Δύο φορές το 666 ή μια μελλοντολογική
χρονολογία; Ο πολύς χιλιανός συγγραφέας με αυτό το έργο επιβάλλεται ως μια
στιβαρή πέννα του 21ου αιώνα, που κερδίζει ήδη τη θέση στα υψηλά
ράφια της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Cortado:
Roberto Bolaño
“2666”
2004
μετ. Κ. Ηλιόπουλος
εκδόσεις Άγρα
2011
Πολύς
ντόρος για ένα πολυσέλιδο μυθιστόρημα που εκτείνεται σε πάνω από 1000 σελίδες.
Το πήρα με επιφύλαξη και με βαριά καρδιά, αλλά υπερίσχυσε η περιέργεια και
τελικά δικαιώθηκαν οι φωνές όσων τον εκθείασαν. Ο συγγραφέας προβάλλεται ως το νέο
μεγάλο όνομα της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας, που συνεχίζει τη μεταμοντέρνα
παράδοση, χωρίς όμως να ανήκει στον λεγόμενο μαγικό ρεαλισμό. Πολλή συζήτηση
για το “2666”, με το οποίο ασχολήθηκαν τόσο οι κριτικοί όσο και οι ιστολόγοι.
Για να δούμε, λοιπόν, τι αξίζει:
Το
έργο ξεκινά με στοιχεία πανεπιστημιακού μυθιστορήματος, στο οποίο πρωταγωνιστές είναι τέσσερις ακαδημαϊκοί που
ασχολούνται μετά μανίας με το έργο του γερμανού συγγραφέα φον Αρτσιμπόλντι, του
μεγαλύτερου γερμανού συγγραφέα της μεταπολεμικής περιόδου. Ο εν λόγω
συγγραφέας, του οποίου το πραγματικό όνομα είναι Χανς Ράιτελ, δεν εμφανίζεται
ποτέ δημοσίως, τον ξέρουν μόνο δυο τρία άτομα από τον εκδοτικό-του οίκο και εν
ολίγοις αποτελεί ένα αίνιγμα για όλους τους μελετητές-του. Το εύρημα αυτό του Bolaño θυμίζει πολύ
τον περιβόητο αμερικανό συγγραφέα Τόμας Πύντσον, του οποίου τα έργα ακούγονται
αλλά ο ίδιος είναι εξαφανισμένος από προσώπου γης. Οι τέσσερις κριτικοί, ένας
Γάλλος, ένας Ισπανός, ένας καθηλωμένος σε καροτσάκι Ιταλός και μια Αγγλίδα, που
συνδέονται φιλικά και συναδελφικά, σε μια φάση και ερωτικά, ανακαλύπτουν τα
ίχνη του ινδάλματός-τους στο Μεξικό (στην πόλη Σάντα Τερέσα) και οι αρτιμελείς
επιχειρούν μια εξόρμηση για να βρουν τον ίδιο τον συγγραφέα. Το μυστήριο του
αφανούς Αρτσιμπόλντι είναι ο κινητήριος μοχλός που κανοναρχεί το μυθιστόρημα…
Το δεύτερο “βιβλίο”
εξελίσσεται στην Σάντα Τερέσα, όπου ο Όσκαρ Αμαλφιτάνο, καθηγητής εκεί,
γνωρίζει τους ντόπιους, ακούει μια εσωτερική φωνή να τον συμβουλεύει, γεγονός
που, αν δεν είναι τρέλα, είναι ίσως τηλεπάθεια και προσπαθεί να μεγαλώσει τη
μικρή κόρη-του Ρόσα σε μια περιοχή όπου οι φόνοι νεαρών γυναικών
πολλαπλασιάζονται.
Τελειώνοντας κανείς τα δύο πρώτα “βιβλία” ανακαλύπτει πως σε ελάχιστο
βαθμό αυτά συνδέονται μεταξύ-τους, με λίγα κοινά στοιχεία που δεν φαίνονται εν
πρώτοις ικανά να στηρίξουν τον μύθο: ο Αμαλφιτάνο, η Σάντα Τερέσα και οι φόνοι
γυναικών, ενώ ο πυρήνας του καθενός δεν έχει ουσιαστική σχέση με τον πυρήνα του
άλλου. Ο αναγνώστης οφείλει να αποδεχτεί αυτή τη μεταμοντέρνα αισθητική, αυτή
της χαλαρής δομής, που διανθίζεται με άπειρες μικρές και μεγάλες ιστορίες, και
να παραδεχτεί ότι δεν κουράζεται μόνο χάρη στην αφηγηματική άνεση του Μπολάνιο.
Το ζητούμενο είναι αν και πώς ο συγγραφέας θα προχωρήσει ώστε να μην μείνουμε
σε ένα παραμυθιακό κισσό που προχωρά διακλαδιζόμενος αλλά να βρούμε μέσα στο
χάος κάποια νομοτελειακή δομή. Πολύ φοβάμαι πως η μεταμοντέρνα συνθήκη θα
αφήσει τις προσδοκίες-μου φρούδες ελπίδες…
Στο
τρίτο «βιβλίο» η υπόθεση παίρνει αστυνομική χροιά. Στην αρχή βέβαια ο Μπολάνιο
ξεκινά από αλλού, από τη γυναίκα του αφηγητή, του Φέητ, και την τρελή
αναχώρησή-της, για να καταλήξει σταδιακά σε μια δημοσιογραφική αποστολή που
αυτός αναλαμβάνει στη Σάντα Τερέσα. Εκεί καλείται να καλύψει έναν αγώνα μποξ,
αλλά ανακαλύπτει τις δολοφονίες διακοσίων και πλέον γυναικών, για τις οποίες
ενδιαφέρεται περισσότερο. Το θέμα άπτεται της τοπικής διαφθοράς και θέτει σε
κίνδυνο όποιον το προσεγγίσει περαιτέρω. Γνωρίζει τον Τσούτσο Φλόρες και την
γκόμενά-του Ρόσα Αμαλφιτάνο, κόρη του καθηγητής Αμαλφιτάνο, και μια
δημοσιογράφο τη Γουαδελούπε Ρονκάλ, που κάνει σχετικές έρευνες για τις
δολοφονίες, μαζί με την οποία επισκέπτεται στη φυλακή έναν γίγαντα, που
θεωρείται ύποπτος γι’ αυτές.
Στο τρίτο βιβλίο καταλαβαίνουμε τον τρόπο κατασκευής του
μυθιστορήματος. Από ποικίλα νήματα, μερικά εκ των οποίων δεν έχουν καθόλου
απολήξεις, συντίθεται ένας αφηγηματικός κορμός. Με άλλα λόγια πλείστες ιστορίες
ακούγονται άσχετες με το θέμα των δολοφονιών, ενώ άλλες συγκλίνουν σε μια κοινή
συνισταμένη που σαν κεντρικός ποταμός συγκεντρώνει τα νερά ποικίλων ποταμίσκων,
χειμάρρων, ρευμάτων, λιμνών κ.ο.κ. σε μια κοινή κοίτη.
Το
τέταρτο μέρος αναφέρεται πιο εστιασμένα στα εγκλήματα που συνταράσσουν για
μήνες τη Σάντα Τερέσα. Δεκάδες μικρές ιστορίες πτωμάτων γυναικών, πολλές από
τις οποίες βρέθηκαν βιασμένες, άλλες με κομμένες και δαγκωμένες θηλές
παρουσιάζονται με ένα μικρό ιστορικό για την καθεμιά και τις έρευνες που
διεξήχθησαν. Πάνω σ’ αυτόν τον βασικό κορμό, ο Μπολάνιο απλώνει άπειρες άλλες
ιστορίες, από την ιδιωτική ζωή των αστυνόμων μέχρι έναν διασαλεμένο
«προσκυνητή» που ουρούσε μέσα στις εκκλησίες πάσχοντας από ιεροφοβία κι από ένα
μέντιουμ που αποκάλυπτε το μέλλον έως τη σύλληψη και την παραμονή στη φυλακή
του γερμανού Χάας, ο οποίος θεωρήθηκε βασικός ένοχος για τις δολοφονίες. Κι από
τη δήλωση του Χάας ότι οι εξάδελφοι Ουρίμπε έχουν κάνει όλες αυτές τις
εκτελέσεις μέχρι την παράκληση της βουλευτού Πλάτα από έναν δημοσιογράφο να
γράψει για την εξαφάνιση της Αμερικανομεξικάνας φίλης-της Κέλλυ.
