Πώς αναπληρώνεται η απώλεια και πώς
αυτή ξαναχτίζει τον άνθρωπο μέσα στο πλέγμα-της; Ο Αμερικάνος συγγραφέας ξανά
και ξανά βάζει στο μικροσκόπιο τον εαυτό-του, για να διερευνήσει τον άνθρωπο.
Αμερικάνικος καφές με άρωμα κεράσι:
Philip Roth
“Sabbath’s Theater”
1995
“Το θέατρο του Σάμπαθ”
μετ. Α. Βαχλιώτης
εκδόσεις Πόλις
2013
|
Δεν
θα ασχοληθώ με τα πολλάκις επαναλαμβανόμενα κουσούρια του έργου του Ροθ, όπως
τα έχω συναντήσει ως τώρα και τα έχω εντοπίσει σε παλαιότερες αναρτήσεις. Δεν
θα μιλήσω πάλι για τη μανία-του για το σεξ, που το έχει αναγάγει σε φροϋδικής
σύλληψης κορυφαίο συστατικό στη ζωή του ανθρώπου, δεν θα μιλήσω για τον
εγκλωβιστικό αυτοβιογραφισμό-του, ούτε για τα θέματα, όπως λ.χ. την
εβραϊκότητα, που έρχονται και ξανάρχονται σαν μανιέρα. Όχι θα γίνω ο
καλοπροαίρετος αναγνώστης, που θα μπει εξ αρχής στο μήκος κύματος του
συγκεκριμένου βιβλίου.
Ο
Μίκι Σάμπαθ, άπορος εξηντατετράχρονος μαριονετίστας της Νέας Υόρκης, έχει
δεκατρία χρόνια δεσμό με την πενηνταδυάχρονη Ντρένκα Μπάλιτς, ενώ κι οι δύο
είναι παντρεμένοι. Αυτό δεν τους εμποδίζει να έχουν μια ενεργή σεξουαλική ζωή,
ώσπου η Ντρένκα ζητά από τον Μίκι να πάψει να είναι πολυγαμικός και να
αφοσιωθεί σ’ αυτήν. Ο Ροθ με το σενάριο το οποίο ξεκινά το μυθιστόρημα αποδομεί την επικρατούσα υποκρισία και
δηλώνει μυθιστορηματικά ότι μέσα σε καθεστώς πανσεξουαλικής ελευθεριότητας οι
κανόνες της κοινωνίας δεν είναι δυνατόν να τηρούνται με ηθικές απαιτήσεις.
Στην ουσία, ο συγγραφέας δείχνει πόσο ασυνεπείς είναι οι άνθρωποι, οι οποίοι
μπορούν σοφιστικά να εξηγήσουν την όποια ανήθικη ή αήθικη συμπεριφορά-τους,
κινούμενοι σε μια κοινωνία που βρίσκεται σε μεταιχμιακή κατάσταση.
Ο θάνατος της Ντρένκα οδηγεί τον Σάμπαθ σε νέες ατραπούς, γεμάτες με αναμνήσεις από μια αχαλίνωτη σεξουαλική ζωή που έζησαν μαζί, οι δυο-τους, σε τρία, ή με άλλους παρτενέρ, που δεν έλειπαν ποτέ από το κρεβάτι-τους.
Ο
Ροθ καταφέρνει να αφηγείται με εξαιρετική άνεση, να αναμιγνύει τις εξελίξεις με
τα σχόλια και τα λόγια των προσώπων, να ελίσσεται χωρίς να χάνεται. Το πιο αξιοπρόσεκτο όμως είναι πως μπορεί
και πηγαινοέρχεται από το παρόν στο παρελθόν και ξαφνικά μας πετάει στο μέλλον,
χωρίς να αφήνει κενά και χωρίς κανείς να αποπροσανατολίζεται. Πότε μιλούσε
για τις ερωτικές συναντήσεις του Μίκι με την Ντρένκα και πότε διακτινίζεται στη
μετά τον θάνατό-της δράση, πότε επιστρέφει στο παρελθόν με ανεπαίσθητες
αναδρομές, όλα ομαλά, όσο και καίρια, δίχως τις περιττές μερικές φορές
μεταβάσεις.
Η ελευθερία του κειμένου γίνεται συχνά
ελευθεροστομία, η βωμολοχία αντικαθίσταται από την πορνογραφία, αλλά καμία
από αυτές τις έννοιες δεν ενοχλεί το σύγχρονο κοινό, όσο αυτό θεωρεί τη
λογοτεχνία γνήσια έκφραση και αφηγηματική ικανότητα. Κι ο Αμερικάνος συγγραφέας
δεν υστερεί καθόλου, αφού ξεσπά ακάθεκτος, βατεμένος από βιώματα ή ευσεβείς
πόθους, και αφηγείται με ορμή, με ρυθμό, με στόφα πορνόγερου που θέλει να ζήσει
ακόμα τους βιολογικούς-του ίμερους. Και μέσω αυτών προσπαθεί να ναρκοθετήσει
τις συμβάσεις ενός πολιτισμού, προβάλλοντας την απιστία αντί της οικογένειας,
την ιεροσυλία πάνω στον τάφο αντί της κατανυκτικής ανάμνησης των νεκρών, του
σεξ αντί των συναισθηματικών επαφών. Ο Ροθ, βιωματικά ή ιδεολογικά (ή και τα
δύο), σοκάρει…
Στην
ουσία το βασικό θέμα του βιβλίου είναι η απώλεια.
Αφενός, η πιο συνεπής ερωμένη η Κροάτισσα Ντρένκα, που πεθαίνει πάνω στο άνθος
του ιμέρου-τους, κι αφετέρου η εξαφάνιση, δοσμένη αναδρομικά, της πρώτης
γυναίκας του Σάμπαθ, της Ελληνίδας Νίκης. Ενδιαμέσως, ο πρωταγωνιστής εκδιώκεται
από τη δεύτερη γυναίκα-του, τη Ροζάνα, η οποία υπέφερε από αλκοολισμό, και
ανέστιος πένης, ετών εξήντα τεσσάρων να μην ξεχνιόμαστε, γυρίζει χωρίς βάση,
γυναίκα και χρήματα, αναθυμούμενος το παρελθόν-του. Τώρα που το ξανασκέφτομαι,
νομίζω ότι θέμα του βιβλίου είναι η αποτυχία.
Ο Μίκι απέτυχε ως σύζυγος δύο φορές, ως θεατράνθρωπος, ως επαγγελματίας…
Μόνη-του ανακούφιση είναι το σεξ, ένα σεξ που πολλές φορές τον κάνει γελοίο,
κοινωνικά καταδικαστέο, γεροξούρα, μανιακό…, αλλά πάντα γυρίζει σ’ αυτό σαν
πορνοστάρ που δεν ξέρει με ποιον άλλο τρόπο να ζήσει. Όλα όσα ακολουθούν,
τραγικά και κωμικά μαζί, δείχνουν πού οδηγείται ο ήρωάς-μας, πόσο η μοναξιά, η
ανάγκη, η αποτυχία επικαθορίζουν τη ζωή-του και τον ωθούν στα άκρα.
Από ένα σημείο και μετά η σφιχτή πλοκή
χαλαρώνει και το κείμενο κινείται με μια χαώδη ελευθερία, με μια ασύδοτη
προσθήκη σκηνών, γεγονός που εξαρθρώνει το μυθιστόρημα σε αλυσιδωτά
περιστατικά. Είναι η τρέλα που κανοναρχεί τον Σάμπαθ, από την απόπειρα
αυτοκτονίας της Ροζάνα εξαιτίας πατρικών τραυμάτων μέχρι τα προσωπικά-του
αδιέξοδα. Γενικά, ενώ ξεκίνησα δυναμικά, μετά τη μέση κάθισα, έχασα την
προσοχή-μου, βούλιαξα σε λιμνάζοντα νερά που αδυνάτισαν την πλοκή. Ο Ροθ άφηνε
τον ήρωά-του να τον παρασέρνει χάνοντας τον έλεγχο του κειμένου.
[Η βιβλιοπαρουσίαση δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο In2life
στις 22/7/2014 και
κοσμείται καταρχάς από τον πίνακα του Julian Story "Νύμφη και Σάτυρος" (1892) και από εικόνες που ελήφθησαν από: williambeem.com, www.wordandfilm.com, forum.woodenboat.com, termlifeinsurancemales.com, spiritandconsequences.blogspot.com και commons.wikimedia.org]
Πατριάρχης
Φώτιος
4 comments:
Τώρα βρήκες να το βάλεις αυτό; Τώρα που θέλω να γίνω Μαντά και γράφω μια ιστορία αγάπης; Με αποπροσανατολίζεις και θα εξοκείλω. Δε θέλω και πολύ, καλοκαιριάτικα...
Σύμφωνα με τα λεγόμενα του ίδιου του Ροθ, το καλύτερο βιβλίο του. Εντούτοις, συμφωνώ πως απ' το μέσο και μετά ο συγγραφέας αυθαιρετεί ασυστόλως ξεχνώντας πλοκή και χαρακτήρες. Ξαναφτιάχνει λίγο πριν το τέλος, αλλά πολλοί μπορεί να μην αντέξουν να πάνε μέχρι εκεί.
Μπορεί να συμφωνούσα,
Anonyme,
για το μέγεθος του έργου,
αν τελείωνε κάπου στη μέση,
όπως κι οι δυο διαπιστώνουμε,
ή να συνέχιζε στο ίδιο ύψος.
Κρίμα.
Εξακολουθεί ωστόσο να είναι από τα καλά-του.
Πατριάρχης Φώτιος
Μπορεί να φταίνε και οι εκδότες. Κάποιοι πιέζουν για πολλές σελίδες. Τώρα, βέβαια, για τον Ροθ δεν το νομίζω... αλλά είναι κάτι που συμβαίνει.
Post a Comment