Sunday, March 21, 2021

Έλενα Μαρούτσου, “Θηριόμορφοι” – Ούρσουλα Φωσκόλου, “Η Παναγία των εντόμων”

Έντομα και θηρία, άνθρωποι και φυσικό τοπίο, τοπίο όμως που απλώνεται συμβολικά μέσα τους: η μία παίζει με τις ζωόμορφες φωτογραφίες κι η άλλη με το μουσείο φυσικής ιστορίας, όπου αντανακλάται η ζωή του πρωταγωνιστή.

 

Έλενα Μαρούτσου

“Θηριόμορφοι”

εκδόσεις Πόλις

-2020

 

Ούρσουλα Φωσκόλου

“Η Παναγία των εντόμων”

εκδόσεις Κίχλη

-2020

 

 

Απόλαυσα το “Οι χυδαίες ορχιδέες” της Μαρούτσου, αλλά έχασα το “Δύο”, που γράφτηκε από τη Μαρούτσου με τη συμβολή της Φωσκόλου. Έτσι, πήρα το τελευταίο βιβλίο της καθεμιάς.


> Η Έλενα Μαρούτσου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1967. Σπούδασε Ιστορία στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών κι έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στη Λογοτεχνία και στις Εικαστικές Τέχνες στο Reading University της Αγγλίας. Ασχολήθηκε ερασιτεχνικά με τη φωτογραφία και το κολάζ. Έχει γράψει τις συλλογές διηγημάτων "Του ύψους και του βάθους", "Οι προδοσίες των ονομάτων", "Οι χυδαίες ορχιδέες" (υποψήφιο για το Βραβείο του περιοδικού Ο Αναγνώστης, για το Βραβείο Κώστα και Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών, καθώς και για το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος). Το 2009 το μυθιστόρημά της "Μεταξύ συρμού και αποβάθρας" βραβεύτηκε με το Athens Prize for Literature από το περιοδικό (δέ)κατα. Ζει και εργάζεται ως εκπαιδευτικός στην Αθήνα..

> Η Ούρσουλα Φωσκόλου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1986 και εργάζεται ως γραφίστρια. Είναι μέλος της συντακτικής επιτροπής του λογοτεχνικού περιοδικού Φρέαρ και επιμελείται τη σελίδα του στο διαδίκτυο. Μεταφράσεις και διηγήματά της έχουν δημοσιευτεί στα λογοτεχνικά περιοδικά Νέα Ευθύνη, Νέο Επίπεδο, Το Δέντρο, (δέ)κατα, Ένεκεν, manifesto, Ακτή, Θράκα, Πλανόδιον και Φρέαρ. Το βιβλίο της "Το κήτος" (Κίχλη 2016) απέσπασε το Βραβείο Νέου Λογοτέχνη του περιοδικού Κλεψύδρα / Έναστρον.

 

ΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ της Μαρούτσου γράφεται σε παραλληλία με τις φωτογραφίες της Makabresku (της οποίας είναι και οι καλλιτεχνικές φωτογραφίες του ποστ). Κείμενο και φωτογραφίες φέρνουν σε επαφή ανθρώπους και ζώα. Η εναλλαγή υποδεικνύει και τον τρόπο ανάγνωσης.

Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ Σπύρος ταξιδεύει στην Κρακοβία για ένα συνέδριο κι εκεί γνωρίζει την ηθοποιό Μαριάνα. Την βλέπει ερωτικά μέσα σε ένα πολυδαίδαλο ψυχικό τοπίο εικόνων, αναμνήσεων και τραυμάτων. Η εξωτερική δράση λοιπόν είναι ισχνή, καθώς βαραίνει η εσωτερική δραματικότητα. Όλα περνάνε μέσα από μια μεμβράνη μελαγχολίας, αισθητικής αύρας και αναπάντητων πράξεων. Τα περισσότερα δεν εξηγούνται με βάση μια κραταιά λογική, αλλά βυθίζονται στο μελάνι πριν πήξουν στο μυαλό.

ΤΟ ΒΑΣΙΚΟ σημείο είναι η θηριώδης ψυχολογία των ανθρώπων. Των ανθρώπων που γίνονται συχνά (και απλά) ζωώδεις, δίπλα στα ανθρωπόμορφα ζώα που αποκτούν αντιθετικά ανθρώπινα αισθήματα. Όλες οι ιστορίες που ρέουν σαν παραπόταμοι από και προς τη βασική ιστορία υπαγορεύουν πτυχές της ανθρώπινης ζωής. Αυτής που πλησιάζει στο ζώο, σ’ αυτό που έχουμε μέσα μας και δεν φαίνεται. Δημιουργείται έτσι ένας ιστός ανθρώπων, ζώων και συναισθημάτων. Το καθένα από αυτά εξακτινώνεται προς διάφορες κατευθύνσεις, φτιάχνει μικρές ιστορίες, κεντά μικρά μοτίβα. Όλα μαζί συνδέονται πιο πολύ αισθητικά και αισθητιστικά, αλλά και συμβολικά.

ΜΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΚΕΠΤΙΚΟ, το κείμενο αφήνει έκθετα κουμπιά, που αν τα πατήσεις βρίσκεσαι σε άλλο επίπεδο. Ψυχανάλυση, συμβολοποιία, ζωομορφισμός και ανθρωπομορφισμός, γλωσσική εκζήτηση, αισθητισμός, σεξουαλικότητα, διαφυλικές σχέσεις αλλά και σχέσεις με το εγώ μας, εφιαλτικό παραμύθι, μελαγχολικό θρίλερ, αγχώδης σουρεαλισμός, μαύρη ποίηση. Τελικά μένεις στο αισθητικό όλο και ξεχνάς τα επιμέρους ποταμάκια.

 

Η ΝΟΥΒΕΛΑ της Φωσκόλου παρακολουθεί παράλληλα δυο ιστορίες. Και στις δύο αφηγητής είναι ένας άντρας που αγαπά τον παιδικό του έρωτα, την Αλίκη. Στη μία ιστορία προχωρά μέσα σε ένα μουσείο φυσικής ιστορίας και περιγράφει τα εκθέματα. Στην άλλη σκέφτεται την Αλίκη. Αυτές οι δύο ιστορίες δεν αντιστοιχούν ακριβώς στα κεφάλαια, που εναλλάσσονται. Σ’ αυτά η πορεία μέσα στο μουσείο διακόπτεται από αναμνήσεις του για την Αλίκη. Στα ενδιάμεσα η Αλίκη είναι ξαπλωμένη στο πάτωμα στο σπίτι του κι αυτός θαυμαστικά περιγράφει το σώμα της.

ΤΟ ΥΦΟΣ του κειμένου είναι ποιητικά περιγραφικό κι ακόμα πιο ποιητικά αφηγηματικό. Οι γραμμές, ενώ είναι καθαρές, ταυτόχρονα έχουν κάτι από τη σαγήνη των λέξεων και των μεταφορών. Βλέπουμε το μουσείο και τον κόσμο, τον έρωτα και το γυναικείο σώμα μέσα από ένα πρίσμα παραμυθιού, ποιητικής αύρας και σωματικής μυστηριακής θρησκείας. Μου θύμισε έντονα τα τατουάζ στον “Χορτοφάγο” της Κορεάτισσας Χαν Γκανγκ. Το σώμα ως καμβάς γίνεται πεδίο του έρωτα. Και πάνω στη μαγεία με την οποία το περιβάλλει η Φωσκόλου, ξεπηδά ο θάνατος ως ιδανική κατάληξη.

ΠΟΙΗΤΙΚΗ γλώσσα σαν κέντημα ή σαν μικρογραφία σε χειρόγραφο. Θέλεις μεγεθυντικό φακό για να δεις κάθε πινελιά, κάθε ίνα. Εικόνες που εναλλάσσονται με σκέψεις, περιγραφές που γίνονται κινητικές εικόνες, παρομοιώσεις που ξεπηδούν μέσα στην αφήγηση. Η γλώσσα περνά το πινέλο της πάνω στα αντικείμενα, τόσο του μουσείου, όσο και της ψυχολογίας του αφηγητή. Κάτι τέτοιο φέρνει σε αντίθεση τη μαγική του αίσθηση με τον ταραγμένο κόσμο του, ο οποίος στο τέλος θα φανεί πόσο διαταραγμένος είναι.

ΠΙΟ ΠΟΛΥ, όσο φτάνω στο τέλος, με την κορύφωση μιας καταστροφικής και αυτοκαταστροφικής πράξης, θυμήθηκα το “Όφις και κρίνο” του Καζαντζάκη, όπου το ζευγάρι των ηρώων πεθαίνουν μέσα στα λουλούδια. Έτσι, ένας επανερχόμενος αισθητισμός, μια θανατολαγνία, μια εστέτ αντίληψη της ζωής και του έρωτα, μια υπεράνω σύλληψη της πραγματικότητας, που οδηγεί σε λεξιλάγνες περιγραφές και ερωτόπληκτα αισθήματα, φαίνεται εγκλωβισμένη στο συγγραφικό εγώ. Το κείμενο ξεχειλίζει με ωραιοπαθείς εικόνες, ώστε να οδηγήσει τον αναγνώστη στο θανατηφόρο (με δόσεις παράνοιας) τέλος.

 

Philip Leslie Hale
"The Crimson Rambler"

ΝΙΩΘΩ ότι και τα δύο κείμενα αφέθηκαν πολύ στο ποτάμι της γλώσσας, γέμισαν ναρκισσιστικά απ’ τη σαγήνη της και παρασύρθηκαν σε μια παλιομοδίτικη προσκόλληση σ’ αυτήν. Μια ρομαντική περιδίνηση στον μεταφορικό λόγο, σ’ αυτόν που περιγράφει μεταφυσικά και που συνδέει το ερωτικό με το δολοφονικό, μας ξαναγυρίζει σε μια λογοτεχνία άλλων εποχών. Πιάνω τον εαυτό μου να γίνεται αναγνώστρια του 19ου αιώνα, όπου όλα είναι κλεισμένα σε ένα πέπλο μαγείας και γλωσσικής αναπνοής. Να θλίβομαι και να πονώ, μέσα στην υπερβολή της αφήγησης, που θέλει να παίξει στα ήρεμα πλήκτρα αλλά τελικά καταντά βαρυφορτωμένη με τα περιττά στολίδια της.

Πάπισσα Ιωάννα

No comments: