗΞΗ του τέλους με την κορύφωση σώζει πολλά από το βιβλίο. Δείχνει ότι μέσα στο μυαλό μας, ειδικά όταν είμαστε αποκομμένοι από τον κόσμο, γοργοκινούνται σκέψεις, εικασίες, κουβάρια που προσπαθούμε να ξετυλίξουμε. Έμεινα με μια συνολικά στυφή γεύση, αφού τα μπλεγμένα νήματα φαίνονται πιο πολύ αφηγηματική περιπέτεια παρά βαθιά ανάγκη της γραφής.

Πάπισσα Ιωάννα

Sunday, November 21, 2021

Maurice Attia, “Το κόκκινο και το φαιό”

Απ’ το κόκκινο των ακροαριστερών τρομοκρατικών οργανώσεων έως το γκρίζο των αντισημιτικών δράσεων, το παρόν αλλά και η Ιστορία παίζουν ένα παιχνίδι χρωμάτων και εκκρεμών ταλαντώσεων.

 

Maurice Attia

“Le rouge et le brun”

2020

“Το κόκκινο και το φαιό”

μετ. Ε. Παπακυριάκου

εκδόσεις Πόλις -2021

 

Εδώ στο ΒΙΒΛΙΟΚΑΦΕ έχουμε γνωρίσει τον Attia κι απ’ την καλή κι απ’ την ανάποδη, καθώς τα noir του έχουν τη σπιρτάδα του αστυνομικού και το βάθος του πολιτικού μυθιστορήματος: απ’ τη Μασσαλία στο “Η κόκκινη Μασσαλία” μέχρι το Παρίσι στο “Παρίσι μπλουζ”  και τις Αντίλλες στο “Η λευκή Καραϊβική”.

 

> Ο Μωρίς Αττιά γεννήθηκε στο Αλγέρι το 1949. Εργάζεται ως ψυχίατρος - ψυχαναλυτής στο Παρίσι. Παράλληλα γράφει σενάρια για το σινεμά. Έχει εκδώσει τα μυθιστορήματα "Ca va bien", "Fautes de conduites", "Le Carnaval des gueux", "Rue Oberkampf", "Une rude journee", "Drames de l'adolescence, familles en seance, recits cliniques", "Alger la noire" και "Pointe Roufe".

 

ΤΟ ΑΝΑΧΕΙΡΑΣ βιβλίο είναι πιο πολύπλοκο, πιο φιλόδοξο θα έλεγα. Βασικός παρονομαστής είναι ο Paco Martinez, που πλέον δεν είναι αστυνόμος αλλά δημοσιογράφος σε μια εφημερίδα της Γαλλίας. Η σχέση του με την Irene και την κόρη τους περνά από σαράντα κύματα, γιατί κι ο ίδιος δεν είναι εύκολα μονογαμικός. Έτσι, βρίσκει ευκαιρία να αναλάβει την απαγωγή του Aldo Moro απ’ τις Ερυθρές Ταξιαρχίες και να πεταχτεί στη Ρώμη για να ξεφύγει από τη ζωή του.

ΕΙΜΑΣΤΕ στα 1978, όταν η πολύκροτη απαγωγή συγκλόνισε την παγκόσμια κοινή γνώμη. Στις 16 Μαρτίου 1978 οι Ερυθρές Ταξιαρχίες (ένοπλη οργάνωση κομμουνιστικών πεποιθήσεων) εκτελούν τους πέντε σωματοφύλακες του Άλντο Μόρο (ο οποίος ήταν ένας από εκείνους που βοήθησε να βρεθεί τρόπος ώστε να σχηματισθεί μια κυβέρνηση «εθνικής αλληλεγγύης» με το Κομμουνιστικό Κόμμα, ως πρόεδρος των Χριστιανοδημοκρατών) και απαγάγουν τον ίδιο. Οι Ερυθρές Ταξιαρχίες ζητούν ως αντάλλαγμα για την απελευθέρωση του πολιτικού και πρώην πρωθυπουργού την απελευθέρωση όλων των ιδρυτικών μελών των Ερυθρών Ταξιαρχιών. Μετά από 54 ημέρες κράτησης ο Μόρο δολοφονήθηκε μέσα ή κοντά στη Ρώμη στις 9 Μαΐου 1978. Το πτώμα του βρέθηκε αργότερα την ίδια ημέρα σε ένα παρκαρισμένο αυτοκίνητο. (Wikipedia)

Ο ATTIA αξιοποιεί την υπόθεση, γράφει μάλιστα και επιστολές του Aldo Moro όσο ήταν φυλακισμένος από τις Brigate Rosse, για να χτίσει μια παράλληλη ερωτική σχέση του Paco με την Ιταλίδα δημοσιογράφο Lea Trotsky, η οποία πέφτει θύμα σκόπιμου αυτοκινητικού δυστυχήματος χωρίς να σκοτωθεί. Η πολιτική αναζήτηση των τρομοκρατών και η προσωπική αναζήτηση των ενόχων σε βάρος της Lea δημιουργούν δυο επάλληλους άξονες. Ο Paco που αναζητά την αλήθεια ψεύδεται ασυστόλως στη γυναίκα του για την προσωπική του κατάσταση, ενώ το πρώτο αυτό μέρος τελειώνει σχετικά εσπευσμένα με την ανακάλυψη της ενόχου.

ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ μάς μεταφέρει πίσω στη Γαλλία όπου η Irene ανακαλύπτει έγγραφα του παππού της από το 1899, εποχή αντισημιτικών τάσεων, ειδικά με την υπόθεση Dreyfus. Δυο αδέλφια βρίσκονται σε αντίπαλα στρατόπεδα, ο Jean είναι δημοσιογράφος, ενώ ο Emile, που είναι τυπογράφος, εργάζεται σε αντισημιτική εφημερίδα και πολιορκείται από τις αρχές στο φρούριο Σαμπρόλ. Η αδελφική διαμάχη έχει στο κέντρο και τον κοινό έρωτα των δύο, αλλά φυσικά και τις ιδεολογικές τους διαφορές, ώσπου αποκαλύπτεται ότι η μητέρα του Emile είναι Εβραία! Στο τρίτο μέρος ξανασυναντάμε τον Paco και το ντετεκτιβικό μικρόβιο που τον οιστρηλατεί.

ΑΓΑΠΑΜΕ Attia, επειδή εκπροσωπεί το σύγχρονο noir. Πολιτική και αστυνομική ίντριγκα, η Ιστορία παρούσα να πυροδοτεί εξελίξεις και εντάσεις, η αφήγηση ζωντανή και σφύζουσα να σκηνοθετεί το παρόν και το μέλλον, τσιμπώντας απ’ το παρελθόν ό,τι χρειάζεται, η προσωπική ζωή και οι έρωτες αλατοπιπερίζουν το ουδέτερο πολιτικό και αστυνομικό υπόβαθρο.

Πάπισσα Ιωάννα

Wednesday, November 17, 2021

Δήμητρα Λουκά, “Η μούτα”

Στα χωριά της Ελλάδας όπου το πραγματικό συνδέεται με το μεταφυσικό θάνατοι και αφανείς πληγές εξηγούνται αν κανείς εγκύψει πάνω στις οικογενειακές και τοπικές συγκρούσεις, που ποτέ δεν αποκαλύφθηκαν προς τα έξω.

 

Δήμητρα Λουκά

“Η μούτα”

εκδόσεις Κίχλη

-2021


Η Ήπειρος πατρίδα. Και συχνά βρίσκω μυθιστορήματα ή διηγήματα που την ανασταίνουν. Και υποκειμενικά μπαίνω στις σελίδες τους, χωρίς να ξέρω αν θα βρω λογοτεχνία ή απλώς μνήμες.


> Η Δήμητρα Λουκά γεννήθηκε στην Πρέβεζα το 1970. Είναι φιλόλογος. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Έχει εκδώσει τη συλλογή διηγημάτων Κόμπο τον κόμπο (Κίχλη 2019), για την οποία τιμήθηκε με το Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Πεζογράφου του ηλεκτρονικού περιοδικού Ο Αναγνώστης. Η ίδια συλλογή ήταν υποψήφια για το Βραβείο Μένη Κουμανταρέα της Εταιρείας Συγγραφέων. Διηγήματά της έχουν συμπεριληφθεί σε συλλογικά έργα και έχουν δημοσιευθεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά.

 

ΤΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ του βιβλίου τοποθετούνται στα χωριά, φαντάζομαι της Ηπείρου. Ο τόπος συνδέεται με τις μεσοπολεμικές και τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες. Επομένως, έχουμε ιστορίες για την επαρχιακή Ελλάδα, σε περιόδους όπου ο “πολιτισμός” της σύγχρονης εποχής δεν έχει ακόμα αλλάξει τον τρόπο ζωής των κατοίκων. Αυτοί ζουν σε νοοτροπίες πιο αθώες αλλά και πιο πρωτόγονες, με τοπικά ήθη, με αντιλήψεις που περιστρέφονται γύρω από την έννοια της τιμής, αλλά και με την αγαστή συνεργασία του πραγματικού με το φανταστικό, σαν το δεύτερο να είναι κομμάτι του πρώτου.

