Sunday, January 31, 2021

Adrien Bosc, “Καπιτέν”

 Δεύτερο κείμενο για πλοία που σώζουν πολιτικούς πρόσφυγες. Εξόριστοι της γερμανικής πολιτικής και του καθεστώτος του Βισύ, φεύγουν από τη Μασσαλία για την Αμερική. Ανάμεσά τους γνωστοί διανοούμενοι, ανάμεσά τους ζωές και βιογραφικά ιδεών.

 

Adrien Bosc

“Capitaine”

2018

Καπιτέν

μετ. Α. Παππάς

εκδόσεις Στερέωμα -2020

 

Αυτός που μου έκανε δώρο το βιβλίο του Bosc, πίστευε (δικαίως) ότι θα με ενδιέφερε, καθώς σ’ αυτό διασταυρώνονται πνεύματα και κουλτούρες διανοούμενων, όπως στην “Έβδομη λειτουργία της γλώσσας” του επίσης Γάλλου Laurent Binet.

 

> Ο Adrien Bosc γεννήθηκε το 1986 στην Αβινιόν. Το 2014 το μυθιστόρημά του Constellation τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο της Γαλλικής Ακαδημίας, καθώς και με το Prix de la Vocation. Ιδρυτής των Éditions du Sous-sol, ο Adrien Bosc εργάζεται παράλληλα στις εκδόσεις Seuil, των οποίων είναι αναπληρωτής διευθυντής.

 

ΉΞΕΡΑ για το Ματαρόα, το πλοίο που φυγάδευσε πολλούς Έλληνες διανοούμενους στη Γαλλία το 1945. Ήξερα θολά και για άλλα καράβια που μετέφεραν διωκόμενους καλλιτέχνες σε άλλη γη κατά τον χιτλερικό μεσαίωνα. Κάτι είχε κάνει κι ο Νερούδα, για να σώσει κομουνιστές προς τις χώρες της Λατινικής Αμερικής, με το πλοίο Winnipeg το 1939 (Isabel Allende, “Μακρύ πέταλο από θάλασσα”). Τώρα το πλοίο Capitaine-Paul-Lemerle γίνεται αντικείμενο της πένας του Γάλλου συγγραφέα.

ΤΟ ΕΝ ΛΟΓΩ καράβι ταξίδεψε το 1941 από τη Μασαλία προς τη Μαρτινίκα, με επιβάτες Γερμανούς Κομμουνιστές, Εβραίους, Γάλλους διανοούμενους που διώκονταν από την κυβέρνηση του Βισύ, Ισπανούς αντιφρανκιστές κ.ο.κ. Φυσικά, η ιδιαίτερη σημασία του έγκειται στο ότι μέσα ταξίδευαν άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών, με το βάρος του ονόματός τους, και έτσι το ταξίδι ενός μηνός είναι και πλους ιδεών και ιδεολογιών, τάσεων και καλλιτεχνικών νοοτροπιών, διασταύρωση σκέψεων.

Η ΑΛΗΘΕΙΑ είναι ότι ξενίζει η έλλειψη βασικών πρωταγωνιστών. Έτσι, όταν αντιληφθεί ο αναγνώστης αυτήν την παράμετρο, στρέφει την προσοχή του στο πλήθος, αλλά όχι ως ενιαία μάζα, απρόσωπη και συσσωρευτική, αλλά ως σύνολο προσωπικοτήτων, η καθεμιά απ’ τις οποίες με το παρελθόν και την καλλιτεχνική ή επιστημονική της ανωτερότητα. Ο ανθρωπολόγος Claude Levi-Strauss συναντά τον υπερρεαλιστή ποιητή Andre Breton κι ο Ρώσος συγγραφέας Victor Serge είναι στο ίδιο κατάστρωμα με τη φωτογράφο Germaine Krull. Το βαπόρι είναι ο μικρόκοσμος της διανόησης που έζησαν με την ανεξαρτησία της συνείδησής τους και τώρα, φυγάδες ενός πολέμου, κρατάνε το ύψος της πνευματικής τους στάθμης. 

“Στο τραπέζι δίπλα στο φουγάρο, λοιπόν, μπορούσαν να συζητήσουν για την Τέταρτη Διεθνή, για το νόημα του μυθιστορήματος, για την τέχνη της εμφάνισης του φωτογραφικού φιλμ, για τον Κλέφτη του Ζωρζ Νταριέν ή την ποίηση του Σουίφτ, για τη ζωγραφική στα σώματα των γυναικών της φυλής Καντουβέο, για τους πίνακες του Πικάσο ή τη φασιστική προδοσία του Νταλί… Έφτιαχναν τον κόσμο από την αρχή, τον επανευφεύρισκαν, αμφισβητούσαν την υπάρξή του και το σχήμα του… Και όλα αυτά, διανθισμένα από αναγνώσεις αποσπασμάτων από μυθιστορήματα, από σκόρπιους στίχους που τους θυμούνταν απέξω, υφαίνοντας ένα «εξαίσιο πτώμα» από κάθε είδους αναμνήσεις.”


ΤΟ ΠΑΡΤΥ που έκανε το πλοίο σαν πέρασε τον Ισημερινό ίσως είναι μια πλάγια αντανάκλαση των ανατροπών που συνέβησαν, των ρόλων που έπαψαν να ισχύουν. Αλλά και της καρναβαλικής παράλογης ατμόσφαιρας. Η εξορία βιώνεται ως περιπέτεια, ειδικά όταν φτάνουν στις άθλιες συνθήκες της Μαρτινίκας, ως πολιτική δίωξη με όλους τους κινδύνους του φασισμού και του καθεστώτος του Βισύ, ως διανοητική δεξαμενή ιδεών: «Δυο εξόριστοι Ρώσοι σε ένα καράβι έχουν τουλάχιστον ένα μυθιστόρημα να διηγηθούν»!

ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ σαν χρονικό, που από ένα σημείο και μετά με ενδιέφερε όλο και λιγότερο. Οι δυσκολίες και οι σκέψεις, χωρίς ήρωες και χωρίς κέντρο δράσης, με έκαναν να χάσω το ενδιαφέρον μου.

Πάπισσα Ιωάννα

Thursday, January 28, 2021

Ιζαμπέλ Αλιέντε, “Μακρύ πέταλο από θάλασσα”

 

Καράβια που γλιτώνουν διωκόμενους, όπως το Winnipeg το 1939, το Capitain-Paul-Lemerle το 1941 ή το Ματαρόα το 1945. Μια ιστορία αγάπης και πολιτικής, που ξεκινά στον Ισπανικό Εμφύλιο.


Isabel Allende

“Largo pétalo de mar”

2019

Ιζαμπέλ Αλιέντε

“Μακρύ πέταλο από θάλασσα”

μετ. Β. Κνήτου

εκδόσεις Ψυχογιός

2020


Είχα διαβάσει Allende πολύ παλιά, εκεί κάπου στο Λύκειο. Μου φάνηκε ρηχή και light. Δεν θυμάμαι πολλά, ούτε καν ποιο βιβλίο της. Κάποιο από τη γκρι σειρά της Ωκεανίδας…


> "Παρ' όλο που είμαι Χιλιανή, γεννήθηκα συμπτωματικά στη Λίμα. Είχα έναν πατέρα που εξαφανίστηκε χωρίς ν' αφήσει αναμνήσεις. Η μητέρα μου ήταν ο φάρος της ζωής μου· ίσως γι' αυτό μου είναι πιο εύκολο να γράφω για γυναίκες. Εκείνη μου έδωσε, σε μια ηλικία που τα άλλα κοριτσάκια παίζουν με τις κούκλες, ένα τετράδιο για να καταγράφω τη ζωή, σπέρνοντας έτσι το σπόρο που τριάντα χρόνια αργότερα θα με έκανε να εισβάλω στη λογοτεχνία". Η Ιζαμπέλ Αλιέντε -ανιψιά του προέδρου της Χιλής Σαλβαδόρ Αλιέντε, που σκοτώθηκε στο πραξικόπημα του 1973 - γεννήθηκε το 1942, παντρεύτηκε δυο φορές και απέκτησε δυο παιδιά και δυο προγόνους. Δούλεψε ασταμάτητα από τα δεκαεπτά της χρόνια, πρώτα σαν δημοσιογράφος και έπειτα σαν συγγραφέας. Η ίδια χαρακτηρίζει το έργο της "ρεαλιστική λογοτεχνία", επηρεασμένη τόσο από την απίστευτη παιδική της ηλικία, όσο κι από τους μαγικούς ανθρώπους και τα γεγονότα που πυροδότησαν τη φαντασία της. Εκτός από το συγγραφικό της έργο, ασχολείται ενεργά με την προάσπιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Μετά τον θάνατο της κόρης της το 1992, ίδρυσε στη μνήμη της ένα ίδρυμα αφιερωμένο στην προστασία και χειραφέτηση των γυναικών και των παιδιών σε όλο τον κόσμο. Από το 1987 ζει μαζί με τον δεύτερο σύζυγό της και την οικογένειά τους στην Καλιφόρνια, αλλά, όπως δηλώνει, βρίσκεται πάντα με το ένα πόδι στην Καλιφόρνια και με το άλλο στη Χιλή.

 

ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ της βιβλίο αφορά στον ισπανικό εμφύλιο του 1936 κ.εξ. Ένα τρίγωνο χαρακτήρων που τίθενται με την πλευρά των Αριστερών αντιφρανκιστών. Καταρχάς, ο Victor Dalmau που πολεμά στο μέτωπο ως νοσηλευτής που σταδιακά μαθαίνει γιατρός. Ο αδελφός του Guillem είναι πιο μαχητικός και βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των μαχών. Και τέλος η Roser Bruguera που μεγάλωσε προστατευμένη υπό τη σκέπη και την αγωγή ενός συντηρητικού αλλά καλοπροαίρετου κηδεμόνα κι έπειτα απογαλακτίστηκε σε πιο ανεξάρτητες ιδέες και ζωή. O Victor κι η Roser καταφέρνουν τελικά να περάσουν στη Γαλλία…

ΜΕ ΑΛΛΑΓΗ πλάνου η Allende μάς οδηγεί σε μια οικογένεια στη Χιλή, η οποία διχάζεται με την κίνηση του προέδρου Cerda και του ποιητή-πρεσβευτή Neruda να μεταφέρουν μερικές εκατοντάδες εξόριστους Ισπανούς στη Νότια Αμερική με το πλοίο Winnipeg το 1939. Αυτή η ιστορία θύμισε σε κάποιους από μας το Ματαρόα, καράβι που το 1945 μετέφερε στη Γαλλία Έλληνες διωκόμενους.

ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ μέρος του βιβλίου αφορά στο ταξίδι και στο μετά. Βεβαίως όσα έζησαν οι πρόσφυγες πριν, παίζουν τον ρόλο τους. Ο Victor παντρεύεται τη Roser, χωρίς έρωτα, για εξασφαλίσει την ίδια και το παιδί που είχε αποκτήσει με τον αδερφό του πριν αυτός πεθάνει. Οι δυο λοιπόν αποτελούν το μικρό δείγμα για να αναδειχθεί η συνολική μετεγκατάσταση των Ισπανών εκπατρισμένων στη Χιλή, για να αναδειχθεί το ιστορικό γεγονός στην ανθρωπιστική του πλευρά.

ΝΟΜΙΖΩ ότι η Allende δεν πετυχαίνει να ξεπεράσει ένα όριο μυθιστορηματικότητας (υπάρχει η λέξη; μάλλον όχι), γιατί απ’ τη μια δεν δημιουργούνται πραγματικές συγκρούσεις, αλλά απλά δίπολα που δεν έχουν να διαμορφώσουν ισχυρές αναγνωστικές αντιδράσεις. Η αντιπαλότητα μεταξύ της πλούσια Χιλιανής Ofelia, που αγάπησε τον Victor και γέννησε το θνησιγενές παιδί του, με τους γονείς της που δεν θα αποδέχονταν ποτέ έναν “κόκκινο” πρόσφυγα για γαμπρό τους. Έτσι, το έργο από πολιτικό γίνεται σε μεγάλο ποσοστό ρομάντζο, όπου οι αγαπημένοι δεν μπορούν να ξεπεράσουν τα κοινωνικά εμπόδια. Απ’ την άλλη, η αφήγηση δεν ενισχύει το δραματικό στοιχείο, αλλά το οδηγεί επίπεδα κι άνευρα στο προγραμματισμένο τέλος. Διαβάζουμε δηλαδή ένα best-seller, που συνδυάζει σε μια μονοδιάστατη γραφή το πολιτικό με το ερωτικό, το ιστορικό με το ποιητικό, όσο η μορφή του Neruda εμφιλοχωρεί μέσα στην ιστορία.

Η ΣΧΕΣΗ των δύο πρωταγωνιστών ξεκινά από την περιπέτεια του Ισπανικού Εμφυλίου και καταλήγει στο Πραξικόπημα του Pinocet στη Χιλή. Όσο πηγαίνω προς το τέλος, τόσο μου φαίνεται ότι διαβάζω ένα ρομάντζο, όπως είπα πριν, που προσπαθεί να προβάλει το ιστορικό πλαίσιο ως προσκήνιο, αλλά τελικά βγαίνει ένα μπασταρδεμένο κείμενο, που με έκανε από ένα σημείο και μετά να διαβάζω επιφανειακά.

Πάπισσα Ιωάννα

Monday, January 25, 2021

Δημήτρης Σίμος, “Σώσε με”

 Το ψυχολογικό θρίλερ έχει δόσεις αστυνομικού μυστηρίου, αλλά ξεχωρίζει για την ατμόσφαιρά του και την αναζήτηση εκ μέρους του αναγνώστη των ψυχικών κοιτασμάτων λάβας που κάποια στιγμή εκρήγνυνται…


Δημήτρης Σίμος

“Σώσε με”

εκδόσεις Μεταίχμιο

2020


Καλοκαιρινά αναγνώσματα = αστυνομικό, όταν το διάβασα είχαμε καλή μέρα σαν τη σημερινή. Έχω μπαφιάσει με αυτά αλλά συνεχίζω, ειδικά σαν θέλω να ξεχαστώ.


> Ο Δημήτρης Σίμος γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1987. Απόφοιτος του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές σπουδές του στον τομέα των χρηματοοικονομικών το 2014, αποφασίζοντας παράλληλα να υπηρετήσει την αστυνομική λογοτεχνία. Φανατικός θαυμαστής της σχολής του Ζωρζ Σιμενόν, λατρεύει τον Ιζζό και δεν διστάζει να αναγνωρίσει το Μεσογειακό νουάρ ως το αγαπημένο του είδος αστυνομικής λογοτεχνίας. Για τα "Βατράχια", την πρώτη του συγγραφική δουλειά, έχει τιμηθεί με το πρώτο βραβείο του πανελλήνιου διαγωνισμού μυθιστορήματος Ασημένια Σελίδα. Το πρώτο του θεατρικό έργο "Το κόκκινο μελίσσι", ανέβηκε στη σκηνή του Θεάτρου Πόλη. Από τον Ιανουάριο του 2016 είναι ένα από τα νεότερα μέλη της Ελληνικής Λέσχης Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας.


ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ με χάλασε αφάνταστα η γλώσσα. Είδα αμηχανίες, περιττές λέξεις που χαλούσαν τον ρυθμό, αβέβαια πατήματα. Κι αυτό με συνόδευε για πολύ μεγάλο μέρος του έργου, παρόλο που σταδιακά είδα ότι ο νεαρός (συνομήλικός μου δηλαδή!) συγγραφέας δεν αδιαφορούσε για την έκφραση. Είναι η συνήθης προκατάληψη που έχω για τα αστυνομικά, ότι δηλαδή παραγκωνίζουν την αισθητική προς όφελος της ιστορίας, ήταν και η απειρία ή η αδυναμία του Σίμου να βρει εξαρχής το τέμπο του.

