Sunday, February 09, 2020

Γιάννης Μακριδάκης, “Οι βάρδιες των πουλιών”

Παράλληλες πορείες ανθρώπων και περιστεριών, στις χαρές και στις απώλειες, μέσα και πάνω απ’ τη θάλασσα.



Γιάννης Μακριδάκης
“Οι βάρδιες των πουλιών”
εκδόσεις Εστία
2019


Πρέπει να έχει βγάλει πολλά λεφτά από μένα η Εστία. Κι αυτό γιατί παρακολουθώ τον Μακριδάκη, σχεδόν από το πρώτο του βιβλίο, και αγοράζω κάθε ένα-δυο χρόνια τα νέα του έργα. Στο “Αντί Στεφάνου” παραπέμπω αναδρομικά σε όλα τα βιβλία του για τα οποία έχουν γραφτεί κρίσεις στο Βιβλιοκαφέ, ενώ μετά έχω γράψει και για την “Πρώτη φλέβα” αλλά και για το “Όλα για καλό”.


> Ο Γιάννης Μακριδάκης γεννήθηκε το 1971 στη Χίο και σπούδασε μαθηματικά. Από το 1997, που ίδρυσε το Κέντρο Χιακών Μελετών με σκοπό την έρευνα, αρχειοθέτηση, μελέτη και διάδοση των τεκμηρίων της Χίου, οργανώνει τα ερευνητικά και εκπαιδευτικά προγράμματα του Κέντρου, επιμελείται τις εκδόσεις του και διευθύνει το τριμηνιαίο περιοδικό "Πελινναίο". Έχει γράψει τα βιβλία "Συρματένιοι, ξεσυρματένιοι, όλοι. Χιώτες πρόσφυγες και στρατιώτες στη Μέση Ανατολή: Μαρτυρίες 1941 - 1946" (εκδ. Κ.Χ.Μ., Πελινναίο 2006) και "10.516 μέρες: Ιστορία της νεοελληνικής Χίου 1912 -1940", ιστορικό αφήγημα (εκδ. Κ.Χ.Μ., Πελινναίο 2007), το πρώτο μυθιστόρημά του "Aνάμισης ντενεκές" (Eστία 2008) κυκλοφόρησε τον επόμενο χρόνο (2009) και στα τουρκικά, "Η δεξιά τσέπη του ράσου", νουβέλα (Εστία 2009), "Ήλιος με δόντια", μυθιστόρημα (Εστία 2010), "Λαγού μαλλί", νουβέλα (Εστία 2010), "Η άλωση της Κωσταντίας", μυθιστόρημα (Εστία 2011), "Το ζουμί του πετεινού", νουβέλα (Εστία 2012), "Του Θεού το μάτι", νουβέλα (Εστία 2013), "Αντί Στεφάννου", (Εστία 2015), "Η πρώτη φλέβα", νουβέλα (Εστία 2016).


Είχανε γράψει παλιότερα ότι ο Μακριδάκης μοιάζει με τον Παπαδιαμάντη. Νησιά, απλοί άνθρωποι, διάλεκτος, ανάδειξη της τοπικής γεωγραφίας και νοοτροπίας, προβολή της παράδοσης ως αντίβαρου. Θα έλεγα επιπλέον ότι συχνά και οι δύο απομακρύνονται από την ανάγκη για ιστορία και επιδίδονται στη σαγήνη του αναγνώστη μέσα από την αφήγηση. Τον μαγεύουν με τη γλώσσα τους αλλά και με τη δύναμη της αφήγησης, με κύματα, τσαλιμάκια, ελιγμούς, επαναλήψεις, συστροφές και λεκτικά χαλιά που τον τραβούν από τη μύτη.

Κι εδώ έχω την αίσθηση ότι η ιστορία μπαίνει σε δεύτερη μοίρα, σπάει σε πολλά παρακλάδια, χάνει τον αυστηρό της δρόμο, κομματιάζεται σκόπιμα σε πολλούς παραπόταμους, και τελικά μένει το παραμύθι

Ο εξηντάχρονος αφηγητής Ανέστης Δεληγιώργης ή Περιστερού ήταν πρώην ταχυδρόμος και νυν εκτροφέας περιστεριών, που χρησιμεύουν για αποστολή μηνυμάτων, ειδικά σε περιπτώσεις θαλασσοταραχής, για να ειδοποιούν αν συμβεί κάποιο ναυάγιο. Η συνήθεια αυτή έρχεται αναντάμ παπαντάμ, δυο με τρεις γενιές πίσω, την εποχή κατά την οποία η προγιαγιά του Μαριγώ Μαυροματάκη ήταν παντρεμένη με τον Μικέ Γλαράκη ή Σαβού και είχε έναν γιο, τον Γιώργη. Σαν ο Μικές πνίγηκε, αυτή παντρεύτηκε τον Θανάση Δεληγιώργη ή Περιστερού. Ο δεύτερος γιος της ο Ανέστης, δεν είναι σίγουρο, είναι γόνος του Γλαράκη ή του Δεληγιώργη…

Ο αφηγητής πιστεύει σε ένα είδος κληρονομικότητας επωνύμων, παρωνυμίων και ενδιαφερόντων, κι έτσι ξεχωρίζει τη γραμμή των Σαβούδων, με χαρακτηριστικό ότι πνίγονταν στη θάλασσα, και τη γραμμή των Περιστερούδων, που εξέτρεφαν ταχυδρομικά περιστέρια. Μ’ αυτό το κριτήριο, προπάππος του πρέπει να ήταν ο δεύτερος άντρας της προγιαγιάς του.

Τι εννοώ ότι επικρατεί η αφήγηση της ιστορίας; Το δίλημμα ποιου είναι απόγονος ο Ανέστης και ποια γραμμή ακολούθησε η γενιά και η συνήθεια για την αγάπη για τα περιστέρια δεν είναι τόσο ισχυρό να εξάψει την περιέργειά μας, αν και λειτουργεί καλά ως άξονας. Επομένως, αν δεν προκύψει κανένα αιφνιδιαστικό τέλος, οι μικρές ιστορίες, τα σχόλια και οι διακλαδώσεις, τα ένθετα περιστατικά για καθέναν από τους πολυάριθμους Σαβούδες και Περιστερούδες αλλά και άλλους της ευρύτερης οικογένειας είναι πιο μεστά και προσφέρουν περισσότερη χαρά στην αναγνωστική αδηφαγία.

Μερικές σκέψεις καθώς το διάβαζα: οι κεντρικοί χαρακτήρες του Μακριδάκη υφίστανται, άλλοτε πλήρως κι άλλοτε μερικώς, ένα είδος κοινωνικής κοροϊδίας. Ο Περιστερού λ.χ., ο νυν και ο πρόγονός του, αντιμετώπιζε τη χλεύη του χωριού για τα πουλιά του, αν και κατάφεραν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των συγχωριανών τους για την αξία τους. Απ’ την άλλη, τα προσωνύμια και τα επώνυμα παραπέμπουν σε ζώα: η μια οικογένεια λέγονται Σαβούς (δηλαδή σαν βόδια) αν και το κανονικό τους όνομα είναι Γλαράκηδες κι η άλλη έχουν παρατσούκλι Περιστερού. Περιστέρια εναντίον Γλάρων, ποιοι έχουν το όνομα και ποιοι τη χάρη, ποιοι είναι χαροπούλια και ποιοι βοηθοί του ανθρώπου;
Πάπισσα Ιωάννα

No comments: