Αφηγητής ένα αγέννητο μωρό που βλέπει ή μάλλον ακούει τη
μητέρα του και τον εραστή της να θέλουν να σκοτώσουν τον πατέρα του. Κι οι
συγκρίσεις με τον σεξπηρικό Hamlet βάζουν σε
συγκεκριμένες ράγες το μυθιστόρημα, όσο κι αν οι διαφορές προσδίδουν άλλη
λογοτεχνικότητα στο έργο του McEwan.
Ian McEwan
“Nutshell”
2016
Ίαν
ΜακΓιούαν
“Καρυδότσουφλο”
εκδόσεις Πατάκη
-2017
|
Μια ιστορία αλήθειας και κλείνει το τραύμα (MC Yinka):
Είναι ο McEwan εγγύηση κι ό,τι γράφει το
κυνηγάμε με μανία; Ναι και όχι. Γιατί δίπλα στα πολύ δυνατά βιβλία του, όπως το
“Άμστερνταμ”, η “Εξιλέωση” και ο “Νόμος περί τέκνων”, υπήρξε και το “Solar” (http://vivliocafe.blogspot.gr/2011/06/solar.html ). Αλλά φυσικά
πάντα τέτοια ονόματα δίνουν ελπίδα για μια σφριγηλή ανάγνωση.
Τα κακά τα κείμενα / Τη δική μου τη φθορά / Τα ψευτοπαλίκαρα (MC Yinka):
Το ποιος μιλάει τις περισσότερες φορές
έχει σημασία. Δίνει στο έργο μια συγκεκριμένη οπτική γωνία. Ο αναγνώστης βλέπει
τα πράγματα μέσα απ’ το βλέμμα του αφηγητή. Είναι η κάμερα που δείχνει ό,τι
γίνεται. Και σχολιάζει. Έτσι κι εδώ, το να μιλάει ένα ανυπεράσπιστο αλλά
ολοκληρωμένο έμβρυο 8,5 μηνών είναι μια ιδιαίτερη συγγραφική χειρονομία. Ακούει
αλλά δεν βλέπει. Μαθαίνει τον κόσμο πριν καν γεννηθεί. Έχει αισθήματα και κάνει
σκέψεις. Παρά τη μερική αναληθοφάνεια (ξέρει ό,τι ακούει, ωστόσο περιγράφει κι
άλλα που δεν μπορεί να γνωρίζει), κρατά μια πολύ έξυπνη ματιά. Με χιούμορ και
αγωνία, με τραγωδία και με σχόλια. Η δράση εξελίσσεται μόνο μπροστά στη
φουσκωμένη κοιλιά κι επομένως ο αγέννητος αφηγητής είναι το κέντρο της
ιστορίας.
Έγραψα πριν από λίγο ότι έχει σημασία
ποιος μιλά. Γιατί αλλιώς θα ήταν τα πράγματα αν αφηγήτρια ήταν η Trudy, η μητέρα του,
που είναι λίγο ανεύθυνη, παρατάει τον άνδρα της John, για να τα φτιάξει με τον αδελφό
του Claude. Αλλιώς θα ήταν
αν μιλούσε ο John, μαλακός
σύζυγος που δεν πιέζει τις καταστάσεις, ποιητής και εκδότης, όχι πολύ
πετυχημένος, που δεν ξέρει τη συνωμοσία που εξυφαίνεται πίσω του. Αλλιώς θα ’ταν
αν αφηγητής ήταν ο Claude, ανούσιος και κούφιος, που κινείται καιροσκοπικά.
Το έργο πατά εμφανώς στον Hamlet. Το δηλώνει σε
διάφορα σημεία, κι έτσι κι εγώ έψαξα να θυμηθώ την υπόθεση. Κι εκεί ένας
νεαρός, ο πρίγκιπας Hamlet, γιος του ομώνυμου βασιλιά της Δανιμαρκίας, ο οποίος πέθανε ξαφνικά,
βλέπει τον θείο του Claudius να ανεβαίνει στον θρόνο. Παντρεύεται μάλιστα τη χήρα του αδερφού του, Gertrude. Τα ονόματα,
όπως βλέπετε, είναι ίδια. Περίπου. Ο Hamlet είναι χολωμένος με τον αιμομικτικό γάμο και την
ανάληψη της εξουσίας απ’ τον θείο του, τον οποίο θεωρεί πολύ κατώτερο απ’ τον
πατέρα του.
Μια τέτοια εμφανής, σκόπιμη,
διακειμενικότητα ή είναι προϊόν εύκολης μίμησης ή είναι λελογισμένη πρόθεση
ερμηνείας. Το πρώτο φαίνεται έωλο. Το δεύτερο σε ποιον δρόμο οδηγεί την
ανάγνωση;
1. Να κάνει τον
αναγνώστη ν’ αναζητήσει τη συνέχεια της ιστορίας έχοντας κατά νου τις εξελίξεις
στο σεξπηρικό έργο.