ΣΤΑΔΙΑΚΑ με κέρδισαν δυο τρία πράγματα που δεν πρέπει να περάσουν αδιάφορα. Απ’ τη μια, η πολυεστιακή αφήγηση, καθώς όλοι οι βασικοί πρωταγωνιστές παίρνουν τον λόγο και αφηγούνται κομμάτι κομμάτι το παζλ της υπόθεσης: οι δυο αδελφές, η Ράνια που λειτουργεί μια ταβέρνα στο χωριό, η Νικόλ, που είναι καλλιτέχνις στην Αθήνα, έπειτα η μάνα, που ήταν κάποτε δασκάλα στο ωδείο της Κομοτηνής, ο Ιάσονας ο γαμπρός της οικογένειας, που έχει παντρευτεί την Άλκηστη, η αστυνόμος Λουκίδη, που έχει θέματα με τον τζόγο… Η αστυνομική ιστορία ξεκινά όταν βρίσκεται ένα γυναικείο πτώμα, στο οποίο μετά θάνατον είχαν ξεριζώσει τους βολβούς των ματιών. Την Μαρία Καραχάλιου ακολουθεί η Ελένη Καχαρίδου και αργότερα η Γιώτα Μαρμάτη, όλες με τον ίδιο τρόπο δολοφονημένες και ξε-ματιασμένες. Σ’ αυτό όλο εξαφανίζεται η Άλκηστη, ενώ σε παράλληλη αφήγηση με το μακρινό 1998 μαθαίνουμε ότι δυο νεαρές Μουσουλμάνες της περιοχής εξαφανίστηκαν χωρίς ίχνη…

Ο ΣΙΜΟΣ δεν προχωρά γρήγορα την ιστορία. Σκόπιμα. Θέλει να δημιουργήσει ένα πέπλο μυστηρίου. Γιατί οι τρεις αδελφές, ειδικά οι μεγάλες, η Ράνια δηλαδή και η Νικόλ, βρίσκονταν και βρίσκονται σε μια άρρητη διαμάχη; Τι κρύβει η μητέρα, που πλέον υπνοβατεί; Ποιο ψυχικό τραύμα την οιστρηλατεί και δεν θυμάται τη Μαρμάτη, ενώ δούλευαν για ένα μεγάλο διάστημα στο ωδείο; Τι έχει μείνει από τη σχέση Ιάσονα και Νικόλ, που είχαν δεσμό πριν αυτός παντρευτεί τη μικρή αδελφή και πλέον πολλοί τον κατηγορούν ότι γκομενίζει; Ποιος ο ρόλος των τοπικών παραγόντων, όπως του Γιαβάση, που μεσολαβεί ανάμεσα στις δύο θρησκευτικές κοινότητες;

ΤΟ ΕΡΓΟ συστήνεται ως ψυχολογικό θρίλερ. Κι όντως η έρευνα για ένα μεγάλο διάστημα δεν ακολουθεί τα κλασικά πρότυπα της αλυσίδας των συλλογισμών. Αντίθετα, πλάθει χαρακτήρες και αφήνει σιωπές κι ερωτηματικά. Εστιάζει στις εντάσεις, που άλλοτε εκρήγνυνται κι άλλοτε όχι. Δεν σηκώνει το volume. Ούτε όμως αφήνει τον αναγνώστη να κοιμηθεί. Όσο το προχωρώ, νιώθω ότι υπάρχει μια εύθραυστη ισορροπία, που θα με κερδίσει ή θα με απογοητεύσει ανάλογα με τον χειρισμό του τέλους. Προς το παρόν ακροβατώ με αισιόδοξη αναγνωστική διάθεση…

ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ επιταχύνονται και οι πολλαπλές οπτικές γωνίες εντείνουν το αποτέλεσμα. Η σύλληψη που δεν πείθει, οι αποκαλύψεις που δεν φτάνουν μέχρι την απόδοση ενοχής από τις αρχές, η εκδίκηση που έρχεται από το παρελθόν να ξεσκεπάσει ένα κύκλωμα παιδεραστίας αλλά και να δείξει ότι τα τραύματα, όσο κι αν κλείνουν εξωτερικά, μέσα αιμορραγούν και κάποια στιγμή θα οδηγήσουν στην αυτοδικία.

ΜΑΕΣΤΡΙΚΟ στο ξεδίπλωμά του το βιβλίο πείθει για το είδος που υπηρετεί, κλιμακώνει με πολλαπλά σκαλιά την ιστορία προς ένα ζοφερό κεφαλόσκαλο και αποζημιώνει τον αναγνώστη. Τα γλωσσικά λάθη όπως και τα λάθη στην αφηγηματική ακολουθία σβήνουν μέσα στο συνολικό αποτέλεσμα.

In2life, 16/12/2020 

Πάπισσα Ιωάννα

Friday, January 22, 2021

Colson Whitehead, “Τα αγόρια του Νίκελ”

 

Η έννοια του εσώκλειστου παιδιού, που τη συναντάμε σε ορφανοτροφεία, αναμορφωτήρια, κολλέγια, παιδουπόλεις, έρχεται κι εδώ να αναδείξει την Αμερική του ’60.


Colson Whitehead

“The Nickel Boys”

2019

“Τα αγόρια του Νίκελ”

μετ. Μ. Γκανά

εκδόσεις Ίκαρος

2020


Στην αρχή νόμιζα ότι είναι ένα βιβλίο για τον ρατσισμό σε βάρος των Αφροαμερικανών, αφού κι ο ίδιος ο συγγραφέας είναι μαύρος. Τελικά είναι κάτι ευρύτερο.

