Friday, January 16, 2015

“Το σώμα του Τιρθανκάρα” του Χρήστου Χρυσόπουλου και “Η Ζωή στην Ινδία” του Κλέωνα Αρζόγλου

Μπορεί κανείς να γνωρίσει την Ινδία μέσα από τα βιβλία; Μα πώς θα γίνει αυτό, αν δεν έχει φωτογραφικό υλικό, πλούσια χρώματα, παραμυθάδες ξεναγούς, κινηματογραφική αίσθηση του τόπου; Άλλοτε γίνεται κι άλλοτε όχι.
 

Καφές από ρύζι:
 
Χρήστος Χρυσόπουλος
“Το σώμα του Τιρθανκάρα”
εκδόσεις Νεφέλη
2014
Κλέων Αρζόγλου
“Η Ζωή στην Ινδία”
εκδόσεις Γαβριηλίδη
2014
 
 


            Δυο βιβλία, δυο ταξίδια στην Ινδία. Δυο Έλληνες που ταξιδεύουν εκεί και περιδιαβαίνουν από πόλη σε πόλη, από σοκάκι σε σοκάκι. Ο Χρυσόπουλος ως ξένος που επιχειρεί να μυηθεί στον ινδικό τρόπο ζωής, ο Αρζόγλου ως κάτοικος για πολλά χρόνια στην Ινδία. Μια ακόμα ομοιότητα είναι ότι ο πρωταγωνιστής κάθε έργου συναντά άπειρους ντόπιους και έτσι κάθε κείμενο απαρτίζεται από πολλές μικρές σκηνές, διαλόγους και συναντήσεις, που συνθέτουν ένα πολύχρωμο ψηφιδωτό.
            Οι ομοιότητες όμως, αφήγησης και ποιότητας, στίγματος και είδους, τελειώνουν εκεί!
            Ο Αρζόγλου βάζει τον πρωταγωνιστή-του τον Παύλο να ψάχνει την κόρη-του Ζωή στην Ινδία, όπου πήγε με την φίλη-της αλλά χάθηκε με έναν ύποπτο τύπο. Ο Παύλος είναι περίπτωση ολίγον ρεμαλίου, χωρισμένου, με χρέη, με μια ζωή που δεν στηρίζεται πουθενά και με την ενίσχυση της πρώην γυναίκας-του κάνει το ταξίδι στη χαοτική Ινδία. Η περιπέτεια συνοδεύεται από περιπλάνηση, γνωρίζει ανθρώπους και μέρη, λίγο από ιστορία, ξανασυναντά την παλιά γνώριμη Γκρατσιέλα, ενώνει τις δυνάμεις-του με τον Χρήστο, που μένει μόνιμα στην Ινδία και τέλος…
            Ο Χρυσόπουλος πάει σαν τουρίστας-συγγραφέας, κάνει τη βόλτα-του στο Πραντές, ανάμεσα στο Δελχί, το Λάκνοου, το Μπεναρές και το Τζαϊπούρ, συναντά ανθρώπους κατώτερων κυρίως τάξεων, δυο ξένες που κι αυτές βλέπουν περιηγητικά τη χώρα, αφήνεται στα σοκάκια και τους κήπους, παρατηρεί τους απλούς ανθρώπους να δουλεύουν, συλλέγει εμπειρίες και τύπους. Το κείμενο, παρότι τιτλοφορείται μυθιστόρημα, είναι πιο πολύ ταξιδιωτική αφήγηση, στο πρότυπο Ελλήνων και ξένων ταξιδιωτικών συγγραφέων. Ο Καζαντζάκης, ο Ουράνης, ο πρόσφατος Βέης χάραξαν μια πορεία γνωριμίας με άλλους τόπους, όπου ο αφηγητής-παρατηρητής δεν βλέπει τον τόπο, αλλά το ανθρώπινο εποικοδόμημα που έχει στιγματίσει τα εδάφη και τη φύση.
            Ο διαφορές των δύο έργων φάνηκε, νομίζω, δεν περιορίζονται μόνο στο είδος που υπηρετούν. Ο Αρζόγλου έγραψε μια ιστορία περιπλάνησης, με πλοκή και μυστήριο αναζήτησης, ο Χρυσόπουλος μια πολιτισμική πραγματεία με στοχαστικό ύφος. Ο πρώτος τρέχει να προλάβει, αλλάζει γρήγορα σκηνές και τόπους, στηρίζεται στη διαδοχή ιχνών, ο δεύτερος προχωρά αργά αλλά καθόλου βαρετά, ελίσσεται έντεχνα από μνήμη σε μνήμη κι από ερμηνεία σε ερμηνεία. Ο πρώτος δεν μας συστήνει εντέλει τον τόπο, δεν καταφέρνει να μας δείξει την καρδιά της χώρας και τον τρόπο που καλημερίζει τον ήλιο, αφού ούτε χαρακτήρες πλάθει, ούτε Ινδούς σκιαγραφεί, ούτε γεωγραφικά ή ιστορικά μας κάνει πιο σοφούς. Ο δεύτερος ξέρει να γράφει λογοτεχνία, να αλείφει πάνω στις εμπειρίες-του στρώσεις ανθρωπολογίας, ψυχολογίας, αυτογνωσίας και έτσι περνά το ινδικό χρώμα στους αναγνώστες-του.
            Στον Αρζόγλου αναζητάς το μυστήριο της πλοκής, η οποία όμως ακόμα κι αυτή δεν χτίζεται με γερά υλικά. Μια περιπλάνηση χωρίς πυλώνες, χαρακτήρες χωρίς βάθος, τοπία που φεύγουν με ταχύτητα αυτοκινήτου. Αντίθετα, στον Χρυσόπουλο δεν αναζητάς την υπόθεση αλλά το ήπιο βλέμμα που ψάχνει πίσω από τις φωτογραφίες, τη βαθιά σκέψη που κοιτάζει την Ινδία σαν πολιτισμικά πρίσματα, μέσα από τα οποία βγαίνει κανείς διαφορετικός. Στο “Σώμα του Τιρθανκάρα” χαίρεσαι την αφήγηση, φαντάζεσαι τα τοπία και τους ανθρώπους, ζωντανεύεις σκηνές και διαλόγους, μεταφέρεσαι στην ινδική πραγματικότητα. Μπαίνεις από την πίσω πόρτα στην καθημερινότητα των ντόπιων, χωρίς κινηματογραφικές επιταχύνσεις, θεαματικά εναέρια πλάνα, εξωτισμό και λοιπά παρεπόμενα μιας τουριστικής σύλληψης της χώρας.
 
[Οι εικόνες της ανάρτησης ελήφθησαν από: www.caribdirect.com, www.demotix.com, www.herenow4u.net, ajt.iki.fi και 121clicks.com]
Πατριάρχης Φώτιος

6 comments:

Ρόζα said...

Ωραίο ποστ, δεν κατάλαβα τίποτα. Συγκριτική εμπαθειολογία;
Το μεσημέρι στην Πειραϊκή, μετά τις γαρίδες θα παραγγείλω καφέ από ρύζι κι άμα με κοιτάξουνε περίεργα αλίμονό σου... αυτός ο τιρθανκάρα τι είναι;
how much i love you

Ρόζα said...

Το βρήκα! Τρικάνθαρος, μεταλλαγμένο σκαθάρι.
Ούτε ξέρουμε πια τι τρώμε...

Πάπισσα Ιωάννα said...

Ρόζα, Ρόζα, Ρόζα,
όταν θα μιλάμε για βιβλία,
τότε θα σου απαντώ.
Ειδάλλως, δεν θα παίρνεις απάντηση.
Έγινα κατανοητός;
Π.Φ.

Unknown said...

Ο Τιρθανκάρα δεν είναι βέβαια ο τρικάνθαρος...αλλά στην περίπτωσή μας είναι ένα εξαιρετικό βιβλίο, από τα καλύτερα του είδους και μάλιστα για μια χώρα για την οποίαν έχουν γραφτεί τόσα και οι προσδοκίες του αναγνώστη από ένα τέτοιο ταξιδιωτικό βιβλίο καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα.Ο Χρυσόπουλος χρησιμοποιεί την οδό την λιγότερο περπατημένη (κυριολεκτικά και μεταφορικά) δημιουργώντας νομίζω ένα έκκεντρο ταξίδι που κινείται από τα έξω προς τα μέσα και πάλι πίσω...Μυθιστόρημα, όχι...αλλά γοητευτικότατο κείμενο.

Πάπισσα Ιωάννα said...

Βαρβάρα,
συμφωνούμε σε όλα: μια ταξιδιωτική αφήγηση που σαγηνεύει.

Τι εννοείς όμως "έκκεντρο ταξίδι που κινείται από τα έξω προς τα μέσα και πάλι πίσω";
Π.Φ.

Ρόζα said...

Δηλώνεις αδυναμία.
Κατανοητή.
Darling.
<3 <3 <3