Monday, April 30, 2007

Καπουτσίνο: δοκίμιο για τα ιστολόγια

Ανδριωτάκης: Blogs. Ειδήσεις από το δικό σου δωμάτιο

Τα ιστολόγια αρχίζουν και απασχολούν όχι μόνο τους διαδικτυωμένους, αλλά και την ευρύτερη κοινότητα που προσελκύεται σταδιακά να ασχοληθεί μαζί τους. Κάποιοι μάλιστα τα μελετούν –στο εξωτερικό πιο ακαδημαϊκά- και καταγράφουν τις λειτουργίες και τις τάσεις τους.
Ο Ανδριωτάκης –μπλόγκερ ο ίδιος- γράφει ένα υπερ-κειμενικό δοκίμιο, στο οποίο θίγει τα βασικά χαρακτηριστικά των μπλογκ, όπως την ανωνυμία, τη δυνατότητα να μιλήσει ο απλός άνθρωπος, τη δύναμή των ιστολόγων απέναντι στους πολιτικούς ή στις επιχειρήσεις, τη δημοσιογραφική τους “λειτουργία”, τους κινδύνους που εγκυμονούν κ.τ.λ. Όποιος ασχολείται έστω και λίγο με την μπλογκόσφαιρα θα ανακαλύψει δεδομένα που κι ο ίδιος έχει διιδεί σ’ αυτήν και θα διαβάσει με σχετικά οργανωμένο τρόπο τις ποικίλες εκφάνσεις του φαινομένου. Ο Ανδριωτάκης είναι θιασώτης των ιστολογίων, αρκεί να μην χάσουν το μέτρο και γίνουν μια άμορφη μάζα κινδυνολογίας και συκοφαντιών.
Ωστόσο, το όλο βιβλίο είναι πολύ λίγο: μοιάζει με μια εμπειρική προσπάθεια καταγραφής λειτουργιών, προσπάθεια που θα μπορούσε να κάνει ο οποιοσδήποτε επαρκής μπλόγκερ, ο οποίος θα ήθελε να το ψάξει περισσότερο. Η πενιχρή βιβλιογραφία στην οποία στηρίζεται είναι πολύ επιφανειακή και επί γενικότερων θεμάτων, ειδικά εφόσον υπάρχουν ήδη πολυάριθμες μελέτες στο διαδίκτυο για τα weblogs που παρακολουθούν το φαινόμενο και αναλύουν –κυρίως κοινωνιολογικά- τη δυναμική του. Από την άλλη, σε πολλά σημεία φαίνεται ένας διδακτικός τόνος, μια χροιά στο ύφος που παραπέμπει σε μια δεοντολογία και όχι σε μια ουδέτερη καταγραφή, σε μια χειραγώγηση που δεν διατυπώνεται ούτε καν ως προβληματισμός. Τέλος, μου φάνηκε πολύ πρόχειρη δουλειά ως προς τη γλωσσική ένδυση του κειμένου και στην τυπογραφική του παρουσία, καθώς άπειρα λάθη –ορθογραφικά και εκφραστικά- παρεισέφρησαν στο βιβλίο. Δεν ξέρω καν αν παρενέβη επιμελητής που να διορθώσει τα παροράματα.
Ωστόσο, είναι η πρώτη προσπάθεια στα ελληνικά να παρουσιαστεί ο ιστολογικός χώρος -πέρα από διάφορα άρθρα που περιπτωσιολογικά μιλάνε γι’ αυτόν- και γι’ αυτό μπορεί να θεωρηθεί το πρωτόλειο του είδους, που εισάγει τον αναγνώστη του στον θαυμαστό κόσμο των ηλεκτρονικών ημερολογίων.
Ελπίζω να δούμε σύντομα και πιο επαρκείς μελέτες.

Πατριάρχης Φώτιος
30.4.2007

Friday, April 27, 2007

Καφές από καλαμπόκι: Δημήτρης Σωτάκης


Δημήτρης Σωτάκης, “Ο άνθρωπος καλαμπόκι”


Ο Δ. Σωτάκης έχει δημιουργήσει ένα ελληνόφωνο καφκικό σύμπαν στα δύο προηγούμενα έργα του, τόσο στην “Πράσινη πόρτα” όσο και στην “Παραφωνία”. Ο “Άνθρωπος καλαμπόκι” ολοκληρώνει αυτήν την καφκική τριλογία, που θέτει υπαρξιακούς προβληματισμούς και επιχειρεί να δείξει το παράλογο της ζωής και την αδυναμία του ανθρώπου να το παρακολουθήσει και να το ξεπεράσει.
Το συγκεκριμένο βιβλίο, παρόλο που διαθέτει εν μέρει αυτά τα καφκικά χαρακτηριστικά, κινείται λίγο πολύ εκτός αυτών των ορίων. Η αλληγορία του εξακολουθεί να ωθεί τον αναγνώστη στην αναγνώριση συμβόλων και σχημάτων της ανθρώπινης συμπεριφοράς με άξονα το κ α λ α μ π ό κ ι και την εμμονή του ήρωα σ’ αυτό. Ο πρωταγωνιστής σχηματοποιείται εξ αρχής με όρους της ψυχολογίας: μονομανία στην ιδέα του καλαμποκιού και στην αξία του για ολόκληρη την ανθρωπότητα (βλ. και τη μονομανία στο έργο του Poe "The Black Cat and other stories"), αίσθηση της ιδιαίτερης αποστολής που του έχει ανατεθεί σαν απεσταλμένου του καλαμποκιού επί της γης, γεγονός που σταδιακά τον μετατρέπει σε Μεσσία με αποστόλους και αγίους (κυριολεκτικά), πρόβλημα κοινωνικότητας και συμβίωσης με τους άλλους, σύγχυση στόχων, θεωρίες συνωμοσίας κ.τ.λ.
Ακόμη περισσότερο ο Σωτάκης προσπαθεί να παίξει στο μεταμοντέρνο πεδίο και μάλιστα στο γήπεδο της απουσίας νοήματος που διέπει τον κόσμο, έννοιας αντι-αριστοτελικής. Ένα τέτοιο πετυχημένο παράδειγμα είναι η “Πλωτή όπερα” του Ρ. Μπάρθ, μεταφρασμένη και στα ελληνικά. Πού δεν τα καταφέρνει; Κατά τη γνώμη μου, αδυνατεί να καταδείξει ότι όσα συνέβησαν είναι πτυχές της σύγχρονης φαινομενολογίας. Με άλλα λόγια, φτιάχνει ένα μυθιστόρημα χωρίς ουσιαστικό ειρμό, για να δείξει ότι ο κόσμος δεν έχει ειρμό και νόημα. Τελικά πετυχαίνει να καταλάβει ο αναγνώστης την απουσία νοήματος στο έργο, αλλά όχι πως και η ζωή είναι έτσι, ειδικά μέσω της οπτικής γωνίας του πρωταγωνιστή. Στην “Παραφωνία” το ένα επεισόδιο ακολουθούσε το άλλο κλιμακωτά κι έτσι η ιστορία κέρδιζε σε βάθος, καθώς κάθε νέα σκηνή συνέχιζε και επέκτεινε την προηγούμενη. Εδώ, φαίνεται πως κάθε επεισόδιο αποκόπτεται από τα προηγούμενα και έτσι ατονεί η όλη σύνθεση.
Ο κεντρικός (αντι)ήρωας δεν πείθει για τη μονομανία του, κυρίως επειδή τα πάντα αποδίδονται επιφανειακά και ρηχά. Τα γεγονότα δίνονται με μια εξωτερική μονοκάμερη λήψη, που δεν μεταφέρει το πάθος –όπως συνέβαινε στην “Πράσινη πόρτα”-, αλλά το καλαμπόκι αναδεικνύεται σε φετίχ, όχι μέσα από την ψυχολογία του προσώπου αλλά μέσα από τη ρητορική του βιβλίου.
Ο Σωτάκης δεν παύει να είναι μια αξιοσημείωτη περίπτωση στα ελληνικά γράμματα και οι πειραματισμοί του πάντα έχουν ενδιαφέρον, ασχέτως αν το αποτέλεσμα δεν είναι αυτό που θα περίμενε κανείς.

Βλέπε θετικά σχόλια για τον “Άνθρωπο-καλαμπόκι”:
- http://alexistamatis2.blogspot.com/2007/04/blog-post_08.html
- http://mamaloukas.blogspot.com/2007/03/blog-post_09.html
- Λίνα Πανταλέων, “Παρανοϊκή σύγκρουση με τον κόσμο”, εφ. Ελευθεροτυπία (ένθετο Βιβλιοθήκη), 27.4.2007.


Πατριάρχης Φώτιος
27.4.2007

Thursday, April 26, 2007

Λιμοντσέλο: βραβεία “διαβάζω”

Απονομή των βραβείων “διαβάζω”

Τα βραβεία του περιοδικού “διαβάζω” είναι ίσως και λόγω παράδοσης και λόγω των μελών της κριτικής επιτροπής τα πλέον αναγνωρισμένα. Φέτος μάλιστα που έπεσε πολύ χρήση χάρη σε χορηγούς η όλη παρουσίαση με έγχρωμα τευχίδια και φωτογραφίες των υποψηφίων αλλά και η εκδήλωση απονομής ήταν καλύτερη από ποτέ. Συνοπτικά τα βραβεία είναι:

1. Βραβείο γενικότερης προσφοράς στον χώρο του βιβλίου: Γ. Σπανός, εκδότης του περιοδικού «Βιβλιοφιλία».
2. Πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα: Λένα Κιτσοπούλου, “Νυχτερίδες” (συλλογή διηγημάτων), εκδόσεις Κέδρος.
3. Δοκιμίου: Τζίνα Πολίτη, “Περί αμαρτίας, πάθους, βλέμματος και άλλων τινών”, εκδόσεις Άγρα.
4. Εικονογραφημένου βιβλίου: Χρήστος Μπουλώτης – εικον. Φωτεινή Στεφανίδη, “Η κυρία Μίνα και η άνοιξη”, εκδόσεις Λιβάνη.
5. Βιβλίου για μεγάλα παιδιά: Μαρία Παπαγιάννη, “Ως διά μαγείας”, εκδόσεις Πατάκης.

6. Ποίησης: Θεώνη Κοτίνη, “Ανίδεοι πάλι”, εκδόσεις Πλανόδιον.
7. Διηγήματος: Μένης Κουμανταρέας, “Η γυναίκα που πετάει”, εκδόσεις Κέδρος & Αργύρης Χιόνης, “Όντα και μη όντα”, εκδόσεις Γαβριηλίδης.
8. Μυθιστορήματος: Αντώνης Σουρούνης, “Το μονοπάτι στη θάλασσα”, εκδόσεις Καστανιώτης.

Πατριάρχης Φώτιος
25.4.2007

Sunday, April 22, 2007

Χυμός κεράσι: συγγραφείς και γλώσσα

Συγγραφείς και γλώσσα

Είναι τα κείμενα που διαβάζουμε από τους Έλληνες λογοτέχνες μια ποιοτική αναβάθμιση της ελληνικής γλώσσας; Η απάντηση καταρχήν δεν μπορεί να είναι αρνητική, αφού η λογοτεχνία ανέδειξε και εξακολουθεί να καλλιεργεί τη γλώσσα μας. Πολλοί μάλιστα πιστεύουν ότι ένα καλό λογοτέχνημα δεν στηρίζεται τόσο στην πλοκή, στους χαρακτήρες, στην ατμόσφαιρα ή στην έξυπνη ιδέα, αλλά στο ύφος του δημιουργού.
Κι εδώ ξεκινάει το πρώτο πρόβλημα: τα περισσότερα κείμενα της νεοελληνικής πεζογραφίας χρησιμοποιούν τη γλώσσα με έναν καθαρά διεκπεραιωτικό τρόπο. Με άλλα λόγια οι πεζογράφοι αδιαφορούν να δουν τη γλώσσα ως υλικό ζύμωσης των ιδεών με τον λόγο και την αντιμετωπίζουν σαν δημοσιογράφοι με ένα άνοστο, ανούσιο ύφος, που πιο πολύ περιγράφει παρά ανακαλύπτει και δημιουργεί, που πιο πολύ καταγράφει παρά εμβαθύνει. Η γλώσσα γι’ αυτούς είναι περισσότερο ένα τζάμι πίσω από το οποίο προσπαθούν να παρουσιάσουν την πραγματικότητα “ρεαλιστικά”, ενώ δεν αντιλαμβάνονται πως είναι κι αυτή ένα πρίσμα της υποκειμενικότητας και της προσωπικής τους ιδιοσυγκρασίας και επομένως είναι αναγκαίο να δουλευτεί εξίσου. Έτσι, βλέπουμε κείμενα χωρίς ύφος, με την απρόσωπη γραφή του τύπου και των Μ.Μ.Ε. εν γένει.
Οι περισσότεροι πεζογράφοι μας δεν είναι και δημιουργοί ύφους.
Από την άλλη, μερικοί εξ αυτών αγνοούν βασικούς κανόνες της γλώσσας και γράφουν αποτυπώνοντας στο κείμενό τους τα λάθη του προφορικού λόγου, παιδιά της τηλεόρασης κι αυτά και όχι της ουσιαστικής εκπαίδευσης. Σ’ αυτό όμως θα κατηγορήσω ευθέως και τους διορθωτές (φιλολογικοί επιμελητές), οι οποίοι διαβάζουν βιαστικά (;), αγνοούν τα ελληνικά (;), δεν εισακούονται από τους συγγραφείς (;) και γι’ αυτό επιτρέπουν σε ποικίλα ορθογραφικά, εκφραστικά κ.λπ. λάθη να παρεισφρέουν στα εκδοθέντα κείμενα. [Σε λογοτεχνικά μάλιστα έργα ενός συγκεκριμένου μεγάλου εκδοτικού οίκου έχω παρατηρήσει κατ’ εξακολούθηση πάμπολλα τέτοια λάθη, γεγονός που στην επανάληψή του δείχνει αδυναμία των διορθωτών του].
Το ερώτημα είναι συνολικά γιατί δεν καλλιεργείται στη λογοτεχνία η γλώσσα; Νιώθω ότι μπορώ να πω πολλά, αλλά ακόμα χρειάζομαι να βρω έρεισμα στον διάλογο για να προσανατολίσω τις σκέψεις μου.

Πατριάρχης Φώτιος
22.4.2007

Saturday, April 21, 2007

Ελληνικός γλυκός με καϊμάκι: Μπαλτάκος


Τάκης Μπαλτάκος, “Ο θάνατος του Εφιάλτη”



Το θέμα της αρχαίας Σπάρτης και των Θερμοπυλών είναι επίκαιρο λόγω της ταινίας “300”. Έτσι, γίνεται επίκαιρο και το ιστορικό μυθιστόρημα του Μπαλτάκου (παρόλο που κυκλοφόρησε προ τριετίας) το οποίο αναφέρεται στα γεγονότα από τη μάχη του 480 π.χ. στις Θερμοπύλες ως το 469 π.Χ., οπότε σκοτώνεται τιμωρούμενος ο Εφιάλτης (Μαλιεύς και ουχί Λάκων, όπως στην ταινία).
Το βιβλίο ακολουθεί κλασικότροπες αφηγηματικές τεχνικές με αφηγητή έναν Σπαρτιάτη αξιωματούχο. Έτσι, χωρίς να ανανεώνει τον τρόπο αφήγησης, ο συγγραφέας επιμένει περισσότερο στην ανάπλαση της ιστορίας και της ατμόσφαιρας της περιόδου, την αποτύπωση του τρόπου ζωής των Λακεδαιμονίων και την προσπάθεια ερμηνείας του. Πράγματι ο αναγνώστης μυείται στη σκληρή και λιτή ζωή τους, μέσα στην οποία ανακαλύπτει όχι βέβαια ένα στρατοκρατικό σύστημα αλλά μια άλλη φιλοσοφία για τη ζωή με υπέρβαση του φόβου του θανάτου και υπακοή-πειθαρχία στα κελεύσματα της πατρίδας.
Δεν περιμένει κανείς ότι θα κρατήσει το βιβλίο στη συνείδησή του για τη νεωτεριστική γραφή του, αλλά δεν είναι λίγο που απολαμβάνει ένα καλογραμμένο κείμενο, με ισορροπία μεταξύ μυθοπλασίας και ιστορίας (με κάποια ίσως υπερβολή στους στοχαστικούς διαλόγους), με ενδιαφέρον για το τέλος, αν και δεν είναι αυτός ο μέγιστος αναγνωστικός στόχος.

Πατριάρχης Φώτιος
21.4.2007

Wednesday, April 18, 2007

Καφές φίλτρου: Καπλάνι

Γκαζμέντ Καπλάνι,
“Μικρό ημερολόγιο συνόρων”

Το βιβλίο αυτό πρέπει να το διαβάσουν όλοι οι Αλβανοί που ζουν στη χώρα μας ως την προσωπική τους αυτοβιογραφία. Πρέπει να το διαβάσουν όλοι οι μετανάστες ως την πνευματική παρακαταθήκη της πρώτης γενιάς μεταναστών που πέρασαν τα σύνορα. Και φυσικά πρέπει να το διαβάσουν όλοι οι Έλληνες, για να θυμηθούν τις δικές τους ιστορίες στην Αμερική, στην Αυστραλία, στη Γερμανία κ.λπ. και να καταλάβουν τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος με δύο αλλά ταυτόχρονα με καμία πατρίδα.
Το “Μικρό ημερολόγιο συνόρων” δεν είναι μυθιστόρημα· είναι ωστόσο προϊόν λογοτεχνικότητας καθώς ο αφηγητής, που ταυτίζεται εξαιτίας της αυτοβιογραφικότητας του κειμένου με τον συγγραφέα, αναπλάθει τον ερχομό του στην Ελλάδα με καίρια, ευαίσθητα και ευαισθητοποιούντα, εύληπτα όσο και προβληματισμένα στιγμιότυπα. Κάθε μικρό κεφάλαιο αναφέρεται είτε σε κάποια φάση από τις πρώτες μέρες παραμονής στην Ελλάδα, είτε στη ζωή στην Αλβανία πριν από την έλευσή του εδώ, είτε στο τώρα που απολαμβάνει τη ζωή στη χώρα μας, αλλά και ταλαιπωρείται από τη “μεταναστευτική” του ταυτότητα.
Τέτοια βιβλία επαναπροσδιορίζουν την έννοια του ανθρώπου, του εθνικισμού και του ρατσισμού, της γραφειοκρατίας και της πατρίδας, της αλληλεγγύης και της ανθρώπινης μοίρας. Χωρίς να είναι σκληρό, προκαλεί προβληματισμούς, και, χωρίς να γίνεται μελοδραματικό, αγγίζει τις ευαισθησίες μας.
Επ' ευκαιρία, οι εκδόσεις Πατάκης στον ετήσιο διαγωνισμό διηγήματος για νέους συγγραφείς έδωσαν θέμα την μετανάστευση: Συμμετοχές μέχρι τις 30 Ιουνίου 2007 (σφραγίδα ταχυδρομείου). Δικαίωμα συμμετοχής έχουν όσοι δεν έχουν εκδώσει πεζογραφικό βιβλίο. Κείμενα στα όρια των 5.000-7.000 λέξεων και επισύναψη σύντομου βιογραφικού Αποστολή με ταχυδρομείο: Εκδόσεις Πατάκη, Βαλτετσίου 14, 10680 Αθήνα, με την ένδειξη «Για το διαγωνισμό διηγήματος», υπόψη κ. Γιώργου Πάντσιου (τηλ. 210.36 50.051).

Πατριάρχης Φώτιος
18.4.2007

Sunday, April 15, 2007

Πέπερμιντ: αυτό-μπλογκοανάλυση

Τι περιμένουν από τα μπλογκς οι αναγνώστες μας;


Θα ήθελα πολύ να μάθω; Να δω πώς μας βλέπουν και τι απαιτούν από εμάς.
Φυσικά, επειδή οι αναγνώστες είναι σε κάποιο ποσοστό κι αυτοί μπλόγκερς, όπως κι εγώ, προσπαθώ να σταθμίσω τι μπορεί να δώσει ένα (βιβλιόφιλο) ιστολόγιο και με ποιες προϋποθέσεις. Αφορμή το σημερινό αυτοαναφορικό σχόλιο στην εφ. Καθημερινή του Ν. Ξυδάκη με τίτλο “Blog me tender”. Αντιγράφω ένα σημείο που με ενδιαφέρει:

“Οι αναγνώστες, συχνά, μπορεί να είναι πιο μορφωμένοι και πιο ενήμεροι από τους δημοσιογράφους – τουλάχιστον από τους αλαζόνες δημοσιογράφους που αναπαύονται αυτάρεσκα στις μαραμένες δάφνες του λάιφσταϊλ, του ναρκισισμού χωρίς αίμα, του φτενού power game. Από την άλλη πλευρά του εκράν τώρα. Πολλοί μπλόγκερ υποφέρουν από παιδικές ασθένειες της δημοσιογραφίας: εντυπωσιοθηρία, αδιασταύρωτη είδηση, αφρόντιστη γλώσσα. (Άλλοι επιμένουν στον ιμπρεσιονισμό του προσωπικού ημερολογίου – είναι άλλη συζήτηση) Δεν απαιτώ επαγγελματικές αρετές από τους ερασιτέχνες, ακριβώς διότι δεν πληρώνονται. Ωστόσο, εφόσον διεκδικούν τη μαζικότητα του μέσου, φέρουν παρόμοια την ηθική ευθύνη έναντι του δυνητικού κοινού. Και ακεραία την ευθύνη για το ψέμα ή την κακογουστιά. Κρίνεται και ο μπλόγκερ, όπως κρίνεται ο κάθε δημοσιολογών.”

Επομένως:
1. Ο μπλόγκερ οφείλει να είναι διαβασμένος για όσα γράφει. Και διαβασμένος δεν σημαίνει ότι, επειδή έχω διαβάσει πενήντα λογοτεχνήματα, μπορώ να εκφέρω γνώμη αυθεντίας. Ή διαβάζω περαιτέρω ή καταθέτω απλώς την αναγνωστική μου πρόσληψη, πράγμα που δεν είναι βέβαια καθόλου λίγο.
2. Κάθε ιστολόγιο οφείλει να είναι βήμα διαλόγου και όχι δογματισμού, τόσο από τον μπλόγκερ όσο και από τους αναγνώστες του.
3. Κάθε βιβλιόφιλο ιστολόγιο οφείλει να είναι τράπεζα συζήτησης γύρω από το βιβλίο, τον συγγραφέα ως συγγραφέα και όχι ως δρων υποκείμενο, τη λογοτεχνική και πνευματική κίνηση, τα βραβεία, τους αναγνωστικούς προβληματισμούς γύρω από την τρέχουσα βιβλιοπαραγωγή κ.ο.κ.
4. Ο ιστολόγος οφείλει να φροντίζει τα κείμενά του και γλωσσικά και να μην τα πετάει ατάκτως και πρόχειρα με χίλια δυο εκφραστικά λάθη, είτε γιατί δεν ξέρει ελληνικά (και απορώ πώς διαβάζει τη λογοτεχνία), είτε γιατί βιάζεται και δεν μεριμνά για όσα δημοσιεύει.
5. Η εντυπωσιοθηρία δείχνει άνθρωπο που επιδιώκει να προσελκύσει τα βλέμματα στο μπλογκ του, όχι με τη διατήρηση της ποιότητας και του προβληματισμού αλλά μέσω λαϊκισμού και διαφημιστικής προπαγάνδας.

Έχω την εντύπωση ότι τα ελληνικά βιβλιοφιλικά μπλογκς διατηρούν και συνεχώς ανυψώνουν το επίπεδο του λόγου τους. Μέσα από την αυτοσυνειδησία που αποκτούμε και την ειλικρινή μας διάθεση για βελτίωση, μπορούμε να διαμορφώσουμε ένα δίκτυο ανταλλαγής ιδεών και διαμόρφωσης ενός απαιτητικού και υποψιασμένου αναγνωστικού κοινού.

Πατριάρχης Φώτιος
15.4.2007

Saturday, April 14, 2007

Πολλά βαρύς και όχι. M.Collins


Michael Collins: Χαμένες ψυχές

Το μυθιστόρημα συνδυάζει σε εξαιρετική ισορροπία το αστυνομικό και το κοινωνικό είδος. Αυτό βέβαια πλέον είναι ο κανόνας, αλλά ο Collins το καταφέρνει με ένα διακριτικό όσο και πετυχημένο τέχνασμα:
Ξεκινά με την ανεύρεση του πτώματος ενός μικρού κοριτσιού, αλλά γρήγορα ο ερευνητής-αστυνομικός ανακαλύπτει ότι τη χτύπησε ο σταρ της τοπικής ομάδας, με αποτέλεσμα να μετατρέπεται η εστίαση στις τύψεις του ενόχου και στην προσπάθεια της κοινωνίας να τον απαλλάξουν από τις ενοχές για να προσφέρει στην πόλη την πολυπόθητη δόξα. Στη συνέχεια αποκαλύπτεται ότι κάποιο άλλο αυτοκίνητο είχε χτυπήσει πρώτα το κοριτσάκι, οπότε πάλι η αστυνομική δράση επανέρχεται δριμύτερη. Οι εναλλαγές συνεχίζονται με την ενοχοποίηση του ερευνητή-αφηγητή, ο οποίος είναι αντιηρωική φυσιογνωμία, μέχρι το τέλος.
Ο αναγνώστης κερδίζει μια υπόθεση με σασπένς• κερδίζει μια καθαρή ματιά πάνω στην αμερικάνικη κοινωνία που κινείται ανάμεσα στη θρησκοληψία και την ανάγκη για καταξίωση, ανάμεσα στην τελμάτωση και την αναζήτηση μιας διεξόδου• κερδίζει τέλος και την ανατομία της ανθρώπινης υπόστασης στις διάφορες διαβαθμίσεις της ψυχολογίας της.
Δες το χθεσινό κείμενο (13.4.2007) της Αργ. Μαντόγλου στην Ελευθεροτυπία (Βιβλιοθήκη) και τη βιβλιοπαρουσίαση του Φ. Φιλίππου στο Βήμα της 25.3.2007.

Πατριάρχης Φώτιος
14.4.2007

Wednesday, April 11, 2007

Λικέρ κανέλλα: Αυτοπαρουσίαση στο “Έθνος”

Αυτοπαρουσίαση στο Έθνος


Το «Έθνος» προχθές, την Κυριακή του Πάσχα, κάλεσε για την Ανάσταση τον Πατριάρχη αυτοπροσώπως! Με άλλα λόγια η Ελένη Γκίκα, την οποία ευχαριστώ για την τιμή, περιέλαβε στη μόνιμη πλέον στήλη για τα μπλογκς και το Β Ι Β Λ Ι Ο Κ Α Φ Ε.

Τα λόγια της: Κερνάει… καφέδες και χυμούς υπό μορφή βιβλιοφιλικών ποστ στη διαδικτυακή διεύθυνση http:vivliocafe.blogspot.com. Πατριάρχης Φώτιος υπογράφει και συστεγάζεται με την Κάτια. Ειδικότης τους η ελληνική εκδοτική παραγωγή με έμφαση στη λογοτεχνία. Ενδεικτικοί τίτλοι που χαρακτηρίζουν το μπλογκ: «Χυμός αχλάδι: αυτοβελτίωση», «Coca Cola light: γνωρίζω τον συγγραφέα», «Σαγκρία: Αχιλλέας Κυριακίδης», «Bloody Mary: Παύλος Μάτεσις», «Βυσσινάδα: Το χαμένο κοινό της λογοτεχνίας». Όλα ξεκίνησαν βέβαια τον Ιούνιο του 2006 στην αρχή με… σκέτους χυμούς: «Βυσσινάδα», «Χυμός ροδάκινο» και «Χυμός πορτοκάλι».

Και τα δικά μου:
Το ΒΙΒΛΙΟΚΑΦΕ κερνάει ροφήματα και χυμούς για την ελληνική (και ξένη) βιβλιοπαραγωγή, ειδικά στον χώρο της πεζογραφίας· δίνει δηλαδή τροφή σε παρέες για γόνιμες συζητήσεις με τους επισκέπτες του μπλογκ.
Ξεκίνησα τον 9ο μ.Χ. αιώνα, όταν αποφάσισα να κρατήσω σημειώσεις για βιβλία που διάβαζα, με αποτέλεσμα να βγει η “Μυριόβιβλος” με καταγραφές μου για 280 συγγραφείς. Συνέχισα, όταν τελείωσα το λύκειο, με καρτέλες, όπου καταγράφω συστηματικά τα σχόλιά μου για βιβλία που διαβάζω από τότε, με αποτέλεσμα να διαθέτω πλέον έναν αρκετά μεγάλο αριθμό.
Τώρα πια, από τον Ιούνιο του 2006, (μαζί με την “Κάτια”, που λείπει τώρα στο εξωτερικό) κοινοποιώ στο ιστολόγιό μας τις παρατηρήσεις μου για βιβλία κυρίως της τρέχουσας ελληνικής πεζογραφίας, ενώ σκοπεύω να οργανώσω και αναδρομές σε κλασικά ελληνικά έργα, τα οποία δεν προβάλλονται στις εφημερίδες. Παράλληλα, δημοσιεύω τις σκέψεις μου για όσα απασχολούν τους Έλληνες αναγνώστες, από τα διαβάσματά τους ως την κριτική και από τη συγγραφική πράξη ως τη δημιουργική γραφή. Πετάω δηλαδή μποτίλιες στο πέλαγος…
Στόχος μου είναι το ΒΙΒΛΙΟΚΑΦΕ να αποτελέσει στέκι βιβλιόφιλων, οι οποίοι δεν έρχονται για να πιάσουν κουβεντούλα κομμωτηρίου, αλλά να συνομιλήσουν για το βιβλίο με όρους γόνιμου διαλόγου, με επιχειρήματα και απόψεις και όχι με ατάκες ή πυροτεχνήματα. Προσπαθώ να είμαι νηφάλιος στις εκτιμήσεις μου, να στηρίζω όσα λέω και περιμένω ανάλογη διάθεση. Στο ΒΙΒΛΙΟΚΑΦΕ δεν διασταυρώνονται πρόσωπα αλλά επιχειρήματα, και γι’ αυτό ο Πατριάρχης Φώτιος είναι οι απόψεις του και όχι αυτός που κρύβεται πίσω του, είτε είναι μοναχός στο Άγιο Όρος ή βιβλιόφιλος αναρχικός στα Εξάρχεια, καθηγητής Πανεπιστημίου ή μπογιατζής, δημοσιογράφος της κακιάς ώρας ή φιλήσυχος συνταξιούχος. Ως εκ τούτου, δεν πιστεύω στα βιβλιοφιλικά μπλογκς όπου συζητάνε προσωπικά θέματα σαν πρωινάδικα της ιστο-τηλεόρασης.
Τι κέρδισα από όλο αυτό το εγχείρημα; Μα φυσικά να συζητάω με ανθρώπους άλλης κουλτούρας και νοοτροπίας, ώστε να ξεφύγω από τον δικό μου αναγνωστικό μικρόκοσμο. Κέρδισα τη δυνατότητα να εκθέτω τη γνώμη μου και επομένως να τη σκέφτομαι διπλά, αλλά και να ακούω την απάντηση, την οποία πάντοτε προσπαθώ να κατανοήσω, συχνά συμφωνώντας και συχνά διαφωνώντας. Απεχθάνομαι τον δογματισμό, γιατί δείχνει μονομέρεια, απεχθάνομαι τις εμπειρικές κρίσεις, γιατί ενθρονίζουν την προσωπική γνώμη σε γενικευμένη αλήθεια. Γι’ αυτό, παράλληλα με τη πεζογραφία, προχωρώ σε αφανές διάβασμα, όπως θεωρία λογοτεχνίας, φιλοσοφία, ποίηση, ιστορία, κοινωνιολογία κ.τ.λ., ώστε να ενισχύσω τον αναγνωστικό μου εξοπλισμό και να είμαι πιο υποψιασμένος αναγνώστης.
Γενικά τα μπλογκς δίνουν φωνή στον αναγνώστη και μορφοποιούν τον ορίζοντα πρόσληψης της εποχής, πέρα από τις επώνυμες βιβλιοκριτικές. Γι’ αυτό τέτοιες συστηματικές προσπάθειες είναι ψηφίδες στην ιστορία της λογοτεχνίας και των ιδεών.

