Monday, September 28, 2015

“Νυχτερινή πτήση” του Αντουάν ντε Σαιντ-Εξιπερί


Δεν είναι μόνο ο μικρός πλανήτης του “Μικρού πρίγκιπα” άξιος θαυμασμού, αλλά και ο έναστρος νυχτερινός ουρανός για τον πιλότο που εκστασιάζεται, απορεί, μένει άφωνος, ζει τον κίνδυνο, παλεύει με τις καταιγίδες, με τα νέφη, με τις συνθήκες οι οποίες συχνά είναι απειλητικές.


Espresso stretto:
Antoine de Saint-Exupéry
“Vol de Noit”
1931

Αντουάν ντε Σεντ-Εξιπερί
“Νυχτερινή πτήση”
μετ. Δ. Ζορμπαλάς
εκδόσεις Ψυχογιός
2015


          Το μικρό αυτό μυθιστόρημα ξεκινάει εξόχως λυρικά: η αίσθηση του πιλότου μέσα στη νύχτα που πλησιάζει τη γη και μπροστά-του απλώνεται η μαγεία της βραδιάς και το γήινο χαλί με όλα-του τα θέλγητρα. Είμαστε ακόμα στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα, όταν δηλαδή η πτήση πάνω από το έδαφος είναι μια σπανιότερη για τους πολλούς και μαγευτική για τους λίγους εμπειρία που περιγράφεται με μεταφορές και εικόνες.
          Παρακολουθούμε μια μονάδα αεροπορικού ταχυδρομείου στο Μπουένος Άιρες, όπου ο Ριβιέρ διοικεί με κυνικό ρεαλισμό, ο Ρομπινό επιθεωρεί με στωική ψυχρότητα και ο Πελερέν και ο Φαμπιέν πιλοτάρουν με όλες τις αντίξοες συνθήκες του χιονιού πάνω από τις Άνδεις και τα άλλα απρόσμενα ενός υπερατλαντικού ταξιδιού. Η γοητεία των αιθέρων συμπορεύεται με τους κινδύνους του ταξιδιού και την πειθαρχία της μονάδας, που δεν καταλαβαίνει από δικαιολογίες και σκληρές συνθήκες.
          Η υπόθεση είναι ασθενική, αλλά ο Εξιπερί έχει μια δύναμη να οδηγεί με τη γλώσσα-του τον αναγνώστη όλο και πιο βαθιά στην ουσία της ανθρώπινης οντότητας, που είναι το δέος μέσα στην απεραντοσύνη της φύσης, η νέα τεχνολογία που αναφύεται μαγική όσο και επικίνδυνη, η ευθύνη απέναντι σ’ όλη αυτήν την ανθρώπινη μοίρα. Ο Ριβιέρ λέει σε μια φάση: “Απόψε, με τους ταχυδρόμους-μου σε πτήση, είμαι υπεύθυνος για έναν ολόκληρο ουρανό”· μια φράση από τις πολλές που αναδεικνύει τη γλωσσική ανάταση σύστοιχη με τη συναισθηματική ανύψωση. Ο άνθρωπος και το μυστήριο της φύσης, έκπληξη μαζί και θαυμασμός, δέος και φόβος. Κι όπως ο “μικρός πρίγκιπας” έβλεπε ξανά και ξανά μέσα σε λίγα λεπτά την ανατολή του ήλιου, με χαρά και απόκοσμη ικανοποίηση, έτσι και ο πρωταγωνιστής μένει ενεός, παρά τις μεγάλες υποχρεώσεις-του, από τα μηνύματα του σύμπαντος: “Έτσι και το μήνυμα του άστρου. Του μιλούσαν πάνω από τόσους ώμους μια γλώσσα που άκουγε μονάχα αυτός”.
          Αυτό που κυριαρχεί είναι ο κίνδυνος, όπως τον βιώνουν όσοι βρίσκονται στο έδαφος και έχουν την ευθύνη για όσους πετάνε. Οι θύελλες και η έλλειψη επικοινωνίας, η μεγάλη έκταση των ακραίων καιρικών φαινομένων, οι πιθανές βλάβες και τα καύσιμα κ.ο.κ. κάνουν τον Ριβιέρ να νιώθει Άτλας που φέρει στους ώμους-του τον ουρανό.
          Παρά την έλλειψη πλοκής, ο αναγνώστης ανταμείβεται με ποικίλα αισθήματα που τον συγκλονίζουν: από το δέος της φύσης ως τον κίνδυνο της ζωής κι από τη μαγεία του ουρανού μέχρι την ευθύνη και την αγωνία. Σελίδα σελίδα ακολουθούσα τη γλώσσα του Εξιπερί, που είναι τόσο λίγο ποιητική όσο πρέπει, τόσο λυρική όσο ταιριάζει στην αφήγηση, τόσο γλαφυρή όσο αρμόζει σε μια βιωμένη πραγματικότητα που γίνεται μεθεκτή και από εμάς. Ο ίδιος ο συγγραφέας έζησε τέτοιες εμπειρίες και μάλιστα χάθηκε σε μια αεροπορική αποστολή μέσα στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η μετουσίωση όλων αυτών σε κείμενο είναι που μένει και θα θυμόμαστε πάντα τον “Μικρό πρίγκιπα” που πετάει στους ουρανούς.

[Μαγικός ουρανός. Και πού να έχει και “ματωμένο φεγγάρι”, όπως είχε πριν από λίγες ώρες! Φανταστείτε θέαμα από το πιλοτήριο! Οι εικόνες που διακοσμούν το κείμενο ελήφθησαν από: www.skytamer.com, www.vintagewings.ca, www.ottawafamilyliving.com, highlife.ba.com και www.britannica.com]

Πατριάρχης Φώτιος

Friday, September 25, 2015

“Το χαρτόκουτο” του Κώστα Καβανόζη


Τι κουβαλά κανείς από τη ζωή-του πέρα από αντικειμενικά δεδομένα και επίσημα έγγραφα. Συχνά αναμνηστικά ισχυρών αισθημάτων και χαραγμένων στη συνείδηση του ανθρώπου εμπειριών, πολλά από τα οποία σχετίζονται με το σεξ.


