Monday, April 18, 2016

“Ζωή στο δρόμο” του Μιχάλη Πάτση

Κυριολεκτικά, η ζωή των αστέγων είναι ζωή στον δρόμο, είναι ζωή χωρίς περιορισμούς, αλλά με απίστευτα συναισθήματα, με μια βαθιά αξιοπρέπεια, με μια ανεμελιά που δεν ξεχνά τα περασμένα μεγαλεία, όχι όμως με αυτολύπηση ή συνεχή γκρίνια.


Ρωσοτσίνο με σαντιγί:

Μιχάλης Πάτσης
“Ζωή στο δρόμο”
εκδόσεις Πάτση
2015
 


          Σε άλλη φάση μπορεί να μην το διάβαζα καν, να μην το άνοιγα καν, άγνωστος συγγραφέας από έναν άγνωστο εκδοτικό οίκο. Αλλά καταρχάς μου το έκανε δώρο μια φίλη-μου που κοιτάζει πολύ προς Ρωσία. Κατά δεύτερον, μου είπε ότι μπορεί να δω τον κόσμο από εκεί που δεν το φαντάζομαι. Τι να κάνω κι εγώ, δελεάστηκα.
          Και τελικά δεν το μετάνιωσα, παρόλο που δεν είδα καινοτόμο λογοτεχνική πέννα.
          Διάβασα όμως μερικά διηγήματα που αφορούσαν τους ανέστιους της Ρωσίας, τους бомжи, όπως τους λέει, που δεν έχουν σπίτι και ζουν στον δρόμο. Αυτοί οι μπόμζι είναι το άλλο πρόσωπο της χώρας, που κατά χιλιάδες ζουν άστεγοι και δείχνουν ότι οι πολιτισμένες κοινωνίες μαστίζονται από τη χειρότερη ανισότητα του σύγχρονου κόσμου. Το ίδιο βλέπει κανείς στους σταθμούς του μετρό στο Λονδίνο, στα στενοσόκακα του Παρισιού κ.ο.κ., το ίδιο βλέπει φυσικά κανείς και στην Αθήνα της κρίσης. Θυμάμαι αντίστοιχα τη “Μαύρη μπίρα” του Βασίλη Δανέλλη όπου ένας συμπαθής κλοσάρ μάς συστήνει την κουλτούρα του δρόμου και το “Ο Όλυμπος των αποκλήρων” του Γιασμίνα Χάντρα όπου περιδιαβαίνουμε στη σκληρή ζωή των ρακοσυλλεκτών. Άλλα ανάλογα έργα;
          Το θέμα έχει διπλή αξία. Πρώτον, εμείς οι βολεμένοι, οι “ένσπιτοι”, οι στεγασμένοι, βλέπουμε μια ζωή που δεν την υποψιαζόμαστε, που είναι μακρινή και καλά κρυμμένη από τα φώτα της δημοσιότητας, που φανταζόμαστε λίγα πράγματα και εννοούμε πολλά, αλλά δεν νομίζω ότι μπορούμε να καταλάβουμε ακριβώς τι σημαίνει ζωή στο παγκάκι ή στο χαρτόκουτο. Δεύτερον, αυτοί οι άνθρωποι αναδεικνύουν το απηνές πρόσωπο της σύγχρονης οικονομίας, που τους βλέπει στυγνά, αδιάφορα, μερικές φορές ελεήμονα, αλλά εθελοτυφλεί μπροστά στο δικό-της φταίξιμο, που τους έστειλε από τη φυσιολογική ζωή-τους στο περιθώριο. Το θέμα δηλαδή έχει κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις, κάτι είπε ο Πικρός αν δεν κάνω λάθος στο “Τουμπεκί”, το οποίο δεν αναδεικνύεται με διακηρύξεις αλλά μέσα από τη θέαση της ζωής-των απόκληρων της κοινωνίας.
          Άξονας των ιστοριών είναι ο Στέφανος, Έλληνας που ζει στη Μόσχα, και συναναστρέφεται με τους μπομζ της περιοχής. Κάθε διήγημα είναι και ένα περιστατικό με κάποιον από αυτούς, το οποίο του δίνει την αφορμή να μας αφηγηθεί το παρελθόν του άστεγου φίλου-του και πώς αυτό διαμορφώνει και τον τωρινό τρόπο ζωής. Η ξεπεσμένη τραγουδίστρια, που έζησε μέσα στην υψηλή κουλτούρα, πιστεύει ότι τώρα ζει πραγματικά ελεύθερη από τις δεσμεύσεις της δουλειάς ή ο άνδρας που είχε δουλέψει στα υπόγεια τούνελ της Ρίγα, ώστε να διαμορφωθούν σαν μικρές πόλεις ή η συντηρήτρια χειρογράφων στο μοναστήρι ή… Κι εκεί ανάμεσα σε ιστορίες και ανθρώπους παρεισφρέουν επισκέψεις στον Κάτω Κόσμο, κατά τα πρότυπα του Λουκιανού, ή στοχαστικές συζητήσεις για τον ρωσικό και δυτικό τρόπο ζωής.
          Αυτό το τελευταίο είναι μια καλή αφορμή να δείξει πώς ένας Έλληνας βλέπει τους Ρώσους αλλά και πώς αυτοί θαυμάζουν τον (αρχαίο) ελληνικό πολιτισμό. Η Ελλάδα προβάλλεται ως γεφυροποιός πολιτισμός, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι πρόκειται για “πολλές χώρες σε μία”. Και παράλληλα, προβάλλεται μέσα από συζητήσεις με αστέγους η ρωσική ματιά επί της Δύσης και η Δυτική ματιά επί της Ρωσίας. Οι Δυτικοί προσπαθούν να λύσουν τον γρίφο της ρωσικής εξουσίας, του πώς γίνεται μια αυτοκρατορία να έχει δημοκρατία. Η ματιά είναι φυσικά ελληνική και φιλορωσική, καμιά φορά ήπια προπαγανδιστική, που βλέπει με συμπάθεια τη ρωσική ψυχή.
          Αυτό, πέρα από τις πολιτικές συζητήσεις, απορρέει από τον τρόπο με τον οποίο βλέπει τους ίδιους τους ξεσπιτωμένους. Όλοι-τους είναι ευγενικές ψυχές, “δεν διαθέτουν καθόλου κολακεία, αλαζονεία, έπαρση και εγωισμό”, διατηρούν μια παλιά αρχοντιά και αντικατοπτρίζουν τους οικονομικά εξαθλιωμένους, οι οποίοι όμως δεν κάμπτονται αλλά προσβλέπουν σε μια ζωηρή συζήτηση, μια πνευματική ανάταση, μια χαραμάδα πάνω από τη λύπηση. Κανείς δεν μεμψιμοιρεί και κανείς δεν επιζητεί το έλεος, αφού η αξιοπρέπεια δεν λυγίζει τα ρυτιδιασμένα-τους μάτια.
          Το βιβλίο αυτό είναι και θα παραμείνει αφανές. Αλλά για μένα ήταν μερικές γουλιές καφέ στο μεγάλο τρέξιμο χωρίς έλεος.

[Οι εικόνες από το ρωσικό πλήθος των αστέγων είναι αντλημένες από:  www.webpark.ru,  www.fotografiafob.narod.ru,  www.cirota.ru,  kamnevn.livejournal.com,  joyreactor.cc  και  bomz.org]

Πατριάρχης Φώτιος

No comments: