Ένα ερωτικό τρίγωνο και
μια εποχή όπου όλο το νησί μένει άδειο από άντρες εξαιτίας της ναυτοσύνης. Ένα
βιβλίο, που κατακτά δάφνες τραγικότητας, και μια ταινία, που με τη γνώριμη
Βουλγάρεια τεχνική αναβιώνει πετυχημένα την ατμόσφαιρα, ταξιδεύουν στη «Μικρά
Αγγλία», στην Άνδρο των πλοιοκτητών.
Ιωάννα Καρυστιάνη
“Μικρά Αγγλία”
εκδόσεις Καστανιώτη
1997 και 2013
“Μικρά Αγγλία”
σενάριο: Ι. Καρυστιάνησκηνοθεσία: Π. Βούλγαρης
μουσική: Κ. Πολέμη
με τους: Πηνελόπη Τσιλίκα, Σοφία Κόκκαλη, Αννέζα Παπαδοπούλου, Ανδρέα Κωνσταντίνου, Μάξιμο Μουμούρη, Ειρήνη Ιγγλέση, Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη, Αγγελική Παπαθεμελή κ.ά.
2013
Πρώτα το
βιβλίο. Ναι! Ξεκινάς από το κείμενο που αφήνει τη φαντασία να πλάσει τον κόσμο,
τον οποίο οι λέξεις υποβάλλουν. Γιατί η ταινία σε πρώτη φάση καθηλώνει, θετικά
ή αρνητικά, με την εικόνα και καπελώνει τη σκέψη. Ναι, πρώτα το βιβλίο, κάποια
στιγμή πριν από δεκαπέντε περίπου χρόνια και πάλι τώρα, σαν έπιπλο που
χρειάζεται λούστρο για να φρεσκαριστεί. Ναι, πρώτα το βιβλίο με τον ναυτικό
κόσμο-του, με τη μοναξιά των γυναικών να βαραίνει σε όλη-τους τη ζωή, με τις
εικόνες από τη μεσοπολεμική Άνδρο, μια αρχοντιά που απλώνεται από τα σαλόνια ως
τις ρούγες κι από τα ρούχα ως τις γυναικοπαρέες.
Κι έπειτα η
ταινία διά χειρός Παντελή Βούλγαρη, αφού πρώτα η ίδια η συγγραφέας διασκεύασε
το μυθιστόρημα σε σενάριο. Πάνω από δύο ώρες χαζεύεις τα σκηνικά, την
ατμόσφαιρα μιας εποχής που είναι εξίσου κοντινή και μακρινή. Πάνω απ’ όλα όμως
ο θεατής βλέπει μπροστά-του τους χαρακτήρες, τους ανθρώπους δηλαδή που ζουν τη
διπλή πορεία της μοίρας και των επιλογών-τους. Κι εδώ ξεπήδησε, τουλάχιστον σε
μένα, το ερώτημα που θέτουν ταινία και βιβλίο: είναι η μοίρα που καθορίζει, τις
περισσότερες φορές τραγικά, τη ζωή-μας ή μπορούμε να ξεφύγουμε από αυτήν;
Αλλά ας
ξεκινήσω με την υπόθεση: σκηνικό η Άνδρος του μεσοπολέμου, ο πατέρας
Σαλταφέρος, όπως όλοι οι ώριμοι άνδρες, λείπει τον περισσότερο καιρό στα
καράβια, ενώ η σύζυγος Σαλταφέρου κουμαντάρει με αυστηρότητα και γνώμονα το
νιτερέσο το σπίτι και τις δυο κόρες-της. Η μεγάλη ερωτεύεται τον Μαλταμπέ, αλλά
η μάνα-της δεν τη δίνει σε έναν φτωχό ναυτικό και την παντρεύει με τον
πλοιοκτήτη Βατοκούζη, που είναι καλός άνθρωπος και την αγαπά. Η ζωή τα φέρνει
έτσι και έπειτα από μερικά χρόνια ο Μαλταμπές πλουτίζει, γίνεται καπετάνιος και
παίρνει γυναίκα τη μικρή αδελφή της πρώην αγαπημένης-του. Όταν κάποια στιγμή
ξανασμίγουν, φουντώνει ο παλιός έρωτάς-τους και κρυφά από τους νόμιμους
συζύγους-τους επανασυνδέονται με τραγικές συνέπειες για όλους.
Το ερώτημα
που έθεσα μέσα-μου εστιάζεται στο πρόσωπο της Μίνας Σαλταφέρου, της μάνας, που
σκεφτόταν πάντα με το αλφάδι, αλλά δεν μπόρεσε να αποσοβήσει τους κινδύνους από
τη συγκατοίκηση των δύο οικογενειών, των Μαλταμπέ και των Βατοκούζηδων. Μια
σκηνή μάλιστα της ταινίας επικεντρώνεται στο πρόσωπό-της, όταν όλοι της
καταλογίζουν ευθύνες κι αυτή αμύνεται με τη λύσσα και τη λογική της νοικοκυράς
που έπρεπε, χωρίς στην ουσία άντρα, να αποφασίσει καίρια. Τελικά φταίει που έκανε
τέτοιες επιλογές ή είναι κι αυτή πιόνι μιας κοινωνίας που έτσι έφτιαχνε τους
άγραφους νόμους-της, ώστε οι κόρες να πρέπει να καλοπαντρευτούν για να
προκόψουν, έστω κι αν αυτό είναι δυστυχία για τις ίδιες; Η οικογενειακή υπόληψη
και κύρος θυσιάζουν έρωτες κι αισθήματα, τα οποία όμως βρίσκουν χαραμάδες για
να πάρουν εκδίκηση.
Προσωπικές
ευθύνες; Φυσικά. Ο καπετάν-Σαλταφέρος που δεν είχε επίγνωση για το τι γίνεται
πίσω στο σπίτι-του. Η σύζυγος Σαλταφέρου που έδωσε τη δεύτερη κόρη-της στον
αγαπητικό της πρώτης, ενώ ήξερε το νταραβέρι. Η μεγάλη κόρη που τα φτιάχνει με
τον άντρα της αδελφής-της. Ο Μαλταμπές που μπήκε στο σπίτι των Σαλταφέρου (από
εκδίκηση; από πείσμα; από καπρίτσιο; από αφέλεια;), ενώ προηγουμένως αγαπούσε
τη μεγάλη κόρη. Μα από την άλλη, αυτές οι προσωπικές ευθύνες απορρέουν από το
κοινωνικό πλαίσιο που δεσμεύει αποφάσεις και κατευθύνει συνειδήσεις. Οι άντρες
λείπουν ταξίδι, οι γυναίκες διοικούν, η κοινωνία έχει άγραφους νόμους, η
οικογένεια ζει με ένα μέτωπο, με μια προοπτική, με το χρήμα ως οδηγό…
Η ταινία
σκηνοθετικά και στυλιστικά (σκηνικά και κοστούμια) είναι μια πανδαισία.
Χρώματα, σερβίτσια, έπιπλα, πλοία, καλντερίμια, όλα περνάνε από τη μεγάλη οθόνη
και σαγηνεύουν. Όποιος έχει δει και τις «Νύφες» θα το καταλάβει. Η εποχή
ορθώνεται αληθινή, ζωντανή, χωρίς τσιριμόνιες και λούσα, αλλά με την ακριβή
επιμέλεια. Τα πλάνα άλλοτε ατμοσφαιρικά κι άλλοτε αφηγηματικά, μερικά βέβαια εστιασμένα
μόνο σε ένα μέρος του σώματος, κι οι ηθοποιοί στο ύψος των περιστάσεων. Θα
ξεχώριζα τη Σοφία Κόκκαλη (η μικρή αδελφή Μόσχα), χωρίς να πω ότι οι άλλοι δεν
είχαν πολύ καλές ερμηνείες, τόσο η Μίνα και η Όρσα Σαλταφέρου όσο και άλλοι
δευτερεύοντες ρόλοι.
Αφηγηματικά
όμως η Καρυστιάνη έκανε πολλά φάουλ. Η ταινία παρατράβηξε, καθώς η συγγραφέας προσπάθησε να χωρέσει όλο το μυθιστόρημα στον κινηματογραφικό χρόνο. Επηρεασμένη μάλιστα από το βιβλίο-της εμφάνισε στην
ταινία πρόσωπα και περιστατικά που δεν δικαιολογούνται εύληπτα στη ροή της
σεναριακής αφήγησης. Ενώ κάποιος που ξέρει το μυθιστόρημα καταλαβαίνει, όποιος
δει μόνο την ταινία μένει με πολλά ερωτηματικά για μικρές σκηνές, ρόλους,
πρόσωπα που φαίνονται εκκρεμή, ξεκρέμαστα, άστοχα. Καλύτερα θα ήταν το σενάριο
να το κάνει κάποιος που θα έβαζε το υλικό του βιβλίου σε νέα βάση και ειδικά σε
μια αυτονομία που δεν θα το έκανε να εξαρτάται από το λογοτεχνικό σύμπαν.
Καλό μήνα
Πατριάρχης Φώτιος
16 comments:
Δεν έχω δει ακόμη την ταινία. Το βιβλίο το διάβασα περίπου όταν είχε πρωτοεκδοθεί, κάπου προς τα τέλη του '90 αν δεν κάνω λάθος. Στα 20 μου τότε, θυμάμαι ότι είχα απογοητευτεί λίγο τόσο από την ίδια την ιστορία, όσο και από τον τρόπο που ήταν δοσμένη. Μου έδινε την εντύπωση ότι μιμούταν κάτι παλαιού τύπου με όχι ιδιαίτερη επιτυχία. Ίσως πρέπει να το ξαναδιαβάσω βέβαια μπορεί να λέω και αερολογίες...
"H άνοδος της ασημαντότητας" ή "κάτι να θυμίζει αλλά να μη ξέρεις τί"
Η Καρυστιάνη και ο Βουλγάρης έχουν αδυναμία στις πικραμένες νύφες(προξενιό της Άννας,πέτρινα χρόνια,Νύφες,Μικρά Αγγλία)και θα συνεχίσουν να μας διασκεδάζουν.Έχουν έμπνευση.
60χρόνια πίσω ο κιν/φος.
Τότε, filoteo,
είχε γίνει μεγάλος ντόρος για το μυθιστόρημα,
γεγονός που, κατά τη γνώμη-μου, το είχε βλάψει.
Έβλεπες διθυραμβικές κριτικές,
ίσως και πολιτικής ιδιοτέλειας,
και έφτιαχνες μια εικόνα γι' αυτό,
σαν να ήταν η κορυφή της παγκόσμιας μυθιστοριογραφίας.
Νομίζω ωστόσο ότι το βιβλίο αξίζει,
έστω κι αν φορτώθηκε με υπερβολικές προσδοκίες,
έστω κι αν η ταινία, ως συνήθως,
το υποκαθιστά,
χωρίς να φτάνει σε ανάλογη ποιότητα,
κυρίως λόγω του σεναρίου.
Καλό μήνα
Πατριάρχης Φώτιος
Λύσιππε, καλό μήνα.
Συνήθως κατεβαίνεις δρομαίος με ιδεολογικά φορτισμένες απόψεις.
Σήμερα, δεν διαβάζω μια τέτοια,
αλλά δεν διαβάζω και άποψη, επιχείρημα, εξήγηση...
Πιστεύεις ότι αυτό που κάνεις είναι διάλογος ή ανταλλαγή ατακών, ενίοτε και μπηχτών;
Γιατί δεν λες ολοκληρωμένη την άποψή-σου;
Πατριάρχης Φώτιος
Για τρίτη φορά επιμένεις να επικαλείσαι "ιδεολογίες".Πες μου επιτέλους ποιά είναι η ιδεολογία μου γιατί τη ψάχνω και δε τη βρίσκω.
Δεν υπάρχει καμιά ατάκα.Δε μπορώ όμως να γράψω διατριβή περι Βούλγαρη-Καρυστιάνη.
Επιγραμματικά λέω ό,τι δε κάνουν τέχνη ούτε λογοτεχνική ούτε κινηματογραφική.Κάνουν εμπόριο πιασάρικων κλισέ.
Ακόμη και αν κάποιος θεωρεί τέχνη και όχι τυποποιημένο εμπορικό προιόν αυτό που κάνουν,είναι παρωχημένο και ξεπερασμένο πολλά χρόνια.
Αν αυτό θέλει τεκμηρίωση με επιχειρήματα για να γίνει άποψη θα πρέπει να αναφερθώ σε εργα και θεωρητικά κείμενα για τη λογοτεχνία και τον κιν/φο που θεωρώ ότι και γνωστά είναι και αδύνατο να γίνει αυτό σε ένα σχόλιο.
Λύσιππε,
αρνούμαι να δεχτώ ότι κρίνουμε ένα βιβλίο ή μια ταινία με βάση την ιδεολογία του δημιουργού-τους. Αυτό σου καταλογίζω, από προηγούμενες συζητήσεις-μας.
Ας έλθουμε τώρα στο προκείμενο:
αν το διαδίκτυο έχει γίνει ένας χώρος όπου ο καθένας μιλά αναπόδεικτα,
αν τα μπλογκ είναι μια πλατφόρμα, όπου το σχόλιο είναι απλώς αποδοκιμαστικό ή επιδοκιμαστικό,
σε στυλ μ' αρέσει - δεν μ' αρέσει,
τότε μάλλον πρέπει να αποχωρήσω.
Αν όμως μπορούμε να κάνουμε διάλογο, σύντομο και περιεκτικό,
τότε μάλλον πρέπει να αλλάξεις τακτική,
ώστε να μάθουμε κι εμείς
τα "έργα και [τα] θεωρητικά κείμενα για τη λογοτεχνία και τον κιν/φο"
που αποδεικνύουν τη θέση-σου.
Καλή εβδομάδα
Πατριάρχης Φώτιος
Συμφωνω απόλυτα με την κριτικη σου στην ταινια, αγαπητε Πατριάρχη.
Το μυθιστόρημα ειναι, κατα τη γνώμη μου, εξαιρετικό. Ομως, άλλο βιβλίο και άλλο ταινια. Εδώ χρειαζόταν σενάριο και οχι απαγγελία αποσπασμάτων του βιβλίου -λύση στην οποια κατέφυγε η συμπαθεστατη Καρυστιανη.
Αλλα και το όλο στήσιμο νομίζω οτι είχε κατι απο μεταμφιεση ερασιτεχνών, ώστε να υποδυθουν χαρακτήρες εποχης.
Πολυ καλές, πάντως, οι ερμηνείες των δυο κοριτσιών.
Ανυπόφορη η μεγάλη διάρκεια.
Γενικά, για κάποιον λόγο, ο ελληνικός κινηματογράφος αδυνατεί να αποκτησει
αρτιότητα. Ίσως λείπει σωστή -επαγγελματική- τεχνικη, κατι το οποίο ακόμη και μέτριες αμερικανικές π.χ παραγωγές το κάνουν με κλειστά ματια.
NYTimes,
να δεις, τώρα που το λες κι εσύ,
που έχουμε καλύτερη λογοτεχνία από κινηματογράφο.
Λέω βέβαια κάτι προφανές,
αφού έχουμε μεγαλύτερη παράδοση (ειδικά στην ποίηση),
αλλά είναι που ξεμύτισαν μερικά καλά ονόματα
(Αγγελόπουλος παλιότερα, Λάνθιμος κ.ο.κ.)
κι ίσως πιστέψαμε ότι πιάσαμε τον Πάπα από τα γένια.
Ευτυχώς όχι τον Πατριάρχη...
Καληνύχτα
Πατριάρχης Φώτιος
Καλημέρα.
Δεν θυμάμαι καλά το βιβλίο,δεν έχω δει την ταινία.Αλλά έβαλες ένα θέμα, που με ενδιαφέρει.
Τον σχολιασμό τύπου μ΄αρέσει-δεν μ΄αρέσει και τον τεκμηριωμένο.Δύσκολο είναι, νομίζω,να απορρίψουμε τον πρώτο αν τον επιλέγουν έτσι επίμονα οι επισκέπτες του διαδικτύου, δύσκολο να ανατρέψουμε σε μια ολόκληρη κοινωνία, που έτσι έχει εκπαιδευτεί να λειτουργεί, την γενικότερη ευκολία του μ΄αρέσει-δεν μ΄αρέσει.
Όμως αυτό το μ΄αρέσει-δεν μ΄αρέσει ,τι ακριβώς είναι ; Είναι όντως η παράκαμψη των λογής δύσκολων από όλους μας σαν ένα συνεχώς χειραγωγούμενο πλήθος που μάλλον είμαστε;
Μήπως έχει και καλή πλευρά; Μακάρι να΄ξερα με σιγουριά.Ομολογώ όμως,πως εμένα πλέον δεν με ενοχλεί, μάλλον δίκοπο μαχαίρι το βρίσκω.Καμιά φορά είναι το μόνο έντονο και αληθινό,ίσως, που μας απομένει από ένα βιβλίο,μια ταινία κτλ. Μπορεί και να το προτιμώ σ΄αυτή τη θολή και προβοκατόρικη συγκυρία.
Γιατί, τι είμαστε οι περισσότεροι πέρα από ημιμαθείς-εκ των πραγμάτων,χωρίς διάθεση μείωσης κανενός- αποδέκτες της Τέχνης που όμως την έχουμε τόση ανάγκη,που έχουμε κάθε δικαίωμα σ΄αυτήν;
Να φέρω ένα παράδειγμα.Ακούμε (όλοι,φαντάζομαι) μουσική.Τέλεια.Τι είναι πιο σωστό,να πούμε (με σεμνότητα,οφείλουμε να είμαστε σεμνοί στην κρίση μας),ένα απλοϊκό μ΄αρέσει ή δεν μ΄αρέσει ή χωρίς να ξέρουμε μισή νότα ή επειδή ξέρουμε μισή νότα ,να αρχίσουμε εφ΄όλης της ύλης εισαγγελική αγόρευση για την εκτελεστική δεινότητα του σαξοφωνίστα επειδή κατά βάθος θα θέλαμε να είμαστε εμείς στην θέση του και να ξέραμε να παίζουμε εμείς σαξόφωνο; Πραγματικά γελοίο.
Έτσι λοιπόν σε ορισμένες περιπτώσεις το μ΄αρέσει ή δεν μ΄αρέσει αποδεικνύεται πιο έντιμο, τουλάχιστον όταν δεν είναι αποτύπωση αλαζονικού πείσματος και ξερολίστικης αντίληψης,όταν είναι το προσωπικό συναίσθημα του μέσου ανθρώπου που φωλιάζει στην ψυχή μετά την ανάγνωση,την ταινία,την θεατρική παράσταση κτλ
Ούτε βέβαια οι αφορισμοί των διάφορων ντε και καλά καταρτισμένων είναι το φόρτε μου.Σε πόσα¨είμαστε καταρτισμένοι;Όλοι πια τα ξέρουμε όλα.Μιλάμε και σχολιάζουμε οι πάντες για τα πάντα. Καταδικάζουμε ή εγκρίνουμε αβέρτα.Ανυπόφορο.Και μαζί και σπαρακτικά δημοκρατικό ,όχι ,δεν μου έχει στρίψει.
Ποιος ισχυρίζεται ότι έχει λύσει τα ζητήματα της δημοκρατικότητας ως προς την ελευθερία της έκφρασης;
Οι σχετικές προσβολές και χοντροειρωνείες πάνε σύννεφο,τις βρίσκω επικίνδυνα αντιδημοκρατικές ως προς το σκεπτικό που τις προκαλεί ,ειδικά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης,πεδία έκθεσης λαμπρά, κατινοδρόμια στα οποία η ελευθερία του λόγου,όλων μας, βάλλεται από πρόσωπα που, εγώ τουλάχιστον, δεν το περίμενα.
Νομίζω ότι αν προσπαθούμε συνεχώς να κάνουμε περιεκτικότερες και περισσότερο τεκμηριωμένες τις παρουσιάσεις μας,να προσέχουμε τις δημόσιες κουβέντες μας,να ενισχύουμε με γνώση ταλόγιακαι τα έργα μας κάτι θα πετυχαίνουμε ποιοτικότερο αλλά κι αυτό σηκώνει κουβέντα.
Η επίθεση κατά των μπλόγκερς που ασχολούνται με την ανάγνωση, για να περάσω σε άλλο παράδειγμα, που με απασχολεί, είναι γεγονός και έχει και πολύ συγκεκριμένα αίτια. Λειτουργούμε σαν αναγνώστες και όχι ως φιλόλογοι ή επαγγελματίες βιβλιοκριτικοί,φυσικά, το έχουμε πει οι περισσότεροι χίλιες φορές και τώρα ακούμε πάλι τα εξ αμάξης από κάποιους-τους ανασφαλείς πιστεύω,εκείνοι που έχουν επιστημονικές γνώσεις και φρέσκες ιδέες δεν έχουν τέτοια συμπλέγματα-όμως που θα πάει αυτό;
Να μην μπορούμε να εκφράσουμε κάτι παραπάνω από ένα μ΄αρέσει-δεν μ΄αρέσει έστω κι αν είμαστε επιεικείς με όσους το κάνουν;Ποιος μπορεί να αρνηθεί την συμβολή των μπλογκς στην διάδοση της φιλαναγνωσίας;Ή δεν την θέλουμε αυτή την διάδοση;
Και έτσι για μένα είναι μεγάλο ζήτημα το μ΄αρέσει δεν μ΄αρέσει,που βάζεις,Πατριάρχη-χαίρομαι που το θίγεις – και οι επεκτάσεις του και η ανάγκη της τεκμηρίωσης, όσο μπορούμε, όσων λέμε αλλά και με την δημοκρατία στην απλή καθημερινότητα, με το δικαίωμα όλων μας στην Τέχνη τι γίνεται;Αναρωτιέμαι.
Σ΄ευχαριστώ .
Βιβή,
είσαι θησαυρός σκέψεων.
Αλλά επειδή άνοιξε μεγάλο ζήτημα,
επιφυλάσσομαι να το κάνω ειδική ανάρτηση.
Πατριάρχης Φώτιος
Αγαπητέ Πατριάρχα, επιτρέψτε μου να απευθυνθώ πρωτίστως στη Βιβή Γ.
Μια παρόμοια ανάρτηση έκανα τώρα τελευταία αγαπητή Βιβή,σχετικά με τους φιλολόγους και τη λογοτεχνία. Για την αντίπερα όχθη όμως. Θέλω να δηλώσω απερίφραστα πως αγαπώ τους βιβλιόφιλους μπλόγκερς. Με βοήθησαν να αγαπήσω βαθιά το βιβλίο. Ως φιλόλογος εξέφρασα τη μαγεία του να γνωρίζεις πράγματα και να τα απολαμβάνεις εις βάθος (αν αυτό είναι δυνατόν). Αντιλαμβάνομαι το ψώνιο ορισμένων να παριστάνουν τους ιθύνοντες, πράγαμ εκνευριστικό. Είναι αυτό που έλεγε ο Αριστοτέλη παρόλο που ήταν "αριστοκράτης": Ενας όμως από το πλήθος μπορεί να αποδειχθεί καλύτερος από όλους τους ολίγους μαζί...
Εσύ, Filoteo μου, και σεμνά και σωστά και με μια χαρά ευγενικό και δημοκρατικό τρόπο τα διατυπώνεις αυτά που σε προβληματίζουν στην ανάρτησή σου.Και ναι,στο κάτω κάτω είσαι φιλόλογος και να σ΄ευχαριστήσω πρέπει όταν με ξεστραβώνεις και όντως σ΄ ευχαριστώ επειδή μαθαίνω πράγματα και αυτό το εκτιμώ πολύ και διορθώνομαι , νομίζω.
Αν όμως στην ανάρτησή μου εγώ, που δεν είμαι φιλόλογος,δεν γράψω κι ας το έχω δει,ότι ο συγγραφέας χρησιμοποιεί αυτήν ή την άλλη αφήγηση,κάνει προβολή ή αναδρομή κτλ αδυνατίζει ή και εξαφανίζεται το δικαίωμά μου,αυτό το στοιχειώδες, του να εκφέρω στο μπλογκ μου γνώμη για το βιβλίο που αγόρασα και διάβασα; Φαντάζομαι ότι αν και φιλόλογος -επειδή δεν έχεις να φοβηθείς κάτι από μένα,τι να φοβηθείς,αστεία πράγματα, μη σου πάρω την τάξη;-εσύ θα πεις πως όχι, εφιστώντας μου παράλληλα την προσοχή να μην το παρακάνω σε ό,τι γράφω αν δεν το τσεκάρω, για να μη φτάσω στην κοτσανολογία, πράγμα που φυσικά θα το δεχτώ,αν έχω δράμι μυαλό.
Αν αρχίσει όμως- απομονώνοντας αλα ...Πρετεντέρη μια φράση, άσχετη με το τι λέει στο υπόλοιπο-κάποιος να με κατσαδιάζει στην ψύχρα, στο γνωστό Κατινοδρόμιο, και μένα και όλους συλλήβδην τους μπλόγκερς που αγαπούν το βιβλίο- και δεν μπορώ να εντοπίσω ούτε έναν αυτή τη στιγμή που να μην είναι ψαγμένος ικανοποιητικά για ερασιτέχνη στα γραφόμενά του περί βιβλίων - και εκείνος που κάνει την επίθεση, είτε έχει σπουδάσει φιλολογία-γαλλική,κουβανική κονγκολέζικη,το ίδιο μου κάνει-είτε όχι, μάλλον έχει μεγαλύτερη εμμονή με το να κάνει τον εισαγγελέα στα κοινωνικά δίκτυα και στα έντυπα σε στήλες για βιβλία και μόνο καλοπρόθετο και που μοιράζεται και συζητάει δεν τον λες,τότε θα θεωρήσω ότι κάτι ή μάλλον πολλά δεν πάνε πια καθόλου καλά,θα σκεφτώ ότι απομακρυνόμαστε από την αγάπη της λογοτεχνίας,τσαλαπατάμε και την φιλολογία και την ευγένεια και τον διάλογο και ένα σωρό ακόμα και μπαίνει,εμ,δεν μπαίνει, ένα ζητηματάκι δημοκρατίας...
Η συμβολή σου στην συζήτηση βάζει στοιχεία.Μου αρέσει αυτό.Πατριάρχη,τι λες; Τεκμηριωμένο το «μ΄αρέσει»;
Αχ,βρε φίλοι.Γύρω Φαρμακονήσια και άνθρωποι που τρώνε από τα σκουπίδια και εμείς εκεί, στην χορτάτη-ακόμα-κακία και αλαζονεία μας...Δεν τα μπορώ αυτά.Τα έχω σιχαθεί,δεν μπορώ να τα καταλάβω.
Βιβή και filoteo,
η επόμενη ανάρτηση είναι το πεδίο στο οποίο μπορούμε να συζητήσουμε περαιτέρω.
Εις διάλογον
Πατριάρχης Φώτιος
Θέλω να σου πω ότι δεν έχω την αξίωση να "διδάξω" μέσω του ιστολογίου. Δεν χρειάζονται οι βιβλιόφιλοι καθηγητές. Εγώ να ανταλλάξω απόψεις ήθελα και σε αυτό μένω. Αντιθέτως νομίζω ότι η δουλειά μου και παρατημένη είναι λίγο με το μπεμπέ, και την αρτιότητα που έχουν άλλα μπλογκς δεν έχει και δεν είμαι και στον κόσμο μου. Μιλάμε για την απόλαυση που κερδίζει κανείς διαβάζοντας. Ο φιλόλογος ΚΑΝΟΝΙΚΑ θα έπρεπε να απολαμβάνει περισσότερο. Αντιθέτως έχει εγκλωβιστεί, αυτό θέλω να πω ουσιαστικά. Τώρα αν κάποιος σου κάνει τον καμπόσο: 1ον να τον δείρω (χιούμορ) και 2ον όποιος κάνει τον καμπόσο επειδή νομίζει ότι είναι αφρόκρεμα της ψωροφαντασμένης ταμπέλας που έχει στο μυαλό του, είναι για λύπηση. Διότι, για να είναι υπέρμαχος της κομπορρημοσύνης, σκέψου πόσο δύστυχο πλάσμα είναι. Και ναι, τα ζητήματα τύπου Φαρμακονήσι είναι μακράν σοβαρότερα.
υγ. τις ίντριγκες της μικρής μας μπλογκοπαρέας δεν τις ξέρω ή δεν τις παίρνω χαμπάρι, αν αναφέρεσαι σε κάποιον συγκεκριμένα...
Αναμένομεν...
Ὁ ἀείμνηστος ὁ Φιλοποίμην Φίνος (μήπως εἶναι πολύ «ἐλαφρύ» ὄνομα; ἄν σέ αὐτήν τήν γειτονιά θεωρεῖται ὡς τέτοιο, ζητῶ συγγνώμην πού προσβάλλω αἰσθητικές, ἀλλά γιά ἐμέ τόν πτωχόν ὁ Φίνος θά ἀποτελεῖ γιά πάντα τό μέτρο τῆς Κιν/φικῆς ἀρτιότητας, ἐφόσον μιλᾶμε γιά Ἑλληνικό κιν/φο) ἔλεγε τό βαρύ καί ἀμίμητο: «τόν τελευταῖο λόγο τόν ἔχει τό πανί».
Ἀρέσει ἡ ταινία; ἔστω καί ἄν κάποιος δέν μπορεῖ ἤ δέν θέλει νά τό τεκμηριώση -ἁπλῶς βγαίνει βουρκωμένος ἤ ἀμίλητος ἤ βλοσυρός ἀπό τήν αἴθουσα- ἔ, λοιπόν, αὐτό τό «μοῦ ἄρεσε» νέτο, ἀποτελεῖ τήν μεγαλύτερη ἐπιβράβευση, ἐπιβεβαίωση ἤ ὅπως ἀλλιῶς θέλει κανείς ἄς τό πῆ, γιά τήν ταινία καθαυτή καί γιά τούς δημιουργούς της.
Στήν παρουσίαση/ἀξιολόγηση ἀμερικανικῶν ταινιῶν, τά μέσα τύπου IMDb, Wikipedia, Rotten tomatoes καί τά τοιαῦτα, δίπλα στήν ἀξιολόγηση ἀπό καθαυτό κιν/φικούς φορεῖς (κριτικούς, ἰστότοπους κλπ) παραθέτουν ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ τήν σφυγμομέτρηση πού ἔγινε τίς πρῶτες ἑβδομάδες προβολῆς τῆς ταινίας, ἔξω ἀπό τίς κιν/φικές αἴθουσες, τήν στιγμή ΑΚΡΙΒΩΣ πού οἱ αἴθουσες αὐτές σχολοῦσαν...
Ἐπί τό προκείμενον, ὅμως...
Αὐτή ἐδῶ ἡ ταινία, μοῦ ἄρεσε. Νέτο.
Μοῦ ἄρεσε ὅταν τήν πρωτοεῖδα, μοῦ ἄρεσε καί ὅποτε τήν ξαναεῖδα.
Τήν ἔβλεπα πάντοτε, ἀφήνοντας νά μοῦ μιλήσουν τά πρόσωπα καί οἱ εἰκόνες, δέν κρατοῦσα μνήμη ὅτι βλέπω κάτι ἀπό συγκεκριμένο κιν/φικό μητρῶο, δέν ἐπέτρεπα σέ στερεότυπα νά μποῦν ἀνάμεσα στήν Εἰκόνα καί τήν Ματιά μου.
Δύο καί μόνοι γνώμονες: ἡ Εἰκόνα. ἡ Ματιά μου. Τέλος.
Πραγματικά, δέν κατανοῶ γιατί ἄραγες, κάνουν καλό κιν/φο ὅσοι παρουσιάζουν κάτι τό «μή κατατάξιμο» (κατ᾽ εὐφημισμόν, στήν ἁπλή οὐσία του παρουσιάζουν κάτι τό ΜΠΕΡΔΕΜΕΝΟ, τελεία!)ἐνῶ κάνουν κακό κιν/φο ὅσοι παρουσιάζουν μία μεστή ἱστορία μέ ἀρχή-μέση-τέλος.
Τρανό παράδειγμα, ὁ Ἀστακός αὐτοῦ τοῦ ἕρμου τοῦ φιλόζωου τοῦ Λάνθιμου. Γιατί ἀποτελεῖ τρανό παράδειγμα; Γιατί ἔγινε ρεζίλι τῶν σκυλιῶνε, ὅταν ρωτήθηκε γιά τήν ὑπόθεση τῆς ταινίας ὁ πρωταγωνιστής του, ὁ συμπαθέστατος καί λίαν ταλαντοῦχος Colin Farell καί ἐντελῶς ἀφοπλιστικά εἶπε: «ξέρετε, ἡ ταινία εἶναι καταπληκτική, ἀλλά τήν ὑπόθεση δέν τήν ἔχω καλοκαταλάβει».
Κόλαφος...
Ἄλλος ἐλαφρύς ἴσως γιά αὐτά ἐδῶ τά χώματα, ὁ Ἀλβέρτος Αἱνστάιν, εἶχε πεῖ τό ἐξῆς ἐξίσου ἀφοπλιστικό: «ὅταν μία ἰδέα δέν μπορεῖς νά τήν ἐξηγήσης μέ ἐντελῶς ἁπλούς ὅρους, ἁπλά δέν τήν ἔχεις κατανοήσει ἔστω κ ἄν εἶναι δική σου».
Προτιμῶ λοιπόν, αὐτούς πού κάνουν κάτι στοχεύοντας στήν ἄμεση κατανόηση.
«Πᾶμε νά συγκινήσουμε».
«Πᾶμε νά κεντρίσουμε ματιές».
«Πᾶμε νά τά κονομήσουμε».
Ἁπλά. Ψυχαγωγικά καί ψυχαγωγούμενα.
Ντρέτα, κατά τήν ναυτικήν ὁρολογίαν...
Post a Comment