ΕΝΑ
ΞΕΧΩΡΙΣΤΟ ΔΙΗΓΗΜΑ (2): Ένας λυράρης που πιάνει τη γλώσσα,
το χιούμορ, το μπρίο, τη λαϊκή ψυχή αλλά και την ελληνική κακοδαιμονία και
προσπαθεί να την κάνει τραγούδι· σε πρώτη φάση την έκανε διηγήματα.
Ελληνικός με φουσκάλες:
Χαΐνης Δ. Αποστολάκης
“Φτου ξελευτερία για όλους”
εκδόσεις Καστανιώτη
2015
|
Άλλο
ένα βιβλίο με διηγήματα όπου στάθηκα στο πρώτο, έμεινα με τη γλύκα-του και
διάβασα τα επόμενα με τη θύμηση του “Δύο σε ένα”. Όλη η συλλογή διακρίνεται από μια
λεπτή ειρωνεία, μια καυστική διάθεση, ένα χιούμορ που τρέχει σαν σκυλάκι
ανάμεσα στις λέξεις, αλλά πέραν τούτων –ή και ακριβώς λόγω τούτων- δεν
προσέχθηκε το υπόλοιπο σκεύασμα. Όλη η συλλογή αξίζει για άλλους λόγους από
αυτούς για τους οποίους ξεχώρισα το πρώτο: λαϊκή
αφηγηματικότητα από έναν άνθρωπο που έχει διαβάσει, ξέρει τη γλώσσα
(θαύμασα τόσο την προφορικότητα του ύφους όσο και την ακρίβεια των δόκιμων
λέξεών-του), ανάδειξη της κρητικής
ψυχής, καζαντζακικοί τύποι και σκηνές από το χωριό γεμάτες ατόφια
λαϊκότητα, αυθορμητισμό, κουζουλάδα…
Τ ο π ρ ώ τ ο δ ι ή γ η μ α ε ί ν
α ι α π ο λ α υ σ τ ι κ ό. Αναλύει
με πολλές αναδρομές, στηριγμένες σε προσωπικές αναμνήσεις και βιώματα, τη
μάνα-του, μια βέρα Κρητικιά που μεγάλωσε τα παιδιά-της σ’ ένα χωριό της Μεγαλονήσου.
Στο πρόσωπό-της και στον τρόπο με τον οποίο πορεύτηκε συμπυκνώνεται αφενός η μητριαρχική γραμμή, κατά την οποία
πραγματικό αφεντικό του σπιτιού είναι η μητέρα, η οποία ρυθμίζει τα του
οίκου και άδηλα καθορίζει το πώς και το τι της καθημερινότητας. Αφετέρου η
ντόπια αντιμετώπιση της ζωής, η λαϊκή σοφία και καταπίεση, η χωριάτικη
προσπάθεια για επιβίωση, η παραδοσιακή αίσθηση του ανθρώπου και των αξιών-του,
η επαρχιακή κουλτούρα.
Σ’ αυτό το πλαίσιο η
μητέρα του συγγραφέα, με ένα απίστευτο ένστικτο και με μια συλλογική
παραδοσιακή ιδέα περί ανατροφής, τον καταδυναστεύει, όχι από διάθεση επιβολής
αλλά από μια βαθιά ριζωμένη πίστη ότι έχει δίκιο και ότι οι συνθήκες επιβάλλουν
τις ιδεοληπτικές-της προτροπές. Όπλα της
επίθεσης είναι η μουρμούρα, η γκρίνια, η επανάληψη, η πλύση εγκεφάλου κ.ο.κ.,
με τα οποία προσπαθεί να κάμψει την αντικομφορμιστική νοοτροπία του γιου, ο
οποίος ήθελε να γίνει μουσικός. «Κι από επάγγελμα τι θα κάνει;» αντιγυρίζει
η μάνα, που δεν χωρά ο νους-της ότι η μουσική μπορεί να αποβεί μόνιμη (έμμισθη)
ενασχόληση.
Η όλη αφήγηση, όπως
προείπα ότι συμβαίνει σε όλα τα κείμενα, στίζεται από χιούμορ και μπρίο, καθώς
ο ιώβειας υπομονής και επιμονής γιος βλέπει όλα αυτά με εσωτερική τσαντίλα αλλά
και με απαθή στωικότητα.
Κι ενώ όλα αυτά θα
έφταναν το διήγημα σε ένα καλό επίπεδο, αλλά δεν θα το εκτόξευαν. Αυτό γίνεται με το συγκινητικό τέλος και τη
φιλοσοφημένη κατάληξη. Η μάνα, όπως όλες οι μάνες, κάποια στιγμή πεθαίνει
κι ο συγγραφέας αναλογίζεται πόσο αντιφατική ήταν όταν έδινε με λόγια ή με
πράξεις, με το στόμα ή με την αύρα-της, ετερόκλητα και συχνά αντίθετα μηνύματα:
π.χ. ήταν κατά των ηρωικών πράξεων αλλά ταυτόχρονα τραγουδούσε περήφανα
κρητικές μαντινάδες όπου επαινούνταν οι λεβέντες άνδρες. Κι αυτό, όσο κι αν
φαίνεται ψυχολογικά αντιφατικό, είναι ίσως, αποφαίνεται ο αφηγητής, ο πυρήνας
της ελληνικής προόδου. Ότι μπορεί η
ελληνική ψυχή να συναιρεί αντιφατικές καταστάσεις, να συνδέει Απόλλωνα και
Διόνυσο, να δίνει δίκιο τόσο στον Κρέοντα όσο και στην Αντιγόνη, να θεωρεί το
γλέντι προνόμιο αλλά και τη δουλειά ευλογία. Αυτή η δισυπόστατη ουσία του
Ελληνισμού, προσωποποιημένη στο πρόσωπο μιας λαϊκής, αγράμματης μάνας, είναι
και η βάση για μια άλλη θέαση της ζωής αλλά και εκκίνηση μιας παράδοσης που
μπορεί να δώσει εξέλιξη.
[Οι εικόνες για τη διακόσμηση
των λέξεων είναι παρμένες από: www.creteplus.gr, www.kidslovegreece.com, agro.in.gr και goodnet.gr]
Πατριάρχης
Φώτιος
No comments:
Post a Comment