ΟΙ ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα τοπικών ιστοριών που θα μπορούσε κανείς να ακούσει ως θρύλους στα τοπικά σπίτια. Έτσι, ο αφηγητής κάθε διηγήματος αξιοποιεί, πιθανόν, ίχνη τέτοιων θρύλων αλλά προφανώς τους δίνει λογοτεχνική διάσταση. Ιστορίες που αναφέρονται στη μικρή Μούτα, που, επειδή είναι κωφάλαλη και κουτσή, μεγαλώνει με την περιφρόνηση της οικογένειάς της, παρόλο που είναι πολύ προκομμένη στις δουλειές. Έτσι, κάποια στιγμή παίρνει την εκδίκησή της. Σε άλλο κείμενο ο αφηγητής θυμάται πως, όταν ήταν παιδί, βοήθησε τον πνιγμένο νεκροθάφτη να σκάψει τον τάφο του, για να τον σκεπάσει το χώμα και να ησυχάσει. Ο Λευτέρης σκοτώνει τον φίλο του Τάση, κατά βάθος επειδή του πήρε την αγαπημένη ενώ φαινομενικά παρακινημένος από τη μόρα που τον καβάλησε. Όνειρα με τα νεκρά παιδιά κάνουν την εκάστοτε μάνα ανήσυχη, ώσπου να βρει τρόπο να ηρεμήσει τις ψυχές τους που ακόμα διχάζονται ανάμεσα στους πεθαμένους και τους νεκρούς. Η γιαγιά παραδέχεται ότι ο μόνος άντρας που αγάπησε ήταν ο ξάδερφός της όταν ήταν ακόμα έφηβοι, ο οποίος καταδικάστηκε για τις συνευρέσεις τους. Η μάνα πήρε πάνω της τον φόνο που διέπραξε ο γιος της, έκανε φυλακή κι, αφού αποφυλακίστηκε μέχρι τα γεράματά της, εξακολουθεί να ζει με τους νεκρούς της

ΕΔΩΣΑ συνοπτικά μερικές από τις περιλήψεις. Για να δούμε ιστορίες τοπικές, οικογενειακές, κάποιες από τις οποίες να χαρακτηρίζονται από την παρουσία του υπερφυσικού, που έρχεται να δώσει εξηγήσεις σε ψυχαναλυτικές και παρορμητικές πράξεις. Οι άνθρωποι ζουν εσωτερικά τραύματα, βγαλμένα από οδύνες και παιδικές πληγές, αλλά στην κοινωνία που αυτά είναι αφανή γράμματα, έρχονται μεταφυσικές ερμηνείες να αποδώσουν τη βαθύτερη ψυχοσύνθεση των ανθρώπων της. Γράφοντας “αφανή γράμματα” φαίνεται ότι καταδικάζω τέτοιες αντιλήψεις, αλλά κατά βάση ο τρόπος γραφής της Λουκά δεν το κάνει. Μαζί της λοιπόν κι εγώ βλέπω, σ’ αυτόν τον συνδυασμό της αγροτικής καθημερινότητας με την παρουσία δαιμόνων, μορών, νεκρών που επανέρχονται, ψυχών που δεν ησυχάζουν, έναν ολόκληρο κόσμο και τρόπο σκέψης. Οι τοπικές κοινωνίες αναδύουν τα προβλήματα που θα εξετάζαμε σήμερα με άλλον τρόπο ως εμπλοκή δύο παράλληλων πραγματικοτήτων.


ΤΙ ΠΕΤΥΧΑΙΝΕΙ τελικά η συγγραφέας με την αναγωγή σ’ αυτό το παρελθόν, που δεν είναι καθόλου νοσταλγικό; Και τι εισπράττει ο αναγνώστης από την ανάγνωση τέτοιων τραγικών ιστοριών; Θεωρώ ότι πολλά συμπτώματα βίας που σήμερα εξακολουθούν να παρουσιάζονται υπήρχαν και παλιότερα. Έτσι, τα διηγήματα ορθώνουν το διαχρονικό πρόβλημα των μικρών και μεγάλων βιαιοτήτων, των φόνων και των ανεξιχνίαστων εγκλημάτων. Και καθώς αυτά ορθώνονται, καταλαβαίνουμε πόσα έχουν γίνει είτε από οικογενειακά τραύματα που δεν αποκαλύφθηκαν ποτέ, είτε από ψυχολογικά προβλήματα που κανείς δεν γνώριζε. Σε κάθε κοινωνία, κρυφά τραύματα, συλλογικά ή ατομικά, σαν εσωτερική αιμορραγία κάποια στιγμή θα βγουν στην επιφάνεια και θα προκαλέσουν περαιτέρω ουλές και επώδυνους κραδασμούς.