 

> Ο Colson Whitehead (Κόλσον Γουάιτχεντ) γεννήθηκε το 1969 και μεγάλωσε στη Νέα Υόρκη, όπου ζει. Αφού αποφοίτησε από το Χάρβαρντ, άρχισε να εργάζεται για την εφημερίδα Village Voice, γράφοντας κριτικές για τηλεοπτικές εκπομπές, βιβλία και μουσική. Άρθρα και δοκίμιά του έχουν δημοσιευτεί στα New York Times, The New Yorker, New York Magazine, Harper's και Granta. Έχει γράψει επτά μυθιστορήματα, τα οποία έχουν αποσπάσει πολλά βραβεία. To βιβλίο "Υπόγειος σιδηρόδρομος" (Ψυχογιός, 2018) τιμήθηκε με τα βραβεία US National Book Award 2016, Pulitzer 2017, Carnegie Medal 2017 και Indies Choice Book Award 2017· ήταν επίσης υποψήφιο για το Βραβείο Booker 2017. Το βιβλίο "Τα αγόρια του Νίκελ" (Ίκαρος, 2020) απέσπασε τα βραβεία Pulitzer 2020 και Kirkus Prize 2019, βρέθηκε στη μακρά λίστα του US National Book Award 2019 και διακρίθηκε ως ένα από τα δέκα σημαντικότερα μυθιστορήματα της δεκαετίας σύμφωνα με το περιοδικό Time.
Ο Colson Whitehead έχει τιμηθεί με το MacArthur Fellowship, το Guggenheim Fellowship, το Βραβείο Whiting και το Βραβείο Dos Passos. Έχει διδάξει στο Πανεπιστήμιο του Χιούστον, στο Κολούμπια, στο Μπρούκλιν, στο Κολέγιο Χάντερ, στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, στο Πρίνστον και στο Γουέσλιαν.


ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΗΣ είναι ο Elwood Curtis, μαύρος έφηβος που δούλευε σε ένα καπνοπωλείο, ήταν εργατικός κι έξυπνος, ήθελε να σπουδάσει… Χωρίς πολλές εξηγήσεις, πέρα απ’ το ότι έκλεψε ένα αυτοκίνητο, τον βρίσκουμε στο αναμορφωτήριο-“σχολείο” του Nickel. Εκεί οι επιδόσεις στα μαθήματα δεν πολυμετράνε, αλλά με ένα ιδιότυπο point system κερδίζει κανείς θετικούς πόντους κι ελπίζει να αποφυλακιστεί νωρίτερα. Όποιος πάρει αρνητικούς πόντους, βρίσκεται με βουρδουλιές στα πόδια να αναρρώνει στην κλινική, όπως ο Elwood που μπήκε στη μέση σε μια πράξη bullying και την πλήρωσε κι ο ίδιος.

Η ΜΙΚΡΗ κοινωνία του Nickel είναι μια φυλακή χωρίς ουσία αναμόρφωσης αλλά μόνο επιβίωσης και βιτρίνας προς τα έξω. Οι σχέσεις με τους επόπτες, οι σχέσεις των παιδιών, η μικρή ζούγκλα, η ψυχολογία του καθενός, οι νόμοι γραφτοί και άγραφοι… Η αφήγηση δεν είναι γεμάτη ζοφερά χρώματα, αλλά πιο πολύ επιμένει στο καθημερινό που γίνεται ενίοτε αποτρόπαιο. 

ΔΥΟ ΣΗΜΕΙΑ αξίζουν περισσότερη προσοχή. Η αφήγηση ξεκινά με μια έρευνα που διεξήγαν αρχαιολόγοι στο έδαφος πίσω από το Nickel, όπου βρήκαν χύμα κόκαλα παιδιών! Η τιμωρία, ο σωφρονισμός κ.ο.κ. οδηγούσε μερικές φορές στον θάνατο, ενώ προς τα έξω διέδιδαν ότι ο έφηβος δραπέτευσε. Το δεύτερο σημείο είναι το τέλος, όπου αντί για τον Elwood μιλά ο φίλος του ο Turner, τρόφιμος κι αυτός του αναμορφωτηρίου, ο οποίος αποφάσισε να μιλήσει για να αποκαλύψει, αφού το Nickel έχει ήδη κλείσει, την αλήθεια.

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ δεν μιλάει για τον ρατσισμό, αφού μέσα στο σχολείο υπήρχαν τόσο λευκοί όσο και μαύροι. Κι οι δύο ομάδες βίωναν τη σκληρή συμπεριφορά ως τρόπο δράσης στις ΗΠΑ του ’60, τον απάνθρωπο τρόπο συμμόρφωσης, την απουσία σωφρονιστικών μεθόδων που θα ταίριαζαν για τα μικροπταίσματα των παιδιών. Ωστόσο δεν λείπουν και οι ρατσιστικές πλευρές μια άδικης κοινωνίας που δεν ξέρει τον εαυτό της.

Πάπισσα Ιωάννα

Wednesday, January 20, 2021

Sara Mesa, “Ένας έρωτας”

 

Ο έρωτας εμφανίζεται αλλά είναι αλλόκοτος, είναι και δεν είναι έρωτας, πιο πολύ μια προσπάθεια να γαντζωθεί η ηρωίδα από κάπου και να αντέξει μέσα σε ένα φοβικό περιβάλλον. Ο εγκλιματισμός δεν είναι εύκολος έως τέλος…

 

Sara Mesa

“Un Amor”

2020

Ένας έρωτας

μετ. Μ. Παλαιολόγου

εκδόσεις Ίκαρος

2020


Ισπανική κι ευρύτερα ισπανόφωνη λογοτεχνία. Επιδιώκω να δω νέους συγγραφείς, νέους τρόπους, ψάχνοντας αυτήν την τεράστια πολιτισμική επικράτεια.


> Η Sara Mesa γεννήθηκε στη Μαδρίτη το 1976 και σε μικρή ηλικία μετακόμισε με την οικογένειά της στη Σεβίλλη, όπου και κατοικεί μέχρι σήμερα. Έχει σπουδάσει δημοσιογραφία και ισπανική φιλολογία.

