Monday, November 30, 2020

Νικόλα Πουλιέζε, “Σκοτεινό νερό”


Η πλημμύρα αυτή καθαυτή δεν σχετίζεται με κάτι οικολογικό ή μεταφυσικό, αλλά γίνεται αφορμή για υπαρξιακές αναθεωρήσεις. Πώς μια τέτοια θεομηνία αλλάζει τη ζωή μιας ολόκληρης πόλης;

 

Nicola Pugliese

Malacqua

1977

Νικόλα Πουλιέζε

“Σκοτεινό νερό”

μετ. Ε. Γιάννου

εκδόσεις Loggia -2020


Ο Πουλιέζε δεν έχει ξαναμεταφραστεί στα ελληνικά. Μικρό πράσινο βιβλιαράκι, ιδανικό για γυναικείες τσάντες.


> Ο Νικόλα Πουλιέζε (1944-2012) γεννήθηκε στο Μιλάνο, αλλά έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη Νάπολη εργαζόμενος ως δημοσιογράφος. Το 1977 το μυθιστόρημά του "Σκοτεινό νερό" εκδόθηκε στον περίφημο εκδοτικό οίκο Einaudi, κατόπιν εισήγησης του Ίταλο Καλβίνο. Αν και σημείωσε μεγάλη επιτυχία, δεν αναδημοσιεύθηκε, από επιλογή του συγγραφέα. Τη δεκαετία του ’80 ο Πουλιέζε εγκατέλειψε τη Νάπολη και αποσύρθηκε στην επαρχία του Αβελίνο. Το 2008 εξέδωσε μια συλλογή διηγημάτων και το 2012, μετά τον θάνατο του Πουλιέζε, το "Σκοτεινό νερό" επανακυκλοφόρησε.


ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ νεροποντή που, ενώ φαινόταν ότι θα κόπαζε, αυτή συνέχιζε απτόητη. Στο πέρασμά της άνοιξε μια τεράστια τρύπα στην οδό Aniello Falcone, όπου έπεσαν δύο αυτοκίνητα και δυο άνθρωποι. Παράλληλα, έριξε ένα σπίτι σκοτώνοντας μια πενταμελή οικογένεια. Αυτό το πραγματικό στη μυθοπλαστική του διασκευή γεγονός έδωσε το έναυσμα κι ο Ιταλός συγγραφέας έφτιαξε βροχερό σκηνικό, Νάπολη και μυστήριο.

Η ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΗ κινητοποιείται, οι αρχές μπαίνουν στο κάστρο Maschio Angioino, απ’ όπου ακούγονται κραυγές, η πόλη ζει μουσκεμένη και αινιγματική, απορούσα και ανήσυχη, η νεαρά που χάνει την παρθενιά της, το ξεχείλισμα της θάλασσας τον Αύγουστο που ανέβασε το νερό μέσα στην πόλη, ο γάμος του Ναπολιτάνου με τη Σούζαν, που ήταν Εγγλέζα κ.ο.κ., κ.ο.κ.

Η ΒΡΟΧΗ εγείρεται μέσα στο μυθιστόρημα σαν μια νέα κατάσταση, απειλή μαζί και αφορμή για αυτογνωσία, ένα ακόμα φαινόμενο που ανασηματοδοτεί την καθημερινότητα. Μού θύμιζε ελαφρά την αόριστη απειλή της “Ερήμου των Ταρτάρων” του Buzzatti, γιατί έρχεται να ξαναβάλει τα πράγματα υπό νέο πρίσμα. Ποια ζωή ζούσαν οι κάτοικοι έως τότε, τι μένει και τι θα επανέλθει σαν σταματήσει η νεροποντή, κι ένα αιωρούμενο προαίσθημα “σκοτεινό κι αόριστο”, που προοιωνίζεται κάτι καινούργιο και μαζί κάτι κοινό, όπως η ζωή που συνεχίζει παρόλο που έπεσε ένα κτήριο, παρόλο που άνοιξε μια τρύπα στον δρόμο, παρόλο που σκοτώθηκαν εφτά άνθρωποι…

ΣΤΗΝ ΟΥΣΙΑ, πρωταγωνιστές στο μυθιστόρημα είναι οι διάφοροι πολίτες της Νάπολης που ζουν τη βροχή και γι’ αυτούς μετατρέπεται σε υπαρξιακή ανησυχία, στασιμότητα ή απολογισμό, γίνεται αφορμή να χωνέψουν ή να μην χωνέψουν πράγματα. Η νεροποντή είναι η λυδία λίθος, που μπορεί να μην αλλάξει τον κύκλο της ζωής και του θανάτου, ούτε να συνταράξει την πόλη και τους ρυθμούς της, αλλά είναι μια καινοφανής κατάσταση η οποία επανατοποθετεί τον ψυχισμό των κατοίκων (και των αναγνωστών θα έλεγα) σε άλλη βάση.

 

In2life, 9/9/2020 

Πάπισσα Ιωάννα

Friday, November 27, 2020

Αλεχάντρο Παλόμας, “Μια μητέρα”


Πώς μια μητέρα, αφελής και απλοϊκή, είναι τελικά ο στυλοβάτης της οικογένειας, καθώς με χιούμορ και μαγικό χειρισμό των λεπτομερειών ο Palomas επιβεβαιώνει πόσο μεγάλος συγγραφέας είναι.

 

Alejandro Palomas

“Una madre”

2014

Αλεχάντρο Παλόμας

“Μια μητέρα”

μετ. Α. Γκολφινοπούλου

εκδόσεις Opera -2020

 

Όταν έχεις διαβάσει το “Ένας γιος” κι έχεις ενθουσιαστεί, έχεις μείνει με τη γλυκιά αίσθηση ότι έτσι πρέπει να είναι η ποιοτική λογοτεχνία, τότε αγοράζεις το επόμενο βιβλίο του ίδιου συγγραφέα, προσμένοντας τα ίδια. Όσο γίνεται.


> Ο Αλεχάντρο Παλόμας (Alejandro Palomas) γεννήθηκε το 1967 στη Βαρκελώνη. Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία και ολοκλήρωσε τις σπουδές του με ένα Master in Poetics στο New College του Σαν Φρανσίσκο. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος και μετέφρασε έργα σημαντικών συγγραφέων όπως η Κάθριν Μάνσφιλντ, ο Όσκαρ Ουάιλντ, η Γερτρούδη Στάιν, ο Τζακ Λόντον κ.ά. Το 2018 έλαβε το βραβείο Nadal για το βιβλίο του Un amor. Το μυθιστόρημα "Ένας γιος" έχει τιμηθεί με πολλά βραβεία μεταξύ των οποίων και το Εθνικό Βραβείο Νεανικής Λογοτεχνίας της Ισπανίας (2016). Βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε δεκαπέντε γλώσσες

 

ΠΑΛΙ μια οικογένεια, θεωρητικά πιο φυσιολογική, αν και σταδιακά αποκαλύπτεται ότι κάθε της μέλος έχει τη δική του ιδιαιτερότητα. Αφηγητής είναι ο γιος Fer, που μένει μάλλον σε έναν παθητικό ρόλο, καθώς κυριαρχούν οι γυναικείες φιγούρες. Καταρχάς η μαμά κι έπειτα οι δυο αδελφές του Silvia και Emma. Η μεγάλη Silvia είναι η πιο οργανωτική αλλά και δεσποτική, δυναμική όσο και ηγετική μορφή, ενώ η μαμά και η Emma εκπροσωπούν πιο πολύ την αταξία. Ειδικά μετά τον χωρισμό της μάνας από τον απατεώνα πατέρα, που φερόταν εγωιστικά και άθλια, δανειζόταν και φέσωνε, έκανε του κεφαλιού του και κρέμαγε τους άλλους, η μητέρα πάντα εθελοτυφλούσε. Ο τρίτος άντρας του θιάσου είναι ο θείος Eduardo, που πίνει και βρίζει, ένας αγαπητός καλοπερασάκιας γυναικάς…

ΤΟ ΠΡΩΤΟ μέρος χαρτογραφεί τις σχέσεις των μελών και την προσωπικότητά τους, πώς αντιμετωπίζουν τον κόσμο και πώς φέρεται το ένα στα άλλα. Αν όμως η γραφή του Palomas δεν είχε σαγηνευτικές πλευρές, όπως τη φυσική ροή, το χιούμορ και τον τρόπο να αποδίδει το σύνολο με πολλές έξυπνες μικρές λεπτομέρειες στα λόγια και στις πράξεις των ηρώων, ίσως να το εγκατέλειπα.

Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ προχωρά με τους ίδιους τόνους. Γύρω από το τραπέζι, περιμένοντας τον νέο χρόνο, η οικογένεια ξεδιπλώνει τις αφέλειες και τις παράταιρες σκέψεις της, τις διαφορετικές στάσεις και τις φυγόκεντρες αντιλήψεις. Με αναδρομές που κάνει έντεχνα ο αφηγητής μαθαίνουμε για το παρελθόν του καθενός και το υπόβαθρο της τωρινής του συμπεριφοράς. Όλα δίνονται όχι από τη λογοκρατούμενη αντίληψη, αλλά από τη σκοπιά των αυθόρμητων κινήσεών τους, των ασυναίσθητων εκφράσεων, των ασύνειδων λόγων τους, λεπτομερειών που δείχνουν ότι οι χαρακτήρες χτίζονται από τις μικρές τους εκδηλώσεις κι όχι από τα μεγάλα και ενσυνείδητα λόγια τους.

