Friday, July 03, 2015

“Η φάλαινα” του Πωλ Γκαντέν

Ο Μαραμπού, ιστολογικός περιηγητής, προτείνει από το Βιβλιοκαφέ ένα βιβλίο, που αλληγορικά δείχνει πως κάτι που σαπίζει αποτελεί πιθανό κίνδυνο για την κοινωνία, η οποία συνήθως αδρανεί. Πρέπει επομένως να λάβουμε μέτρα, να στοχαστούμε πολιτικά, να μην εθελοτυφλούμε αλλά να κινητοποιηθούμε προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση και να αναλάβουμε τις ευθύνες-μας.


Γαλλικός με τσέρυ:
Paul Gadenne
Baleine
Actes Sud‎ 1982
Πώλ Γκαντέν
“Η φάλαινα”
μετ. Β. Χατζάκη
εκδόσεις Άγρα
2007
  



          Με αφορμή το βιβλίο του Ράφαελ Τσίρμπες “Στην άκρη του γκρεμού” που παρουσίασε το μπλογκ diavazontas πριν λίγες μέρες, συζητούσα με μια φίλη για ποιον λόγο δεν μου αρέσει η λογοτεχνία της κρίσης και γιατί δεν διαβάζω τέτοια βιβλία. Η άποψή της ήταν ότι αν ο συγγραφέας καταφέρει να αποστασιοποιηθεί, με ένα τόσο εκρηκτικό υλικό στα χέρια του θα μπορούσε να γράψει αριστουργήματα. Η ένστασή μου έγκειται στο γεγονός ότι ο (κάθε) συγγραφέας δεν θα μπορέσει ποτέ να αποστασιοποιηθεί από μια κατάσταση που τον στροβιλίζει στη δίνη της. Θέλει τουλάχιστον δέκα χρόνια (ή τουλάχιστον, ο ίδιος ο αναγνώστης, χρειάζεται αυτήν την χρονική απόσταση) για να πεις ότι κρίνει τα πράγματα αποστασιοποιημένα και από κει και πέρα, όσο ο χρόνος ξεμακραίνει η ματιά ολοένα και βαθαίνει. Σε μένα, η φράση “λογοτεχνία της κρίσης” ακούγεται ανεστραμμένη, “κρίση της λογοτεχνίας” και αποφεύγω να συσχετιστώ μαζί της.
          Δεν θέλω να διαβάζω για αυτό που ζω με όρους και φράσεις της τωρινής μου ζωής. Δεν με ενδιαφέρει τόσο η λογοτεχνία να μιλάει για μένα όσο το να μιλάει σε μένα. Η φράση “επίκαιρο βιβλίο” θέλω να χαρακτηρίζει βιβλία που έφθασαν ως εμένα από μακρινούς χρόνους, όχι βιβλία που εκπορεύονται από το τώρα και βολοδέρνουν αμήχανα στους δρόμους μιας επισφαλούς μνήμης. Με αυτά κατά νου και με την αφόρητη πραγματικότητα να με πιέζει, διάβασα το μικρό κομψό βιβλίο του Πώλ Γκαντέν, “Η φάλαινα”, δώρο μιας άλλης φίλης.
          Και μέσα στις αλληγορικές σελίδες του ανακάλυψα ένα θαυμάσιο πολιτικό σχόλιο που ταξίδεψε μισό αιώνα και πλέον μέχρι να φθάσει στα μάτια μου. Σε ένα ψαροχώρι της Γαλλίας ξεβράζεται μια πελώρια άσπρη φάλαινα και ο κόσμος την αντιμετωπίζει αδιάφορα, κλείνοντας τα μάτια στο συμβολικό της χαρακτήρα και τη μύτη στην απαίσια σαπίλα που αναδίνει. Ο Πιερ μαζί με τη φίλη του Οντίλ, αποφασίζουν να επισκεφτούν την ακτή που κείτεται το κήτος και να χαθούν σε μια δίνη στοχασμών και αναστοχασμών πάνω στο πολύσημο σύμβολο που αντιπροσωπεύει η φάλαινα.

[...] Στον δρόμο έλεγα στην Οντίλ πως η φάλαινα ερχόταν να αποτελειώσει αυτό το χαοτικό σύμπαν, να δώσει την χαριστική βολή σ' αυτόν τον κόσμο που' χε μυστικά συντονιστεί μέσα στο αόρατο, πως το κήτος ήταν ένα μνημείο που στήθηκε “επί των ερειπίων” της Ευρώπης.

Το βιβλίο θυμίζει έντονα και με σαφήνεια τον Μόμπι Ντικ (“Λόγω της συντομίας της, η αφήγηση του Πώλ Γκαντέν τοποθετείται στους αντίποδες του Μόμπι Ντικ”, όπως σημειώνει και ο Γάλλος εκδότης Hubert Nyssen) – η άσπρη φάλαινα δεν είναι πλέον αόρατη και άτρωτη, το φόβητρο και η κρυφή επιθυμία των ανθρώπων. Είναι ένα πτώμα που βυθίζεται λίγο λίγο στην άμμο. Σίγουρα ο Γκαντέν είχε στο μυαλό του την Ευρώπη που την αποτελείωσαν οι πόλεμοί της αλλά και όλον τον πλανήτη που αφήνεται να σαπίσει μπροστά στα αδιάφορα μάτια των ανθρώπων. Η πελώρια δύναμη του κήτους αποστραγγίζεται, δεν χρησιμεύει πια ούτε σαν συμβολική παράσταση.

[...] Ήμασταν μόνοι – μόνοι με την φάλαινα, με εκείνη την ανεξιχνίαστη μάζα από ζελατίνη όπου το κενό έπαιρνε χρώματα τόσο τρυφερά, και με κοινή συμφωνία, χωρίς μια λέξη, ενστερνιστήκαμε την υπόθεσή της. Αυτή η ήττα, αυτό το σιωπηλό σβήσιμο, όλα ξαναγίνονταν παρουσία. Αυτό το σάλιο, αυτό το σάπιο χνάρι που εμφανίστηκε ξαφνικά σε μιαν ακτή την οποία ήδη γνωρίζαμε και που το βλέμμα έπρεπε να ψάξει για να τη βρει, καταλαβαίναμε πως ήταν θέαμα κατανυκτικό. Δεν θα χρειαζόταν προσπάθεια να το αποτυπώσουμε μέσα μας˙ βρισκόταν χαραγμένο εκεί από πάντα, ήταν η πιο αρχέγονη σκέψη μας. Και τι ήμασταν εμείς, εμείς που το κοιτάζαμε, όντα τυχαία, ανυπόστατα, έρμαια των άστρων, ξεβρασμένα στις ακτές μιας Φύσης χωρίς συμβάντα;...


Με μια λυρική έξαρση και στοχαστική διάθεση, ο Γκαντέν γράφει ένα υπέροχο αφήγημα για τον άνθρωπο που είναι εξίσου ικανός για το καλύτερο και το χειρότερο, το οποίο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Empedocle του Αλμπέρ Καμύ. Και αν θέλετε και την άποψή μου για το δημοψήφισμα, διατυπωμένη με την υπέροχη αμφισημία που μόνο η καλή λογοτεχνία μπορεί να κατορθώσει,

[...] Μπορούμε ακόμη να γυρίσουμε πίσω, αν το προτιμάτε, είπα για να τη δοκιμάσω˙ να απαρνηθούμε τη σάπια φάλαινα, και διατηρώντας στο μυαλό μας την ιδέα μιας φάλαινας εκθαμβωτικής, να ζήσουμε στο εξής ευτυχισμένοι.

Η λογοτεχνία είναι η πιο αξιόπιστη μηχανή του χρόνου που διαθέτουμε. Ειλικρινά απορώ ποιος θα ήθελε να δοκιμάσει ένα ταξίδι από το Τώρα στο Τώρα με μια τόσο λειτουργική χρονομηχανή στην κατοχή του! Εγώ την έχω προγραμματίσει για τα πιο μακρινά ταξίδια.
Μαραμπού

(Διά την αντιγραφήν)
Πατριάρχης Φώτιος


[Οι υπογραμμίσεις στην παρουσίαση του Μαραμπού είναι δικές-μου και οι εικόνες που τη στολίζουν αντλήθηκαν από: www.northdevongazette.co.uk, unlockingfemininity.wordpress.com, www.katu.com, www.moviescapital.com, www.richardhellergallery.com και www.greek-language.gr]

5 comments:

Πάπισσα Ιωάννα said...

Θα συμφωνήσω με τον Μαραμπού
στο ότι δύσκολα ο συγγραφέας μπορεί να αποστασιοποιηθεί από τη δίνη που τον περιβάλλει,
αλλά δεν είναι απίθανο η λογοτεχνία που θα προκύψει να πιάνει ακριβώς αυτόν τον ρέοντα και ταραγμένο σφυγμό.
Ο Μαραμπού ίσως εννοεί ότι δεν μπορεί να τον εξηγήσει,
να δει πιο πανοραμικά,
να προβλέψει το μέλλον ή να έχει μια πιο "αντικειμενική" ματιά,
αλλά ακόμα και η υποκειμενικότητα των στιγμών,
από ένα κοφτερό μυαλό,
μπορεί να αναδείξει το στίγμα της εποχής.
Πατριάρχης Φώτιος

Κατερίνα Τοράκη said...

Είναι εξαιρετικό! Μικρό, τρυφερό, όταν το είχα διαβάσει ομολογώ πως δεν πήγε το μυαλό μου στην ερμηνεία που δίνει ο Μαραμπού, αλλά ίσως να είναι κι έτσι.

Μαραμπού said...

Πατριάρχη Φώτιε,
κατ' αρχήν σε ευχαριστώ που το δημοσίευσες!
Σωστά όλα αυτά που λες και σίγουρα κάποια κοφτερά μυαλά κατόρθωσαν ν' αναδείξουν με υπέροχο τρόπο την δίνη κάθε εποχής, ευρισκόμενοι εντός της. Όσο περισσότερο το σκέφτομαι, μάλλον εννοώ ότι ο αναγνώστης είναι ανίκανος να αποστασιοποιηθεί (και εδώ περιλαμβάνω μόνο εμένα! Όσοι νιώθετε το ίδιο, ελάτε και εσείς), να σκεφτεί ήρεμα και νηφάλια. Δυστυχώς αυτή είναι δουλειά κάποιου μελλοντικού αναγνώστη. Τουλάχιστον, έτσι απαισιόδοξα το αντιλαμβάνεται το μυαλό μου.

Ωστόσο η ιστορία επαναλαμβάνεται και μέσω της λογοτεχνίας και αν δεν θες να μάθεις τα λάθη σου μέσα από την Ιστορία μπορείς να χαρά να το πετύχεις μέσα από την μυθ-ιστορία. Και αν βαριέσαι τις παραβολές του Ευαγγελίου, οι λογοτεχνικές αλληγορίες είναι ο πιο σύντομος δρόμος!

Μαραμπού said...

Καλησπέρα Κατερίνα!

Είναι έξοχο αφήγημα, ναι! Σχετικά με την ερμηνεία, ίσως και να μην είναι έτσι, οι ερμηνείες ποικίλουν ανάλογα με το πλήθος των αναγνωστών! :) Καλό απόγευμα.

Πάπισσα Ιωάννα said...

Μαραμπού,
στην ουσία πιστεύω εξίσου τον πυρήνα των σκέψεων-σου
για την αδυναμία των συγγραφέων και των αναγνωστών
να κρίνουν τι αξίζει από την κρίση
και να το αναδείξουν.
Συχνότερα, γίνονται ρεπόρτερ που αλατίζουν τα δρώμενα
με οικονομικά προβλήματα, λίγο μετανάστευση και πολλά πολιτικά παραλειπόμενα.
Σημειώνω απλώς ως παράπλευρη σκέψη ότι και ο συγγραφέας
(δεν ξέρω για τον αναγνώστη, όπως λες)
μπορεί να κοσκινίσει την ήρα και να δείξει την ποιότητα της σοδειάς,
όχι αναγκαστικά σκόπιμα, αλλά μάλλον υποσυνείδητα,
αφήνοντας τα ίχνη της εποχής στη λογοτεχνία-του.
Κι αυτό μπορεί να έχει μια (ελάσσονα) αξία ως προς την ιστορική και κοινωνιολογική αντίληψη της σημερινής πραγματικότητας.
Καληνύχτα
Π.Φ.