Ξανθιώτικος καφές με καϊμάκι:

Κώστας Καβανόζης
“Το χαρτόκουτο”
εκδόσεις Πατάκη
2015
 


          Στην αρχή νόμισα ότι το βιβλίο είναι “για τα μπάζα” (επιστημονικός όρος για να καταδειχθεί ότι ένα έργο είναι μέτριο έως κακό)! Γιατί; Γιατί παραθέτει σε μικρά κεφάλαια ένα ετερόκλητο υλικό λόγων που φαίνονται άσχετοι μεταξύ-τους. Κείμενα φυγόκεντρα, ασύνδετα, μια συλλογή αναμνήσεων που βρέθηκαν σε ένα χαρτόκουτο κατά τη μετακόμιση, κάτι τέτοιο. Κι επιπλέον, αυτό που με έκανε να μη δώσω μεγάλη σημασία στο μυθιστόρημα είναι ο λόγος του αφηγητή, με εκείνη την ιδιότυπη σύνταξη η οποία αφήνει το ρήμα στο τέλος της πρότασης, μια σύνταξη που κάνει κόρτε στην ποίηση αλλά στην πράξη φαίνεται σαν να εκφέρεται από ένα άτομο με ειδικές ανάγκες, που δυσκολεύεται να μιλήσει ώριμα.
          Πότε άλλαξα (λίγο ή εντελώς θα φανεί) γνώμη; Όταν συνέλαβα τον βασικό άξονα που είναι οι ποικίλες εκδοχές της σεξουαλικής ωρίμασης, όπως καταγράφονται με αυτή τη λοξή ματιά, λίγο ποιητική και λίγο χαζοχαρούμενη. Ανταποκρίνεται ίσως στη νοητική ωρίμαση του ήρωα, που σταδιακά προσπαθεί να ξεπεράσει τον σεξουαλικό αυτισμό και να ενηλικιωθεί, έστω και ημιτελώς. Κι ακόμα περισσότερο καταξίωσα το βιβλίο, όταν με έπιασε μια ασφυξία, ένας βραχνάς, εξαιτίας της αποτυχημένης σεξουαλικής ζωής του πρωταγωνιστή. Αυτός, ενώ πασχίζει να βρει την αισθησιακή επιτυχία, να ωριμάσει και να κατακτήσει τις υπεσχημένες κορυφές της ηδονής και της αυτοπραγμάτωσης, τόσο βουλιάζει σε μια σειρά ατυχιών και προσωπικών αποτυχιών. Έτσι, ενώ το σεξ θα έπρεπε να είναι πηγή ευχαρίστησης, ολοκλήρωσης, προσέγγισης του άλλου, επιβεβαίωσης κ.ο.κ., γίνεται, με κριτήριο το κοινωνικά επιθυμητό, ένα ναρκοπέδιο απογοητεύσεων.
          Η πορεία αυτής της σεξουαλικής ωρίμασης φτάνει στον γάμο με την Εύα και στη διάθεσή-τους να κάνουν παιδί, παρά τις δυσκολίες. Αυτές λύνονται εν τέλει και έτσι οι αυνανιστικές απόπειρες, οι φιλήδονες προθέσεις, οι εμπειρίες που σχετίζονται με τη γενετήσια πράξη “κοινωνικοποιούνται” και “κανονικοποιούνται” στη φυσική τάση για τεκνοποιία. Ο Καβανόζης εκφράζει με σπαρακτικό και μαζί με χιουμοριστικό τρόπο (αυτοσαρκαστικό ίσως) τη στάση του ανθρώπου για το σώμα του και το σεξ. Ένιωσα τον σπασμό-του, ένιωσα την αγωνία-του, κράτησα το αγκομαχητό-του μέσα από πορνικές σκηνές αλλά και μέσω των συναισθηματικών-του λυγμών.

[Δανείστηκα τις φωτογραφίες για τη διακόσμηση του κειμένου από: www.gossip-tv.gr, sextantra.ru και www.zougla.gr]

Πατριάρχης Φώτιος

Tuesday, September 22, 2015

“Το φάντασμα του Αλεξάντρ Βολφ” του Γκαϊτό Γκαζντάνοφ

Η μεγάλη ρωσική λογοτεχνία του 19ου αιώνα συνεχίζεται και στον 20ό με έργα που δεν είναι πολύ γνωστά, με συγγραφείς που ξέφυγαν από τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό, όπως ο Γκαζντάνοφ που έφυγε νωρίς για τη Γαλλία και εκεί έγραψε στα ρώσικα τα κείμενά-του.


Μαύρος καφές:
Гайто́ Ива́нович Газда́нов
Призрак Александра Волфа
1947-1948
Γκαϊτό Γκαζντάνοφ
“Το φάντασμα του Αλεξάντρ Βολφ”
μετ. Ε. Μπακοπούλου
εκδόσεις Αντίποδες
2015
 


