Tuesday, October 30, 2018

Robert Seethaler, “Ο καπνοπώλης”


Η λογοτεχνία της ευρωπαϊκής αντίστασης απέναντι στον Ναζισμό -3. Η αντίσταση δεν είναι μόνο μια πράξη μάχιμου ηρωισμού. Μπορεί να είναι μια εσωτερική διεργασία που κάποια στιγμή θα μετατραπεί σε μια απονενοημένη ενέργεια υψηλού συμβολισμού.


Robert Seethaler
“Der Trafikant”
2012

“Ο καπνοπώλης
μετ. Κ. Λάμψα – Π. Δηράνη
εκδόσεις Ποταμός -2018


Όλη η ζωή του ένας παραπονιάρης μύθος τυλιγμένος / στου νου του την ανέμη και στου ονείρου την απόχη / κι αυτός στ’ άλογο με τα όπλα του στο στήθος φορτωμένος / περνάει κι όλοι γιουχάρουν "Δον Κιχώτη" (Sadahzinia):
Κάνω ταξίδια με τη λογοτεχνία. Από την Ελλάδα ώς την Αργεντινή κι από τη Σουηδία έως την Ιαπωνία. Έτσι, η Αυστρία, αυτή η άγνωστη Αυστρία, της Βιέννης των Χριστουγέννων και της κλασικής μουσικής, της Sachertorte και της Όπερας, των Άλπεων και του Salzburg, της νομπελίστριας Elfride Jelinek και του προπολεμικού Anschluss
…και τώρα ένας σύγχρονος Αυστριακός συγγραφέας (γενν. 1966) έρχεται να μπει στο σπίτι μου για να μου μιλήσει, τον 21ο αιώνα, για την πατρίδα του.


Αυτό ζητάει η καρδιά του ν’ αλαφρώσει. / Να φέρει ανάσκελα το κόσμο από τη βάση (Sadahzinia):
Τελικά, ο Seethaler δεν μιλάει για την Αυστρία του σήμερα, αλλά για το 1937. Κι ενώ η αφήγηση είναι πεδινή και ήπια, χωρίς κορυφώσεις και slalom, το ενδιαφέρον είναι δεδομένο. Πρώτον, επειδή ζούμε τα προπολεμικά χρόνια όπου ο Hitler είναι στην εξουσία (Αυστριακός κι ο Hitler) και βαίνουμε αργά, ανεπαίσθητα αλλά με σιγουριά προς την Ενσωμάτωση της γερμανόφωνης αυτής χώρας στο 3ο Reich. Δεύτερον, επειδή Αυστριακός και μάλιστα Βιεννέζος είναι και ο Sigmund Freud, ο διάσημος αυτός ψυχαναλυτής, που κινείται στην πρωτεύουσα, ενώ η φήμη του προηγείται της παρουσίας του.

Η ιστορία όμως πρώτα. Ο δεκαεφτάχρονος Franz Huchel αναγκάζεται να φύγει από το χωριό του και να μεταβεί στη Βιέννη, πιάνοντας δουλειά στο καπνοπωλείο του ανάπηρου πολέμου Otto Trsnjek. Εκεί οι συνθήκες είναι ιδανικές, αφού γνωρίζει κόσμο, διαβάζει εφημερίδες και μυείται στην πολιτική ζωή του μεσοπολέμου, περιπλανάται στο Prater και διασκεδάζει στο λούνα παρκ, γνωρίζει μια νεαρή κοπέλα. Και φυσικά μαγεύεται από τον Freud, έστω κι αν είναι Εβραίος…

Η ατομική ζωή του Franz είναι στο επίκεντρο της ιστορίας, σε ένα είδος Bildungsroman που συγχωνεύει τον έρωτα και την απογοήτευση της προσωπικής συνείδησης με το ιστορικό που όλο και φουσκώνει σαν κύμα. Έτσι έχουμε ένα τρίγωνο με κορυφές τον νεαρό πρωταγωνιστή, τον μέγα Sigmund Freud και τις ναζιστικές αντιεβραϊκές επελάσεις.

Οι ναζιστικές κρούσεις συνεχίζονται καταιγιστικά, με αποκορύφωμα τη σύλληψη του Otto Trsnjek για φιλοεβραϊσμό και η τελική θανάτωσή του. Στη συνέχεια ο Freud αναγκάζεται να εγκαταλείψει την πόλη του, πριν τα πράγματα γίνουν χειρότερα, και να μεταβεί στο Λονδίνο. Ο ίδιος ο νεαρός Franz γίνεται, καθώς ωριμάζει, πιο συνειδητοποιημένος και στο τέλος κατεβάζει τη σημαία με τη σβάστικα και ανεβάζει το παντελόνι με το ένα μπατζάκι του καπνοπώλη. Μια πράξη αντίστασης από έναν άμαχο…


Η γη το παραμύθι λέει του ταξιδιώτη / (που `χε αγάπη την ωραία, την πριγκιπέσσα την κρυφή τη Δουλτσινέα) (Sadahzinia):
Το βιβλίο του Seethaler είναι μια έξοχη ιστορίας αντίστασης σε έναν κόσμο που εκφασίζεται γρήγορα. Ο νεαρός ενηλικιώνεται στα δύσκολα και η συμπεριφορά του προκαλεί συγκίνηση και σκέψεις. Πέρα απ’ το ηρωικό τέλος, ο συγγραφέας στήνει μια μαγική σκηνή: ο Franz καθ’ υπόδειξη του Freud καταγράφει τα όνειρά του κι ακόμα περισσότερο κολλά το χαρτί με το όνειρο της προηγούμενης νύχτας στην πόρτα του μαγαζιού. Τα όνειρα αντιστέκονται στην πραγματικότητα…



> Ο Robert Seethaler (Ρόμπερτ Ζέεταλερ) γεννήθηκε το 1966 στη Βιέννη. Είναι πολυβραβευμένος συγγραφέας και σεναριογράφος. Το τελευταίο του μυθιστόρημα "Μια ολόκληρη ζωή" γνώρισε τεράστια επιτυχία καθώς σημείωσε πωλήσεις περισσότερων των 800.000 αντιτύπων μόνο στη Γερμανία και μεταφράστηκε σε περισσότερες από 35 γλώσσες. Ήταν στη βραχεία λίστα του βραβείου Man Booker International για το 2016. Ζει και εργάζεται στη Βιέννη και στο Βερολίνο.
Πάπισσα Ιωάννα

Μαρία Γαβαλά, “Κόκκινος σταυρός”


Η λογοτεχνία της ευρωπαϊκής αντίστασης απέναντι στον Ναζισμό -2. Η αθώα τέχνη ενός φρενοβλαβούς μπορεί να αποδίδει υπόγεια την κοινωνική και πολιτική καταπίεση; Ναι, αν το μυθιστόρημα που υπηρετεί μια τέτοια ιστορία είναι πράγματι πολυφωνικό και αληθοφανές στο ύφος και στην ατμόσφαιρα.



