Friday, May 28, 2010

Φραπέ Monte Bianco: “Προσοχή σκύλος” της D.C. Montanari

Ιστορικό αφήγημα. Αστυνομική υπόθεση. Τι μπορεί να περιμένει κανείς; Μα φυσικά μερικές ώρες ενδιαφέρουσας ανάγνωσης με μυστήριο και ιστορικά ταξίδια με τη φαντασία.

Danila Comastri Montanari
“Cave Canem”
2002
“Προσοχή σκύλος”
μετ. Άννα Τσέα
εκδόσεις Άγρα
2009

        Ο συγκλητικός και νομομαθής Πόπλιος Αυρήλιος Στάτιος βρίσκεται στην έπαυλη του Γναίου Πλαύτιου, λίγο μετά το θάνατο του πρωτότοκου γιου του ιδιοκτήτη, ο θάνατος του οποίου αρχικά αποδίδεται σε ατύχημα. Η αποκάλυψη, σταδιακή και μέσω ποικίλων διαλόγων, των σχέσεων των μελών της οικογένειας οδηγεί βαθμιαία και στην εξιχνίαση του εγκλήματος.
         Όποιος χρειάζεται χαλάρωση και εύκολη ανάγνωση, όποιος θέλει ένα βιβλίο καλοκαιρινό όπου ο προβληματισμός απουσιάζει και η ιστορία πατά στα σταθερά βήματα της αγωνίας και της περιέργειας, σίγουρα θα απολαύσει ένα βιβλίο με αστυνομικό σασπένς. Χωρίς τη σύγχρονη τεχνολογία αλλά μόνο με την οξυδερκή παρατήρηση και τον λογικό συνδυασμό των ενδείξεων, η αποκάλυψη του δράστη στηρίζεται σε απλά όσο και απτά στοιχεία που τίθενται σε μια προοδευτική αλυσίδα αλληλοσυνδέσεων.
          Παράλληλα, ένα ιστορικό έργο μεταφέρει το μυαλό αλλού, γνωστοποιεί γεγονότα αλλά κυρίως ατμόσφαιρα, νοοτροπίες, συνήθειες, καθημερινές πρακτικές και πολιτικές τακτικές. Η ρωμαϊκή αρχαιότητα, η τρυφή και οι δολοπλοκίες, οι πατρίκιοι και οι νεόπλουτοι, τα συνοικέσια και οι απιστίες, τα συμπόσια και οι θυσίες, η χλιδή και οι φιλοδοξίες συνθέτουν ένα πολύχρωμο μωσαϊκό που ζωντανεύει εποχές και κοινωνίες.
       Ο συνδυασμός χαρίζει την τέρψη που αναζητά ο κουρασμένος αναγνώστης μετά τα βαθιά και κοπιώδη διαβάσματα. Η λογοτεχνία ακουμπά στα πιο παλιά και πολυφορεμένα παπούτσια-της, που θέλουν την αναζήτηση της απόλαυσης να μπαίνει σε προτεραιότητα σε σχέση με οτιδήποτε άλλο. Ο ένοχος ανευρίσκεται σε πρόσωπο υπεράνω υποψίας και η λύση που δίνεται προσφέρει την απαιτούμενη κάθαρση. Τι άλλο μπορεί να περιμένει κανείς για να περάσει καλά; Έναν Έλληνα, απατεωνίσκο, παμπόνηρο, ερωτύλο και καπάτσο, που βρίσκεται στη δούλεψη του Αυρήλιου και τον ξελασπώνει από πολλές αγγαροδουλειές αλλά και του τρώει περιουσίες με τις ασωτίες-του!!!
        Και πέρα απ’ αυτά, μια κοινωνική διάσταση αναφύεται, καθώς ο καλός, νόθος γιος, που ήταν απελεύθερος δούλος, γίνεται ο paterfamilias και επιθυμεί να ανακουφίσει τους δούλους του υποστατικού, κατασκευάζοντας μηχανές που θα διευκολύνουν τον ανθρώπινο κόπο. Η Montanari μεταφέρει προβληματισμούς για τη δουλεία σε μια εποχή που δεν τους είχαν, αλλά αυτό το κάνει στην προσπάθειά-της να προσδώσει στο έργο-της το βάθος που επιτάσσει η σύγχρονη αστυνομική λογοτεχνία. Μόνο ο τίτλος φαίνεται άσχετος…
Πατριάρχης Φώτιος

Monday, May 24, 2010

Τσιμπολογώντας την επικαιρότητα: Ιωάννου - Μακριδάκης

Η λογοτεχνία έρχεται συχνά ως απάντηση στον εθνοκαπηλικό λόγο της πολιτικής, αλλά και στη διαστρεβλωτική ματιά της ιστορίας.

1. Λογοτεχνία, Πόντιοι και εξετάσεις
        Σάλος ξέσπασε από την Τετάρτη σε ιστολόγια στο διαδίκτυο για την επιλογή του θέματος στο μάθημα της Λογοτεχνίας στις Πανελλαδικές εξετάσεις. Ο λόγος ήταν το διήγημα του Γ. Ιωάννου “Στου Κεμάλ το σπίτι” που, κατά τους κατηγόρους, έρχεται να προσβάλει με την επιλογή-του τη μέρα μνήμης της γενοκτονίας των Ποντίων, αφού αναφέρεται στους Τούρκους και στις δικές-τους κεμαλικές μέρες.
       Έπιασαν να διαβάσω το διήγημα από τη συλλογή “Η μόνη κληρονομιά” (1974). Η γνώμη-μου για τις αντιδράσεις είναι πως πρόκειται για εθνικιστικές υπερβολές ανθρώπων που δεν έχουν καμία ουσιαστική επαφή με τη λογοτεχνία παρά μόνο με μια λογοτεχνία του 19ου αιώνα, όταν η Μεγάλη Ιδέα (ιστορικά ενταγμένη) τροφοδοτούσε και τη λογοτεχνία και γαλουχούσε τα νεαρά παιδιά.
        - κάποιοι ενοχλήθηκαν, χωρίς να έχουν διαβάσει το έργο. Σοκαρίστηκαν από τον τίτλο και θίχτηκαν από την αναφορά σε Τούρκους μια τέτοια μέρα.
        - όσοι το διάβασαν, δεν κατάλαβαν Χριστό. Ο Ιωάννου, παιδί προσφύγων ο ίδιος, που βίωσε στα παιδικά-του χρόνια την προσφυγιά και ένιωθε έντονα τις θρακιώτικες ρίζες-του, δίνει ένα μάθημα (με την ευρύτερη έννοια) συμπόνιας και συμ-πάθειας προς όποιον ξεσπιτώνεται, ασχέτως αν είναι Έλληνας, Τούρκος ή ...Κορεάτης. Η ταύτιση του αφηγητή με την Μουσουλμάνα που αναπολεί το σπίτι-της είναι συγκινητική και κάθε άλλο παρά προσβλητική για όσους σφαγιάστηκαν. Η λογοτεχνία έρχεται να δείξει πως σε ατομικό επίπεδο ο πρόσφυγας νιώθει τον ομοιοπαθή-του, συμ-πάσχει μαζί-του, ακόμα κι αν είναι εχθρός, ενώ η καταδίκη των ισχυρών, πολιτικών και άλλων, που οφείλονται για τον ξεριζωμό χιλιάδων ανθρώπων, έρχεται έμμεσα σε διάφορα σημεία του κειμένου.

