Στη φρουτοσαλάτα της 6.1.2007 είχα δημοσιεύσει μια λίστα με βιβλία της χρονιάς αξιολογώντας (υποκειμενικά) το καθένα με 2 βαθμούς, έναν από τον υποτιθέμενο μέσο αναγνώστη κι έναν από τη γνώμη των όποιων ειδικών (δες και τα σχόλια). Ο Κούρτοβικ στο άρθρο του στα Νέα (13.1.2007) “Κάτω τα καλά βιβλία!” βλέπει κι αυτός τη διαφορά μεταξύ της γνώμης των ειδικών και του κοινού, αλλά την εξηγεί αλλιώς. Εκεί υποστηρίζει ότι δεν υπάρχουν κακά βιβλία, αλλά όσα κερδίζουν την εκτίμηση των μεν ή των δε είναι καλά, αλλά τίποτα παραπάνω.
Συμφωνώ ότι κάτι συνταραχτικό, κάτι που να δείξει ότι ταράζονται τα νερά και ότι ξεφεύγουμε από μια μίζερη μυθιστορηματική παράδοση δεν έχουμε δει (μου έρχονται στο νου καμιά δυο εξαιρέσεις).
Συμφωνώ επίσης και με τα κριτήρια κριτικών και κοινού. Οι πρώτοι “μπορεί να προτιμούν βιβλία με περισσότερο υπαινικτική γλώσσα, περισσότερες διακειμενικές αναφορές, πιο σύνθετη αφηγηματική δομή.”, ενώ ο μέσος αναγνώστης “προτιμά βιβλία άμεσης συγκίνησης, με χαρακτήρες που προσφέρονται για ταύτιση κ.λπ.”. Στην ουσία συμβαίνει –όχι βέβαια πάντα- το επιβιώσιμο βιβλίο να διαφέρει από το απολαυστικό κι έτσι, όπως λίγα κλασικά βιβλία διαβάζονται από το ευρύ κοινό, έτσι και λίγα από τα σημερινά «καλά», που θα επιβιώσουν στα βιβλία αναφοράς, θα διαβάζονται και διαχρονικά (εκτός αν μεσολαβήσει η εκπαίδευση, γίνουν ταινία… και καταξιωθούν και στη συνείδηση περισσότερων). Ο Σαρτρ λέει ότι “το κακό μυθιστόρημα είναι εκείνο που επιδιώκει να αρέσει κολακεύοντας τον αναγνώστη, ενώ το καλό είναι γεμάτο απαιτήσεις και δηλώνει την εμπιστοσύνη του σε αυτόν” (Jean-Paul Sartre, Τι είναι λογοτεχνία;, εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 90).
Πατριάρχης Φώτιος
14.1.2006
6 comments:
ω, καλησπέρα σας!(η ίδια pelegrina είμαι, απλώς θυμήθηκα τους κωδικούς μου και είπα να το κάνω πιο επίσημο!)Δεν διάβασα το βιβλίο της κ. Δημητρακάκη, αλλιώς θα σας έγραφα. Γενικά για κάποιους λόγους αυτό τον καιρό δεν διαβάζω.
Κάποιο κόλπο κάνετε (χιούμορ κάνω)και με τον Σαρτρ και με τον Κούρτοβικ! Ούτε ο ένας ούτε ο άλλος κάνουν καθόλου λόγο για βιωσιμότητα, διαχρονικότητα, κανόνα, κλασικό, μέλλον κλπ, που εσείς θεωρείτε κριτήριο της καλής λογοτεχνίας. Ο Σαρτρ αυτά τα αρνείται ρητά (έχω άλλη, παλιά έκδοση του βιβλίου, άλλη σελιδοποίηση και μετάφραση, αλλά ο Σ. θεωρεί τη "δόξα" και την αιωνιότητα αστικό ιδεολόγημα και πιστεύει στην επίδραση της λογοτεχνίας μόνο στο τώρα, που μάλιστα θα γίνει γενική στην αταξική κοινωνία. Άρ το απαιτητικό κοινό δεν το κάνει "σύμμαχο" της διαχρονικότητας, όπως, νομίζω, εσείς). Το κείμενο του Κ. πάλι πουθενά δεν χρησιμοποιεί για καμιά από τις τρεις κατηγορίες (κριτικοί-κοινό-πρωτότυπα και διαφορετικά)λέξεις με σημασία συγγενική του διαχρονικού. Δεν νομίζω ότι έχει κάτι τέτοιο στο μυαλό του, βέβαια πού να ξέρω.Αλλά η επιμονή του σε ξεχωριστά που προκαλούν προβληματισμό, ενθουσιασμό κλπ μάλλον πιο κοντά στον Σαρτρ μου τον φέρνει παρά στη δική σας "βιωσιμότητα"
Επί των διαφορετικών και ξεχωριστών τώρα, αυτά κι αν θα ήταν (και είναι) εμπορεύσιμα. Η "παραβατικότητα που δείχνει υγεία" είναι το σούπερ εμπορεύσιμο προιόν στο μεταμοντέρνο αχταρμά μας και ο κριτικός που θα την εντοπίσει θα έχει απλώς μια επιτυχία ως κριτικός. Με άλλα λόγια, όταν υπάρχουν (εξωλογοτεχνικές) αξίες όλα προβάλλονται σ' αυτές, όταν δεν υπάρχουν (όπως στην εποχή μας)όλα είναι σούπα. Η δική μου άποψη για το καλό πεζογράφημα είναι ότι είναι αυτό που χρησιμοποιεί τη φόρμα του συμβατικού "δημοφιλούς", πλοκή, αμεσότητα, χαρακτήρες για ταύτιση, φαίνεται ότι κολακεύει το μέσο αναγνώστη αλλά του στήνει γλυκιές τρικλοποδιές. Ανατρέπει χωρίς ο αναγνώστης να το καταλάβει και τον αφήνει αμήχανο να αναρωτιέται. Διακειμενικότητα, καλολογικά και παραξενιές μόνο όσο ενισχύουν το παραπάνω. Ξέρω ότι η πρότασή μου κροβατεί πάνω στο τίποτα, αλλά μέχρι να βρω καλύτερη αυτή είναι.
Συνοψίζω: περί διαχρονικότητας κλπ δυο λογάκια παραπάνω από σας: τη θεωρείτε ως αξία δεδομένη ή μήπως έιναι προιόν συσχετισμών, συμφερόντων και συγκυριών;
(περί της δικής μου άποψης δεν χρειάζεται κάτι να πείτε. Όλοι έχουμε τις απόψεις μας -κανένας άλλος εδώ μέσα;;)
@ pelegrina
Σ’ ευχαριστώ που διεξάγεις διάλογο με τον πλέον ευγενή (ακόμα και όταν διαφωνείς) και ήπιο τρόπο. Τις αρχές του διαλόγου τις σέβομαι όσο τίποτα και σ’ ευχαριστώ που με τα σχόλιά σου προεκτείνεις το blog μας και θέτεις σε γόνιμη αμφιβολία όσα λέω (γράφε μου, σε παρακαλώ, στον ενικό… δεν είμαι και πατριάρχης! ούτε καν πάπας).
Φυσικά οι λέξεις που χρησιμοποιώ «βιωσιμότητα, διαχρονικότητα, κανόνα, κλασικό, μέλλον κλπ» είναι προϊόν της δικής μου οπτικής γωνίας. Στον Σαρτρ βρήκα απλώς έξυπνη τη φράση (χωρίς να υποστηρίζω ότι ο Σαρτρ ιδεολογικά τείνει προς τα εκεί –κάτι φαίνεται να ξέρεις καλύτερα).
Από εκεί και έπειτα αρχίζουν οι απορίες για το πώς ερμηνεύεις τις ιδέες του Κούρτοβικ. Πρώτα απ’ όλα μοιράζει τις γνώμες σε δυο κατηγορίες, σ’ αυτήν των κριτικών και σ’ αυτή του κοινού. Το κοινό έχει περισσότερο –όχι πάντα, για να μην φανεί ότι το υποτιμούμε- κριτήρια απόλαυσης, χωρίς να το ενδιαφέρουν -συνειδητά τουλάχιστον- οι αφηγηματικές τεχνικές, διακειμενικότητα κ.λπ.
Αντίθετα οι κριτικοί (συνεχίζω εγώ) μιλάνε και γι’ αυτά στην προσπάθειά τους να αξιολογήσουνε πιο αντικειμενικά το έργο. Προς τι αυτή η αξιολόγηση, τα βραβεία και άλλα συναφή; (Δεν αναφέρομαι σε συμφέροντα ή στον ρόλο διαφημιστή που πολλές φορές παίζουν) Για να διακρίνει αυτό/ά που ξεχώρισε από τη χρονιά και να τεθεί σε μια κλίμακα και σε σύγκριση με τα καλά των άλλων ετών. Όταν σχηματιστεί μετά από καιρό η ιστορία της λογοτεχνίας για τα χρόνια μας, κάποια λογοτεχνήματα –που ξεχώρισαν- θα μπουν στον κανόνα, ο οποίος φυσικά δεν είναι ούτε απόλυτος, ούτε κλειστός και απαράλλακτος, ούτε αλάθητος.
Εντέλει πιστεύω ότι «κλασικό» ή διαχρονικό είναι αυτό που δίνει απαντήσεις στους αναγνώστες κάθε εποχής, καθώς η μορφή του το κάνει προσλήψιμο από το αναγνωστικό κοινό διαδοχικών περιόδων. Η θεωρία της πρόσληψης δίνει τέτοιες απαντήσεις στην προσπάθειά της να ορίσει τις έννοιες αυτές.
Μ’ αρέσει ο ορισμός σου «καλό πεζογράφημα είναι ότι είναι αυτό που χρησιμοποιεί τη φόρμα του συμβατικού "δημοφιλούς", πλοκή, αμεσότητα, χαρακτήρες για ταύτιση, φαίνεται ότι κολακεύει το μέσο αναγνώστη αλλά του στήνει γλυκές τρικλοποδιές. Ανατρέπει χωρίς ο αναγνώστης να το καταλάβει και τον αφήνει αμήχανο να αναρωτιέται». Στην ουσία, όπως εγώ το υιοθετώ, είναι ένα κριτήριο (που συνδυάζει απόλαυση και διαχρονικότητα), για να διαβάζεται και παράλληλα να προεκτείνει τους ορίζοντες προσδοκιών του αναγνώστη, δηλαδή να μην τον αφήνει αισθητικά ή ιδεολογικά να επαναπαύεται σε όσα κατέχει.
Ο διάλογος δυστυχώς ανοίγει και δεν μπορούμε να μείνουμε στενά σε ένα θέμα. Ελπίζω να μην πελαγοδρομούμε.
Πατριάρχης Φώτιος
Aγαπητε Π., το τι θα μεινει στον ελληνικό λογοτεχνικό κανόνα άδηλο. Εκείνο που πιστεύω είναι οτι στην μικρή μας γειτονιά (που εξακολουθεί να λειτουργει αθώα εν σχέσει με το τι γίνεται στο εξωτερικό) η κριτική, με κάποιες φωτεινές εξαιρέσεις (ο Κουρτοβικ μια από αυτές) ακολουθεί την αμηχανία του χώρου. Σωστά επισήμανε ο Κ. οτι έχει πλέον "βαρεθεί" τα "καλά" (passable) βιβλία και προσδοκά κατι που θα τον αιφνιδιάσει, που θα τον αναγκάσει κι εκείνον ως κριτικό να επανεξετάσει. Σίγουρα έχετε δίκιο οτι το κοινό λειτουργει πρωτίστως με κριτήρια απόλαυσης, με συνέπεια ενα βιβλίο όταν "καταναλωθεί" να έχει τελειώσει, όπως στην καλύτερη περίπτωση, τα καλά αμερικανικά σίριαλ.
Ο ελληνικός λογοτεχνικός κανόνας , όπως θα διαμορφωθεί σε κάποια χρόνια, για να είναι ακριβής, οφείλει να λάβει υπόψη του τη συγκυρία της εποχής (μεταιχμιακή, παλινδρομούσα μεταξύ αντανακλαστικών εκδηλώσεων και ψυχαναγκαστικής ανάγκης για 'πρωτοτυπία'). Δύσκολη καιροί για πάσης φύσεως πρίγκιπες, κριτικούς η δημιουργούς. Ο ορισμός της πελεγκρινα περι καλού πεζογραφήματος ειναι ευφυέστατος, υποδηλώνει την 'νάρκωση' του αναγνώστη σε οικείο περιβάλλον και τον εκ των υστερών αιφνιδιασμό. Σπάνιο στις μερες μας, όπου η αφήγηση μοιάζει να ειναι σίγουρη για τον εαυτό της. Εκείνο που προσωπικα με δελεάζει στην ανάγνωση είναι 'αμφιβάλλοντες' αφηγητές οι οποίοι α πριόρι δημιουργουν την αίσθηση οτι όσα κατατίθενται δεν ειναι μια απόλυτη 'μυθοπλαστική' αλήθεια, αλλα αφήνουν χαραμάδες για ποικίλες προσλήψεις. Σε μια εποχή όπου το 'επίκαιρο' κυριαρχεί του 'μεγάλου', η εκ των έσω αντίσταση, η 'ποιοτική διάβρωση' αν επιτρέπετε, μοιάζει να είναι μια καίρια αφηγηματική 'στρατηγική'.
Νομίζω ότι στον κανόνα κάτι θα ενταχθεί από την εποχή μας, όχι επειδή η τελευταία έχει παραγάγει εξαιρετικά δείγματα (δεν την απαξιώ ωστόσο), αλλά, όπως λέτε κι εσείς, για να καλυφθεί ιστορικά με αυτά που δείχνούν τον μεταιχμιακό χαρακτήρα της. Αυτό όμως δεν θα είναι ό,τι εύκολο ή καταναλώσιμο γέννησε.
Ελπίζω το καφέ μας να σας δημιουργεί πάντα ευκαιρίες για ήσυχες (και ανήσυχες) ώρες προβληματισμού
Πατριάρχης Φώτιος
αγαπητε Π. πιστευω οτι σταδιακα κατι αλλαζει στην ελληνική λογοτεχνια. Και η συμβολή των μπλογκ ειναι αρκετα σημαντική και θα καταγραφει στο μελλον. Ποτε αλλοτε δεν υπήρχε μια τετοια ανοιχτη συζητηση με τοσο "ανεξίθρησκη" συμμετοχη. Να στε καλα.
Ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια -όχι βέβαια μόνο για μένα και την Κάτια αλλά για όλους τους ανώνυμους και επώνυμους ιστολόγους. Τα blogs είναι η δημοκρατία της ανάγνωσης, που πέρα από την επίσημη κριτική εκφράζουν τον μέσο αναγνώστη.
Σε έναν γόνιμο διάλογο!
Πατριάρχης Φώτιος
Post a Comment