Μαρία Γαβαλά
“Κόκκινος σταυρός”
εκδόσεις Πόλις 
-2018


Maybe I'm foolish, Maybe I'm blind, Thinking I can see through this:
Σηκώθηκα απ’ το κρεβάτι, με τις πιτζάμες και τις ροζ παντόφλες μου εκνευρισμένη. Εκνευρισμένη επειδή το βιβλίο που ξεκίνησα με όρεξη και περιέργεια με αφήνει ακάλυπτη απ’ τις πρώτες σελίδες.

Don't ask my opinion, Don't ask me to lie:
Η ιστορία μοιράζεται σε δύο μέρη. Η Αριάδνη Hope, Ελληνογερμανίδα, εκπονεί μεταπτυχιακή εργασία για την τέχνη των ψυχασθενών, με κεντρικό παράδειγμα την Gertrude Fleck, η οποία πέρασε τον περισσότερο καιρό της ζωής της σε ιδρύματα, υπέστη τα πειράματα της ναζιστικής ευγονικής και τελικά πέθανε το 1940 σε θάλαμο αερίων. Απ’ αυτήν σώθηκαν πέντ’-έξι πίνακες μέτριας αισθητικής ποιότητας. Αλλά η ερευνήτρια προσπαθεί να καταλάβει τι θέλει να πει ο διαταραγμένος νους της ζωγράφου μέσα απ’ αυτά τα σχέδια.

Τα δύο σημεία που ανατινάζουν την αναγνωστική συμμετοχή είναι η γλώσσα και ο τρόπος έρευνας. Η γλώσσα του κειμένου δεν παρουσιάζει υφολογική διαφορά από πρόσωπο σε πρόσωπο, απ’ την αφήγηση στα ντοκουμέντα της εργασίας, απ’ τον λόγο της μυθοπλασίας στον λόγο των άρθρων ή των επιστημονικών σημειώσεων. Δεν είναι δυνατόν ένα κείμενο με τέτοια κειμενική διαστρωμάτωση να μένει επιφανειακό και ρηχό, χωρίς ποικιλία, γλωσσικές διαφοροποιήσεις και σχετικά ύφη. Ένας επιμελητής εδώ, ή ο εκδότης, έπρεπε να έχει παρέμβει. Κι απ’ την άλλη ο τρόπος έρευνας και καταγραφής δεδομένων είναι άκρως ερασιτεχνικός. Και το λέω εγώ που μόλις στα τριάντα μου επιχειρώ ένα ανάλογο master και μαθαίνω απ’ τα λάθη μου στο πώς να στήσω τη μελέτη μου. Πληροφορίες π.χ. από τη Britannica ή το Βήμα και όχι από επιστημονικά άρθρα ή βιβλία δείχνουν μια μη-επιστημονική ματιά και μέθοδο. Και τα δύο αυτά μ’ εξόργισαν τόσο που άρπαξα τον υπολογιστή να ξεδώσω, γράφοντας τις πρώτες αβαρίες που με πρόδωσαν ως αναγνώστρια.

Το κομβικό σημείο του μυθιστορήματος είναι η προσπάθεια της Αριάδνης να συν-αισθανθεί την Gertrude και να καταλάβει τα σχέδιά της μέσα απ’ τη ζωή της και την προβληματική της ψυχοσύνθεση. Επομένως, το έργο της Γαβαλά, παρά τις ιστορικές και πολιτικές προεκτάσεις του, είναι κατά βάση ένα κοινωνιολογικό και ψυχολογικό μυθιστόρημα. Ναι, οι Nazi του μεσοπολέμου παραλληλίζονται με τους ακροδεξιούς ξενοφοβικούς του 21ου αιώνα. Ναι, η εποχή σκιαγραφείται με ζωγραφικά χρώματα, με sepia φωτογραφίες, με χαρακτήρες και νοοτροπίες του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και της Δημοκρατίας της Weimar. Αλλά το ζουμί βρίσκεται στο ψυχολογικό profile της φρενοβλαβούς που θα δώσει κι απαντήσεις στο είδος της ζωγραφικής της.

Το θέμα της ευγονικής κι ο σπαρτιατικός καιάδας προς όποιον δεν είναι “άρτιος” ήταν ένα βασικό μέρος της ναζιστικής ιδεολογίας. Το δόγμα του Άριου υπεράνθρωπου –α λα Nietzsche- κανοναρχεί τις κινήσεις τους κι έτσι εξοντώνουν ανάπηρους σωματικά και ψυχικά, Τσιγγάνους, ομοφυλόφιλους κι ό,τι άλλο θεωρούσαν παρέκκλιση από τη υγιή φύση. Με κέντρο μια τέτοια περίπτωση η Γαβαλά συνέλαβε μια πολύ έξυπνη ιδέα για να αναχθεί στο γενικό, που είναι η ρατσιστική εκδοχή της Ιστορίας.

I'm only human, That's all it takes, To put the blame on me:
Βαρύ κείμενο, αργοκίνητο σαν μαούνα σε ποταμό. Το βασικό του πρόβλημα είναι η λανθασμένη οπτική γωνία. Δεν είναι δυνατόν μια επιστήμονας, μια ερευνήτρια, να μιλάει έτσι, να γράφει έτσι και κυρίως να σκέφτεται έτσι. Δεν μπορεί δηλαδή να θέλει να συναισθανθεί το αντικείμενό της για ν’ αποδώσει στην έρευνά της. Η ματιά της είναι η ματιά μιας συγγραφέως, άντε μιας δημοσιογράφου, κι η γραφή της είναι ανάλογη. Με πολύ συναισθηματισμό, με ύφος στοχαστικό και λογοτεχνικό, με περιγράμματα και θολές σκιές που δεν ταιριάζουν στην επιστημονική σκέψη.
Θα συμφωνήσω με την άποψη της Σχινά ότι το πολιτικό υπόβαθρο του μυθιστορήματος είναι αξιοπρόσεκτο, κρυμμένο μάλιστα στα σχέδια της Fleck που φαινομενικά απεικονίζουν λουλούδια, ενώ από πίσω κρύβεται... Θα διαφωνήσω όμως ως προς το αν είναι όντως πολυπρισματικό: ένα βιβλίο το οποίο δεν έχει την αφηγηματική πολυφωνία που χρειάζεται και δεν συνθέτει από το διαφορετικό είναι κατώτερο, θεωρώ, των φιλοδοξιών του.


