ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-4. Ο τίτλος
πολύσημος, το σκάκι, η Ύδρα, ο κοσμοπολιτισμός, ο ερωτισμός, οι ποικίλες
σχέσεις σε διαπροσωπικό και οικονομικό επίπεδο, το κλίμα μιας μικρής κοινωνίας,
οι δρόμοι του νησιού και οι δρόμου του εγκλήματος.
Café mascarpa:
Δημήτρης Καπετανάκης
“Ας πέσουμε”
εκδόσεις Εστία
2016
|
Πριν το διαβάσω:
Γιατί το διάλεξα; Επειδή ένας ανώνυμος
φίλος ζήτησε τη γνώμη-μου, μιας και, όπως παρατήρησε, είχα διαβάσει τα δύο
προηγούμενα έργα του Καπετανάκη κι έτσι θα ήθελε να γράψω δυο λόγια.
Καθώς το διάβαζα:
Ήδη από τις πρώτες σελίδες είχα την
αίσθηση ότι διαβάζω δύο έργα σε ένα. Εξηγούμαι. Η όλη ατμόσφαιρα, το κλίμα, ο
χώρος, οι κινήσεις, ο κοσμοπολιτισμός μου
θύμιζε δεκαετία του ’60. Κι όσο το σκεπτόμουν, τόσο έβλεπα ένα καλούπι
Γιάννη Μαρή, με ονόματα και πλούτο, με εύπορους που τριγυρίζουν ράθυμα όσο και
επιθετικά τα δρομάκια της Ύδρας (ποιο έργο, αλήθεια, του Μαρή διαδραματίζεται
στο νησί;), με καλοντυμένους καλοκαιρινούς τύπους να ποζάρουν στο σκηνικό και
να δρουν παράλληλα σε δεύτερα επίπεδα.
Κι αυτό το καλούπι, γεμίζεται από τον
Καπετανάκη με νέες ιδέες που εν μέρει το ανανεώνουν. Το σκάκι, που δεν θα έλεγα βέβαια ότι είναι ξένο με το κλίμα που
προδιέγραψα, αλλά και όλες οι πτυχές της παθογένειας που οδήγησαν στο έγκλημα.
Και φυσικά ο τεχνολογικός εξοπλισμός που έκανε δυνατό ένα έγκλημα μέσα σε
κλειστό χώρο, όπως αυτό της δολοφονίας του ζεύγους της πλούσιας οικογένειας
Πάλλα και δύο φίλων-τους. Στο νέο πνεύμα εντάσσω και τα αίτια που οδήγησαν
στους φόνους, έξω από τις στενά διμερείς σχέσεις, έξω από το ιδιωτικό αλλά και
έξω από το συνηθισμένο κοινωνικό, που μέχρι τώρα ήθελε την παραβατικότητα να
απορρέει από οικονομικά ή πολιτικά αίτια.
Μου άρεσε λοιπόν αυτό το στήσιμο, το
πλαίσιο, το σκηνικό, αλλά και το υπόβαθρο που στηρίζει την επιφάνεια. Δεν μου άρεσε η εξιδανίκευση όλων των
τύπων, από τον πανέξυπνο πρωταγωνιστή που παίζει σκάκι έως την πανέμορφη
φίλη-του που δουλεύει για την αστυνομία. Δεν μου άρεσε και ο ερωτισμός που
είναι τόσο βαρύς μέσα στο βιβλίο (όχι πορνογραφικός βέβαια) που το φτηναίνει. Κι αυτό γιατί όλα αυτά είναι προσωπικές επιλογές του συγγραφέα και όχι απορρέουσες αναγκαιότητες από την πλοκή.
Μπαίνω στο προκείμενο. Οι πλούσιοι
Πάλλα αντιδιαστέλλονται με τους πλούσιους Μποργκομπά, των οποίων εξαφανίζεται
το παιδί μαζί με μια άλλη κοπέλα. Έχουμε επομένως δύο διερευνήσιμους δρόμους,
τις εξαφανίσεις και τις δολοφονίες. Η αστυνομία κινείται προς διάφορες
κατευθύνσεις, ενώ παράλληλα ο σκακιστής πρωταγωνιστής δια-βαίνει μέσα στους
κατοίκους, στους ξένους, στους καλλιτέχνες, στα παιδιά, στους πλούσιους που
παραθερίζουν κι έτσι πιάνει τον σφυγμό μιας μικρής κοινωνίας που πάλλεται. Οι υποψίες και οι σκέψεις εμφανίζονται και
εξαφανίζονται μέσα σε ένα πεδίο που αλλάζει διαρκώς, σαν παρτίδα σκάκι, με
πολλές προοπτικές και επιλογές.
Αφού το διάβασα:
Ο Καπετανάκης ξέρει να κρατά γερά τα
πιόνια-του και να χαράζει δρόμους και ατραπούς. Ομολογώ ότι το τέλος με
απογοήτευσε ως προς τον τρόπο με τον οποίο διαπράχθηκε το έγκλημα (λίγο ακραίο,
λίγο απίστευτο), αλλά με έπεισε για την ευρύτερη δέσμη αιτιών, την ατμόσφαιρα
που οδήγησε τους ενόχους στο έγκλημα, πέρα από τα παραδοσιακά κλισέ.
[Οι εικόνες που κοσμούν το κείμενό-μου, εκτός από τη φωτογραφία κορυφής που είναι δική-μου, ελήφθησαν από: www.pinterest.com, www.ebay.co.uk, oliviasstyle.blogspot.com και www.star.gr]
Πατριάρχης Φώτιος