Δεύτερο κείμενο για πλοία που σώζουν πολιτικούς πρόσφυγες. Εξόριστοι της γερμανικής πολιτικής και του καθεστώτος του Βισύ, φεύγουν από τη Μασσαλία για την Αμερική. Ανάμεσά τους γνωστοί διανοούμενοι, ανάμεσά τους ζωές και βιογραφικά ιδεών.
Adrien Bosc “Capitaine” 2018 “Καπιτέν” μετ. Α. Παππάς εκδόσεις Στερέωμα -2020 |
Αυτός που μου
έκανε δώρο το βιβλίο του Bosc, πίστευε (δικαίως) ότι θα με ενδιέφερε, καθώς σ’ αυτό
διασταυρώνονται πνεύματα και κουλτούρες διανοούμενων, όπως στην “Έβδομη
λειτουργία της γλώσσας” του επίσης Γάλλου Laurent Binet.
> Ο Adrien Bosc γεννήθηκε το 1986 στην Αβινιόν. Το 2014 το μυθιστόρημά του Constellation τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο της Γαλλικής Ακαδημίας, καθώς και με το Prix de la Vocation. Ιδρυτής των Éditions du Sous-sol, ο Adrien Bosc εργάζεται παράλληλα στις εκδόσεις Seuil, των οποίων είναι αναπληρωτής διευθυντής.
ΉΞΕΡΑ για το Ματαρόα, το πλοίο που φυγάδευσε πολλούς
Έλληνες διανοούμενους στη Γαλλία το 1945. Ήξερα θολά και για άλλα καράβια που
μετέφεραν διωκόμενους καλλιτέχνες σε άλλη γη κατά τον χιτλερικό μεσαίωνα. Κάτι
είχε κάνει κι ο Νερούδα, για να σώσει κομουνιστές προς τις χώρες της Λατινικής
Αμερικής, με το πλοίο Winnipeg το 1939 (Isabel Allende, “Μακρύ πέταλο από θάλασσα”). Τώρα το πλοίο Capitaine-Paul-Lemerle γίνεται αντικείμενο της πένας του Γάλλου
συγγραφέα.
ΤΟ ΕΝ ΛΟΓΩ καράβι ταξίδεψε το 1941 από τη Μασαλία
προς τη Μαρτινίκα, με επιβάτες Γερμανούς Κομμουνιστές, Εβραίους, Γάλλους
διανοούμενους που διώκονταν από την κυβέρνηση του Βισύ, Ισπανούς αντιφρανκιστές
κ.ο.κ. Φυσικά, η ιδιαίτερη σημασία του έγκειται στο ότι μέσα ταξίδευαν άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών,
με το βάρος του ονόματός τους, και έτσι το ταξίδι ενός μηνός είναι και πλους
ιδεών και ιδεολογιών, τάσεων και καλλιτεχνικών νοοτροπιών, διασταύρωση σκέψεων.
Η ΑΛΗΘΕΙΑ είναι ότι ξενίζει η έλλειψη βασικών πρωταγωνιστών. Έτσι, όταν αντιληφθεί ο αναγνώστης αυτήν την παράμετρο, στρέφει την προσοχή του στο πλήθος, αλλά όχι ως ενιαία μάζα, απρόσωπη και συσσωρευτική, αλλά ως σύνολο προσωπικοτήτων, η καθεμιά απ’ τις οποίες με το παρελθόν και την καλλιτεχνική ή επιστημονική της ανωτερότητα. Ο ανθρωπολόγος Claude Levi-Strauss συναντά τον υπερρεαλιστή ποιητή Andre Breton κι ο Ρώσος συγγραφέας Victor Serge είναι στο ίδιο κατάστρωμα με τη φωτογράφο Germaine Krull. Το βαπόρι είναι ο μικρόκοσμος της διανόησης που έζησαν με την ανεξαρτησία της συνείδησής τους και τώρα, φυγάδες ενός πολέμου, κρατάνε το ύψος της πνευματικής τους στάθμης.
“Στο
τραπέζι δίπλα στο φουγάρο, λοιπόν, μπορούσαν να συζητήσουν για την Τέταρτη
Διεθνή, για το νόημα του μυθιστορήματος, για την τέχνη της εμφάνισης του
φωτογραφικού φιλμ, για τον Κλέφτη του
Ζωρζ Νταριέν ή την ποίηση του Σουίφτ, για τη ζωγραφική στα σώματα των γυναικών
της φυλής Καντουβέο, για τους πίνακες του Πικάσο ή τη φασιστική προδοσία του
Νταλί… Έφτιαχναν τον κόσμο από την αρχή, τον επανευφεύρισκαν, αμφισβητούσαν την
υπάρξή του και το σχήμα του… Και όλα αυτά, διανθισμένα από αναγνώσεις
αποσπασμάτων από μυθιστορήματα, από σκόρπιους στίχους που τους θυμούνταν απέξω,
υφαίνοντας ένα «εξαίσιο πτώμα» από κάθε είδους αναμνήσεις.”
ΤΟ ΠΑΡΤΥ που έκανε το πλοίο σαν πέρασε τον Ισημερινό ίσως είναι μια πλάγια αντανάκλαση των ανατροπών που συνέβησαν, των ρόλων που έπαψαν να ισχύουν. Αλλά και της καρναβαλικής παράλογης ατμόσφαιρας. Η εξορία βιώνεται ως περιπέτεια, ειδικά όταν φτάνουν στις άθλιες συνθήκες της Μαρτινίκας, ως πολιτική δίωξη με όλους τους κινδύνους του φασισμού και του καθεστώτος του Βισύ, ως διανοητική δεξαμενή ιδεών: «Δυο εξόριστοι Ρώσοι σε ένα καράβι έχουν τουλάχιστον ένα μυθιστόρημα να διηγηθούν»!
ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ σαν χρονικό,
που από ένα σημείο και μετά με ενδιέφερε όλο και λιγότερο. Οι δυσκολίες και οι
σκέψεις, χωρίς ήρωες και χωρίς κέντρο δράσης, με έκαναν να χάσω το ενδιαφέρον
μου.
Πάπισσα Ιωάννα