ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ -7. Ένας ένας
δολοφονούνται σε ένα περίκλειστο νησί, ώσπου σκοτώνονται όλοι. Τότε ποιος
σκηνοθέτησε και εκτέλεσε τις δολοφονίες; Πώς ο γρίφος φτάνει σε αδιέξοδο κι η
φοβερή Agatha Christie βγάζει λαγό απ’
το καπέλο της;
Agatha Christie “And Then There Were None” 1939 “Και δεν έμεινε κανένας” (ή “Δέκα μικροί νέγροι”) μετ. Γ. Μπαρουξής εκδόσεις Ψυχογιός 2018 |
Ο Πατριάρχης
Φώτιος θυμάται το βιβλίο με τον ελληνικό τίτλο “Δέκα μικροί νέγροι”. Εγώ το
διαβάζω με τον νέο τίτλο που είναι πιστότερη μετάφραση του τελευταίου αγγλικού.
ΣΤΟ ΜΙΚΡΟ νησί
του Νέγρου, ανοιχτά των αγγλικών ακτών, υπάρχει μια έπαυλη, η οποία θρύλοι
αναφέρουν ότι αγοράστηκε από τον κύριο Owens. Κι εκεί καλούνται με παραπλανητικές επιστολές οκτώ προσκεκλημένοι κι
ένα ζευγάρι υπηρετών, που αποκλείονται λόγω κακοκαιρίας για ένα διάστημα.
Οι οικοδεσπότες δεν εμφανίζονται ποτέ, κι ένας δίσκος γραμμοφώνου εγκαλεί έναν
έναν από τους δέκα για ένα έγκλημα που έκαναν παλιά, αλλά δεν αποδείχθηκε ποτέ.
Οι ίδιοι (οι περισσότεροι) τα αρνούνται, αν και μέσα τους ξέρουν την αλήθεια.
ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΑΚΙ με δέκα νέγρους που πεθαίνουν ένας
ένας ώσπου “δεν έμεινε κανένας” είναι ο οιωνός αλλά και το σχέδιο, με το οποίο
χάνονται σταδιακά κι όλοι οι καλεσμένοι. Ο πρώτος πνίγηκε από το ουίσκι του, η
δεύτερη στον ύπνο της από καρδιακή ανακοπή κ.ο.κ. Η πορεία των θανάτων, των
φονικών ίσως, τραβά μαζί της τους αναγνώστες, οι οποίοι την παρακολουθούν μαζί
με τους ήρωες, χωρίς να μπορούν να την ανακόψουν.
ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ της Christie μοιάζει μοναδικό. Βεβαίως ακολουθεί ορισμένα κλασικά μοτίβα που τα έχει εφαρμόσει και αλλού, αλλά όλα αυτά μαζί δημιουργούν ένα καινούργιο αποτέλεσμα: κλειστός χώρος, περιορισμένοι ύποπτοι, άγνωστοι μεταξύ τους παριστάμενοι, ένας γιατρός που πιστοποιεί τους θανάτους, ενοχές και κατηγορίες, που ποτέ δεν αποδείχθηκαν δικαστικά, ένας δαιμόνιος εκδικητής που αναλαμβάνει να τους τιμωρήσει, αλληλοϋποψίες και λογικά συλλογιστικά βήματα που ωστόσο οδηγούν όλους (και τον αναγνώστη) σε αδιέξοδο.
ΑΜΑ ξεκινήσεις
την Christie πορώνεσαι. Η
μεθοδική εξέλιξη των πάντων, χωρίς κενά και ασάφειες, ο detective που φαίνεται
άκακος (εδώ δεν έχουμε βέβαια ούτε Πουαρό ούτε Μαρπλ), η ατμόσφαιρα που
υποβάλλει τον θάνατο, αλλά δεν τον φωνάζει, το παρελθόν και η ψυχολογία των
προσώπων, οι συλλογισμοί που έχουν βάση αλλά αποδεικνύονται …αβάσιμοι, ο χώρος
και οι διάλογοι, όλα πείθουν ότι το αστυνομικό μυθιστόρημα, στην κλασική του
εκδοχή, έχει πέραση ακριβώς επειδή είναι ένα αφηγηματικό θαύμα. Όλοι ξέρουν τι θα ακολουθήσει, αλλά κανείς
δεν μπορεί να το προλάβει και να το εμποδίσει, επειδή δεν ξέρει από τι
προέρχεται. Ένα ένα σωριάζονται τα πτώματα, αλλά ποιος είναι υπεύθυνος για
αυτά, πέρα από τον αόρατο κύριο Owens; Κι αυτό προκαλεί τρόμο αλλά και ανασφάλεια, που
εκδηλώνεται με καχυποψία και αλληλοκατηγορίες.
ΚΑΙ ΝΑ ΠΟΥ
αντιλαμβάνομαι ότι το αστυνομικό της Agatha Christie μπορεί να γίνει
ψυχολογικό θρίλερ. Και μάλιστα
πολυφωνικό. Κάθε ζωντανός περνάει φρικτά σ’ αυτή τη φυλακή, υποψιάζεται τους
πάντες, φτάνει στο όριο της υστερίας, ξαναθυμάται τη δική του ενοχή και
παραφρονεί πριν δολοφονηθεί.
ΤΕΛΙΚΑ, Η ΑΠΟΘΕΩΣΗ της λογικής και της αφήγησης φέρνει τον αναγνώστη αντιμέτωπο με τη δική του σκέψη, που τον παγιδεύει. Ποιος είναι ο ένοχος; Κάποιος που κρύβεται στο νησί; Μάλλον το αποκλείουμε γρήγορα. Τότε κάποιος από τους δέκα παριστάμενους, φυσικά απ’ αυτούς που μένουν ζωντανοί, ειδικά μετά τον τρίτο φόνο, όταν όλοι συνειδητοποιούν ότι κινδυνεύουν. Όλοι είναι ύποπτοι και μαζί ερευνητές που ψάχνουν την αλήθεια, όλοι είναι δυνάμει ένοχοι και μαζί φιλόσοφοι που σκέπτονται τις πιθανές εκδοχές της απειλής. Κι η απάντηση έρχεται ευφυής και ανατρεπτική να ξαναγράψει όλη την ιστορία με άλλο πρίσμα, που κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί παρά μόνο η Αγγλίδα συγγραφέας.
ΕΝΤΕΛΕΙ, πάλι το
έγκλημα μένει ατιμώρητο, όπως και στο “Έγκλημα στο Οριάν Εξπρές”, αν και ο
θύτης αποκαλύπτεται.
Πάπισσα Ιωάννα