Η Φωτογραφία κορυφής είναι της Margaret Hasluck

Πάπισσα Ιωάννα

Sunday, November 14, 2021

Μαξίμ Μπίλλερ, “Έξι βαλίτσες”

Μια περισκοπική κίνηση ο αφηγητής αναζητεί τον υπαίτιο για τον θάνατο του παππού του σε εποχής σοσιαλιστικής αφάνειας. Θα τον βρει εντέλει;

 

Maxim Biller

“Sechs Koffer”

2018

Μαξίμ Μπίλλερ

“Έξι βαλίτσες”

μετ. Π. Τσινάρη

εκδόσεις Πατάκη -2021

 

Τσέχος που γράφει στα γερμανικά. Σαν τον Kafka. Προφανώς δεν μοιάζουν, αλλά κάτι το κεντροευρωπαϊκό κέντρισε τη φαντασία μου, κάτι το κρυμμένο στο παραπέτασμα με κάλεσε.

 

> Ο Μάξιμ Μπίλλερ γεννήθηκε το 1960 στην Πράγα. Από το 1970 ζει στη Γερμανία. Έχει γράψει, μεταξύ άλλων, τα μυθιστορήματα Die Tochter (Η κόρη) και Biografie (Βιογραφία), τη νουβέλα Im Kopf von Bruno Schulz (Στο μυαλό του Μπρούνο Σουλτς) και τις συλλογές διηγημάτων Wenn ich einmal reich und tot bin (Όταν κάποτε θα είμαι πλούσιος και νεκρός), Land der Vater und Verrater (Γη των πατέρων και των προδοτών, μτφρ. Αλεξάνδρα Ιωαννίδου, Πόλις, 2001) και Bernsteintage (Μέρες από κεχριμπάρι). Το μυθιστόρημά του Esra, το οποίο η Frankfurter Allgemeine Zeitung επαίνεσε ως «ασυμβίβαστα μοντέρνο, ριζοσπαστικό ως προς τη σύγχρονη γλώσσα του βιβλίο», απαγορεύτηκε με δικαστική απόφαση και δεν κυκλοφορεί ως σήμερα. Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε δεκαέξι γλώσσες.

 

Η ιστορία μιας οικογένειας Ρωσοεβραίων στον δρόμο της φυγής από την Ανατολή στη Δύση, από τη Μόσχα, μέσω Πράγας, στο Αμβούργο και στη Ζυρίχη, την ιστορία μιας μεγάλης προδοσίας, που οδήγησε στην εκτέλεση ενός ανθρώπου το 1960 στη Σοβιετική Ένωση. Θύμα της ο παππούς του αφηγητή. Ποιος λοιπόν πρόδωσε τον Σμιλ Γκριγκόρεβιτς; Κάποιος από τους ωραίους, ταλαντούχους γιους του; Η φιλόδοξη, μελαγχολική νύφη του; Ή μήπως τελικά έφταιγε ο ίδιος, ο μαυραγορίτης και καλόκαρδος πάτερ φαμίλιας, που συνελήφθη από την Κα Γκε Μπε και καταδικάστηκε σε θάνατο;”

Ο ΝΕΑΡΟΣ αφηγητής θέτει σε κομβικό σημείο τον θείο του Ντίμα, ο οποίος έκανε πέντε χρόνια στις τσεχοσλοβακικές φυλακές επειδή επιχείρησε να αποδράσει από τη χώρα, ώσπου το 1965 απελευθερώνεται. Το αίνιγμα αιωρείται ποιος σκότωσε τον παππού, ενώ συνάμα πολλά μικρά και μεγάλα κενά προοιωνίζουν μια πολύτροπη αφήγηση που θα τα καλύψει και θα οδηγήσει σταδιακά στην ολοκλήρωση του puzzle που συστήνει το παρελθόν.

Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ξεκίνησε απ’ τη Σοβιετική Ένωση και τώρα μένει ένα διάστημα στην Πράγα. Ειδικά ο αφηγητής, το 1975, ετών 15, στέλνεται στο σπίτι του θείου Ντίμα στη Ζυρίχη όπου βάζει στόχο να ανακαλύψει το μυστήριο. Ο θείος Ντίμα, η γυναίκα του Νατάλια Γκελέρντερ, που τα είχε προηγουμένως με τον πατέρα του αφηγητή, η μικρή κόρη τους Έττι, μα πάνω απ’ όλα ο χαμένος παππούς, που μένει σκοτεινός μέσα στη σύλληψή του από την KГБ και την εκτέλεσή του.

ΤΟ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟ του βιβλίου είναι ότι αφηγείται ο νεαρός αφηγητής και σε κάθε κεφάλαιο από τα έξι παίρνει πληροφορίες από κάποιο μέλος της οικογένειάς του. Έτσι, σαν detective, σε ένα ψυχολογικό πιο πολύ δράμα, μαθαίνει σε ένα είδος σκυταλοδρομίας και μια εκδοχή, συχνά αντικρουόμενη με τις άλλες, ή απλώς διαφορετική. Ποιος φταίει λοιπόν για τη σύλληψη του και την εκτέλεση του τάτε, δηλαδή του παππού. Κάποιος γιος, ο Ντίμα π.χ. που έπαιξε αποτυχημένα το παιχνίδι της κρατικής ασφάλειας, ο Λεβ, που απόφευγε τους άλλους (γιατί άραγε;) ή η Νατάλια, που κατάφερε να γυρίσει μια ταινία ενώ δεν ήταν μέλος του κόμματος (πώς άραγε;). Το ανοικτό τέλος δεν δίνει ξεκάθαρη λύση, ακριβώς επειδή (ίσως) δεν έχει σημασία ποιος είναι υπεύθυνος αλλά το πλαίσιο και η περιστροφή των χαρακτήρων, καθένας από τους οποίους έχει τις δικές του ευθύνες.

ΝΟΜΙΖΩ ότι ποτέ δεν μπήκα στα παπούτσια του αφηγητή και ποτέ δεν συναισθάνθηκα το δράμα των εκπατρισθέντων και μονίμως προδοθέντων χαρακτήρων.

Πάπισσα Ιωάννα

Thursday, November 11, 2021

Éric Vuillard, “Ο πόλεμος των φτωχών”

Μέσα από την ιστορία ο συγγραφέας κάνει λογοτεχνία. Πώς το καταφέρνει αυτό, αφού δεν ακολουθεί ένα μυθοπλαστικό πρόσωπο, δεν μπορώ να εξηγήσω. Είναι μια μαγική μπακέτα που κατευθύνει τα ιστορικά όργανα σε μια συναυλία αιχμής.

 

Éric Vuillard

“La guerre des pauvres”

2019

“Ο πόλεμος των φτωχών”

μετ. Γ. Φαράκλας

εκδόσεις Πόλις -2021

 

Μετά την “Ημερήσια διάταξη” και το “Κονγκό”, θέλαμε να ξαναδούμε αυτήν την περίεργη λογοτεχνία, που μοιάζει πολύ με ιστορία.


> Ο Ερίκ Βυϊγιάρ γεννήθηκε το 1968 στη Λυών. Σπούδασε νομικά, πολιτικές επιστήμες και φιλοσοφία (με τον Ζακ Ντεριντά). Έχει δημοσιεύσει ποιήματα και μυθιστορήματα και έχει σκηνοθετήσει δύο ταινίες.
Έχει τιμηθεί, μεταξύ άλλων, με τα βραβεία Franz Hessel (για δύο βιβλία του, το Κονγκό και το La Bataille d’Occident), Alexandre-Vialatte (για το 14η Ιουλίου και για το σύνολο του έργου του), καθώς και με το Goncourt 2017 για την Ημερήσια διάταξη.
Από τις εκδόσεις Πόλις κυκλοφορούν επίσης τα βιβλία του Ημερήσια διάταξη, Κονγκό και 14η Ιουλίου.

 

ΟΝΤΩΣ. Είναι λογοτεχνία μια γραφή που αναπαριστά ακριβώς τα ιστορικά γεγονότα; Με άλλα λόγια, πώς βλέπω λογοτεχνικά, αφού διαβάζω ιστορικά. Κι αν τα γεγονότα και οι πραγματικοί πρωταγωνιστές γίνονται ήρωες στα βιβλία του Γάλλου συγγραφέα, τότε τι είναι η πεζογραφία του και πώς διασταυρώνεται με την Ιστορία;

ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ του νέου του βιβλίου είναι ο Thomas Müntzer, που στις αρχές του 16ου αιώνα ξεσήκωσε με το κήρυγμά του τους πολλούς, τους φτωχούς δηλαδή, εναντίον της τρυφής των αρχόντων και της πολυτέλειας της επίσημης Εκκλησίας.

 

Ο γερμανός θρησκευτικός μεταρρυθμιστής και κοινωνικός επαναστάτης Τόμας Μύντσερ γεννήθηκε στο Στόλμπεργκ της Θουριγγίας και ήταν γιος αστού. Αν και δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες για τα παιδικά και τα πρώτα νεανικά του χρόνια, γνωρίζουμε ότι ο Μύντσερ έλαβε λαμπρή μόρφωση σπουδάζοντας στα πανεπιστήμια της Λειψίας και της Φραγκφούρτης επί του Οντερ. Εγινε ένας από τους πιο μορφωμένους ανθρώπους του καιρού του, με βαθιά γνώση τόσο της κοσμικής όσο και της θεολογικής γραμματείας.

Ο Μύντσερ διετέλεσε δάσκαλος και κληρικός σε διάφορες πόλεις ώσπου το 1518 συναντήθηκε με τις μεταρρυθμιστικές ιδέες του Λούθηρου, που άσκησαν στη σκέψη του μεγάλη έλξη. Μόλις έναν χρόνο πριν, ο Μαρτίνος Λούθηρος είχε αναρτήσει στη θύρα του ναού των Αγίων Πάντων στο Βίτενμπεργκ τις 95 Θέσεις του που έμελλε να οδηγήσουν στο κοσμογονικό κίνημα της Μεταρρύθμισης. Ο Μύντσερ εγκολπώθηκε αυτές τις απόψεις και μίλησε κατά του μοναστικού τάγματος των Φραγκισκανών, της ιεραρχίας της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και της προσκύνησης των αγίων. Αλλά, ανεξάρτητος στοχαστής καθώς ήταν, ανέπτυξε τελικά το δικό του σύστημα ιδεών προχωρώντας πέρα από τη διδασκαλία του Λούθηρου και συμπληρώνοντας το θεολογικό του κήρυγμα με το κοινωνικό όραμά του για την έλευση της Βασιλείας των Ουρανών επί της γης με τη μορφή καθεστώτος δικαιοσύνης και ισότητας.

Το 1521 ο Μύντσερ εκδιώχθηκε από την πόλη Τσβίκαου λόγω των επαναστατικών κηρυγμάτων του και πήγε στην Πράγα με τον σκοπό να προσηλυτίσει στις ιδέες του την ομάδα των οπαδών της διδασκαλίας του τσέχου μεταρρυθμιστή του 15ου αι. Γιαν Χους, ο οποίος είχε θανατωθεί στην πυρά λόγω των ιδεών του. Εκεί ο Μύντσερ εξέδωσε το Μανιφέστο της Πράγας, όπου εξέθετε τη θεωρία του και καλούσε τα λαϊκά στρώματα σε επαναστατική δράση.

Τα χρόνια που ακολούθησαν ο Μύντσερ περιόδευσε σε διάφορες πόλεις της Γερμανίας διαδίδοντας τις ιδέες του και προσελκύοντας πολλούς οπαδούς ανάμεσα στους φτωχούς πληθυσμούς της υπαίθρου αλλά και των αστικών κέντρων. Την εποχή αυτή ο Μύντσερ γνώρισε και την κατοπινή σύζυγό του, τη μοναχή Οτιλία φον Γκέρσεν, με την οποία απέκτησαν δύο παιδιά.

Διδάσκοντας και οργανώνοντας τους φτωχούς ο Μύντσερ πέρασε από τη Χάλλη, το Αλστεντ, όπου και συνέγραψε τα περισσότερα από τα έργα του, το Μύλχαουζεν, τη Νυρεμβέργη, όπου εκδόθηκαν τα κυριότερα πολιτικά έργα του, για να καταλήξει στο Χέγκαου και στο Κλέτγκαου, όπου άρχιζε η μεγαλύτερη λαϊκή εξέγερση που είχαν γνωρίσει ποτέ οι γερμανικές χώρες και που έμεινε στην ιστορία ως ο Πόλεμος (ή η Εξέγερση) των Χωρικών.

(Αυγουστίνος Ζενάκος)


ΕΝΩ Ο Λούθηρος ετοίμαζε τη δική του Διαμαρτυρία, ο Γερμανός θεολόγος οργάνωνε με πύρινο λόγο και καταγγελτικά σχόλια τη δική του επανάσταση, η οποία αρδευόταν ακριβώς από τα γνήσια λόγια του Ιησού και τα διδάγματά του για τη βασιλεία των φτωχών (π.χ. την παραβολή του Λαζάρου, όχι του αναστηθέντα). Ο Χριστιανισμός αποδεικνύεται ότι είναι μια πραγματική ιδεολογία της ανθρώπινης αλληλεγγύης, μακριά από πλούτη και επιδειξιομανίες, είναι η θρησκεία του συνανθρώπου και όχι του εγώ.

Ο VUILLARD επιλέγει τον Müntzer, ίσως επειδή αυτός "κατέχει εξέχουσα θέση στο μαρτυρολόγιο της Αριστεράς θεωρούμενος πρόδρομος της ιδέας της αταξικής κοινωνίας. Ο Φρειδερίκος Ένγκελς του έχει πλέξει το εγκώμιο χαρακτηρίζοντας το κοινωνικοπολιτικό πρόγραμμα του Μύντσερ συγγενές προς τον κομμουνισμό" (Αυγουστίνος Ζενάκος). Επομένως, η επανάσταση που ξεκινά από τους κόλπους του Χριστιανισμού και διακηρύσσει αλληλέγγυα μηνύματα, ενσωματώνεται στην Αριστερή ιδεολογία (και από τον Γάλλο συγγραφέα), ιδεολογία η οποία τελικά συμπορευόταν/συμπορεύεται σε πολλά σημεία με την (αντίπαλη) χριστιανική κοσμοθεωρία.

Η ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΤΗΤΑ του βιβλίου, αυτό δηλαδή που του δίνει μια εξωιστορική αξία, είναι το ύφος, που είναι περιπαιχτικό, ειρωνικό, σχολιαστικό, που κάνει τον αφηγητή να μιλά μυθιστορηματικά πάνω στο υλικό της πραγματικότητας. Η ματιά του δεν είναι ιστορική, αν και τα υλικά του φαίνονται τέτοια. Ο συγγραφέας δεν θέλει να αποδείξει αλλά να διαμαρτυρηθεί διαμέσου της ιστορίας για την αδικία, τη φτώχια, την καταπίεση.

Πάπισσα Ιωάννα

Monday, November 08, 2021

Σώτη Τριανταφύλλου, “Σικελικό ειδύλλιο”

Δεν πρόκειται για ερωτικό ειδύλλιο. Δυο άνθρωποι, ο αστυνόμος σε τμήμα της Σικελίας, όπου κυριαρχεί η Μαφία, κι η νεαρή Κοντσέττα σηκώνουν την αδύναμη φωνή τους.


Σώτη Τριανταφύλλου

“Σικελικό ειδύλλιο”

εκδόσεις Πατάκη

-2021


Η Τριανταφύλλου είναι σίγουρα μια από τις σημαντικότερες συγγραφείς μας, όσο κι αν τα βιβλία της έχουν τη δική τους λογική, που δεν πείθει πάντα τον αναγνώστη.


> Η Σώτη Τριανταφύλλου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1957. Σπούδασε φαρμακευτική στην Αθήνα, ιστορία και πολιτισμούς στο Παρίσι, ιστορία της αμερικανικής πόλης στη Νέα Υόρκη καθώς και γαλλική φιλολογία στην Αθήνα. Έχει γράψει συλλογές διηγημάτων ("Μέρες που έμοιαζαν με μανταρίνι", "Το εναέριο τρένο στο Στίλγουελ", "Άλφαμπετ Σίτυ"), βιβλία για τον κινηματογράφο ("Κινηματογραφημένες πόλεις", "Ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου 1976-1992", "Νέος αγγλικός κινηματογράφος", "Σύγχρονος γαλλικός κινηματογράφος", "Φρανσουά Τριφό", "Τζων Κασσαβέτης". "Μίκαελ Χάνεκε", κ.ά.), μυθιστορήματα ("Σάββατο βράδυ στην άκρη της πόλης", 1996, "Αύριο, μια άλλη χώρα", 1997, "Ο υπόγειος ουρανός", 1998, "Το εργοστάσιο των μολυβιών", 2000, "Φτωχή Μάργκο", 2001, "Άλμπατρος", 2003, "Κινέζικα κουτιά", 2006, "Λίγο από το αίμα σου", 2011, "Για την αγάπη της γεωμετρίας", 2012, "Σπάνιες γαίες", 2013, "Το τέλος του κόσμου σε αγγλικό κήπο", 2017), που έγιναν τα περισσότερα μπεστ σέλερ, τις νουβέλες: "Γράμμα από την Αλάσκα", "Θάνατος το ξημέρωμα", "Η φυγή", "Συγχώρεση", "Πιτσιμπούργκο", "Η ταφή της Οφηλίας", "Μηχανικοί καταρράκτες", τα αυτοβιογραφικά βιβλία: "Ο χρόνος πάλι", "Αστραφτερά πεδία", τα βιβλία για παιδιά: "Η Μαριόν στα ασημένια νησιά και τα κόκκινα δάση", "Γράμμα από ένα δράκο", "Η Μιλένα και το φρικτό ψάρι", "Οι αρχαίοι Έλληνες χώνουν τη μύτη τους παντού", "Οι αρχαίοι Έλληνες χώνουν τη μύτη τους παντού (ξανά)" και για εφήβους και νέους: "Αφρικανικό ημερολόγιο", "Μιλώντας με την Αλίκη για τη φιλοσοφία και το νόημα της ζωής", "Μιλώντας για την Έκφραση Έκθεση". Μαζί με τον Ηλία Ιωακείμογλου, έγραψαν από κοινού τα βιβλία: "Αριστερή τρομοκρατία, δημοκρατία και κράτος" και "Για τη σημαία και το έθνος". Μόνη της, το βιβλίο "Πλουραλισμός, πολυπολιτισμικότητα, ενσωμάτωση, αφομοίωση". Τα άρθρα της στην εφημερίδα "Athens Voice" συγκεντρώθηκαν στους τόμους: "Η φοβερή τροπή των πραγμάτων", 2012, "Η ενδέκατη ώρα", 2014, "Ασκήσεις αταραξίας", 2015, "Οι δυσκολίες των πεδιάδων", 2017.