          Μια εξαιρετική ιδέα, που φαίνεται τόσο αληθινή σαν να είναι πραγματική, δίνει το εναρκτήριο πυρ για να ξεκινήσει το μικρό αυτό μυθιστόρημα. Ο νεαρός πρωταγωνιστής θυμάται όταν πυροβόλησε θανάσιμα, κατά τη διάρκεια του ρωσικού Εμφυλίου πολέμου του 1917, έναν ιππέα και του πήρε το άλογο. Χρόνια αργότερα ανακαλύπτει, καθώς ζει στο Παρίσι, ένα διήγημα του Αλεξάντρ Βολφ, Άγγλου συγγραφέα, που αναφέρεται ακριβώς στο ίδιο περιστατικό από την πλευρά του νεκρού. Αναζητεί λοιπόν τον άφαντο διηγηματογράφο, για να μάθει πιο λεπτομερείς πληροφορίες, και σ’ αυτή-του την προσπάθεια συναντά διάφορους Ρώσους της εμιγκράτσια που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα μ’ αυτόν.
          Το ενδιαφέρον και ελκυστικό ξεκίνημα δίνει τη θέση-του σε μια άρτια περιγραφή του αγώνα πυγμαχίας μεταξύ ενός Γάλλου και ενός Αμερικανού (καθότι ο ήρωας είναι δημοσιογράφος στο Παρίσι) και την αφήγηση του έρωτά-του με τη Γιελένα Νικολάγιεβνα, Ρωσίδα της γαλλικής πρωτεύουσας. Ο αναγνώστης, παρόλο που αναγνωρίζει συγγραφική δεινότητα σ’ αυτές τις στροφές του δρόμου, νιώθει συνεχώς ότι αυτές οι παρεκβάσεις κάποτε θα κλείσουν και θα ξαναβρεθεί αντιμέτωπος με το αρχικό, υπαρξιακό ζήτημα. Περιμένει πότε θα εμφανιστεί ο Αλεξάντρ Βολφ…
          Κι όντως η εξέλιξη της ανάγνωσης ολοκληρώνει και εν μέρει απαντά στα εξής ερωτήματα, που είναι καθοριστικά για την κατανόηση και αξιολόγηση του μυθιστορήματος:
1.     Τι πραγματικά συνέβη εκείνη τη μέρα του φόνου και πώς βρίσκεται ζωντανός ο Βολφ;
2.     Πώς ένα τέτοιο συνταρακτικό γεγονός μετέτρεψε έναν τυχοδιώκτη σε συγγραφέα;
3.     Ποια η συμβολή της μοίρας στην ανθρώπινη ζωή;


Το έργο από ενδιαφέρον ανάγνωσμα μετατρέπεται σταδιακά σε μυθιστόρημα ιδέων, καθώς η επανασυνάντηση αφηγητή και Βολφ προκαλεί αλυσιδωτές εξελίξεις, κυρίως σε επίπεδο φιλοσοφικής θέασης της ζωής. Ας τις δούμε βήμα βήμα:
Ως προς το πρώτο ερώτημα, η ιστορία εξελίσσεται με ομαλό τρόπο, χωρίς αδιέξοδα κυνήγια και μάταιες αναζητήσεις. Ο ήρωάς-μας συναντά τελικά τον ίδιο τον Βολφ και του αποκαλύπτει ποιος είναι, ενώ ο Βολφ αποδεικνύεται πλέον ένας φιλοσοφημένος άνθρωπος, που έμαθε από τον παρ’ ολίγο θάνατό-του. Γλίτωσε βαριά τραυματίας, παρόλο που ο αφηγητής είχε πιστέψει απόλυτα ότι ήταν νεκρός, σώθηκε από τους φίλους-του και κατέφυγε εντέλει στην Ευρώπη και πιο συγκεκριμένα στο Λονδίνο. Ο θάνατός-του ήταν λοιπόν μια αυταπάτη…
Ως προς το δεύτερο ερώτημα, η σημασία-του μέσα στο βιβλίο είναι δευτερεύουσα αλλά μπορεί κανείς να πει ότι μια συγκλονιστική εμπειρία αλλάζει τη ροή της ζωής, ανατρέπει βεβαιότητες και μπορεί να στρέψει τον άνθρωπο σε μια νέα αρχή, μια συγγραφική απόπειρα και σε μια καλλιτεχνική αναζήτηση.
Στο τελευταίο ερώτημα συμπυκνώνεται όλο το νόημα του έργου, όπου οι απαντήσεις δεν είναι τόσο ρητές και γι’ αυτό η διασταύρωση του αναγνώστη με τα ερωτήματα αυτά γεννά και το πραγματικό ενδιαφέρον για το κείμενο. Ο Βολφ, επειδή έφτασε στο χείλος του θανάτου αλλά δεν πέθανε, άλλαξε τρόπο σκέψης και ζωής, συνάντησε τη μοίρα και την απέφυγε, φιλοσόφησε πάνω σ’ αυτήν και έφτιαξε, σύμφωνα με τα λόγια του αφηγητή, μια “ιδιότυπη φιλοσοφία”. Από την άλλη, ο δημοσιογράφος της ιστορίας-μας δεν ξεπέρασε ποτέ το γεγονός και πάντα αναρωτιόταν, τώρα πια πιο φιλοσοφημένα, τι θα γινόταν αν τον σκότωνε ο άλλος, τι αν τον σκότωνε αυτός, όπως μέχρι τώρα πίστευε. Η μοίρα και η τύχη καθορίζουν τη ζωή-μας κι εμείς χορεύουμε με βάση τον ρυθμό στον οποίο μας παίζουν.
Αυτή είναι η βασική θέση τουλάχιστον του Βολφ κι ο Γκαζντάνοφ τη θέτει στο τραπέζι για να τη σκεφτούμε. Η κατάληξη του έργου την επιβεβαιώνει, αφού ο άνθρωπος μπορεί γλιτώσει τη μοίρα-του περιστασιακά αλλά τελικά αυτή θα τον βρει.
Το έργο διατηρεί την καλογραμμένη υφή-του σε όλο-του το μήκος, στηρίζεται ώρες ώρες στην υποβλητική-του ατμόσφαιρα, απηχεί Πόε, όπως επισημαίνει ο Αστερίου στο επίμετρό-του, συνδυάζει μυστήριο και φιλοσοφία, εφαρμόζει όσα λέγονται με λόγια και παραβολές στην ίδια την υπόθεση… Το διάβασα με ενδιαφέρον και με νοητική διέγερση, ακόμα και στις παρεκβάσεις ήλπιζα (και δεν διαψεύστηκα) ότι θα γυρίσει στη βασική κοίτη, με έπεισε ότι έχει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο και αποζημιώθηκα διττά, αφηγηματικά και φιλοσοφικά, ασχέτως αν πιστεύω σ’ αυτήν τη μοίρα που προβάλλει ο Γκαζντάνοφ.
Άξιο!

