Συγγραφέας ή φιλόσοφος, σημειολόγος ή
διανοούμενος, ο Έκο ήταν ένα πολύ δραστήριο πνεύμα, που άπλωνε τα δίχτυα-του σε
πολλά πεδία του ανθρώπινου επιστητού. Ακονισμένο μυαλό, χιούμορ, εργατικότητα,
ικανότητα σύνθεσης, παραγωγής και δημιουργίας συστημάτων γνώσης…
Ο ΟΥΜΠΕΡΤΟ ΕΚΟ γεννήθηκε στην Αλεσάντρια
του Πιεμόντε το 1932. Από το 1975 έχει την έδρα του Καθηγητή Σημειωτικής στο
Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, ενώ από το 1988 είναι πρόεδρος του Διεθνούς Κέντρου
Μελετών Σημειωτικής στο Πανεπιστήμιο του Σαν Μαρίνο. Αν και αρχικά
παρακολούθησε σπουδές Νομικής, εγκατέλειψε αυτό τον τομέα και ακολούθησε
σπουδές Μεσαιωνικής Φιλοσοφίας και Λογοτεχνίας με διδακτορική διατριβή στον
Θωμά Ακινάτη. Δούλεψε στη RAI
και
έπειτα δίδαξε στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο. Από το 1962 ως το τέλος του 1970 ο
Έκο ανέπτυξε τη δική του θεωρία στη Σημειολογία. Το 1965 εξελέγη καθηγητής
Οπτικών Επικοινωνιών στη Φλωρεντία και το 1966 καθηγητής της Σημειολογίας στο
Μιλάνο. Το 1971 το Πανεπιστήμιο της Μπολόνια του προσέφερε τη θέση του τακτικού
καθηγητή της Σημειολογίας και το 1974 ο Έκο οργάνωσε τον Διεθνή Σύνδεσμο
Σημειολογικών Μελετών. Μέσα στη δεκαετία του ’70, άρχισε να γράφει τα
μυθιστορήματά του, κάνοντας την αρχή με ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΡΟΔΟΥ, που τιμήθηκε με το
βραβείο Strega το 1981 και το Médicis Étranger το 1982, ενώ πούλησε εκατομμύρια
αντίτυπα σε όλο τον κόσμο. Ο Έκο περνάει τον καιρό του με τη γυναίκα του και τα
δύο παιδιά τους ανάμεσα στο σπίτι του στο Μιλάνο (ένα διαμέρισμα-λαβύρινθο με
μια βιβλιοθήκη 30.000 βιβλίων) και στο εξοχικό του στο Ρίμινι. Πέθανε στις 20
Φεβρουαρίου 2016.
(Το βιογραφικό αυτό σημείωμα
στηρίχτηκε
στην ιστοσελίδα των εκδ. Ψυχογιός και στην Wikipedia)
Λογοτεχνικά
έργα
-
Il nome della rosa (1980) (Το όνομα του Ρόδου).
Συνοδεύτηκε από το "Επιμύθιο στο όνομα του Ρόδου".
-
Il pendolo
di Foucault (1988) (To Εκκρεμές του Φουκώ)
-
L’ isola del giorno prima (1994) (Το
νησί της προηγούμενης ημέρας)
-
Baudolino (2000) (Μπαουντολίνο)
-
La misteriosa fiamma della regina Loana (2004) (Η
μυστηριώδης φλόγα της βασίλισσας Λοάνα)
Έχω διαβάσει –σταδιακά-
όλα τα έργα του Έκο, εκτός από το “Μπαουντολίνο”. Έχω την αίσθηση ότι η συγγραφή
δεν ήταν γι’ αυτόν μια λογοτεχνική – αισθητική ενασχόληση, αλλά μια δοκιμή των
θεωρητικών και σημειωτικών-του ιδεών. Έβλεπε δηλαδή τον κόσμο διά της αφήγησης
και πειραματιζόταν μ’ αυτήν, ώστε να ελέγξει αν οι πλαστοί κόσμοι που έφτιαχνε
μπορούσαν να αντέξουν τις θεωρίες-του. Στην ουσία πιστεύει ότι η αλήθεια μπορεί
να δοκιμαστεί σε διαφορετικά περιβάλλοντα και να φανεί πόσο αντέχει.
Η Ιστορία καταρχάς
ενέχει επιτελεσμένες αλήθειες, αλλά τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται, αφού όλα
επιδέχονται ερμηνείας. Στο “Όνομα του Ρόδου”,
το πιο καλό μυθιστόρημά-του, ξεκινά ως αντικείμενο αστυνομικής έρευνας και
συνεχίζεται με θεολογικές και φιλοσοφικές προεκτάσεις. Ούτε φανατισμός των
θεολόγων ούτε η θρησκοληψία των ακραίων μοναχών αλλά ούτε και η αφέλεια οδηγούν
στην αλήθεια, η οποία χρειάζεται μετριοπάθεια, ανοικτό και οξύ μυαλό, διαλλακτικότητα.
Σ’ αυτό το πλαίσιο δημιουργεί έναν σήριαλ-κίλλερ, ο οποίος αφήνει τα
σημάδια-του σε κάθε φόνο σαν μια σημειωτική αλυσίδα, που θέλει αποκωδικοποίηση.
Το διακύβευμα είναι η θεολογική αλήθεια και η προστασία-της, ειδικά από το
χαμένο πλέον 2ο βιβλίο της Ποιητικής του Αριστοτέλη.
Η αλήθεια υπάρχει όσο
τα κείμενα ερμηνεύονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, όσο κάθε εποχή εξηγεί με
τις δικές-της (παρ)ερμηνείες τον κόσμο. Ο γραπτός λόγος περνά μέσα από ένα
σημείωμα στο “Εκκρεμές του Φουκό” και δημιουργεί μια σειρά από εικασίες και διαστρεβλώσεις. Τρεις επιμελητές
εκδόσεων προσπαθούν να ανασυνθέσουν το μυστικό των Ναϊτών, πράγμα που θα
εξελιχθεί τελικά σε πλάνη. Σημεία και πληροφορίες μέσα σε τόνους σκουπιδιών,
απόκρυφες επιστήμες, εναλλαγές σοφίας και ψέματος ανασυγγράφουν την Ιστορία.
Πρόκειται για ένα παζλ με κομμάτια από χρονογραφίες, απομνημονεύματα, μελέτες
και ιστορικά δοκίμια. Η μαγεία του Έκο…
Το κείμενο, όπως τα
κόμικς στη “Μυστηριώδη φλόγα της βασίλισσας Λοάνα”, αποτελεί
φορέα μνήμης. Ο αφηγητής ξαναγυρίζει στο σπίτι του παππού, όπου ξεθάβει τα
κόμικς της παιδικής ηλικίας, μέσα από τα οποία ξαναζεί νοσταλγικά τα χρόνια του
μεσοπολέμου και του πολέμου και ανασυνθέτει τη μουσολινική περίοδο. Η αλήθεια
είναι θέμα μνημονικών συνάψεων και διακειμενικών αναφορών. Το ίδιο επίφοβη
είναι και όταν γίνεται γλωσσικό όργανο στα χέρια αδίστακτων δημοσιογράφων που
επινοούν την πραγματικότητα. Στο “Φύλλο μηδέν” εξυφαίνεται
ένα κλασικό σενάριο συνωμοσιολογίας που επιδέχεται πολλών ερμηνειών και δείχνει
πόσο εύκολο είναι να πειστεί ο μέσος άνθρωπος από τα ΜΜΕ ότι κάτι κρύβεται που
δεν του το λένε, αλλά πρέπει να το ξέρει. η ιδέα της ίδρυσης μιας εφημερίδας
και όλο το συμβολικό πεδίο που πλάθεται είναι πολύ εύστοχο, αφού αναδεικνύει με
την υπερβολή και τη σκοπιμότητά-του τη διαφθορά των ΜΜΕ, τα υπόγεια παιχνίδια
παραπλάνησης, τον λαϊκισμό-τους και τη διαστρέβλωση κάθε κανόνα δεοντολογίας,
προς εξυπηρέτηση κάθε είδους προπαγάνδας.
Παντού η Ιστορία, τετελεσμένη ή
δυνητική, γραπτή ή άγραφη, παρελθούσα ή παρούσα. Παντού η συνεχώς κινούμενη και
αέναα θηρευόμενη αλήθεια, αλήθεια που μάλλον ουδέποτε θα πιαστεί στο δίχτυ. Περνά
μέσα από τη γραφή, την ερμηνεία, τις εικασίες και τις (α)βάσιμες αναγνώσεις και
πιο πολύ υπάρχει όσο υπάρχουν κείμενα και αναγνώστες παρά ως αντικειμενικό
δεδομένο. Το μυστήριο είναι τοποθετημένο σε μια σειρά από σημεία, τα οποία σαν
παιχνίδι με τελίτσες μπορεί να οδηγήσει στην αποκάλυψη ή στην πλάνη.
[Οι εικόνες αντλήθηκαν από: www.theguardian.com, www.math-only-math.com, www.clickatlife.gr και sherwoodforesthistory.blogspot.com]
Πατριάρχης
Φώτιος
19 comments:
Γιώργος- Ίκαρος Μπαμπασάκης
35 λεπτά · Αθήνα ·
Οι εκδότες που στέλνουν βιβλία στον Πατριάρχη Φώτιο, σε ποιον ακριβώς τα στέλνουν; Σε ποια ακριβώς διεύθυνση; Και οι συγγραφείς που γκρινιάζουν για τον Πατριάρχη Φώτιο, για ποιον ακριβώς γκρινιάζουν; Και όσοι του δίνουν σημασία, για ποιον ακριβώς λόγο του δίνουν σημασία; Μπας και τους εγκωμιάσει για κάνα αριστούργημα που ίσως γράψουν αύριο μεθαύριο;
Πηγή: Facebook
Προς κάθε ενδιαφερόμενο:
Η διεύθυνση όπου στέλνουν οι συγγραφείς και οι εκδότες τα βιβλία είναι ΦΥΣΙΚΑ στο Φανάρι στην Κωνσταντινούπολη, όπου ζω:
Fener - Haliç, İstanbul - Türkiye.
Όποιος μου δίνει σημασία
πιστεύει ότι κάθε αναγνώστης στον οποίο μπορεί να πάει το βιβλίο-του
είναι εν δυνάμει κριτής
και μπορεί να έχει λόγο.
Επομένως, μόνο οι αυτάρεσκοι φοβούνται την κριτική.
Την ευλογία-μου σε όλους, έμβιβλους και άβιβλους.
Π.Φ.
Όποιος έχει συνηθίσει να γλείφει μόνο ζαχαρόπηκτες κριτικές, είναι λογικό οι αρνητικές να του ξινίζουν ή να του φέρνουν πίκρα. Φαίνεται ότι στην Ελλάδα παράγουμε μόνο λογοτεχνικά αριστουργήματα! Αυτό το συμπεράσμα συνάγεται εύκολα εξάλλου αν κοιτάξουμε την θέση της Ελλάδας σε σύγκριση με τον παγκόσμιο χώρο - οι ξένοι διαβάζουν σύγχρονους έλληνες συγγραφείς και κάνουν χαρακίρι μην αντέχοντας την μίζερη κατωτερότητά τους!!
Σχετικά με τον Μπουκόφσκι από όπου ξεπήδησε και το όλο θέμα, δεν έπρεπε να κάνεις αρνητική κριτική Φώτιε. Ο Μπουκόφσκι μπορεί να έγραψε μια μεθυσμένη μαλακία αλλά εσύ δεν είχες το δικαίωμα να την κρίνεις!!! Πήρες άδεια από τον μεταφραστή; Τον επιμελητή; Τον διορθωτή; Τον βιβλιοπώλη; Κλείσ' το επιτέλους το ρημάδι το μπλογκ, αφού δεν έχεις την ικανότητα να λες πράγματα που δεν ενοχλούν!
Εννοείται: πως συνεχίζεις και προχωράς! Ως έχει!
Μα κάθεσαι τώρα και ασχολείσαι με τον αταλαντάκη.Μια ζωή τα ίδια αναμασά ο φασιστάκος...
Έχω μια απορία Πατριάρχη. Αποδείχτηκε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι είσαι ο Γιώργος Περαντωνάκης και γράφεις για τα βιβλία στη Bookpres. Ποιος ο λόγος της ανώνυμης κριτικής; Θα μπορούσες να έγραφες σε αυτό το μπλοκ με το όνομά σου. Η ανωνυμία οδηγεί και έναν καλοπροαίρετο σε δεύτερες σκέψεις. Τι από αυτά που λες εδώ δεν θέλεις να τα υπογράψεις και γιατί;
Λευτέρης
Δεν προσβάλλω κανέναν.
Δεν προβάλλω κανέναν.
Γράφω επειδή διαβάζω.
Δεν είμαι αυτός που λες, Λευτέρη. Πώς αποδείχθηκε αυτό;
Είμαστε τρία πρόσωπα που συμπυκνώνουμε ό,τι μας ενδιαφέρει από τα αναγνώσματά-μας.
Γράφουμε και έχουμε το δικαίωμα να γράφουμε,
αφού ο άλλος εκδίδει.
Μιλάμε για βιβλία, όχι για συγγραφείς.
Μιλάμε για να συζητήσουμε και να δούμε τις αντιρρήσεις.
Όντως, όπως λέει και ο Μαραμπού, πάμπολλα ελληνικά βιβλία θεωρούνται (και είναι)
κατώτερα των αναμονών-μας.
Γι' αυτό και τον τελευταίο καιρό έχω κάνει μια κάποια στροφή στα ξένα.
Αλλά κι εκεί, λόγω πολλών παραγόντων, δεν μπορεί κανείς να είναι επιδοκιμαστικός, χωρίς προϋποθέσεις,
και να με συγχωρήσει ο κάθε μεταφραστής, αλλά ό,τι του αρέσει και κατέβαλλε πολύ κόπο να το μεταφέρει στα ελληνικά δεν είναι αναγκαστικά και ικανό να με συγκινήσει.
Μαραμπού, Νώντα, Ανώνυμε και καλοπροαίρετε Λευτέρη,
ευχαριστώ για τη στήριξη.
Είμαι πολύ μεγάλος σε ηλικία για να με ενοχλούν οι ...Ρόζες.
Π.Φ.
Είναι εντυπωσιακό πάντως, σε μια αγορά βιβλίου τόσο καχεκτική και εσωστρεφή, όσο η ελληνική, που από μέρα σε μέρα βαίνει προς περαιτέρω συρρίκνωση (ιδέ πρόσφατη έρευνα του Γ. Μπασκόζου) πόσος κόσμος μαστίζεται από το μαράζι της προβολής, της θεωρούμενης αδικίας εις βάρος του/της, του φθόνου και των καταπιεσμένων παθών. Φαίνεται ότι το φαινόμενο 'κακό χωριό τα λίγα σπίτια' αποκτά ολοένα και περισσότερη εφαρμογή στην περίπτωσή μας. Μέχρι να φτάσουμε στο σημείο που τα βιβλία θα διαβάζονται μονάχα από συγγραφείς, οι κριτικές από κριτικούς, και γενικώς στην κατάσταση της απόλυτης περιθωριοποίησης, που ίσως να είναι αυτή που ταιριάζει σε τούτο το άρρωστο συνάφι.
Το βέβαιο είναι ότι η Ρόζα έχει εμπνεύσει μεγάλα πάθη.
Δεν είχα σκοπό να αναμειχθώ περαιτέρω σε θεωρίες συνομωσίας και άλλα εμφυλιοπολεμικά πάθη, πλην όμως καλό θα ήταν να μαρτυρήσω
πως ούτε οι άρρωστες εντέλει όσο και εγωπαθείς ροζ υπάρξεις που νομίζουν πως το σύμπαν περιστρέφεται γύρω τους,
ούτε κριτικοί που φοβούνται πως θα τους φάνε το ψωμί και τη δόξα,
ούτε συγγραφείς που δεν άκουσαν τα καλά λόγια που θα ήθελαν και θέλουν να πάρουν εκδίκηση,
αφορούν έναν καθαρόαιμο αναγνώστη.
Αυτόν τον αφορούν και θα έπρεπε να τον αφορούν μονάχα τα βιβλία και ίσως οι απόψεις άλλων αναγνωστών για αυτά, ανεξάρτητα αν έχουν γραφεί από κάποιον με ή χωρίς ψευδώνυμο ή και τα δύο, αναγνωρισμένο κριτικό ή ερασιτέχνη βιβλιοπαρουσιαστή
Προσωπικά μού είναι αδιάφορες οι τυχόν πολλαπλές περσόνες ενός βιβλιοκριτικού, εξάλλου μπρώ να τις τσεκάρω διαβάζοντας τα βιβλία που κρίνει, και να διαλέξω κάποια από αυτές ή και καμία.
Μα ειλικρινά, ποιος είναι αυτός που θα καταλογίσει στον χ πατριάρχη Φώτιο, στον Χ "έγκριτο" κριτικό, ή δεν ξέρω σε ποιον άλλο, ηθικές ευθύνες και με ποιο σκοπό πέρα από ένα κουτσομπολιό του τύπου "Α, κι εσύ που μιλάς, λερωμένη θα την έχεις την φωλιά σου"!
Αξέχαστος ο Έκο και στο η Σημειολογία στην Καθημερινή Ζωή και ασφαλώς στο Όνομα του Ρόδου. Τι θα λέγατε να στραφεί η κουβέντα στην λογοτεχνία;
Το βέβαιο είναι ότι η Ρόζα έχει εμπνεύσει μεγάλα πάθη.
Το κακό είναι ότι, παραπλεύρως, ερέθισε σφόδρα και μια
διαπιστωμένα ψυχοπαθητική προσωπικότητα.
Από προχτές θέλω να γράψω δυο πραγματάκια για το όλο θέμα-γιατί είναι στην ουσία του πολύ σοβαρό καθώς έχει να κάνει με την ελευθερία του αναγνώστη να κρίνει το καλλιτεχνικό έργο,το ίδιο το δικαίωμά του στην δημόσια έκφραση-και δεν τα καταφέρνω.Δεν ξέρω τι να πω,την κακία δεν την καταλαβαίνω,με ξεπερνάει,άλλωστε έχω γίνει στο παρελθόν κι εγώ στόχος γιατί άγγιξα άλλο κατά την αντίληψή του(ς) μονοπώλιο.
Προτιμώ λοιπόν να σου ζητήσω έτσι απλά,να φροντίζεις να είσαι καλά,όποιος κι αν είσαι,και να συνεχίσεις να προσφέρεις στα ελληνικά γράμματα ό,τι προσφέρεις ως τώρα και να ξέρεις αυτό:οι αναγνώστες που δεν είναι,όπως πολύ σωστά λένε και οι προλαλήσαντες,ούτε ανόητοι ούτε βέβαια περιττοί μετά το ταμείο,σε γνωρίζουν από χρόνια,από τότε που ξεκίνησες,σε εκτιμούν και συχνά στις βιβλιοφιλικές τους κουβέντες σε μνημονεύουν,εσένα,γιατί σου χρωστάνε την γνωριμία τους με πολλά βιβλία και πολλούς συγγραφείς.
Αυτό λοιπόν είναι που μετράει κι όχι οι κακίες και οι αντιδιαλεκτικές χολές των μκδ που δεν έχουν καμία σχέση με αυτό που λέμε συζήτηση και αληθινή ζωή.
Την καλησπέρα μου.
Εμείς διαβάζουμε τον Πατριάρχη για να ενημερωθούμε για τα βιβλία καθώς δεν "θα ευλογήσει τα γένια του". Ο κύριος Μπαμπασάκης μάς λέει πως είναι ο μόνος που έχει την θεία φώτιση από τον Μπουκόφσκι ή τον Ντεμπόρ και αυτό από μόνο του είναι σκοταδιστικό.
Ενδιαφέρον θα ήταν, όχι αν έλεγε ο Μπαμπασάκης, αλλά αν σκεφτόταν λίγο γι' αυτόν που του Θύμισε την παλιά ανάρτηση του Πατριάρχη Φωτίου και του έβαλε την ιδέα για το ότι ο Πατριάρχης Φώτιος είναι ο Γιώργος Περαντωνάκης.
Ψάξου, Μπαμπασάκη, ψάξε τον κολλητό σου. Όσο έχει ως στόχο τον Πατριάρχη Φώτιο άλλο τόσο έχει κι εσένα. Και δεν είναι η πρώτη φορά. Όσο για τον Μπουκόφσκι και τη λογοτεχνία, δεν κινδυνεύουν από κανέναν.
Βιβλιοκοκκυγία, Βιβή, Νότα
και Ανώνυμοι,
ευχαριστώ για την υποστήριξη, ακόμα περισσότερο επειδή δεν με ξέρετε.
Σας ευχαριστώ επειδή κρίνετε με βάση το 10ετές ιστολόγιο
και όχι με βάση τις όποιες φήμες.
Ευχαριστώ επειδή βλέπετε τις αναρτήσεις και όχι το πρόσωπο πίσω από αυτές.
Δεν χρειάζεται να δίνουμε σημασία σε ό,τι φαντάζομαι διακινείται στο Facebook,
όσο είναι τοξικό και πολλές φορές δηλητηριάζει τον ίδιο τον πομπό-του.
Καλημέρα
Π.Φ.
Πατριάρχη Φώτιε,
δεν θυμάμαι ποιος είπε τα παρακάτω λόγια
"Το να αντέχεις την ήττα με αξιοπρέπεια, να υπομένεις την κριτική με ψυχραιμία, να δέχεσαι τιμές με μετριοφροσύνη -όλα αυτά είναι ενδείξεις ωριμότητας και μεγαλείου"
νομίζω ότι δεν πρέπει να ασχολείσαι με τέτοιου είδους κριτικές και σχόλια για να δείξεις την αξιοπρέπειά σου και το μεγαλείο σου. Λυπάμαι πολύ όταν άνθρωποι που εκτιμούμε για το έργο τους ξεπέφτουν, ίσως είναι σημάδι των καιρών, δεν ξέρω, μακάρι όχι.
Με εκτίμηση
Σουμέλα
Από τη μία ο αλλοπαρμένος Μπαμπασάκης που πετάει ονόματα χωρίς καμιά απόδειξη (λες κι έχει και καμιά σημασία το πραγματικό σου όνομα) και από την άλλη ο δήθεν φίλος του, συγγραφέας κι αυτός, που φαντασιώνεται ότι είναι Μακιαβέλι και συχνά πυκνά δίνει το παρόν εδώ αλλάζοντας ψευδώνυμα και φύλο (και) για να βρίσει ψευδωνύμως τον πρώτο. Άραγε, μπορούμε να πούμε ότι ως συγγραφείς ανήκουν στη διανόηση της χώρας; Μάλλον ναι. Αν κρίνουμε απ' το γενικευμένο χάλι αυτής της κοινωνίας. Πάντως, κρίμα για τον Μπαμπασάκη. Είναι απείρως καλύτερος του "φίλου" του, ο οποίος μάλλον γι' αυτό και τον φθονεί.
Σουμέλα,
δεν ασχολούμαι με ό,τι πετά λάσπη στο Βιβλιοκαφέ,
αλλά πρέπει μετά να καθαρίζω τον χώρο για να σερβίρω.
Άλλωστε το να ψάχνει κανείς να βρει ποιος είμαι (λες και είμαι κάτι σπουδαίο!)
είναι θεμιτό λόγω περιέργειας,
το να ψάχνει όμως να βρει κανείς ποιος είμαι λόγω μνησικακίας,
είναι αφάνταστα ψυχοφθόρο για τον ίδιο.
Είναι τιμή-μου να με ταυτίζουν με βιβλιοκριτικούς,
όσο κι αν το Βιβλιοκαφέ δεν έχει το τουπέ-τους και δέχεται τη συζήτηση και τα αντεπιχειρήματα.
Anonymous,
δεν μου αρέσει το μένος,
δεν μου αρέσουν οι χαρακτηρισμοί.
Θες καφεδάκι;
Π.Φ.
Αν είναι απ' τα χεράκια σου, και καφέ και λουκουμάκι.
Post a Comment