Εκδόσεις Κέδρος
2009
Ο Δημήτρης Σωτάκης επιστρέφει με ένα κλασικό σωτακικό μυθιστόρημα, δηλαδή με ένα καφκικής έμπνευσης και ελληνικής εκτέλεσης αλληγορικό έργο. Είχα γράψει αρνητικά σχόλια για το προηγούμενο βιβλίο του «Ο Άνθρωπος καλαμπόκι», επειδή “φτιάχνει ένα μυθιστόρημα χωρίς ουσιαστικό ειρμό, για να δείξει ότι ο κόσμος δεν έχει ειρμό και νόημα. Τελικά πετυχαίνει να καταλάβει ο αναγνώστης την απουσία νοήματος στο έργο, αλλά όχι πως και η ζωή είναι έτσι, ειδικά μέσω της οπτικής γωνίας του πρωταγωνιστή. ” (vivliocafe, 27.04.2007).
Τώρα επιστρέφει στην παλιά συνταγή, η οποία δεν γίνεται μανιέρα, αλλά αναδεικνύει την ποιότητα της γραφής-του αλλά και τη δυνατότητα μετατροπής της καθημερινής τρέλας σε μυθιστορηματικό περιβάλλον. Κι είναι όντως αξιοζήλευτη η ικανότητα του συγγραφέα να χτίζει το δικό-του σύμπαν, να φτιάχνει όχι τόσο ήρωες αλλά κόσμους, μέσα στους οποίους ο αναγνώστης ταξιδεύει και μυείται στον προβληματισμό του Σωτάκη. Το μειονέκτημα στην προηγούμενη δουλειά-του, που ήταν η συγκολλητική μέθοδος σύνθεσης, με άλλα λόγια η απουσία σφιχτής πλοκής μεταξύ των επεισοδίων, τώρα εκλείπει, με αποτέλεσμα το σύνολο να είναι πολύ πιο στιβαρό και συμπαγές.
Ο αφηγητής-πρωταγωνιστής πιάνει δουλειά σε μια εταιρία η οποία θα φέρνει στο σπίτι-του έπιπλα προς αποθήκευση. Με κάθε μεταφορά μπαίνει στον τραπεζικό λογαριασμό-του ένα ευμέγεθες ποσό, με το οποίο αρχίζει ο ήρωας να σκέφτεται το μέλλον, να αγοράσει ένα μεγάλο σπίτι, να παντρευτεί την καλή-του, να φροντίσει την άρρωστη μητέρα-του. Σταδιακά οι μεταφορές αυξάνονται, η εταιρεία απαιτεί να μένει στο σπίτι για να ανοίγει στους μεταφορείς, τα έπιπλα σωρεύονται ασφυκτικά και το σπίτι μετατρέπεται όλο και περισσότερο σε ακατάστατη αποθήκη. Εκεί μέσα ζει ο ανώνυμος κεντρικός χαρακτήρας, περιορίζει λόγω χώρου τις ασχολίες-του, σταδιακά μένει μόνο σε ένα μέρος στην κρεβατοκάμαρά-του, μέχρι που παύει να κάνει οτιδήποτε… Στο τέλος, του απομένει μόνο η αναπνοή ως βιοτική λειτουργία, την οποία μάλιστα θεωρεί πλέον και προνόμιό-του!
Ο σοφά χτισμένος κόσμος του Σωτάκη είναι ένα απειλητικός κόσμος που δεν φαίνεται εξ αρχής τέτοιος. Ο ρυθμός είναι εύστοχα ούτε αργός ούτε γρήγορος, με τον οποίο τα γεγονότα δεν καλπάζουν, αλλά τεχνηέντως αφήνονται λίγες πληροφορίες, όσες χρειάζονται για να φανεί αληθοφανές το σύνολο, έστω κι αν πολλά ανεξήγητα «γιατί» αιωρούνται, επειδή θεωρούνται αμελητέα και κάθε εφησυχασμένος πολίτης τα προσπερνά, επειδή δεν ξεσηκώνουν το είναι του. Σ’ αυτό το πλαίσιο δεν ενδιαφέρουν οι πρακτικές λεπτομέρειες, αλλά η κλιμακωτή κάθοδος στην πλέον ζωτική και ζωική λειτουργία, καθώς όλες οι άλλες αποβάλλονται συν τω χρόνω.
Τι συμβολίζει όλη αυτή η αλληγορία; 1. Την ασφυξία του σύγχρονου ανθρώπου που γεμίζει τη ζωή-του με υλικά αγαθά και σταδιακά χάνει οποιαδήποτε άλλη χαρά πλην αυτών που κατακλύζουν το είναι-του.
2. Οι τράπεζες μπαίνουν στο σπίτι-μας και ελέγχουν το πώς ζούμε, όταν μας έχουν δέσει με δάνεια και κάρτες (αυτή η φευγαλέα εντύπωση απορρέει από ένα όνειρο του πρωταγωνιστή).
3. Η εργασία όλο αυξάνεται, οι εργάσιμες ώρες και οι υπερωρίες πολλαπλασιάζονται, με αποτέλεσμα ο σημερινός άνθρωπος να ασφυκτιά αλλά ταυτόχρονα να συνθηκολογεί μπροστά στα οικονομικά οφέλη που έχει.
4. Οι συμβιβασμοί είναι συνεχείς, οι υποχωρήσεις μέσα στη ζωή αυξανόμενες, η κατιούσα πορεία του ανθρώπου σε μια μίζερη ρουτίνα είναι καθημερινότητα, καθώς η ευτυχία ορίζεται ως η απόλαυση μετά το τέλος των θυσιών, θυσιών οι οποίες εντέλει ποτέ δεν σταματάνε.
Καιρό είχα να διαβάσω ένα τόσο ελκυστικό όσο και προβληματισμένο έργο που να μπορεί να σταθεί αναγνωστικά και κριτικά.
Πατριάρχης Φώτιος
9 comments:
Η επιτυχία του Σωτάκη, ήταν οτι κατάφερε να μεταφέρει στον αναγνώστη το αίσθημα ασφυξίας του ήρωα και μάλιστα σε αύξουσα κλίμακα, μέχρι την κόρύφωση. Δεν διάβαζες απλώς, δεν σκεφτόσουν μόνο, μπορούσες και να νιώσεις. Τα συμπεράσματα που έβγαλα διαβάζοντάς το, με ακολούθησαν αρκετές μέρες μετά την ανάγνωση, σύγκρινα πολλά καθημερινά δεδομένα, με τον αποκλεισμό του ήρωα στο σπίτι αρχικά και σ' ένα δωμάτιο τελικά. Όλοι λίγο πολύ εγκλωβισμένοι στη ζωή και στα υλικά αγαθά που... "στριμώχνουμε" σ' αυτή. Γίναμε δέσμιοι του ακριβού αυτοκινήτου, του σπιτιού, του πορτοφολιού στο τέλος. Προσέχουμε περισσότερα όλα αυτά, παρά τη φιλία, την αγάπη, την οικογένεια... Και όλη αυτή η μετάβαση, όπως και στον ήρωα, έγινε τόσο γλυκά και...ύπουλα, που δεν καταλάβαμε οτι ζυγίσαμε και είχαν περισσότερο βάρος τα ασήμαντα....
Λένα,
έχεις δίκιο ότι η ασφυξία όχι μόνο συμβολικά αλλά και βιωματικά περνάει στον αναγνώστη -εγώ θα ήθελα να είναι πιο τραγικά δοσμένη, αλλά δεν πειράζει.
Η ζωή -λέει ο Σωτάκης- είναι ένας πνιγμός σε τόσα περιττά πράγματα, που και να αναπνέει κανείς είναι προνόμιο!
Πατριάρχης Φώτιος
Αγαπητέ Πατριάρχη, πραγματικά φαίνεται πολύ ενδιαφέρον!!!
Ναυτίλε,
καλώς σε βρίσκω πάλι.
Ναι πιστεύω σ' αυτό το βιβλίο, αν και δεν βλέπω να κερδίζει ο συγγραφέας την αποδοχή των κριτικών. Κατά τη γνώμη μου, όμως, γράφει με ωριμότητα και φαντασία, απλά αλλά και δημιουργικά.
Πατριάρχης Φώτιος
Άγγελος εξάγγελος μας ήρθε από μακριά
γερμένος πάνω σ' ένα δεκανίκι
δεν ήξερε καθόλου μα καθόλου να μιλά
και είχε γλώσσα μόνο για να γλείφει.
Τα νέα που μας έφερε ήταν όλα μια ψευτιά
μα ακούγονταν ευχάριστα στ' αυτί μας
γιατί έμοιαζε μ' αλήθεια η κάθε του ψευτιά
κι ακούγοντάς τον ησύχαζε η ψυχή μας.
Έστησε το κρεβάτι του πίσω απ' την αγορά
κι έλεγε καλαμπούρια στην ταβέρνα
μπαινόβγαινε κεφάτος στα κουρεία και στα λουτρά
και χάζευε τα ψάρια μες στη στέρνα.
Και πέρασε ο χειμώνας κι ήρθε η καλοκαιριά
κι ύστερα πάλι ξανάρθανε τα κρύα
ώσπου κάποιο βραδάκι βρε τι του 'ρθε ξαφνικά
κι άρχισε να φωνάζει με μανία.
Τα πόδια μου καήκανε σ' αυτή την ερημιά
η νύχτα εναλλάσσεται με νύχτα
τα νέα που σας έφερα σας χάιδεψαν τ' αυτιά
μα απέχουνε πολύ απ' την αλήθεια.
Αμέσως καταλάβαμε τι πήγαινε να πει
και του 'παμε να φύγει μουδιασμένα
αφού δεν είχε νέα ευχάριστα να πει
καλύτερα να μην μας πει κανένα.
Βρώμικο ψωμί,Σαββόπουλος,1972
Αν και νομίζω το ξέρατε ήδη.
Vivi,
πολύσημη η ποίηση, ωραία, μαγευτική, σαγηνευτική, αλλά ασαφής. Πού μας βοηθά ο Σαββόπουλος;
Απορία ψάλτου βηξ... δικός μου.
Πατριάρχης Φώτιος
Καλημέρα.
Προβληματίστηκα με κάποιο σχόλιο,έκανα κάποιους συνειρμούς,
μετά σκέφτηκα ότι δεν έχει νόημα να λέμε τα ίδια και τα ίδια κι εκτονώθηκα με αυτούς τους στίχους του Σαββόπουλου,που μου φάνηκε ωραίο να τους θυμηθούν κι άλλοι άνθρωποι και να τους "διαβάσει" όπως θέλει ο καθένας.
Χαίρομαι που τους θεωρείς ποίηση.
Αλήθεια ποιοί στίχοι,πότε γίνονται ποίηση;Πώς ορίζεται ως ποίηση ό,τι έχει γραφτεί για να ντυθεί με μουσική και να χρησιμέψει ως μερικών λεπτών άκουσμα;
Κατ΄αρχάς είναι σημαντικό το ότι το βιβλίο αυτό υπογράφεται από έναν νέο, ηλικιακά, συγγραφέα.
Εκεί που νομίζαμε ότι η σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία μετράει τις αράχνες της κι εφησυχάζει ήρθε το κείμενο του Σωτάκη να ντύσει μια ιδέα-καταπέλτη,ανελέητο σφυρί αυτή καθαυτή, που θα ήταν κρίμα να πάει χαμένη στον βωμό μιας άσκοπης κι ανέραστης φιλολογίας.
Η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας είναι λιτή,οι περιγραφές του σκηνικού πάνω στο οποίο έχει στήσει το εύρημά του οι απολύτως απαραίτητες,χωρίς στολίδια
και- λίγο ίσως σαν ένας καταγγελτικός Σαββόπουλος της εποχής- μας βάζει να σκεφτούμε τι στο καλό κάνουμε,πού πάμε.Βέβαια αφού φάμε την γροθιά, που μας αφυπνίζει για λίγο, επειδή μας ξεβολεύουν τα λεγόμενα του(κάθε) άγγελου-Σωτάκη-εξάγγελου συνεχίζουμε την περασιά μας στο αέναο Σύμπαν χωρίς να σκοτιστούμε.
Από τα πιο δυνατά βιβλία που έχω διαβάσει εδώ και πολλά χρόνια.Το προτείνω παντού....
Post a Comment