[Πρωτοδημοσιεύτηκε στις 16/7/2015 στον ιστότοπο In2life και εδώ αναδημοσιεύεται στολισμένο με φωτογραφίες που αντλήθηκαν από: www.pinterest.com (οι δύο πρώτες), www.aviapress.com, www.dailymail.co.uk, www.pinterest.com και www.taxi-library.org]

Πατριάρχης Φώτιος

Sunday, September 20, 2015

“Φύλλο μηδέν” του Ουμπέρτο Έκο


Πόσο τα ΜΜΕ προκαθορίζουν το γίγνεσθαι; Σήμερα, ημέρα εκλογών, βγαίνει το “Φύλλο μηδέν” ή θα μπορούσε να είναι η “Εκπομπή μηδέν”, καθώς τα ΜΜΕ επεμβαίνουν και επιχειρούν να καθορίσουν την πραγματικότητα. Η λογοτεχνία είναι για τον Έκο ένας τρόπος να εφαρμόσει τις θεωρητικές-του ιδέες, τόσο για τη δύναμη της γλώσσας και της αφηγηματικής κατασκευαστικότητας, όσο και για τα σημεία που διαμορφώνει ο άνθρωπος για να νοηματοδοτήσει τον κόσμο: έτσι γράφει ένα βιβλίο για τη δύναμη/αδυναμία του Τύπου να κατασκευάσει το είναι.


Espresso:
Umberto Eco
“Numero Zero”
Bompiani 2015
Ουμπέρτο Έκο
“Φύλλο μηδέν”
μετ. Έ. Καλλιφατίδη
εκδόσεις Ψυχογιός
2015
 


          Το βασικό θέμα που απασχολεί τον Έκο (νομίζω ότι μόνο σ’ αυτό το βιβλίο-του, αλλά εν μέρει ή εν όλω και σε άλλα) είναι η αλήθεια. Η δημοσιογραφική και η ιστορική αλήθεια. Πώς δηλαδή πλησιάζει ο άνθρωπος την πραγματικότητα, αν υπάρχει βέβαια η τελευταία, πώς την παρουσιάζει ή την πλάθει, πώς επινοεί ό,τι δεν ξέρει, πώς προβάλλει ως πραγματικότητα τη δική-του σύλληψη. Και η δημοσιογραφία των σημερινών μίντια είναι η φάμπρικα κατασκευών, άλλοτε σκόπιμων κι άλλοτε υποκειμενικά παραπλανητικών. Κι η ιστοριογραφία;
          Μια ομάδα δημοσιογράφων πειραματίζεται για έναν χρόνο πάνω σε μια φανταστική εφημερίδα με το όνομα “Αύριο”. Αν μπορέσει και ολοκληρωθεί το πλάνο, η εφημερίδα θα κυκλοφορήσει κανονικά την επόμενη χρονιά. Ωστόσο βασικός στόχος της ομάδας δεν είναι η αλήθεια, αλλά ο λαϊκισμός, η λασπολογία, η ωραιοποίηση, το στερεότυπο, η συμβατικότητα, η λασπολογία, με λίγα λόγια ό,τι θα τραβήξει την προσοχή των αναγνωστών, ασχέτως αν είναι πραγματικό ή πλαστό. Η δημοσιογραφία γίνεται λανθανόντως λογοτεχνία, όχι με το ίδιο καλαίσθητο ύφος, ούτε με τη ρητή διαβεβαίωση ότι γράφει φανταστικά σενάρια, αλλά με την υπόρρητη δήλωση ότι γράφει αλήθειες, ενώ ουσιαστικά λειτουργεί ευφάνταστα και επινοητικά.
          Και τότε, σκάει μια υποψία ότι ο Μουσολίνι είχε έναν σωσία, ο οποίος έπαιξε καθοριστικό ρόλο τις τελευταίες μέρες-του, όταν οι Σύμμαχοι απελευθέρωναν την Ιταλία. Κι όταν ανακοινώθηκε ο θάνατός-του, (τώρα “αποκαλύπτεται” ότι) στην ουσία νεκρός ήταν ο άλλος, ενώ ο Ντούτσε είχε φυγαδευτεί στην Αργεντινή. Ένα κλασικό σενάριο συνωμοσιολογίας που επιδέχεται πολλών ερμηνειών και δείχνει πόσο εύκολο είναι να πειστεί ο μέσος άνθρωπος από τα ΜΜΕ ότι κάτι κρύβεται που δεν του το λένε, αλλά πρέπει να το ξέρει.
          Ο Ιταλός συγγραφέας ποτέ δεν ήταν καθαρόαιμος λογοτέχνης και δεν κατάφερε απόλυτα στα μυθιστορηματικά-του έργα να στεγάσει τις ιδέες-του κάτω από μια λογοτεχνική σκεπή. Αντίθετα, κι αυτό ισχύει κι εδώ, υπερτερούν οι σημειολογικές-του αναφορές, η πλοκή υπάρχει μόνο όσο υπηρετεί τους διαξιφισμούς ιδεών, τα πρόσωπα σαν μαριονέτες κινούνται μέσα στο ιδεοπλαστικό πλαίσιο του Έκο. Παρ’ όλα αυτά, η ιδέα της ίδρυσης μιας εφημερίδας και όλο το συμβολικό πεδίο που πλάθεται είναι πολύ εύστοχο, αφού αναδεικνύει με την υπερβολή και τη σκοπιμότητά-του τη διαφθορά των ΜΜΕ, τα υπόγεια παιχνίδια παραπλάνησης, τον λαϊκισμό-τους και τη διαστρέβλωση κάθε κανόνα δεοντολογίας, προς εξυπηρέτηση κάθε είδους προπαγάνδας.
Τελικά, το εγχείρημα αποτυγχάνει με μια δολοφονία, οργανωμένη από τα συμφέροντα που γεννούν και φοβούνται τη δημοσιογραφική “αλήθεια”.

