Αν ο έρωτας
είναι μια μορφή αναρχίας, αν η ελευθεριότητά του διαρρηγνύει το σύστημα, τότε
μπορεί κανείς μιλώντας γι’ αυτόν να μιλάει ταυτόχρονα για μια νέα μορφή
πολιτικής.
Χρόνης Μίσσιος
“8-3 = 11”
εκδόσεις Πατάκη
2019
|
Ο Πατριάρχης
Φώτιος είχε διαβάσει, μόλις βγήκαν τα πρώτα βιβλία του Μίσσιου, το "Καλά,εσύ σκοτώθηκες νωρίς... " (1985) και το "Χαμογέλα ρε, τι σου ζητάνε;" (1988), στα οποία βρήκε
μια αυθεντική ορμητικότητα. Άλλοι βέβαια λένε ότι η λογοτεχνική τους αξία είναι
μικρή.
> Ο Χρόνης Μίσσιος γεννήθηκε στην Καβάλα
το 1930, από γονείς καπνεργάτες, και έζησε τα πρώτα παιδικά του χρόνια στα
Ποταμούδια, μια γειτονιά γεμάτη πρόσφυγες, καπνεργάτες από τη Θάσο και
παράνομους κομμουνιστές κυνηγημένους από τη δικτατορία του Μεταξά. Αυτή την
περίοδο, η οικογένειά του καταφεύγει στη Θεσσαλονίκη και ο Μίσσιος δουλεύει
μικροπωλητής, με κασελάκι, στο λιμάνι. Το σχολείο το σταμάτησε στη δεύτερη τάξη
του δημοτικού. Από τα Γιαννιτσά, όπου τον στέλνει ο Ερυθρός Σταυρός μαζί με
άλλα παιδιά για να γλιτώσουν από την πείνα της Κατοχής, περνάει στους αντάρτες.
Με την απελευθέρωση επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη και οργανώνεται στον Δημοκρατικό
Στρατό Πόλεων. Το 1947 συλλαμβάνεται, βασανίζεται και καταδικάζεται σε θάνατο.
Έζησε εννιά μήνες περιμένοντας κάθε πρωί να τον εκτελέσουν και γλίτωσε τον
θάνατο χάρη σ' ένα τυχαίο γεγονός. Έκτοτε, μέχρι και τον Αύγουστο του 1973
(αμνηστία του Παπαδόπουλου) περνάει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του σε φυλακές
και εξορίες, ως πολιτικός κρατούμενος (Μακρονήσι, Άι- Στράτης, Αβέρωφ, Κέρκυρα,
Κορυδαλλός, κ.ά.) Εκεί μαθαίνει ανάγνωση και γραφή. Ένα "διάλειμμα"
ελευθερίας, μεταξύ 1962 και 1967, τον βρίσκει στέλεχος της νεολαίας της ΕΔΑ,
μέλος της πενταμελούς γραμματείας της Δ.Ν. Λαμπράκη και, στη συνέχεια, ιδρυτικό
μέλος του ΠΑΜ. Το πρώτο του βιβλίο "Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς... "
(Γράμματα, 1985) τον καθιέρωσε από τους πρώτους μήνες της κυκλοφορίας του ως
συγγραφέα στη συνείδηση κριτικής και κοινού. Την ίδια ανταπόκριση βρήκε και το
δεύτερο βιβλίο του "Χαμογέλα ρε, τι σου ζητάνε;" (Γράμματα, 1988).
"Κοσμοκαλόγερος", σαν τους ήρωες ορισμένων από τα βιβλία του. Έφυγε
από τη ζωή στα 82 του χρόνια. Άφησε την τελευταία του πνοή σε ιδιωτικό
νοσηλευτήριο της Αθήνας, στις 20 Νοεμβρίου 2012, ενώ "πάλεψε" με τον
καρκίνο αρκετά χρόνια.
Το παρόν και
τελευταίο βιβλίο του Μίσσιου κινείται σε δύο επίπεδα. Ο Συγγραφέας, εξηντάρης πια, έχει αποσυρθεί και ζει σε ένα ορεινό σπίτι
για να γράψει. Στην παρέα του βρίσκονται διάφοροι τύποι, συμβατικοί κι
αντισυμβατικοί, ενώ προστίθεται και η νεαρή “δημοσιογράφος” με το παράξενο
όνομα Γεια Χαρά, η οποία έχει ιδεαλιστικές και λίγο αναρχικές ιδέες. Και
ενδιάθετα εμφανίζεται το κείμενο που γράφει ο Συγγραφέας, το οποίο αναφέρεται
στον έρωτα του Πρίγκιπα και της Ροδάνθης. Πρώτη αντίθεση, η πολιτική και ο έρωτας.
Η αφήγηση είναι κυλιόμενη, καθώς σταδιακά
περνάει από τον Συγγραφέα στην ιστορία του φίλου του Οδυσσέα, που είχε
φυλακιστεί στη Σιβηρία, στον Ινδιάνο συναιχμάλωτό του Τρελό Φτερό, στη θεία του
Ιοκάστη και στη φίλη της Φαίδρα… Έτσι, ο βασικός άξονας χάνεται, ο αναγνώστης
προχωρά από το ένα πρόσωπο στο άλλο, η σφιχτή δομή που θα επιδιωκόταν χάνεται
στον δρόμο…
Αυτό μπορεί να
οφείλεται σε δύο παράγοντες: Είτε ο Μίσσιος δεν πρόλαβε να δουλέψει δεύτερη
φορά το έργο του και κοιμήθηκε χωρίς να το φτάσει στην τελική του μορφή,
γεγονός που εξηγεί την ανολοκλήρωτη μορφή του. Ή το γαϊτανάκι αφορά στο βασικό μήνυμα που ενώνει πολιτική και έρωτα
και εξαιτίας του το έργο παίρνει μορφή επεισοδιώδους πλοκής: πρόκειται για
τη θεωρία ότι ο έρωτας, ελεύθερος κι έξω από ηθικές αναστολές, είναι ένα είδος
αναρχίας, που θα σπάσει το σύστημα και θα προχωρήσει την κοινωνία έξω από τη συμβατικότητα
και την υποταγή στην όποια εξουσία.
Δυστυχώς η
τελική μου εντύπωση είναι ότι ο Μίσσιος –παρά τις extreme ιδέες του, που είχαν φανεί στα
έργα του της δεκαετίας του ’80- δεν μπορεί να στήσει μια καλοδομημένη ιστορία.
Δεν είναι μόνο η ασύνδετη πλοκή, όπως έδειξα παραπάνω, αλλά και η έλλειψη
ρυθμού: το ατύχημα λ.χ. της Γεια Χαρά, στην αρχή του μυθιστορήματος, είναι
λειψό και πιο γρήγορα αποδοσμένο απ’ όσο έπρεπε. Κρατώ ορισμένα πολύ καλά
σημεία λόγου και σκέψης (“Η μέρα έξω από το
παράθυρό του ήταν μελαγχολική. Προχωρημένος Σεπτέμβρης, κι απ’ τον ουρανό
κρεμόταν μια συννεφιά που έσταζε θλίψη.”) αλλά όχι το σύνολο του
έργου.
Πάπισσα Ιωάννα
No comments:
Post a Comment