Η ΜΑΜΑ είναι πάντα στο επίκεντρο, απελευθερωμένη από έναν αλήτη άντρα, αλλά χωρίς κοινωνική παιδεία, χωρίς προσωπικότητα, αφελής, εύπιστη, αγαθιάρα, που κάνει τη μία γκάφα μετά την άλλη, εκθέτοντας τον εαυτό της και τα παιδιά της σε φάσεις αμηχανίας, οργής ή και κινδύνου. Είμαι μια μικροαστή, που ασχολείται με μικρότητες, ανησυχεί και χαίρεται με την ίδια ένταση, προσπαθεί να ζήσει έντονα, αλλά δεν ξέρει πώς, εμπιστεύεται τους ανθρώπους χωρίς προφυλάξεις και έτσι πέφτει θύμα εξαπάτησης, πετά διάφορα λόγια χωρίς να συνειδητοποιεί τη γελοιότητα ή τις επιπτώσεις τους… Είναι μια κωμική και συνάμα τραγική φιγούρα, χιουμοριστικά αποδοσμένη αλλά πάντα αξιαγάπητη, επίφοβη για την επόμενη αφελή κίνηση, αλλά και μέσα στον πυρήνα κάθε μάνας.

Ο PALOMAS τελικά είναι μεγάλος συγγραφέας. Απ’ τη μια, καταφέρνει πολύ έντεχνα να αναδείξει τους χαρακτήρες του μέσω απίθανων απλών λεπτομερειών, από το πώς καπνίζουν μέχρι το πώς ξεροβήχουν για να τονίσουν την αμηχανία τους. Απ’ την άλλη, διανθίζει την ατμόσφαιρά του με λεπτό χιούμορ, ελαφρύ μπρίο, ευτράπελες νότες, χωρίς τελικά να λείπει η συγκίνηση. Έτσι, το οικογενειακό κλίμα προβάλλει σαν καμβάς τις διαπροσωπικές σχέσεις και τις προσωπικές αποτυχίες, τις μικρές και μεγάλες τραγωδίες και τις διαφυγές, την αλληλοβοήθεια… Και φυσικά τη μαμά, που όσο απλοϊκή κι αν είναι, όσο αφελής, χωρίς κοινωνική παιδεία και αντίληψη, είναι πάντα παρούσα, να προλαβαίνει, να δίνει λύσεις, να λειτουργεί παρασκηνιακά, ώστε να βοηθήσει τα παιδιά της.

ΕΞΑΙΣΙΟ βιβλίο, που κερδίζει με όλη την απλότητα αλλά και την υπόγεια μαστοριά του την αναγνώρισή μας!


In2life, 6/11/2020 

Πάπισσα Ιωάννα

Tuesday, November 24, 2020

Ευγενία Μπογιάνου, “Φανή”


Στους δρόμους, με τη νεολαία. Με την οργή, να διαδηλώνει. Με την αγανάκτηση, να κρατά το τιμόνι. Και η λογοτεχνία τρέχει, μερικές φορές λαχανιασμένη, να αποδώσει το νέο σκίρτημα.

 

Ευγενία Μπογιάνου

“Φανή”

εκδόσεις Μεταίχμιο

2020

 

Γνωρίσαμε την Μπογιάνου από τα κινηματογραφικά διηγήματά της για την κρίση στην πρώιμη φάση της. Ζητούμενο ήταν αν οι ιστορίες της “Κλειστής πόρτας” περιέγραφαν απλώς στιγμιότυπα της ελληνικής κρίσης ή ακράγγιζαν τα αίτιά της, χαρτογραφούσαν περιπτώσεις νεκρωμένων ζωών ή επιπλέον έτεμναν την ορατή επιφάνεια για να δείξουν το νοσηρό εσωτερικό της. Την ξανασυναντήσαμε στο “Ακόμα φεύγει” όπου ο Γιώργος μπλέχτηκε σε μια τρομοκρατική οργάνωση και παρά λίγο να καταδικαστεί, αλλά αθωώθηκε λόγω αμφιβολιών, έργο πιο ώριμο από το άλλο.


> Η Ευγενία Μπογιάνου γεννήθηκε το 1968 στη Θεσσαλονίκη και ζει στην Αθήνα. Έχει εκδώσει δύο συλλογές διηγημάτων, το "Μυστικό", το 2004 από τις εκδόσεις Ροές και την "Κλειστή πόρτα" το 2012 από τις εκδόσεις Πόλις. Το 2014 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά της "Ακόμα φεύγει", επίσης από τις εκδόσεις Πόλις. Συνεργάζεται με την εφημερίδα Αυγή, στην κριτική βιβλίου. 


Η ΦΑΝΗ είναι είκοσι ανοίξεων. Νιάτο, άγριο, επαναστατημένο, φιλελεύθερο με την έννοια ότι κυνηγά τις εμπειρίες χωρίς φραγμούς. Φοιτά στη Φιλοσοφική, κατεβαίνει στις διαδηλώσεις, συγκρούεται με τους μπάτσους και σε μια τέτοια σύγκρουση τη γνωρίσαμε, αφού με ελαφριά διάσειση έχει διακομιστεί στο νοσοκομείο.

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ επιχειρεί να κατέβει στον δρόμο. Να αφουγκραστεί τον σφυγμό της νεολαίας. Να δείξει την αλληλεγγύη του στις αντιφασιστικές δυνάμεις. Κι έτσι καταφέρνει να κατεβάσει και τη λογοτεχνία στον στίβο της σύγχρονης επικαιρότητας και της πολιτικής δράσης.

ΔΕΝ ΞΕΡΩ αν με πείθει η επαναστατικότητα της μικρής, καθώς δεν βλέπουμε εξάρσεις, ανατινάξεις, συναισθηματικές επαναστάσεις, παρά μόνο σε λίγα σημεία. Θα ήθελα δηλαδή να νιώσω τη γροθιά της, να ακούσω την κραυγή της, να αναπηδήσω μαζί της σε κάθε αδικία· αντ’ αυτών είδα τη νιότη της αλλά δεν ένιωσα τον παλμό της. Απ’ την άλλη, ήταν εξαιρετική ιδέα, που εκτελέστηκε και σωστά, να εναλλάσσονται η αφήγηση της Φανής με μικρά άλλης γραμματοσειράς κείμενα υπό ποικίλες οπτικές γωνίες ανθρώπων που τη συνάντησαν, λίγο ή πολύ, και καταθέτουν τη γνώμη τους. Αυτή η πολυφωνία που έλειπε στην “Κλειστή πόρτα” και την είχαμε επισημάνει τότε, τώρα παίρνει σάρκα και οστά σε πληρέστερο βαθμό.

ΤΕΤΟΙΑ κείμενα δεν αρκεί να θίγουν σημερινά ζητήματα. Ούτε να προσεγγίζουν εμάς τους νέους, ούτε να εκφράζουν απλώς τα επαναστατικά μας οράματα και τις αντιφασιστικές μας αντιλήψεις. Δεν είναι απλώς το θέμα που θα τα καταξιώσει. Πρέπει επιπλέον να ξεσηκώνουν τα ίδια με τον τρόπο γραφής τους, με τον παλμό του αίματός τους, με τον φορτισμένο τρόπο με τον οποίο σηκώνουν τον τόνο τους.

Πάπισσα Ιωάννα

Friday, November 20, 2020

Vladimir Nabokov, “Δόξα”

Η ενηλικίωση περνά μέσα από τον έρωτα πριν φτάσει στη “δόξα”. Ο Nabokov παίζει με το θέμα αυτό, όχι μόνο στη “Lolita”, αλλά και σε άλλα του κείμενα, παθιασμένος, απ’ ό,τι φαίνεται, από το κυνήγι …πεταλούδων.

 

Влади́мир Влади́мирович Набо́ков

Подвиг

1932

Vladimir Nabokov

“Δόξα”  

μετ. Σ. Αργυροπούλου

εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα -2020


Ο Ναμπόκοφ συνδυάζει το ρωσικό παρελθόν του με το αμερικάνικο μέλλον του, καθώς διέφυγε στις ΗΠΑ, με μια ενδιάμεση μεγάλη περίοδο στη Γερμανία. Ρωσία 1899-1922, Γερμανία 1922-1940 και ΗΠΑ 1940-1977.


> Ο Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ γεννήθηκε στην Αγία Πετρούπολη το 1899, από αριστοκρατική οικογένεια. Όταν οι Μπολσεβίκοι πήραν την εξουσία στη Ρωσία, η οικογένειά του εγκατέλειψε τη χώρα. Σπούδασε γαλλική και ρωσική λογοτεχνία στο κολέγιο Τρίνιτι του Κέιμπριτζ και το 1922 εγκαταστάθηκε στο Βερολίνο, όπου ο πατέρας του εξέδιδε τη ρωσόφωνη εφημερίδα "Rul'". Η άνοδος του ναζισμού στη Γερμανία οδήγησε το Βλαντιμίρ, τη γυναίκα του Βέρα και το γιο τους Ντμίτρι στο Παρίσι, το 1938, και η νίκη του Χίτλερ τους οδήγησε οριστικά στην Αμερική, το 1940, όπου έζησε και δίδαξε λογοτεχνία στο κολέγιο Γουέλεσλι, στο Στάνφορντ, στο Κορνέλ και στο Χάρβαρντ. Από το 1959 αφοσιώθηκε αποκλειστικά στη συγγραφή. Ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς του εικοστού αιώνα, έγραψε στα ρωσικά και στα αγγλικά. Το 1973 τιμήθηκε με το Αμερικανικό Μετάλλιο Λογοτεχνίας. Ανάμεσα στα έργα του που έγραψε στα ρωσικά (και απέδωσε, αργότερα, ο ίδιος στα αγγλικά), ξεχωρίζουν τα: "Γέλιο στο σκοτάδι", "Mashenka/Μαίρη", "Η άμυνα του Λούζιν", "Απόγνωση", "Πρόσκληση σ’ έναν αποκεφαλισμό", "Το μάτι", "Το δώρο" και "Ο γητευτής" (ένας πρόδρομος της "Λολίτας"), και ανάμεσα σ' αυτά που έγραψε στα αγγλικά, "Η αληθινή ζωή του Σεμπάστιαν Νάιτ", "Χλομή φωτιά", "Άντα", "Επικίνδυνη στροφή", "Ο αξιοπρεπής κύριος Πνιν", "Διαφανή αντικείμενα", "Μίλησε μνήμη", "Λώρα" (ημιτελές μυθιστόρημα, που έδωσε εντολή να καταστραφεί), και φυσικά το αριστούργημά του, "Λολίτα", που μεταφέρθηκε αρκετές φορές στον κινηματογράφο. Πέθανε το 1977 στην Ελβετία, από επιδείνωση της υγείας του ύστερα από ένα πέσιμο στις πλαγιές του Νταβός, όπου ασκούσε το χόμπι του της συλλογής πεταλούδων.


ΑΡΑ τη “Δόξα” την έγραψε στα ρωσικά την περίοδο όπου έμενε στη Γερμανία, συνδυάζοντας το ρωσικό υπόβαθρο της ψυχής του με το κοσμοπολίτικο πεδίο των ταξιδιών στην Ευρώπη. Στην ουσία είναι ένα μυθιστόρημα μαθητείας που ξεκινά από τη Ρωσία και καταλήγει στην Αγγλία. Ο νεαρός Μάρτιν Εντελβάις φεύγει με την οικογένειά του, μητέρα κ.ο.κ., μέσω Τουρκίας, Ελλάδας, Ιταλίας και φτάνει στο Cambridge, όπου θα σπούδαζε. Φεύγοντας το 1918 από τη Οκτωβριανή επανάσταση μένει σε μια αριστοκρατική οικογένεια της Βρετανίας, τους Ρώσους εμιγκρέδες Ζιλάνοφ.

Η ΕΝΗΛΙΚΙΩΣΗ του νεαρού ήρωα περνά μέσα από την έρωτα και την απελευθερωτική και γεμάτη εμπειρίες ζωή που αυτός υπαγορεύει. Καταρχάς, στο ταξίδι ερωτεύεται την παντρεμένη Άλα Πετρόβνα, με την οποία συνάπτει μια σύντομη σχέση. Στο νέο μέρος ερωτεύεται τη νεαρή Σόνια Ζιλάνοφ κι αυτό το πάθος τον ωθεί στο να κάνει κάτι παράτολμο, δραστικό και εκκωφαντικό ώστε να προσελκύσει την προσοχή της.

Η ΑΦΗΓΗΣΗ είναι αργή και μου δίνει για άλλη μια φορά την εντύπωση ότι για ένα μεγάλο μέρος του 20ου αιώνα ο ρεαλισμός του 19ου είναι συνεχώς παρών και καθορίζει το κλίμα των μυθιστορημάτων. Περιγραφές, σκηνικά, πρόσωπα κινούνται σε ένα αληθοφανές πλαίσιο, που αποδίδεται συχνά με λεπτομέρειες, και αυτό που αλλάζει ίσως είναι η ψυχολογική εμβάθυνση, χωρίς αυτό να αγνοούνταν στους Ρώσους κλασικούς του 19ου αιώνα. Μέσα στο ρεαλιστικό περιβάλλον παίζει μια ρομαντική ψυχή που μονομαχεί για την αγαπημένη του, κινείται εκτός πλαισίων, ταξιδεύει και ψάχνεται.


ΑΝΑΜΕΣΑ σε άλλα έργα του Nabokov, που έχουμε διαβάσει, όπως “Η άμυνα του Λούζιν”, η “Δόξα” είναι απ’ τα ατελέστερά του.

Πάπισσα Ιωάννα

Tuesday, November 17, 2020

Έλληνες Αριστεροί Λογοτέχνες


Η ΗΤΤΑ στον Εμφύλιο λειτούργησε αντίστροφα στο πεδίο των γραμμάτων. Στη λογοτεχνία οι Αριστεροί κατάφεραν και υπερτέρησαν και τα περισσότερα απ’ τα μεγάλα ονόματα της μεταπολεμικής πεζογραφίας και ποίησης ανήκαν στον χώρο της Αριστεράς. Ακριβώς επειδή οι άνθρωποι της τέχνης σκέφτονται ανθρωπιστικά, με πίστη στα ανθρώπινα δικαιώματα, με πίστη σ’ ένα καλύτερο αύριο μακριά απ’ την κατεστημένη σκέψη, πιστεύουν και στα κομουνιστικά ή σοσιαλιστικά ιδεώδη.

ΠΡΩΤΑ ΑΠ’ ΟΛΑ οι πρώτοι μεταπολεμικοί ποιητές που βίωσαν οι ίδιοι Μακρονήσια και φυλακές:

            -Μανόλης Αναγνωστάκης

            -Τίτος Πατρίκιος

            -Τάσος Λειβαδίτης

            -Άρης Αλεξάνδρου, έστω κι αν στο εμβληματικό «Κιβώτιο» ασκεί εσωτερική κριτική

            -Μιχάλης Κατσαρός

-Νίκος Καρούζος

συν παλιότεροι, όπως ο Γιάννης Ρίτσος που διέπρεψε μεταπολεμικά

κ.ο.κ.


ΑΠ’ ΤΗΝ ΑΛΛΗ, η πεζογραφία βρίθει κειμένων που ξεκινούν από την αριστερή οπτική γωνία και καταγγέλλουν τα συμφέροντα, τις παγιωμένες νοοτροπίες, την καταπίεση, ξαναγράφουν την ιστορία, σχηματοποιούν τον τρόπο σκέψης της σύγχρονης Αριστεράς:

            -Στρατής Τσίρκας

            -Αντρέας Φραγκιάς

            -Δημήτρης Χατζής

            -Μενέλαος Λουντέμης

            -Άλκη Ζέη

-Μήτσος Αλεξανδρόπουλος

-Βασίλης Βασιλικός

-Ιωάννα Καρυστιάνη

            -Μάρω Δούκα

-Ρέα Γαλανάκη

-Άρης Μαραγκόπουλος

-Πέτρος Μάρκαρης

κ.ο.κ.

 

Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ παράγει λόγο γιατί νιώθει ότι διεκδικεί. Παράγει λογοτεχνία γιατί οραματίζεται. Προσπαθεί να χρησιμοποιήσει τη γλώσσα για ν’ αναδείξει κοινωνικά θέματα και να δείξει τον άλλο δρόμο. Επειδή δεν είναι επαναπαυμένη και επειδή έχει μια άλλη απ’ την καθιερωμένη οπτική, καλύπτει το κενό της εξουσίας που δεν είχε (προ ΣΥΡΙΖΑ) με ποίηση και πεζογραφία. Με τέχνη.

ΟΙ ΗΤΤΗΜΕΝΟΙ της ιστορίας έχουν αναδειχθεί νικητές στο μεταπολεμικό πνευματικό μας στερέωμα. Έχουμε έργα που καταδικάζουν το δεξιό παρακράτος, καταγράφουν τα δεινά του Εμφυλίου και τη δράση των δωσίλογων, αισθητοποιούν την εξορία και τις βάρβαρες μεθόδους των αυταρχικών κυβερνήσεων, καταγγέλλουν τη χούντα και τις πρακτικές της. Μεταπολιτευτικά αναδεικνύουν τη γόνιμη ταξική πάλη και βάλλουν κατά των ολοκληρωτικών καθεστώτων και της καταπάτησης των δικαιωμάτων των ασθενέστερων τάξεων. Δεν παύουν βέβαια συχνά να ασκούν κριτική και στα ίδια τα αριστερά και κομουνιστικά κόμματα, με σκοπό όμως την πολυφωνική ανάδειξη τάσεων και την πρόταση διορθωτικών κινήσεων.

ΠΟΛΛΟΙ από τους παραπάνω λογοτέχνες συνδύασαν ζωή και έργο, ιδιωτική και πολιτική δράση, πλήρωσαν με εξορίες και διώξεις, ανέλαβαν θέσεις και εκπροσώπησαν όλους εμάς τους Αριστερούς και στις Αριστερές, που πιστεύουμε στο δίκιο του λαού και στη φαντασία στην εξουσία.

Πάπισσα Ιωάννα

Saturday, November 14, 2020

Γιώργος Παυλόπουλος, “Όσο πιο μακριά από το σπίτι”


Ένα ξενοδοχείο μπορεί να γίνει ο μικρόκοσμος που αντανακλά νοοτροπίες, συλλογικές και ατομικές πορείες, λοξές αφηγήσεις. Πόσο μάλλον αν μιλάμε για 36 ξενοδοχεία…


Γιώργος Παυλόπουλος

“Όσο πιο μακριά από το σπίτι”

εκδόσεις Στερέωμα

2020


Στο δίλημμα κλασική λογοτεχνία ή σύγχρονη, ειδικά σε συνθήκες εγκλεισμού, την απάντηση την έδωσε το ίδιο το βιβλίο. Ήμουν σε έναν πάγκο βιβλιοπωλείου, έψαχνα να φτιάξω τη λίστα με τα αναγνώσματα της επερχόμενης καραντίνας, ώσπου διαβάζω στο οπισθόφυλλο ότι το “Όσο πιο μακριά από το σπίτι” –εμφανώς κόντρα στο “Μένουμε σπίτι”- βασίζεται στις “Αόρατες πόλεις” του Calvino. Έτσι, αποφάσισα να πάρω τον Παυλόπουλο και να ξαναδιαβάσω από τη βιβλιοθήκη μου το ιταλικό πρότυπό του.


> Ο Γιώργος Παυλόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Μέρος του πρώτου του μυθιστορήματος "300 βαθμοί Κέλβιν το απόγευμα" (Αλεξάνδρεια, 2007) δημοσιεύθηκε σε αμερικάνικη λογοτεχνική επιθεώρηση. Το 2011 κυκλοφόρησε το δεύτερο μυθιστόρημά του "Ατμός" (Κέδρος) το οποίο βρίσκεται στη μόνιμη συλλογή των βιβλιοθηκών Yale, Harvard, Princeton και Columbia. Το "Όριο και το κύμα" είναι το τρίτο του μυθιστόρημα (Ποταμός, 2014). Κείμενα και διηγήματά του έχουν δημοσιευθεί σε περιοδικά του εξωτερικού. Ζει στο Βερολίνο.


