Σκέφτομαι ξανά ότι μέσω της γραφής, ο συγγραφέας προσπαθεί -από ενδοσκοπική οπτική γωνία- να δώσει μια (περίπλοκη) απάντηση στο (απλό) ερώτημα: «Γιατί γράφω αυτά που γράφω;». Με άλλα λόγια, ανάμεσα στ’ άλλα, μέσα στο έργο φανερώνει τις περιστάσεις που του επιτρέπουν (για μην πω: επιβάλλουν) να γράψει με έναν συγκεκριμένο τρόπο, για συγκεκριμένα θέματα, και με ορισμένους περιορισμούς. Φυσικά, μια τέτοια «διάγνωση» δεν μπορεί ποτέ να είναι απλή, και γίνεται πολύ γρήγορα σαφές ότι το να σκέφτεσαι τη γραφή οδηγεί σε αντιφάσεις και λογής αδιέξοδα. Γιατί η μυθοπλαστική δουλειά χαρακτηρίζεται ακριβώς από το παράδοξο και η δημιουργική παρόρμηση του συγγραφέα είναι μυστηριώδης επειδή χειρίζεται την παραδοξότητα ως εργαλείο (αυτή είναι η θεμελιωδώς παράλογη φύση της συγγραφής). Συνεπώς, αυτό σημαίνει ότι και η ανάγνωση δεν μπορεί είναι μια «μανιακή» κατάσταση καταβύθισης, το αντίθετο μάλιστα, οφείλει να είναι μια διαδικασία καθαρά συστηματική (μολονότι αφηρημένη), που η δυσκολία της έγκειται στην ανάγκη να επινοηθούν (και εν μέρει μόνο να αναγνωριστούν) οι αφηγηματικές στρατηγικές του εκάστοτε έργου.
Τα γράφω αυτά συλλογιζόμενη αυτή τη φορά την ανεπάρκεια των αναγνωστών, που νομίζουν ότι –όπως οι πελάτες- έχουν πάντα δίκιο.
Κάτια
2/11/2006
No comments:
Post a Comment