Χριστός Ανέστη!
Πατριάρχης Φώτιος
11.4.2007

Monday, April 02, 2007

Coca Cola: Παγκόσμια ημέρα παιδικού βιβλίου

2 Απριλίου: Παγκόσμια ημέρα παιδικού βιβλίου

Διαβάζουν οι μεγάλοι παιδικά βιβλία (Δεν αναφέρομαι φυσικά στους γονείς); Κι όμως έχει αρχίσει γοργά να ξεπερνιέται η απαξίωση που τα συνόδευε παλαιότερα, γιατί η ίδια η βιβλιοπαραγωγή τους έχει καταδείξει πόσο φρέσκα, δημιουργικά και εμπνευσμένα είναι.
Η παιδική λογοτεχνία έρχεται με τον ανθρωπιστικό της χαρακτήρα να ξανασυνδέσει την ανάγκη του κοινού να ακούει ιστορίες με την υψηλή τέχνη. Ο κάτοχος Νόμπελ Isaac Bashevis Singer είπε: «Άρχισα να γράφω για παιδιά σαν ύστατη καταφυγή, για να γλιτώσω από μια λογοτεχνία έξαλλη, έτοιμη ν’ αυτοκτονήσει».
Πέρα απ’ αυτό πολλά βιβλία για παιδιά και εφήβους της τελευταίας 30ετίας έχουν να επιδείξει αξιόλογες αισθητικές καινοτομίες πέρα από το όποιο θέμα πραγματεύονται. Μια ενδεικτική, μικρή ανθολόγηση τέτοιων βιβλίων Ελλήνων συγγραφέων ίσως μάς πείσει (εκτός από τις αγαπημένες παιδιών και γονέων Άλκη Ζέη και Ζωρζ Σαρρή):
- Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, “Σπίτι για πέντε”: πολυφωνικό κείμενο με εναλλαγή επιστολών, μαγνητοφωνημένων ημερολογίων και τηλεφωνικών συνδιαλέξεων γύρω από μια οικογένεια που προέκυψε από το γάμο δύο γονέων με παιδί.
- Μάνος Κοντολέων, “Το 33”: μεταμοντέρνα αλλά και παιγνιώδης νουβέλα με εμπλοκή του συγγραφέα και συζήτηση με τους ήρωες, με εναλλακτική εξέλιξη, με αυτοαναφορικότητα κ.τ.λ. γύρω από το διαζύγιο.
- Παντελής Καλιότσος, “Τα ξύλινα σπαθιά”: συνδυασμός παιδικής αφέλειας και ενήλικης βλακείας γύρω από τον πόλεμο.
- Βαγγέλης Ηλιόπουλος – Λουτσάνο Κόμιντα, “Από: Μικέλε Προς: Φώτη”: πείραμα συν-συγγραφής βιβλίου από δύο αλλόγλωσσους πεζογράφους το βιβλίο, το οποίο απαρτίζεται από τον επιστολικό λόγο των δύο φίλων.
- Ευγένιος Τριβιζάς, “Τα 33 ροζ ρουμπίνια” και “Τα 88 ντολμαδάκια”: υπερ-κείμενο (hypertext) όπου ο νεαρός αναγνώστης επιλέγει την εξέλιξη της ιστορίας μέσα από κόμβους.

Κάντε δώρο στον εαυτό σας την ανάγνωση ενός καλού βιβλίου για παιδιά ή εφήβους, έστω κι αν το Πάσχα δεν είναι συνυφασμένο με το παιδί.

Καλή Ανάσταση!
Πατριάρχης Φώτιος
2.4.2006