Wednesday, June 05, 2019

Πέτρος Τατσόπουλος, “Η κυρία που λυπάται”


Η τηλεοπτική γελοιότητα, οι πολιτικές φιλοδοξίες, η Εκκλησία, ο σατανισμός και κάθε είδους φιλοδοξίες μπαίνουν στο στόχαστρο του συγγραφέα. Στο blender του η σύγχρονη Ελλάδα αλέθεται.



Πέτρος Τατσόπουλος
“Η κυρία που λυπάται”
εκδόσεις Μεταίχμιο
-2018


Χαρά στον Έλληνα που ελληνοξεχνά …και στην Αθήνα μέσα ζει στη ξενιτιά (Μανώλης Ρασούλης – Βάσω Αλαγιάννη):
Ο συγγραφέας Τατσόπουλος είναι στο προσκήνιο, όταν βγάζει καινούργιο βιβλίο, κι ο πολιτικός (σχολιαστής) Τατσόπουλος, όταν βγαίνει στα κανάλια και προβάλλει τις θέσεις του, σχολιάζοντας ή παρουσιάζοντας την προεκλογική του ατζέντα.

Αχ Ελλάδα σ’ αγαπώ και βαθιά σ’ ευχαριστώ, γιατί μ’ έμαθες και ξέρω
ν’ ανασαίνω όπου βρεθώ, να πεθαίνω όπου πατώ και να μη σε υποφέρω (Μανώλης Ρασούλης – Βάσω Αλαγιάννη):
Διαβάζω ότι η γενιά του ’80, στην οποία ανήκει ο συγγραφέας, διακρίνεται για δύο κατά βάση χαρακτηριστικά της: απ’ τη μια τη στροφή στο άτομο και στην ιδιωτική ζωή του κι απ’ την άλλη την παρωδία του κόσμου με humor και σατιρική διάθεση.
Σ’ αυτό το σχήμα δεν εντάσσεται ένα απ’ τα βιβλία του Τατσόπουλου, η “Καλοσύνη των ξένων”, που διαβάσαμε το 2006. Εκεί ο ήρωας αυτού του μυθιστορηματικού ρεπορτάζ, όπως χαρακτηρίστηκε, ανακαλύπτει στα 19 του ότι είναι υιοθετημένος κι αρχίζει η ανατομία ενός ζητήματος όχι μόνο σε ατομικό επίπεδο, αλλά και σε κοινωνικό. Το παρόν όμως βιβλίο φαίνεται ότι βαδίζει σ’ αυτήν τη γραμμή.

Ο πρωταγωνιστής Ισίδωρος Ζουγανέλης είναι ψυχολόγος και μπεστσελερίστας συγγραφέας εφτά βιβλίων, ο οποίος έτρεχε για τρία χρόνια μια εκπομπή στον τηλεοπτικό σταθμό Kronos, μια εκπομπή τηλεοπτικής ψυχανάλυσης και βελτίωσης. Όταν λοιπόν η εκπομπή του κόβεται –ελέω AGB-, προσλαμβάνεται ως ακαθορίστων καθηκόντων ψυχολόγος της γυναίκας του αφεντικού του σταθμού, της πανέμορφης κας. Προκοπίου. Κι εκεί ξεκινάνε θεωρίες πολιτικής συνωμοσίας, καθώς ο Αχιλλέας Προκοπίου θέλει να κατέβει στην πολιτική και φοβάται τους πιθανούς αντιπάλους του.

Έτσι, έχουμε ένα κωμωδιακό αμάλγαμα της τηλεοπτικής σαχλαμάρας, της μακρόθεν ψυχανάλυσης, της ερωτικής λιγούρας, της εκκλησιαστικής παρακμής, του σατανισμού, του πολιτικού αριβισμού, του πάθους για δημοσιότητα και άλλα δεινά της σύγχρονης Ελλάδας. Έχουμε μια προσπάθεια σάτιρας της σημερινής πραγματικότητας που συνοψίζονται στο οπισθόφυλλο του βιβλίου:
Στην "Κυρία που λυπάται" συνδυάζει στοιχεία από το σύγχρονο ψυχολογικό θρίλερ και την αχαλίνωτη μαύρη κωμωδία με τον αισθησιασμό και το μυστήριο ενός παραδοσιακού pulp fiction. Κλείνει το μάτι στις θεωρίες συνωμοσίας και ρίχνει ένα διεισδυτικό όσο και συμπονετικό βλέμμα σ’ έναν κόσμο που αρνείται πεισματικά ν’ αναγνωρίσει το είδωλό του στον καθρέφτη”. Παίζει λοιπόν με την πραγματικότητα παρωδώντας τραγελαφικά τη ζωή.

Όντως η ανάγνωσή μου δείχνει ότι το βιβλίο είναι συνεπές με τη τεχνονοοτροπία της γενιάς του ’80, που προέταξε δύο βασικούς άξονες: το άτομο και την παρωδία της πραγματικότητας. Ο Τατσόπουλος μιλά βέβαια για την κοινωνία και τα κακώς κείμενά της, αλλά διαμέσου ενός ηδονοθηρικού και αριβιστικού ατομικισμού. Αυτό βέβαια που ανατρέπει αυτόν τον ατομικισμό είναι η σάτιρα που φτιάχνει καρικατούρες καναλαρχών, δημοσιογράφων, ψυχολόγων, femme fatale, ιεραρχών, σατανιστών κ.λπ., οι οποίοι λειτουργούν στο γενικότερο μπάχαλο της ελλαδικής κοινωνίας.

Πόσο πειστική είναι η λογοτεχνική παρωδία; Πόσο δηλαδή αυτό που παλιότερα, ειδικά τη δεκαετία του ’80, θεωρούνταν σπάσιμο της σοβαρότητας και διασάλευση του καθωσπρεπισμού, σήμερα λειτουργεί; Όσο συνεπής κι αν είναι ο Τατσόπουλος σ’ αυτό που κάνει, αυτό που κάνει στην εποχή της τηλεόρασης, της οπτικοποιημένης σάτιρας, της φαρσοκωμωδίας δεν ξέρω αν είναι εύστοχο για τον αναγνώστη λογοτεχνίας;

Η πιο γλυκιά πατρίδα είναι η καρδιά, Οδυσσέα γύρνα κοντά μου, που τ’ άγια χώματα της πόνος και χαρά (Μανώλης Ρασούλης – Βάσω Αλαγιάννη):
Υπάρχουν συγγραφείς που προσπαθούν να προσεγγίσουν την πραγματικότητα με τα όπλα της μαύρης κωμωδίας. “Ο μύθος του Ηρακλή Σπίλου” (2009) του Κουνενή, “Μαύρες οχιές μάς ζώσανε” (2011) του Δενδρινού, “Ο κόσμος στα μέτρα του” (2012) και ο “Φοίνικας” του Χωμενίδη, το “Έχων σώας τας φρένας” (2016) του Χιόνη και “Υπουργός νύχτας” (2016) του Σκαμπαρδώνη. Τα κατάφεραν με όρους λογοτεχνίας; Ή το ίδιο το είδος πρέπει να κρίνεται ναι μεν με αισθητικούς όρους αλλά με άλλα κριτήρια;


> Ο Πέτρος Τατσόπουλος γεννήθηκε στο Ρέθυμνο τον Δεκέμβριο του 1959. Σπούδασε οικονομικά και πολιτικές επιστήμες. Εργάστηκε ως ασκούμενος κοινωνικός λειτουργός, συν-σεναριογράφος (Οι απέναντι [1981] του Γιώργου Πανουσόπουλου, Υπόγεια διαδρομή [1983] του Απόστολου Δοξιάδη), δημοσιογράφος, σύμβουλος εκδόσεων και παρουσιαστής πολιτιστικών εκπομπών στη δημόσια και στην ιδιωτική τηλεόραση: "Πνεύμα αντιλογίας" (ΕΤ-1, 1999-2000), "Μεγάλοι Έλληνες-Ελευθέριος Βενιζέλος" (ΣΚΑΪ, 2009), 1821 (ΣΚΑΪ, 2011), "Μπρα ντε Φερ" (Action 24, 2014). Μαζί με τον Κώστα Μουρσελά, τον Γιώργο Σκούρτη και τον Αντώνη Σουρούνη μετείχε στο "Παιχνίδι των Τεσσάρων" (1998). Έχει δημοσιεύσει είκοσι βιβλία. "Ανάμεσά τους: Οι ανήλικοι" (1980), "Το παυσίπονο" (1982), "Η καρδιά του κτήνους" (1987 - μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Ρένο Χαραλαμπίδη το 2005), "Η πρώτη εμφάνιση" (1994), "Τιμής ένεκεν" (2004), "Η καλοσύνη των ξένων" (2006), "Νεοέλληνες" (2007), "Ο Σίσυφος στο μπαλκόνι" (2009 - Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών), "Το βιβλίο για τα βιβλία" (2010), "Ήμουν κι εγώ εκεί" (2016), "Γκαγκάριν" (2016). Διηγήματα και μυθιστορήματά του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, τουρκικά και τσεχικά. Μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Εταιρείας Συγγραφέων την περίοδο 2001-2003, υπό την προεδρία του Βασίλη Βασιλικού, και βραχύβιος αντιπρόεδρος του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου το 2010. Τον Μάιο του 2012 εκλέχτηκε βουλευτής με τον ΣΥΡΙΖΑ. Συμμετείχε στην ελληνική κοινοβουλευτική αντιπροσωπεία στο Συμβούλιο της Ευρώπης (2012-2013). Από τον Ιανουάριο του 2014 έως το τέλος της ίδιας χρονιάς ήταν ανεξάρτητος βουλευτής. Έχει δύο παιδιά, τον Γιάννη και τη Δανάη.
Πάπισσα Ιωάννα


No comments: