Wednesday, July 27, 2016

Η ΣΩΣΤΗ …ΧΡΗΣΗ του ΒΙΒΛΙΟΥ

(Οδηγός πριν από τις διακοπές αλλά και μετά)

Κάνετε λάθος αν νομίζετε ότι χρησιμοποίτε σωστά τα βιβλία που πέφτουν στα χέρια-σας. Επειδή τα διαβάζετε κι έπειτα τα τοποθετείτε στο ράφι-σας ή τα δανείζετε, νομίζετε ότι τα αξιοποιήσατε πλήρως. Νομίζω ότι τέτοιες αυταπάτες πρέπει κάποια στιγμή να τελειώσουν και να μάθετε πώς μπορείτε να τα επαναχρησιμοποιήσετε ή να τα συναρμόσετε με άλλα στοιχεία του χώρου-σας.
          Ιδού λοιπόν μια σειρά χρήσεων και προτάσεων για το καλοκαίρι ώστε να αναμορφώσετε το αντικείμενο βιβλίο:
1.     Ελέγχετε τα χρώματα των τοίχων και ειδικότερα τις κουρτίνες και τα υφάσματα επιπλώσεων του σπιτιού-σας. Έπειτα μετράτε το μήκος των ραφιών της βιβλιοθήκης και πηγαίνοντας στο βιβλιοπωλείο παραγγέλνετε τόσα μέτρα και τέτοια χρώματα βιβλία, ώστε να δέσουμε αισθητικά με τον υπόλοιπο χώρο. Δεν έχει σημασία να είναι ροζ ευπώλητα ή φτηνά μπεστ σέλερ, αλλά αν το ρόδινο εξώφυλλο ταιριάζει με τον τοίχο-σας ή αν το πορφυρό ηλιοβασίλεμα της ράχης προσδίδε στο δωμάτιο την αίσθηση που αναζητάτε.
2.     Διαλέγετε ένα βιβλίο που να απεικονίζει στο εξώφυλλο ένα φοβερό τοπίο, κατά προτίμηση με drone ώστε να πιάνει πανοραμικά τη θέα. Το ανοίγετε πλήρως ώστε να φαίνεται και το εμπροσθόφυλλο και το οπισθόφυλλο και το προσαρμόζετε στον τοίχο σαν κάδρο.
3.     Η τηλεόραση είναι πολύ σημαντική για σας. Δεν μπορείτε λοιπόν να την αφήσετε σε ένα τραπεζάκι που γέρνει, που κινδυνεύει να μπατάρει, που δεν είναι σταθερό. Μπορείτε να βρείτε το κατάλληλο σε πάχος βιβλίο, να το τοποθετήσετε στο λειψό πόδι και έτσι να ισορροπήσετε το τραπέζι.
4.     Έχετε σφουγγαρίσει και δεν μπορείτε να πατήσετε στο πάτωμα; Έχετε ένα αντικείμενο σε ψηλό σημείο και δεν φτάνετε; Έχετε πλύνει τις παντόφλες-σας και δεν έχετε κάτι να βάλετε στα πόδια-σας, όσο θα είστε μες στο σπίτι; Ένα ή περισσότερα βιβλία μπορεί να δώσουν τη λύση, αφού αν τα σκορπίσετε στο δάπεδο ή τα τοποθετήσετε σε ντάνες θα σας βοηθήσουν στο …περπάτημα, στο στήριγμα, στο πάτημα. Προσοχή: φροντίστε να έχουν σκληρή ράχη και εξώφυλλα, ώστε να αντέχουν το βάρος. Αλήθεια πόσα κιλά είστε;
5.     5. Ο καλλωπισμός του σπιτιού είναι όντως πρωτεύον ζήτημα για κάθε νοικοκύρη ή νοικοκυρά. Ένα δυο φυτά εσωτερικού χώρου είναι ό,τι πρέπει. Ήρθε τώρα η οικολογική γλάστρα, όπως είναι αυτή που φτιάχνετε από παλιά βιβλία. Σκάβουμε με ένα κοπίδι το εσωτερικό των σελίδων και βάζουμε εκεί μέσα λίγο υγρό βαμβάκι. Σπέρνουμε λ.χ. φακές κι έτσι σε λίγο θα έχουμε μια πολύ ωραία σύνθεση, αφού τα ριζίδια θα εισχωρήσουν στο βαμβάκι και στο χαρτί.
6.     Στην παραλία ναι όλοι θέλουμε το μαύρισμα, αλλά στο πρόσωπο ο ήλιος είναι πολύ ενοχλητικός. Το βιβλίο δίνει τη λύση! Ξαπλώνετε ανάσκελα και κρατάτε το βιβλίο ανοιχτό μπροστά-σας διαβάζοντας κόντρα στον ήλιο. Κι όταν κουραστείτε, το αφήνετε πάνω στο πρόσωπό-σας σαν αλεξήλιο προστατευτικό, όσο εσείς παίρνετε έναν ευεργετικό υπνάκο.
7.     Υπάρχουν και άλλες χρήσεις: να πατάτε με ένα-δυο βιβλία την πετσέτα μη σας την πάρει ο αέρας, να φτιάχνετε ένα μικρό τείχος για να παίξετε αμμοπόλεμο, να φτιάξετε με ένα βιβλίο με σκληρό εξώφυλλο μια βάση για να στηρίξετε τον φραπέ, να φυλάξετε ανάμεσα στις σελίδες-του αποξηραμένα φύλλα (ρομαντικό), να το βρείτε αφορμή να προσεγγίσετε κάποιον (τι διαβάζεις…;), να κρατήσετε τη θέση-σας στο πλοίο (σιγά μη σας το κλέψουνε!), να σκεπάσετε το ποτό-σας μην μπει καμιά μύγα, …   

Καλό καλό καλοκαίρι, με μπάνια
και βιβλία …για κάθε χρήση, ιερόσυλη ή μη!

Πατριάρχης Φώτιος

Monday, July 25, 2016

“Λεσβία” του Βαγγέλη Ραπτόπουλου

Το τρίτο φύλο και οι κρίσεις ταυτότητας ή πώς μπορεί μία κοπέλα να φλέγεται από ομοερωτικό πάθος, αλλά συνάμα να προσπαθεί να αποφύγει το γυναικείο αντικείμενο του πόθου.


Καπουτσίνο φρέντο:

Βαγγέλης Ραπτόπουλος
“Λεσβία”
εκδόσεις Κέδρος
2016
 


          Γιατί αγόρασα ένα βιβλίο που πιθανότατα ήξερα ότι δεν θα ταίριαζε στα γούστα-μου; Γιατί δηλαδή θέλησα να δω ένα θέμα που πιθανόν δεν θα με δελέαζε, όχι επειδή έχω ομοφοβικές τάσεις, αλλά επειδή δεν ξέρω ποια οπτική θα έβλεπα;
          Εν πρώτοις, θέλησα να διαψευστώ και να βρω ενδιαφέροντα στοιχεία σε μια λεσβιακή σχέση. Ακόμα περισσότερο, να αιφνιδιαστώ με τη σκοπιά του συγγραφέα και να δω μια ιδιαίτερη πτυχή του θέματος, πέρα από την ερωτικότητα, την ιδιαιτερότητα της σχέσης και το σκανδαλάκι που προοιωνίζεται. Να δω τον ψυχισμό μιας τέτοιας ομοερωτικής προσωπικότητας, να δω τη σύγκρουση με την κοινωνία, να προβληματιστώ πάνω στον ορατό ή κρυφό ρατσισμό κ.ο.κ. Κι όντως ένα μυθιστόρημα με βάση την ομοφυλοφιλία θα μπορούσε να ξεπεράσει τα παραδοσιακά κλισέ της τηλεόρασης και την ανοχή που οφείλεται στην έλλειψη στο περιβάλλον-μας ατόμων που προτιμούν τη σεξουαλική σχέση με το ίδιο φύλο.
          “Η Βιβή είναι. Η Μελίνα όχι, τουλάχιστον ακόμα”. Ξεκινώντας έτσι ο Ραπτόπουλος εξηγεί πως η μεν Βιβή είναι δεδηλωμένη και συνειδητοποιημένη λεσβία, ενώ ο Μελίνα βρίσκεται σ’ αυτό τον χώρο περιστασιακά, χάρη στη Βιβή. Σ’ αυτόν τον προσανατολισμό συντέλεσε και ένας βιασμός από τον ψυχικά διαταραγμένο Παπαϊωάννου, βιασμός που δούλεψε υπογείως υπέρ της συνέχισης της ομοφυλοφιλικής σχέσης των δύο γυναικών. Και φυσικά η παρέμβαση του πατέρα της Μελίνας γίνεται ο συγκρουσιακός πόλος που δίνει ένταση στη σχέση. Τελικά, πόσο καθοριστικός είναι ο άνδρας, η επιβολή, η απειλή, ο φόβος στον σεξουαλικό προσανατολισμό της γυναίκας; Αν αυτό ήταν το κέντρο του βιβλίου, θα το έβλεπα με ενδιαφέρον. Αλλά νομίζω ότι αυτό μπαίνει χωρίς να βαραίνει τη νοηματοδότηση του έργου.
          Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, το βαθύτερο νόημα που θέλει ο Ραπτόπουλος να προβάλλει είναι το θέμα ταυτότητας για ένα άτομο σαν τη Μελίνα που δεν είναι σίγουρο για την σεξουαλική-του προοπτική, αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στην ηδονή και στην κοινωνία και πιέζεται ιδιαίτερα από τον πατέρα, που ενσαρκώνει την ομοφοβική κοινή γνώμη. Μετά τον δεσμό με τη Βιβή, η Μελίνα προσπαθεί να ξαναβρεί τις ετεροφυλόφιλες διαθέσεις-της, να συνάψει σχέση με κάποιον άνδρα και έτσι να αποκαταστήσει τον σεξουαλικό-της προσανατολισμό.
Ο συγγραφέας είναι πολύ καλός δεξιοτέχνης τόσο της αφήγησης όσο και της περιγραφής. Με τρέχοντα τρόπο, με άνεση και άπλα, με μπεστσελερική προφάνεια, αφηγείται, πηγαινοέρχεται στο πριν και στο μετά, χωρίς να μπερδεύει, τσιμπολογάει ερωτικές επαφές και προθέσεις, πασπαλίζει με αναδρομές και προλήψεις, διασπείρει ροζ αποχρώσεις και ανάλαφρα ειδυλλιακά ανθάκια. Δεν λείπει το αλατοπίπερο, το σεξουαλικά λογοτεχνικό, το αισθησιακά αισθητικό, που προσπαθεί να μη φανεί ότι είναι παραλογοτεχνία αλλά ερωτική λογοτεχνία με αφηγηματικές προσδοκίες.

[Εικαστικός διάκοσμος από: www.tendencias21.ne,  www.youtube.com,   www.datingadvice.com   και  thinng.com]

Πατριάρχης Φώτιος

Friday, July 22, 2016

“Η υπέροχη φίλη μου” της Έλενα Φερράντε


Στη Νάπολη της δεκαετίας του 1950 κι εξής δυο φίλες δοκιμάζουν τη φιλία-τους μα πιότερο ενηλικιώνονται τόσο σε προσωπικό επίπεδο (μέσα στις σχέσεις με τους συνομήλικούς-τους) όσο και σε κοινωνικό (σε μια πόλη που προσπαθεί να βγει από τη φτώχεια και να αναπτυχθεί).


Cappuccino fredo:

Elena Ferrante
“L’ amica geniale”
Edizioni
2011

 
Έλενα Φερράντε
“Η υπέροχη φίλη μου”
μετ. Δ. Δότση
εκδόσεις Πατάκη
2016

 


          Υπάρχει ποιοτικό μπεστ-σέλερ; Δηλαδή, ένα βιβλίο που πουλάει τρελά, που συζητιέται σε Ιταλία και Ελλάδα (αλλά και αλλού), που έχει ένα εξώφυλλο φτηνού ευπώλητου γυναικείας γραφής και ερωτικής ανέλιξης ή περιπέτειας, που αναφέρεται στενά σε σχέσεις, μπορεί να είναι ένα ποιοτικό ανάγνωσμα. Ξέρω, θα πει κάποιος ότι όλα αυτά είναι προκαταλήψεις. Όλα αυτά είναι στερεότυπες αντιλήψεις για το τι είναι καλό και τι μαζικό, τι ποιοτικό και το εμπορικό. Φυσικά, θα απαντήσει ο άλλος, κάπως έτσι επιλέγουμε ένα βιβλίο, πριν το διαβάσουμε, και πρέπει να έχουμε υπόψη-μας τι θα περιμένουμε.
          Η γηραιά κυρία Έλενα Γκρέκο αναθυμάται την κοινή-της πορεία με την παιδική-της φίλη Λίλα Τσερούλλο απ’ όταν ήταν μαθήτριες του Δημοτικού. Αυτό καθεαυτό παραπέμπει σε μια συναισθηματική ιστορία φιλικής αγάπης αλλά, όσο προχωράει η ανάγνωση, ανακαλύπτουμε κάτι περισσότερο. Πάνω στο δίπολο της φιλίας-τους, η αφηγήτρια δεν χτίζει μόνο μια αυτοβιογραφική αφήγηση, αλλά και ένα σκιώδες μυθιστόρημα μαθητείας με μικρές περιπέτειες και πολλές σκηνές ενηλικίωσης μέσα από βιώματα και ανοίγματα στον κόσμο των μεγάλων, ο οποίος μοιάζει φοβερός και απειλητικός. Το πέρασμα προς αυτόν μοιάζει με την έξοδο των αρχαίων από τις Ηράκλειες Στήλες (νυν Γιβραλτάρ) προς τον άγνωστο και θανατηφόρο ωκεανό.
           Εμείς οι αναγνώστες παρακολουθούμε όντως την κοινή-τους ενηλικίωση, με τη Λίλα να είναι πάντα πιο αποφασιστική, πιο τολμηρή, πιο θρασεία και καπάτσα. Στην ουσία όμως η Έλενα πέτυχε πιο πολλά, καθώς προχώρησε το Γυμνάσιο με εξετάσεις, ενώ η Λίλα έμεινε στο τσαγκαράδικο του πατέρα-της. Παράλληλα, όμως εκπλησσόμαστε που η Λίλα διαβάζοντας μόνη-της, δανειζόμενη βιβλία και μελετώντας, ήξερε παραπάνω απ’ όσα η Έλενα που έφτασε μέχρι το Λύκειο.
          Πέρα όμως απ’ αυτό το ντουέτο, η ματιά της συγγραφέως απλώνεται σε όλο τον περίγυρο της φτωχικής γειτονιάς της Νάπολης, συλλαμβάνοντας τον αγώνα των λαϊκών στρωμάτων, την αδυναμία να προχωρήσουν εκπαιδευτικά, τη θέση των κοριτσιών, τον ξυλοδαρμό των γυναικών, τα επαγγέλματα και τις συνήθειες, τις αντιλήψεις μιας πόλης που θυμίζει λίγο Πειραιά, μια ολόκληρη συνοικία, μια πόλη θα έλεγα και γιατί όχι μια χώρα που βγήκε από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στον νότο-της έμεινε καθηλωμένη στη στασιμότητα και στη μιζέρια. Μαζί με την Έλενα και τη Λίλα εξελίσσεται κι η Νάπολη, που από τη δεκαετία του 1950 φτάνει έως τα σήμερα με αλλαγές κοινωνικές και ιστορικές-πολιτικές, με τον κομμουνισμό και τους απόηχους του φασισμού κ.ο.κ.. Η μικρή ζωή των δυο φιλενάδων εξεικονίζει τη μεγάλη ζωή μιας χώρας.
          Γιατί αρέσει εν τέλει το βιβλίο; Η Anagnostria πιστεύει ότι αρέσει επειδή οι αναγνώστες αναγνωρίζουμε τη δική-μας, δύσκολη, προσπάθεια διαμέσου της παιδικής ηλικίας να καταξιωθούμε. Ίσως η φίλη Κίκα βλέπει ομοιότητες με την Κύπρο των δεκαετιών ’50 και ’60, ενώ εγώ που είμαι λίγο πιο μικρός βλέπω αυτήν την πορεία της Έλενα και της Λίλα ως μια σαγηνευτική ιστορία σε χώρους και χρόνους, που ναι μεν θυμίζουν Ελλάδα, αλλά ταυτόχρονα μοιάζουν μυθικοί. Μέσα σ’ αυτούς του χρόνους καθετί φαίνεται ήρεμο, παρά τις δυσκολίες, δεν υπάρχουν συγκρούσεις που να φτάνουν ως τον αναγνώστη, σε σημείο που το μυθιστόρημα να γειτνιάζει με τα μπεστ-σέλερ.

[Πρώτη δημοσίευση στο In2life στις 21/6/2016. Εδώ αναδημοσίευση με εικόνες από:  www.my-entdecker.de,  medreruno.blogspot.com,  theredlist.com  &  www.pinterest.com]
Πατριάρχης Φώτιος

Wednesday, July 20, 2016

“Πετεινός νοτίων προαστίων” του Στάμου Τσιτσώνη

Η ανάγνωση γίνεται αφορμή για να ξαναγραφεί η όποια ιστορία, με έξυπνο τρόπο, με έξοχους ελιγμούς, με γερούς πασσάλους που βασίζουν μικρά και μεσαία διηγήματα.


Ελληνικός γλυκύς βραστός:

Στάμος Τσιτσώνης
“Πετεινός νοτίων προαστίων”
εκδόσεις Κριτική
2016
 


          Πώς εκλαμβάνει κανείς ένα βιβλίο που ξεκινά με μερικά πολύ έξυπνα κείμενα; Το χαίρεται ή ανικανοποίητος ψάχνει και άλλα στοιχεία για να το καταξιώσει; Φτάνει η εξυπνάδα στον χειρισμό του θέματος για να επαινέσει ο αναγνώστης την αξία μιας συλλογής διηγημάτων; Και σε τι συνίσταται η λογοτεχνικότητα; Η απόλαυση κατά την ανάγνωση; Διαβάζει κανείς με ενδιαφέρον και θαυμάζει την ευστροφία της γραφής ή αναζητεί ένα δεύτερο επίπεδο για να ξεπεράσει την επιφάνεια;
          Αυτά και άλλα παρόμοια ερωτήματα μου γεννήθηκαν, καθώς διάβαζα τα διηγήματα του Τσιτσώνη. Τα κείμενά-του έχουν όντως μια ιδιαίτερα έξυπνη αντιμετώπιση των θεμάτων-τους, τα οποία με μαθηματική σκέψη ελίσσονται, δομούνται, οργανώνονται σαν καλοσχεδιασμένο πρόβλημα γεωμετρίας.
          Το πρώτο με τίτλο “Γλαύκη” μετατρέπει τον Ευριπίδη σε αστυνομικό αφήγημα, παρωδώντας τη “Μήδεια”. Ο Ιάσονας κανονίζει να ξεκάνει τη γυναίκα-του Μήδεια σε συνεργασία με την ερωμένη-του Γλαύκη, ενώ ο συγγραφέας του μυθιστορήματος Ευριπίδης Μαγνής γλυκοκοιτάζει την τελευταία σε όποια σελίδα αυτή εμφανίζεται. Τελικά, η Γλαύκη κάνει τη δική-της επανάσταση κι η αστυνομία κατηγορεί τον συγγραφέα για ηθική αυτουργία στον φόνο! Ευφυείς ελιγμοί, ζωντάνεμα χαρακτήρα και έξοδός-του από τη βούληση του συγγραφέα, εγκιβωτισμός, παρωδία της γνωστής τραγωδίας κ.ο.κ.
          Το ευτυχές είναι ότι ο εν λόγω τόμος δεν εξαντλείται στα τρία-τέσσερα πρώτα διηγήματα που φωνάζουν την έξυπνη πλοκή-τους. Κατόπιν, ο Τσιτσώνης δείχνει ότι μπορεί να μιλήσει στο συναίσθημα, να ξυπνήσει μνήμες, να προκαλέσει συγκινήσεις, να δονήσει άλλες χορδές της ψυχής του αναγνώστη. Έτσι, απλώνεται μπροστά στον τελευταίο μια βεντάλια με κείμενα που πάντα διακρίνονται για τη καλοσχεδιασμένη δομή-τους, αλλά μερικά από αυτά ανεβαίνουν και ένα σκαλί παραπάνω. Η ανθρωπιστική νοσταλγία, ο πολιτικός σχολιασμός, ο επαναφωτισμός της σύγχρονης πραγματικότητας δείχνουν οξεία ματιά.
          Ανάλογα, είναι αξιοπρόσεκτα τα διηγήματα που στηρίζονται σε άλλα έργα, τα οποία ο συγγραφέας διασκευάζοντας, όπως έκανε παραπάνω με τον Ευριπίδη, ξαναγράφει την ιστορία με άλλον τρόπο. “Ο μικρός ήρωας”, το γνωστό κόμικ της μεταπολεμικής Ελλάδας, ο “Ρινόκερος” του Ιονέσκο και το “Επιτύμβιον” του Αναγνωστάκη τίθενται ως βάση για να σχολιαστεί η πραγματικότητα. Ο ευφάνταστος συγγραφέας που αποδεικνύεται διανοητικά ασθενής νομίζει ότι οι μικροί ήρωες ξανάρχονται για να σώσουν την Ελλάδα του 21ου αιώνα από τους σύγχρονους Γερμανούς, όπως ο Γιώργος Θαλάσσης και ο Σπίθας με την Κατερίνα έσωσαν και τότε την Ελλάδα από τη γερμανική κατοχή. Δυο χωριά περιμένουν τον κύριο Νομάρχη να δώσει λύση στο πρόβλημά-τους, αλλά την πιο σοφή λύση τη δίνει μια τριάδα ψυχασθενών, κατά το παράλογο του Ιονέσκο. Σε μια κηδεία ο μόνος που μπορεί να πει με παρρησία τους στίχους του Αναγνωστάκη για τον Λαυρέντη είναι ο φίλος του νεκρού που ήξερε καλά τι κουμάσι ήταν ο συγχωρεμένος.
          Τελικά, η ευφυΐα των κειμένων δεν είναι το μόνο προσόν του Τσιτσώνη. Ευτυχώς, αυτή χρησιμοποιείται για να ξεκλειδώσει τις αναγνωστικές αντιστάσεις, να πλάσει την πλοκή, να κατασκευάσει με ελιγμούς την υπόθεση, αλλά παράλληλα να την εμποτίσει με νοσταλγία, με σχόλια, με πλάγιους και ευθείς προβληματισμούς για διάφορα στραβά και αστεία. Λείπει ίσως η ακονισμένη γλώσσα, το χεροδύναμο ύφος, η ιδιαίτερη γραφή που θα αφήσουν ίχνη στον αναγνώστη, αλλά η συλλογή αυτή προσπερνά αυτήν την αδυναμία με γεροδεμένους αρμούς.

[Πρωτοδημοσιεύτηκε στο In2life στις 24/5/2016 και εδώ αναδημοσιεύεται με εικόνες που ελήφθησαν από:  kritigr.gr,   www.artandlife.gr,   www.in2life.gr,   konstantinep.wordpress.com  και  katohika.gr]

Πατριάρχης Φώτιος

Sunday, July 17, 2016

“Γκουανό” του Γιώργου Γκόζη

Η αίγλη της ιστορίας γεμίζει τρύπες από την τοξική επίδραση της ελλαδικής μιζέριας, εμπόλεμοι και ειρηνικοί αλληλοσκοτωμοί, μεταπολεμικό άγος και βαθιά σήψη.


Καφές από κριθάρι:

Γιώργος Γκόζης
“Γκουανό”
εκδόσεις Πόλις
2016
 

         
          Εκτός από την ιστορία κάθε βιβλίο σε κερδίζει ή όχι με την αισθητική-του, δηλαδή με τον τρόπο με τον οποίο δουλεύτηκε και φιλοτεχνήθηκε, αλλά και με μια βαθύτερη ουσία, που μπορεί να λέγεται στόχος, πρωτοπορία, νέα οπτική, φρέσκια ματιά. Για να ικανοποιηθείς μ’ αυτό είτε πρέπει να τα έχει όλα, να είναι δηλαδή διεγερτικά πλήρες, ή τουλάχιστον ένα από αυτά να ξεφεύγει από τα συνηθισμένα και να εκπλήσσει ευχάριστα.
          Η ογδοντασέλιδη νουβέλα του Γκόζη έρχεται να συνεχίσει τα διηγήματα που διάβασα πριν από δυο χρόνια. Το “Αφήστε με να ολοκληρώσω” του Γιώργου Γκόζη ήταν βέβαια σατιρικά κείμενα με κοινωνικές αιχμές, ενώ το φετινό έργο-του περιέχει τραγικές σκηνές και ιστορικά δρώμενα. Στην ίδια όμως λογική της μικρής φόρμας απαρτίζεται από πέντε αφηγήσεις απλών, λαϊκών ανθρώπων, οι οποίοι αφηγούνται στον αόρατο αποδέκτη-τους την ιστορία-τους, κι έπειτα τον οδηγούν στον επόμενο ήρωα, δείχνοντας έτσι τη σχέση που τους συνδέει. Η εξομολόγηση του καθενός ενώνεται σε κάποιο σημείο με την εξομολόγηση του άλλου, σαν ένα παζλ που προσπαθεί εν τέλει να ολοκληρώσει μια τοιχογραφία της μεταπολεμικής Ελλάδας.
          Από τα φτωχά χωριά της Ηπείρου και της Δυτικής Μακεδονίας ως την πρωτεύουσα κι από την ορεινή Πιερία μέχρι την Καππαδοκία οι πέντε αφηγητές αναπλάθουν τη δική-τους ιστορία, ιστορία έρωτα και γάμου, βιοπάλης και ονείρων, που ωστόσο συνθέτει μαζί με τις άλλες μια γενικότερη εικόνα. Και συνάμα, η προσωπική πορεία συναρτάται με την εθνική Ιστορία, με την Κατοχή και τη μεταπολεμική περίοδο, αλλά και πιο πίσω έως τη Μικρασιατική Καταστροφή έως το σήμερα, τυλιγμένα όλα αξεδιάλυτα σε ένα κουβάρι.
          Ο Γκόζης όμως θα μπορούσε να εστιάζει σε μερικά πράγματα που αφαιρούν λογοτεχνική δυναμική από τα κείμενά-του. Η αφήγηση καθενός από τους χαρακτήρες δεν καλύπτεται με το κατάλληλο ύφος, πέρα από την προφορικότητά-του. Απλοί αγράμματοι άνθρωποι να μιλάνε με δόκιμες λέξεις και περισπούδαστες έννοιες; Να βλέπεις σε όλους μια εγγράμματη πατέντα; Να κοιτάζεις τον συγγραφέα και όχι τους χαρακτήρες-του; Να μην υπάρχει ποικιλία υφών και ξεχωριστή φωνή στον καθένα; Αν αυτό δεν επιτευχθεί, το πεζογράφημα μένει μονοφωνικό και άνευρο.
          Από εκεί και πέρα, ποιο είναι το νήμα που συνδέει τις ιστορίες και ποιο το νόημα που εξάγεται; Το “γκουανό” του τίτλου δηλώνει τα περιττώματα πουλιών και νυχτερίδων που αποτελεί μιας πρώτης τάξεως κοπριά, αλλά σε μεγάλες ποσότητες είναι τοξικό, τοξικότατο. Ο Γκόζης λοιπόν θέλει να δείξει την τοξικότητα της εθνικής ζωής, ζωής η οποία δεν έχει τον ειδυλλιακό χαρακτήρα της ωραίας επαρχίας, αλλά ζυμωμένη με το μίσος, τον πόλεμο, τη δυστυχία, γίνεται δηλητηριώδης. Αυτή η κοινωνική και πολιτική διάβρωση έχει επιδράσει τουλάχιστον έναν αιώνα τώρα σε όλους και έχει σκουριάσει άμυνες και οράματα. Η Ιστορία-μας είναι γεμάτη στίγματα, σκουριασμένες επιφάνειες και σαρακοφαγωμένα ρούχα.
          Καινούργια ματιά ή αναμάσημα γνωστών συμπερασμάτων;

[Εικόνες ελήφθησαν από: www.valentine.gr,  ventemakreta.blogspot.com,  www.metrogreece.gr,  tovatraxi.com  και  perierga.gr]

Πατριάρχης Φώτιος 

Thursday, July 14, 2016

“Η έξωση από την κόλαση” του Robert Menasse

Πώς διαμορφώνεται μια συλλογική στάση για τις διώξεις των Εβραίων μέσα από τη λογοτεχνία; Και πώς η ιστορία επαναλαμβάνεται με άλλους όρους, αλλά πάντα με τα ίδια συμπεράσματα;


Robert Menasse
“Die Vertriebung aus der Hölle”
Frankfurt 2001
“Η έξωση από την κόλαση”
μετ. Θ. Παρασκευόπουλος
εκδόσεις Πόλις
2016
 


            Από τις πιο δυνατές ενάρξεις που έχω διαβάσει!!! Μέσα σε λίγες σελίδες ένα αφόρητο χαστούκι στον καθωσπρεπισμό! Ένα ισχυρό ράπισμα αλήθειας. Όταν ο Βίκτορ βρίσκεται στο εστιατόριο όπου γίνεται το reunion του σχολείου-του κι έρχεται να μιλήσει για τον εαυτό-του μπροστά στους συμμαθητές και τους πρώην καθηγητές-του, αρχίζει να παραθέτει ονόματα καθηγητών που συμμετείχαν στις ναζιστικές οργανώσεις με τον αριθμό του μητρώου του καθενός! Η συνάθροιση διαλύθηκε μέσα σε καπνό και σκόνη κι αυτός έμεινε μόνος με τη Χίλι, μία από τις συμμαθήτριές-του την οποία παλιά αγαπούσε.
            Ο Βίκτορ Αμπραβανέλ κατάγεται από τους Εβραίους της Ισπανίας κι η οικογένειά-του περιλαμβάνει μια σειρά από φημισμένους ανθρώπους. Νυν ιστορικός σκαλίζει το παρελθόν-του και γι’ αυτό παράλληλα με την τωρινή αφήγηση ξεδιπλώνεται η ιστορία του Μανέ, νεαρού κρυφοεβραίου της Λισαβόνας των αρχών του 17ου αιώνα. Οι διώξεις και η λύσσα της Ιεράς Εξέτασης κατά των Εβραίων παραλληλίζεται συνειρμικά με τη ναζιστική θηριωδία του 20ού αιώνα. Οι δύο παράλληλες ιστορίες (τρεις αν συνυπολογίσει κανείς και την τωρινή συζήτηση με τη Χίλντεγκουντ) εναλλάσσονται, όσο ο αφηγητής Βίκτορ εξιστορεί στη Χίλι συμβάντα που τον οδήγησαν σ’ αυτή τη συνταρακτική αποκάλυψη.
            Ο μικρός Μανέ βρέθηκε μετά από την απώλεια της οικογένειάς-του σε ένα ίδρυμα Ιησουιτών, απ’ όπου αποφοιτώντας αναζητούσε, μαζί με τον πατέρα-του, τρόπο να φύγουν, για να γλιτώσουν από την πυρά. Ο δρόμος τους οδηγεί στο Άμστερνταμ κι ο Μανέ μεταλλάσσεται σε Μενασέ… Ο Βίκτορ σπουδάζει στην Αγγλία σε ένα summer school
Στην ουσία οι δύο ιστορίες αντικατοπτρίζουν η μία την άλλη, αφού αντανακλούν κι δυο τον ίδιο τον συγγραφέα σε διαφορετικές φάσεις μιας οικογενειακής ιστορίας. Ο πρόγονος του συγγραφέα Σαμουήλ Μενασέ και ο Αυστριακός σύγχρονός του Βίκτορ Αμπραβανέλ είναι οι αντικατοπτρισμοί μιας ενιαίας φύσης, αυτής του Εβραίου, που άλλοτε και τώρα, από την Ιερή Εξέταση ή τους Ναζί, υφίσταται διώξεις και αναζητά την αλήθεια και την ταυτότητά-του. Και μάλιστα προς το τέλος του έργου συγκλίνουν, καθώς η Εσθήρ, η αδελφή του Σαμουήλ Μενασέ, παντρεύεται έναν από την οικογένεια των Αμπραβανέλ, που κατάγονταν μάλιστα από τον Δαβίδ…
            Το βιβλίο κάνει μεγάλες ωραίες καμπύλες, άλλοτε στην κορυφή με την εναρκτήρια σκηνή ή την επίσκεψη στη Βιβλιοθήκη του Βατικανού κι άλλοτε κοιλιές με μακρόσυρτες μικροϊστορίες και αναδρομές. Η ένταση αυξομειώνεται άναρχα, άρρυθμα, πολλές αδιάφορες πεδιάδες, λίγοι λόφοι με θέα, πράγμα που υποσκάπτει την πολύ καλή ιδέα της εναλλαγής. Στο μέρος που αφορά στον 17ο αιώνα θυμίζει τον δικό-μας Ζουργό στο “Σκηνές από τον βίο του Ματίας Αλμοσίνο” αλλά δεν είναι τόσο παραστατικός όσο ο Έλληνας ομότεχνός-του. Ο Menasse επιχειρεί μια διπλή πλοκή, με επίπεδα αλληλένδετα, που όντως δείχνουν συσχετισμούς και παραλληλίες… Αλλά τελικά άλλη μια ιστορία εβραιοδιώξεων πόσο λογοτεχνικά και ιδεολογικά πρόσφορη είναι;

[Οι εικόνες που συνοδεύουν το κείμενο αντλήθηκαν από: jewsdownunder.com,  www.eca.ed.ac.uk και  atalayaenelcaucaso.wordpress.com]

Πατριάρχης Φώτιος

Monday, July 11, 2016

Γρηγόρης Αζαριάδης, “Το μοτίβο του δολοφόνου”

470 σελίδες να διαβάζονται απνευστί. Με μια αφήγηση γρήγορη, με εναλλαγές, με σταθερό ρυθμό. Μα αυτό είναι το βασικό ατού ενός καθαρόαιμου αστυνομικού που τρέχει προς το τέλος! Να πιάνει τον αναγνώστη και να μην τον αφήνει.

Γρηγόρης Αζαριάδης
“Το μοτίβο του δολοφόνου” Γαβριηλίδης 2015

 Να τον παρακινεί να γυρίζει τις σελίδες ακατάπαυστα. Να του γεμίζει τις κενές ώρες. Με όλη εκείνη τη ραστώνη που θέλει τροφή για να μην αυτοκτονήσει.


Ο Γρηγόρης Αζαριάδης, μετά από ένα κακό δεύτερο βιβλίο (“Η τελευταία παράσταση της Μαρίνας Φιλίππου”), ξαναγυρίζει σε μια πιο πετυχημένη δουλειά. Όλο το βιβλίο φαίνεται ότι γράφτηκε πάνω στη βασική ιδέα, που έδεσε κατόπιν τις λεπτομέρειες πάνω της. Έτσι, αξιοποιώντας την πείρα του, ο συγγραφέας μπόρεσε να εφαρμόσει κλασικές ιδέες με τη δική του σφραγίδα. Ένας σήριαλ-κίλερ που δεν έχει συγκεκριμένο κίνητρο γίνεται ο ακρογωνιαίος λίθος για να δρομολογηθούν φόνοι και έρευνες.

Ένας δολοφόνος κατά συρροήν, ο Καρλής, έδρασε στα τέλη του 20ού αιώνα και επανέλαβε τη δράση του στην Ολλανδία. Αυτός τελικά σκοτώθηκε σε συμπλοκές με Ολλανδούς αστυνομικούς, αλλά τώρα επανεμφανίζεται το ίδιο μοτίβο φόνων στην Αθήνα. Εφτά πυροβολισμοί, όπως ο Καρλής, σε πόδια, κοιλιά και στήθος συν ένας όγδοος στο μέτωπο, σαν προσωπική υπογραφή του μιμητή του. Οι φόνοι γίνονται τυχαία κάθε τέσσερις με έξι μήνες, πάντα τη νύχτα που έχει νέα σελήνη. Αυτό το σύνολο στοιχείων και το προφίλ του δολοφόνου κινητοποιούν την αστυνομική ομάδα υπό τις οδηγίες της ικανής αστυνόμου Τρύπη.

Το ελκυστικό στοιχείο του μυθιστορήματος είναι αυτή η μαθηματική ακολουθία. Αυτή υποβάλλει την αίσθηση ότι ο δολοφόνος θα βρεθεί με μια ανάλογη έρευνα που θα στηριχτεί πιο πολύ σε νοητούς συλλογισμούς, παρά σε επί τόπου έρευνα. Έτσι, και ο αναγνώστης νομίζει ότι το παιχνίδι που στήνει ο Αζαριάδης τον βάζει κι αυτόν μέσα του. Κι όντως η ομάδα των αστυνόμων δουλεύει μεθοδικά, αναλύει το προφίλ του, βγάζει συμπεράσματα και καταλήγει σε ένα εύλογο σχέδιο. Η αλυσίδα της έρευνας, πέρα από μικρά κενά, λειτουργεί ομαλά.

Ο Γρηγόρης Αζαριάδης ακολουθεί τη γραμμή του Πέτρου Μάρκαρη, στήνει ανάλογες πλοκές και περιπλανά τους χαρακτήρες του στην Αθήνα. Η πόλη έτσι γίνεται τόπος και μητρόπολη του εγκλήματος. Ο συγγραφέας έχει τα κολλήματά του με τις ωραίες γυναίκες και τη σεξουαλική ζωή τους, αλλά εδώ αυτό μένει σε δεύτερη μοίρα. Σε πρώτο πλάνο ευτυχώς είναι ο σήριαλ κίλερ που ακολουθεί ένα μοτίβο και εκτελεί όχι και τόσο απρόβλεπτα. Γι’ αυτό όμως το βιβλίο είναι πιο ενδιαφέρον. Η έρευνα πατάει γερά, οι ενδείξεις και τα επόμενα βήματα έρχονται λογικά, η ανάγνωση βαδίζει απρόσκοπτη. Το τέλος έρχεται να αποκαλύψει έναν ένοχο από το ευρύ περιβάλλον των χαρακτήρων, έξυπνο με βάση το όλο προφίλ του, αν και το βασικό στοιχείο που τον πρόδωσε θα μπορούσε να τον είχε προδώσει και πρωτύτερα.

Το διάβασα σε λίγες ώρες ανάμεσα σε άλλες δουλειές, μπήκα γρήγορα στον ρυθμό του και το συστήνω ως ένα καλό αστυνομικό, με γρίφο και πορεία έρευνας, χωρίς φυσικά να περιμένει κανείς άλλες κοινωνικές, πολιτικές ή ψυχολογικές προεκτάσεις. Ένα κανονικό αστυνομικό.

[Πρώτη δημοσίευση: In2life (7 Ιούν. 2016). Οι εικόνες βρέθηκαν εδώ: pandoxeio.com,  kehilanews.com,  drapcushions.com και www.onlarissa.gr]

Πατριάρχης Φώτιος

Thursday, July 07, 2016

Μερικές μέρες ενδοσκόπησης και …μπλογκοθεώρησης

Δέκα χρόνια στον ψηφιακό βιβλιοχώρο, λειτουργώ ένα από τα παλαιότερα βιβλιοφιλικά μπλογκ. Δέκα χρόνια, κάνω ό,τι καλύτερο νομίζω, με τα λάθη-μου και τις εμμονές-μου, με τις σκέψεις και τις προτάσεις-μου, με τα κομμάτια που μπορώ να ετοιμάσω, στο ευρύτερο παζλ της ανάγνωσης, στο γενικότερο ψηφιδωτό της λογοτεχνίας και της πρόσληψής-της. Δέκα χρόνια, διαβάζω και προσπαθώ να συζητήσω μαζί-σας τις ερμηνείες-μου και τις ματιές-μου.
          Για όλα αυτά πολλοί έχουν επιτεθεί στο blogging και ειδικότερα στο Βιβλιοκαφέ, με τα δίκια-τους γιατί έχουν αναγνωστικούς μύθους που εγώ δεν πιστεύω. Για όλα αυτά κάποιοι θαμώνες μου ευχήθηκαν “Χρόνια πολλά” στα γενέθλιά-μου στις 21/6/2016 και άφησαν ευχές για περαιτέρω αναγνώσεις και σχόλια εκ μέρους-μου.
          Ευχαριστώ λοιπόν θερμά τους εξής φίλους που θεώρησαν ότι κάτι αξίζει η όλη-μου προσπάθεια και (ειλικρινώς, ελπίζω) μου ευχήθηκαν μακροημέρευση και μερικοί από αυτούς ανησύχησαν για την ολιγοήμερη… απουσία-μου. Τους ευχαριστώ πρώτιστα γιατί με την παρουσία-τους στα ιστολόγιά-τους και τα σχόλια στο Βιβλιοκαφέ συντηρούν τη φλόγα της ανάγνωσης:
-την Κίκα Ολυμπίου, που στο συνομήλικο ιστολόγιό-της μου κρατάει παρέα ακριβώς δέκα χρόνια τώρα:  http://anagnostria.blogspot.gr
-τον Νώντα Τσίγκα, που μπαινοβγαίνει ακούραστα εδώ και συζητά, προτείνει, σχολιάζει και συντροφεύει με τη ματιά-του τα βιβλία-μας.
-τη Β. Μπερή, άγνωστη ως τώρα φίλη, που απ’ ό,τι φαίνεται παρακολουθεί τις αναρτήσεις-μου και εύχεται να συνεχιστούν: https://passepartoutreading.wordpress.com
-το skorofido X, που ελισσόμενο τρυπώνει όταν θέλει και διαβάζει ανάμεσα στις σελίδες: http://skorofido.blogspot.gr
-τη Σουμέλα, που από τους μακρινούς τόπους όπου διαμένει πίνει συντροφικά τον καφέ-της και παρακολουθεί τις συζητήσεις-μας, επεμβαίνοντας όπου χρειάζεται.
-φυσικά (και ιδιαίτερα) την άοκνη μπλόγκερ και πανταχού παρούσα Βιβή Γεωργαντοπούλου, που σαν καλή μάνα θωπεύει κάθε αναγνωστική προσπάθεια απανταχού της Αθήνας και τη νιώθω να κάθεται στα τραπεζάκια-μας δεινή αναγνώστρια και σχολιάστρια: http://lesxianagnosisbiblioudegas.blogspot.gr
-τον Desperado, που χρόνια τώρα κι αυτός κουτσοπίνει μαζί-μας, διαβάζει, γράφει, συζητά κι επέστρεψε πρόσφατα για να μας κάνει παρέα: http://desperadoreader.blogspot.gr
-τον πολύτιμο librarian, που μέσα και έξω από τις βιβλιοθήκες κάνει βολτίτσες όπου συναντά κάτι καλό και μας το παρουσιάζει γενναιόδωρα: http://voltitses.blogspot.gr
-τον Μαραμπού, όχι τόσο για το βραχύβιο μπλογκ-του αλλά για τις χρήσιμες αναρτήσεις-του εδώ κι εκεί και τα πιο πολύτιμα σχόλιά-του, που έχουν βάθος και εύρος: http://pepperlines.blogspot.gr
-τη Νότα Χρυσίνα, που ακούραστα συλλέγει ό,τι καλό κυκλοφορεί στον αναγνωστικό και κριτικό βιβλιοχώρο και το παρουσιάζει, σχολιάζει, ταξινομεί, προβάλλει στο μπλογκ-της: http://cantfus.blogspot.gr
- την Hermine και τα λουλούδια-της: http://herminesrealitydepends.blogspot.gr


Ευχαριστώ φυσικά και πλείστους άλλους που ανά τακτά διαστήματα συμμετείχαν στο ψηφιακό αυτό πανηγύρι της ανάγνωσης, με σχόλια, αντιρρήσεις, συζητήσεις, επισημάνσεις, προτάσεις, διορθώσεις, επιδοκιμασίες και αποδοκιμασίες, χτυπήματα στην πλάτη και θερμά χαμόγελα.
          Και τώρα δυο τουλάχιστον ηχηρές απουσίες:
-η Κατερίνα Μαλακατέ (http://diavazontas.blogspot.gr)
και
ικανότατοι ιστολόγοι και οι δύο, με πολυετή παρουσία, με κοινή πορεία που μας συνδέει χρόνια τώρα, με κατά καιρούς συζητήσεις και σχόλια εκατέρωθεν, με συμμετοχή σε κοινές διαδικτυακές εκδηλώσεις, έχουν αποφασίσει μήνες ή χρόνια τώρα να απαξιώνουν το Βιβλιοκαφέ, θεωρώντας πως είναι αυτάρκεις, που δεν καταδέχονται να πατήσουν το πόδι-τους στο ταπεινό καφενεδάκι-μου. Ίσως γενικά βλέπουν το ιστολογείν με άλλο μάτι, ίσως η αποστασιοποίηση να είναι μια γενικότερη αλλαγή, ίσως η ανταλλαγή σχολίων και η ιστολογική συζήτηση να είναι πλέον παρωχημένη…
          Η απουσία-τους, παρατηρημένη καιρό τώρα, με λυπεί και με κάνει να πιστέψω ότι η ιδέα των ψηφιακών κοινοτήτων ανάγνωσης υπονομεύεται από τους ίδιους τους ιστολόγους.

          Ευχαριστώ και πάλι όσους με έψαξαν, με αναζήτησαν, ανησύχησαν για το κλείσιμο στον εαυτό-του και την ανάγκη-μου για ολιγόχρονη εσωστρέφεια, ενδοσκόπηση και ανασύνταξη.
Αν υπάρχω, κι αν θα εξακολουθώ να υπάρχω, είναι γιατί αφενός υπάρχουν τα βιβλία και η μαγεία-τους κι αφετέρου οι απλοί και ανεπιτήδευτοι θαμώνες που συμ-πλέουν μαζί-μου και συζητάνε, είτε εδώ είτε στο δικό-τους ιστολόγιο, τα θαυμαστά βιβλία που πέφτουν στα χέρια-μας. Αν υπάρχει αυτή η ιστολογική βιβλιοκοινότητα και δεν έχει μεταφερθεί στο facebook ή στις διαπροσωπικές επαφές δημοσίων σχέσεων, υπάρχει γιατί λειτουργούμε με την ίδια ζέση και την ίδια απλότητα (διάβαζε γενναιοδωρία) που είχαμε όταν ξεκινήσαμε. Αν το βιβλίο είναι μεράκι, δεν μπορεί να μεταβληθεί σε κάτι άλλο πέρα από ανάγνωση, προβληματισμό συγκίνηση, συζήτηση, αυτογνωσία, ποιότητα, εμβάθυνση, καημό, όραμα, συλλογική και προσωπική βελτίωση…

Πατριάρχης Φώτιος