[Δανείστηκα τις εικόνες που συνοδεύουν την ανάρτηση με τη σειρά παρουσίασης από: cuetherant.com, www.ips.org, www.lessignets.com και www.vvclassroom.com]

Πατριάρχης Φώτιος 

Thursday, September 17, 2015

“Η κρύπτη των καπουτσίνων” του Joseph Roth

Πρέπει στους θεωρούμενους μεγάλους συγγραφείς να δίνεις μια δεύτερη ευκαιρία. Να τους αφήσεις να σου ξαναμιλήσουν ώστε να διαμορφώσεις πιο σταθερή γνώμη και να εντάξεις τον λογοτέχνη στον χάρτη. Μετά τον “Ιώβ. Η ιστορία ενός απλού ανθρώπου”, που, μολονότι δείχνει συγγραφική τέχνη, μου είχε περάσει ένα ασφυκτικό κλίμα, το οποίο με απωθούσε, τώρα επανέρχομαι στον Ροτ με ένα, ομολογουμένως, καλύτερο έργο.


Cappuccino με σαντιγί:
Joseph Roth
“Die Kappuzinergruft”
1938

“Η κρύπτη των καπουτσίνων”
μετ. Μ. Αγγελίδου
εκδόσεις Άγρα
2014
 


          Σε αντίθεση με τον “Ιώβ. Η ιστορία ενός απλού ανθρώπου” (2013), το οποίο ήταν βαρύ, εν μέρει καταθλιπτικό και μελαγχολικό, “Η κρύπτη των καπουτσίνων” ξεκινά σαν ένα βιεννέζικο βαλς· σχετικά χαλαρό, ανάλαφρο, βγαλμένο από τον ανέμελο τρόπο ζωής των αριστοκρατών της πρωτεύουσας Βιέννης, που ζει το 1914, λίγο πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, με μια διάθεση ελίτ (και στερεοτυπικού) καθωσπρεπισμού (μακριά από αδύναμους έρωτες, αγάπες στη μητέρα και θρησκευτικά πιστεύω), κοινωνικά αποδεκτού ευδαιμονισμού και διαρκούς διασκέδασης.
       Σ’ αυτό το κλίμα ζει ο αφηγητής Φραγκίσκος Φερδινάνδος (ή Σέρβους), εύπορος, αριστοκρατικός, νέος, περιπετειώδης, ελεύθερος, με γνωριμίες και με γενναιόδωρη διάθεση. Το καλοκαίρι της χρονιάς αυτής, της τελευταίας χρονιάς της ισχυρής Αυστροουγγαρίας, παραθερίζει σε ένα μικρό χωριό, ονόματι Ζλότογκροντ, μαζί με τον καστανά Γιόζεφ Μπράνκο και τον Εβραίο αμαξά Μανές Ράιζινγκερ. Κι όταν ξεσπάει ο Πόλεμος, επιλέγει, αντί να καταταγεί με την αριστοκρατία της Βιέννης, να ενταχθεί στο 35ο σύνταγμα της Γαλικίας μαζί με τους λαϊκούς φίλους-του. Αν ήταν μια νεανική εφήμερη σκέψη, τότε ο ήρωάς-μας ήταν ρηχός και ξέγνοιαστος όπως πάντα· αν όμως ήταν μια συνειδητή απεξάρτηση από τα “βουτυρόπαιδα” της αυτοκρατορικής πρωτεύουσας, τότε ο Φραγκίσκος καταλάβαινε από τότε τη διαφθορά των Αυστριακών που θα οδηγούσε στη φθορά της Αυτοκρατορίας. Αν τα σχόλιά-του για την τρυφηλή Βιέννη ήταν σκέψεις των είκοσι κάτι ετών-του, τότε εξ αρχής ο πρωταγωνιστής ήταν πιο συνειδητοποιημένος απ’ ό,τι φαινόταν. Αν όμως τα σχόλιά-του είναι εκ των υστέρων σκέψεις της ώριμης ηλικίας του αφηγητή, τότε η ζωή τον ωρίμασε the hard way, που λένε και οι Αμερικάνοι.
          Η κρύπτη των καπουτσίνων έχει μέσα-της το νεκρό σώμα του αυτοκράτορα Φραγκίσκου Ιωσήφ κι ανάλογα “Η κρύπτη των καπουτσίνων” ενταφιάζει την Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία και την αριστοκρατική-της τάξη. Ενώ δεν αναφέρεται σχεδόν καθόλου σε μάχες και πολεμικές ιαχές, το έργο του Ροτ ανήκει σ’ αυτό το είδος της λογοτεχνίας το οποίο έχει ως κέντρο-του τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο οποίος διέλυσε κυριολεκτικά την έως τότε ευρωπαϊκή τάξη πραγμάτων. Έτσι, ο αριστοκράτης πρωταγωνιστής “Σέρβους”, επιστρέφοντας από τον πόλεμο τέσσερα χρόνια μετά, συναντά ένα άλλο τοπίο: η Αυστροουγγαρία είναι διαλυμένη, το πλούσιο σπίτι-του να διατηρεί μόνο την επίπλαστη και κούφια αρχοντιά-του, η αριστοκρατία να έχει καταρρεύσει και να έχει αναδειχθεί μια νέα αστική τάξη, η γυναίκα-του να έχει κόψει τα μαλλιά-της, να είναι λεσβία και να διατηρεί κατάστημα με είδη εφαρμοσμένης τέχνης, τα οποία και εμπορεύεται…

          Το βιβλίο αφορά στο πριν και το μετά του πολέμου· αφορά στην πτώση μιας αυτοκρατορίας· αποτελεί το requiem του 19ου αιώνα και τη σκληρή επανέναρξη μιας νέας εποχής, λιγότερο ανέμελης, λιγότερο ελαφριάς, βγαλμένης από τη σκόνη μιας εκκωφαντικής κατάρρευσης. Κι ο αναγνώστης βλέπει την αλλαγή με την επιστροφή του ήρωα σε έναν κόσμο τον οποίο δεν αναγνωρίζει και ο οποίος δεν τον αναγνωρίζει. Η μελαγχολία, η απογοήτευση, η μουντάδα έρχεται σαν βαριά συννεφιά να επισκιάσει όλο το προηγούμενο μεγαλείο, αλλά και να θάψει τον ρομαντισμό, την αφελή αισιοδοξία, τον παρωχημένο ιδεαλισμό, που πρυτάνευαν μέχρι το 1914. Το αρχοντικό σπίτι μετατρέπεται σε πανσιόν και ο κόσμος αλλάζει με ραγδαίο, βάναυσο, απόλυτο τρόπο και περνά σε μια πιο προσγειωμένη, ρεαλιστική και στεγνή από μεγαλείο φάση.
          Συνδέουν το βιβλίο με το “Εμβατήριο του Ραντέτσκυ”· ενώ εκεί τα πράγματα είναι επικά, εδώ είναι ελεγειακά. Κι έτσι μένει μια ωχρή, σαν αποκαΐδια από σβησμένη φωτιά, κάπνα να θυμίζει τι υπήρχε προηγουμένως…

[Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο In2life στις 8/9/2015. Εδώ αναδημοσιεύεται με εικόνα κορυφής τον πίνακα του Josef Engelhart "Η Βιέννη το 1918", ενώ οι υπόλοιπες εικόνες αντλήθηκαν από: derstandard.at, www.bbc.co.uk και kultur-online.net]

          Πατριάρχης Φώτιος

Monday, September 14, 2015

“Καναδάς” του Ρίτσαρντ Φορντ

Πώς βλέπουν οι Αμερικανοί τον Καναδά; Σαν ομοεθνές κράτος ή σαν παρία της Βόρειας Αμερικής, σαν ομόγλωσσο έδαφος ή σαν μια επικράτεια διαφορετικής ή και κατώτερης κουλτούρας;


Καναδικός καφές
(αμερικάνικος με τρεις σταγόνες κουαντρό):
Richard Ford
Canada
2012
Ρίτσαρντ Φορντ
“Καναδάς”
μετ. Θ. Σκάσσης
εκδόσεις Πατάκη
2014
 
Στα χρώματα της σημαίας του Καναδά


          Διάβασα εξαιρετικά λόγια, άκουσα διθυραμβικές κριτικές, διαμόρφωσα, πριν το διαβάσω, άκρως θετική εντύπωση και μπήκα στο βιβλίο δρομαίος. Περίμενα κάτι που θα με ενθουσιάσει, κάτι που θα ξεπεράσει τα συνηθισμένα αμερικάνικα μυθιστορήματα και θα βάλει τον Φορντ πολύ ψηλά στην κλίμακα των καλών βιβλίων της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Τελικά; Ε, περιμένετε να το τελειώσω και θα μάθετε!
          Η ληστεία μιας τράπεζας από το ζεύγος Πάρσονς είναι το σημείο τομής, που κόβει τη ζωή των δυο παιδιών-τους στο πριν και το μετά. Κι ενώ αυτή αποτελεί το σημείο μηδέν, πιο πολύ μας ενδιαφέρει η πρόσληψή-της από τον αφηγητή γιο, που τότε ήταν δεκαπέντε χρονών και τώρα, πολλά χρόνια μετά, αναρωτιέται τι συνέβη, πώς συνέβη, ποια κίνητρα και ποια συναισθήματα αναδύθηκαν σε καθένα από τους δύο γονείς, πώς ακριβώς φέρθηκαν μέχρι τη ληστεία, κατά τη διάρκειά-της, ύστερα από αυτήν μέχρι που καταδικάστηκαν κι οι δυο σε κάθειρξη.
          Πολλές δεκάδες σελίδες μετά την αρχή, παρόλο που η κατάληξη της ληστείας ήταν ήδη γνωστή, παρόλο που ο ρυθμός των γεγονότων δεν είναι καταιγιστικός, το ενδιαφέρον διατηρείται σταθερό, όχι τεταμένο αλλά σταθερό. Ίσως ακριβώς επειδή ξέρουμε την καταδίκη του ζεύγους, δηλαδή την αποτυχία της ληστρικής-τους απόπειρας, είμαστε περίεργοι να δούμε πώς έφτασαν έως εκεί. Όμως παράλληλα συνειδητοποιούμε ότι στο επίκεντρο δεν είναι αυτό που βλέπουμε, αλλά αυτός διά του οποίου βλέπουμε· είναι ο γιος, που αφηγείται και εξετάζει το πώς και το γιατί, είναι η δική του ματιά που θα αφομοιώσει όσα έγιναν και θα τα υποστεί με έναν έμμεσο αλλά και καθοριστικό τρόπο.
          Το δεύτερο μέρος μάς μεταφέρει στον Καναδά όπου εμπιστεύονται τον μικρό Ντελ στον αδελφό μιας φίλης της μάνας-του, ονόματι Άρθουρ Ρέμλινγκερ. Κι ενώ η μητέρα-του βαίνει σταδιακά προς την αυτοκτονία, ο μικρός συνειδητοποιεί στα ξένα ότι η οικογένειά-τους διαλύθηκε, και από τώρα και στο εξής ο καθένας πορεύεται τη δική-του ξεχωριστή πορεία.
          Η αφήγηση γίνεται πιο στατική, τα γεγονότα δεν έχουν το σασπένς του πρώτου μέρους και οι περιγραφές όπως και οι σκέψεις του μικρού Ντελ αυξάνονται. Έτσι το έργο μετατρέπεται σε ένα είδος μυθιστορήματος μαθητείας, καθώς ο μικρός δεκαπεντάχρονος ήρωας ωριμάζει στην ερημιά όπου ζει, στη δουλειά στο ξενοδοχείο όπου δουλεύει, στις βόλτες στην εξοχή και στις προσπάθειες να καταλάβει την καναδική ψυχή σε σχέση με την αμερικάνικη. Η νέα καναδική ζωή είναι κάτι καινούργιο, όχι συναρπαστικό, αλλά σαν δοκιμασία ψήνει και γαλβανίζει την ψυχή του Ντελ. Κι η λαχτάρα-του να πάει σχολείο είναι ιδιαίτερα συγκινητική…
          Ο ίδιος ο Ρέμλινγκερ είναι το νέο μυστήριο της ιστορίας. Συμπαθής εν γένει, καλοπροαίρετος κατά βάση, αλλά απόμακρος, τυλιγμένος σε μια αχλή την οποία ο πρωταγωνιστής δεν μπορεί να διασπάσει, όσο κι αν μια φορά μπήκε στο δωμάτιό-του, μια άλλη διάβασε αποκόμματα άρθρων από παλιότερες εποχές κ.ο.κ. Ώσπου ο μικρός μαθαίνει την προ-ιστορία του ξενιστή-του, το τρομοκρατικό κτύπημα στο οποίο είχε εμπλακεί και την ανάγκη-του έκτοτε να κρύβεται μακριά από τις ΗΠΑ στον Καναδά. Και το τέλος με την αιματηρή κατάληξή-του προσθέτει άλλο ένα έγκλημα στα διάφορα που περνάνε και δείχνει την κυνικότητα και την αδίστακτη αποφασιστικότητα του Ρέμλινγκερ.

          Το μυθιστόρημα φαίνεται να κόβεται σε δύο μέρη, τη ζωή στο αμερικάνικο Γκρέιτ Φολς μέχρι τη ληστεία και τη ζωή στο καναδέζικο Φορτ Ρόγιαλ μετά απ’ αυτήν. Ο μόνος λόγος που πείθει γι’ αυτήν τη διαίρεση είναι η αντίθεση. Τι συμβολίζει η αμερικάνικη περίοδος και τι η καναδέζικη; Είναι ο Άρθουρ Ρέμλιγκερ ένα πρότυπο του μικρού Ντελ, αν λάβει κανείς τις ομοιότητες της φυγής από τις ΗΠΑ και το ξεκίνημα μιας νέας ζωής στον Καναδά; Είναι ο άνθρωπος-για-όλες-τις-δουλειές μιγάς από τη φυλή των Μετί, Τσάρλι Κουόρτερς, που κινεί τα νήματα εκ μέρους του αφεντικού-του Ρέμλινγκερ και ταυτόχρονα τον κατηγορεί στον Ντελ, σύμβολο της ντόπιας κουλτούρας που, ενώ υπηρετεί τον Αμερικάνο, ταυτόχρονα νιώθει άβολα μαζί-του; Τα ερωτήματα αυτά δεν βρίσκουν απάντηση, ούτε λύνονται με την εικασία της αντίθεσης, που υπαινίχθηκα.
          Κι αυτό που εμφανώς είναι μειονέκτημα ενός έργου, αυτή η διαιρεμένη φύση-του, γίνεται απρόσμενα αιφνιδιασμός που κερδίζει τον αναγνώστη. Δεν μιλάω για μια εμπνευσμένη σύγκλιση των δύο ιστοριών, όπως θα περίμενε κανείς. Αντίθετα, λοιπόν, από μια αναμενόμενη αιτιώδη σχέση, ο συγγραφέας προβάλλει τη διαισθητική σύναψη των δύο γεγονότων μέσα στο πλαίσιο της ζωής και των άρρητων δεσμών που τη συνδέουν με τη μοίρα-μας. Στη σελίδα 511 ο αφηγητής αναλογίζεται αν όλα αυτά είναι κρίκοι σε μια αλυσίδα λογικής αλληλουχίας, που στιγμάτισαν τη ζωή-του. Το κακό υπάρχει γύρω-μας, επηρεάζει άμεσα ή έμμεσα την πορεία-της, η θεωρία του χάους δεν είναι τόσο μακρινή όσο ακούγεται… Βέβαια, δεν είναι τόσο πειστικός, αλλά συναισθηματικά με άγγιξε και με έβαλε στη (ψυχολογική) λογική όλου του έργου.

[Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στην In2life στις 2/6/2015 και σ’ αυτό το καφενεδάκι παρουσιάζεται με εικαστικό διάκοσμο παρμένο από: www.filovent.co.uk, theconservativetreehouse.com, www.mirror.co.uk, www.public-domain-image.com, www.polygon.com, en.wikipedia.org και www.dvafoto.com]

Πατριάρχης Φώτιος

Saturday, September 12, 2015

“Ο ποταμός της μνήμης” του Ρίτσαρντ Πάουερς


Η πραγματικότητα (ή όποια πραγματικότητα) και η υποκειμενικότητα, που εδώ οφείλεται σε παθολογικά αίτια, εγείρουν κρίσιμα ερωτήματα: πώς τελικά είναι ο κόσμος και πώς τον αντιλαμβάνεται ο καθένας, αλλά κυρίως πώς αυτή η παραίσθηση οδηγεί σε κρίσιμες διαπροσωπικές και υπαρξιακές παρενέργειες;

Αμερικάνικος με γεύση μόκα:
Richard Powers
“The Echo Maker”
2006

Ρίτσαρντ Πάουερς
“Ο ποταμός της μνήμης”
μετ. Μ. Μακρόπουλος
εκδόσεις Εστία
2014
 


          Πέρα από τις αχαρτογράφητες περιοχές της Γης, που έδωσαν αφορμή στον Ιούλιο Βέρν να συνθέσει τα έργα-του, πέρα από τις ανεξιχνίαστες ζώνες στο διάστημα, που τροφοδοτούν τα μυθιστορήματα επιστημονικής φαντασίας, ο ίδιος ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι μια μαγική terra incognita, που κανείς δεν ξέρει πώς δουλεύει, που έχει στρέμματα ολόκληρα σκοτεινές λεωφόρους και λαβυρινθώδεις διαδρόμους.
          Ο Πάουερς βάζει τον ήρωά-του Μάρκ Σλούτερ να παθαίνει, μετά από ένα σοκαριστικό δυστύχημα, τη νόσο Κάπγκρας, κατά την οποία ο ασθενής δεν αναγνωρίζει πολύ προσφιλή-του πρόσωπα. Έτσι και ο Μαρκ, ενώ συνέρχεται με ταχείς ρυθμούς και αποκαθιστά την επαφή-του με την πραγματικότητα, έχει πληγεί ανεπανόρθωτα (;) στο κέντρο των συναισθηματικών συνάψεων, με αποτέλεσμα να νομίζει ότι η Κάριν που τον φροντίζει συνεχώς δεν είναι η αδελφή-του, αλλά μια ηθοποιός που παίζει τον ρόλο-της.