2. Να ψάχνει
ομοιότητες και να διερευνά παραλληλισμούς, που θα εξηγήσει το ψυχολογικό profile των ηρώων με
βάση τα σεξπηρικά στερεότυπα. Ο αγέννητος αρσενικός Hamlet εχθρεύεται τη μητέρα του και τον
εραστή της, όπως ο πνευματικός προγονός του, αλλά δεν μπορεί να αντιδράσει.
3. Το αντίθετο: να
δείξει πως τα διαχρονικά θέματα του έρωτα, του γάμου, της απιστίας, του φόνου
έχουν και μια άλλη ιστορική διάσταση και δεν είναι ποτέ τα ίδια.
Ο McEwan ξέρει να αφηγείται
και να εναλλάσσει την ιστορία με το σχόλιο. Μια περιγραφή έρωτα, πιο πρωτότυπη
απ’ ό,τι συνήθως, πιο υπαινικτική, πιο έμμεσα αποκαλυπτική αποδεικνύει του
λόγου το αληθές:
“…η Τρούντυ κι εγώ κατρακυλήσαμε στον έρωτα, στην έκσταση
και στην εμπιστοσύνη, στη χαρά και στη γαλήνη – πέρα από τον ορίζοντα, πέρα από
τον χρόνο, πέρα από τα λόγια. Γυρίσαμε την πλάτη στον κόσμο για να επινοήσουμε
και να χτίσουμε τον δικό μας. Διεγερθήκαμε εναλλάσσοντας ρόλους προσποιητών
βιαιοπραγιών και συνάμα μπεμπεκίσαμε και παραχαϊδέψαμε ο ένας τον άλλο·
αλληλοβαπτιστήκαμε με παρατσούκλια, φτιάξαμε μια μυστική, δική μας γλώσσα.
Διαβήκαμε τα όρια της ντροπής. Πήραμε και δώσαμε και επιτρέψαμε τα πάντα.
Ήμασταν ηρωικοί. Πιστέψαμε ότι στεκόμαστε σε μια κορυφή όπου άλλος κανείς, ούτε
στη ζωή ούτε σ’ όλη την ποίηση, δεν είχε ποτέ του φτάσει…”
Το
ζητούμενο είναι αν θα πραγματοποιηθεί η φιλοδοξία των υποψήφιων δολοφόνων. Ο
μικρός μες στην κοιλιά της μητέρας του ανησυχεί, αλλά δεν μπορεί να κάνει κάτι.
Τελικά, οι εξελίξεις δρομολογούνται. Δεν κάνω βέβαια spoil… Η περιέργεια δεν είναι μόνο για το αν θα σκοτώσουν τον John, αλλά και για το πώς οι σχέσεις των τεσσάρων
(συν της Elodie που είναι το νέο amore του ποιητή-εκδότη) θα διαμορφωθούν στη μία ή
στην άλλη περίπτωση.
Το μυαλό μου ν’ ανοίξει να δώσει τροφή στην πένα (MC Yinka):
Στο τέλος ο μικρός μπόμπιρας κάνει τη δική του κίνηση,
όχι επαναστατική αλλά στα μέτρα των δυνατοτήτων του έξυπνη. Ο McEwan ολοκληρώνει το
μυθιστόρημα με μια πράξη δικαιοσύνης. Αφήνει στον αναγνώστη τη γλυκιά ανάμνηση
μιας ζωντανής ανάγνωσης, ενός ευφυούς χειρισμού των ενδοοικογενειακών σχέσεων.
> Ο Ίαν Μακ Γιούαν γεννήθηκε το 1948, σπούδασε στα Πανεπιστήμια
Sussex και East Anglia και δημοσίευσε την πρώτη του συλλογή διηγημάτων, με
τίτλο "Fist Love, Last Rites", το 1975, αποσπώντας μάλιστα το βραβείο
Somerset Maughman, και τη δεύτερη με τίτλο "Between the Sheets", το
1977. Το 1987 κέρδισε το Whitbread Award (και το Prix Femina Etranger, έξι
χρόνια μετά), για το μυθιστόρημά του "Child in Time". Έχει γράψει
αρκετά μυθιστορήματα και σενάρια για τον κινηματογράφο. Τρία μυθιστορήματά του
συμπεριλήφθηκαν στις τελικές υποψηφιότητες για το βραβείο Booker ("Έμμονη
αγάπη", "Άμστερνταμ", "Εξιλέωση"). Το βραβείο τού
απονεμήθηκε, τελικά, το 1998, για το "Άμστερνταμ". Η
"Εξιλέωση" (2002), επίσης, έχει τιμηθεί με τα εξής βραβεία: W.H.
Smith Literary Award (2002), National Book Critics' Circle Fiction Award
(2003), Los Angeles Times Prize for Fiction (2003), και Santiago Prize for the
European Novel (2004). Για το μυθιστόρημα "Σάββατο" τιμήθηκε το 2006
με το βραβείο James Tait Black Memorial Prize.
In2life, 22/5/2018
Πάπισσα Ιωάννα
No comments:
Post a Comment