> Η Μαρία Γαβαλά γεννήθηκε στο Κορωπί Αττικής το 1947. Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού "Σύγχρονος Κινηματογράφος" (1980-84) δημοσίευσε πολλά κείμενα για τον κινηματογράφο. Κινηματογραφικά κείμενά της υπάρχουν επίσης δημοσιευμένα σε διάφορα περιοδικά κι εφημερίδες. Έγραψε σενάρια, γύρισε ταινίες μικρού μήκους, ντοκιμαντέρ για την τηλεόραση και σκηνοθέτησε τις μεγάλου μήκους ταινίες: "Περί Έρωτος" (1981). - Τιμήθηκε με βραβείο στο "Φεστιβάλ Γυναικείου Κινηματογράφου" της Φλωρεντίας, το 1983, "Άρωμα βιολέτας" (1985) και "Το μαγικό γυαλί" (1989) - Τιμήθηκε με Κρατικό Βραβείο Κινηματογράφου, την ίδια χρονιά. Δόκιμη πεζογράφος, μετά το 1994, έχει στο ενεργητικό της επτά μυθιστορήματα ("Η υπηρέτρια των αγγέλων", 1994, "Η κυρία του σπιτιού", 1996, "Παραθαλάσσιο θέρετρο το χειμώνα", 1999, "Στη δροσιά των κήπων μου", 2001, "Ακραία καιρικά φαινόμενα", 2003, "Τα κορίτσια της πλατείας", 2006, "Ο λεμονόκηπος", 2012) και μία συλλογή διηγημάτων ("Από γυαλί", 2011). Έχει δημοσιεύσει διηγήματα σε περιοδικά και εφημερίδες. Επίσης, έχει μεταφράσει θεωρητικά κείμενα για τον κινηματογράφο και σύγχρονα μυθιστορήματα, πάντα από τη γαλλική γλώσσα.
Πάπισσα Ιωάννα

Tuesday, October 23, 2018

Raphaël Jerusalmy, “Να σώσουμε τον Μότσαρτ”


Η λογοτεχνία της ευρωπαϊκής αντίστασης απέναντι στον Ναζισμό -1. Η λογοτεχνία της ευρωπαϊκής αντίστασης απέναντι στον ΝαζισμόΠώς σώζεται ο Mozart από τη βαρβαρική χρήση του; Πώς από την ιδεολογική του εργαλειοποίηση; Από έναν ηρωικό μπρατσαρά ή από έναν γηραιό φυματικό; Με μια ανατίναξη ή με μια συμβολική δράση;


Raphaël Jerusalmy
Sauver Mozart
2012

“Να σώσουμε τον Μότσαρτ”
μετ. Α. Κυριακίδης
εκδόσεις Μελάνι -2018


Maybe I'm foolish, Maybe I'm blind, Thinking I can see through this:
Μου άρεσε εξαρχής ο τίτλος. Είναι ένα μυθιστόρημα εποχής που μιλά βιογραφικά για τον Wolfgang Amadeus Mozart; Είναι ένα αστυνομικό έργο που θέτει σε κίνδυνο τον Αυστριακό συνθέτη; Ή κάτι άλλο;

Don't ask my opinion, Don't ask me to lie:
Τελικά, είναι κάτι άλλο. Πρόκειται για ένα ημερολογιακό μυθιστόρημα, το οποίο παραδόξως δεν είναι στάσιμο και αργοκίνητο. Είμαστε στο 1940 και παρακολουθούμε τον Oto Steiner, γηραιός μουσικός, ο οποίος πάσχει πλέον από φυματίωση. Είναι κλεισμένος σε ένα σανατόριο στο Salzburg, την πατρίδα του Mozart, και παρακολουθεί τη ζωή υπό το καθεστώς των Nazi.

Οι 150 σελίδες του βιβλίου τρέχουν γρήγορα, καθώς παρακολουθούμε τις καταγραφές από τον Αύγουστο 1939 μέχρι τον Ιούλιο 1940. Δεν είναι μόνο οι αλλαγές στην προσωπική κατάσταση του Steiner, που σκέφτεται ακόμα και ν’ αυτοκτονήσει. Είναι κι οι αλλαγές στην κοινωνία, η πείνα, το μέτωπο, οι εβραϊκές εκκαθαρίσεις κλπ. Ο ίδιος ο ημερολογιογράφος είναι Εβραίος, αλλά μάλλον δεν κινδυνεύει γιατί δεν είναι γνωστή η φυλετική του ταυτότητα. Αντίθετα, κινδυνεύει ο Mozart, καθώς το φημισμένο Festspiele, το οκταήμερο festival κλασικής μουσικής που διεξάγεται στο Salzburg. Κι ο Αυστριακός συνθέτης κινδυνεύει καθώς υιοθετείται από το ναζιστικό καθεστώς και, σύμφωνα με τον γέρο-Otto, αυτό αποτελεί ντροπή για τη μουσική.

Οι προσπάθειές του κατευθύνονται καταρχάς στη δολοφονία του Hitler. Φιλόδοξο σχέδιο και φυσικά αφελές. Με δόσεις humor αποδεικνύεται ότι ένα cocktail φαρμάκων, που θα ήθελε να πάρει ο ίδιος ή να το ρίξει στον καφέ του Führer, ήταν σκέτο νερό, ζάχαρη και άλλα αβλαβή υλικά. Φυσικά, αυτό αποτελεί ένα προστάδιο και η πραγματική σωτηρία του Mozart. Έτσι, περνάμε από μια πραγματική κίνηση σε μια συμβολική που δεν ξέρουμε ακόμα ποια είναι.

Η προσωπική αντίσταση ενός ανάπηρου γηραιού ανθρώπου δεν μπορεί να είναι καταλυτική. Μπορεί όμως στο συμβολικό επίπεδο να διαρρήξει το ιδεολογικό πλαίσιο του ναζισμού. Και το όπλο θα είναι η ίδια η μουσική, που λειτουργεί σαν βόμβα σε ένα αντιναζιστικό sabotage. Το ίδιο το Festspiele με όλη την αίγλη ενός χιλτερικού event, όπου η άρια πλευρά της μουσικής προβάλλεται και προπαγανδίζεται, είναι και το μέρος όπου θα εμφιλοχωρήσει ένα εβραϊκό τραγούδι!

I'm only human, That's all it takes, To put the blame on me:
Η αντίσταση δεν είναι μόνο πράξη όπλων και ηρώων. Μπορεί να είναι και μια ψυχολογική ανατίναξη, ένα ιδεολογικό sabotage, μια συμβολική κίνηση διάρρηξης του προπαγανδιστικού προγράμματος του αντιπάλου. Κι ο γερο-Otto έκανε καλή δουλειά.



> Ο Raphael Jerusalmy γεννήθηκε στο Παρίσι το 1954. Αποφοίτησε από την Ecole normale superieure. Βετεράνος του ισραηλινού στρατού, σήμερα εργάζεται ως έμπορος παλαιών βιβλίων στο Τελ Αβίβ.
Πάπισσα Ιωάννα

Monday, October 22, 2018

Η λογοτεχνία της ευρωπαϊκής αντίστασης απέναντι στον Ναζισμό


Πλησιάζει η 28ή Οκτωβρίου, που αποτελεί για την Ελλάδα μέρα μνήμης της Αντίστασης απέναντι στον Άξονα, αντίσταση που ξεκίνησε απ’ την άρνηση στις ιταλικές απαιτήσεις και συνεχίστηκε με την ένοπλη και άοπλη ανυπακοή στη γερμανική μπότα.

Αντίστοιχα, όμως, σ’ όλη την Ευρώπη, απ’ τη γαλλική αντίσταση μέχρι το σοβιετικό Στάλινγκραντ κι απ’ την αφρικανική αντεπίθεση ώς τους Σέρβους Παρτιζάνους, χιλιάδες αφανείς και εμφανείς άνθρωποι υπέστησαν τις διώξεις των Γερμανοϊταλοκροατοβούλγαρων κατακτητών κι άλλοι τόσοι εναντιώθηκαν στο ναζιστικό-φασιστικό πρόταγμα.

Για βιβλία με τέτοιες ιστορίες θα μιλήσουμε τις επόμενες μέρες:

        Ο Γάλλος Raphaël Jerusalmy στο “Να σώσουμε τον Μότσαρτ” βάζει τον ανάπηρο γηραιό μουσικό του να σαμποτάρει τη γερμανική μουσική και να διασώζει τον Mozart απ’ την εργαλειακή χρήση του.

         Η Μαρία Γαβαλά στον “Κόκκινο σταυρό” μιλά για την αθώα τέχνη μιας φρενοβλαβούς που μπορεί να αποδίδει υπόγεια την κοινωνική και πολιτική καταπίεση. Κι επειδή οι Nazi δεν αποδέχονται "υπανθρώπους", την εξοντώνουν.

        Ο Αυστριακός Robert Seethaler στον “Καπνοπώλη” δείχνει ότι η αντίσταση δεν είναι μόνο μια πράξη μάχιμου ηρωισμού. Μπορεί να είναι μια εσωτερική διεργασία που κάποια στιγμή θα μετατραπεί σε μια απονενοημένη ενέργεια υψηλού συμβολισμού.

        Ο Σλοβένος Drago Jančar στο “Αυτή τη νύχτα την είδα” θέτει στο κέντρο της ιστορίας του το πλούσιο ζεύγος των Zarnik, οι οποίοι φαίνονταν φιλογερμανοί, ενώ είχαν καλές σχέσεις και με τους Γιουγκοσλάβους παρτιζάνους.

   O Γάλλος Éric Vuillard στην “Ημερήσια διάταξη” εστιάζει στους  είκοσι τέσσερις βιομήχανους, ανάμεσα στους οποίους ο Krupp κι ο Opel, που συμμάχησαν με τον Hitler και τον χρηματοδότησαν το 1933.

Η αντίσταση στους Γερμανούς και στον φασισμό, η αντίσταση σε κάθε είδους καταπίεση και κατάκτηση δεν γίνεται μόνο με όπλα, αλλά και με το ανατίναγμα της επιβεβλημένης πραγματικότητας.
Πάπισσα Ιωάννα

Friday, October 19, 2018

Ίταλο Σβέβο, “Η συνείδηση του Ζήνωνα”


Πόσο μαγευτικό είναι να διαβάζεις μια αναξιόπιστη αφήγηση, ψάχνοντας σειρά σειρά πόσες ανακρίβειες και αυταπάτες θα συναντήσεις, ώστε να καταλάβεις –αν το καταλάβεις- πόσο χαλασμένη είναι η υποκειμενικότητά μας.


Italo Svevo
“La concienza di Zeno”
1923

Ίταλο Σβέβο
“Η συνείδηση του Ζήνωνα”
μετ. Έ. Καλλιφατίδη
εκδόσεις Αντίποδες -2018


Όλη η ζωή του ένας παραπονιάρης μύθος τυλιγμένος / στου νου του την ανέμη και στου ονείρου την απόχη / κι αυτός στ’ άλογο με τα όπλα του στο στήθος φορτωμένος / περνάει κι όλοι γιουχάρουν "Δον Κιχώτη" (Sadahzinia):
Το βιβλίο θεωρείται ένα κλασικό μεγάλο έργο του 20ού αιώνα. Το είχα βάλει από καιρό στα υπόψη και τώρα μπόρεσα να το διαβάσω στη νέα έκδοση των “Αντιπόδων”.

