Saturday, December 01, 2018

Κλαρίσε Λισπέκτορ, “Τα κατά Α.Γ. πάθη”


Έχοντας διαβάσει το προηγούμενο βιβλίο της Lispector, την “Ώρα του αστεριού”, ήξερα ότι αξίζει η πυκνή γραφή της, που είναι γεμάτη με εμβριθείς ατάκες, με λέξεις στοχαστικές, με φράσεις που με ωθούσαν κάθε τρεις και λίγο να σηκώνω το μολύβι για να τις σημειώσω.


Clarice Lispector
“A Paixão segundo G.H.”
1964

Κλαρίσε Λισπέκτορ,
“Τα κατά Α.Γ. πάθη”
μετ. Μ. Χατζηπροκοπίου
εκδόσεις Αντίποδες -2018


Όλη η ζωή του ένας παραπονιάρης μύθος τυλιγμένος / στου νου του την ανέμη και στου ονείρου την απόχη / κι αυτός στ’ άλογο με τα όπλα του στο στήθος φορτωμένος / περνάει κι όλοι γιουχάρουν "Δον Κιχώτη" (Sadahzinia):
Ήξερα ότι διαβάζοντας πάλι Lispector θα ανέβαινα έναν Γολγοθά. Η γραφή της είναι τόσο πυκνή που στέκεσαι πρόταση πρόταση και πάλι νιώθεις ότι έχεις χάσει το 50% των νοημάτων. Κάθε της πρόταση μια υπαρξιακή αγωνία και μια περιεκτική συμπύκνωση.
“Γιατί ένας κόσμος ολοζώντανος έχει τη δύναμη μιας Κόλασης”


Αυτό ζητάει η καρδιά του ν’ αλαφρώσει. / Να φέρει ανάσκελα το κόσμο από τη βάση (Sadahzinia):
Η αφηγήτρια, σε μια ελικοειδή προσπάθεια αυτογνωσίας, ξεκινά από τη μέρα που παραιτήθηκε η υπηρέτριά της. Και τότε η Α.Γ. ξεκινά να καθαρίζει από το δωμάτιο της οικιακής βοηθού. Τι μπορεί να κρύβει αυτό το δωμάτιο; Αντί να βρει σκοτάδι, βρήκε ένα φωτεινό δωμάτιο, χωρίς την ακαταστασία που περίμενε. Μόνο στον τοίχο ζωγραφισμένα με κάρβουνο ένας άνδρας, μια γυναίκα και ένας σκύλος. Και μέσα στην ντουλάπα μια εφιαλτική κατσαρίδα.

Η Α.Γ. έρχεται έτσι αντιμέτωπη με τον κόσμο και με τον εαυτό της. Είναι σαν να ζούσε ώς τότε στο γυάλινο πύργο της και τώρα έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με την εξωτερική αλήθεια. Η οικιακή βοηθός, όπως φαίνεται στη ζωγραφιά, ίσως τη μισούσε, αν και δεν είχε δείξει κάτι αρνητικό όσο ζούσε κοντά της. Κι η κατσαρίδα είναι δείγμα μια μικρής απειλής, που ωστόσο φαντάζει στο μυαλό της τεράστια.
με μια εμπειρία
για την οποία ζητάω συγγνώμη από τον ίδιο μου τον εαυτό έβγαινα από τον κόσμο μου και έμπαινα στον κόσμο

Η σκέψη της Lispector είναι υπαρξιακή. Αναρωτιέται μέσα στην καθημερινότητα της γραφής της το είναι μας. Ψάχνει την άλλη πλευρά της ζωής. Μιλά για τη ζωή και τον θάνατο, όπως ο Καζαντζάκης: “Από τη γέννηση ώς το θάνατο είναι το διάστημα κατά το οποίο με αποκαλώ ανθρώπινη” (θυμήθηκα τη φράση της “Ασκητικής” “Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο· καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο· το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή”). Κι όταν ο Καζαντζάκης ρωτά “Από πού ερχόμαστε; Πού πηγαίνουμε; Τι νόημα έχει τούτη η ζωή; φωνάζουν οι καρδιές, ρωτούν οι κεφαλές, χτυπώντας το χάος.”, η Lispector σαν να απαντά: “Κάθε «έλλειψη νοήματος» είναι ακριβώς η τρομακτική βεβαιότητα πως το νόημα βρίσκεται εκεί και πως όχι απλώς δεν το φτάνω, αλλά και δεν θέλω να το φτάσω γιατί δεν έχω εγγυήσεις”. Το νόημα απασχολεί τη συγγραφέα, αφού θεωρεί μιλά για την “κόλαση, γιατί ο κόσμος δεν είχε πια για μένα ανθρώπινο νόημα”.

Εκτός από τον Υπαρξισμό υπάρχουν και απηχήσεις από τον Χριστιανισμό. Πέρα απ’ τον τίτλο, η συγχώρηση που “είναι το γνώρισμα της ζωντανής ύλης”. Η αυτοανάλυση που οδηγεί στη συμφιλίωση με τον άλλο. Η προσπάθεια να ξεπεράσεις το εγώ.

Η γλώσσα της Lispector είναι έντονα αυτοαναφορική. Μιλάει όχι για να δηλώσει την πραγματικότητα, αλλά για να σημάνει την ίδια την ύπαρξη που δένεται με τη γλώσσα. Είναι συνάμα φιλοσοφική και ποιητική, που ενίοτε εξομολογείται και ενίοτε θεολογεί. Είναι πυκνή, περιεκτική και βαθιά, πολλές φορές όμως είναι αινιγματική και δεν είναι σίγουρο τι εννοεί ή περιέχει αντιφάσεις.
Το μυστήριο του ανθρώπινου πεπρωμένου είναι ότι είμαστε μοιραίοι,
έχουμε όμως την ελευθερία να εκπληρώσουμε ή όχι το μοιραίο μας:
από εμάς εξαρτάται να ακολουθήσουμε το μοιραίο μας πεπρωμένο”.


Η γη το παραμύθι λέει του ταξιδιώτη / (που `χε αγάπη την ωραία, την πριγκιπέσσα την κρυφή τη Δουλτσινέα) (Sadahzinia):
Διαβάζοντας Lispector νιώθω ότι η δύναμη της γραφής της δεν είναι η ταχύτητα και η βαρύτητα της πλοκής, αλλά της μεστότητας κάθε φράσης. Και με αυτό το σκεπτικό όποιος μπει στο βιβλίο της δεν το εγκαταλείπει.


 > Η Κλαρίσε Λισπέκτορ (1920-1977) γεννήθηκε στο Τσετσέλνικ της Ουκρανίας από Εβραίους γονείς. Η οικογένειά της μετανάστευσε το 1922 στη Βραζιλία. Το 1943 παντρεύτηκε τον πρώην συμμαθητή της στη Νομική Σχολή, Μαουρί Γκουρζέλ Βαλέντε και έλαβε τη βραζιλιάνικη υπηκοότητα. Τον Δεκέμβριο του 1943 εξέδωσε το πρώτο της μυθιστόρημα, "Perto do coracao selvagem" ("Κοντά στην άγρια καρδιά"), το οποίο προξένησε πολύ μεγάλη εντύπωση, κέρδισε το βραβείο Graca Aranha για πρωτοεμφανιζόμενο συγγραφέα και ανακηρύχθηκε καλύτερο μυθιστόρημα του 1943. Την ίδια χρονιά, ακολουθώντας τον σύζυγό της στη διπλωματική του αποστολή εγκαταστάθηκε στη Νάπολη, όπου εργάστηκε για ένα διάστημα ως εθελόντρια στο αμερικανικό στρατιωτικό νοσοκομείο και άρχισε να γράφει το δεύτερο μυθιστόρημά της, "O Lustre" ("Ο πολυέλαιος", 1946). Στη Ρώμη γνωρίζεται με τον ποιητή Giuseppe Ungaretti, που μετέφρασε αποσπάσματα από το "Κοντά στην άγρια καρδιά" για το περιοδικό "Prosa" και με τον Τζόρτζιο ντε Κίρικο, που φιλοτέχνησε το πορτρέτο της. Μετά από μια σύντομη επιστροφή στη Βραζιλία, το ζεύγος εγκαθίσταται, μεταξύ 1946-49, στη Βέρνη της Ελβετίας. Στο διάστημα αυτό γεννιέται ο πρώτος γιος της Λισπέκτορ, Πέδρο, και γράφει το επόμενο μυθιστόρημά της, "A cidade sitiada" ("Η πολιορκημένη πόλη", 1949), καθώς και τα περισσότερα διηγήματα της συλλογής "Lacos de familia" ("Οικογενειακοί δεσμοί", 1960). Μετά από μια σύντομη παραμονή έξι μηνών στο Τόρκι της Αγγλίας, το 1950, το 1952 ο Μαουρί μετατίθεται στην Ουάσινγκτον, όπου γεννιέται ο δεύτερος γιος της Λισπέκτορ, Πάουλο, το "Κοντά στην άγρια καρδιά" μεταφράζεται στα γαλλικά και αρχίζει να δουλεύει το επόμενο μυθιστόρημά της, "A Maca no Escuro" ("Το μήλο στα σκοτεινά", 1961), καθώς και μια νέα συλλογή διηγημάτων. Ωστόσο, ο γάμος της με τον Μαουρί μπαίνει σε κρίση, καθώς η Λισπέκτορ αντιλαμβάνεται σιγά σιγά τη δυσκολία της ζωής στη συμβατικότητα των διπλωματικών κύκλων. Το 1959 ταξιδεύει μόνη της στην Ολλανδία και στη συνέχεια επιστρέφει στη Βραζιλία, αποφασισμένη να ζήσει μόνη με τους δύο γιους της, και αρχίζει να αρθρογραφεί σε γυναικεία περιοδικά. Η συλλογή διηγημάτων "Οικογενειακοί δεσμοί", που εκδίδεται το 1960, συγκεντρώνει διθυραμβικά σχόλια ("η πιο σημαντική συλλογή διηγημάτων που εκδόθηκε ποτέ στη χώρα από την εποχή του Μασάντο ντε Ασίς", γράφει ο συγγραφέας Φερνάντο Σαμπίνιο). Το 1961 εκδίδεται το μυθιστόρημα "Το μήλο στα σκοτεινά" που κερδίζει το βραβείο Carmen Dolores Barbosa. To 1964 εκδίδεται η συλλογή διηγημάτων "A legiao estrangeira" ("Η λεγεώνα των ξένων") και το μυθιστόρημα "A Paixao segundo G.H." ("Τα κατά G.H. πάθη"), ένα από τα σπουδαιότερα και πιο πολυσυζητημένα μυθιστορήματα του 20ού αιώνα. To 1966, ενώ εκδίδεται η πρώτη μελέτη για το έργο της (Μπενετίτο Νούνες, "Ο κόσμος της Κλαρίσε Λισπέκτορ"), η Λισπέκτορ νοσηλεύεται στο νοσοκομείο με εγκαύματα τρίτου βαθμού καθώς αποκοιμιέται μ' ένα τσιγάρο αναμμένο που προκαλεί πυρκαγιά. Το 1967 εκδίδεται το πρώτο παιδικό βιβλίο της, "Το μυστήριο του σκεπτόμενου ψαριού", που βραβεύεται με βραβείο καλύτερου παιδικού βιβλίου, και αρχίζει να δραστηριοποιείται πολιτικά απέναντι στις ωμότητες της δικτατορίας στη χώρα της. Ακολουθούν τα βιβλία, "Η γυναίκα που σκότωσε τα ψάρια" (παιδικό, 1968), "Μαθητεία ή Το βιβλίο των ηδονών" (μυθιστόρημα, 1969), "Λαθραία ευτυχία" (διηγήματα, 1971), "Ζωντανό νερό" (μυθιστόρημα, 1973), "Μίμηση του ρόδου" (διηγήματα, 1973), "Ο γολγοθάς του σώματος" (ερωτικά διηγήματα, 1974), "Πού ήσουν τη νύχτα" (διηγήματα, 1974), "Η εσωτερική ζωή της Λάουρας" (παιδικό, 1974), "Η ώρα του αστεριού" (αφήγημα, 1977), που θα είναι το τελευταίο βιβλίο της που εκδίδεται εν ζωή, καθώς διαγιγνώσκεται με μη αναστρέψιμο καρκίνο στις ωοθήκες. Μια φίλη της διηγείται ότι πηγαίνοντας στο νοσοκομείο, λέει: "ας προσποιηθούμε ότι δεν πάμε στο νοσοκομείο, ότι δεν είμαι άρρωστη και ότι πάμε στο Παρίσι" και φιλοδωρεί τον ταξιτζή με το δεκαπλάσιο της αξίας της διαδρομής. Πεθαίνει ενάμιση μήνα μετά στο Ρίο ντε Τζανέιρο, στις 9 Δεκεμβρίου 1977, την παραμονή των 57ων γενεθλίων της. Μετά το θάνατό της εκδίδονται το παιδικό βιβλίο "Σχεδόν στ' αλήθεια", το πεζογράφημα "Μια ανάσα ζωής" (διάλογος ενός Δημιουργού με το έργο του) και μεταδίδεται η μοναδική της τηλεοπτική συνέντευξη, στο κανάλι TV Cultura του Σάο Πάολο.


Πάπισσα Ιωάννα

No comments: