Εγώ πάω στο βιβλίο ή αυτό
σε μένα; Προσαρμόζομαι στις ποιοτικές προδιαγραφές-του ή το απορρίπτω επειδή
έχω προδιαγεγραμμένα θέλω; Διαβάζω για να επεκτείνω τους ορίζοντές-μου ή για να
ταιριάξω σ’ αυτούς ό,τι μου αρέσει;
Ξεκινάω ένα καινούργιο
βιβλίο, ας πούμε από αυτά που μου χάρισαν, ώστε να αφήσω στην άκρη όσα επέλεξα
εγώ. Διαβάζω μερικές σελίδες και προσπαθώ να βρω το στίγμα του έργου και το
δικό-μου μέσα στα νερά-του. Ναι, το ύφος και η γλώσσα ευρύτερα είναι τα πρώτα
δείγματα γραφής, που ίσως με απωθούν ή με ελκύουν. Μετά, ενδέχεται να μετράει η
πλοκή και το πώς οι αφηγηματικές τεχνικές, η σύνδεση των γεγονότων, οι ελιγμοί
της ιστορίας και ο τρόπος προβολής-της οικοδομούν μια άρτια ολότητα. Όλα αυτά
υπάρχουν μέσα-μου, πριν ανοίξω το βιβλίο, και επηρεάζουν τη θετική ή αρνητική
στάση-μου απέναντι στο κείμενο.
Σήμερα,
όμως, με απασχολεί κάτι άλλο. Το πώς εγώ,
ο αναγνώστης, μπαίνοντας στις σελίδες του έργου επηρεάζομαι από το είδος του
κειμένου, τον τρόπο γραφής ή το ρεύμα στο οποίο ανήκει. Λ.χ. τι κάνω όταν
συναντώ χωρίς να το υπολογίζω ένα αστυνομικό μυθιστόρημα, ενώ εγώ είμαι
αρνητικός απέναντι σ’ αυτό; Ή τι κάνω όταν περιμένω κάτι ρεαλιστικό και συναντώ
μια ρομαντική, ενίοτε ποιητική, γραφή; Πώς αντιδρώ όταν πέφτω πάνω σε ένα
ξεχαρβαλωμένο κείμενο, σκόπιμα αποσπασματικό, ενώ εμένα μ’ αρέσουν οι στρωτές
αδιατάρακτες αφηγήσεις; Τι κάνω όταν διαβάζω πολλή ιστορία, ενώ εγώ προτιμάω
εξομολογήσεις ή και αυτοσχόλια σε μια προσωπική αφήγηση; Και ούτω καθεξής…
Το πιο έντιμο είναι να διαβάσω το έργο και
να προσαρμοστώ εγώ στις απαιτήσεις και τις συντεταγμένες που θέτει. Να μπω
στην κοίτη-του και να κρίνω με βάση τα δεδομένα που μου θέτει και όχι να το
απορρίψω από τις πρώτες σελίδες, μιας και δεν ανταποκρίνεται στα στάνταρ-μου.
Επειδή όμως δεν είμαι επαγγελματίας, αλλά μέσος αναγνώστης, αυτό είναι μια
εργαστηριακή απαίτηση, που δ ε ν
μπορεί να πραγματοποιηθεί. Ψάχνω
βιβλία (και με το δίκιο-μου) που να ανταποκρίνονται στις ψυχικές και νοητικές
ανάγκες-μου και επομένως, αν συναντήσω
μια ακραία, ανισόρροπη για τα γούστα-μου γραφή, θα σταματήσω ή θα δυσανασχετήσω
ή θα προχωρήσω με βέβαιες προκαταλήψεις, που θα χτυπάνε στην οθόνη του μυαλού-μου
αρνητικά πρόσημα.
Καλώς ή κακώς,
προσεγγίζουμε κάθε βιβλίο με τις προκαταλήψεις-μας. Προκαταλήψεις με
βάση το όνομα του συγγραφέα, με βάση τον εκδοτικό οίκο, με βάση το είδος του
μυθιστορήματος, με βάση τη χώρα προέλευσης… και ενίοτε, ανάλογα με το ποσοστό
διαλλακτικότητας που μας διέπει, μένουμε πιστοί στις προκαταλήψεις-μας ή τις παραγκωνίζουμε
και μετέχουμε στη γοητεία του βιβλίου.
Και τότε ακριβώς
ξεπροβάλλει το ιδεολόγημα περί γούστου.
“Περί ορέξεως …ουδείς λόγος” σημαίνει απλά ότι μπορώ να διαβάζω και να εκτιμώ
ό,τι να’ ναι, χωρίς να υπάρχει αντίρρηση. Δημοκρατία έχουμε. Ο καθένας διαβάζει
ανάλογα με τα γούστα του …κ.ο.κ. Η
ποιότητα δηλαδή είναι άκρως υποκειμενική, η τέχνη, ακριβώς επειδή είναι
πολύσημη, μπορεί να εκλαμβάνεται αυθαίρετα, το προσωπικό γούστο δεν ελέγχεται
κ.ο.κ…. Φυσικά διαβάζω ό,τι μ’ αρέσει, μπορεί να σταματήσω και να το παρατήσω,
μπορεί να προσπαθήσω να φτάσω κάπου που δεν έφτανα παλιότερα, μπορεί… ό,τι
θέλω. Απλώς αυτός ο άκρατος υποκειμενισμός, όταν δημοσιοποιείται, δεν ευνοεί
τον διάλογο, δεν δοκιμάζει τα κριτήρια του καθενός με όσα η εμπειρία της
κοινότητας έχει να προσκομίσει και εντέλει καταντά ένας αδιέξοδος σολιψισμός.
Ανάμεσα
στο κοινωνικό και στο ατομικό, ανάμεσα στο ιστορικά δικαιωμένο και το σύγχρονο,
ανάμεσα στον εαυτό που λειτουργεί με τις
προκαταλήψεις-του και την κοινότητα που έχει εγκαθιδρύσει τις δικές-της
προκαταλήψεις, υπάρχει πουθενά παρθένα πρόσληψη; Πώς μπορώ να ισορροπήσω
ανάμεσα στον Κανόνα και στις προτιμήσεις-μου, ανάμεσα σ’ αυτά που κουβαλάω πριν
ανοίξω το βιβλίο και σ’ αυτά που θα βρω μέσα σ’ αυτό;
Πατριάρχης Φώτιος
2 comments:
Καλημέρα.Έβαλες πολλά θέματα μαζί,έτσι νομίζω.Στις απορίες σου της αρχής απάντησες μέσα από την ανάρτηση για το βιβλίο του Παπαγιάννη(πχ ρώτησες/αναρωτήθηκες "εγώ πάω στο βιβλίο ή αυτό σε μένα;Προσαρμόζομαι στις ποιοτικές προδιαγραφές-του ή το απορρίπτω επειδή έχω προδιαγεγραμμένα θέλω;Ξεκινάω ένα καινούργιο βιβλίο,ας πούμε από αυτά που μου χάρισαν, ώστε να αφήσω στην άκρη όσα επέλεξα εγώ.Διαβάζω μερικές σελίδες και προσπαθώ..." και απάντησες/εξήγησες "είναι το δεύτερο βιβλίο μέσα στη χρονιά που το άφησα μετά τις πρώτες σελίδες κι έπειτα το ξανάπιασα από τύψεις.Ένιωθα κάπου μέσα-μου ότι το αδίκησα,ότι το υποτίμησα προκαταβολικά,μάλλον επειδή πίστεψα ότι πρόκειται για ένα συγκεχυμένο πείραμα ανακατεμένων κεφαλαίων,χωρίς ουσία" και"κρατώ μια καλή συγγραφική απόπειρα και μια ανάλογα καλή αναγνωστική εμπειρία".
Αυτές τις όμορφες αγωνίες,καλέ μου Πατριάρχη,δεν νομίζω να τις έχουν οι σκέτοι αναγνώστες, τουλάχιστον όχι στον βαθμό που απασχολούν εσένα κι εμένα σαν αναγνώστες-μπλόγκερς. Οι φίλοι του ροζ πάνε χωρίς πολλά πολλά και βρίσκουν τα ροζ,οι του αστυνομικού τα αστυνομικά κοκ. Καμία σκοτούρα και είναι και η πλειοψηφία.Μόνο τα μέλη των λεσχών ανάγνωσης,στο λέω από εμπειρία,πειραματίζονται χωρίς όμως να το κάνουν ζήτημα,ανοίγονται σε είδη και συγγραφείς, όμως κι αυτοί πάνε κάθε φορά,σε κάθε τους συνάντηση,παρακάτω.Δεν λογοδοτούν (στον εαυτό τους αρχικά,θα σου πω για να μην παρεξηγηθώ)αν πουν μπροστά στους δεκαπέντε συνοδοιπόρους της λέσχης/ομάδας/παρέας πχ "αυτό το βιβλίο είναι για τα μπάζα" και δεν το τεκμηριώσουν στοιχειωδώς και δεν έχει σημασία αν το βιβλίο τους το χάρισαν,το δανείστηκαν ή το αγόρασαν. Όλα είναι πολύ πιο απλά,προφορικά,εκφράζονται αρνητικά ή θετικά έχοντας νωπό το βιβλίο και μετά από καιρό είναι εντυπωσιακό το πως έχει καταλαγιάσει μέσα τους από τον χρόνο και μπορεί να αναφερθούν σ΄αυτό επιεικέστερα ή πολύ πιο σκληρά από την πρώτη εκείνη φορά.
Εμείς όμως που είμαστε (και)μπλόγκερς άρα γράφουμε και τίθενται στην διάθεση οποιουδήποτε τα κείμενά μας νιώθουμε,υποψιάζομαι,εκτεθειμένοι- επειδή σχολιάζουμε δημόσια και ακούμε κατά καιρούς τα εξ αμάξης δικαίως ή αδίκως και πάντως σε μια χώρα που ουδείς μπορεί να ισχυριστεί ότι γίνεται αξιόλογη και μαζί μη κατευθυνόμενη κριτικογραφία κι όχι λογοτεχνικό ρεπορτάζ ή φιλότιμες παρουσιάσεις σε διαδικτυακές σελίδες και περιοδικά -και γι αυτό έχουμε αυτές και πολλές ακόμη αγωνίες.Καλώς τις έχουμε αλλά μην περιμένεις να βγει και καμιά άκρη.
Καλημέρα, Βιβή.
Οι ερωτήσεις τίθενται όχι κατ' ανάγκη για να απαντηθούν άπαξ,
αλλά για να θέτουν σε βάσανο τις αναγνώσεις-μας
και κάθε φορά να δίνεται μια απάντηση, η οποία ίσως σιγά σιγά να αποτελέσει προσωπικό κανόνα.
Μόνο έτσι γινόμαστε καλύτεροι ως αναγνώστες
Π.Φ.
Post a Comment