Η προσέγγιση της λογοτεχνίας από νέους ανθρώπους κρύβει μεράκι και αγαθή διάθεση αλλά και άγνοια κινδύνου που μερικές φορές οδηγεί σε πρωτότυπα αποτελέσματα και άλλες σε αφελή μορφώματα.
Espresso Colombian medellin supremo:
Βαγγέλης Μπέκας
“Φετίχ”
εκδόσεις Μπαρτζουλιάνος
2011
Όταν το 2009 ο φίλος εν βιβλίω Βαγγέλης Μπέκας είχε την καλοσύνη να μου στείλει το πρώτο-του βιβλίο, “Το 13ο υπόγειο”, το διάβασα με περιέργεια για το τι μπορεί να κάνει ένας νέος συγγραφέας. Τα αποτελέσματα της βιβλιοψίας ήταν για μένα απογοητευτικά και του τα έγραψα με σεβασμό.
Το δεύτερο βιβλίο-του θα μπορούσε να έχει δύο δυνατές προοπτικές: ή να είναι το ίδιο κακό, ή να έχει κάνει το δικό-του άλμα προς τα πάνω. Το “Φετίχ” είναι σίγουρα καλύτερο, αλλά το ζήτημα είναι πόσο και αν περνάει τον πήχη που θα το έκανε αξιοσύστατο.
Πρώτα απ’ όλα η γλώσσα-του που καλωσορίζει τον αναγνώστη, μόλις το αρχίζει, είναι σαφώς δουλεμένη και πιο καλά σμιλεμένη. Απουσιάζουν παλιά λάθη και αστοχίες, ενώ δεν λείπουν και εύστοχες διατυπώσεις, που έχουν φιλοσοφική ή ποιητική εμβέλεια. Δεν μιλάμε για μια γλώσσα κέντημα αλλά ούτε και ένα απλό χαλί για να τρέξει η υπόθεση. Ο Μπέκας φρόντισε να μην αφήσει το ύφος και τον λόγο-του να τεθεί μονόπλευρα στο περιθώριο της προσοχής-του.
Ως προς το θέμα τώρα ο Μπέκας στήνει στο μυαλό-του μελλοντολογικά σενάρια και σκηνικά. Το Κτίριο κρύβει μια συνοικία αντιφρονούντων, ενώ το Ινστιτούτο ένα ίδρυμα της κρατικής μηχανής που επιχειρεί να αυξήσει την παραγωγικότητα. Οι εθελοντές (με το αζημίωτο) που δέχονται να πάρουν ένα χαπάκι και να κοιμηθούν δεν γνωρίζουν ότι πίσω από το αντίτιμο για τις υπηρεσίες-τους κρύβεται η προσπάθεια της κυβέρνησης να μειώσει τα όνειρα και έτσι να ελέγξει τα νεκρά τμήματα του εγκεφάλου, ώστε να συγκεντρωθούν οι δυνάμεις του ανθρώπου στην παραγωγική εργασία. Γι’ αυτό άλλωστε είχε απαγορεύσει την ανάγνωση πάνω από ένα βιβλίο τον μήνα.
Αυτό που άφησε αδειανό κι εδώ είναι η αδυναμία του κειμένου να φανεί αληθοφανές. Κι ενώ τα επιμέρους στοιχεία έχουν φιλοδοξίες (είπα και πριν, ψιλο-δουλεμένη γλώσσα, μελλοντολογική ατμόσφαιρα, κοινωνικές ανησυχίες…), το συνολικό αποτέλεσμα αφήνει τον αναγνώστη κενό, σαν να πέρασαν όλα αυτά δίπλα-του, αλλά δεν τον άγγιξαν. Δεν ξέρω τι μπορεί να κάνει ένας συγγραφέας για να είναι πειστικός και υποβλητικός, αλλά το αναγνωστικό-μου ένστικτο δεν κρατάει στο κόσκινό-του τέτοια έργα που δεν μπορούν να μείνουν αλλά περνούν από τις τρύπες-του και χάνονται.
Ευχαριστώ τον Βαγγέλη Μπέκα που με εμπιστεύθηκε δύο φορές. Μαζί-του έκανα και έναν μικρό αλλά εποικοδομητικό ηλεκτρονικό διάλογο (μέσω μέιλ), πριν διαβάσω το μυθιστόρημά-του (αρχές Μαρτίου), για την ανάγκη πρωτότυπων θεμάτων. Ο Βαγγέλης πιστεύει –και φαίνεται αυτό και στο δεύτερο-του έργο- στο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο του βιβλίου, που επαληθεύεται από την πραγματικότητα. Στοιχίζεται με άλλα λόγια με έργα όπως του Όργουελ κ.ά., οι οποίοι προσπαθούν να γράψουν ένα βιβλίο στο οποίο να καταγγέλλουν αλλά και να εικάζουν μελλοντικές προοπτικές μιας κοινωνίας που ρέπει προς τον ολοκληρωτισμό. Η δική-μου γνώμη ήταν και είναι ότι «η καλή λογοτεχνία δεν κρίνεται τόσο από το θέμα αλλά από τον χειρισμό-του». Και λέγοντας «χειρισμό» δεν εννοώ απλώς τη μορφή, αλλά τον τρόπο με τον οποίο το θέμα παίρνει λογοτεχνική σάρκα και οστά. Χειρισμός «είναι η απόδοση του σημαινόμενου με το κατάλληλο σημαίνον, για να μιλήσω σημειολογικά. Και ένα ισορροπημένο βιβλίο είναι ένα σημείο, ένα πολυσημείο ίσως, που μπορεί να πετύχει τον στόχο-του αν χτίσει την ιδέα με το ανάλογο μπετόν. Φυσικά η μορφή θηλυκώνει με το θέμα και αυτό ονόμασα χειρισμό. Χειρισμός δεν είναι η καινοτόμος μορφή, είναι ο συνδυασμός». Από τη δική-του πλευρά, ο Βαγγέλης πιστεύει στην αναγνωστική ανάταση που ξεκινά από το θέμα και συνδέει το ΕΓΩ με τον ΑΛΛΟ και γενικά με την κοινωνία. Για να γίνει αυτό, εξηγεί, χρειάζεται φαντασία και όχι απλώς τεχνική. [ελπίζω να απέδωσα σωστά την κεντρική ιδέα όσων διημείφθησαν. Ούτως ή άλλως το βήμα του Βιβλιοκαφέ είναι ανοικτό για να συνεχίσουμε, μαζί με άλλους, τον διάλογό-μας]
Υ.Γ. Όσο για το φαινόμενο Φίλιπ Ροθ, που είχα θέσει ως θέμα την προηγούμενη Δευτέρα 23/5/2011, το ρεπορτάζ της Κουζέλη στο “Βήμα της Κυριακής” (29/5/2011) ήταν διαφωτιστικό. Πολλοί δεν πιστεύουν στην αξία του αμερικανού συγγραφέα, πολλοί τονίζουν ότι γράφει συνέχεια το ίδιο και το ίδιο, αλλά και πολλοί θεωρούν μερικά έργα-του εξαιρετικά. Φυσικά δεν μας ενδιαφέρει η προσωπική-του ζωή και πόσο βολικός ή μη άνθρωπος είναι. Επιπλέον, θα ήθελα να ξέρω τι βραβείο είναι αυτό (το Booker International) που δίνεται από τα 2/3 της τριμελούς επιτροπής. Είναι δυνατόν να είναι μόνο 3 τα μέλη κι από αυτά να υπάρχει μια τόσο έντονη αντίδραση κι όμως το βραβείο να δίνεται; Εκτός αν δεν κατάλαβα καλά για τον τρόπο απονομής του Booker.
Πατριάρχης Φώτιος