Friday, November 19, 2010

“Γυναικών” του Μιχάλη Γκανά

Δεκαέξι φωτογραφίες του σύμπαντος. Έτσι θα μπορούσε κανείς να διαβάσει τις μικρές ιστορίες του ποιητή, ο οποίος δοκιμάζει τον πεζό λόγο χωρίς να απαρνιέται την ποιητικότητα αλλά και χωρίς να αλλοιώνει την αφήγηση με θολές συνυποδηλώσεις.

Καπουτσίνο με σαντιγί:
Μιχάλης Γκανάς
“Γυναικών μικρές και πολύ μικρές ιστορίες”
εκδόσεις Μελάνι
2010

     - ας υποθέσουμε ότι πρόκειται για πεζά, αν και η ποιητική γλώσσα εισχωρεί πίσω από τις φράσεις και, χωρίς να τις βουλιάζει μέσα σε μια νερόβραστη συναισθηματικότητα, τις αναβαπτίζει μέσα στην αφήγηση·  
     - ας δεχτούμε αξιωματικά ότι τα κείμενα του Γκανά είναι πεζά, αν και η λιτότητα της έκφρασης συμπυκνώνει τα στιγμιότυπα της καθημερινότητας σε λίγες λέξεις, ενώ επιπλέον τα παρουσιάζει με το ιδιαίτερο βλέμμα ενός ανθρώπου, ο οποίος μέσα από την παρατήρηση ξαναδιαβάζει τους γύρω-του και μεταφέρει τις κινήσεις-τους στον αναγνώστη βγάζοντάς-τις από το τέλμα της ρουτίνας·
     - ας θεωρήσουμε δεδομένο ότι είναι πεζά, αν και η συμπύκνωση που τα συνθέτει τα μετατρέπει σε πυρήνες υψηλά περιεκτικών συναισθηματικών φορτίων.
       Με όλες τις αυτές τις προδιαγραφές, καλό είναι να διαβάζουμε κάθε ιστορία με τη βραδύτητα ενός ποιήματος αλλά και με τη αδημονία στη νομοτέλεια ενός διηγήματος.
       Πρόκειται, όπως υπαινίχθηκα, για σύντομες ιστορίες που μέσω της παρατήρησης φωτογραφίζουν, ή καλύτερα κινηματογραφούν σε μια μικρή σεκάνς, στιγμές από τη ζωή γυναικών, όπως τις συνέλαβε η ματιά του συγγραφέα. Το βλέμμα-του, όπως κι ο ίδιος επιδιώκει να δηλώσει, είναι η ματιά του καθημερινού ανθρώπου που βγαίνει βόλτα στους δρόμους της πόλης ή κοιτάζει αμέριμνα από το παράθυρό-του. Έτσι, και οι γυναίκες που συλλαμβάνει ο φακός-του είναι οι ανώνυμες, καθημερινές, απλές οντότητες που περνούν δίπλα-μας, συχνά απαρατήρητες και γρήγορα ξεχασμένες. Η επεξεργασία αυτής της πρώτης σύλληψης από τον Γκανά μετατρέπει το απλό αντικείμενο της όρασης σε λογοτεχνική αποτύπωση μιας εντύπωσης που εξελίσσεται σε τυπολογία της γυναίκας, όχι φυσικά εργαστηριακή αλλά συναισθηματική και εν μέρει συμβολική.
        Η εναλλαγή των ιστοριών αντιπαραβάλλει σε εναλλάξ παρουσίαση νέες και ηλικιωμένες γυναίκες. Η πρώτη κατηγορία περιλαμβάνει περιπτώσεις που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο καλύπτονται με πλάγιο ερωτισμό, είτε μιλάμε για τη φαντασίωση που προκαλείται από μια γυμνή πλάτη, είτε για τη ναρκισσιστική στάση του θήλεος, είτε πρόκειται για άνθρωπο είτε για ζώο. Η νέα γυναίκα εκ φύσεως είναι φορέας θηλυκότητας, της φυσικής ιδιότητας που την κάνει αξιέραστη, είτε το επιδιώκει με τις κινήσεις-της είτε προκύπτει υποσυνείδητα από την ίδια-της την ύπαρξη. Η δεύτερη κατηγορία συνήθως επικεντρώνει το ενδιαφέρον της στην κούραση που βαραίνει τις πλάτες των γυναικών, οι οποίες στα εβδομήντα ή στα ενενήντα-τους πλέον κυρτώνουν από τα χρόνια και κάνουν βόλτα παρέα με τον υπέργηρο σκύλο τους στην προσπάθειά τους να βγουν από τη μοναξιά των τεσσάρων τοίχων του σπιτιού-τους.

πίνακας του Magritte
        Είναι δυνατόν δεκαέξι ιστορίες να αποδώσουν το φαινόμενο γυναίκα; Φυσικά όχι, κι ούτε ο Γκανάς θα διανοούνταν κάτι τέτοιο. Η πολλαπλότητα των όψεων και η σμικρότητα των σκηνών δείχνει ακριβώς το αντίθετο• η γυναίκα είναι ένα απείρως πολύπλευρο ον, ένας ολόκληρος κόσμος, τον οποίο ένας ευαίσθητος –και περίεργος;- άνδρας προσπαθεί να τον φωτογραφίσει επιλέγοντας συγκεκριμένες πόζες, απλώς ενδεικτικές μιας ατελεύτητης πραγματικότητας που ποτέ δεν μπορεί να εξαντληθεί. Κάθε μικροϊστορία είναι μια ματιά από το τηλεσκόπιο του συγγραφέα που συλλαμβάνει ένα μικρό άστρο, ένα και μόνο φωτάκι στο ατέλειωτο σκοτάδι του σύμπαντος.
        Άλλοι αναγνώστες θέλγονται από τις “αφηγηματικές” ιστορίες κι άλλοι από τις “ποιητικές”. Οι μεν είναι σαν χαραμάδες μέσα από τις οποίες ο συγγραφέας παραμονεύει θέλοντας να δει τη ζωή των γυναικών, που εμφανίζονται τυχαία μπροστά-του. Το μικρό επεισόδιο που αποτυπώνεται σε ελάχιστες σελίδες είναι η κορυφή του παγόβουνου κάτω από την οποία όλοι-μας προσπαθούμε να μαντέψουμε όχι μόνο τις σκέψεις και τα συναισθήματα της ηρωίδας, όπως διαμορφώνονται στο παρόν-της, αλλά και τον πρότερο βίο της, το παρελθόν-της, του οποίου οι απόηχοι έρχονται ως εμάς και αχνοφαίνονται σ’ αυτή τη μικρή εικόνα που μας αποκαλύπτεται. Από την άλλη, οι ποιητικές ιστορίες είναι λίγες, στηριγμένες σε μια τεθλασμένη οπτική γωνία ή στα παιχνίδια με τις λέξεις, όχι πάντα επιτυχημένα.
*Ο πίνακας στην κορυφή είναι του Tintoretto.
Πατριάρχης Φώτιος

4 comments:

ναυτίλος said...

Αγαπητέ Φώτιε, τα λες εξαιρετικά και βέβαια με βρίσκεις στα περισσότερα σύμφωνο, ειδικά στο ότι ο συγγραφέας "δοκιμάζει τον πεζό λόγο χωρίς να απαρνιέται την ποιητικότητα αλλά και χωρίς να αλλοιώνει την αφήγηση με θολές συνυποδηλώσεις", αλλά και στο τέλος της ανάρτησης που τόσο διακριτικά μιλάς για κάτι που και μένα με ενόχλησε αλλά δεν θέλησα να κάνω λόγο στη δική μου.
Και μια μικρή παρατήρηση: ο τίτλος είναι "γυναικών" με μικρό γ κι όχι κεφαλαίο, όπως λανθασμένα το δείχνει η φωτογραφία του εκδότη. Ίσως γιατί ο συγγραφέας θέλει να εννοηθεί ότι προηγείται και κάποιο άλλο ουσιστικό... ίσως το "Εγκώμιο" ή το "Υπέρ" , σε αντιπαράθεση με το "Κατά γυναικών" του Σιμωνίδου του Αμοργινού όπου οι γυναίκες κατάγονται από πονηρά και βρωμερά ζώα...

Πάπισσα Ιωάννα said...

Ναυτίλε,
η χαρά του βιβλίου είναι η συζήτηση που προκύπτει από αυτό.
Έχεις δίκιο για το "γυναικών" με μικρό, αλλά δεν νομίζω ότι εξηγείται όπως το λες. Είναι βάσιμες οι ιδέες-σου, αλλά με βάζει σε σκέψεις τα μικρά και στη φράση "μικρές και πολύ μικρές ιστορίες". Πέρα από το ότι είναι και αυτές με μικρό, ίσως η συνολική εκφορά είναι "Μικρές και πολύ μικρές ιστορίες γυναικών" και έτσι το μικρό -γ- εξηγείται.
Ξεφεύγοντας λίγο από τη σκέψη της κατ' ανάγκη εξήγησης, πιστεύω ότι είναι ένα ποιητικό τέχνασμα που αποβλέπει στην ανοικείωση του ματιού από έναν αναμενόμενο κλισέ τίτλο με κεφαλαίο.
Ωραία συζητάμε πάνω σε μια κεραία του νόμου, ας μη χάσουμε βέβαια την ουσία που είναι οι ίδιες οι γυναίκες και οι ιστορίες-τους. Όχι ότι πιστεύω ότι τη χάνουμε αλλά για κάθε υπόνοια το επισημαίνω.
Πατριάρχης Φώτιος

ναυτίλος said...

Ίσως... στο κάτω κάτω αυτό που πιστεύω εγώ ότι είναι πρόθεση του συγγραφέα μπορεί να μην έχει καμία σχέση με τη πρόθεση του συγγραφέα και σε τελευταία ανάλυση δεν παίζει, για μένα τουλάχιστον, και μεγάλο ρόλο. Άλλωστε αυτό που μετράει είναι το αποτέλεσμα και αυτό είναι καλό παρά τις κάποιες μικροαντιρρήσεις. Μόνο να σκεφτείς για πόσα ελληνικά βιβλία των τελευταίων χρόνων μπορούμε να το πούμε αυτό, αρκεί!

Πάπισσα Ιωάννα said...

Ναυτίλε,
ξέρω την προτίμησή-σου σε πεζά που έχουν ένα είδος ποιητικότητας. Αλλά ακόμα και σε μένα που βλέπω αυτά τα έργα με επιφυλακτικότητα,
όντως το βιβλιαράκι του Γκανά είναι απόλαυση.
Να είσαι καλά
Πατριάρχης Φώτιος