Το μέρος αυτό προχωράει με άπειρα πλοκάμια που άλλοτε
συγκλίνουν κι άλλοτε προκαλούν εντύπωση για το πόσο αποκομμένα είναι ή φαίνονται
από τη βασική υπόθεση. Ο αναγνώστης διαβάζει πολυάριθμες ιστορίες, εν μέρει
αυτοτελείς, ένα σκηνικό με επεισόδια σαν μικρά μονόπρακτα, σαν μικρά διηγήματα,
που σαν ψηφίδες, ετερόκλητες και πλουμιστές, απαρτίζουν ένα τεράστιο ψηφιδωτό
προς τέρψη όσων αρέσκονται στη μικροανάγνωση. Γενικότερα κρίνοντας ο χιλιανός
συγγραφέας έστησε ένα ογκώδες έργο όπου η μακροανάγνωση συνδυάζεται με τη
μικροανάγνωση χωρίς η μία να υπερκερνά την άλλη. Με τη λέξη “μακροανάγνωση”
εννοώ ότι ο αναγνώστης διαβάζει κάθε επεισόδιο με την αίσθηση ότι αυτό ανήκει
σε ένα ευρύτερο όλον, το οποίο διέπεται από μια κοινή θεματική που οδηγεί σε
ένα προοικονομημένο τέλος. Από την άλλη, με τη λέξη “μικροανάγνωση” εννοώ την
απόλαυση του μέρους χωρίς ο αναγνώστης να ενδιαφέρεται να συνδέσει κάθε
επιμέρους τμήμα με τα άλλα και ευρύτερα με το όλον που ονομάζεται μυθιστόρημα.
Μπαίνουμε στο πέμπτο μέρος με πολλά ανοιχτά μέτωπα που περιμένουμε να κλείσουν
ή να συγκλίνουν σε ένα συνιστάμενο αποτέλεσμα.
Το
πέμπτο μέρος γυρίζει με έναν αφηγηματικό κύκλο στην αρχή, αφού πιάνει το νήμα
από τη ζωή του Χανς Ράιτελ, που εξελίχθηκε στον γνωστό Αρτσιμπόλντι. Γεννημένος
στη Γερμανία και μεγαλωμένος με ελλιπή παιδεία κατατάσσεται στον στρατό στα
πρόθυρα του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, στέλνεται στο σοβιετικό μέτωπο, ζει τα
στρατιωτικά γεγονότα και τον διωγμό των Εβραίων, ερωτεύεται κι αρχίζει να
γράφει λογοτεχνία, ώσπου καταφέρνει να την εκδώσει και ξεκινά τη συγγραφική-του
σταδιοδρομία. Έκτοτε εξαφανίζεται με πολύ αμυδρές ειδήσεις γι’ αυτόν, εκτός από
τα χειρόγραφα που στέλνει προς δημοσίευση.
Το κολοσσιαίο αυτό έργο του Roberto Bolaño δεν μπορεί να
εκτιμηθεί διαμιάς, αφού διακλαδίζεται σε πολλά επίπεδα. Ωστόσο, ο αναγνώστης
μπορεί και το απολαμβάνει παρά το μέγεθός-του. Τι μπορούμε τελικά να πούμε
συμπερασματικά με βάση την πρώτη μακροχρόνια ανάγνωση;
Αφενός,
ο Μπολάνιο κινείται σε μια μεταμοντέρνα αισθητική που φέρνει στον αναγνώστη όλη
την καινούργια αντίληψη περί μυθιστορήματος. Η αποσπασματικότητα και τα
παράλληλα νήματα που απλώνονται προς το άπειρο εισάγουν μια νέα σύλληψη του
μυθοπλαστικού κόσμου. Το μυθιστόρημα πλέον δεν περιλαμβάνει μόνο ό,τι είναι
οργανικά χρήσιμο για την πλοκή ή την ατμόσφαιρα, αλλά περιέχει πολλά στοιχεία,
πολλές ατραπούς, επίπεδα, διαδρόμους, πολλά επεισόδια. Όπως στη ζωή κάθε ανθρώπου
βρίσκονται άπειρα στιγμιότυπα και συναντήσεις, πολλές από τις οποίες δεν θα
ξαναβρεθούν μπροστά του, έτσι και στον μυθιστορηματικό κόσμο του Μπολάνιο τα
πολυάριθμα επεισόδια συστήνουν αφενός το πανόραμα του σύγχρονου κόσμου και
αφετέρου δείχνουν ότι ο κόσμος δεν συντίθεται από σκηνές σε αλληλουχία και
αιτιώδη σχέση αλλά από συμβάντα, πολλά από τα οποία δεν συνδέονται ενώ λίγα
έχουν μια πιο μακροπρόθεσμη αξία.
