Thursday, December 24, 2009

“Παραμονή της Γέννησης III”


Γέλια και μιλήματα,
φωνές γλυκές παιδιάτικες,
ψιλές φωνές γυναικείες
και βαριές αντρικές.
Ακούν όλοι∙ εκκλησία
τους κλείνει η έκκληση,
καλούν το παιδί
που υπάρχει υπέροχο,
την ασώματη υπερέχουσα ύλη


που το γεννά απείραχτη,
άφθαρτη, αειπάρθενη, διαρκής
παρθένος στους αιώνες των αιώνων.

(Ζωή Καρέλλη, “Πορεία”, 1940)
[η εικόνα της κορυφής προέρχεται από έναν εκπληκτικό ιστότοπο (coffee-art.com), όπου φτιάχνουν πίνακες με καφέ -τους αγόρασα όλους]

     Το Βιβλιοκαφέ θα κλείσει αύριο, τη μέρα των Χριστουγέννων, και θα ξανανοίξει λίγο μετά την Πρωτοχρονιά. Ο ζαχαροπλάστης θέλει άδεια, τα γκαρσόνια μπούχτισαν να σερβίρουν καφέδες και να ακούνε τα μύρια όσα -τι να κάνω κι εγώ που δεν θέλω να τα επιβαρύνω με τις δικές-μου λόξες.

      Θα ήθελα να πω ότι αυτές τις άγιες μέρες ο καθένας θα μπορούσε να βρει χρόνο και διάθεση να ξαναδεί τη ζωή-του. Δεν θα προχωρήσω ωστόσο σε ευχές και προτροπές που θα μπορούσαν να φανούν παλιομοδίτικες. Άλλωστε, σε τόσα φώτα, μουσικές και σόου, πού θα μπορούσε να βρει λίγο χώρο για να γεννηθεί ο Χριστούλης! Ας κρατήσουμε λοιπόν τον χρόνο ως τη δωροεπιταγή την οποία θα αξιοποιήσουμε όπως ο καθείς νιώθει και μπορεί. Μέσα σ' αυτόν, όμως, ας σκεφτούμε όσους μας χρειάζονται κι ας ακουμπήσουμε το βιβλίο δίπλα στο τζάκι ως δώρο στον εαυτό-μας.
     Εγώ, μένοντας στο ήσυχο καφενεδάκι-μου, θα κρατήσω ζεστές τις θέσεις-σας, ώστε να τις ξαναβρείτε όταν με το καλό επιστρέψετε.
     Καλά Χριστούγεννα, πέρα από αυτό που όλοι εννοούν.
Με πατρικές ευχές
Ο Κωνσταντινουπόλεως Φώτιος

Sunday, December 20, 2009

Αμερικάνικος χωρίς γάλα: Σώτη Τριανταφύλλου


Η σειρά του Πατάκη με τίτλο «Η κουζίνα του συγγραφέα» έχει να επιδείξει μερικά κείμενα που καταδεικνύουν το παρασκήνιο της συγγραφής μέσω της ζωής κάθε δημιουργού. Ο Πανσέληνος, η Δούκα, ο Μάρκαρης, ο Ξανθούλης, η Μήτσορα, ενδιάμεσα η ιστορικός Κορομηλά, και τώρα η Τριανταφύλλου αποτυπώνουν τη ζωή-τους σε μια αυτοβιογραφική απόπειρα (απ’ όσο ξέρω, δεν έχει μπει ακόμα κείμενο ενός ποιητή).


“Ο Χρόνος πάλι”
εκδόσεις Πατάκη
2009

       Κάθε αυτοβιογραφία είναι ιστορία και μυθοπλασία. Ο δημιουργός γράφει για τη ζωή-του, αλλά ταυτόχρονα αναδημιουργεί τη ζωή-του επιλέγοντας και απορρίπτοντας, κόβοντας και ράβοντας, τονίζοντας και αποσιωπώντας, θέλοντας να αφήσει το δικό-του στίγμα στην πρόσληψή-του. Η αυτοβιογραφία είναι εξ αρχής μια πρόθεση, όχι μια τετελεσμένη πράξη, είναι η αυτοεικόνα του συγγραφέα και όχι η πραγματικότητα, αν η τελευταία βέβαια υπάρχει.
          Η Τριανταφύλλου γεννήθηκε σε οικογένεια αριστερών και προσπάθησε να μείνει ανένταχτη, ξεκίνησε από ένα μικροαστικό σπίτι και επιδίωξε να μην κάνει ποτέ οικογένεια. Το μόνιμο στοιχείο που προβάλλεται στην αυτοβιογραφία-της είναι η επαναστατική-της φύση απέναντι στη θρησκεία, στην παράδοση, στην ελληνική μιζέρια, στον μικροαστισμό… Κάποιοι θα λέγανε ότι έγινε απλώς «επαναστάτρια χωρίς λόγο» κι άλλοι θα τη χαρακτήριζαν «ελεύθερο πνεύμα». Αυτό που διακρίνει κανείς είναι μια συνεχή άρνηση, μια πλήρη απόρριψη της ελληνικής πραγματικότητας, από τα σχολεία της ως τις αντιδράσεις των φοιτητών κι από τον κοινωνικό ιστό ως την ιστορία-της. Όλη η Ελλάδα φαίνεται στα μάτια της Τριανταφύλλου μια μίζερη επαρχία, μακριά από την πρόοδο και την πρωτοπορία της Δύσης.

       Η συγγραφέας είναι πολυμαθής: σπούδασε στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, από Γαλλική Φιλολογία ως Ιστορία του κινηματογράφου κ.ά. Έμαθε πολλές ξένες γλώσσες, ταξίδεψε και έμεινε πολλά χρόνια στο εξωτερικό, διάβασε πάμπολλα βιβλία από λογοτεχνία ως ιστορία και από φιλοσοφία ως τέχνη. Η αυτοβιογραφία-της είναι ένα εκτεταμένο διακείμενο, ένα χαλί διάσπαρτο από χωρία συγγραφέων, αποσπάσματα από βιβλία, τσιτάτα που διάστιξαν τη ζωή-της.

       Ο Χατζηβασιλείου σήμερα (Ελευθεροτυπία, 20.12.2009) το κρίνει σαν μυθιστόρημα και το επαινεί για την πολυμέρειά-του αλλά ταυτόχρονα το αποδοκιμάζει για την παλλίλογη γραφή-του. Το πιο σημαντικό όμως για μένα είναι να δούμε ποια ιδεολογία απορρέει από τη βιωμένη ζωή της Τριανταφύλλου ή από αυτήν που θέλει να παρουσιάσει ως βιωμένη. Μιλήσαμε και προηγουμένως για την μποέμ φύση-της, την αντιδραστικότητα, την ανθελλαδική-της στάση, την κοσμοπολίτική-της διάθεση. Λέει χαρακτηριστικά (σ. 128): «Δεν αναγνωρίζω καμιά πατρίδα… Πατρίδα μου είναι η αγγλική και η ελληνική γλώσσα». Δεν ξέρω αν απόψεις σαν κι αυτές, προοδευτικές και διεθνιστικές, έκαναν τους τραμπούκους της μίας και μόνης άποψης να επιτεθούν στη συγγραφέα, αλλά ό,τι και να πιστεύει ο άλλος, τέτοιες βιαιοπραγίες είναι δείγμα δογματικής αντίληψης και αυταρχικής λογοκρισίας.

        Τέλος, σκόρπια μέσα στην αυτοβιογραφία-της εντίθενται μικρά δοκίμια περί συγγραφής και ύφους. Δεν διαβάζει, όπως δηλώνει, τις απόψεις των κριτικών [άρα μηδέν διάλογος, σημειώνω εγώ] και θεωρεί την κριτική ευνουχισμένη συγγραφή. Κρατώ μερικές σκέψεις-της:
- [αναφερόμενη στα ιστορικά-της μυθιστορήματα] «Ο μυθιστοριογράφος πρέπει να ξεχνά τον ιστορικό, αν αυτό είναι απαραίτητο» (σ. 196) και πολύ σωστά εννοεί ότι ο συγγραφέας δεν είναι δέσμιος της ιστορικής αλήθειας. Και πιο κάτω "Κανείς δεν διηγείται τα πράγματα “όπως έγιναν”. Οι συγγραφείς δεν είναι δημοσιογράφοι. Η “αληθινή” ζωή υπολείπεται της λογοτεχνίας."

- «Ο συγγραφέας πρέπει να φοράει δύο καπέλα: απ’ τη μια είναι ο καλλιτέχνης της γλώσσας… Ο άλλος είναι … ένας μανιακός κριτικός που φοβερίζει τον συγγραφέα μ’ ένα κόκκινο μολύβι» (σ. 231)
- «Οι περισσότεροι … πιστεύουν ότι ο καθένας από εμάς που γράφει βιβλία έχει ένα “δικό του”, χαρακτηριστικό ύφος∙ όχι: ο συγγραφέας έχει πολλά ύφη∙ παίζει μ’ αυτά, τα εναλλάσσει» (σ. 252)
Πατριάρχης Φώτιος

Wednesday, December 16, 2009

Καφές φίλτρου: Τζίλιαν Φλιν


Ψυχολογικά και κοινωνιολογικά έργα σε συσκευασία αστυνομικού μυθιστορήματος. Γραφή που στέκεται στις λεπτομέρειες αλλά δεν ατονεί όταν στήνει τον ιστό της πλοκής. Το πρώτο βιβλίο ήρθε ως δώρο, το δεύτερο το αγόρασα, επειδή θέλχτηκα από το άλλο και θέλησα να ξαναδιαβάσω τη συγγραφέα.


“Sharp Objects”
2006
μετφ. Γ. Αρβανίτη
εκδόσεις Μεταίχμιο
2008

         Ένα βιβλίο που σου το κάνουν δώρο και δεν έχεις δει τίποτα γι’ αυτό πριν. Γραμμένο από μια συγγραφέα που τυχαίνει να είναι και τηλεκριτικός (άρα μέλος του ευρύτερου κυκλώματος) και επομένως τα δύο βραβεία που απέσπασε στην Αμερική και οι διθυραμβικές κριτικές τίθενται ήδη υπό αμφισβήτηση. Όταν δεν κοιμάσαι αμέσως τα βράδια, η λύση είναι ένα καλό αστυνομικό και γι’ αυτό αποφάσισα να το διαβάσω…
         Όλοι όμως οι φόβοι-μου ευτυχώς δεν ισχύουν!!!
        Κατά βάση αστυνομικό μυθιστόρημα αλλά στην ουσία ένα ευφυές ψυχολογικό θρίλερ, που αναπλάθει την ψυχολογία του «ντετέκτιβ», από τη στιγμή μάλιστα που αυτός συνδέεται έμμεσα με τα γεγονότα, την ψυχολογία του «θύτη1», πριν αποκαλυφθεί η δράση-του και την ψυχολογία του «θύτη2», σε συνδυασμό με τον θύτη1.

         Η ανακάλυψη του δράστη δεν έχει αυτή καθεαυτή σημασία. Πιο πολύ μετράει η επίδραση της ψυχολογίας των χαρακτήρων στις πράξεις-τους, πολλές φορές ακραίες, τόσο στην καθημερινότητά-τους, όπου τα ναρκωτικά, το αυτοχαράκωμα, το αλκοόλ κ.ο.κ. είναι στην ημερήσια διάταξη, όσο και σε βάθος χρόνου, όπου τρείς φόνοι με αφαίρεση των δοντιών είναι το αποτέλεσμα υποσυνείδητης ζήλιας και τάσης για υπεροχή.
        Σ’ αυτό το πλαίσιο σκιαγραφούνται οι σχέσεις μητέρας-κόρης και αδελφών, ειδικά όταν την οικογένεια βαραίνει ένα ιστορικό καταπίεσης, υπερπροστατευτισμού και αρρωστημένης φροντίδας. Παράλληλα, το κοινωνικό υπόβαθρο μιας πολίχνης της Αμερικής, με την επαρχιώτικη νοοτροπία και το νοσηρό κλίμα στις ανθρώπινες σχέσεις, δίνεται έξοχα, ώστε να αναδυθεί η ψυχοσύνθεση των κατοίκων και φυσικά και των δραστών. Όπως τα περιέγραψα ίσως δίνεται η εντύπωση ότι ο αναγνώστης θα βυθιστεί στην κατάθλιψη και τη μελαγχολία: όχι, γιατί η Τζίλιαν Φλιν δεν σοκάρει με το μίζερο, αρρωστημένο κλίμα, αλλά εισάγει στα μύχια πολλών τραυματικών/τραυματισμένων μορφών ψυχολογίας, μία εκ των οποίων είναι ικανή να φτάσει στον φόνο, και μια άλλη να τον αποκαλύψει.


“Dark Places”
2009
μετφ. Γ. Αρβανίτη
εκδόσεις Μεταίχμιο
2009

        Η Τζίλιαν Φλιν έχει βάλει τις ράγες και συνεχίζει με επιτυχία την πορεία-της στο αστυνομικό μυθιστόρημα που εμπεριέχει μεγάλες δόσεις ωμής ψυχολογίας και κοινωνιολογίας της αμερικανικής υπαίθρου, ειδικά μέσα στο πλαίσιο των ενδοοικογενειακών σχέσεων.
       Η αρχή του νέου-της έργου είναι μια από τις πιο έξυπνες που έχω διαβάσει: η Λίμπι Ντέι, τριακοντούτις πλέον, έρχεται κατά μέτωπο με τον προ εικοσιπενταετίας φόνο της μητέρας-της και των δύο αδελφών-της από τον μεγαλύτερο (καταδικασθέντα γι’ αυτές τις δολοφονίες) αδελφό-της Μπεν. Η ίδια μάλιστα ήταν αυτή που, επτά χρονών τότε, κατέθεσε εναντίον-του. Τώρα όμως πολλά στοιχεία αναθεωρούνται στο μυαλό-της κι η ίδια τείνει να πιστέψει ότι δεν ήταν τελικά αυτός ο ένοχος. Ποιος ήταν όμως;

        Η αφήγηση κινείται βάσει της τωρινής οπτικής γωνίας της Λίμπι, όπως αναμοχλεύει την υπόθεση, και βάσει των οπτικών γωνιών της μητέρας-της Πάτι και του αδελφού-της Μπεν εκείνη τη μέρα λίγο πριν από το συμβάν. Έτσι, παράλληλα με την αφήγηση της έρευνας ξετυλίγεται και το ώρα με την ώρα πλησίασμα της στιγμής του φόνου. Η Φλιν δείχνει ότι ξέρει πολύ καλά να ελέγχει τη γλώσσα και την ατμόσφαιρα, να αναπλάθει ψυχολογίες και κίνητρα, να στοχεύει εύστοχα στο κλίμα και στα συμφραζόμενα κάθε εποχής, ειδικά με τη σατανομαχία της δεκαετίας του ’80, τα συντηρητικά ήθη της Αμερικής ακόμα και σήμερα, με τις ετερόκλητες εικόνες μιας αντιφατικής κοινωνίας, τόσο προχωρημένης τεχνολογικά μα τόσο οπισθοδρομικής κοινωνικά και ηθικά.
       Αν επιχειρήσω μια μικρή σύγκριση των δύο έργων, θα έγερνα την πλάστιγγα ελαφρά υπέρ του πρώτου, κυρίως επειδή διαθέτει τη σπιρτάδα η οποία μετασχηματίστηκε στο δεύτερο σε ώριμο τέμπο. Έτσι, ο «Σκοτεινός Τόπος» πλέει μέσα σε λεπτομέρειες που ξεφεύγουν από την υπόθεση και συχνά γίνονται το λίπος μέσα στο οποίο πνίγεται ο όλος οργανισμός.
Πατριάρχης Φώτιος

Sunday, December 13, 2009

Γερμανικός καφές φίλτρου: Νίκος Δαββέτας


Ποια η εικόνα του Εβραίου στην ελληνική λογοτεχνία; Μέχρι τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο οι Εβραίοι είχαν εν πολλοίς ταυτιστεί με τον Ιούδα και τους σταυρωτές του Χριστού, ενώ πάντα υπήρχε το στερεότυπο του φιλάργυρου και του ιδιοτελούς. Μετά τον πόλεμο και το Ολοκαύτωμα, θεωρήθηκαν τα άδικα θύματα της ναζιστικής ιδεολογίας και κατ’ επέκταση πήραν τη θέση του κατατρεγμένου και του απάτριδος.


“Η εβραία νύφη”
εκδόσεις Κέδρος
2009

        Ο πίνακας του Rembrandt με τίτλο “Het Joodse bruidje” (Η εβραία νύφη) βρίσκεται στο Rijksmuseum στο Άμστερνταμ. Απεικονίζει σε μαύρο-καφέ φόντο ένα ζευγάρι μεταξύ των οποίων είναι η ομώνυμη εβραία νύφη. Όσο για τον άνδρα που την αγκαλιάζει διακριτικά, άλλοι λένε ότι πρόκειται για τον συμβίο-της κι άλλοι για τον πατέρα-της που την ετοιμάζει για τον γάμο. Αν ισχύει το πρώτο, οι ερμηνείες είτε μιλάνε για σύγχρονους του ζωγράφου νεόνυμφους ή για μοτίβο από την Παλαιά Διαθήκη, όπως ο Ισαάκ και η Ρεβέκκα. Αν μάλιστα υποθέσουμε ότι η νύφη είναι και έγκυος, τότε συνεχίζονται για πολύ οι εικασίες…
        Ο Δαββέτας στήνει το δικό-του ζευγάρι στο σήμερα: ο αφηγητής και η Νίκη, ανορεξική κοπέλα, που αναζητεί ίχνη του πατέρα-της, για τον οποίο έχει την αίσθηση ότι ήταν υπεύθυνος για τις διώξεις των Εβραίων στην κατοχική Ελλάδα. Παρακολουθούμε επομένως μία σειρά από κεφάλαια δοσμένα από διαφορετική οπτική γωνία, όχι μόνο του πρωταγωνιστικού ζεύγους, αλλά και άλλων που καταθέτουν τη μικρή-τους ιστορία, μέσα στην οποία εμπλέκονται πρόσωπα του παρελθόντος,

η Κατοχή, ο Εμφύλιος, η Δικτατορία και η μεταπολεμική Ελλάδα. Όλη αυτή η πολυσυζητημένη εποχή (τόνοι σελίδων έχουν γραφεί γι’ αυτήν) φωτίζεται από ποικίλες πτυχές, όχι πολύ διαφορετικές μεταξύ-τους, που ανασυνθέτουν σε ένα μωσαϊκό ίδιων αποχρώσεων το ελληνικό μονόπρακτο.
      Έχουμε στην ουσία τρία επίπεδα πλοκής: αφενός, ο πίνακας του Ρέμπραντ, ο οποίος αποτέλεσε την αφορμή με το ζεύγος του εικοστού πρώτου αιώνα, αφετέρου η Ελλάδα (και η Γερμανία) του 1940-1945 αλλά και ύστερα, όταν οι εβραϊκές περιουσίες αλλάζουν ύπουλα χέρια, και τρίτος όροφος στο οικοδόμημα του Δαββέτα το σήμερα με τα ψυχοσωματικά συμπτώματα μιας κληρονομικής ασθένειας, αυτής του αντισημιτισμού ο ιός της οποίας χτύπησε και Έλληνες του παρελθόντος.

         Δυο τρία σημεία μένουν αναπάντητα, οι απαντήσεις των οποίων θα μου δώσουν και την τελική ώθηση για να αποδεχθώ την αξία του βιβλίου. Καταρχάς, δεν κατάλαβα την αντιστοιχία του ζεύγους στον πίνακα με το σημερινό ζεύγος. Ίσως έχασα ένα σημείο όπου υπάρχει το κλειδί, εκτός κι αν είναι κάτι αμελητέο που δεν έχει βαρύνουσα σημασία. Δευτερευόντως ποια η σχέση της πυρκαγιάς στην Πελοπόννησο με την όλη ιστορία, εκτός κι αν πάλι ένα μικρό περιστατικό στα καμμένα δικαιώνει την εμβολή-της; Γενικά, νιώθω ότι ένθετες ιστορίες που προσπαθούν να συνθέσουν το μεταπολεμικό σύμπαν δεν εφαρμόζουν ολοκληρωτικά με τα άλλα κομμάτια του παζλ κι έτσι μένουν μετέωρες ψηφίδες σε έναν αενάως επεκτεινόμενο καμβά. Το ίδιο γράφει ως ένσταση και η Κοτζιά στο σημερινό δημοσίευμά-της (Καθημερινή, 13.12.2009), αφού η χαλαρή δομή υπονομεύει τη συνθετικότητα του μυθιστορήματος.
      Ένα τελευταίο ερώτημα που τίθεται γενικευτικά: αρκεί το θέμα, πρωτότυπο, φλέγον, καίριο, διαχρονικό, να άρει το έργο αν δεν συνοδεύεται από υψηλού επιπέδου αφηγηματική τεχνική; Αν όχι, όπως πιστεύω, τότε να μην εκστασιαζόμαστε με κείμενα που ακουμπούν τον τύπο των ήλων, αλλά δεν θεραπεύουν αισθητικά τις πληγές-τους.
Πατριάρχης Φώτιος

Thursday, December 10, 2009

Πολωνικός καφές: Ιωάννα Τόμπρου


Η καταφυγή στη λαογραφία κατά τις αστυνομικές έρευνες είναι όντως κάτι πρωτότυπο. Το ξαναείδα στον Ίαν Ράνκιν και πιο συγκεκριμένα στο έργο-του «Καταρράκτες».


“Καμίκο”
Εκδόσεις Εστία
2009

        Υπόθεση: ένα πτώμα αλλοδαπής εικοσιτριάχρονης κινητοποιεί τον ιατροδικαστή Μάριο Χαλκιόπουλο να αρχίσει έρευνες γύρω από μια κούκλα που ανευρέθηκε στα πράγματά-της και μια παρτιτούρα με τα αρχικά της μητέρας-του. Στην έρευνα εμπλέκονται ο προϊστάμενός-του Στέφανος Πετρίδης, η ανθρωπολόγος Φένια Ηλιάδη και διάφορα άλλα δευτερεύοντα πρόσωπα.
       Δράση: αστυνομικό μυθιστόρημα με ψυχολογικούς τόνους βασισμένο στις αναμνήσεις του παρελθόντος και στις αναδρομές που συμπληρώνουν σιγά-σιγά την αφήγηση. Το τέλος δεν είναι αιφνιδιαστικό κι ούτε στιγματίζεται ο ένοχος, αλλά πιο πολύ αποκαλύπτεται ένα κοινωνικό φαινόμενο (η μετανάστευση και η εκμετάλλευσή-της) και οι ψυχολογικές μεταβλητές που εξηγούν κινήσεις και στάσεις.

         Απογοήτευση: αν η λογοτεχνία μας είναι φλύαρη και οι συγγραφείς-μας χάνουν συχνά το μέτρο γεμίζοντας το κείμενό-τους με περιθωριακά στοιχεία, η Τόμπρου αυτό το ανάγει σε μείζονα ανασταλτικό παράγοντα της ποιότητας της γραφής-της. Οι 300 σελίδες του βιβλίου κάλλιστα θα μπορούσαν να είναι 100, οι πολλές παρεκβάσεις θα μπορούσαν να μειωθούν, η πλοκή να είναι πιο σφιχτή και πιο μετρημένη. Αποτέλεσμα αυτού του ξεχειλώματος είναι να αδιαφορούμε πολλάκις για στοιχεία, παραγράφους ή και σελίδες που δεν έχουν τίποτα να προσφέρουν. Κι αυτό θα συμβεί όχι μόνο σ’ όποιον αρέσει η ταχεία δράση και οι απανωτές εναλλαγές, αλλά και σ’ όποιον η ψυχολογική προσέγγιση του φόνου μέσα στο μυθιστόρημα είναι πλέον οικεία. Οι κοιλιές και οι εκτροπές που θα συναντήσει στο βιβλίο θα τον κουράσουν αφάνταστα.
Πατριάρχης Φώτιος

Saturday, December 05, 2009

Χυμός κεράσι: ιστορικό μυθιστόρημα και αλήθεια


       Το τελευταίο βιβλίο του Βασίλη Γκουρογιάννη για την Κύπρο του '74 («Κόκκινο στην πράσινη γραμμή») κατηγορείται μήνες τώρα ότι προβάλλει τους ελλαδίτες μαχητές ως βάρβαρους και άλλα ανάλογα. Δέχτηκε μάλιστα ο ίδιος επιθέσεις από κουκουλοφόρους, ενώ ο «Στόχος» επιτέθηκε πολλάκις εναντίον του βιβλίου.

        Τέτοια βιβλία που θίγουν πολιτικά ή ιστορικά θέματα και προσπαθούν να προβάλουν μια διαφορετική αλήθεια από την παγιωμένη έχουν πολλές φορές δεχτεί επιθέσεις ή απλώς αρνητικές κριτικές. Τίθεται λοιπόν ένα ζήτημα περί της συμβολής του ιστορικού μυθιστορήματος στην αναδίφηση της πραγματικότητας. Τι απαντάνε οι συνήγοροί-του;
       -Μια πρώτη γραμμή, φύσει μεταμοντέρνα, δέχεται τη λογοτεχνία ως εναλλακτική ματιά στην ιστορία και επομένως νομιμοποιεί την όποια παρέκκλιση από την επίσημη ιστορία. Ο συγγραφέας επιλέγει να τονίσει μυθιστορηματικά πτυχές που δεν είναι γνωστές, να διερευνήσει εκδοχές που έχουν απορριφθεί, να δείξει ότι υπάρχει και η άλλη άποψη που αξίζει κανείς να τη δει, πριν την αρνηθεί. Προσπαθεί δηλαδή με τα όπλα της λογοτεχνίας να προβληματίσει με πιθανά ή αληθοφανή σενάρια, τα οποία στηρίζονται σε ένα είδος έρευνας, και να πείσει για τις αποσιωπημένες αλήθειες.
        -Μια δεύτερη γραμμή λόγου αμύνεται στις επιθέσεις περί διαστρέβλωσης της ιστορικής αλήθειας με το επιχείρημα ότι όλα αυτά είναι μυθοπλασία και επομένως κανείς λογοτέχνης δεν επιχειρεί να αντικαταστήσει τους ιστορικούς στο έργο-τους. Συνεπώς, η όποια παρέκκλιση προβάλλεται ως παράλληλη πραγματικότητα, όχι αυτή που έχει συντελεστεί, αλλά αυτή που θα μπορούσε να γίνει και έτσι κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τον δημιουργό για προκλητικότητα ή ασέβεια.

         Οι δύο αυτές τάσεις συγκρούονται και αντιφάσκουν. Γιατί είτε το ιστορικό μυθιστόρημα στη νέα του εκδοχή μπορεί να ξαναδεί την ιστορία και το παρελθόν, είτε είναι μια φαντασιακή προβολή που δεν σχετίζεται με την όποια πραγματικότητα. Τελικά τι ισχύει; Πώς εγώ ως αναγνώστης θα στέκομαι πάνω από ένα τέτοιο έργο; Ως φιλοπερίεργος και αντικομφορμιστής νους που δεν αποδέχεται τα ιδεολογήματα των ιστορικών, γιατί είναι γραμμένα με συγκεκριμένο, σκόπιμα παραμορφωτικό τρόπο, και θα βρίσκω τη λογοτεχνία ως την πιο γνήσια και τολμηρή πηγή της αλήθειας; Ή ως φιλαναγνώστης θα απολαμβάνω το ανάγνωσμα, θα προβληματίζομαι για μια πιθανή αλλά εκ προοιμίου πλαστή πραγματικότητα, αλλά δεν θα θεωρώ θεμιτό να την νομιμοποιήσω;
Πατριάρχης Φώτιος

Thursday, December 03, 2009

Baltimore coffee: Ανδρέας Μήτσου


Διηγήματα μνήμες, διηγήματα βιώματα, διηγήματα στάσεις ζωής. Μπορεί το διήγημα να ξεφύγει από το προσωπικό στιγμιότυπο και να αναχθεί σε μια αντιπροσωπευτική θέαση μικρών στιγμών της ζωής;


“Η ελεημοσύνη των γυναικών”
εκδόσεις Καστανιώτη
2009

             Είναι ενδιαφέρουσα η ζωή-μου; Για μένα μπορεί να είναι, μπορεί και όχι; σίγουρα όλοι έχουμε ζήσει ακραίες στιγμές, κωμικές ή τραγικές, πρωτότυπες, συναρπαστικές, συγκινητικές κ.ο.κ. Τι κάνει ένας συγγραφέας που θέλει να αξιοποιήσει τα βιώματά-του; συλλαμβάνει αυτές τις ιδιαίτερες καταστάσεις, που άφησαν το μικρό και το μεγάλο στίγμα-τους στο μυαλό-του, και τις αποδίδει με το ταλέντο-του, εξαίροντας το ιδιαίτερο και φωτίζοντας το μικρό αλλά όχι ασήμαντο ίχνος-τους.
         Ο Μήτσου δεν κρύβει τον αυτοβιογραφικό χαρακτήρα των διηγημάτων-του. Μικρό παιδί στην Αμφιλοχία κι έπειτα καθηγητής σε σχολεία της Ελλάδας. Μνήμες από παιδικά βιώματα και στιγμές προβληματισμού από την δασκαλική-του πείρα, από τις συναντήσεις με παράδοξους ανθρώπους που ξεφεύγουν από το μέσο όρο, από στιγμιότυπα μιας ενδιαφέρουσας πορείας.

         Τι δεν κάνει; Δεν πετυχαίνει να μεταδώσει την αίσθηση ότι κάτι σπουδαίο συνέβη σ’ αυτά, όχι σπουδαίο με την έννοια του κοσμοϊστορικού ή του ιστορικά σημαντικού, αλλά με την έννοια του άξιου λόγου, του μικρού που αξίζει να κοινοποιηθεί και στους άλλους. Διηγήματα που ξεκίνησαν με συγκεκριμένες αφορμές, αλλά που δεν κατάφεραν να πείσουν για την καθολικότητα, τον προβληματισμό, τη συγκίνηση, τη ματιά που βλέπει τα πράγματα και εξάγει συμπεράσματα… Δυο μόνο διηγήματα με άγγιξαν, η “Ελεημοσύνη των γυναικών”, που αναδεικνύει πόσο η γυναικεία παρουσία δίνει ένα άλλο είδος ζωής σε ξεχασμένα σώματα και το “Κρυφό σχολειό”, που αποτυπώνει το δράμα του πατέρα που δεν μπορεί να δει την κόρη-του.
          Έχω βαρεθεί να διαβάζω αυτοβιογραφικές ιστορίες, τελείως αδιάφορες σε μένα και στον καθένα, καρπό μόνο των προσωπικών βιωμάτων του συγγραφέα, ο οποίος θεώρησε ότι η αξία-τους είναι μεγαλύτερη και δεν πρέπει να ξεχαστούν. Ζούμε στην εποχή της ατομικής ανάδειξης που καταντά ώρες ώρες εφηβική εμμονή ότι είμαστε το κέντρο της γης.
Πατριάρχης Φώτιος