Αυτό ζητάει η καρδιά του ν’ αλαφρώσει. / Να φέρει ανάσκελα το κόσμο από τη βάση (Sadahzinia):
Το ύφος του έργου είναι απόλυτα σοβαρό. Κι η ζωή που αφηγείται είναι απόλυτα μετρημένη και παρουσιάζεται εσωτερικά κι εξωτερικά. Θα έλεγε λοιπόν κανείς ότι έτσι δεν έχει να δώσει πολλά στον αναγνώστη, δεν έχει ένα πυροκροτητή που να τον εκτινάξει. Ή μήπως όχι;

Η αφήγηση προέρχεται από τον Zeno (Ζήνωνα) –αλήθεια υπάρχουν κοινά στοιχεία με τον αρχαίο φιλόσοφο ή ήταν τυχαίο; Ο ψυχαναλυτής του τον ώθησε να γράψει για τη ζωή του κι αυτός, μεσήλικας πλέον (εξηντάρης, αν δεν κάνω λάθος), πιάνει το νήμα σχεδόν χρονολογικά, αν και στέκεται μόνο σε μερικά βασικά δεδομένα της: την προσπάθειά του να κόψει το κάπνισμα, τον θάνατο του πατέρα του, την απόπειρα να παντρευτεί μία από τις κόρες της οικογένειας Manfredi, τον γάμο του τελικά με την Augusta, τη ζωή του με τη σύζυγό του και την ερωμένη του κ.ο.κ.

Δύο ρωγμές κάνουν την ανάγνωση περισσότερο ενδιαφέρουσα απ’ ό,τι φαίνεται επιφανειακά.
Πρώτον, η ίδια η ψυχανάλυση η οποία κατά το 1923, όταν γράφτηκε το μυθιστόρημα, ήταν της μόδας και παρήγε αποτελέσματα τόσο στη διερεύνηση του ψυχισμού του ατόμου όσο και στη λογοτεχνική απόδοσή του. Έτσι, διαβάζοντας για την προσπάθεια του Zeno να κόψει το κάπνισμα, έχουμε ήδη έναν πρώτο καμβά ψυχικών εξαρτήσεων που χρειάζονται μια κλινική αντιμετώπιση ψυχολογικής – ψυχαναλυτικής φύσης. Κι έπειτα η σχέση με τον πατέρα, συνηθισμένο μοτίβο της ανάλυσης του Freud, η προσπάθεια ανόδου, η γυναίκα και ο ρόλος της στη ζωή του ήρωα κ.ο.κ. διαβάζονται αλλιώς, αν σκεφτώ τα λίγα που ξέρω για την ψυχαναλυτική ερμηνεία και διαβάσω αδρά για τα θέματά της. Βεβαίως, τελικά ο Svevo αποδομεί την αποτελεσματικότητα της ψυχανάλυσης και δείχνει ότι δεν είναι τόσο λυσιτελής.

Το δεύτερο θέμα είναι η κωμική πλευρά του κειμένου και η αναξιοπιστία του αφηγητή. Κωμικά στιγμιότυπα παρουσιάζονται σκόρπια μέσα στην έκταση του κειμένου, βάζοντας μικρές έγχρωμες πινελιές στο σεντόνι του. Αλλά επειδή η προσπάθεια του αφηγητή να αποδώσει με σοβαρότητα τη ζωή του είναι έντιμη, δεν καταλαβαίνουμε την αφερεγγυότητά του, που υπονομεύει πολλά απ’ όσα λέει. Η ματιά μου λοιπόν ψηλαφούσε όσα εκτυλίσσονταν στις σελίδες, αναζητώντας τα όποια ψέματα και τις όποιες ανιχνεύσιμες διαστρεβλώσεις –κι αυτό έδινε ένα κάποιο ενδιαφέρον στην εμπειρία.

Ο Zeno Cosini τελικά είναι αυτό που λέμε πούρος κωμικός ήρωας. Μιλά σοβαρά τόσο για τον εαυτό του όσο και για τους άλλους, αλλά τρέφει απίστευτες αυταπάτες, σε ένα είδος ευτράπελης απόστασης από την πραγματικότητα. Κι ενώ είναι αφελώς εγωιστής, δεν προκαλεί αντιπάθειες, αφού εμφανίζεται σαν ένας άδολος ψευδαισθησίας, που άλλοτε δείχνει εύθικτος, άλλοτε εγωιστής, λίγο ερωτευμένος αλλά ανασφαλής… είναι μια συμπαθητική φιγούρα που πέφτει ο ίδιος θύμα της αναξιοπιστίας του, σαν ένας Forrest Gump –ίσως στο κάπως λιγότερο καλοπροαίρετος.

Έτσι, διαβάζουμε συνεχώς με ένα μειδίαμα, καθώς κάθε του πράξη, κάθε του λέξη έχει το αντίθετο νόημα και το αντίθετο αποτέλεσμα απ’ ό,τι θα ήθελε. Είναι ένα είδος “περιπέτειας”, που οδηγεί στο να διαβάζουμε τα ίδια πράγματα ανάποδα απ’ ό,τι φαίνονται. Με αυτό το πρίσμα, μπορούμε να απολαύσουμε όλες τις μικρές και μεγάλες ψευδαισθήσεις του Zeno, τις γκάφες και τις παρεξηγήσεις του, καθώς μας εξιστορεί όσα γίνονται μέσα από τη δική του παραισθητική αντίληψη.

Η γη το παραμύθι λέει του ταξιδιώτη / (που `χε αγάπη την ωραία, την πριγκιπέσσα την κρυφή τη Δουλτσινέα) (Sadahzinia):
Απ’ τα λίγα ογκώδη κλασικά μυθιστορήματα που με κράτησε ζωντανό. Όχι μόνο επειδή η ιστορία εξελισσόταν και δεν έκανε (μεγάλες) κοιλιές, αλλά κι επειδή κάθε φράση του Zeno μπορεί να περιέχει τη διάψευσή της. Επομένως, ως αναγνώστρια έψαχνα να βρω τι ανάποδο υπάρχει, ποια κωμική ανατροπή θα συναντήσω, ποια περιπέτεια -που απ’ αλλού ξεκίνησε κι αλλού καταλήγει- θα μου προκύψει.

In2life, 2/10/2018


> Ο Ίταλο Σβέβο, ψευδώνυμο του Ααρών Έκτορος Σμιτς, γεννήθηκε το 1861 στην Τεργέστη και πέθανε το 1928 στη Μότα ντι Λιβέντσα, επαρχία του Τρεβίζο, ύστερα από αυτοκινητικό δυστύχημα. Γόνος πλούσιας εβραϊκής οικογένειας, ο Σβέβο έκανε εμπορικές σπουδές. Όταν παντρεύτηκε ασπάστηκε τον καθολικισμό και ανέλαβε τη διεύθυνση των επιχειρήσεων του πεθερού του. Η πραγματική του αγάπη, όμως, ήταν η λογοτεχνία. Το πρώτο του διήγημα, "Ο φόνος της οδού Μπελπότζο", δημοσιεύτηκε το 1890 στην εφημερίδα "L' Indipendente" της Τεργέστης. Αλλά τα δύο πρώτα μυθιστορήματά του, "Μια ζωή" και "Το γέρασμα", πέρασαν απαρατήρητα και ο Σβέβο αποφάσισε να μην ασχοληθεί ξανά με τη λογοτεχνία. Τον μετέπεισε ο καθηγητής του των αγγλικών, που δεν ήταν άλλος από τον Τζέιμς Τζόις, ο οποίος δίδασκε τότε στη Berlitz School της Τεργέστης. Ο Σβέβο ακολούθησε τη συμβουλή του Τζόις να συνεχίσει τη συγγραφή, αλλά με καθυστέρηση μιας 25ετίας: το 1923 εξέδωσε τη "Συνείδηση του Ζήνωνα". Ο Τζόις, στο Παρίσι πλέον, τη σύστησε στους πνευματικούς κύκλους της γαλλικής πρωτεύουσας με αποτέλεσμα να δουν εκεί το φως διθυραμβικά σχόλια για το βιβλίο του Σβέβο. Έτσι ξέσπασε η "υπόθεση Σβέβο", όταν ιταλοί διανοούμενοι με επικεφαλής τον Εουτζένιο Μοντάλε, υποστήριξαν ότι είχαν "ανακαλύψει" τον συγγραφέα πριν από τους Γάλλους. Ακολούθησαν οι νουβέλες "Γενναιόδωρο κρασί", 1927, και "Μια επιτυχημένη φάρσα", 1928. Μετά το θάνατό του κυκλοφόρησαν διάφορα έργα του, όπως: "Σύντομο αισθηματικό ταξίδι", "Δοκίμια και σκόρπιες σελίδες", "Κωμωδίες", "Ημερολόγιο για την αρραβωνιαστικιά".

Πάπισσα Ιωάννα

Monday, October 15, 2018

Ορχάν Παμούκ, “Η γυναίκα με τα κόκκινα μαλλιά”


Δυο διαφορετικές παραδόσεις συγκλίνουν στην Τουρκία: η δυτική (ελληνική) της πατροκτονίας απ’ τον Οιδίποδα κι η ανατολική (ιρανική) της παιδοκτονίας απ’ τον Ρουστέμ. Και δίπλα σ’ αυτές η συμβολική αιμομιξία με τη γυναίκα-με-τα-κόκκινα-μαλλιά.


Orhan Pamuk
Kırmızı saçlı kadın
2016
Ορχάν Παμούκ
“Η γυναίκα με τα κόκκινα μαλλιά”
μετ. Σ. Βρετού
εκδόσεις Πατάκη -2018



Όλη η ζωή του ένας παραπονιάρης μύθος τυλιγμένος / στου νου του την ανέμη και στου ονείρου την απόχη / κι αυτός στ’ άλογο με τα όπλα του στο στήθος φορτωμένος / περνάει κι όλοι γιουχάρουν "Δον Κιχώτη" (Sadahzinia):

Orhan Pamuk! Orhan Pamuk! Νομπελίστας πεζογράφος με πολύ αξιέπαινα έργα, με πολύ δυνατή γραφή χωρίς να βροντοφωνάζει για την αξία της, πολύ δυνατή πέννα που δεν καινοτομεί φανφαρόνικα. 


Αυτό ζητάει η καρδιά του ν’ αλαφρώσει. / Να φέρει ανάσκελα το κόσμο από τη βάση (Sadahzinia):

1985: Ο νεαρός αφηγητής θέλει να σπουδάσει, αλλά μετά την εξαφάνιση του πατέρα του (καθεστωτική σύλληψη; κάτι άλλο;) αναγκάζεται να εργαστεί, ώστε να κερδίσει τουλάχιστον τα δίδακτρα του φροντιστηρίου. Πιάνει λοιπόν δουλειά ως βοηθός σ’ έναν έμπειρο πηγαδά, τον Mahmut, που ανοίγει πηγάδια όπου του παραγγέλνουν. Κι εκεί στην πόλη Öngören βλέπει τη γυναίκα-με-τα-κόκκινα-μαλλιά κι έκτοτε του γίνεται έμμονη ιδέα. Σε κάθε έξοδό του την ψάχνει…

Πίσω από την ιστορία με τη γυναίκα-με-τα-κόκκινα-μαλλιά, κρύβεται η έννοια της μοίρας, του ανατολίτικου kismet. Η ιστορία που λέει ο Cem Çelik στον μάστορα για τον Οιδίποδα κι η ιστορία του μάστορα για τον χάρο Αζραήλ προϊδεάζουν τον αναγνώστη για το πεπρωμένο και την αδυσώπητη παρουσία του στη ζωή του ανθρώπου. “Μήπως θέλοντας να ξεφύγω από τη μοίρα μου, περπατούσα μάταια στον λάθος δρόμο;”, αναρωτιέται κάποια στιγμή ο νεαρός πρωταγωνιστής. Κι όντως όσο προχωρά η αφήγηση, τόσο καταλάβαινα ότι το μυθιστόρημα είναι γραμμένο πάνω στις ράγες της τραγωδίας του Σοφοκλή: ο Cem σκοτώνει σε ατύχημα τον μάστορα Mahmut, ο οποίος τον είχε σαν παιδί του, ενώ ερωτεύεται και κοιμάται με τη γυναίκα-με-τα-κόκκινα-μαλλιά, η οποία ηλικιακά θα μπορούσε να ήταν μάνα του, όπως συχνά ακούγεται μέσα στο κείμενο.

Καθώς ο πρωταγωνιστής μεγαλώνει, παντρεύεται την Aise, πλουτίζει και γίνεται ένας εύπορος Κωνσταντινουπολίτης αστός, που όμως πάντα βασανίζεται από την βαθιά ενοχή της “πατροκτονίας”. Γι’ αυτό θέλγεται τόσο απ’ την ιστορία του Οιδίποδα όσο και με την ιστορία του ιρανικού έπους “Σαχναμέ”, όπου ο Ρουστέμ σκοτώνει τον Σουχράμπ, χωρίς να ξέρει ότι είναι γιος του. Δυο διαφορετικές παραδόσεις συγκλίνουν στην Τουρκία: η δυτική (ελληνική) της πατροκτονίας και η ανατολική (ιρανική) της παιδοκτονίας.

Ο Pamuk παίζει συχνά το παιχνίδι των εναλλασσόμενων ρόλων, όπου ο ένας παίρνει τη θέση του άλλου. Στο τέλος του έργου ο Cem ανακαλύπτει ότι έχει γιο με τη γυναίκα-με-τα-κόκκινα-μαλλιά, τον Enver, και μοιραία τον συναντά, ξέροντας κι οι δυο ποιος είναι ποιος. Τελικά, η κατάληξη θα είναι ίδια με τον Οιδίποδα ή με το Σαχναμέ, αφού ο ένας θα σκοτώσει τον άλλο. Ποιος ποιον; Ο λογοτέχνης παίζει σε όλο το έργο με τη σχέση πατέρα-γιου, σε διάφορες μορφές, και εξυψώνει το θέμα ώς τον πεπρωμένο φόνο.


Η γη το παραμύθι λέει του ταξιδιώτη / (που `χε αγάπη την ωραία, την πριγκιπέσσα την κρυφή τη Δουλτσινέα) (Sadahzinia):

Ο Pamuk γι’ άλλη μια φορά αποδεικνύεται άριστος συγγραφέας τόσο στο πρώτο μέρος, όταν η φρεωρυχία που είναι μια ασήμαντη διαδικασία αποκτά στα χέρια του ιδιαίτερο αφηγηματικό χρώμα, όσο και στο δεύτερο, όπου οι ανατροπές κι οι διακειμενικές αναφορές εκτοξεύουν το έργο σ’ ένα συνταρακτικό αισθητικό εγχείρημα.




> Ο Ορχάν Παμούκ γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1952. Σπούδασε αρχιτεκτονική και δημοσιογραφία, πολύ γρήγορα όμως αφιερώθηκε στη λογοτεχνία. Το 1978 σε ηλικία εικοσιέξι μόλις ετών δημοσίευσε το πρώτο του μυθιστόρημα "Cevdet Bey ve Ogullari" ("Τζεβντέτ Μπέης και Υιοί"), ένα ογκώδες έργο εξακοσίων είκοσι σελίδων, στο οποίο αφηγείται, μέσα από την ιστορία τριών γενεών μιας οικογένειας τούρκων εμπόρων, τη δημιουργία της τουρκικής αστικής τάξης και έμμεσα της σύγχρονης Τουρκίας (κίνημα των Νεοτούρκων 1908 - στρατιωτικό πραξικόπημα 1971). Το μυθιστόρημα αυτό βραβεύτηκε το 1979 στο διαγωνισμό μυθιστορήματος των εκδόσεων Μιλλιέτ. Το βιβλίο αυτό εκδόθηκε το 1982 και την επόμενη χρονιά πήρε το βραβείο μυθιστορήματος Ορχάν Κεμάλ. Ακολούθησαν το 1983 το "Sessiz Ev" ("Το σπίτι της σιωπής"), το 1985, το "Beyaz Kale" ("Λευκό κάστρο") και το 1990 το "Kara Kitap" ("Μαύρο βιβλίο"). Στα έργα αυτά ο συγγραφέας δίνει εικόνες μιας κοινωνίας που προσπαθεί να βρει το πρόσωπό της ακροβατώντας στο γεωγραφικό και πολιτιστικό όριο δύο κόσμων. Η εκδυτικοποίηση της τουρκικής κοινωνίας με τη σύσταση του σύγχρονου τουρκικού κράτους και την άνοδο της τουρκικής αστικής τάξης, η έννοια της ατομικότητας και το θέμα της ιστορίας είναι θέματα που απασχολούν έντονα το συγγραφέα. Έχει τιμηθεί με πολλά λογοτεχνικά βραβεία στη χώρα του και τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 50 γλώσσες. Το 2005, και ενώ αντιμετώπιζε προβλήματα στη χώρα του εξαιτίας του ό,τι αναφέρθηκε δημόσια στη γενοκτονία των Αρμενίων, τιμήθηκε με το βραβείο Ειρήνης των Γερμανών βιβλιοπωλών στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Φραγκφούρτης. Το 2006 τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του, σύμφωνα με την ανακοίνωση της Σουηδικής Ακαδημίας, καθώς "αναζητώντας τη μελαγχολική ψυχή της γενέθλιας πόλης του, ανακάλυψε καινούργια σύμβολα για τη σύγκρουση και τη συνύφανση των πολιτισμών".

Πάπισσα Ιωάννα

Friday, October 12, 2018

Αθηνά Τσάκαλου, “Οι λεηλάτες του μεσημεριού”


Πίσω απ’ τα γεγονότα, στην κοινωνικοπολιτική σκηνή, στις βομβιστικές ενέργειες και στην αναρχία ως ιδεολογία και ως πράξη, κρύβονται άτομα που εμφορούνται από αντισυμβατικές αξίες και πιστεύουν ότι μπορούν μέσω της βίας να τις κάνουν πράξη.



Αθηνά Τσάκαλου
“Οι λεηλάτες του μεσημεριού”
Οι Εκδόσεις των Συναδέλφων
2018


Όλη η ζωή του ένας παραπονιάρης μύθος τυλιγμένος / στου νου του την ανέμη και στου ονείρου την απόχη / κι αυτός στ’ άλογο με τα όπλα του στο στήθος φορτωμένος / περνάει κι όλοι γιουχάρουν "Δον Κιχώτη" (Sadahzinia):
Το βιβλίο μού το έστειλε η ίδια η συγγραφέας. Με μια επιμονή που χτυπούσε την πόρτα μου, λες και εξαρτώνταν η τύχη του βιβλίου απ’ τη δική μου ανάξια γνώμη. Ήταν πολύ δυνατή η προσφορά. Την ευχαριστώ λοιπόν για την εμπιστοσύνη της.