Αρχικά αφοσιώθηκε στην ποίηση. Η ποιητική της συλλογή "Este jilguero agenda απέσπασε το Βραβείο Ποίησης Miguel Hernandez 2007. Είναι δημοφιλής κυρίως για το αφηγηματικό της έργο. Το βιβλίο της "Cuatro por Cuatro" (2013) ήταν στη βραχεία λίστα για το βραβείο μυθιστορήματος Herralde, ενώ το "Cicatriz" (2015) απέσπασε το βραβείο El Ojo Crίtico και χαρακτηρίστηκε από τις εφημερίδες El Paίs, El Mundo και ABC ως ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματα της χρονιάς.


ΕΞΑΡΧΗΣ με κέρδισε η απλή, στρωτή, αλλά μεστή γλώσσα. Διαβάζω μια ιστορία με αφηγήτρια τη Natalia, η οποία ξεδιπλώνει απλά και ξεκάθαρα, αλλά καθόλου επιφανειακά τις σκέψεις της. Σταδιακά μαθαίνουμε ότι έχασε τη δουλειά της, και με δική της ευθύνη, νοίκιασε ένα παλιό σπίτι στην περιοχή Escapa και ζει για λίγους μήνες μεταφράζοντας και φροντίζοντας τον κήπο της.

Σ’ ΑΥΤΟ το πλαίσιο, που μοιάζει θεωρητικά ιδανικό, χτίζεται αδιόρατα μια απειλή, που κάνει το κείμενο στενόχωρο. Απ’ τη μια, το σπίτι έχει πολλές φθορές, μέχρι και ρωγμές στη στέγη που αφήνουν το νερό να πέφτει μέσα στα δωμάτια, ενώ ο σπιτονοικοκύρης είναι δύστροπος, καθόλου συνεργάσιμος και (το αποκορύφωμα) έχει κλειδί και μπαίνει μέσα χωρίς να ειδοποιήσει. Απ’ την άλλη η Nat είναι ανασφαλής, διστακτική, συνεσταλμένη και δεν έχει το θάρρος ούτε να τον αντιμετωπίσει όπως του αξίζει, ούτε να ανοιχθεί επαρκώς στη μικρή κοινότητα στην οποία ζει. Μόνος της φίλος ο Piter (έτσι το γράφει), ένας μεγαλύτερός της άνδρας που ζει φτιάχνοντας βιτρό, ο οποίος και την βοηθά σε ό,τι μπορεί.

ΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ είναι στενόχωρο. Χωρίς εμφανή λόγο νιώθουμε ένα σφίξιμο, σαν να ταυτιζόμαστε με τα άγχη της Natalia. Φοβόμαστε μαζί της τη μοναξιά, τις δυσκολίες με τον σκύλο που βρήκε στο σπίτι, τον σπιτονοικοκύρη, τον επονομαζόμενο Γερμανό που της προτείνει σεξ για να φτιάξει τη στέγη, τους υπόλοιπους γείτονες που δεν δείχνουν εγκάρδιοι… Από σελίδα σε σελίδα κάτι έρχεται που μας βαραίνει, χωρίς να ξέρουμε τι ακριβώς. Ένα είδος ψυχολογικού θρίλερ..

…και μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο εξωτερικής επιφυλακτικότητας και εσωτερικής ανασφάλειας συνδέεται με τον Γερμανό, τον Andreas, μέσω του σεξ, που σιγά σιγά γίνεται μια πιο μόνιμη άτυπη; σχέση. Τελικά το κοινωνικό και ψυχολογικό περιβάλλον οδηγεί περίπου στη μέση του βιβλίου στον έρωτα, που δεν έχει ρίζες. Για μεγάλο διάστημα δεν μπορούσα να βρω το κέντρο του μυθιστορήματος. Σκεφτόμουν την απειλή απ’ το κοινωνικό περιβάλλον, τη σχέση ιδιοκτήτη – ενοικιάστρια που εγκυμονεί ανασφάλεια, τη δυσκολία εγκλιματισμού στον νέο τόπο. Απ’ τη μέση και μετά διαπιστώνω ότι μάλλον είναι ο έρωτας (η λέξη του τίτλου που δεν κολλούσε πουθενά πήρε επιτέλους σάρκα και οστά) κι η απρόσμενη υπόγεια δύναμή του. Ώσπου να τελειώσει…

Η ΞΕΡΗ γλώσσα, η σκόπιμα ξερή και ψυχρή, δημιουργεί απρόσμενα οδυνηρά αποτελέσματα. Ο αναγνώστης νιώθει ότι όλη αυτή η αρυτίδωτη γλωσσική επιφάνεια κρύβει ένα τέρας που κολυμπά υποθαλάσσια και απειλεί, σαν μια αιθρία που εγκυμονεί καταιγίδες. Αυτό όμως που με χάλασε άγρια είναι η απροσδιοριστία του κεντρικού θέματος, που διαχέεται σε πολλά σκόρπια στοιχεία και κατευθύνσεις.

Πάπισσα Ιωάννα

Sunday, January 17, 2021

Μάκης Μαλαφέκας, “Μεσακτή”

Καλοκαιρινή ατμόσφαιρα, life style άνθρωποι και σκηνικά, ατάκες και θυμόσοφες σκέψεις, ένα παιχνίδι σωσία, ένας φόνος σαν αυτοκτονία. Πολλά στοιχεία για μια ανάγνωση στην ξαπλώστρα.


Μάκης Μαλαφέκας

“Μεσακτή”

εκδόσεις Μελάνι

2020


Το προηγούμενο έργο του Μαλαφέκα “Δεν λες κουβέντα” ήταν εξαιρετικό. Έτσι λέει ο Πατριάρχης Φώτιος, αλλά ποτέ δεν το έπιασα στα χέρια μου. Είπα λοιπόν να δοκιμάσω το επόμενο βιβλίο του. Αστυνομικό; Μάλλον.


>Ο Μάκης Μαλαφέκας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1977. Σπούδασε ιστορία της τέχνης και κοινωνική ανθρωπολογία. Παρουσίασε σεμινάρια στη Σορβόννη για την ιστορία του ευρωπαϊκού κόμικς και εργάστηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού. Ασχολείται με τη λογοτεχνία και την ποίηση, το σχέδιο και τη ζωγραφική. Έγραψε στο "9" της Ελευθεροτυπίας, στη Liberation και σε άλλα έντυπα. Ζει και εργάζεται στο Παρίσι και στην Αθήνα.


ΓΙΑ ΜΕΓΑΛΟ διάστημα δεν ήξερα αν όντως είναι αστυνομικό. Κι αν δεν ξέρεις, μερικές φορές χάνεσαι. Αποπροσανατολίζεσαι. Δεν ξέρεις με ποια κριτήρια να το δεις. Αν είναι λ.χ. αστυνομικό, ελέγχεις τη δομή και την αλληλουχία ενδείξεων και υπόπτων. Εδώ δεν έχουμε φόνο, απαγωγή ή μυστήριο.

Ο ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΗΣ Μιχάλης Κρόκος είναι συγγραφέας. Βρίσκεται ξεκρέμαστος, αφού έχει νοικιάσει το σπίτι του στο AirBnB, έχει γράψει ένα βιβλίο αλλά ο εκδότης του τα μασάει κι ο ίδιος δεν ξέρει προς τα πού να προχωρήσει. Και τότε πέφτει πάνω στον παλιό γνωστό εκ Παρισίων τον Καρατζάκο που τον στέλνει στη βίλα του στην Ικαρία για να γράψει μια σειρά διηγημάτων με θέμα τους surfers στη Μεσακτή. Κι έτσι βρίσκεται κατακαλόκαιρο στην Ικαρία, γνωρίζεται με ντόπιους και εναλλακτικούς, θαμπώνεται από τη φωτογραφία της Αφροδίτης, της γυναίκας του Καρατζάκου, ώσπου γίνεται αυτόπτης μάρτυρας του ατυχήματος που την ξέβρασε πνιγμένη στην ακτή. Έτσι φαίνονται όλα στα μάτια του και στα δικά μας. Ώσπου αρχίζει να αμφιβάλλει…

Ο ΜΑΛΑΦΕΚΑΣ γράφει ένα αστυνομικό life style. Surfers, bars, βερμούδες, μπίρες, συναντήσεις, μηχανές νίντζα, τελειωμένοι κι εναλλακτικοί, τσιτάτα και ατάκες, χαλαρό καλοκαίρι και ικαριώτικο κρασί, λίγο Μύκονος στο τέλος, παραλίες και φασώματα, ράστα μαλλιά και νυχτερινές περιπέτειες, γκρούβαλοι, φασαίοι κι επώνυμοι όπως ο Καμμένος, ο Κικίλιας, ο Μακριδάκης κ.ο.κ. Δυναμική γραφή, κοφτές εικόνες, έντονα σκηνικά, θερινή ραστώνη αλλά και κινούμενα τοπία. Η ιστορία έχει μια δόση μυστηρίου που περιμένεις να κορυφωθεί. Ο φόνος έρχεται ως ατύχημα στη μέση του βιβλίου, πάλι χαλαρά, και κάποια στιγμή όλα φωτίζονται εκ των υστέρων.  

ΕΧΩ σταματήσει 13 σελίδες πριν απ’ το τέλος. Εκεί που υπάρχουν κάποια δεδομένα, υπάρχουν σενάρια για το πώς και το γιατί πέθανε η Αφροδίτη Λάσκαρη-Καρατζάκου, ποιος ο ρόλος της αδελφής της Εύας Λάσκαρη και περιμένουμε να μάθουμε την αλήθεια. Δεν με πολυενδιαφέρει όμως. Κάθομαι και σκέφτομαι αν το ανατρεπτικό τέλος θα καταξιώσει το έργο. Αν είναι απ’ τα αστυνομικά που ολοκληρώνονται με ένα finale grande. Ή αν πρέπει να δω το μυθιστόρημα με όρους λογοτεχνίας: γλώσσα, ατμόσφαιρα, μήνυμα κ.ο.κ.

ΤΕΛΙΚΑ, το τέλος δεν είναι εκκωφαντικά ανατρεπτικό. Μάλλον αναμενόμενο. Όμως δεν είναι αυτό που με χάλασε, όπως είπα και πριν. Είναι ότι άλλο ένα αστυνομικό, που δεν προχωρά στο βάθος της ανθρώπινης συνείδησης ή της κοινωνικής ζωής.

