Tuesday, February 16, 2016

“Το διπλό πρόσωπο του νου” του Γιάννη Παπαγιάννη

Ο Ιανός λατρευόταν από τους Ρωμαίους ως ο θεός με τα δύο πρόσωπα, σαν τον άνθρωπο, κάθε άνθρωπο, που έχει πολλαπλούς εαυτούς, πραγματικούς και φανταστικούς. Ο Ιανός αναφερόταν εξίσου στον πόλεμο και στην ειρήνη, στον ήλιο και στη σελήνη, στη νιότη και στα γηρατειά. Ήταν γενικότερα ο θεός της μετάβασης από τη μία κατάσταση στην άλλη. Είναι το σημερινό σύμβολο της αμφιθυμίας, της αμφιταλάντευσης, της επαμφοτερίζουσας στάσης.


Κρύος διπλός καφές:

Γιάννης Παπαγιάννης
“Το διπλό πρόσωπο του νου”
εκδόσεις Κριτική
2015
  


          Είναι το δεύτερο βιβλίο μέσα στη χρονιά που το άφησα μετά τις πρώτες σελίδες κι έπειτα το ξανάπιασα από τύψεις. Ένιωθα κάπου μέσα-μου ότι το αδίκησα, ότι το υποτίμησα προκαταβολικά, μάλλον επειδή πίστεψα ότι πρόκειται για ένα συγκεχυμένο πείραμα ανακατεμένων κεφαλαίων, χωρίς ουσία.
          Όταν το ξαναπήρα στα χέρια-μου, αντιλήφθηκα ότι δεν είναι τόσο μπερδεμένο, αλλά η διττή-του πλευρά αφήνει τον αναγνώστη να καταλάβει το πώς και το γιατί. Για το δεύτερο, όχι απόλυτα, αλλά τουλάχιστον βάζει την ανάγνωση σε δύο μονοπάτια, που εναλλάσσονται, και σπάνια νιώθει κανείς ότι πατά κουτσαίνοντας στο ένα ή στο άλλο, μετέωρος.

Η διφυΐα του μυθιστορήματος έγκειται στους δύο πρωταγωνιστές, στον συγγραφέα Γιάννη Παπαγιάννη και στον ήρωα Βασίλη Ζώη. Ο συγγραφέας κατεβαίνει από τον θρόνο-του και γίνεται ένα με τη δράση, υποβιβάζεται στο επίπεδο των χαρακτήρων-του κι έτσι δεν εκμεταλλεύεται την προνομιακή-του θέση. Γνωρίζει τον Βασίλη στις διακοπές, στην πορεία προς ένα νησί, μαζί με την παρέα-του, τις τρεις κοπέλες, τη φίλη-του Καμίλ, τη Λένα και την Αριάγνη, που τελικά γουστάρει τον συγγραφέα. Ένας φόνος κι η ξαφνική φυγή των άλλων τριών αφήνουν τον Παπαγιάννη έκθετο και ύποπτο, μπερδεμένο και έρμαιο στις ορέξεις της αστυνομίας.
Όπως προείπα, τα κεφάλαια είναι μισά εστιασμένα στο Βασίλη και μισά στον συγγραφέα, μισά τριτοπρόσωπα και μισά πρωτοπρόσωπα, μισά δράση και μισά αυτοαναφορικά σχόλια για τη συγγραφή. Έτσι, ο μυθιστοριογράφος πλάθει ένα σύγχρονο στη γραφή έργο, που ακολουθεί τη τάση των καιρών να διαασπούν πολλαπλώς την αφήγηση και που κάνει τον συγγραφέα απλό κομμάτι στο πολυμερές ψηφιδωτό της συγγραφής, χωρίς κανένα προνόμιο λόγω αυθεντίας, χωρίς κανένα πλεονέκτημα λόγω συγγραφικής παντεποπτίας. Η ιδέα δεν είναι πρωτότυπη αλλά εφαρμόζεται άρτια και κάνει το βιβλίο καλογραμμένο, καλοσχεδιασμένο και σοφά ζυγισμένο.
Ο Παπαγιάννης παίρνει την ιδέα η οποία έχει ομολογουμένως ξαναχρησιμοποιηθεί και την εφαρμόζει έτσι ώστε να φανεί το προγραμματικό-του σχέδιο. Ο συγγραφέας βιώνει τόσο έντονα όσα γράφει που γίνεται κι ο ίδιος τμήμα του βιβλίου-του, αισθάνεται στριμωγμένος μετά τη δολοφονία της Αριάγνης, σαν να τον κυνηγάνε όλοι, κι έτσι μπαίνει βαθιά στο πετσί των ρόλων που καλούνται να παίξουν οι άλλοι χαρακτήρες. Γράφει ενδεικτικά αλλά και αποκαλυπτικά: «νομίζουν ότι υπάρχει η ζωή-τους, όμως δεν υπάρχει παρά η αφήγησή-της» (σελ. 103). Αντεστραμμένη αφήγηση, αφού η ζωή (του συγγραφέα) περιέχεται μέσα στο έργο και δεν είναι το έργο που περιέχεται μέσα στη ζωή του συγγραφέα. Σ’ αυτό συμβάλλει και η διασπορά χωρίων ή αφομοιωμένων αποσπασμάτων από άλλους συγγραφείς, ώστε να φανεί η διπλή διάσταση της γραφής.
Κι εκεί που πιστεύεις ότι το νερό μπήκε στ’ αυλάκι, αποδεικνύεται –προς αιφνιδιασμό και του εσωτερικού συγγραφέα- ότι οι τρεις κοπέλες και ο Βασίλης ήταν ηθοποιοί (ο Βασίλης ίσως όχι), που έπαιζαν έναν ρόλο, δυστυχώς με απροσδόκητα αποτελέσματα. Επομένως, έχουμε θέατρο μέσα στο λογοτέχνημα (κάτι σαν τον «Άμλετ»), πλοκή μέσα στην πλοκή, χειραγώγηση ρόλων και παραπλάνηση, αφού η σκηνοθεσία της ζωής εγκιβωτίζεται μέσα στο μυθιστόρημα. Και ακόμα περισσότερο, ένα δεύτερο (ή μήπως τρίτο;) επίπεδο καταλαμβάνει η σύγχυση του νου του Βασίλη, που δεν μπορούσε να χωνέψει τον φόνο της μητέρας-του, με αποτέλεσμα να πλάσει ακούσια μια παράλληλη παλίμψηστη πραγματικότητα.

Κρατώ την πολύ καλή ιδέα, την εξέλιξή-της, το παιχνίδι της τέχνης με τον διπολικό κόσμο, τις αυτοαναφορικές επισημάνσεις που νοηματοδοτούν το εγχείρημα και δίνουν σάρκα και οστά στην αφήγηση. Πετάω τις σκηνές που φλυαρούν, τα υπονοούμενα που κάνουν το κουβάρι αξεδιάλυτο, το μοτίβο του έρωτα που φουρτουνιάζει τετριμμένα τη ζωή. Κρατώ μια καλή συγγραφική απόπειρα και μια ανάλογα καλή αναγνωστική εμπειρία.

[Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο In2life στις 2/2/2016 και εδώ αναδημοσιεύεται με μια πρόσθετη εισαγωγή, όπως πάντα, και στολισμένο με εικόνες που έλαβα από:  desticorp.typepad.com,  progressivechristianity.org, www.ew.com, www.stylepinner.com, commons.wikimedia.org και www.openask.com]

Πατριάρχης Φώτιος

4 comments:

Simone said...

Καλησπέρα Πατριάρχη Φώτιε,
το βιβλίο με παίδεψε κι εμένα στην αρχή αλλά αφού μπήκα στο νόημα το απόλαυσα. Εξάλλου υπάρχει στη φύση μας η διττότητα, ο κρυμμένος Ιανός μας. Η μάσκα που φοράμε για να αντιμετωπίσουμε την καθημερινότητά μας και να κρατάμε βαθιά μέσα στη ψυχή και το νου μας την σκοτεινή μας πλευρά. Αυτά άλλωστε ήθελε να πει ο συγγραφέας και τα κατάφερε πολύ καλά.
Χαιρετώ
Σουμέλα

Πάπισσα Ιωάννα said...

Σουμέλα, καλημέρα.
Έχεις δίκιο: η διττότητα είναι πραγματικότητα,
είτε ως ρόλοι μέσα στην κοινωνία
είτε ως φύσεις μέσα σε κάθε άνθρωπο.
Και φαντάζομαι ότι ο συγγραφέας είναι μαζί δημιουργός και χαρακτήρας
κι ίσως και αναγνώστης.
Π.Φ.

Anonymous said...

Συγχωρέστε με, αλλά ακόμα και η απόπειρα παρουσίασής του μου φάνηκε μπερδεμένη, κάτι που με κάνει να υποψιαστώ πως παρά τις καλές προθέσεις τόσο του συγγραφέα όσο και του παρουσιαστή του, το βιβλίο είναι ανεστίαστο.

Καλά όλα τα όλα, ο θάνατος της μάνας πού κολλάει; Κι αυτό το εύρημα, του συγγραφέα που με το όνομά του, προσωπικά δηλαδή, συμμετέχει στη μυθοπλασία, τι θέλει να δείξει; Αποπειράσθε βέβαια να το ερμηνεύσετε, πλην όμως πάνε χρόνια που έχει γίνει κατανοητό -όπως νομίζω τουλάχιστον- πως η μυθοπλασία είναι ένας κόσμος που πλάθει ο συγγραφέας, ο οποίος οφείλει να κτρατά μία κάποια απόσταση από αυτόν, αν δεν θέλει να ομφαλοσκοπεί και να γίνεται αβάσταχτα αυτοαναφορικός.

Επιτρέψτε μου, αλλά σε απάντηση στα περί Ιανού, θα προτιμήσω το Διπλό όνειρο της γραφής των Βλαβιανού-Χρυσόπουλου, που, αν και εξαιρετικά δυσνόητο, ωστόσο δεν είναι διόλου μπερδεμένο. Την καλησπέρα μου Πατριάρχα!

Πάπισσα Ιωάννα said...

"Το εύρημα, του συγγραφέα που με το όνομά του, προσωπικά δηλαδή, συμμετέχει στη μυθοπλασία"
είναι πλέον σύνηθες και δείχνει ακριβώς ότι η νέα σύλληψη της λογοτεχνίας δεν την κρατά κλεισμένη στον κόσμο-της,
αλλά ανοίγεται και περιλαμβάνει και εξωλογοτεχνικά στοιχεία,
όπως τον συγγραφέα (εδώ) ή τον αναγνώστη (αλλού).
Π.Φ.