Αυτό ζητάει η καρδιά του ν’ αλαφρώσει. / Να φέρει ανάσκελα το κόσμο από τη βάση (Sadahzinia):
Αρχικό άλλά όχι το κύριο θέμα είναι μια οικογένεια κάπου στην Πίνδο που έχει τον πατέρα στη Γερμανία, άφαντο για δέκα χρόνια, με μόνο θυμητικό τα χρήματα που έστελνε κάθε μήνα. Κύριο πρόσωπο δεν είναι ο πατέρας Γιώργος, που άξαφνα, κάποια Χριστούγεννα, ξαναγυρίζει και βρίσκει στο χωριό τη γυναίκα του, αλλά και τα δυο του παιδιά που έμεναν πλέον στην Αθήνα, τον Σταύρο και τη Λένη. Αφηγήτρια η τελευταία, 17 χρονών, σαστίζει και δεν ξέρει αν αυτή η επιστροφή είναι αίσια ή ζοφερή. Κύριο πρόσωπο δεν είναι ούτε η Λένη, αν και μέσω της σκέψης της βλέπουμε καταρχάς τον πατέρα κι έπειτα τον Σταύρο. Για πολλές σελίδες εισπράττουμε αυτή την αμφιταλάντευση όλων για το πώς θα αντιμετωπίσουν την επανεμφάνιση του πατέρα, άλλοτε με αγανάκτηση κι άλλοτε με ανακούφιση.

Το κείμενο στο πρώτο μισό φλερτάρει με την έννοια της ηθογραφίας, καθώς διανθίζει τη δράση των πρωταγωνιστών με όνειρα, οράματα, ήθη και έθιμα, θρύλους της Πίνδου, που στοιχειοθετούν το πλαίσιο της μυθοπλασίας. Με πραγματικά δεδομένα, παρμένα απ’ την ορεινή Θεσσαλία. Μετανάστευση και Ήπειρο αυτή τη φορά είχαμε ξαναδεί και στο βιβλίο της Τάτση “Χορός στα ποτήρια”, όπου η συσσωρευμένη ένταση κάποια στιγμή (σοφά επιλεγμένη και προοικονομημένη) θα εκραγεί και θα κόψει την αφήγηση με τον μπαλτά της συγκίνησης. Η ιστορία, ο χορός, η πολιτική, οι ανθρώπινες σχέσεις, κλεισμένες στον πυρήνα της υπόθεσης, θα ανατιναχθούν σκορπώντας ρίγη σε όποιον καταλαβαίνει το βάρος της έντασης. Η Τσάκαλου ενθέτει διάφορες ιστορίες του τόπου της, ενός βλάχικου χωριού, αλλά αυτό κάπως εξασθενίζει τη συνεκτικότητα του κειμένου της.

Αυτή η μέχρι τη μέση περίπου υπόθεση παραχωρεί σιγά σιγά τη θέση της στον Σταύρο. Σταδιακά διαγράφεται σκληρός και επαναστατικός, δεν συγχωρεί εύκολα τον πατέρα και ελπίζει ότι θα καταφέρει κάπως ν’ αλλάξει τον κόσμο. Οι συζητήσεις του με τη Λένη δείχνουν πόσο βλέπει όλα ως συμβατικότητες που πρέπει να αλλάξουν. Διακηρύσσει μια δύναμη που δεν αποδέχεται συγκαταβατικά αλλά διεκδικεί ορμητικά. Μιλά “για την αγάπη την δύσκολη, την περήφανη που δεν αφήνει τίποτα στην τύχη που όλα τα μελετά και τα διακρίνει και απαιτεί. Είναι παιδιά  αυτού του θεού που συνεχώς μάχεται την μιζέρια  της ψυχής την αθλιότητα και την μικρότητα”.

Το ηθογραφικό πλαίσιο δίνει τη θέση του στο αναρχικό, καθώς ο Σταύρος αποδεικνύεται αντεξουσιαστής κι η Λένη προσπαθεί να καταλάβει τι ήταν ο αδελφός της και ποια η βαθύτερη ιδεολογία του. Το κείμενο παίρνει χαρακτηριστικά ρομαντισμού, καθώς παρουσιάζει να υπάρχει κι ένα άλλο επίπεδο σκέψης έξω απ’ την απτή πραγματικότητα, ανάγοντας τον Σταύρο στη σφαίρα του ηρωισμού. Οραματισμός και αντισυμβατικότητα, αγέρωχο ύφος και υψηλά ιδανικά. Κι απ’ την άλλη ο πατέρας με βαθιά τραύματα, που τελικά αποφασίζει να μονάσει. Είναι η αντιδιαστολή που επιχειρεί η Τσάκαλου ένα είδος αγιοποίησης και των δύο, από τους οποίους ο καθένας ακολουθεί τον δικό του δρόμο;

Η γλώσσα της συγγραφέως αποπνέει μια ζεστασιά, βγαλμένη από τα χώματα του χωριού και της νοοτροπίας των κατοίκων του.


Η γη το παραμύθι λέει του ταξιδιώτη / (που `χε αγάπη την ωραία, την πριγκιπέσσα την κρυφή τη Δουλτσινέα) (Sadahzinia):
Η Τσάκαλου σχετίζεται με ορισμένα πραγματικά γεγονότα που συνέβησαν στον κοινωνικοπολιτικό στίβο τα τελευταία χρόνια και καταλαβαίνω το μυθιστόρημά της ως προσπάθεια να διερευνήσει τι έγινε και τι κρύβεται πίσω απ’ αυτά που έγιναν. Ωστόσο, αυτό δεν φτάνει για να έχουμε λογοτεχνία. Δεν θα σταθώ στα εξωλογοτεχνικά γεγονότα και τις πιθανές διαφωνίες πολλών μ’ αυτά, αλλά, μέσα στο έργο, στην αδυναμία του αναγνώστη να εισέλθει στην ψυχολογία του Σταύρου και να συλλάβει τα βαθύτερα στρώματα της επαναστατικής του ψυχοσύνθεσης. Αφού η συγγραφέας επιλέγει ως αφηγήτρια τη Λένη, που δεν ξέρει κάτι ουσιαστιότερο για τη δράση του αδελφού της, τότε δύσκολα θα μπορούσε να περάσει βαθιά στην ψυχή του Σταύρου. Μένουμε λοιπόν στον ψυχισμό της αφηγήτριας. Αλλά ούτε κι εκεί πειθόμαστε ότι η αναρχία και η αντεξουσιαστική δράση έχει βαθιά ερείσματα, ικανά να δείξουν σε έναν τρίτο (στον αναγνώστη) τις κρυμμένες αλήθειες τους.

> Η Αθηνά Τσάκαλου γεννήθηκε το 1955 στην Τρυγόνα Καλαμπάκας στη Θεσσαλία. Σπούδασε ελληνική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Πάπισσα Ιωάννα