Έξι φωνές της εποχής του Εμφυλίου, Αριστεροί και Δεξιοί, ή μάλλον καλοπροαίρετοι Κομουνιστές και φασίστες Εθνικόφρονες, φωτίζουν μονότροπα την εποχή. Ένα σύγχρονο στη γραφή μυθιστόρημα που αναπλάθει το τότε με όρους του τότε.
Σωτηρία Μαραγκοζάκη “Ο κλήρος του αίματος” εκδόσεις Πατάκη -2020 |
Ο Εμφύλιος πάντα
(ακόμα) γεννά πεδία σκέψης. Το δίκιο και το άδικο, οι διάφορες εκδοχές της
αλήθειας, η πολιτική του διάσταση ακόμα και σήμερα. Επομένως, εγώ που ως γενιά
είμαι απομακρυσμένη από το τότε θα ήθελα να μπαίνω στο κλίμα.
> Η Σωτηρία Μαραγκοζάκη γεννήθηκε το 1964 και μεγάλωσε στα Λουτρά Αλεξανδρούπολης. Σπούδασε διοίκηση και οικονομία. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος στην ΕΡΑ, σε εφημερίδες, περιοδικά και στην τοπική αυτοδιοίκηση. Είναι μέλος της ΕΣΗΕΜ-Θ. Βραβεύτηκε για διηγήματά της και τη συμβολή της στην προώθηση της ανάγνωσης σε άτομα με αναπηρία. Έχει μια κόρη, τη Χριστίνα Μπαχαράκη.
ΒΛΕΠΩ ότι οι γυναίκες λογοτέχνιδες για να μιλήσουν
για το τραύμα χρησιμοποιούν συχνά το μοιρολόι. Χρησιμοποιούν το συναίσθημα
που λιώνει ό,τι πέσει μέσα του σε ένα καυτό αμάλγαμα. Το ίδιο έκανε η Σωτηρίου
στην “Πικρία χώρα” για την Κύπρο, το ίδιο κάνει εδώ η Μαραγκοζάκη για τον
Εμφύλιο, στην αρχή του έργου, ενώ κατόπιν συνεχίζει με πολυφωνικές αφηγήσεις.
ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ένα παλίμψηστο συναιρεί το έπος και την
τραγωδία, τον εκκλησιαστικό λόγο και το δημοτικό τραγούδι, το μοιρολόι με
την εξομολόγηση. Όλα αυτά σε ένα παραμιλητό που συνεπαίρνει. Που σηκώνει πανιά.
Κι έπειτα κάθε ραψωδία και μια παρήχηση του αντίστοιχου γράμματος, στην Α΄ το
α, στη Β΄ το β, στη Γ’ το γ΄ κ.ο.κ. Και σε κάθε ραψωδία ένας χαρακτήρας, που
εμπλέκεται στα γεγονότα του Εμφυλίου στη Θάβη, μια πόλη στη βορειοδυτική γωνία
της Ελλάδας. Η Αντιγόνη, νεαρή πολεμίστρια του Δημοκρατικού Στρατού, ο Χρήστος
Α., ταγματασφαλίτης, η Γκωγκώ, γερασμένη πια πόρνη, ο Ιωσήφ Κελέκης,
φιλελεύθερος δικηγόρος, ο Γιάννης-Κλέαρχος, στρατιώτης του ΔΣΕ, και ο ζαβός του
χωριού. Συνολικά έξι.
ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ, μετά την εισαγωγή, παίρνει καθαρά αφηγηματικές διαστάσεις. Κάθε ραψωδία αποτελεί την αφήγηση με την οπτική γωνία ενός από τους παραπάνω. Οι έξι τους μοιράζονται τις 24 ραψωδίες σε μια αφηγηματική σκυταλοδρομία. Ο καθένας να υποστηρίζει την αριστερή ή δεξιά πλευρά, να καταθέτει τις εμπειρίες του, να διαβάζει και να μας μεταφέρει ειδήσεις και σχόλια από τις εφημερίδες της εποχής, να τοποθετεί το δικό του λιθαράκι στο ψηφιδωτό του Εμφυλίου.
ΑΠΟ ΤΟ
ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ήδη περίμενα ένα “μυθιστόρημα
πολυφωνικό”, μια τοιχογραφία του Εμφυλίου με τα δίκια και τα άδικα κάθε
πλευράς. Γρήγορα κατάλαβα ότι αντί για πολύχρωμο ψηφιδωτό, έχουμε ένα
ασπρόμαυρο μωσαϊκό: άσπρες πέτρες οι κομουνιστές και μαύρες οι άλλοι. Οι
κομμουνιστές, όπως η Αντιγόνη, ο Κλέαρχος κ.ο.κ., πολεμούν για το καλό της
πατρίδας και του λαού αλλά τελικά υφίστανται τα πάνδεινα εξαιτίας των φασιστών.
Οι άλλοι, όλοι φιλογερμανοί και ακροδεξιοί, λειτούργησαν συμφεροντολογικά σε
συνεργασία με τον Γερμανό κατακτητή και τους Άγγλους διαδόχους του. Οι Αριστεροί αφηγητές βλέπουν ρεαλιστικά,
ενώ στους δεξιούς υπάρχει έντονη αυτοειρωνεία, καθώς όσα λένε και πιστεύουν
έχουν ακραίες πλευρές και εκτρωματικές διαστάσεις. Ο μανιχαϊσμός είναι τόσο έκδηλος, που η πολυφωνία γίνεται κομματική
προπαγάνδα.
ΚΙ ΑΥΤΟ γιατί
μετά από τόσα βιβλία που έχουν γραφτεί για τον Εμφύλιο, για τα λάθη των μεν και
των δε, όχι ισόποσα ίσως, αλλά ο καθένας τα εκτιμά με τις ιδεολογικές του
αντιλήψεις, δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για καλούς Κομουνιστές και για κακούς
Δεξιούς, μονόπλευρα και ολοκληρωτικά. Μετά από μελέτες και άρθρα, μυθιστορήματα
και μαρτυρίες που έχουν αναδείξει ότι η διαχωριστική γραμμή των θυμάτων
Αριστερών και των θυτών Δεξιών έχει διατρηθεί πολλές φορές, δεν είναι δυνατόν
να συνεχίζουμε αυτό το διπολικό σχήμα των λευκών και των μαύρων.
Η ΑΝΑΤΡΟΠΗ στην
ιστορική μυθοπλασία θα ερχόταν αν ναι μεν οι Αριστεροί υποστήριζαν τη
σοσιαλιστική τους ουτοπία και οι Δεξιοί την παγιωμένη κοινωνική τάξη (λόγοι
ιστορικής αληθοφάνειας), αλλά υπήρχαν και Αριστεροί που αμφισβητούσαν το
απόλυτο δίκιο της πλευράς τους και του κόμματός τους (άλλωστε έχουν γράψει τόσα
ο Αλεξάνδρου, ο Μίσσιος κ.ο.κ.), αλλά και Δεξιοί που θα αμφέβαλλαν για τις
τακτικές του κράτους και του παρακράτους εκείνη τη μεταπολεμική εποχή. Σ’ ένα
μυθιστόρημα με τέτοιες αυτοκριτικές οπτικές γωνίες, η κομματική νομιμοφροσύνη
θα υποχωρούσε στη διερεύνηση της πολυπρισματικής αλήθειας. Αυτό δεν θέλησε να
κάνει η Μαραγκοζάκη.
ΣΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ τώρα της συγγραφέως, η γραφή της είναι κοφτερή και καίρια. Αποδίδει το πνεύμα της εποχής, παρακολουθεί τις σκέψεις των προσώπων με καθαρό τρόπο, χωρίς να επιδιώκει να εισχωρήσει στον εσωτερικό μονόλογο της συνείδησής τους, η οπτική τους γωνία είναι συνεπής με τον χαρακτήρα τους και την ιδεολογία τους. Π.χ. χάρηκα την ανάγνωση του κεφαλαίου όπου ο μετριοπαθής Κελέκης συναντά σε μια δεξίωση ενός πλούσιου συχωριανού του τον Αμερικάνο πρέσβη Porter: από τη μια, η ειρωνεία με τη βοήθεια της καθαρεύουσας αποκαλύπτει έναν μαυραγορίτη αριβίστα συχωριανό που πλούτισε κερδοσκοπώντας και κυνηγώντας ευκαιρίες, κι απ’ την άλλη η καθαρή ματιά του Porter σκιαγραφεί αποστασιοποιημένα και αμερόληπτα τα δεινά της ελληνικής κοινωνίας.
ΣΤΗΝ ΟΥΣΙΑ, το βιβλίο εκφράζει με έναν πολύ σύγχρονο
τρόπο (ύφος, πολυγλωσσία, εναλλαγές, ένθεση αποσπασμάτων από εφημερίδες) μια παλαιοκομματική γραμμή σκέψης που έχει
μείνει στη δεκαετία του ’40. Ο μανιχαϊσμός του, οι καλοί κομουνιστές και οι
κακοί δεξιοί, η δικαιολόγηση π.χ. της αποχής από τις εκλογές του 1946, η
θυματοποίηση της μίας πλευράς, μια μικρή αναφορά στον σοφό Στάλιν… Η ανάγνωσή
του πρόσφερε ένα ωραίο, καλοσχεδιασμένο μπουκάλι κρασί με παλιό περιεχόμενο,
που ξεθυμαίνει εύκολα στη σημερινή εποχή της (μετ)εμφυλιακής –θα ήθελα να
πιστεύω- συνθήκης.
Πάπισσα Ιωάννα
No comments:
Post a Comment