2. Γιάννης Μακριδάκης, "Ήλιος με δόντια" 
         Στα Νέα του Σαββάτου (22.5.2010) ο Κούρτοβικ έγραψε μια πολύ εμπεριστατωμένη κριτική για το τελευταίο βιβλίο του Μακριδάκη “Ήλιος με δόντια”. Η υπόθεση είναι η εξής: στο μονόλογο του πρωταγωνιστή παρουσιάζεται η ζωή-του από τα παιδικά χρόνια και η σταδιακή μύησή-του από έναν ποδοσφαιριστή στον ομοφυλόφιλο έρωτα. Ώσπου μέσα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο από ένα λάθος-του στην ειδοποίηση της αντιστασιακής οργάνωσης στην οποία ανήκει οι σύμμαχοι βομβαρδίζουν το σουηδικό πλοίο Wiril μέσα στο λιμάνι της Χίου. Στο τέλος αποκαλύπτεται ότι όλα αυτά ήταν η παραμορφωμένη άποψη για τα γεγονότα ενός επιβεβαιωμένα τρελού, που ζούσε με αυτοενοχές.
         Θέλω να ξαναγυρίσω στην κριτική του Κούρτοβικ, η οποία παρότι αληθής στα μέλη-της δεν λαμβάνει υπόψη μια άλλη γραμμή ερμηνείας, η οποία δίνει απάντηση στα ερωτήματά-του.
        Στη βιβλιοκρισία-του ο κριτικός εκφράζει την έκδηλη απορία πώς ο νεαρός συγγραφέας έκανε το μεγάλο μπαμ σε τρία μόλις χρόνια, με κείμενα που έγιναν αγαπητά τόσο στο ευρύ κοινό όσο και στους κριτικούς, ενώ στα έργα-του υπάρχουν πλείστες ατέλειες. Για το συγκεκριμένο μυθιστόρημα, παρουσιάζει μερικές απιθανότητές-του, όπως αυτή της μαγνητοφώνησης μονολόγου πίσω από καθρέφτη, οι οποίες έχουν βάση, και προσπαθεί να καταλάβει πώς ο ομοφυλόφιλος αφηγητής του έργου οδηγείται στην τρέλα, ενώ η κοινωνία την οποία σκιαγραφεί δεν είναι καταπιεστική, ούτε τον απομόνωσε από τις εκδηλώσεις-της, ούτε τον περιθωριοποίησε από ρατσισμό και διάθεση κατακραυγής-του, παρά τα επιμέρους συμπτώματα ομοφοβίας.
        Ο αντίλογος που δεν έλαβε υπόψη-του ο διακεκριμένος κριτικός εδράζεται στο εξής σημείο: όντως διαβάζοντας κανείς το κείμενο, βλέπει τα γεγονότα ρατσισμού να παρουσιάζονται ήπια και οι επιπτώσεις-τους να είναι περιορισμένες στο πρόσωπο του πρωταγωνιστή. Όλα εξιστορούνται με μια διάθεση κατευνασμού και μετριοπάθειας, σαν να μην υφίστανται έντονοι κλυδωνισμοί και μανία εναντίον του παρεκκλίνοντος σεξουαλικά αγοριού. Κι έτσι η απορία γιατί τρελάθηκε ο Κωνσταντής μένει ίσως ριζωμένη στη συνείδηση του αναγνώστη. Αλλά…
         *Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όλη η ατμόσφαιρα δίνεται με την οπτική γωνία του ίδιου του ομοφυλόφιλου χαρακτήρα, ο οποίος δεν θέλησε να πιστέψει πως διωκόταν, δεν ήθελε να εκλάβει όσα συνέβαιναν ως πραγματικό εξοστρακισμό, αν και υποσυνείδητα εισέπραττε κύματα αντίδρασης που τελικά δεν μπόρεσε να αντέξει. *Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως τώρα που μας μιλάει είναι ήδη τρελός και συνεπώς ρίχνει το βάρος στον εαυτό-του, επειδή (όπως πίστευε) ήταν ο υπαίτιος του βομβαρδισμού του πλοίου του Ερυθρού Σταυρού στο χιώτικο λιμάνι από αγγλικά αεροπλάνα, και θέτει σε δεύτερη μοίρα την κοινωνική κατακραυγή προς το άτομό-του. *Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ο τρόπος με τον οποίο βλέπουμε την πραγματικότητα περνά μέσα από την οπτική γωνία που δεν είναι αξιόπιστη και δεν πρέπει να θεωρούμε αντικειμενική την ωραιοποιημένη εικόνα που δίνει, αλλά πρέπει να ψάξουμε πίσω της, όπου αφήνονται να φανούν όλες οι παθογένειες μιας επαρχιακής κοινωνίας.
Πατριάρχης Φώτιος

Friday, May 21, 2010

Frenchy Κρύος καφές φίλτρου: «Η τραγουδίστρια και η πολυθρόνα» του Αριστείδη Αντονά

Τι φρούτα βγάζει η λογοτεχνία; Είναι ένα πεδίο όπου μπορεί κανείς να διαβάσει από το γλυκερό ροζ λογοτέχνημα ώς το πιο αρτηριοσκληρωτικό ανδρικό πεζογράφημα κι από το απλό ρεαλιστικό αφήγημα έως το πιο πολύπλοκο και παιγνιώδες μοντέρνο βιβλίο.

