Ένας πολύπλευρος
συγγραφέας που έγραψε ιστορία, φιλοσοφία, απομνημονεύματα, δοκίμια κ.ο.κ. ήταν
όμως πρώτα απ’ όλα άνθρωπος ικανός να γίνει ήρωας ή αντιήρωας μυθιστορήματος.
Εσπρέσο με ελάχιστη ζάχαρη:
Τάκης Θεοδωρόπουλος
“Το μυθιστόρημα του Ξενοφώντα”
εκδόσεις Ωκεανίδα
2004
εκδόσεις Πόλις
2013
|
Ο
συγγραφέας παίρνει έναν αρχαίο Έλληνα και τον μεταφέρει στον σύγχρονο
αναγνώστη, αλλά όχι με τη μορφή μυθιστορηματικής βιογραφίας, όπως συνηθίζεται.
Ούτε επιλέγει το κλασικό ιστορικό μυθιστόρημα, αφού προτιμά να συνδυάσει
δοκίμιο και πεζογραφία, ιστορία και σχόλιο, αφήγηση και λοξή ματιά.
Αξίζει
επομένως να συζητηθεί γιατί ο Θεοδωρόπουλος ονομάζει το έργο-του “μυθιστόρημα”,
ενώ αναπλάθει μια εποχή όπου δεν υπήρχαν μυθιστορηματικές μορφές. Με άλλα λόγια
πώς καταφέρνει να μυθιστορηματοποιήσει
ένα υπαρκτό πρόσωπο, το οποίο είναι γνωστό κυρίως για την
ιστοριογραφική-του παραγωγή, καθώς συνέχισε το έργο του Θουκυδίδη για τον
Πελοποννησιακό Πόλεμο μετά το 411, και την στρατηγική-του δράση στην εκστρατεία
του Κύρου, ενώ δευτερευόντως υπήρξε φιλόσοφος, ή καλύτερα μαθητής του Σωκράτη.
Πώς ένας αρχαίος Έλληνας λοιπόν αποκτά μυθιστορηματικές διαστάσεις;
Ο
Μιχαήλ Μπαχτίν στο έργο-του “Έπος και μυθιστόρημα” (εκδόσεις Πόλις 1995)
αναφέρει ένα-δυο πράγματα που μας είναι χρήσιμα: «Ένα
μυθιστορηματικό πρόσωπο δεν πρέπει να είναι “ηρωικό”, με την επική ή την
τραγική σημασία του όρου: πρέπει να συνδυάζει γνωρίσματα θετικά όσο και
αρνητικά, χυδαία και ευγενή, κωμικά και σοβαρά. Αυτό το πρόσωπο πρέπει να
παρουσιάζεται όχι σαν να ήταν ένα έτοιμο, τελειωμένο και αμετακίνητο ον, αλλά
ως ένα πρόσωπο που εξελίσσεται, μεταμορφώνεται, διδάσκεται από τη ζωή». Κι ο Θεοδωρόπουλος, ακολουθώντας
τις επιταγές του μυθιστορηματικού είδους, αναβαπτίζει τον αρχαίο ήρωά-του, που
είναι κατά τ’ άλλα κομμάτι ενός επικού-τραγικού κόσμου, με τις πινελιές της
νέας γραφής. Ο Ξενοφώντας δεν είναι ο
σχολικός ιστορικός, ο μουσειακός στρατηγός, ο επίπεδος συγγραφέας. Είναι μέσα
στο μυθιστόρημα-του ένας ζωντανός άνθρωπος που έχει φιλοδοξίες αλλά τρώει
και τα μούτρα-του, κυνηγά τη ζωή αλλά φέρεται και κωμικά στη διάβασή-της, είναι
μαζί υψιπετής όσο και γελοίος, είναι φιλόδοξος αλλά μαζί προδίδει σαν άλλος
Αλκιβιάδης την πατρίδα-του.
Ο συγγραφέας καταφέρνει να ορθώσει
μπροστά-μας έναν τέτοιο χαρακτήρα με δύο βασικές δεξιότητες.
Από τη μια, έχει διαβάσει
πολύ την αρχαιότητα, διαβάσει με τη διττή σημασία της λέξης: αφενός, έχει βουτήξει επαρκώς στη
βιβλιογραφία, έχει περιδιαβεί βιβλία και κείμενα της αρχαιότητας και έχει εντρυφήσει
σ’ αυτήν, όπως φαίνεται και από άλλα του έργα (“Το ξυπόλυτο σύννεφο”
και “Η επιδημία” ),
ειδικά στα τέλη του 5ου και στις αρχές του 4ου αιώνα. Αφετέρου, έχει διαβάσει την περίοδο, δηλαδή
έχει ερμηνεύσει σε βάθος το κλίμα-της και έχει αναγνωρίσει τη σοβαρή αλλά
και τη γελοία-της όψη, την ωραία και γνωστή ακμή-της αλλά και την καθημερινή
παρακμή-της.
Από την άλλη, έχει βουτήξει την πέννα-του στην ειρωνεία, στο
αστείο, στο χιούμορ, έχει βάλει λίγη χολή για όλους αυτούς τους ανυπεράσπιστους
αρχαίους, που απομυθοποιούνται απλά όπως άλλοτε εξιδανικεύτηκαν. Το μυθιστόρημα, όπως επεσήμανε ο
Μπαχτίν, δεν νογάει από ηρωικές μορφές και μονολιθικές προσωπικότητες.
Εκθρονίζει τις μορφές που στέκονταν επιβλητικές αλλά και άψυχες σαν αγάλματα και
τις ξανανιώνει αλλά με τη σύγχρονη ματιά της αμφίπλευρης ζωντάνιας-τους. Όλο το
έργο είναι ένας αφηρωισμός της αρχαιότητας ή καλύτερα μιας απομυθοποίησης της
«μαρμάρινης» εικόνας που έχουμε γι’ αυτήν.
Η ανθρωπογεωγραφία του έργου, που έχει φυσικά κέντρο τον
Ξενοφώντα, κινείται στο εκκρεμές της αδυναμίας και της δύναμης. Ο άνθρωπος προσπαθεί να
εκμεταλλευτεί τις καταστάσεις και να κερδίσει δύναμη, όπου μπορεί, να
εξισορροπήσει αδυναμίες, να ανέβει κοινωνικά, να καταξιωθεί στον στρατιωτικό,
πολιτικό, καλλιτεχνικό στίβο. Ο Ξενοφώντας αλλού απέτυχε, π.χ. ως
εκκολαπτόμενος φιλόσοφος, ενώ και ως στρατιωτικός έμαθε στην πράξη (στην Κύρου
Ανάβασιν) όσα έμαθε, αλλά κατάφερε να γράψει κείμενα που έμεινα αθάνατα.
Θα θεωρούσα το έργο
κατώτερο της φήμης-του, αφού η ιστορία βαραίνει περισσότερο, ενώ η λογοτεχνία
τρέχει ξωπίσω-της με αγκομαχητό. Θα θεωρούσα την ανάγνωση ιστοριοδιφική
περιέργεια, αφού η βιογραφία του Ξενοφώντα έστω και με λοξό τρόπο είναι
ακλόνητη. Θα τα θεωρούσα όλα αυτά, αν δεν έβλεπα
τη μυθιστορηματοποίηση να υποβόσκει σε κάθε σελίδα, έστω και κρυμμένη, όχι
μόνο στη σκιαγράφηση του πρωταγωνιστή αλλά και στο διπλό πρόσωπο που έβαλε ο
Θεοδωρόπουλος να τον παίξει: αφενός ο ίδιος ο Ξενοφών και αφετέρου ο
Θεμιστογένης ο Συρακούσιος, όνομα με το οποίο υπογράφτηκε καταρχάς η «Κύρου
Ανάβασις». Ο Ξενοφών διχάζεται και αποκτά δύο εαυτούς…
[Οι εικόνες αντλήθηκαν από: grizosgatos.blogspot.com, www.heritage-history.com, chicagoboyz.net, exagorefsis.blogspot.com, www.firstshowing.net, www.istorikathemata.com και www.historyforkids.org]
Πατριάρχης Φώτιος
2 comments:
Δεν τον διάβασα με την σειρά έκδοσης.Αυτό του ακριβώς το βιβλίο,το "Αδιανόητο Τοπίο" λίγο αργότερα αλλά και το "Αριστερό Χέρι της Αφροδίτης" μετά -εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους,νομίζω-με έκαναν να εκτιμήσω πάρα πολύ τον συγγραφέα Τάκη Θεοδωρόπουλο(σαν πολιτικός αρθρογράφος μερικές φορές μου προκαλεί αμηχανία).
Εκτιμώ τον (πολιτικό) στοχασμό-του, ασχέτως αν συμφωνώ μαζί-του.
Και όντως ως συγγραφέας είναι αρκετά ποικίλος,
που μπορεί να γράψει διαφορετικά κείμενα,
βουτηγμένα ωστόσο τα περισσότερα από την "ανακάλυψη" της αρχαιότητας,
με μια σύγχρονη ματιά πάνω στην αρχαιότητα,
αλλά ικανώς φωτεινή.
Πατριάρχης Φώτιος
Post a Comment