Ο ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ, που μου θυμίζει συνεχώς τον συνονόματό του ποιητή, γράφει μικρά διηγήματα δύο έως πέντε περίπου σελίδων, στα οποία κέντρο βρίσκεται ένα διαφορετικό κάθε φορά ξενοδοχείο. Η αφήγηση κάθε ιστορίας στηρίζεται στο παιχνίδι, στο πώς δηλαδή ο συγγραφέας εξιστορεί τη ζωή του ιδιοκτήτη ή την εμπειρία μέσα στο ξενοδοχείο, που δεν είναι συνηθισμένη. Στηρίζεται βέβαια και στη χωροταξική ανατρεπτικότητα, όπου ο χώρος, το πώς κείται το ξενοδοχείο τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά, δεν είναι ο φυσικός, σαν να μπαίνει κανείς σε μια άλλη διάσταση μόλις εισέλθει στο κτήριο.

ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ διαβάζονται ευχάριστα σαν λεκτικό παιχνίδι, όμοιο με αυτά της Oulipo, γλωσσικές και αφηγηματικές αλχημείες που δημιουργούν ουτοπίες και ατοπίες. Ξενοδοχεία με ακαθόριστο αριθμό δωματίων, εγκιβωτισμοί σφαιρών σε χιονονιφαδικές μπάλες, σωσίες και εναλλαγές ρόλων κ.ο.κ. Όσο το μυαλό προχωράει με αυτή τη λογική, κάθε καινούργιο ξενοδοχείο είναι και μια αποκάλυψη σε ένα ατέρμονο γαϊτανάκι ιδεών και αφηγήσεων. Οι ελιγμοί, οι ανατροπές, τα παράδοξα τροφοδοτούν τη σκέψη και αιφνιδιάζουν λιγότερο ή περισσότερο τον αναγνώστη.

ΑΠ’ ΤΗΝ ΑΛΛΗ, η σύγκριση με τις “Αόρατες πόλεις” του Calvino είναι συνεχής κι αυτό κάνει το εγχείρημα του Παυλόπουλου απείκασμα, που δεν εκπλήσσει τόσο. Πολύ δε περισσότερο που το παιχνίδι πλέον έχει σημασία όταν υποδεικνύει μια άλλη κοινωνική, πολιτική ή ψυχολογική θέαση του κόσμου. Αυτό δεν το είδα στα περισσότερα από τα διηγήματα και γι’ αυτό ξεχώρισα δυο-τρία ως πιο βαθιά: Π.χ. στους “Περασμένους καιρούς” και στην “Αρένα των παπαγάλων” βλέπουμε τον προβληματισμό για τη λειτουργία των ΜΜΕ, το πώς οι νέες ειδήσεις δημιουργούν ένα παλίμψηστο με τις παλιές και φυσικά πώς οι παπαγάλοι, τα φερέφωνα δηλαδή της εξουσίας, της όποιας εξουσίας, χειραγωγούν την κοινή γνώμη. Στο “Μαύρο εμβατήριο” από την άλλη η πολιτική πορεία της ανθρωπότητας με τα πάνω και τα κάτω της αντικατοπτρίζεται στο ξενοδοχείο και έτσι φαίνεται πως η ιστορία του αντανακλά την ίδια την Ιστορία.

ΣΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ μέρος των διηγημάτων χάρηκα το παιχνίδι αλλά μου έλειπε το βαθύτερο νόημα. Όταν το βρήκα, είδα το σκεπτικό του Παυλόπουλου και σκέφτηκα ότι, αν το εφάρμοζε παντού, θα είχαμε ένα άρτιο σύνολο καλβινικών διηγημάτων.

Πάπισσα Ιωάννα

Wednesday, November 11, 2020

Amélie Nothomb, “Δίψα”

Το χριστιανικό πλαίσιο και ιδεολογικό πεδίο ήταν και είναι ακόμα μήτρα καλλιτεχνικών έργων, πινάκων, αγαλμάτων, ταινιών και βιβλίων, που συνδιαλέγονται με αυτό, ώστε να το αναθεωρήσουν.

 

Amélie Nothomb

Soif

2019

“Δίψα”

μετ. Α. Κορτώ

εκδόσεις Στερέωμα -2020


Η Ιστορία του Χριστού και ο ευαγγελικός λόγος έχει γεννήσει απειράριθμα βιβλία, ορθόδοξα ή αιρετικά, ένθεα ή άθεα. Η πρόκληση να δω μια νέα ανάγνωση είναι πάντα έντονη.


> Η Amelie Nothomb γεννήθηκε το 1967 στο Κόμπε της Ιαπωνίας, από οικογένεια Bέλγων διπλωματών, και ακολούθησε τους γονείς της σε διάφορα μέρη του κόσμου. Σπούδασε ρομανικές γλώσσες στο ελεύθερο πανεπιστήμιο των Βρυξελλών και εργάστηκε ως διερμηνέας στην Ιαπωνία. Σήμερα ζει στο Παρίσι και στις Βρυξέλλες. "Γραφομανής", όπως αυτοχαρακτηρίζεται, δημοσιεύει ανελλιπώς κάθε φθινόπωρο, από το 1992, ένα μυθιστόρημα που γίνεται αμέσως μπεστ σέλερ. Έχει τιμηθεί με πολλές διακρίσεις (συμπεριλαμβανομένου του Grand Prix de l'Academie Francaise), ενώ βιβλία της διασκευάζονται για το θέατρο, την όπερα και τον κινηματογράφο. Τα έργα της (όλα από τις εκδόσεις Albin Michel και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια) είναι: Hygiene de l'assassin (1992) [Υγιεινή του δολοφόνου], Le Sabotage amoureux (1993), Les Combustibles (1994), Les Catilinaires (1995) [Σιωπηλός επισκέπτης], Peplum (1996), Attentat (1997), Mercure (1998) [Θερμόμετρο], Stupeur et tremblements (1999) [Φόβος και τρόμος], Metaphysique des tubes (2000) [Μεταφυσική των σωλήνων], Cosmetique de l'ennemi (2001) [Κοσμητική του εχθρού], Robert des noms propres (2002), Antechrista (2003) [Αντίχριστη], Biographie de la faim (2004), Acide sulfurique (2005), Journal d'hirondelle (2006) [Το ημερολόγιο του χελιδονιού], Ni d'Eve ni d'Adam (2007), Le Fait du prince (2008), Le Voyage d'hiver (2009), Une forme de vie (2010), Tuer le pere (2011), Barbe bleue (2012), La nostalgie heureuse (2013).


ΤΟ ΜΥΑΛΟ μου κατευθείαν πάει στον “Τελευταίο πειρασμό” του Νίκου Καζαντζάκη, ο οποίος αναφηγείται τη ζωή του Χριστού με τον δικό του φιλοσοφικό τρόπο. Με ανάλογο φιλοσοφικό τρόπο η Nothomb βάζει τον Χριστό να εξιστορεί τις δύο τελευταίες μέρες πριν από τη Σταύρωση και λίγο μετά.

ΘΕΟΣ ή άνθρωπος, ο Χριστός κηρύσσει ένα μήνυμα αγάπης, βγαλμένο από τα πιο απλά μυστικά της ζωής. Απορεί με το πώς εκλαμβάνουν τα διδάγματά του οι άνθρωποι και με το πώς θα τα καταγράψουν οι Ευαγγελιστές, αλλά πιστεύει απόλυτα στον άνθρωπο και στις μικρές του δυνάμεις. Η αγάπη δεν είναι ιδεολογία, είναι τρόπος ζωής. Η απλότητα δεν είναι παντιέρα, είναι ανεπιτήδευτη μαγεία.

ΟΛΑ αυτά συνοψίζονται στη λέξη “δίψα”, από όπου προέρχεται και ο τίτλος. Δίψα είναι η λαχτάρα για νερό ή για κάτι εξίσου μεγαλειώδες και βαθύ. Είναι η χαρά που περιμένεις μόλις έλθει μια σταγόνα στο στόμα σου. Είναι μια ασταμάτητη πορεία, καθώς, ενώ μετά την κούραση ακολουθεί η ξεκούραση και μετά την πείνα ο κορεσμός, η δίψα δεν έχει αντώνυμο… Είναι μια συνεχής κίνηση, μια αδιάκοπη αναζήτηση, που σου δίνει δύναμη αλλά ποτέ δεν φτάνει σε ένα τελεσίδικο τέλος.

Η ΔΙΨΑ με τη φιλοσοφική έννοια της Βελγίδας πεζογράφου συναντά το “διψώ”, που φέρεται να είπε ο Χριστός πάνω στον σταυρό, με αποτέλεσμα να του δώσουν ύδωρ με όξος. Η ζωή και η προσμονή του πιο απλού πράγματος, που είναι το νερό, συναντά τον θάνατο και το ξιδιασμένο νερό γίνεται ηδονή. Η Nothomb πιάνεται, γαντζώνεται από τη δίψα, για να αποδώσει τη λαχτάρα του ανθρώπου, και του Θεανθρώπου, για το αέναο κυνήγι ίσως της ουτοπίας. Κανείς δεν ξεδιψά, όσο κι αν πίνει, αλλά και κανείς δεν θέλει να ξεδιψάσει, όσο το ανικανοποίητο είναι ο κινητήριος μοχλός της ανθρώπινης προσπάθειας. Και ζωής.

ΕΠΕΙΔΗ το έργο δεν είναι δοκίμιο, ούτε θεολογική πραγματεία, οι σκέψεις της συγγραφέως διά στόματος Ιησού δεν διακρίνονται από μια ολοκληρωμένη συλλογιστική πορεία. Ως μυθιστόρημα θεολογεί με τη γλώσσα, φιλοσοφεί με το συναίσθημα, εκπέμπει μηνύματα έμμεσα, χωρίς λογική πειθώ, αλλά με το ψυχολογικό άγγιγμα αληθειών, που πετάνε γύρω μας κι ίσως περνάνε και μέσα μας. Με πιο απλά λόγια, δεν πείστηκα λογικά για τη θεολογία της Nothomb, ούτε για την ανασκευή που κάνει στην Αγία Γραφή, αλλά συναισθάνθηκα τον παλμό ενός λόγου που θέλει να καινοτομήσει και να εκφράσει ορισμένα πράγματα, πιο λοξά από τις παγιωμένες αντιλήψεις.

In2life, 9/10/2020 

Πάπισσα Ιωάννα