«Η τραγουδίστρια και η πολυθρόνα»
εκδόσεις Άγρα
2009

       Διαβάζοντας για άλλη μια φορά έργο του Αντονά σκέφτηκα πως τέτοιου είδους γραφές δεν είναι μοναδικές στην Ελλάδα. Φυσικά ο συγγραφέας έχει αναπτύξει ένα αναγνωρίσιμο ύφος, μια δική-του γραφή που γίνεται διακριτή από μακριά. Αλλά τέτοιου είδους εγκεφαλική διατύπωση με εμμονή στη λεπτομέρεια μέχρις σημείου εξάρθρωσης της αφηγηματικής σαφήνειας, τέτοιου είδους φιλοσοφική σκέψη που δυναμιτίζει, και ταυτόχρονα διασαφηνίζει, την αφήγηση συναντάται σε δύο ακόμα πεζογράφους της νέας γενιάς, τον Χρήστο Χρυσόπουλο και τον Κωνσταντίνο Τζαμιώτη. Δεν αντιλέγει κανείς ότι οι τρεις-τους διαφέρουν σε πολλά άλλα σημεία, αλλά τουλάχιστον συγκλίνουν στον τρόπο με τον οποίο φιλοσοφούν και χρησιμοποιούν τη γλώσσα ως όχημα ανάταξης της πραγματικότητας.
        Ο Αντονάς τώρα στο συγκεκριμένο έργο μοιράζει την αφήγηση σε δύο νουβέλες. Η πρώτη αναφέρεται στην ιστορία ενός ανθρώπου που μαζεύει στο ερημικό σπίτι-του μια κοπέλα που τραγουδούσε και ζήτησε καταφύγιο για να διαφύγει από δυο αστυνομικούς που την αναζητούσαν. Ο φόνος του ενός αστυνομικού από την «τραγουδίστρια», με τον οποίο προσπάθησε να έλθει σε συνεύρεση η κοπέλα, δίνει νέα τροπή στην ιστορία. Η δεύτερη νουβέλα επιχειρεί να περιγράψει μια πολυθρόνα… η οποία εξορίστηκε από το σπίτι της πρώτης νουβέλας.
       Αυτός ο εγκεφαλικός λόγος, αυτή η σχολαστική αποτύπωση των γεγονότων σε σημείο απολέπισής-τους στηρίζεται πάνω στα βασικά συστατικά του αστυνομικού μυθιστορήματος, αλλά αυτό δεν είναι καθόλου ο σκοπός του λογοτέχνη. Πιο πολύ αποβλέπει σε ένα παιχνίδι ερμηνειών, ένα πολυεπίπεδο πλαίσιο δράσεων και αντιδράσεων. Φοβάμαι ωστόσο πως καταντά ένα παιχνίδι χωρίς άξονα δράσης, μια στενή αντίληψη της λογοτεχνίας ως σημειωτικού πεδίου.
       Βεβαίως, κάποιος θα μπορούσε να δει στην πρώτη νουβέλα μια αλληγορία του ερωτικού τριγώνου ως διεκδίκησης, δεσμού και ρήξης, ως προσπάθειας να διαγκωνιστεί ο ένας με τον άλλο, έστω κι αν φαινομενικά δείχνουν αγαθές σχέσεις. Πρόκειται για την ανταγωνιστική φύση του έρωτα όχι μόνο απέναντι στον αντίζηλο αλλά και απέναντι στο έτερο ήμισυ, προς το οποίο η συνουσία σημαίνει «χτύπημα» και το φλερτ διάθεση για επιθετική συμπεριφορά. Ο έρωτας αρχίζει με τραγούδι, εξελίσσεται σε φιλοξενία, κορυφώνεται με αντιζηλία, ένταση και φόνο.
      Τα έργα του Αντονά είναι πολύ λογοκρατικά, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ταύτιση, να μην μπορεί ο αναγνώστης ούτε να συγκινηθεί, ούτε να σκεφτεί. Είναι σαν να εξηγείς την ερωτική απόλαυση ανατέμνοντας τα όργανα του σώματος και τις χημικές αντιδράσεις που λαμβάνουν χώρα.
Οι φωτογραφίες έχουν ληφθεί από το ιστολόγιο του συγγραφέα antonas.blogspot.com.
Πατριάρχης Φώτιος

Thursday, May 20, 2010

Προαναγγελία κρέπας: ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΚΟΥΡΟΓΙΑΝΝΗΣ

         Το περιοδικό "διαβάζω" έκρινε καλύτερο μυθιστόρημα του 2009 το "Κόκκινο στην πράσινη γραμμή" του Β. Γκουρογιάννη. Ο συμπατριώτης-μου συγγραφέας, που συμπληρώνει μια 25ετία στα γράμματά-μας με δημιουργική πορεία από την ποίηση στο πεζό και με τακτική εμφάνιση όλη αυτή την περίοδο, έφτασε να καταξιωθεί με ένα σημαντικό βραβείο στα καθ' ημάς.
        Την 1η Ιουνίου, λοιπόν, το Βιβλιοκαφέ θα ετοιμάσει μια αλμυρή κρέπα, με υλικά ανατολίτικα, με σουτζούκι αλλά και με κυπριακό χαλούμι, προς τιμήν-του. Θα περιδιαβούμε το έργο-του, θα συνοψίσουμε τα χαρακτηριστικά-του και θα κατάθέσουμε μια γνώμη για το τελευταίο μυθιστόρημά-του.
         Ελάτε να φάμε μαζί.
Πατριάρχης Φώτιος

Monday, May 17, 2010

Espresso με βότκα: “Дεκαέξι” του Αύγουστου Κορτώ

Ο 31άχρονος πλέον Κορτώ είναι ένα φαινόμενο στα ελληνικά γράμματα, ασχέτως της ποιότητας του συγγραφικού-του έργου. Όχι μόνο με τα πολυάριθμα κείμενά-του αλλά και με τον τρόπο που χτυπά και φεύγει. Κι αν στόχος-του ήταν να κάνει εντύπωση, ασχέτως αν τα βιβλία-του καταλήξουν στην ανακύκλωση ή στη βιβλιοθήκη, τότε νομίζω ότι το πέτυχε.

“Дεκαέξι”
εκδόσεις Καστανιώτη
2010

        Το τελευταίο-του έργο αναφέρεται στη δεκαετία του ’50, όταν, λίγο μετά το θάνατο του Στάλιν, αυτοκτονεί και ο περιβόητος συνθέτης Πιοτρ Ραμπίνοβιτς. Λίγο καιρό μετά, η δεκάτη έκτη συμφωνία του θεωρείται από το καθεστώς ύποπτη για αποσκιρτήσεις και επαναστατικές κινήσεις μέσα στο έδαφος της Σοβιετικής Αυτοκρατορίας.
Ίσως είναι το πιο αργό και βαρετό έργο του Κορτώ, το οποίο όμως γι’ αυτό τον λόγο ίσως είναι και το πιο στιβαρό-του βιβλίο, στηριγμένο όχι στην προκλητικότητα των λόγων ή των καταστάσεων, αλλά στη διάθεση του πεζογράφου να συνθέσει μια ιστορία με προεκτάσεις και δεύτερα επίπεδα. Βασικά γνωρίσματα του κειμένου το καθιστούν αξιανάγνωστο:
       -ολοκληρωμένα πρόσωπα που δεν έχουν μονοδιάστατες εμμονές αλλά που αναδεικνύονται ως πολύπλευροι μυθιστορηματικοί χαρακτήρες. Ο Πιοτρ Ραμπίνοβιτς παρουσιάζεται σαν μια ιδιόρρυθμη προσωπικότητα που, ενώ είχε έντονη σταλινική στήριξη, ήταν συνάμα και αντισυμβατικός, sui generis, καλλιτέχνης με προσωπικές προτιμήσεις και συνήθειες, αμφισεξουαλικός (;), με πάθος για τη μουσική και με υψηλές γνωριμίες, με αθυρόστομο λόγο. Παράλληλα, ο Αλεξέι Σαμοϊλένκο, βοηθός του μαέστρου, δείχνει τον συνεσταλμένο χαρακτήρα-του, με κρυφές έξεις αλλά και σιωπηλή ιδιοσυγκρασία, με πίστη στον ημίθεο Ραμπίνοβιτς και ταυτόχρονα με δέος και σεβασμό στο έργο-του. Ανάμεσα σ’ αυτούς ο σεβάσμιος Τόμας Μαν, η μητρική φιγούρα της Φάινα, ο ηδυπαθής Ιταλός ιερέας Βιτόριο Αλεσαντρίνι, οι τύποι των πρακτόρων της КαГκεΜπε κ.ο.κ. παρελαύνουν με συγκεκριμένα και σαφώς προσδιορισμένα χαρακτηριστικά.
       -η γλώσσα του Κορτώ ήταν και είναι χυμώδης και χειμαρρώδης, λιγότερο προκλητική από άλλα-του βιβλία, αλλά πάντα πλούσια και πολυποίκιλη, γεμάτη ακρίβεια και εικονοποιητική δύναμη, να απλώνεται σε κάθε πτυχή των προσώπων, των καταστάσεων, των σκηνών.
          Το βιβλίο φυσικά είναι φλύαρο και απέραντο στις περιγραφές λεπτομερειών και επιμέρους επεισοδίων. Ο αναγνώστης πιθανόν να κουραστεί από την έκταση των σκηνών και των ατελείωτων αφηγήσεων που διασπούν τη ροή των διαλόγων. Προσωπικά πιστεύω ότι ο Κορτώ δοκίμασε τις δυνάμεις-του σε μια μίμηση έργων του ρωσικού ρεαλισμού του 19ου αιώνα. Όπως στο “Ανιμάλ” αποπειράθηκε ολοφάνερα να μιμηθεί το ύφος και την τεχνική της Άγκαθα Κρίστι στήνοντας ένα κριστικό αστυνομικό έργο, τόσο ξένο με την αισθητική των σημερινών αστυνομικών μυθιστορημάτων, έτσι και τώρα βουτάει στην αφηγηματική φόρμα του Τολστόι, του Ντοστογιέφσκι ή δεν ξέρω κι εγώ ποιου άλλου, για να πειραματιστεί πάνω στα βήματά-τους.
       Εν τέλει σε ποιο δεύτερο επίπεδο πετυχαίνει να αναχθεί ο Κορτώ, πίσω από το πρώτο επίπεδο της λείας επιφάνειας της αφήγησης; Προχωρά πέρα από την αυτοβιογραφικότητα που στο πρόσωπο του Ραμπίνοβιτς (με μικρό όνομα το ίδιο με το πραγματικό βαφτιστικό του συγγραφέα), εξεικονίζει την αγάπη-του για τη μουσική και δη τον Σοστακόβιτς, τη σεξουαλική-του ιδιαιτερότητα, τον ιδιοσύστατο χαρακτήρα-του κ.ο.κ.; Θέτει τη δύναμη της μουσικής στη μέση μεταξύ εξουσίας, λογοτεχνίας, θρησκείας, πολιτικής και έτσι αναδεικνύει τη «μαγική»-της διάσταση, που την καθιστά παιδί του Ιανού, μαζί καθεστωτική και αντικαθεστωτική, μαζί λατρευτή και απωθητική, μαζί εξεγερτική και καθησυχαστική;
Πατριάρχης Φώτιος

Thursday, May 13, 2010

Coffee Hot Shot: “Άνθρωπος σε πτώση” του Ντον Ντελίλλο

Είναι η 11η Σεπτεμβρίου πρόσφορο έδαφος για να γραφεί λογοτεχνία; Φυσικά. Ένα γεγονός που συγκλόνισε την Αμερική αλλά και όλον τον κόσμο, που αποτέλεσε σημείο καμπής για την παγκοσμιοποίηση, που θεωρήθηκε κομβικό σημείο για τις κοινωνικοπολιτικές αλλαγές και τη σύγκρουση των πολιτισμών, κατά τον Huntington. Είναι ανάλογα φαινόμενα όπως ο Δεκέμβρης του 2008 ή η πρόσφατη θανατηφόρα διαδήλωση υλικό για υψηλή λογοτεχνία και πώς θα γίνει αυτό ώστε να μην καταντήσει δημοσιογραφικό ρεπορτάζ;

Don Delillo
“Falling Man”
2007
“Άνθρωπος σε πτώση”
μετφ. Ε. Φρυδά
εκδόσεις Εστία
2010

     Ο Ντελίλλο δεν επιλέγει να μιλήσει με βάση τις μεγάλες αφηγήσεις του παρελθόντος. Με άλλα λόγια δεν εστιάζει στις οικουμενικές συνέπειες του συμβάντος, ούτε στον ισλαμικό κίνδυνο και στη θέση της Αμερικής στον σύγχρονο κόσμο. Τα γεγονότα αυτά περνάνε πολύ ξώφαλτσα. Αντίθετα, ο Αμερικάνος συγγραφέας κατεβάζει την προσοχή στη ζωή καθημερινών ανθρώπων που βίωσαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το σοκ και βρίσκονται στην επόμενη μέρα.
         Για να το πετύχει αυτό, ακολουθεί μια μέθοδο, γνωστή τα τελευταία χρόνια, που θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε “εισαγωγική”. Όπως η παραγωγική οδηγεί από το γενικό στο ειδικό, όπως η επαγωγική από το ειδικό στο γενικό, έτσι και η “εισαγωγική” οδηγεί από το έξω στο μέσα, από το δημόσιο στο ιδιωτικό, από το κοινωνικό στο ατομικό. Η οπτική γωνία της αφήγησης εστιάζει στο άτομο και στον τρόπο που αυτό εισπράττει τα κοινωνικά θέματα, στην ψυχοσύνθεση που δημιουργεί η γενικότερη αναταραχή. Έτσι τα εξωτερικά δεδομένα εσωτερικεύονται, μετατρέπονται σε νοητικά ή θυμικά στοιχεία, διαθλώνται μέσα από το πρίσμα της προσωπικής βίωσής-τους. Με αυτόν τον τρόπο, το γενικό-συλλογικό επιμερίζεται και δίνεται όπως προσλαμβάνεται σε ατομικό επίπεδο, ενώ το κέντρο βάρους μεταφέρεται στο μικρό, στο καθημερινό, στο προσωπικό, το οποίο έμμεσα αντανακλά το κοινωνικό.
        Η αφήγηση ακολουθεί πότε τον Κηθ, που βρέθηκε μέσα στους δίδυμους Πύργους και κατέβηκε σώος μέσα από την σκόνη και τη βοή, αλλά ψυχικά τραυματισμένος, και πότε τη Λιάμ, που δούλευε με ανθρώπους που είχαν υποστεί μια ψυχολογική καθίζηση. Οι δύο αυτοί ήταν ζευγάρι, με έναν γιο μάλιστα, ζούσαν όμως χωρισμένοι, ώσπου το γεγονός αυτό έφερε πάλι τον Κηθ στο σπίτι-τους, σε μια αναρίζωση της παλιάς-τους ζωής. Το εύρημα αυτό με έκανε να σκεφτώ πόσο ο άνθρωπος μέσα από τραγικές στιγμές ξαναβρίσκει τον άλλο άνθρωπο για να ανακουφιστεί.
        Το βιβλίο κυλάει πολύ αργά, στέκεται στα καθημερινά, αναθεωρεί πολλές μικρές πλευρές της ζωής, θέτει ξανά υπαρξιακά ερωτήματα, όπως λ.χ. για την ύπαρξη του Θεού και την ηθελημένη ή μη αποχή-του από τέτοιες καταστροφές. Ο αναγνώστης εισπράττει την αφασία, σχεδόν κυριολεκτικά, την οποία ζουν οι χαρακτήρες κι αυτή περνάει μέσα από τη γραφή.
Πατριάρχης Φώτιος

Sunday, May 09, 2010

Τσιμπολογώντας από την επικαιρότητα: διάλογος και κρίση: η συμβολή των διανοούμενων

Η κουλτούρα διαλόγου απουσιάζει στην ελληνική κοινωνία και αυτό είναι μία βασική παράμετρος της κρίσης του συστήματος. Δεν θα μιλήσω εδώ για απουσία διαλόγου μεταξύ των πολιτικών, κάτι που είναι πασιφανές, αλλά θα κατέβω στη βάση, στη διάθεση για ουσιαστική συζήτηση από τον καθένα, ας το εστιάσουμε ειδικά στον χώρο των ιδεών και του βιβλίου.
Το γλυπτό από την ιστοσελίδα
         1. Από τη μία οι κριτικοί βιβλίου: πολύ σπάνια δηλώνουν άμεσα ή έμμεσα ότι διαφωνούν με τον συνάδελφό-τους, αφού γράφουν τις κριτικές-τους λες και δεν είδαν ποτέ τι είπε πριν από αυτούς ο άλλος. Κι όταν το κάνουν, σκυλοβρίζονται (βλ. “διάλογος” Κούρτοβικ-Ζήρα ή ηπιότερα Κούρτοβικ-Χατζηβασιλείου/Κοτζιά). Παρεμπιπτόντως και όχι άσχετα τόσο με το θέμα, δείτε στα «Νέα» του Σαββατοκύριακου (8.10.2010) εγκωμιαστικό άρθρο της Μικέλας Χαρτουλάρη για τα βραβεία «διαβάζω». Αν παραμερίσουμε την επιφύλαξη ότι υπάρχει μια (μικρή) σκοπιμότητα, αφού στην επιτροπή είναι οι δικοί-τους Πιμπλής και Γαραντούδης, η κίνησή-της να κρίνει τα βραβεία, κρατικά και περιοδικών, είναι μια βάση διαλόγου, χωρίς ονόματα βραβευθέντων, που στοχεύει στην αποτίμηση ενός θεσμού.
        Τα βραβεία «διαβάζω» ανακοινώνονται τη Δευτέρα 10.5.2010 και ίσως αποτελούν τον πιο αξιόπιστο κριτή, φυσικά με τις όποιες υποκειμενικότητες των μελών της επιτροπής. Το ζήτημα, όπως λέει και η Χαρτουλάρη, είναι όχι να περιοριστεί η υποκειμενικότητα (μάλλον αδύνατο) αλλά να μην ενισχύεται με προσωποπαγή κριτήρια και συντεχνιακές διαπλοκές.
        2. Τα ιστολόγια, μετά λύπης-μου παρατηρώ, έχουν εξελιχθεί σε ανακοινωσιολόγια και διαφημιστικολόγια, μια σειρά δηλαδή από παράλληλους μονολόγους που δεν διασταυρώνονται. Εκεί με άλλα λόγια που θα περίμενε κανείς να δει ιδέες και απόψεις να κονταροχτυπιούνται, να ακούγονται, να ανασκευάζονται, να αξιολογούνται επιχειρήματα πάνω στο βιβλίο ή στον συγγραφέα, στην τρέχουσα λογοτεχνική ειδησεογραφία και στον κύκλο των ιδεών, ο καθένας μετατρέπει το μπλογκ-του ή στήνει επί τούτου ένα μπλογκ, με σκοπό να δημοσιοποιήσει την έκδοση του βιβλίου-του, τη δραστηριότητά-του σε Ελλάδα και εξωτερικό, να κοινοποιήσει εκδηλώσεις κ.ο.κ., χωρίς ούτε ο ίδιος αλλά χειρότερα ούτε οι αναγνώστες-του να ωθούνται σε διάλογο.
Η εικόνα από το myflutteringheart.blogspot.com/2009_10_01
         Κι αυτό το ιστολόγιο, όσο και όταν αδυνατεί να διεξαγάγει εποικοδομητικό διάλογο (είτε υπαιτιότητί-μου είτε με ευθύνη των θαμώνων του Βιβλιοκαφέ), δεν έχει στην ουσία πετύχει τον βαθύτερο στόχο-του.
          3. Με ρωτούσε ένας συνάδελφος τις προάλλες πού είναι οι πνευματικοί άνθρωποι μπροστά στην κρίση και στα νέα μέτρα. Αυτοί δεν θα έπρεπε να μιλήσουν, να καταγγείλουν, να ξεμπροστιάσουν και με τον λόγο-τους και την παρουσία-τους να δώσουν όραμα στον κόσμο. Ας συζητήσουμε τι μπορούμε να περιμένουμε από τους πνευματικούς ανθρώπους:
        α. Ποιους ρώτησαν τα έντυπα το διήμερο; Ποιους προέβαλαν ως διανοούμενους που θα μπορούσαν να έχουν γνώμη; Διαλέγω ενδεικτικά τρεις εφημερίδες:
Τα Νέα: Στουρνάρας (πανεπιστημιακός), Γκορίτσας (σκηνοθέτης), Μάρκαρης (συγγραφέας), Παπαδημητρίου (πανεπιστημιακός), Βέλτσος (πανεπιστημιακός), Τατσόπουλος (συγγραφέας), Καλοκαιρινός (πανεπιστημιακός), Μαργαρίτης (πανεπιστημιακός).
Η Καθημερινή: Κουμανταρέας (συγγραφέας), Καμίνης (Πρόεδρος Συνήγορου του Πολίτη), Καραποστολίδης (πανεπιστημιακός), Βερέμης (πανεπιστημιακός), Δεσποτόπουλος (πανεπιστημιακός), Γιανναράς (πανεπιστημιακός), Τ. Αθανασόπουλος (πανεπιστημιακός), Παξινός (Πρόεδρος δικηγορικού συλλόγου Αθηνών), Τσούκας (πανεπιστημιακός).
Το Βήμα: Μαντζαρίδης (πανεπιστημιακός), Γιατρομανωλάκης (πανεπιστημιακός, συγγραφέας), Βώκος (πανεπιστημιακός), Μάτεσις (συγγραφέας), Μοσχονάς (πανεπιστημιακός), Μαρωνίτης (πανεπιστημιακός), Λιάκος (πανεπιστημιακός).
  
       β. Πόσους απ’ αυτούς ή άλλους θεωρούμε όντως πνευματικούς ανθρώπους; Με άλλα λόγια, ποιους αναγνωρίζουμε για το κύρος-τους και την κοινωνική-τους συνείδηση, ασχέτως αν συμφωνούμε ή όχι με τις απόψεις-τους; A priori ίσως ελάχιστους, όχι μόνο γιατί είμαστε μια εποχή που δεν αποδέχεται αυθεντίες, αλλά και επειδή τα ΜΜΕ έχουν στομώσει τον λόγο-τους, είτε περιθωριοποιώντας-τον είτε δείχνοντάς-τον γραφικό. Το ίδιο δεν έχει γίνει με τον Μίκη Θεοδωράκη;

       γ. Απόρροια του προηγούμενου είναι ότι η κοινωνία δεν περιμένει τέτοιους πνευματικούς ταγούς να μιλήσουν: τους θεωρεί φλώρους, μέρος του συστήματος, ομιλητές εκ του ασφαλούς, χαρτοπόντικες (που θα έλεγε κι ο Καζαντζάκης), χαμένους στον κόσμο των Ιδεών, αλλά ανίκανους να εμπνεύσουν. Κι από την άλλη, εμείς ως λαός ξέρουμε το έργο-τους, έχουμε διαβάσει τα βιβλία-τους ή τις ταινίες-τους, έχουμε μπει στον προβληματισμό-τους; ΟΧΙ. Επομένως, τους ξέρουμε (και αν) ως φιγούρες των μίντια, αλλά όχι ως φορείς ιδεών, τους ξέρουμε ως προβεβλημένους του δημοσιογραφικού πρίσματος αλλά όχι ανιδιοτελείς φωτοδότες που έχουν όντως παραγάγει κοινωνικό έργο, γόνιμη σκέψη, ουσιαστικό λόγο και τώρα (εν μέσω κρίσης) συνεχίζουν τον αγώνα-τους προτείνοντας λύσεις.
Πατριάρχης Φώτιος

Wednesday, May 05, 2010

Άλλο καιόμενος κι άλλο πυρπολημένος

Είναι άλλο πράγμα να θυσιάζεσαι, να διαμαρτύρεσαι, να δίνεις τη ζωή σου για μια ιδέα κι είναι άλλο να σε θυσιάζουν. Είναι άλλο να «αναλίσκεσαι περήφανος» κι άλλο να σε καίνε ζωντανό.

Ο καιόμενος
(Τάκη Σινόπουλου)

Κοιτάχτε μπήκε στη φωτιά! Είπε ένας από το πλήθος.
Γυρίσαμε τα μάτια γρήγορα. Ήταν
στ’ αλήθεια αυτός που απόστρεψε το πρόσωπο όταν του
μιλήσαμε. Και τώρα καίγεται. Μα δε φωνάζει βοήθεια.
Διστάζω. Λέω να πάω εκεί. Να τον αγγίξω με το χέρι μου.
Είμαι από τη φύση μου φτιαγμένος να παραξενεύομαι.
Ποιός είναι τούτος που αναλίσκεται υπερήφανος;
Το σώμα του το ανθρώπινο δεν τον πονά;
Η χώρα εδώ είναι σκοτεινή. Και δύσκολη. Φοβάμαι.
Ξένη φωτιά μην την ανακατεύεις μου είπαν.
Όμως εκείνος καίγονταν μονάχος. Καταμόναχος.
Κι όσο αφανίζονταν τόσο άστραφτε το πρόσωπο.
Γινόταν ήλιος.
Στην εποχή μας όπως και σε περασμένες εποχές
άλλοι είναι μέσα στη φωτιά κι άλλοι χειροκροτούνε.
Ο Ποιητής μοιράζεται στα δύο.

      Τα βιβλία με δίδαξαν την αρετή της ανεκτικότητας. Όχι της απάθειας, όχι της αδιαφορίας, όχι της παθητικότητας. Με δίδαξαν να ακούω τους άλλους. Να δέχομαι προκαταβολικά ότι ο άλλος έχει το δίκιο-του. Μέχρις εκεί. Από εκεί και έπειτα οφείλω να το ελέγξω, για να το αποδεχθώ ή να το απορρίψω.
      Με δίδαξαν να μην ασκώ βία. Να αγανακτώ, να διαμαρτύρομαι, να επαναστατώ. Αλλά όχι επιβάλλοντας το δίκιο-μου. Να σέβομαι τους χαρακτήρες του έργου σαν να είναι υπαρκτά πρόσωπα και να σκέφτομαι τους γύρω συνανθρώπους-μου σαν να είναι η πλευρά της ζωής στην οποία (υπό άλλες συνθήκες) θα μπορούσα να είχα βρεθεί. Τα βιβλία με δίδαξαν να διορθώνω πρώτα τα λάθη-μου κι έπειτα να στρέφομαι στο άδικο των άλλων, να προτιμώ να αδικηθώ παρά να αδικήσω (κατά τον Σωκράτη). Κι αν είναι να πεθάνει ένας άνθρωπος για να κερδίσω έστω και την επιβίωσή-μου, προτιμώ να χαθώ εγώ…
Ο πίνακας Night-time reading είναι της Lisa Hirst.
Πατριάρχης Φώτιος

Saturday, May 01, 2010

Κρέπα με ελιές, φέτα και απάκι: Ρέα Γαλανάκη

Στιβαρή φωνή της τελευταίας εικοσαετίας η Ρέα Γαλανάκη έχει αφήσει τη σφραγίδα της στα νεοελληνικά γράμματα της μεταπολιτευτικής περιόδου.
       Γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης το 1947. Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στην Αθήνα κατά την περίοδο της δικτατορίας και οι πρώτες δημοσιεύσεις της έγιναν σε περιοδικά στρεφόμενα εναντίον του καθεστώτος. Έζησε για ένα διάστημα στην Πάτρα, ενώ τώρα διαμένει στην Αθήνα. Είναι ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων. Διετέλεσε αντιπρόεδρος της Στέγης Καλών Τεχνών και Γραμμάτων του Υπουργείου Πολιτισμού (1994-1997).
      Το μυθιστόρημα "Ο βίος του Ισμαήλ Φερίκ πασά" είναι το πρώτο ελληνικό μυθιστόρημα το οποίο η ΟΥΝΕΣΚΟ ενέταξε στη Συλλογή αντιπροσωπευτικών έργων της και το μυθιστόρημα “θα υπογράφω Λουί” επελέγη να αντιπροσωπεύσει την Ελλάδα στο Ευρωπαϊκό Βραβείο λογοτεχνίας "ΑΡΙΣΤΕΙΟΝ", όπως και το “Ελένη, ή ο Κανένας”, το οποίο τελικά απέσπασε τη δεύτερη θέση. Τη χρονιά εκείνη, το 1999, πήρε και το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος για το “Ελένη ή ο Κανένας”.

Εργογραφία αυτοτελών έργων από το www.biblionet.gr:
-“Φωτιές του Ιούδα, στάχτες του Οιδίποδα” (Μυθιστόρημα), Καστανιώτη, 2009.
-“Αμίλητα, βαθιά νερά: Η απαγωγή της Τασούλας” (Μυθιστορηματικό χρονικό), Καστανιώτη, 2006.
-“Ένα σχεδόν γαλάζιο χέρι” (Διηγήματα), Καστανιώτη, 2004.
-“Ο αιώνας των λαβυρίνθων” (Μυθιστόρημα), Καστανιώτη, 2002
-“Ελένη ή ο κανένας” (Μυθιστόρημα), Άγρα, 1998.
-“Βασιλεύς ή στρατιώτης: Σημειώσεις, σκέψεις, σχόλια για τη λογοτεχνία” (δοκίμια), Άγρα, 1997.
-“Ομόκεντρα διηγήματα: Η ιστορία της Όλγας, Mαυρόασπρο, T' αόρατα και τα ορατά” (Διηγήματα), Άγρα, 1997.
-“Πλην εύχαρις. Τα ορυκτά” (Ποιήματα), Άγρα, 1994.
-“Θα υπογράφω Λουί“ (μυθιστόρημα), Άγρα, 1993.
-"Ο βίος του Ισμαήλ Φερίκ πασά" (μυθιστόρημα), Άγρα, 1989.
-“Πού ζει ο λύκος; (Ποίηματα), Άγρα, 1986.
-“Το κέικ” (Ποιήματα), Κέδρος, 1980.

Γενικά χαρακτηριστικά του έργου-της:
1. Ιστορική αναδίφηση της συγγραφέως με σκοπό να πραγματευθεί το πεδίο κυρίως του 19ου αιώνα. Η ιστορία τής δίνει τη δυνατότητα να αναζητήσει καβαφικές σιωπές και να τις καλύψει μυθιστορηματικά. Ταυτόχρονα μέσω της ιστορίας βρίσκει το περιθώριο να μιλήσει για το σήμερα, καθώς είτε συναντώνται στα «ιστορικά»-της έργα αναλογίες με το παρόν, είτε ο απόηχος των γεγονότων του τότε φτάνει ισχυρός ως το τώρα.
2. Αναγωγή στον μύθο. Εκεί βρίσκει αρχέτυπα, αναζητά τις πηγές αντιλήψεων και στερεοτύπων, στήνει τις αλληγορίες-της, που εμφανώς μπορούν να αναγνωστούν ως το πεδίο της ανθρώπινης υπαρξιακής αγωνίας.
3. Ποιητικότητα. Η καταγωγή-της από την ποίηση έχει αφήσει τα ίχνη-της στα πρώτα κυρίως-της πεζά, όπου το ύφος γεμίζει λυρισμό, άλλοτε με αντιστοιχία με το περιεχόμενο κι άλλοτε ως δέρμα που δεν μπορεί να το αποτινάξει.
4. Δραματικότητα. Η διχασμένη φύση του Ισμαήλ Φερίκ, η ανάγκη της Αλταμούρα να ντυθεί άνδρας για να σπουδάσει, η ρομαντική φύση του «Λουί», η εκούσια/ακούσια απαγωγή της Τασούλας κρύβουν μέσα-τους πυρήνες δραματικότητας, τους οποίους η Γαλανάκη αξιοποιεί ιδιαίτερα πετυχημένα.
5. Ψυχολογική σκιαγράφηση των προσώπων-της, ώστε αφενός να φανεί ο ψυχισμός, τα κίνητρα και τα πάθη-τους και αφετέρου να διαφανεί η σύγκρουσή-τους με τον άλλο-τους εαυτό ή με την κοινωνία. Ο εσωτερικός βίος των χαρακτήρων-της μετράει συχνά περισσότερο από τον εξωτερικό, εσωτερικεύοντας τα προβλήματα του κόσμου σε μια πρισματική διάθλασή-τους.

Μια γνώμη για το τελευταίο-της βιβλίο, “Φωτιές του Ιούδα, στάχτες του Οιδίποδα”
          Τέσσερις είναι οι πιο συνηθισμένοι κώδικες συμβόλων που συναντώνται στη δυτική λογοτεχνία: ο κώδικας της κλασικής μυθολογίας, του χριστιανισμού, του ρομαντισμού και τέλος της ψυχανάλυσης. Τουλάχιστον τρεις από αυτούς βρήκε η Ρέα Γαλανάκη στη μυθική ανάπλαση της ζωής του Ιούδα στο ποίημα της Κρητικής Αναγέννησης με τίτλο “Παλαιά και Νέα Διαθήκη”, και το έκανε μυθιστόρημα προσθέτοντας λίγη ρομαντική αύρα, όπως σε όλα-της τα έργα.
       Η ιδέα φαίνεται έξοχη και πολύ πρόσφορη για μυθιστορηματική πραγμάτευση. Η ιστορία του μυθιστορήματος κινείται σε δύο χρονικά και υφολογικά επίπεδα, το καθένα από τα οποία αντικατοπτρίζει το άλλο:
      -Ο Ιούδας γεννιέται με οιωνούς ότι θα σκοτώσει τον πατέρα-του και θα παντρευτεί τη μητέρα-του, όπως και κάνει, παρά τις προσπάθειες των γονέων-του να αποτρέψουν το μοιραίο κλείνοντάς τον από μωρό σε ένα πισσωμένο κασελάκι και εγκαταλείποντάς το στο πέλαγος (υπολανθάνει ο μύθος του Μωυσή ή του Περσέα). Γίνεται έτσι (πέρα από τη γνωστή ιδιότητά-του, αυτή του προδότη) αδελφοκτόνος από λάθος, πατροκτόνος και αιμομίκτης από τη μοίρα.
      -Στο επίπεδο του παρόντος μια ελληνοεβραία δασκάλα έρχεται αντιμέτωπη με τη συντηρητική νοοτροπία ενός χωριού στην ορεινή Κρήτη, την αντισημιτική συμπεριφορά-τους και την τοπικιστική δράση του άλλου δασκάλου του χωριού.
       Ο μύθος περικλείει το γνωστό από τον Σοφοκλή παράδειγμα του Οιδίποδα, που σκότωσε τον πατέρα-του και νυμφεύτηκε τη μητέρα-του (η ψυχαναλυτική διάσταση ελλοχεύει), αλλά και το πρόσωπο του Ιούδα, όχι στη καινοδιαθηκική-του προδοτική δράση αλλά στην εικαζόμενη προγενέστερη ζωή-του. Η Γαλανάκη επιχείρησε να ορθώσει το πρότυπο του απόλυτου κακού αποδίδοντας όλα τα αμαρτήματα του Οιδίποδα και του Ιούδα στο ίδιο πρόσωπο. Κι έπειτα θέλησε να δείξει πώς οι σύγχρονες ρατσιστικές και εθνικιστικές θέσεις ποικίλων ομάδων, στηριγμένες στη ριζωμένη νοοτροπία του λαού, όπως αυτή εκφράζεται στα έθιμά-του, λ.χ. το κάψιμο του Ιούδα (βλ. και ανάλογο περιστατικό στον «Καπετάν Μιχάλη» του Καζαντζάκη), οδηγούν στην ανεύρεση εξιλαστήριων θυμάτων για να του φορτώσουν την κακοδαιμονία-τους και με όχημα το μίσος εναντίον-του να δρομολογήσουν τα πράγματα, όπως αυτοί θέλουν.
        Η χρήση του άχρονου μύθου, η διαχρονική-του ισχύς και η αρχετυπική παρουσία-του τόσο σε λαϊκά έθιμα και παραδεδομένες αντιλήψεις του ελληνικού λαού όσο και η ποιητική-του ανάπλαση πριν από πέντε αιώνες εξακολουθεί πάντα να γεννά μεστά λογοτεχνικά αποτελέσματα. Απέναντι στο καλό που εκπροσωπούμε πάντα εμείς, είτε είμαστε χριστιανοί, είτε καθαρόαιμοι Έλληνες, είτε ηθικά άμωμοι και άσπιλοι, υπάρχει κάποιος που είτε συνειδητά είτε ασύνειδα ενσαρκώνει το κακό (και μάλιστα όσο πιο πολλά δεινά κουβαλά τόσο το καλύτερο), και δέχεται το ανάθεμα μιας ολόκληρης κοινωνίας.
         Αφηγηματικά η ιστορία εξελίσσεται παράλληλα, μια στο μυθικό επίπεδο και μια στο σύγχρονο, με παρένθετες αναδρομές στους προγόνους της ελληνοεβραίας Μάρθας και με ονειρικούς διαλόγους-της με τη νεκρή μητέρα-της. Μ’ αυτήν τη βοστρυχωτή πλέξη παρόντος και παρελθόντος, σύγχρονης Κρήτης και μυθικής Ιουδαίας, ο αναγνώστης μπαίνει από πολύ νωρίς στο παιχνίδι των συμβολισμών και των αντικατοπτρισμών. Από τη μία, ο καθρέφτης του ελληνοϊουδαϊκού μύθου παρουσιάζει τον αποδιοπομπαίο τράγο κι από την άλλη ο καθρέφτης της ελληνικής κοινωνίας του 21ου αιώνα δείχνει την παθογένεια της προγονοπληξίας και της ξενοφοβίας, αλλά ταυτόχρονα αντανακλά τον άλλο σε μια αμοιβαία εξήγηση.
         Τι θα περίμενα περισσότερο; μια πιο σθεναρή ανάδειξη της νοοτροπίας της κοινωνίας, που να μην περιορίζεται στο πρόσωπο του δασκάλου Χάρακα: η κοινωνία έπρεπε να φαίνεται ως συλλογική συνείδηση και όχι ως μεμονωμένες περιπτώσεις∙ μεγαλύτερη ένταση σε κρίσιμες στιγμές της υπόθεσης, όπως στο πατρικό φόνο του Ιούδα, ή στις απειλές κατά της Μάρθας. Νιώθω ότι απουσιάζουν οι συγκρούσεις σε καίρια σημεία της υπόθεσης. Γενικότερα, εκτός από τη συγκίνηση και τον προβληματισμό, εκτός από τη γόνιμη ζεύξη άχρονου μύθου και σύγχρονου παρόντος, θα περίμενα να αξιοποιηθούν οι κορυφώσεις, ώστε ο αναγνώστης να φορτιστεί συναισθηματικά και να συναισθανθεί την τραγικότητα της ακούσιας αμαρτίας αλλά και τη συχνά αδιέξοδη αντίσταση απέναντι σε μια σκληροπυρηνική παράδοση ξενοφοβίας και ευδαιμονισμού.
        Πιστεύω ότι το μυθιστόρημα γεννά πολλούς προβληματισμούς για τον μύθο, τα σύμβολα, τη σύγχρονη πραγματικότητα, το εγώ και το εσύ, αλλά αστόχησε στη σφιχτοδουλεμένη πλοκή και σε πολλά σημεία της μυθιστορηματικής οικονομίας.
*Η φωτογραφία με τους βρακοφόρους
είναι παρμένη από το:
ganifantis.blogspot.com/2009/01/blog-post_02.html

Πατριάρχης Φώτιος