Tuesday, February 16, 2021

Κώστας Ταχτσής, “Το τρίτο στεφάνι”

Δυο περίτεχνα δεμένοι μονόλογοι, από απλές γυναίκες με τη μικροαστική τους ματιά, που δεν γίνεται κατινίστικη, αλλά πιάνει όλο το οικογενειακό πλαίσιο του μεσοπολέμου και τις από τα κάτω εξελίξεις της ελληνικής κοινωνίας.


Κώστας Ταχτσής

“Το τρίτο στεφάνι”

[πρώτη έκδοση 1962]

εκδόσεις Ψυχογιός

-2020


Θεωρείται ιδρυτικό κείμενο της μεταπολεμικής μας λογοτεχνίας. Ψάχνοντας να δω τι θα διαβάσω από τα κλασικά έργα, έπεσα πάνω του. Και το πήρα να δω τι εστί Ταχτσής και τι Τρίτο στεφάνι…


> Ο Κώστας Ταχτσής (1927-1988) γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, αλλά πέρασε στην Αθήνα τα μαθητικά και εφηβικά του χρόνια και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου φοίτησε για δυο χρόνια. Στη συνέχεια εργάστηκε ως γραμματέας του αμερικανού επόπτη στο υδροηλεκτρικό έργο του Λούρου. Το 1951 εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο "Ποιήματα". Ακολούθησαν τέσσερις ακόμη συλλογές ως το 1956, από τις οποίες τον έκαναν γνωστό η "Συμφωνία του 'Μπραζίλιαν'" (1954) και το "Καφενείο 'Το Βυζάντιο'" (1956). Το 1954 έφυγε για την Αγγλία, όπου έμεινε ως το καλοκαίρι του επόμενου χρόνου. Επέστρεψε στην Αθήνα και ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη διδασκαλία της αγγλικής γλώσσας. Από την άνοιξη του 1956 ως τον Δεκέμβρη του 1964 έζησε σχεδόν αδιάκοπα στη Δυτική Ευρώπη, Αυστραλία και ΗΠΑ, με ενδιάμεσες επιστροφές στην Ελλάδα. Στις χώρες που επισκέφτηκε έγραψε "Το τρίτο στεφάνι", το οποίο ολοκλήρωσε στην Αυστραλία, κατά τη διάρκεια δεύτερης εκεί παραμονής του και έστειλε στην Ελλάδα για εκτύπωση. Το έργο απορρίφθηκε ως ακατάλληλο και ο Ταχτσής πραγματοποίησε ιδιωτική έκδοσή του στην Αθήνα το 1962. Μετά την οριστική επιστροφή του στην Αθήνα έλαβε μέρος στη συντακτική επιτροπή του περιοδικού "Πάλι" (1964-67), μαζί με τους Νάνο Βαλαωρίτη, Μαντώ Αραβαντινού, Γιώργο Μακρή, και εργάστηκε ως ξεναγός και μεταφραστής (μετέφρασε τέσσερα θεατρικά έργα του Αριστοφάνη και έργα των Εντουάρντο ντε Φίλιππο, Ατάυντε, κ.ά.). Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας συνυπέγραψε τη "Δήλωση των 18" κατά της χούντας και της λογοκρισίας, το 1969, και διώχτηκε από την Ασφάλεια. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του σχεδόν εγκατέλειψε το γράψιμο. Δηλωμένος ομοφυλόφιλος και τραβεστί, ο Κώστας Ταχτσής δολοφονήθηκε άγρια υπό ανεξιχνίαστες συνθήκες στο σπίτι του στον Κολωνό σε ηλικία εξήντα ενός χρόνων. 


Η ΠΡΩΤΗ μου εντύπωση δεν είναι αυτό για το οποίο όλοι μιλούν. Είναι η ικανότητα του Ταχτσή να δένει σε δυο μονόλογους ετερόκλιτα στοιχεία, να περνά από το παρόν στο παρελθόν, να μπλέκει (ομαλά) πρόσωπα και πράγματα. Π.χ. η μία αφηγήτρια, η Νίνα, έχει κάνει τρεις γάμους αλλά η αφήγησή της δεν τους διατρέχει με τη χρονολογική σειρά αλλά με ένα μπρος-πίσω, που βγάζει προφορικότητα, συνειρμό και προσωπικές αλληλουχίες. Ο αναγνώστης ίσως ψάχνεται, αλλά έτσι συμμετέχει κι αυτός πιο δραστικά στο κουβάρι που δεν είναι τελικά και τόσο μπλεγμένο…

ΔΕΥΤΕΡΗ αφηγήτρια η κυρα-Εκάβη, που αναμηρυκάζει τη ζωή της και μαζί τη μεσοπολεμική Ελλάδα μέσα από τις οικογενειακές ιστορίες της ίδιας και των παιδιών της. Ένας κυκεώνας μπλεξιμάτων, σκοτουρών, γάμων, απιστιών και χωρισμών. Η μία ιστορία διαδέχεται την άλλη, μπλέκεται και ξεμπλέκεται, σε μαεστρικούς ελιγμούς, που κάνουν ξεχωριστό το μικρό και ανούσιο.

ΑΥΤΟ φυσικά που κυριαρχεί είναι ο μικροαστισμός μιας Ελλάδας λίγο μετά την Κατοχή και τον Εμφύλιο, στην αρχή της περιβόητης δεκαετίας του ’60 με καταβολές από τον μεσοπόλεμο και τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια. Φοβήθηκα ότι εμένα αυτή η γενιά που δεν την έζησα, που μου φαίνεται τόσο μακρινή, καθότι παιδί του 21ου αιώνα, θα με άφηνε αδιάφορη. Κι όντως με ζόρισε να συλλάβω τον κόσμο σε μια μικροαστική νοοτροπία, που ίσως υπάρχει ακόμα, ίσως έχει μετεξελιχθεί σε κάτι πιο glamorous ή κατά βάθος έχει διαποτίσει κάθε σημερινό σπίτι.

Η ΝΙΝΑ κι η Εκάβη εκφράζονται χειμαρρηδόν. Η πρώτη βρίζει την κόρη της, που της είναι βάρος, αφήνει έκθετα διάφορα άπλυτα για την πεθερά της, τους άνδρες της, μιλάει λαϊκά, αν και όχι πολύ αργκό. Το ίδιο κι η δεύτερη που ελεεινολογεί τον άντρα της και τα παιδιά της, που σκέφτονται μόνο το τομάρι τους παρατώντας παιδιά και συζύγους. Πρόσωπα της μεσοπολεμικής και μεταπολεμικής Αθήνας φιγουράρουν, περνάνε ως τύποι, οι οικογενειακές σχέσεις, η καθημερινότητα, μια πλειάδα στοιχείων, που αποδίδουν με λίγο κατινιά, με λίγο κουτσομπολιό, με πολλή εξομολόγηση ένα πλέγμα σχέσεων, με αξίες και απαξίες.

ΔΙΑΒΑΖΩ μια γλώσσα λαϊκή, προφορική, συνειρμική, περίτεχνη, με πολλά λόγια στοιχεία, ένα κράμα απλού λόγου αλλά και εκφράσεων ενός πιο υψηλού επιπέδου, μάλλον ως απόρροια των ακουσμάτων και της στερεότυπης γλώσσας της διοίκησης. Διαβάζω το χιούμορ και τον σαρκασμό, τις χειμαρρώδεις ολισθήσεις δυο καταιγιστικών μονολόγων, ένα μποτιλιάρισμα δύο δρόμων που φέρνουν στο ίδιο σημείο ανθρώπους, σχέσεις, οικογένειες, νοοτροπίες. Το βιβλίο διαβάζεται εύκολα, καθώς ο Ταχτσής έφτιαξε δυο πολύ ζουμερές αφηγήτριες που δένουν τον αναγνώστη στα δίχτυα τους.


ΩΣΤΟΣΟ, καθ’ όλη την ανάγνωση αλλά και μετά, αναρωτιόμουν το αρχικό μου ερώτημα, αν δηλαδή αυτός ο κόσμος με αφορά, αν μια κοπέλα του 21ου αιώνα βρίσκει χάρη στον μικρόκοσμο δυο μικροαστών γυναικών πριν από έναν αιώνα. Παρατήρησα βέβαια τη φεμινιστική σκοπιά, που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας: οι γυναίκες είναι δυναμικές, ενώ οι άντρες κότες, οι γυναίκες καθορίζουν το μέλλον τους και δρουν έξω από τα στερεότυπα, σπάνε τα καθιερωμένα, μου άρεσε αυτός ο τσαμπουκάς. Βλέπουμε ένα είδος Ιστορίας, ειδικά από τον τορπιλισμό της Έλλης μέχρι τον Εμφύλιο, μια αφήγησή της από τα κάτω, από τις απλές γυναίκες που σκέφτονται τον μικρόκοσμό τους αλλά συνάμα το μάτι τους πιάνει (λίγο) και το ευρύτερο πλαίσιο.

ΜΠΟΡΩ να πω, ως τελική εκτίμηση, ότι ο κόσμος αυτός δεν διασταυρώνεται με τον δικό μου και δυσκολεύτηκα να βρω ταυτίσεις.

Πάπισσα Ιωάννα

No comments: