Βρετανοί
φασίστες το 1947, ένα φάντασμα που μπορεί να είναι, αλλά μπορεί και να μην
είναι, μια πολύπλοκη διασταύρωση χαρακτήρων που παίζουν θέατρο, όλα αυτά ως
σύμβολο του φασισμού που ακόμα δεν έχει πεθάνει.
Patrick McGrath
“The Wardrobe Mistress”
2017
“Το φάντασμα του βεστιαρίου”
μετ. Μ. Μακρόπουλος
εκδόσεις Μεταίχμιο
2019
|
Ωραίο εξώφυλλο. Ο συγγραφέας maître του gothic μυθιστορήματος.
Μπορούμε λοιπόν να περιμένουμε μια ενδιαφέρουσα πλοκή, ένα ανάγνωσμα τερπνό και
ωφέλιμο.
> Ο Πάτρικ Μαγκράθ γεννήθηκε στο
Λονδίνο στις 7 Φεβρουαρίου 1950 και μεγάλωσε στη γειτονιά του νοσοκομείου
Μπρόντιμορ, όπου ο πατέρας του εργαζόταν ως διευθυντής. Μετά τις σπουδές του
στο πανεπιστήμιο Άστον του Μπέρμινχαμ εργάστηκε σε ψυχιατρική κλινική στο
Οντάριο του Καναδά. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στο Βανκούβερ όπου δούλεψε ως
δάσκαλος σε δημοτικό σχολείο και πέρασε αρκετά χρόνια της ζωής του σε ένα
απομονωμένο νησί στον Βόρειο Ειρηνικό. Το 1981 μετακόμισε στη Νέα Υόρκη όπου
ζει μέχρι σήμερα με τη σύζυγό του, την ηθοποιό Μαρία Έιτκεν - μοιράζοντας το
χρόνο του ανάμεσα στην Αμερική και το Λονδίνο. Θεωρείται εκπρόσωπος του
νεο-γοτθικού ύφους στην αγγλική λογοτεχνία, με ήρωες χαρακτήρες που
αντιμετωπίζουν, με δραματική ένταση, ψυχολογικά προβλήματα ή έχουν νοσηλευτεί
σε ψυχιατρεία. Στα βιβλία του μπορεί κανείς εύκολα να διακρίνει μια ελαφρά
απαισιοδοξία για τις σχέσεις ανάμεσα σε συζύγους. "Μάλλον στα βιβλία μου
απεικονίζεται αυτό που φοβάμαι πως θα συμβεί", υποστηρίζει ο ίδιος. Τρία
μυθιστορήματά του μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο: "The Grotesque"
(1989), από τον Τζον-Πολ Ντέιβιντσον, με πρωταγωνιστές τους Άλαν Μπέιτς, Λένα
Χέντεϊ, Τερέζα Ράσελ και Στινγκ, το 1995, "Spider" (1990, ελλ.
τίτλος: "Στον ιστό της αράχνης", εκδ. Ψυχογιός 2003), από τον
Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ, με πρωταγωνιστές τους Ρέιφ Φάινς και Μιράντα
Ρίτσαρντσον, το 2002, και "Asylum" (1996, ελλ. τίτλος
"Απαγορευμένο πάθος", εκδ. Ψυχογιός 2000), από τον Ντέιβιντ Μακένζι,
με πρωταγωνιστές τους Νατάσα Ρίτσαρντσον και Μάρτον Τσόκας, το 2005 -ταινίες
που συγκέντρωσαν επαινετικές κριτικές. Έχει γράψει, επιπλέον, τα μυθιστορήματα:
"Dr Haggard's Disease", 1993, "Martha Peake", 2000 (βραβείο
Premio Flaiano), "Port Mungo", 2004, "Trauma", 2008,
"Constance", 2013, The Wardrobe Mistress, 2017 (ελλ. τίτλος "Το
φάντασμα του βεστιαρίου", Μεταίχμιο 2019) και τις συλλογές διηγημάτων
"Blood and Water and Other Tales", 1989 και "Ghost Town: Tales
of Manhattan Then and Now", 2005 (ελλ. τίτλος "Νέα Υόρκη: Πόλη των
φαντασμάτων", Μεταίχμιο 2006).
Ο Charles Grice είναι
ηθοποιός που πεθαίνει από ατύχημα λίγο πριν παίξει τον Malvolio σε
έργο του Shakespeare. Πίσω του τον
θρηνεί η γυναίκα του Joan, που
έχει βεστιάριο θεάτρου, η κόρη του Vera που είναι ηθοποιός και ο κατά πολύ
μεγαλύτερος άνδρας της Julius Glass, που
δεν έχει κερδίσει τη συμπάθεια των υπολοίπων. Παρόλο που στην Κατοχή είχε σώσει
μια Εβραία, την Gustle, ήταν
επίσης παρών όταν ο Grice έπεσε
από τις σκάλες, γεγονός που ενίοτε τον κάνει ύποπτο.
Το παράδοξο, που μπορεί όμως εύκολα να εξηγηθεί ως αυταπάτη της Joan, είναι ότι αυτή
ακούει μια φορά τον νεκρό σύζυγό της και ακόμα περισσότερο θεωρεί ότι στον ρόλο
του ως Malvolio παίζει ο ίδιος ο πεθαμένος κι όχι ο
αντικαταστάτης του ονόματι Daniel Francis Stone. Σε μια
δυο συναντήσεις της μάλιστα με τον νεαρό ηθοποιό, ο συγγραφέας παίζει
υπαινικτικά το παιχνίδι με τον σωσία, καθώς ο Francis αναλαμβάνει να παίξει τον
Malvolio σαν
να ήταν ο Grice και
μάλιστα δέχεται το κοστούμι του από την άχρηστη πλέον γκαρνταρόμπα της γυναίκας
του. Το παιχνίδι με τον “αντικαταστάτη” ίσως δεν μείνει μόνο στο θέατρο αλλά
και στη ζωή…
Ο McGrath διαπλέκει πολλά νήματα, καθώς η ιστορία
προχωράει. Εκτός από την Gustle,
Εβραίοι αποδεικνύονται τόσο ο Frank Stone, που
είχε έλθει μάλιστα πριν από τον πόλεμο από τη Γερμανία, όσο και η Joan, που
εξακολουθεί να βλέπει και να ακούει πού και πού τον νεκρό σύζυγό της. Όμως, επειδή πιστεύει πλέον ότι αυτός ήταν
κρυφοφασίστας, έρχεται σε επαφή με τον κύκλο των φασιστών που έχουν ακόμα
ξεμείνει, ακόμα και μετά την ήττα του Hilter. Αρχηγός τους ήταν ο Oswald Mosley και
η Βρετανική Ένωση Φασιστών, με τους οποίους ο συχωρεμένος φαίνεται να είχε
σχέσεις. Η κόρη τους απ’ την άλλη ανακαλύπτει ότι ο Frank κοιμάται με την
μάνα της την Joan, ενώ
παίζουν μαζί στο θέατρο.
Μέσα σ’ όλο αυτόν τον κυκεώνα, η αλήθεια είναι ότι πρέπει να πιάνεις τα
νήματα γερά για να μη χαθείς. Ωστόσο, νιώθεις ότι κάπου όλα αυτά θα
συναντηθούν κι η λύση θα έλθει όταν συγκλίνουν σε μια προσχεδιασμένη κατάληξη. Και
τελικά ο φόνος είναι η κορύφωση που περίμενες, αν και χωρίς επαρκή στοιχεία για
το πώς φτάσαμε σ’ αυτό. Μια «φρενοπάθεια» δεν είναι ικανοποιητικός λόγος, δεν
είναι η καλύτερη λύση για ένα πολύπλοκο ψηφιδωτό.
Το βιβλίο εντάσσεται στη χορεία των έργων που γράφονται σε όλη την Ευρώπη
με την αγανάκτηση και την αντίρρηση απέναντι στην Ακροδεξιά που δυστυχώς
επελαύνει. Το φάντασμα του νεκρού είναι ο ίδιος ο φασισμός που
επανακάμπτει και επιζητεί μια θέση στη σύγχρονη ιστορία. Πόσο θα του
επιτρέψουμε να αναγεννηθεί; Πώς μπορούμε να το στείλουμε μια και καλή στο
χρονοντούλαπο της Ιστορίας;
Πάπισσα Ιωάννα
No comments:
Post a Comment