Όταν η Αμερική περνά στη μοντέρνα
εποχή, ο Φίτζεραλντ σκέφτεται ρομαντικά και έτσι στήνει έναν ήρωα με διπλής
κατεύθυνσης χαρακτηριστικά: αφενός την οικονομική άνοδο της κοινωνίας και
αφετέρου την ιδεαλιστική πίστη στον νεανικό έρωτα.
Αμερικάνικος με γεύση κάστανο:
Francis
Scott Fitzgerald
“The
Great Gatsby”
1925
“Ο μεγάλος
Γκάτσμπυ”
μετ. Ά. Μπερλής
εκδόσεις Άγρα
2012
Καταρχάς,
το ιστορικοκοινωνικό πλαίσιο. Γενικότερα ο μεσοπόλεμος χαρακτηρίζεται παγκοσμίως
από την καθοριστική επίδραση του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, που άλλαξε τη νοοτροπία
της ανθρωπότητας και στιγμάτισε τη λογοτεχνία της εποχής. Η Αμερική δεν θίχτηκε
ιδιαίτερα από αυτόν και το πρώτο μισό της δεκαετίας του ’20 ζει μια οικονομική
ευμάρεια που δημιουργεί το μεγάλο Αμερικάνικο Όνειρο. Είναι η περίοδος που
ατομικιστικά χτίζεται η προσωπική προβολή και η επίτευξη των κοινωνικών στόχων
κάθε ανθρώπου. Παράλληλα, όμως πρέπει να θυμόμαστε ότι βρισκόμαστε λίγα μόλις
χρόνια πριν από το μεγάλο Κραχ του 1929, όταν αυτή η άνθιση αποδεικνύεται
φούσκα και καταρρέει εν μία νυκτί.
Μέσα
σ’ αυτό το περιβάλλον ο Γκάτσμπυ
είναι ένας υβριδικός και ενδιαφέρων
χαρακτήρας. Από τη μία, ενσαρκώνει το Αμερικάνικο όνειρο, αφού με την
επιστροφή-του από τον πόλεμο το 1919 καταφέρνει σε τρία χρόνια να αναρριχηθεί
κοινωνικά, να πλουτίσει έστω και παράνομα και τώρα να ζει σε μια έπαυλη, όπου
συγκεντρώνονται καθημερινά πολυάριθμοι επισκέπτες, καλεσμένοι ή απρόσκλητοι,
συνήθως επώνυμοι, που προβάλλουν την καλή ζωή, τις επιχειρήσεις, τη τζαζ
μουσική, τα κοκτέιλ κ.ο.κ. Από την άλλη, ο Γκάτσμπυ είναι ένας ρομαντικός ήρωας,
σαν να επιστρέφει ο ρομαντισμός του 19ου αιώνα από την πίσω πόρτα.
Πριν τον πόλεμο αγαπούσε τη Νταίζυ, η οποία παντρεύτηκε εν τω μεταξύ τον
πολίστα Τομ Μπιουκάναν. Ο Γκάτσμπυ όμως εξακολουθεί να την αγαπά και, τώρα που
έγινε κάποιος, αποφασίζει να την διεκδικήσει.

Δεν
θα σταθώ τόσο στον λυρισμό του
έργου, που προβάλλει ανάμεσα σε άλλα στην
εξαιρετική εισαγωγή-του ο Άρης Μπερλής. Ούτε στην ανδρική ματιά που εξουσιάζει
το μυθιστόρημα, ούτε τη θεατρικότητα του έργου που διαπερνάται από ζωντανούς
διαλόγους και ολοκληρωμένες σκηνές, με τη δραματική έννοια, ούτε στο τραγικό
τέλος του πρωταγωνιστή ο οποίος έζησε και πέθανε ρομαντικά. Όλα αυτά αξίζουν
και χαρίζουν στην ανάγνωση όπως και στην παρακολούθηση των ταινιών που βγήκαν η
πρώτη το 1974 (σκηνοθέτης: Jack Clayton,
σενάριο: Francis Ford
Coppola, παίζουν: Robert
Redford, Mia Farrow,
Bruce Dern)
και η δεύτερη φέτος (σκηνοθέτης: Baz Luhrmann,
σενάριο: Baz Luhrmann,
Craig Pearce,
παίζουν: Leonardo
DiCaprio, Carey
Mulligan, Joel Edgerton).

Θα
σταθώ λίγο σε ένα αφηγηματικό
τέχνασμα που λειτουργεί διεγερτικά, τουλάχιστον
της περιέργειας του αναγνώστη. Το έργο ξεκινά από τον Νικ Κάραγουεϋ, που είναι
και ο αφηγητής της ιστορίας, ο οποίος τολμά να φύγει από τη Δύση και να
αναζητήσει το μέλλον του στην Ανατολή και συγκεκριμένα στο Ουέστ Ένγκ. Αφενός,
λοιπόν, η κάμερα εστιάζει για εβδομήντα σελίδες στον Κάραγουεϋ, αφετέρου –και
λόγω τίτλου- περιμένουμε να εμφανιστεί ο πρωταγωνιστής που στην αρχή
προσεγγίζεται μέσω των φημών που τον ακολουθούν. Έπειτα, βλέπουμε να μπαίνει
στο πλάνο η Νταίζυ και ο άντρας-της, ενώ ο ίδιος ο Γκάτσμπυ εισβάλλει στη ζωή
του αφηγητή παρακαλώντας-τον να τον βοηθήσει να συναντήσει την αγαπημένη-του.

Ο
κλασικός πλέον Γκάτσμπυ δεν διαβάζεται –ευτυχώς- με μουσειακό τρόπο, επειδή
αναπλάθει μια εποχή και καταδεικνύει το αμερικανικό θαύμα. Διαβάζεται ως το
πορτρέτο ενός άνδρα, ρομαντικού (ανίσχυρου) και ισχυρού μαζί, που ζει αυτό το
θαύμα αλλά κυνηγάει περισσότερο τη δική-του ευτυχία.
[Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στον
ιστότοπο In2life
στις 16/5/2013. Το φωτογραφικό υλικό αντλήθηκε από τις δύο ταινίες ενώ η φωτογραφία κορυφής από το www.mazelmoments.com]
Πατριάρχης Φώτιος