Sunday, January 14, 2018

Κοσμάς Χαρπαντίδης, “Το άκυρο αύριο”

Βουλγαρική κατοχή της Ανατολικής Μακεδονίας, Γερμανική μπότα, Εθνικιστές αντάρτες, αντικομουνισμός, θρησκοληψία, μεταπολεμική Ελλάδα, ακροδεξιά αναγέννηση, ρατσισμός, αίμα… τα υλικά για τη συνταγή είναι εδώ, να δούμε την εκτέλεση.



Κοσμάς Χαρπαντίδης
“Το άκυρο αύριο”
εκδόσεις Πόλις
2017
 


Μια ιστορία αλήθειας και κλείνει το τραύμα (MC Yinka):
Γιατί το διάλεξα; Επειδή μου το έστειλαν οι εκδόσεις Πόλις… Και μια πολύ ωραία αφιέρωση από τον συγγραφέα… Μερικές φορές δυο τέτοιες κινήσεις κερδίζουν.

Τα κακά τα κείμενα / Τη δική μου τη φθορά / Τα ψευτοπαλίκαρα (MC Yinka):
 Πόση σχέση έχει ο πραγματικός Γιώργος Ζορμπάς με τον μυθιστορηματικό Αλέξη Ζορμπά, πόση ο Ισμαήλ με τον γαλανακικό Ισμαήλ Φερίκ πασά; Πόση τώρα ο Πρόδρομος Αρσλάνογλου με τον ιστορικό Αντών Τσαούς;

Ο αρνητικός ήρωας του Χαρπαντίδη αφορμάται βέβαια από τον ανατολικομακεδόνα εθνικιστή της δεκαετίας του ’40. Αλλά δεν ταυτίζεται ούτε αντιγράφει το ιστορικό alter ego του. Σε κάποια σημεία μάλιστα συνυπάρχουν μέσα στο μυθιστόρημα, αν και το μυαλό όποιων ξέρουν την Ιστορία της βουλγαρογερμανικής κατάκτησης της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης τα δύο πρόσωπα αντανακλώνται αμοιβαία. Ο Αρσλάνογλου είχε στήσει το αντάρτικό του στα βουνά γύρω από τη Μικρόπολη (Δράμα). Και ξιφουλκούσε με αιματηρή βία εναντίον των Βουλγάρων (θετική δράση στο πλαίσιο της Αντίστασης). Αλλά και εναντίον των Αριστερών (Εμφύλια διαμάχη που συνεχίστηκε το 1946-1949). Και αργότερα, όταν εκλεγόταν δήμαρχος για τρεις δεκαετίες, μέχρι το 1982 όταν εξαφανίστηκε μυστηριωδώς.

Την ιστορία του τη γράφει η Αθηνά Παγκρατίδη, κόρη του γραμματέα του Παγκράτη Παγκρατίδη. Ο οποίος κάποια στιγμή απομακρύνθηκε από το περιβάλλον του Αρσλάνογλου. Έτσι, με συνεχή πηγαινέλα το μυθιστόρημα στήνει γρήγορες σκηνές από το 1941 μέχρι το 2011. Εβδομήντα χρόνια εθνικιστικής βίας, που συνεχίστηκε και μετά τον θάνατο του αιμοβόρου ανταρτάρχη. Καθώς κληροδοτήθηκε στην ακροδεξιά οργάνωση “Σπαρτιατική Λάβρυς” τόσο η έφεση στη βία όσο και η εθνικιστική προς τους μετανάστες επιθετικότητα. Κι ο Αρσλάνογλου γίνεται σύμβολο, ηρωικός θρύλος, αντικείμενο εκμετάλλευσης από εκκλησιαστικούς κύκλους που θέλουν την αγιοποίησή του. Ευτυχώς η επίσημη Εκκλησία ανθίσταται), λάβαρο μιας ακραίας νοοτροπίας που περίμενε στο χώμα να ξανακαρπίσει.

Ορισμένα σημεία του μυθιστορήματος είναι αρκούντως καίρια σαν μικρά διηγήματα. Το νόημά τους αποστάζεται μέσα στην αυτοτέλειά τους. Και δυο-τρεις σελίδες δίνουν το στίγμα της εποχής και της αφήγησης. Γενικότερα, η ιστορία του Αρσλάνογλου δείχνει πώς συγχέονται πατριωτισμός και εθνικισμός. Ορθοφροσύνη και αντικομουνισμός. Πίστη στον εαυτό και στα όπλα. Ελληνικός τσαμπουκάς και πείσμα, τόλμη και ξεροκεφαλιά. Ντομπροσύνη και απατεωνιά, θρησκευτικότητα και θρησκοληψία…

Από την άλλη, το κείμενο πάσχει ως λογοτεχνικό σύμπαν, αφού αποτελείται από πολλές ψηφίδες οι οποίες δεν ενώνονται σε ένα καλοδεμένο σύνολο. Πολλά επεισόδια του τότε (δεκαετία 1940) και του ύστερα (1950, έπειτα το 1982, άλλα αργότερα και σήμερα): αλλά όλα αυτά δεν δένουν σε ένα αλληλοσυμπληρούμενο κείμενο, όπου όλα συνδέονται σε ένα εντελεχές σύνολο. Στην ουσία πρόκειται για πολλά συρραμμένα επεισόδια: η μόνη κορύφωση που έχουν είναι η αποκάλυψη των ποικίλων φαινομένων που εξηγούν τα παρουσιαζόμενα ως θαύματα του Πρόδρομου Αρσλάνογλου.

Και τέλος τα πρόσωπα, εκτός από τον κεντρικό “ήρωα”, που σκιαγραφείται εκτενώς και ποικιλοτρόπως, είναι απόντα. Η αφηγήτρια, πλην δυο πινελιών, είναι αόρατη, η σχέση της με τον πατέρα της επιδερμικά δοσμένη. Το γιατί ο πατέρας της έφυγε από τον κύκλο του Αρσλάνογλου αδιευκρίνιστος και αβαρύς. Οι άλλοι από τις θεούσες υποστηρίκτριές του έως τον Λάμπρο που σχετιζόταν με την Αθηνά αλλά στο τέλος κόλλησε στη “Σπαρτιατική Λάβρυ” κι από τον αντίπαλο Πετρόπουλο ως τον Υπουργό είναι κομπάρσοι, φτηνοί και άχρωμοι, σε ένα μη-μυθιστορηματικό σκηνικό.


Το μυαλό μου ν’ ανοίξει να δώσει τροφή στην πένα (MC Yinka):
Είδα μια καλή ιδέα, μια ιδέα στηριγμένη στην Ιστορία και σε έναν θρύλο της περιοχής, θρύλο που έχει σωρεύσει πολλά μυθεύματα γύρω του. Αλλά η μυθιστορηματική της πραγμάτωση κόλλησε στον χειρισμό της υπόθεσης και των προσώπων.

Πάπισσα Ιωάννα

4 comments:

Πάπας Πίος said...

Ενα μυθιστόρημα πολυεπίπεδο όπως το 'Ακυρο Αύριο δεν μπορείς να το διαβάσεις πίνοντας το καφεδάκι σου, κυρία Πάπισσα, απαιτεί μεγαλύτερη προσοχή από αυτήν με την οποία το προσέγγισες, όπως φαίνεται από το ότι δεν είδες το γιατί ο πατέρας της Αθηνάς "απομακρύνεται από το περιβάλλον του Αρσλάνογλου" -όπως και πολλά άλλα δεν είδες- αφού το διάβασες, όπως μας λες, μόνο γιατί σου το χάρισε ο εκδότης με την αφιέρωση του συγγραφέα...Τόσα ξέρεις... τόσα λες...Ο καθένας μας σχηματίζει τη δική του εικόνα ανάλογα με την αναγνωστική του επάρκεια, όμως λίγη περισσότερη προσοχή θα σε καθιστούσε λιγότερο άδικο στην γραπτή έκφραση της κριτικής σου.
Φιλικά
Πάπας Πίος

Πάπισσα Ιωάννα said...

Πάπα Πίε,
ξέρουμε όλοι ότι το αλάθητο το έχει μόνο ο Πάπας
και όχι η Πάπισσα.
Επομένως, η δική μου ανεπάρκεια ίσως είναι ο πραγματικός λόγος για τον οποίο
δεν είδα όσα είδες εσύ,
δεν είδα όσα ΘΑ ήθελε να μας πει ο συγγραφέας,
δεν είδα όσα αυτό το πολυεπίπεδο έργο δηλώνει.
Τόσα λίγα ξέρω, τόσα λίγα λέω...

Και θα με έπειθες ότι έχεις δίκιο, αν μέσα στα επιχειρήματά σου δεν εμφιλοχωρούσε και μια δόση παπικής ειρωνείας,
αφ' υψηλού,
που προκύπτει από το αλάθητό σου,
αλλά υπονοεί και μια σπουδή να υπερασπιστείς ένα έργο, δεν ξέρω από ποιον λόγο ορμώμενος,
σπουδή ανάλογη μ' αυτή που έδειξα κατ' εσέ στο να το διαβάσω (από πού προέκυψε αυτό το συμπέρασμα, δεν ξέρω).
Θα εκτιμούσα περισσότερο λοιπόν τη "φιλική" σου παρέμβαση,
αν υποδείκνυες με 1, 2, 3 κ.ο.κ. επιχειρήματα την ανεπάρκειά μου
και δεν θεωρούσες δεδομένο ότι εσύ μόνο (και άλλοι ίσως) και όχι εγώ, διάβασες ΣΩΣΤΑ το έργο.
Φιλικά
Στον Άκρο Αρχιερέα και Δούλο των δούλων του Θεού
Π.Ι.

Πάπας Πίος said...

1.Σε μια κριτική «της πλάκας» επέλεξα αυτό το σύντομο σχόλιο αντί για σοβαρή επιχειρηματολογία. Όσο είσαι εσύ Πάπισσα Ιωάννα άλλο τόσο είμαι κι εγώ Πάπας Πίος. Επομένως δεν διεκδικώ κανένα αλάθητο, ανθρώπινο το σφάλλειν, ισχύει για όλους μας.

2.Η «παπική ειρωνεία» μου αντανακλά τη δική σου ειρωνική αντιμετώπιση από την αρχή μέχρι το –απαξιωτικό- τέλος της κριτικής σου, άρα δεν έχει να κάνει με το ποιος από τους δυο μας διαθέτει «πειθώ» και έχει «δίκιο». Επί τη ευκαιρία, προτείνω να διαβάσεις υπό το πρίσμα της ειρωνείας το έργο, μήπως και αλλάξεις γνώμη για την…λογοτεχνική του αξία.

3.Η σπουδή να υπερασπιστώ το έργο δεν οφείλεται στο προσωπικό μου όφελος- υπόψη ότι στην πρόταση του συγγραφέα να αναλάβω ως μάνατζερ την προώθηση του βιβλίου, με ποσοστό 10% επί των καθαρών κερδών του, αρνήθηκα, για να μην κατηγορούμαι ότι μεροληπτώ- ούτε σε άλλους ιδιοτελείς λόγους. Ο κύριος λόγος είναι δεοντολογικός, ότι δηλαδή για να σου στέλνουν το έργο με αφιέρωση, σε υπολογίζουν, άρα, όταν γράφεις για έργα-επιμένω- πολυεπίπεδα, συνιστάται μεγαλύτερη προσοχή στην συγκόλληση των ψηφίδων, που είναι δουλειά δική σου, ως καλού αναγνώστη-συγκολλητή, πόσο μάλλον αν είσαι και σοβαρός κριτικός. Δευτερεύον λόγος το ότι διάβασα την κριτική σου ημέρα Κυριακή, κι είχα χρόνο και διάθεση για υπεράσπιση των «αδικημένων», «αποτυχημένων», «πολυεπίπεδων»…έργων.

4.Για να αντιληφθούμε το πολυεπίπεδο του έργου, ίσως αρκεί μια ματιά στις κριτικές, που έχουν αποθηκευτεί στη βάση δεδομένων biblionet, για να διαπιστώσουμε ότι όχι μόνο εγώ αλλά σίγουρα και άλλοι διάβασαν το έργο διαφορετικά από σένα, για να μη πω πιο σωστά και στεναχωρηθείς.

5.Όσο για τη δική σου σπουδή «να θάψεις» το έργο φαίνεται από τις επαναλήψεις των αφορισμών σου στις είκοσι μόνο σειρές του τέλους της κριτικής σου στις οποίες σπεύδεις να ακυρώσεις το αύριο του βιβλίου με τετριμμένες στερεότυπες εκφράσεις του τύπου «οι ψηφίδες δεν ενώνονται σε ένα καλοδουλεμένο σύνολο» «δεν δένουν σε ενδελεχές σύνολο» «συρραμμένα επεισόδια με μόνη κορύφωση…» «τα πρόσωπα απόντα» «η αφηγήτρια αόρατη» «κομπάρσοι, φτηνοί και άχρωμοι σε ένα μη-μυθιστορηματικό σκηνικό». Το ότι δεν διάβασες με προσοχή ολόκληρο το έργο προκύπτει από το ότι δεν είδες ακόμα και στοιχεία ενός πρώτου επιπέδου όπως πχ την αυτοκτονία του πατέρα της Αθηνάς, για την οποία αυτή κατηγορεί τον καπετάνιο ως ηθικό αυτουργό (όπως δεν είδες τις κορυφώσεις, το υπαρξιακό δράμα της αφηγήτριας, την αναζήτηση ταυτότητας από τα πρόσωπα του έργου, το πολιτικό υπόβαθρο, τη φύση του ελληνικού βορρά, και άλλα πολλά θέματα και ζητήματα…)

6.Για κάποιους –αναγνώστες του έργου- έχω πιο πολύ δίκιο εγώ, για άλλους έχεις πιο πολύ δίκιο εσύ. Ελπίζω το αύριο του βιβλίου να είναι καλύτερο από το παρόν του- εσύ να το πετάς στον Καιάδα, κι η ανάξια πένα μου να επιχειρεί τη «σωτηρία» της ψυχής του.

Φιλικά
Π. Π.

Πάπισσα Ιωάννα said...

Ex cathedra Ποντίφηκα,
αν ήθελες να μου πεις για το βιβλίο και όχι να μου την πεις,
αν ήθελες πράγματι να δείξεις και να καταρρίψεις την παρουσίασή μου που είναι της “πλάκας”,
αν ήθελες να καταλάβω κι εγώ κι όσοι μάς διαβάζουν τι δεν είδα,
δεν θα μιλούσες στο πρώτο κυρίως σχόλιο
με ειρωνεία και με το ύφος 1000 Παπών,
επιθετικό, αφ’ υψηλού, εκνευρισμένο, σαρκαστικό.
Θα μιλούσες με ό,τι ιδέες ανέμειξες στο δεύτερο σχόλιο με χολή.
Γι’ αυτό σε πρώτη φάση θα έπρεπε να προσπεράσω το ύφος σου.

Από την άλλη, κάνεις δίκες προθέσεων με υποθέσεις:
α. διάβασα βιαστικά το βιβλίο
β. δεν έχω εγώ η ταπεινή την αναγνωστική επάρκειά (σου)
γ. η αρνητική κριτική μου υποκρύπτει ειρωνεία, ασχέτως αν δεν φαίνεται στον λόγο μου

Ένα τελευταίο επί της ουσίας: όλα όσα “δεν είδα”, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν.
Το δίκιο σου μπορεί να είναι ισχυρό, όταν επισημαίνεις πράγματα, που “δεν είδα”.
Το ζητούμενο δεν είναι αν υπάρχουν, αλλά αν αιτιολογούνται επαρκώς, δένουν σε μια άρτια σύνθεση, παίζουν τον ρόλο που πρέπει, κρατάνε το βάρος του ρόλου τους κλπ.

Ειλικρινά εύχομαι το έργο να αξίζει περισσότερο απ' όσο λέω
Πάπισσα Ιωάννα