ΤΟ ΑΛΜΑ από τα αμερικάνικα και αγγλικά τοπία στην Ιταλία και μάλιστα στη Σικελία είναι θεαματικό. Η Τριανταφύλλου από την Αγγλία (“Το τέλος του κόσμου σε αγγλικό κήπο”), την Αμερική (“Μηχανικοί καταρράκτες”) και την Ελλάδα (“Για την αγάπη της γεωμετρίας”) κατεβαίνει στην επαρχία της Ιταλίας, για να διερευνήσει τη νοοτροπία του τόπου.

ΕΙΜΑΣΤΕ στη Σικελία, στο χωριό Rivo doro, τη δεκαετία του ’50. Η Μαφία κυριαρχεί και διάφορες οικογένειες ελέγχουν την κοινωνία. Κανείς στην ουσία δεν αντιδρά. Είτε επειδή φοβάται, είτε επειδή επαναπαύεται στο status quo της οικονομικοκοινωνικής ζωής. Και τότε αναλαμβάνει διοικητής στο τοπικό αστυνομικό τμήμα ο Luca De Mateis. Ένας χωρισμένος σαραντάρης, που δεν είχε προσέξει στο παρελθόν, με αποτέλεσμα να χάσει το παιδί του. Απ’ την άλλη, η δεκαεφτάχρονη Concetta εργάζεται καθαρίστρια στο αστυνομικό τμήμα. Αφελής και κοινωνικά απαίδευτη, αλλά αθώα και τίμια. Ακόμα κι όταν πέφτει θύμα βιασμού από τον Quinto Clesseri, που είναι μέλος της τοπικής μαφίας, δεν δέχεται να τον παντρευτεί ως είθισται.

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ απαρτίζεται από δύο εναλλασσόμενες αφηγήσεις. Μία του αστυνόμου που εκφράζει τις σκέψεις του σε ένα μπομπινόφωνο (κάτι σαν μαγνητόφωνο της εποχής). Και μία της Concetta, που εκφράζει με μια αφοπλιστική αθωότητα τις σκέψεις μέσα από τον κινηματογράφο που παρακολουθεί ή τα περιοδικά που διαβάζει. Η εναλλαγή κάνει ορατές τις αντιθέσεις δύο κόσμων, όσο κι αν και οι δύο έχουν έναν ιδεαλιστικό τρόπο σκέψης απέναντι στο κοινωνικό πλαίσιο που είναι συντηρητικό, μικροαστικό ή επαρχιώτικο, αντεπιστημονικό, μίζερο, καταθλιπτικό.


ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ μπαίνουν ολόκορμοι στο κλίμα της εποχής. Η μαφία που ακούγεται και σκιαγραφείται έμμεσα. Η τοπική κοινωνία που στρέφεται γύρω από τη θρησκεία και την οικογένεια, αλλά στην ουσία ζει μέσα σε προγονόπληκτα και απαίδευτα πλαίσια που πιστεύει ό,τι να ’ναι και δεν μπορεί να αποτινάξει τις άγκυρες του παρελθόντος, που δεν επιτρέπει την πρόοδο. Η Σικελία αντιπροσωπεύει το κατώτερο επίπεδο κοινωνίας και νοοτροπίας, τον πιο σκληρό νότο σε όλη την Ιταλία, κι ίσως σε όλη την Ευρώπη. Επαρχιωτισμός, οικογενειοκρατία, υποταγή σε μια απαρχαιωμένη αίσθηση της τιμής, φτώχια κι επομένως αποτελμάτωση.

ΤΟ ΤΡΑΓΙΚΟ είναι ότι ξέρουμε εξαρχής δύο πράγματα. Ο De Mateis δολοφονείται από τη μαφία κι αυτό απλώνεται σαν βαριά σκιά πάνω σε ό,τι λέει και κάνει. Η Μαφία δεν είναι ανίκητη, είναι το σύνθημά του και μ’ αυτό παλεύει με τον εαυτό του αλλά κυρίως με τη νοοτροπία της κοινωνίας, που δεν θέλει να αλλάξει. Και παράλληλα, ο βιασμός της νεαρής καθαρίστριας είναι κι αυτός γνωστός, έστω και πλαγίως. Έτσι, γνωρίζουμε πως οι δυο πρωταγωνιστές είναι στιγματισμένοι, στοχοποιημένοι και στο τέλος ηττημένοι. Ίσως βέβαια η νίκη τους είναι ακριβώς αυτό: ότι δεν σταμάτησαν να στέκονται όρθιοι, ο ένας συνειδητά κι η άλλη με το πείσμα μιας αντισυμβατικής νιότης.

Πάπισσα Ιωάννα