Saturday, January 23, 2016

“Πρόζα” του Thomas Bernhard

Μέσω της λογοτεχνίας βλέπουμε έναν άνθρωπο (τον συγγραφέα), έναν λαό (αυτόν από τον οποίο εκείνος κατάγεται) αλλά και πολλούς φανταστικούς τύπους που θα μπορούσαν να είναι πραγματικοί (Γερμανόφωνη λογοτεχία -1).


Thomas Bernhard
“Prosa”
Φρανκφούρτη 1967

Πρόζα
μετ. Β. Τσαλής
εκδόσεις Κριτική
2015
 


          Ο Τόμας Μπέρνχαρντ (1931-1989) ξεκινά να γράφει το 1963 και έκτοτε αποτέλεσε μια σημαντική γερμανόφωνη πέννα, που συμπορεύτηκε με τη μεταπολεμική Γερμανία. Κι εκεί που αναζητούσαμε σε προηγούμενη ανάρτηση τη λογοτεχνία της σύγχρονης Γερμανίας, η οποία θα έπρεπε να είναι ακμαία, αν υιοθετήσουμε την άποψη περί δύναμης μιας χώρας που εκδηλώνεται και στον πολιτιστικό τομέα, έρχεται αυτό το βιβλιαράκι να μας θυμίσει Γερμανούς συγγραφείς για τους οποίους μιλάμε παγκοσμίως.
          Οι ήρωες του Μπέρνχαρντ δεν είναι συνηθισμένοι άνθρωποι, δεν ανήκουν στον φυσιολογικό μέσο όρο. Ο παιδαγωγός στο διήγημα “Οι δύο παιδαγωγοί” πάσχει από αϋπνία και πυροβολεί ένα ζώο που έρχεται κάθε βράδυ έξω από τον κοιτώνα-του και τον ενοχλεί. Ήταν όμως όντως ζώο αυτό που πυροβόλησε έξω από το κτήριο του οικοτροφείου;… Και στην “Τραγιάσκα” ο οριακά ψυχοπαθής αφηγητής προσπαθεί σε ένα απομονωμένο εξοχικό να βρει την ηρεμία-του, για να μην τρελαθεί, αλλά σύντομα αποκτά εμμονή με μία τραγιάσκα. Αλλά και έπειτα, πολλοί πρωταγωνιστές κινούνται στα όρια του λογικού με την τρέλα…
          Το διήγημα “Γιάουρεκ” δείχνει, νομίζω, πιο εύγλωττα τα βασικά χαρακτηριστικά των διηγημάτων του πρώιμου Μπερνχαρντ. Ο αφηγητής-πρωταγωνιστής επιλέγει να πάει στη μικρή πόλη Γιάουρεκ και να δουλέψει στα ορυχεία του θείου-του. Κι αυτό το κάνει είτε επειδή μισεί τον συνωστισμό της πολυάνθρωπης πόλης είτε επειδή μισεί τον θείο-του, τον οποίο θεωρεί υπεύθυνο για τον θάνατο της μητέρας-του. Έτσι, εδώ βλέπουμε τη μονομανία του ήρωα, χαρακτηριστικό κοινό και με άλλους ήρωες του γερμανόφωνου συγγραφέα. Παράλληλα, διακρίνουμε την πολυστρωματική ψυχολογία ενός ανθρώπου σε σχέση με κάποιον άλλο, τον ιδιότυπο ψυχισμό που προσπαθεί να εξηγήσει τη δική-του συμπεριφορά αλλά και τη στάση του θείου. Οι σχέσεις των ανθρώπων στον Μπέρνχαρντ είναι ηλεκτρισμένες, όχι λόγω οξέων αντιπαραθέσεων αλλά λόγω εσωτερικών φορτίων. Κι όλο αυτό το κλίμα αποπνέει μια ασφυξία, που καταρχάς διακρίνει τον κεντρικό χαρακτήρα, αλλά μαζί-του πνιγόμαστε κι εμείς οι αναγνώστες στο λαχάνιασμά-του, στις εμμονές-του, στις αδιευκρίνιστες προθέσεις-του καθώς και στο αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται.
"Η αναγνώστρια" της L C Neill
          Ο μακροπερίοδος λόγος του συγγραφέα και οι χωρίς τέλος ιστορίες-του αφήνουν εμάς τους αναγνώστες κρεμασμένους στο κενό. Κι αν το πρώτο λύνεται όταν προχωρήσουμε το κείμενο και προσανατολιστούμε ως προς τον τόπο, τον χρόνο και τα πρόσωπα, το δεύτερο κλείνει το εκάστοτε διήγημα με απορίες και νέφη, με ερωτηματικά και προβληματισμούς.

[Οι φωτογραφίες που κοσμούν το κείμενο αντλήθηκαν από: www.meinbezirk.at, www.petridi.gr, www.jamestown.org]

Πατριάρχης Φώτιος

7 comments:

Anonymous said...

Στο επίμετρο του βιβλίου, γραμμένο από τον Βασίλη Τσαλή, εξηγούνται θαυμάσια οι προσωπικοί λόγοι που διαμόρφωσαν το είδος της σκέψης του Μπέρνχαρντ. Μια βαρειά ασθένεια στα 18 του, εγκλεισμός στο σανατόριο, μετωπική με το θάνατο..., γεγονότα που τον κάνουν εν πολλοίς να γράφει διηγήματα δίχως κάθαρση, μιας και ο ίδιος φτάνοντας στα όρια μεταξύ ζωής και θανάτου, αντιμετωπίζει τη ζωή ως προθάλαμου του χάους. Η κάθαρση αποσκοπεί σε ένα λυτωτικό τέλος εντός ζωής, αλλά ο συγγραφέας δεν βλέπει παρά το μετά, την άβυσσο του θανάτου. Φαντάζομαι αυτό εξηγεί εν μέρει γιατί οι ιστορίες του στην Πρόζα μένον δίχως σαφές τέλος και επιπλέον οι χαρακτήρες του είναι εμμονικοί που παραδέρνουν στα στενά κουτάκια του νου τους δίχως να βρίσκουν έξοδο.

Το θέμα όμως είναι, πέρα από το βίο του ίδιου του Μπέρνχαρντ, τι είναι αυτό στα πλαίσια της κοινωνίας του και της εποχής του που καθόρισε την γραφή του. Να εξεταστεί λοιπόν όχι ως ατομική περίπτωση, αλλά στα πλαίσια της γερμανόφωνης λογοτεχνίας, όπως ήδη έχετε θέσει ως όρο. Η Γέλινεκ για παράδειγμα κινείται, κατά τη γνώμη μου ομοίως σε ανάλογα μονοπάτια παγερού και απάνθρωπου (αν και με τον τρόπο της). Άλλοι; Μιλάμε για μια τάση και τι είναι αυτό που την δημιούργησε; Αυτό είναι το ερώτημα που φαντάζομαι έχετε κατά νου να απαντήσετε.

Πάπισσα Ιωάννα said...

Βιβλιοκοκκυγία,
δεν ξέρω το ιστορικό πλαίσιο και τις κοινωνικές συνθήκες της μεταπολεμικής Γερμανίας και Αυστρίας.
Ή μάλλον δεν ξέρω την ατμόσφαιρα που δημιούργησε αυτό το πλαίσιο,
ώστε να συμπεράνω περαιτέρω πράγματα
και να δω αν έχεις δίκιο ως προς τη σύνδεση μισανθρωπίας και κοινωνίας.
Στα ερωτήματα που έθεσες έχεις κάποιες, έστω πρώτες, απαντήσεις;
Καλημέρα
Π.Φ.

Anonymous said...

Δεν κάνω κάποια σύνδεση. Απλώς αναρωτιέμαι αν ο Μπέρνχαρντ μπορεί να ενταχθεί σε κάποιο ρευμα, που όπως όλα τα ρεύματα (πλην αυτά του αέρος) πηγάζει σε κάποιο βαθμό από τις ιδιαίτερες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες της εποχής του. Όσο για απαντήσεις, αυτές ελπίζω σε κάποιο βαθμό να προκύψουν από τις προσεχείς σας παρουσιάσεις και από τυχόν σχολιασμό τους. Καλημέρα.

Διογένης ο Κυνικός said...


Υπάρχουν κάποιοι συγγραφείς, προερχόμενοι από την κεντρική Ευρώπη σχεδόν όλοι, που χρησιμοποιούν ένα παρεμφερές ιδίωμα πρόζας με ατέρμονες, κυκλοτερείς προτάσεις, οι οποίες μυρηκάζουν με μονομανία ένα θέμα για σελίδες επί σελίδων, προχωρώντας εξαιρετικά αργά την αφηγηση, με αποτέλεσμα να μεταδίδουν πολύ αποτελεσματικά ένα αίσθημα διανοητικού, ηθικού και πνευματικού αδιεξόδου - κοινώς ασφυξίας. Μπορώ να σκεφτώ πρόχειρα, εκτός του Μπέρνχαρτ, τον Γκομπρόβιτς, τον Χάντκε, τον Κρασναχορκάι, τον Κέρτες (λιγότερο) τον Ζέμπαλντ, τη Γιέλινεκ. Κοινό τους στοιχείο (κατ' εμέ) ο προβληματισμός του Αντόρνο περί του αν γίνεται να γραφτεί λογοτεχνία μετά το Άουσβιτς, και η εξ αυτού "τιμωρία" του κειμένου και του αναγνώστη που έχει εθιστεί σε μια εύληπτη, ρέουσα αφηγηματικότητα.
Σε άλλους βέβαια (όπως πχ ο Χαβιέρ Μαρίας) το συγκεκριμένο ιδίωμα αποδίδει περισσότερο το αίσθημα μιας προσωπικής εμμονής, συνήθως λόγω ενός παθιασμένου και καταστροφικού έρωτα.

Anonymous said...

Αν ο Αντόρνο έχει δίκιο, τότε κάπως λύνεται το μυστήριο. Ευχαριστώ για την προσέγγιση στο θέμα που με απασχολεί! Με βλέπω να συνεχίζω με Αντόρνο.

Πάπισσα Ιωάννα said...

Διογένη,
πολύ καλή η παρατήρηση!
Μου άρεσε πολύ η συλλογή ονομάτων κάτω από την ομπρέλα της πολύπλοκης πρότασης με αργές αναλυτικές περιγραφές ενός θέματος μέχρι εξαντλήσεως... του αναγνώστη.
Νομίζω όμως ότι αυτό είχε ξεκινήσει πριν από τον Β' Παγκόσμιο
(ανάλογα έγραφε ο Τόμας Μαν και άλλοι μεσοπολεμικοί).
Επομένως δεν απορρέει, αν έχω δίκιο, από το Άουσβιτς
αλλά από μια μοντερνιστική τάση για τέτοιου είδους ύφος.
Καλημέρα
Π.Φ.

Πάπισσα Ιωάννα said...

Βιβλιοκοκκυγία,
νόμιζα ότι είχες μια συγκεκριμένη θεωρία,
αλλά μας πρόλαβε ο Διογένης.
Καλημέρα
Π.Φ.