          Ανοίγω μια παρένθεση για να σκεφτώ πόσα λογοτεχνικά βιβλία γράφονται για να περιγράψουν μυθοπλαστικά μια νοητική διαταραχή που κάνει τον ήρωα να βλέπει τον κόσμο στρεβλά. Σαν ο ίδιος ο συγγραφέας να είναι ένας “σαλός”, ένας “αλαφροΐσκιωτος” που δεν μπορεί ή δεν θέλει να δει την πραγματικότητα, όπως του λένε οι αισθήσεις, τα ΜΜΕ ή η επιστήμη. Θυμάμαι λοιπόν το σύνδρομο Κόρσακοφ, όπου ο πρωταγωνιστής αναπληρώνει τα κενά με επινοημένες ιστορίες (“Κόρσακοφ” του Éric Fottorino), ή την παράνοια του αφηγητή, ο οποίος ενοχικά πλάθει μια ψευδή βιωμένη ιστορία (“Ήλιος με δόντια” του Γιάννη Μακριδάκη). Ευπρόσδεκτα και άλλα κείμενα με ανάλογα ψυχοπαθολογικά φαινόμενα να κατευθύνουν την αφήγηση.
         
          Η υπόθεση αποκτά πιο έντονη δράση, όταν φέρνουν τον ειδικό σε τέτοιες καταστάσεις γνωστικό νευρολόγο Τζέραλντ Βέμπερ, ο οποίος παρακολουθεί με επιστημονική περιέργεια τον Μαρκ. Ο αναγνώστης διαβάζει με ενδιαφέρον τις ερωταπαντήσεις και σχηματίζει πιο ολοκληρωμένη εικόνα για το πώς σκέφτεται ένας τέτοιος διαταραγμένος νους. Αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι άλλο πράγμα ο εγκέφαλος κι άλλο ο νους, άλλο η βιολογική πλευρά του κρανίου μας κι άλλο η πνευματική, οι οποίες, όσο κι αν φαίνεται ότι είναι απόλυτα συνδεδεμένες, προκαλούν πολλές φορές εκπλήξεις με την ασυμβατότητά τους.
      Ο Βέμπερ γίνεται περιστασιακά ο πρωταγωνιστής του έργου κι ο Μαρκ δευτεραγωνιστής, ενώ πάντα μένει στο προσκήνιο η Κάριν που μετατρέπεται σε τραγικό πρόσωπο· απορρίπτεται από τον αδελφό-της, ενώ εκείνη κάνει τα πάντα για να τον ξαναβρεί. Ο Βέμπερ κάνει μαζί της πειράματα, ώστε να δει τι ακριβώς χάνεται μέσα στο μυαλό του Μαρκ κι έπειτα προσπαθεί να συνδυάσει, ακόμα κι όταν φύγει από την πόλη-τους, προηγούμενες περιπτώσεις, συνήθως όχι με την νόσο Κάπγκρας αλλά με άλλα εγκεφαλικά, νευρολογικά σύνδρομα. Αυτό το τρίο εναλλάσσεται στους πρωταγωνιστικούς ρόλους, καθώς κάθε μέλος-του βλέπει τα πράγματα από τη δική-του σκοπιά.
          Η “πάθηση” του Μαρκ είναι η βάση για να παίξει ο συγγραφέας με την έννοια του σωσία, του προσώπου δηλαδή που διπλασιάζει τον άλλο. Η Κάριν είναι δύο πρόσωπα, η πραγματική και το ομοίωμά-της, η πιστή αδελφή κι η ηθοποιός που την ντουμπλάρει, αυτή που νοιάζεται για τον αδελφό-της κι αυτή που τον παρακολουθεί, αυτή δηλαδή που όντως είναι κι αυτή που νομίζει ο Μαρκ ότι είναι. Κι ακόμα περισσότερο η εξέλιξη της κατάστασής-του, το σύνδρομο Φρεγκόλι και οι θεωρίες συνωμοσίας που πλάθει προωθούν την ιστορία με δύο τρόπους: αφενός η ίδια η πάθηση του Μαρκ είναι ερέθισμα για το πώς αυτή θα εξελιχθεί και πώς θα ιαθεί (αν γίνει τελικά κάτι τέτοιο) κι αφετέρου η τραγικότητα της Κάριν που νιώθει οικτρά, επειδή ο αδελφός-της δεν την αναγνωρίζει.
          Το κείμενο κάνει πολλούς μικρούς κύκλους, καθώς περιλαμβάνει φίλους και γνωστούς της Κάριν και του Μαρκ, την αμφισβήτηση που βιώνει ο Βέμπερ ως επιστήμονας και συγγραφέας, τη σωτηρία των γερανών της περιοχής, τις θεωρίες συνωμοσίας του Μαρκ, καθώς πιστεύει ότι του έχουν κάνει εγχείριση και προσπαθούν να τον αποτρέψουν από κάτι που είχε βάλει στόχο τη μέρα του δυστυχήματος. Νομίζω ότι είναι ένα εύστοχο έργο, που όμως πλατειάζει από ένα σημείο και μετά, καθώς ανοίγει πεδία, απλώνει διαλόγους, συνδέει θέματα που ξεχειλώνουν τον πυρήνα-του.

[Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στις 19/5/2015 στο In2life και εδώ κοσμείται με εικόνες που ελήφθησαν από: www.accuterm.com, www.blancajorge.com, www.pinterest.com, imggood.com, www.evanmarckatz.com, www.slipknotblog.com και www.zeit.de]

Πατριάρχης Φώτιος