Thursday, June 28, 2012

“Ο κόσμος στα μέτρα του” του Χρήστου Χωμενίδη

Μια κοινωνία μέσα στην πασοκική αλλαγή της δεκαετίας του ’80 κινείται στο περιθώριο της ελλαδικής ζωής και τραγελαφικά αναμασά τα δεινά της νοοτροπίας που ποτέ δεν άφησε τον Νεοέλληνα να προοδεύσει μέσα σε κουτοπόνηρες σκέψεις και σε ατομοκεντρικούς ελιγμούς. 


Μοκατσίνο:
Χρήστος Χωμενίδης
“Ο κόσμος στα μέτρα του”
εκδόσεις Πατάκη
2012 

            Η γραφή του Χωμενίδη διακρίνεται από έναν ανάλαφρο τόνο, μια ατμόσφαιρα (ήπιας) χαλάρωσης, ένα ίχνος μειδιάματος που διαπερνά τα πρόσωπα και τα θέματά-του και φτάνει ως τον αναγνώστη. Μέσα σ’ αυτό, πέρα από τον ευπροσήγορο τόνο, ενέχονται ειρωνεία, δόσεις σάτιρας, μορφές μιας παρωδιακής γραφής με την οποία ο συγγραφέας βλέπει τον κόσμο, λίγος σνομπισμός και πάνω απ’ όλα διάθεση απομυθοποίησης της σοβαροφανούς Ελλάδας. Άλλοτε συνειδητά κι άλλοτε υποσυνείδητα, αφενός ο τόνος αυτός γίνεται όχημα λαϊκισμού και εύκολης ανάγνωσης, κι αφετέρου μέσο διακωμώδησης του πομπώδους αλλά συνάμα κούφιου προσώπου της σύγχρονης κοινωνίας.
            Το είδαμε στη “Φωνή”, που όσο κι αν προσπάθησε, δεν μπόρεσε να πείσει ότι η τηλεοπτικής αισθητικής σάτιρα είχε να δείξει και βαθύτερες αρετές. Το είδαμε στα “Λόγια φτερά”, το οποίο ντυμένο με το κλέος της ομηρικής αρχαιότητας κέρδισε περισσότερες δάφνες λόγω της πετυχημένης σύζευξής-του με την καθημερινή πλευρά του αρχαϊκού κόσμου. Το ξαναβλέπουμε τώρα στο τελευταίο έργο του Χωμενίδη, στο οποίο η ζωή του Μάρκου Σιμώτα σκιαγραφείται με γρήγορες πινελιές, με μπρίο και με γοργές κινήσεις, με πιρουέτες που παρουσιάζουν το ρηχό πρόσωπο του πρωταγωνιστή.
            Αυτό το πρόσωπο ανακλά όμως και τη δεκαετία του ’80 που έρχεται να μπει στη λογοτεχνική ζωή-μας, ίσως στην προσπάθεια των δημιουργών να βρουν την αρχή της σύγχρονης νεοελληνικής νοοτροπίας που εδώ και τριάντα χρόνια διαμόρφωσε το λαϊκίστικο, φαιδρό έως ένα σημείο, κρατικοδίαιτο, προσωποπαγές και προσωπολατρικό κλίμα, μέσα στο οποίο γαλουχήθηκε η σημερινή Ελλάδα. Η πρώτη δεκαετία του ΠΑΣΟΚ, ο Ανδρέας και ο μύθος-του, η νοοτροπία του νεόπλουτου και ευδαιμονιστή Νεοέλληνα που καλλιέργησε, η αλαζονεία της εξουσίας και ο μικροαστισμός που μπορεί να έγινε μεσοαστισμός ή και μεγαλοαστισμός στο τρόπο ζωής, αλλά παρέμεινε εντελώς επαρχιωτισμός και κουτοπονηριά. Η ελευθερία πήρε τη μορφή της σεξουαλικής απελευθέρωσης, της ελευθεροτυπίας, της ανωνυμίας των πόλεμων, των προοδευτικών αντιλήψεων, αλλά όλα αυτά εξελίχθηκαν ανεξέλεγκτα σε ασυδοσία και αποκοπή από την ουσία του ελληνισμού και σε φτηνές απομιμήσεις της Δύσης. Το εύκολο χρήμα, η άκοπη ευρωπαϊκή πορεία, η ρηχή αναδόμηση του κράτους, ο εκσυγχρονισμός που έμεινε βιτρίνα και φιέστα, η νοοτροπία του ανερχόμενου αστού με πήλινα πόδια υπερτέρησε των θετικών επιτευγμάτων…
            Η δεκαετία του ’80 ξανα-ανακαλύπτεται: είτε παρωδιακά, όπως κάνει ο Γιατρομανωλάκης στο «Χρονικό του Δαρείου», είτε νοσταλγικά όπως ο Δάνδολος που γυρίζει πίσω εκεί σαν αναζήτηση της παιδικής ηλικίας, είτε συγκριτικά (το πριν το ’80 και το μετά) όπως ο Παναγιωτόπουλος στο τελευταίο-του βιβλίο, οι σημερινές λογοτεχνικές πέννες αναζητούν το προ τριακονταετίας κατώφλι που άλλαξε την ιδιοσυγκρασία του Νεοέλληνα. Δεν ζούμε όπως το ’60 και σ’ αυτό δεν επέδρασε τόσο η δικτατορία και η επερχόμενη μεταπολίτευση αλλά η πασοκική αλλαγή, που έφερε πρόοδο αλλά ταυτόχρονα και μια ωχαδελφιστική ατομικιστική αίσθηση της ευτυχίας. 
            Στον Χωμενίδη ο Αρθούρος Σιμώτας ψάχνει να βρει τα ίχνη της ζωής του πατέρα-του Μάρκου Σιμώτα, ο οποίος, μόνο και μόνο επειδή ήταν γιος του δήθεν λαϊκού ήρωα Αρθούρου Σιμώτα, διορίστηκε από τον Ανδρέα Παπανδρέου διοικητής στο μοναδικό υπερπόντιο νησί της Ελλάδας, τον Άγιο, που χαρίστηκε στο ελληνικό κράτος από την Αμερική στα μέσα του 19ου αιώνα. Εκεί πηγαίνει για να κάνει τουρισμό εξουσίας και βρίσκει μια επικράτεια παραδομένη στις ασθένειες της μητέρας Ελλάδας. Η ζωή-του τελικά δεν θα είναι τόσο ανέμελη όσο θα ήθελε…
            Εξ αρχής ο συγγραφέας φωτίζει πτυχές του παπανδρεϊκού σκηνικού, όπως την ανάδειξη ψεύτικων ηρώων, την αποδοχή της αξίας ως κληροδοσίας στα παιδιά-τους, την αλλαγή του κρατικού μηχανισμού με διορισμό ημετέρων, τη διατήρηση της διαφθοράς ως όρου επιβίωσης ισχυρών και λαού, τον ατομικιστικό αρριβισμό κ.ο.κ. Βεβαίως στον Άγιο ο Σιμώτας βρήκε μια δεξιά νοοτροπία ευπρέπειας και ηθικής βιτρίνας, η οποία όμως δεν αντιστοιχούσε στην πραγματικότητα, βρήκε την Αμερικανική βάση, την οποία κανείς δεν φαινόταν διατεθειμένος να πειράξει («Έξω οι Βάσεις»;), βρήκε ναρκοεμπόριο που βόλευε όλους, Αγιίτες και Ελλαδίτες... Όλα αυτά ως διαχρονικά συμπτώματα της πολιτισμικής κρίσης δεν μπαίνουν στο στόχαστρο κανενός και γι’ αυτό πληθαίνουν ή εκκολάπτονται έτι περισσότερα, αρκεί να χτιστεί η ισχυρή Ελλάδα που στηρίζεται σε μια σικ προοδευτική πολιτική. 
            Πριν από τη μέση του βιβλίου ήδη έχουμε κουραστεί καθώς το σκηνικό της παρωδίας έχει ολοκληρωθεί και δεν περιμένουμε πλέον τίποτα άλλο. Η αφήγηση κινείται περικεντρικά και παύει να εξελίσσεται προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Έπειτα, το κείμενο ξανακερδίζει πρόσκαιρα το ενδιαφέρον του αναγνώστη, πρόσκαιρα γιατί πάλι ακολουθεί μια ευθεία γραμμή που δεν αυξομειώνει την ένταση, ενώ συνάμα δεν εμβαθύνει με κοινωνικές προεκτάσεις ή σατιρικές νότες.
            Έχω την εντύπωση ότι ο Χωμενίδης στην προσπάθειά-του να σχολιάσει την ελληνική πραγματικότητα, να την παρουσιάσει παρωδιακά και να δείξει πτυχές της πίσω πλευράς της ζωής-μας παραπατά λογοτεχνικά. Το επιχείρησε ξανά στη «Φωνή» (1998) και το ξαναδοκίμασε σε μερικά διηγήματα της συλλογής-του «Στη Δευτέρα Παρουσία ας μας βάλουν απουσία» (2010). Εύκολη αφήγηση, ρηχή, χωρίς το μαχαίρι να κατεβαίνει στο κόκαλο, χωρίς η γραφή-του να αιφνιδιάζει αφηγηματικά, ή να διεισδύει σε βάθος στο κοινωνικό και ιδεολογικό γίγνεσθαι. Έχει δείξει κατά καιρούς ότι μπορεί να γράψει καλά (λ.χ. “Λόγια φτερά”), αλλά συνάμα ότι έχει μια τάση να βολεύεται σε εξυπνακίστικες εκτελέσεις μερικών ίσως καλών ιδεών που συλλαμβάνει.
Πατριάρχης Φώτιος

Tuesday, June 26, 2012

Το μυθιστόρημα που θέλει να περιέχει τα πάντα

(Σε αναζήτηση του μυστικού του κόσμου)

            Η προσπάθεια του ανθρώπου να βρει μηχανισμούς ή τρόπους σκέψης που να εξηγούν όλο τον κόσμο (θετικές επιστήμες) ή όλη την ανθρώπινη ζωή (ανθρωπιστικές επιστήμες) είναι μακρόχρονη. Η επιστήμη και τα ερμηνευτικά-της σχήματα, η ιστορία και η διαχρονική-της εμβέλεια, η θρησκεία και η πανανθρώπινη εξηγητική-της κοσμοθεωρία, η φιλοσοφία και οι αενάως εξελισσόμενοι συλλογισμοί-της… Οι αρχές του κόσμου και οι βαθύτερες δομές-του αποτελούν το Ιερό Δισκοπότηρο, το αναζητούμενο κέντρο, στο οποίο τείνουν οι καθολικές προσπάθειες της ανθρώπινης νόησης.
            Η λογοτεχνία το έχει επιχειρήσει εξίσου. Αφενός με την ιστορία της λογοτεχνίας και την αναζήτηση των ανά εποχή τρόπων θέασης του ανθρώπου και αφετέρου με μεμονωμένα έργα που φιλοδόξησαν να συλλάβουν και να εκθέσουν τα πάντα μέσα σε λίγες εκατοντάδες σελίδες. Η Ιλιάδα και η Οδύσσεια, τα λοιπά έπη της Ανατολής, η Θεογονία, το μυθιστόρημα με τις ποικίλες εκφάνσεις-του, κυρίως το μεταμοντέρνο μυθιστόρημα που επιζητούσε να συμπεριλάβει τα πάντα χωρίς όμως να ψάχνει το χαμένο κέντρο, όπως λ.χ. τα έργα του Ουμπέρτο Έκο με τις σημειωτικές-τους προεκτάσεις.
            Σήμερα θα σταθώ σε έργα που επιχειρούν κάτι τέτοιο, αλλά με εύκολο και εντέλει με στρεβλωτικό τρόπο. Είναι μια σειρά έργων που διαβάζονται από το ευρύ κοινό γιατί θέτουν στο κέντρο-τους ένα χαμένο μυστικό και πάνω σ’ αυτό στήνουν τη δράση και την σαγηνευτική-τους αίγλη. Ως παράδειγμα θα θέσω ένα μπεστ-σέλερ που διάβασα παλιότερα, αφού έχει κυκλοφορήσει εδώ και μερικά χρόνια, το «Οκτώ» της Κάθριν Νέβιλ (εκδόσεις Ψυχογιός 2005), το οποίο χρησιμοποιώ εδώ παραδειγματικά.
Θα ήθελα καταρχάς να αναγνωρίσω ότι τέτοια έργα πετυχαίνουν σε μεγάλο ποσοστό την προσέλκυση του αναγνώστη χάρη σε μερικά πλεονεκτήματά-τους που αξίζει να αφομοιωθούν και από τη “σοβαρή” και δύσκολη λογοτεχνία. Φυσικά, πρώτη οφείλω να θέσω την επιτυχία στη δομή, δηλαδή στον (σχεδόν) άψογο συνδυασμό των επιμέρους συστατικών σε μια άρτια δομή που συνδυάζει πρόσωπα, σκηνές και λόγια σε μια νομοτελειακή κατεύθυνση. Η αλληλουχία, προϊόν ανατροπών αλλά και προοικονομιών, αιφνιδιασμών αλλά και ομαλών εξελίξεων, κάνει τα έργα αυτά άξια μίμησης. Παράλληλα, η ανάμιξη των ειδών, από το ιστορικό στο κατασκοπικό και από το φιλοσοφικό στο μεταφυσικό, μπορεί να ιδωθεί, εκτός από μια θεαματική αλλά ανούσια υβριδικότητα, και ως μια γόνιμη προσπάθεια ξεπεράσματος των στεγανών.
Το βασικό ωστόσο πρόβλημα εκτός από τη γλώσσα, εκτός από την απουσία χαρακτήρων με βαθύ υπόστρωμα και ψυχολογικές συγκρούσεις, εκτός από το βάρος του υλικού που επιχειρεί να περιλάβει τα πάντα (σκάκι, μαθηματικά, κατασκοπία, Ναπολέοντα, Διαφωτισμό, μουσική, τεκτονισμός, ψυχρό πόλεμο κ.ο.κ.) είναι άλλο.
Είναι η απόπειρα της συγγραφέως να ξαναδιαβάσει την Ιστορία στο πλαίσιο της μεταμοντέρνας αναθεωρητικότητας. Κι ως εδώ καλώς, αφού γενικά η Ιστορία δεν είναι κάτι τελεσίδικο αλλά ξαναγράφεται και ξαναδιαβάζεται από κάθε εποχή. Το πρόβλημα αναφύεται όταν συγγραφείς όπως η Κάθριν Νέβιλ ή ο Νταν Μπράουν πιστεύουν και προβάλλουν έναν κρυφό κινητήριο άξονα, μια χαμένη φόρμουλα που καθοδήγησε όλες τις μεγάλες προσωπικότητες και διαμόρφωσε όλα τα γεγονότα της υφηλίου: από τη ίδρυση της Καρχηδόνας έως τη Γαλλική επανάσταση και από τη Μεγάλη Αικατερίνη έως τον Ρουσώ. Η ιστορία δεν είναι πεδίο κοινωνικών, οικονομικών και πολιτισμικών ζυμώσεων, αλλά όλα αυτά τίθενται στο κάδρο ενός μυστικού όπλου, διαχρονικού και πάνω από τα καθιερωμένα, πάνω από τις ανθρώπινες και κοινωνικές δυνάμεις, το οποίο μπορεί να σώσει ή να καταστρέψει τον κόσμο.
Πατριάρχης Φώτιος


Can a story include everything?
(In pursuit of world’s secret)

People’s attempts to find mechanisms and ways which thoughts would explain the entire world (exact sciences) or all human life (humanities) are long term. Science and its hermeneutic schemes, history and its longitudinal range, religion and its universal explanation world theory, philosophy and its ever-lasting thoughts… The outsets of the world and its deeper foundations are considered as the Holy Grail, the quest for the center, where they extend universal efforts of the human intellect.
Literature has tried it as well. On the one hand, with the history of literature and the quest through the ages to find ways of making clear what the human is and on the other hand, with isolated books which have tried to capture and expose everything within a few hundred of pages. The Iliad and the Odyssey and the rest of the East’s epics, “Theogonia”, the novel with its many displays, mainly the postmodern novel, which was asking to include everything without searching for the lost center, as for example the works of Umberto Eco with their semiotic notes.
Today I will talk about books, which attempt to do something similar, but with an easy and finally a distorting way. It is a series of books, which are read by the general public, because they put in their center a lost secret and on top of that they create their action and their seductive glory. As an example I will use a best seller I have read, as it has been published a couple of years ago, “The Eight” by Catherine Neville (1988), that I use here to base my thoughts.
I would like in the beginning to recognize that such works succeed in a high percentage the readers’ attraction in favor of some of their advantages, which is worth to be absorbed by the “serious” and “difficult” literature. Of course first I must talk about the success of the structure, in the (almost) perfect combination of distributing ingredients in a flawless structure, which combines people, scenes and words in a deterministic direction. Coherence, the product of turnovers and kinds of foreshadowing, of surprises and of normal developments, makes these stories worth copying. At the same time, the mixture of the species, from the historic to the spy and from the philosophical to supernatural one, can be seen, despite of a spectacular but pointless hybrid, and as a fertile attempt to pass impermeable.
Although the basic problem apart from the language, apart from the characters’ absence having a superficial interior and psychological conflicts, apart from the burdensome of the material which tries to include everything (chess, maths, spying, Napoleon, the “Enlightenment”, music, freemasonry, the cold war etc) is something else.
There is the attempt of the writer to read History again in a frame of postmodern reversionary. And so far everything is well since generally History is nothing definitive but it is rewritten and read again through the ages. The problem which arises is when writers like Catherine Neville and Dan Brown believe and project a secret motive axis, a lost formula, which helped to steer all the great personalities and developed all the events of the globe from when Carthage was founded, until the French revolution and from Katherine the Great until Rousseau. History is not a field of social, economical and cultural kneading, but all of this to be laid on the frame of a secret weapon, through time and above of the usual, above of the human and social powers, which can save or destroy the world.
Bookmark

Saturday, June 23, 2012

“Ο αναγνώστης του Σαββατοκύριακου” του Δημήτρη Φύσσα

Πώς μπορεί κανείς να βρεθεί από την όχθη της αδιαφορίας για τα βιβλία στην άλλη όχθη, σ’ αυτήν της προσκόλλησης στον μαγικό κόσμο της λογοτεχνίας; Τα κίνητρα συχνά είναι αφανή κι άλλοτε κατευθυνόμενα από έναν αγαθό βιβλιολάτρη που προσελκύει στο τραπεζάκι-του τους περαστικούς. 


Macchiato:
Δημήτρης Φύσσας
“Ο αναγνώστης του Σαββατοκύριακου”
εκδόσεις Εστία
2012 

            Βιβλιοφιλικά μυθιστορήματα κυκλοφορούν πολλά στο εξωτερικό, από τον κλασικό Bradbury μέχρι το τελευταία μεταφερμένο στα ελληνικά έργο της Laurence Cossé “Το καλό μυθιστόρημα”. Στα ελληνικά δεν έχει ακόμα ανθίσει πολύ το είδος (βλέπε Μαμαλούκα, Χρυσό, Λύρη και άλλους που θέτουν το βιβλίο, τους συγγραφείς ή τους μυθιστορηματικούς χαρακτήρες στον πυρήνα της γραφής-τους: Βλαντής, Ρούσσος κ.ο.κ.)· ο Φύσσας μπαίνει πλησίστιος στον χώρο της αυτοαναφορικότητας και της βιβλιοφιλίας με αυτό το μυθιστόρημα που στηρίζεται σε μια πολύ καλή ιδέα.
            Η πενηντάχρονη Λόρα Μπραΐμη προσλαμβάνει τη νεαρή τριαντάχρονη Βάλια ως αναγνώστρια, γιατί η ίδια είναι τυφλή. Κάθε μέρα η Βάλια αναλαμβάνει να διαβάσει στην εργοδότρια και σε λίγο φίλη-της τα βιβλία που η τελευταία επέλεξε. Έτσι, η αναγνώστρια μυείται σε έναν καινούργιο χώρο, καταρχάς στον χώρο της ανάγνωσης και μάλιστα της μεγαλόφωνης, όπως σε καιρούς αναλφαβητισμού, και έπειτα, σταδιακά και με απόλαυση, στο πεδίο της ηδονικής σχέσης με το βιβλίο. Με αυτόν τον τρόπο, η τυφλή αλλά πνευματικά ανοιχτομάτα Λόρα καλωσορίζει -με απλότητα και χωρίς τις επιταγές της καθωσπρέπει διανόησης- την αμύητη Βάλια στα μυστήρια της ανάγνωσης και στις βαθιές απολαύσεις της λογοτεχνίας. Η ιδέα, ξαναλέω, πατάει γερά στα πρωτότυπα θεμέλιά-της.
            Όμως το μυθιστόρημα από την αρχή και στο τέλος πηγαίνει κόντρα στις προθέσεις-του.
Καταρχάς (αν και αυτό χρονικά βρίσκεται προς το τέλος του βιβλίου), ο συγγραφέας διαδηλώνει στεντορείως την απέχθειά-του για την ηχητική ανάγνωση, τη μεγαλόφωνη δηλαδή ανάγνωση που είναι ξένη, όπως πιστεύει, με τη φύση της λογοτεχνίας. Κι ενώ παραθέτει τα επιχειρήματα που συνδέουν τη λογοτεχνία με προφορικές φάσεις της ανθρωπότητας, τα αναιρεί εμμένοντας διδακτικά και καθόλου πειστικά στον γραπτό λόγο. Κι αυτό, πέρα από τη μονοφωνική-του βάση, αντιβαίνει στο θεμέλιο του βιβλίου, που στηρίζει την υπόθεση, θεμέλιο που αφορά στη μεγαλόφωνη ανάγνωση της Βάλιας στη Λόρα. Είναι σαν να λέει ο συγγραφέας ότι αυτή η αφορμή που άνοιξε τα λογοτεχνικά μάτια της Βάλιας είναι αβάσιμη και μόνο η τυφλή Λόρα ωφελήθηκε απ’ αυτήν.
Ταυτόχρονα (και πιο σημαντικό από το προηγούμενο) έρχεται ο αφόρητος διδακτισμός του έργου. Ενώ η Λόρα δεν πιέζει σε τίποτα, αλλά ωθεί με το παράδειγμά-της τη Βάλια στη φιλαναγνωσία, ο ίδιος ο Φύσσας ξεπέφτει στον διδακτισμό, αφού μέσα στο πεζογράφημα ενθέτει μικρά δοκιμιακά κομμάτια, όπου διακηρύσσει π.χ. τα αίτια της εκπαιδευτικής αποτυχίας στην παρακίνηση των παιδιών σε ουσιαστική επαφή με τη λογοτεχνία, την απέχθειά του για τα μπεστ-σέλερ και τις αμφιβολίες-του για τα εργαστήρια δημιουργικής ανάγνωσης και συγγραφής, την αξία της σιωπηρής ανάγνωσης… (μια φορά δάσκαλος, παντού δάσκαλος!).
Και ξέρετε γιατί; Επειδή επέλεξε να μιλάει πολύ ο συγγραφέας-αφηγητής και όχι τα πρόσωπα, επέλεξε να δώσει μια πανοραμική θέση ισχύος στον παντογνώστη (;) συγγραφέα που κηρύσσει τις απόψεις-του, χωρίς αυτές να απορρέουν από την ίδια την πλοκή και τις οπτικές γωνίες των χαρακτήρων. Αυτό το μεταμοντέρνο εύρημα, ήδη συχνό στο μυθιστορηματικό είδος, θα μπορούσε να λειτουργήσει πιο γόνιμα, αλλά στο μεγαλύτερο μέρος-του γίνεται κήρυγμα και προπαγάνδα. Δεν σχολιάζω ότι ενίοτε είναι απόλυτος (όχι ο εκάστοτε χαρακτήρας, αλλά ο αφηγητής), όταν κηρύσσει λ.χ. ότι ο Τίτος Πατρίκιος είναι ο μεγαλύτερος ζων ποιητής-μας ή ότι το “Τέλος της μικρής-μας πόλης” του Δημήτρη Χατζή είναι η καλύτερη συλλογή ελληνικών διηγημάτων (το “ίσως” δεν σώζει την κατάσταση). Κι ο διδακτισμός, παρότι απευκταίος, τονίζεται ακόμα περισσότερο με το ύφος που υιοθέτησε σε μερικά από αυτά τα χωρία (κυρίως στην αρχή), ύφος ψιλοειρωνικό, αφ’ υψηλού χιουμοριστικό, λίγο πετυχημένα-λίγο αποτυχημένα σαρκαστικό.  
            Αυτό το βασικό ακρογωνιαίο μειονέκτημα σκεπάζει λίγο πολύ την ιδέα της κατάκτησης του αναγνώστη μέσα από την ίδια τη δύναμη της ανάγνωσης και των συγκινήσεων – προβληματισμών που η λογοτεχνία προκαλεί. Η διακειμενικότητα του μυθιστορήματος, το οποίο αγγίζει μεγάλους κλασικούς πεζογράφους, όπως τον Καμύ, τον Σάμπατο ή τον Ροΐδη, και ποιητές όπως τον Καρυωτάκη και τον Καβάφη, πιστεύει στην αξία του αποσπάσματος, αν και οι διάλογοι που ακολουθούν τις αναγνώσεις είναι πιο ουσιαστικοί (και θα μπορούσαν να είναι περισσότερο).
            Στο τέλος, η αντίθεση πνευματικής φιλαναγνωσίας και σωματικής σεξουαλικότητας θα μπορούσε να θέσει πολλά, βαθύτερα ερωτήματα. Εν τέλει, η αντίστιξη της καθημερινής αναγνώστριας (της Βάλιας) με τον αναγνώστη του Σαββατοκύριακου (τον ζιγκολό Σωκράτη) οδηγεί σε μια αντίθεση σιωπηλής και ηχηρής ανάγνωσης. Ο Φύσσας είχε εξ αρχής σχέδια που δεν μπόρεσαν να χωρέσουν με αληθοφάνεια τα μικρά και τα μεγάλα επιμέρους σημεία στο ίδιο πλαίσιο, αλλά αντιθέτως τα εξώθησε σε εξεζητημένες (αρέσει αυτή η λέξη στον συγγραφέα) εξελίξεις. Δίνει βέβαια ένα έξυπνο και συγκινητικό τέλος στο βιβλίο-του, αλλά έχει ήδη φορτώσει τη γραμμή δράσης με τόσα παρακλάδια που ο βασικός κορμός του έργου έχει ήδη αλλοιωθεί ανεπανόρθωτα.
Πατριάρχης Φώτιος

Thursday, June 21, 2012

6 ΧΡΟΝΙΑ ΒΙΒΛΙΟΚΑΦΕ

            Ποιος μπορεί να ενδιαφερθεί για ένα ιστολόγιο που σχετίζεται με τα βιβλία, σε μια εποχή που άλλα φλέγοντα προβλήματα απασχολούν μονίμως και μόνο την κοινή γνώμη; Ποιος θα καθίσει να διαβάσει τις απόψεις ενός τυχαίου (και μάλιστα ψευδώνυμου) αναγνώστη; Πόση αξιοπιστία μπορεί να αποκτήσει ένα βιβλιόφιλο μπλογκ; Αυτά και άλλα παρόμοια ερωτήματα απασχολούν εκ των υστέρων όποιον ξεκινά ένα προσωπικό διαδικτυακό ημερολόγιο, με εξειδίκευση στα βιβλία. Κι αυτό γιατί στην αρχή ο ενθουσιασμός της ιδέας αφήνει ίσως κατά μέρος τις όποιες επιφυλάξεις.
            6 χρόνια μετά από εκείνη τη μέρα που αποφασίστηκε να ξεκινήσει αυτό το ιστολόγιο, το σώμα των αναρτήσεων, των σχολίων, των βιβλίων που παρέλασαν από τα τραπεζάκια-του έρχεται να αποτελέσει μια τράπεζα πληροφοριών, αλλά κυρίως εμπειριών, ιδεών αλλά και διαλογικών απόψεων, εκτιμήσεων αλλά και θεωρητικών προβληματισμών.

            Ως προς τα συνολικά στατιστικά επισκέψεων ανά μήνα, έχουμε τα εξής: 

μήνας
σύνολο επισκέψεων
Ιούλιος 2011
5843
Αύγουστος 2011
5730
Σεπτέμβριος 2011
6668
Οκτώβριος 2011
6455
Νοέμβριος 2011
7174
Δεκέμβριος 2011
8822
Ιανουάριος 2012
10767
Φεβρουάριος 2012
9291
Μάρτιος 2012
9136
Απρίλιος 2012
7624
Μάιος 2012
8365
Ιούνιος 2012
(έως χθες)
5423

         Ειδικότερα, θα παρουσιάσω τη “δημοφιλία” των αναρτήσεων που δημοσιεύτηκαν τον τελευταίο χρόνο (από 21/6/2011 έως 20/6/2012) σε δύο λίστες: η πρώτη θα περιλαμβάνει τις 10 αναρτήσεις με τη μεγαλύτερη επισκεψιμότητα (αριθμός εισόδων) και η δεύτερη τις 10 αναρτήσεις της χρονιάς με τη μεγαλύτερη σχολιασιμότητα (αριθμός σχολίων). Η πρώτη δείχνει πόσο ενδιαφέρον θεωρήθηκε κάθε ποστ από τους τακτικούς και έκτακτους βιβλιόφιλους, και η δεύτερη πόση συζήτηση προκάλεσε κάθε ποστ, πόσο στάθηκε αφορμή για διαξιφισμούς και αντιπαραθέσεις. 

Πίνακας 1: σειρά αναρτήσεων με τον μέγιστο αριθμό επισκέψεων

Ανάρτηση
Επισκέψεις
652
557
496
414
372
349
320
298
289

285
 

Πίνακας 2: σειρά αναρτήσεων με τον μέγιστο αριθμό σχολίων

Ανάρτηση
Σχόλια
59
39
32
29
Τσιμπολογώντας τον τύπο …έντυπο τε και ηλεκτρονικό.
26
24
24
23
22
20

            Στα ‘συν’ αυτής της χρονιάς είναι η συνεργασία με τον ιστότοπο In2life, στον οποίο σχεδόν σε εβδομαδιαία βάση αναρτώ μία βιβλιοπαρουσίαση. Και φυσικά οι 294 φίλοι που δηλώνουν θαμώνες στο καφενεδάκι-μας, οι πολλοί άλλοι που μπαινοβγαίνουν, άλλοτε απλώς κοιτώντας και ακούγοντας κι άλλοτε καταθέτοντας τις απόψεις-τους. Αλλά πιο πολύ η συζήτηση που κάθε φορά γίνεται, σε επίπεδο διαλόγου πάνω στην ατζέντα που τα βιβλία θέτουν και όχι σε προσωπικές φιλοφρονήσεις, είναι για μένα το μέγιστο όφελος από όλη αυτήν την προσπάθεια.
            Ως τώρα δούλεψα όπως μπορούσα: αναζήτησα βιβλία που ίσως λένε κάτι, τα διάβασα, τα συζήτησα, έγραψα γι’ αυτά, ανάρτησα τις σκέψεις-μου, βρέθηκα μέσα στον αναβρασμό της ανάγνωσης και της αποτύπωσης των απόψεών-μου, άκουσα τι  λένε και οι άλλοι. Η οικονομική κρίση όμως έχει πλήξει και αυτό το μεράκι-μου και δυστυχώς ίσως αρχίσω να αναθεωρώ τις αγορές, ακόμα και βιβλίων (για ενημερωμένες βιβλιοθήκες ούτε λόγος!). Επομένως, αν πλήξει κάτι την αγάπη-μου για το βιβλίο, αυτό δεν θα είναι ο κορεσμός, αλλά η οικονομική κρίση.
            Η καινοτομία που εισάγουμε από τώρα και στο εξής είναι η μετάφραση των αναρτήσεων που αφορούν κυρίως την ξένη λογοτεχνία αλλά και τα πολύ καλά της ελληνικής, καθώς και τους θεωρητικούς προβληματισμούς που κατά καιρούς εγείρονται. Το έργο αυτό το αναλαμβάνει η Bookmark, την οποία και καλωσορίζω δημόσια στο Βιβλιοκαφέ, στο οποίο θα εργάζεται πλέον μαζί με τον ταλαντούχο σεφ και τα ευγενικά-μας γκαρσόνια, μαζί με όλο το τιμ της προετοιμασίας και του σερβιρίσματος των προϊόντων-μας. Σκοπός αυτής της κίνησης είναι να προωθήσουμε την ελληνική λογοτεχνία στο εξωτερικό και να προσελκύσουμε φίλους του βιβλίου κι από άλλες χώρες.
Συγχωρήστε-μας για τα όποια λάθη, συγχωρήστε-μας για την αυστηρή κριτική που συχνά ασκείται, συγχωρήστε-μας για τα βιβλία που δεν υπέπεσαν στην αντίληψή-μας και γι’ αυτό δεν τα συμπεριλάβαμε στις επιλογές-μας.
Εύχομαι σε όλους τους φίλους που συχνάζουν στα τραπεζάκια του Βιβλιοκαφέ δημιουργικές αναγνώσεις, γόνιμες συζητήσεις και ευεργετικές προτάσεις. Χρόνια πολλά και στη φίλη Κίκα Ολυμπίου του ξεχωριστού ιστολόγιου anagnostria.blogspot.com, το οποίο τυχαίνει να γεννήθηκε την ίδια μέρα με το δικό-μας μπλογκ. Κι επιπλέον δεν είναι καθόλου τυχαίο που διάλεξαν να ορίσουν τη νέα κυβέρνηση σήμερα, αφού γνώριζαν καλά τι σημαίνει αυτή η γενέθλια μέρα για τον τόπο!!!
Αν δικαιούμαι να ζητήσω κάτι από τους φίλους αυτού του ιστολογίου, είναι να συμμετέχουν ενεργά σχολιάζοντας τις αναρτήσεις-μου και όχι απλώς να επικοινωνούνε μαζί-μου με ηλεκτρονικό μήνυμα, εκφράζοντας την όποια επιδοκιμασία της προσπάθειάς-μου. Το μπλογκ ζητά πρώτιστα συνομιλητές.
Η φωτογραφία κορυφής προέρχεται από το http://ritournelleblog.com/ 
            Πατριάρχης Φώτιος και Bookmark