Ο μικρός ήρωας βρίσκεται ξαφνικά από
το χριστιανικό περιβάλλον ενός παραδοσιακού και γι’ αυτό άστοργου
ορφανοτροφείου στη μεγάλη ζωή με τις απάτες-της, τα μεγαλεπήβολα ψέματά-της,
τις περιπέτειες των κλασικών μυθιστορημάτων και μια σαρδόνια συγγραφική σκανδαλιά
που διαπερνά τα πάντα.
Αμερικάνικος με άρωμα
δαμάσκηνο:
Hannah
Tinti
“The
Good Thief”
2008
“Ο καλός κλέφτης”
μετ. Μ. Ζαχαριάδου
εκδόσεις Πόλις
2013
|
Υπάρχει μια τάση στο σύγχρονο μυθιστόρημα (αναφέρομαι σε διεθνές
επίπεδο) οι συγγραφείς να παίρνουν πρότυπα ή και συγκεκριμένα έργα του 19ου
αιώνα και να τα ξαναγράφουν, ή καλύτερα να τα μιμούνται στην ατμόσφαιρα, στη
γλώσσα, στο κλίμα της ανάγνωσης, αλλά με μια λοξή ματιά που δυναμιτίζει τη
ρεαλιστική-τους βάση. Πρόχειρα θυμάμαι την “Ερωμένη του
γάλλου υποπλοιάρχου” του Τζον Φώουλς ή τους “Ναυαγούς της Πασιφάης”
του Φαίδωνα Ταμβακάκη.
Η
Hannah
Tinti κάνει κάτι
ανάλογο, μιμούμενη κατά βάση τη
ντικενσιανή ατμόσφαιρα διανθισμένη με άλλους συγγραφείς που αποτύπωσαν τον 19ο
αιώνα. Ένας μικρός με ακρωτηριασμένο το ένα χέρι, ο Ρεν, μεγαλώνει σε
ορφανοτροφείο της Νέας Αγγλίας, απ’ όπου τον “υιοθετεί” ένας παμπόνηρος
απατεώνας, ο Μπέντζαμιν, που μαζί με τον συνεταίρο-του τον Τομ, σκαρώνουν ένα
σωρό απάτες εις βάρος των κατοίκων, για να εξοικονομήσουν χρήματα. Η αφήγηση
έχει τη γενναιοδωρία των ιστοριών του κλασικού μυθιστορήματος, στήνει
μπροστά-μας σκηνές και διαλόγους, απλώνει τις περιπέτειες με διάθεση να μη
βιαστεί αλλά και χωρίς την αργή, βασανιστική, ραθυμία των παλιών συγγραφέων.
Όποιος
αγαπάει αυτό το κλίμα, μια εποχή με
φτώχια και μικρούς διαβόλους που αλωνίζουν την αμερικάνικη ύπαιθρο, χωριά και
επαγγελματίες που ζουν με τις μικροϊστορίες-τους, θα το χαρεί. Όποιος πάλι
αναζητά μια νέα νότα, ένα συστατικό που θα αρτύσει το ξαναζεσταμένο φαγητό,
ίσως το βρει στο σκανδαλιάρικο χιούμορ που παρωδεί το ρεαλιστικό υπόστρωμα. Ο
μικρός νάνος που ζει στη σοφίτα και κατεβαίνει από την καμινάδα ή ο Ντόλυ, που
θάφτηκε ζωντανός μέσα στο φέρετρο και απελευθερώθηκε κατά τύχη, όταν ο
Μπέντζαμιν και η παρέα-του τυμβωρύχησαν για να βρουν πτώματα και τα πουλήσουν
σε έναν ερευνητή-γιατρό, είναι τσεκουριές που σκίζουν στα δυο το σκονισμένο
πρόσωπο μιας παρωχημένης περιόδου.
Η Tinti προσπαθεί να ξαναδεί το
αμερικανικό τοπίο με τη ζαβολιά της μεταμοντέρνας εποχής-μας. Το κείμενο γράφεται στα πρότυπα του
κλασικού, αλλά αποσκοπεί στο να περάσει στην απέναντι όχθη, σ’ αυτήν του
εικοστού αιώνα που βλέπει ειρωνικά το παρελθόν και τον εαυτό-του, που αναζητεί
την ανατροπή, που παίζει πόκερ με τα λογοτεχνικά είδη.
Σε
μένα όμως όλο αυτό δεν λειτούργησε. Θα μπορούσα να μείνω ενεός σε μια αφήγηση
που κυλάει και με κρατά εγρήγορο, αλλά συνάμα με κάνει να αναρωτιέμαι αν ο
αναγνώστης πρέπει να ακολουθεί τον συγγραφέα και να ξεψαχνίζει τα θέλω-του ή να
επιβάλλει τη δική-του γνώμη στο κείμενο… αν το κείμενο είναι ανοικτό και
ερεθιστικό. Κι “Ο καλός κλέφτης” δεν ήταν…
[Οι εικόνες αντλήθηκαν από: www.cine-vue.com, www.bbc.co.uk, www.theguardian.com και www.telegraph.co.uk]
Πατριάρχης Φώτιος
No comments:
Post a Comment