Πάπισσα Ιωάννα

Thursday, January 14, 2021

Juan Gabriel Vásquez, “Τραγούδια για την πυρκαγιά”

Πώς ένας μεγάλος μυθιστοριογράφος περνά στο διήγημα και καταθέτει κι εκεί τα διαπιστευτήριά του; Η ιστορία, η Κολομβία, το τραύμα, η απώλεια, η αδικία, η πίκρα…


Juan Gabriel Vásquez

“Canciones para el incendio”

2018

“Τραγούδια για την πυρκαγιά”

μετ. Α. Κυριακίδης

εκδόσεις Ίκαρος

2020

 

Διαβάζω ό,τι κυκλοφορεί από Vásquez. Έχω διαβάσει τα προηγούμενα έργα του, που είναι μυθιστορήματα, και δεν απογοητεύτηκα σχεδόν καθόλου. “Οι πληροφοριοδότες”, “Η μορφή των λειψάνων” και “Οι υπολήψεις”.


> Ο Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες γεννήθηκε στην Μπογκοτά της Κολομβίας, το 1973, και σπούδασε Λατινοαμερικανική Λογοτεχνία στη Σορβόνη. Έχει εκδώσει τέσσερα μυθιστορήματα, "Los informantes" (Οι πληροφοριοδότες), 2004, "Historia secreta de Costaguana" (Μυστική ιστορία της Κοσταγουάνας), 2007, "El ruido de las cosas al caer" (Ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν), 2011 και "Las reputaciones" (Οι υπολήψεις), 2013, μία συλλογή διηγημάτων "Los amantes de Todos los Santos" (Οι εραστές των Αγίων Πάντων), 2008 και μία συλλογή φιλολογικών δοκιμίων "El arte de la distorsion" (Η τέχνη της διαστρέβλωσης), 2009. Έχει τιμηθεί με πολλά διεθνή βραβεία, σημαντικότερα των οποίων είναι το Premio Alfaguara (2011), το English Pen Award (2012), το Prix Roger Caillois (2012) και το Premio Von Rezzori (2013).


ΤΑ BLOGS δεν είναι φυσικά ημερολόγια κριτικών, όπως οι εφημερίδες, αλλά ημερολόγια αναγνώσεων. Καταγράφουν περισσότερο σκέψεις και αναγνωστικές ανταποκρίσεις, χαρές και απογοητεύσεις, αναπηδήσεις και κατήφειες, προβληματισμούς και εκλάμψεις, όπως γεννιούνται από τα βιβλία. Επομένως, κάθε post είναι μια τέτοια παρακαταθήκη ενός πωρωμένου αναγνώστη.

ΟΤΑΝ λοιπόν διάβασα τα πρώτα διηγήματα του Κολομβιανού συγγραφέα, είπα ότι άλλο πράγμα το μυθιστόρημα κι άλλο το διήγημα. Στο μυθιστορηματικό είδος ο Vásquez είναι μάστορας συνδυάζοντας ιστορία και story, εθνικές πολιτικές και ατομικές πορείες, αφήγηση και ελιγμούς… Στο διήγημα όμως έμεινε στα ρηχά της μικρής έκτασης που δεν χωράει όλα αυτά. Συνέχισα συνεπώς με χαμηλωμένα τα φτερά μου…

…ΩΣΠΟΥ συνάντησα τα “Βατράχια”. Είναι το τρίτο κείμενο της συλλογής, όπου ο Σαλάζαρ συγχρωτίζεται με ανθρώπους που συμμετείχαν στον πόλεμο της Κορέας ως απόστρατος κι αυτός, που πέρασε πολλά αλλά δεν μιλάει πολύ γι’ αυτά. Ο οδυνηρός αυτός πόλεμος, στον οποίον σημειωτέον είχαμε κι εμείς λάβει μέρος με εθνικά τραύματα στην πλάτη, άφησε στη μνήμη των Κολομβιανών βετεράνων πληγές και ανεπούλωτα τραύματα. Κι όμως, πράγμα που εξ αρχής βλέπαμε να αχνοφαίνεται, ο Σαλάζαρ δεν είναι αυτό που δείχνει και η συνάντησή του υπό συνθήκες, οι οποίες κανείς δεν θέλει να αποκαλυφθούν, με τη σύζυγο ενός άλλου απόστρατου κάνει το μυστικό να μην αντέχει άλλο τη σιωπή.

ΣΤΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ διηγήματα υπάρχει ένα παιχνίδι υπαινιγμών, μια φανερή και μια κρυφή όψη, το κρυφτούλι με την απώλεια, το παρόν και το παρελθόν που δεν μονοιάζουν. Και στα τελευταία ξεχειλίζει μια συγκίνηση, σαν πλημμύρα που σηκώνεται και σιγά σιγά σκεπάζει τη στεριά. Στο “Τελευταίο κορίδο” ο αρχιτραγουδιστής ενός συγκροτήματος χάνει τη φωνή του, αλλά με αξιοπρέπεια τραγουδά (με πόνους και εσωτερική αγωνία) χωρίς να καταλάβει κανείς τίποτα, έστω κι αν οι αδελφοί του, που απάρτιζαν το γκρουπ, αμφέβαλαν. Και στο “Τραγούδια για την πυρκαγιά”, το οποίο κλείνει τον τόμο, η μακρινή Αουρέλια ντε Λεόν γεννήθηκε μέσα στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο και πέθανε στον Εμφύλιο της Κολομβίας, γυναίκα που υπερασπίστηκε την ανεξαρτησία του φύλου της.

ΣΥΓΚΡΙΝΩ τα μυθιστορήματα του Κολομβιανού συγγραφέα και τα διηγήματά του και βλέπω πως στο μεγάλο σχέδιο μπορεί καλύτερα να κρύψει και να αποκαλύψει τα μυστικά της ματιάς και της γραφής του. Κρατώ τη συγκίνηση και τη μαεστρία που δεν χάνεται ποτέ.

Πάπισσα Ιωάννα