Αφετέρου, το ανοικτό τέλος και η απουσία εξήγησης στο
αστυνομικό αίνιγμα για τις δολοφονίες των γυναικών της Σάντα Τερέσα αφήνει τον
αναγνώστη εκκρεμή. Αυτός αρχίζει να σκέφτεται αν μια τέτοια τάση έχει
αποτέλεσμα, αν του δίνει μια εικόνα-ερμηνεία του κόσμου ή να του υποδεικνύει
ότι απλώς ο κόσμος στηρίζεται στο τυχαίο, στο ανερμήνευτο, στο εικός και όχι
στο αλληλένδετο. Η ζωή του ανθρώπου διασταυρώνεται με μικρά και μεγάλα
γεγονότα, κάποια από τα οποία έχουν κοσμοϊστορική σημασία, κάποια εθνική και
κάποια άλλα μόνο προσωπική. Και μέσα σ’ αυτά πολλά διλήμματα δεν τελεσιδικούν
υπέρ του ενός ή του άλλου και πολλά ερωτήματα δεν βρίσκουν απάντηση, με
αποτέλεσμα ο άνθρωπος να τα κουβαλά αιωνίως.
Δημοσιεύτηκε
στο In2life στις 7/9/2012.
Πατριάρχης Φώτιος
Roberto Bolaño
“2666”
A lot of fuss has
been made for the multi page novel spanning over 1000 pages. I decided to read
it with caution and with a heavy heart, but curiosity prevailed and finally the
voices of those who praised him vindicated. The author appears to be a new
great name in Latin-American literature, which continues the post-modern
tradition, but does not belong to the so-called magic realism. Many discussions
have taken place about "2666", by critics and bloggers. So let's see,
what it truly deserves:
The book begins with elements of a capmus
novel, in which four
protagonists are academics that are obsessed with the work of German writer von
Archiboldi the greatest German writer of the post-war period. This writer,
whose real name is Hans Reitel, has never appeared in public, the only people
that know him are two or three people from his publishing-house and in short is
an enigma for all his scholars. This trick Bolaño uses is very reminiscent of
the notorious American writer Thomas Pynchon, whose works are heard of, but he
himself is nowhere to be found. The four critics, one French, one Spanish, one
Italian who is confined to a wheelchair, and an Englishwoman, who are friends
and colleagues, but at some point become more than friends, discover the traces
of their idol in Mexico (in Santa Teresa) and everyone except the Italian go on
an expedition to find the author himself. The mystery of the missing Archiboldi
is the driving force that leads the novel...
The second "book" unfolds in Santa
Teresa, where Oscar Amalfitano, is a professor there, gets known with the
locals, he listens to an inner voice that advises him, which, if it is not
madness, is perhaps telepathy, and he tries to raise his small daughter Rosa in
an area where the murders of young women are doubling.
When someone finishes the first two
"books", he or she discovers that these are not really connected,
with only a few common items that are not shown at first capable of supporting
the myth: Amalfitano, Santa Teresa and murdered women, but the centre of each
has no substantial relation to the core of the other. The reader should accept
this post-modern aesthetics, this loose structure, embellished with countless
long and short stories, and should acknowledge that not only thanks to the
untiring narrative of Bolaño. The question is whether and how the writer would
go on without staying on fairytale ivy that spreads branching throughout the
novel but to find some deterministic structure in the chaos. I fear that the
post-modern condition will leave my expectations, only false hopes…
In
the third "book" the story is more like a crime novel. In the beginning of course Bolaño begins
elsewhere, from narrator’s (Fate’s) wife and her crazy departure, in order to
gradually reach the journalistic mission he is supposed to undertake in Santa
Teresa. There he has to cover a boxing match, but
discovers the story about the murders of more than two hundred women, which he
is more interested in. This issue relates to the local corruption and endangers
anyone who tries to approach it further. He meets Chucho Flores and his girlfriend Rosa
Amalfitano, the daughter of Professor Amalfitano, and a journalist Guadeloupe
Roncal, who is trying to investigate the killings, along with which he visits
the prison in which “a giant” is imprisoned, who is a prime suspect for them.
In the third book we understand the
structure of the novel. By various threads, some of which have no endings, the
narrative trunk is composed. In other words the most stories heard unrelated to
the topic of murder, while others point to a common ground that as a central
river gathers various small rivers, streams, lakes, etc. in a common bed.
The fourth part is
more focused on the crimes that have shocked Santa Teresa for months. Dozens of short stories about the dead women,
many of which were found raped, others with cut and bitten nipples are presented
with a little background on each of the investigations that were conducted. On
this basic axis, Bolaño spreads infinite other stories from the private lives
of the policemen and women until one heavily disturbed "pilgrim" who
urinated in churches, because he was suffering from religious fear, and from a
psychic that revealed the future, until the capture of the German Haas, who was
considered a key suspect for the murders. And from Haas’ statement that the
Uribe cousins have committed all these executions until the request by Mrs
Plata to a reporter to write about the disappearance of her Mexican-American
friend Kelly.
This part of the novel expands to
infinite tentacles sometimes converging and sometimes causing impression of how
isolated they are or appear far from the basic case. The reader reads many
stories, partly independent, a scene with episodes like little one-act plays,
short stories, heterogeneous and plumed, forming a huge mosaic to the delight
of those who are fond of reading short stories. Generally we find that the
Chilean writer staged a massive project where reading a long story combined
with reading short stories without one overtaking the other. With “reading long
story” I mean that the reader reads each episode with the feeling that this is
part of a wider whole, which is governed by a common theme leading to a
predetermined end. On the other hand, “reading short stories” means the
enjoyment of the part without the reader caring to associate each part with the
others and with the whole widely known novel. We enter the fifth part with a
lot of open fronts, which we expect to close or converge to a resultant effect.
The fifth book goes through a narrative cycle in the
beginning, after catching the thread of Hans Reitel’s life, who became the
famous Archiboldi. Born and raised in Germany, he had an incomplete education, he enlisted in the
army on the brink of the Second World War, he was sent to the Soviet front,
living the military events and the persecution of Jews, he fell in love and
began to write literature, until he managed to be published, which started his
writing career. Since then he has disappeared and very few things are known
about him, apart from the manuscripts sent for publication.
This colossal work of Roberto Bolaño
cannot be assessed at once, since it is branched into several levels. However,
the reader can enjoy it despite its size. What can we actually say conclusively
based on a first reading?
First, Bolaño moves in a post-modern
aesthetic that brings the reader an all-new conception of the novel. The
fragmentation and parallel strands that stretch to infinity introduce a new
concept of the fiction world. The novel now includes not only what is helpful
for an organic plot or atmosphere, but contains many, many paths, levels,
corridors, many episodes. As in every humans life are infinite moments and
meetings, many of which he will not meet again in front of him, so the
fictional world of Bolaño’s numerous episodes recommend both the panorama of
the contemporary world and also show that the world is not composed of scenes
in a sequence and casual relationships but of incidents, many of which are not
connected while few have a more lasting value.
Secondly, the open end and the lack of
explanation to the police riddle about the murdered women in Santa Teresa leaves
the reader unsettled. He begins to think if such a trend has an effect, if it
gives an image interpretation of the world or simply indicates that the world
relies on coincidence, on the unexplained, in the virtual and not the
interconnected. A man's life intersects with small and large events, some of
which have momentous importance, some national and others just personal. And in
these many dilemmas that are not leaning in favour of one or the other and the
many questions that are not answered, the man is left to carry them around with
him for eternity.
Bookmark