Sunday, February 25, 2007

Βυσσινάδα: Το χαμένο κοινό της λογοτεχνίας

Το χαμένο κοινό της λογοτεχνίας

Γιατί η λογοτεχνία σήμερα χάνει το κοινό της; Τι φταίει και είναι αποκομμένη από την πραγματικότητα και απαξιώνεται συνεχώς; Η Τ. Δημητρούλια στο σημερινό άρθρο της “Σε αναζήτηση του χαμένου κοινού” (Η Καθημερινή) θέτει τους προβληματισμούς Γαλλόφωνων διανοητών, όπως είναι ο Τοντόροφ και ο Βινκελκρότ πάνω στο θέμα.
Η φιλολογία πρέπει να επιστρέψει στο σκοπό της, ο οποίος έγκειται στην “κατανόηση του νοήματος των κειμένων που εμπλουτίζει την εσωτερική μας ζωή”, και όχι στην αποκλειστική “μελέτη των εννοιολογικών εργαλείων”. Πέρα από τον μοντερνισμό, ο οποίος απομάκρυνε το κείμενο με τους φορμαλιστικούς πειραματισμούς του από τον αναγνώστη, ευθύνες φέρουν και “ο μηδενισμός αφενός και ο σολιψισμός, η ομφαλοσκόπηση αφετέρου των σύγχρονων έργων, που αρθρώνουν είτε έναν λόγο κατεδαφιστικό για την ανθρώπινη συνθήκη είτε ένα λόγο αυτομυθοπλαστικό και αυτοαναφορικό, ξεκομμένο από τους άλλους, [και γι’ αυτό] συνιστούν παράγοντες εξίσου σημαντικούς όσον αφορά την απαξίωση της λογοτεχνίας στη σύγχρονη κοινωνία.”.
Η ανάγκη για αλλαγή μπορεί να συνοψιστεί σε δύο αιτήματα: επιστροφή στο κείμενο και στο νόημά του και επανασύνδεση της λογοτεχνίας με το κοινό της. Στην ουσία η “θέση του συγγραφέα, του αναγνώστη, του κειμένου, όσο υπάρχει ακόμα η ανθρωπότητα με τη μορφή με την οποία τη γνωρίζουμε, είναι βέβαιο ότι με κάποιο τρόπο θα αυτοπροσδιοριστούν εκ νέου, θα μεταβληθούν και θα αναδομηθούν, για να εκφράσουν τον κόσμο μας”.
Πρόκειται ίσως για ένα αίτημα επιστροφής της λογοτεχνίας σε ένα νέο-ανθρωπιστικό περιεχόμενο, όπως είχε πει παλαιότερα ο Ουμπέρτο Έκο, ή μια σύζευξη των φορμαλιστικών δοκιμών με ανάλογο ανθρωποκεντρικό περιεχόμενο.

Ευχαριστώ τον Librofilo και την Εαρινή Συμφωνία για την πρόσκληση στο παιχνίδι των 5 αληθειών για τη ζωή μου. Κρίνω ότι ο άνθρωπος που κρύβεται πίσω από την περσόνα “Πατριάρχης Φώτιος”, είτε είναι ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, είτε ο Φώτης Σεργουλόπουλος, είτε ο Φώτης από το “Παρά πέντε”, δεν ενδιαφέρει. Δεν ενδιαφέρει με άλλα λόγια αν είμαι μοναχός στο Άγιο Όρος ή βιβλιόφιλος αναρχικός στα Εξάρχεια, Καθηγητής Πανεπιστημίου ή μπογιατζής, δημοσιογράφος της κακιάς ώρας ή φιλήσυχος συνταξιούχος. Ενδιαφέρει η αναγνωστική μου πλευρά και για αυτήν θα μιλήσω:
1. Διαβάζω λογοτεχνία με όρεξη σαρακιού που καταβροχθίζει χαρτί και μελάνι.
2. Πιστεύω στη δύναμη της γλώσσας, λογοτεχνικής και μη, και ειδικότερα της ελληνικής γλώσσας. Στην εποχή της εικόνας θεωρώ ότι ο λόγος κρατά τις επάλξεις του και καθορίζει έντονα τη ζωή μας.
3. Πιστεύω στη δύναμη του διαλόγου και γι’ αυτό θλίβομαι, όταν τα σχόλια των επισκεπτών των ιστολογίων είναι φτηνά, αναπόδεικτα ή κακεντρεχή. Δέχομαι κάθε νηφάλια και αποδεδειγμένη –έστω και ως απόπειρα- άποψη. Άλλωστε στη λογοτεχνία δεν υπάρχουν Πάπες (μόνο Πατριάρχες!!! κι αυτοί με τα άπειρα λάθη τους)
4. Δεν πιστεύω στον εμπειρισμό. Η λογοτεχνία επικουρείται πλέον από τη Θεωρία της Λογοτεχνίας, τη Φιλοσοφία, τη Γλωσσολογία κ.λπ. και ο αμύητος αναγνώστης, που θέλει να συζητά πέρα από την αναγνωστική του απόλαυση και για τις αρετές ενός κειμένου, είναι εν μέρει και λογοτεχνικά αναλφάβητος.
5. Είμαι λογοτεχνικά αναλφάβητος στην ποίηση, καθώς την κρατώ για τον εαυτό μου και δυσκολεύομαι να μιλήσω χωρίς να λέω κοινοτοπίες.
Δεν παρακινώ κανέναν από την μπλογκόσφαιρα να συνεχίσει το παιχνίδι, αν πιστεύει ότι οι άλλοι πάσχουμε από το σύνδρομο της κλειδαρότρυπας και γι’ αυτό θέλουμε να μάθουμε αλήθειες για τη ζωή του.

Πατριάρχης Φώτιος
25.2.2007

Thursday, February 22, 2007

Σταμάτη υπεράσπισις

Ο Σταμάτης ως συγγραφέας και ως άνθρωπος δε χρειάζεται υπεράσπιση από εμένα. Υπερασπιζόμενος ωστόσο το πρόσωπό του προασπίζω το Vivliocafe.
Όταν στο προηγούμενο post μίλησα για το βιβλίο του, τόσο εγώ όσο και εκείνος συνομιλήσαμε σε ύφος κόσμιο και διαλλακτικό. Γι' αυτό θα ήθελα να θέσω ως αρχή τέτοιων διαλόγων να μην επιτίθεται κανείς στην προσωπικότητα του άλλου, ούτε του Σταμάτη, ούτε τη δική μου και φυσικά ούτε κανενός άλλου επισκέπτη. Μιλάμε για βιβλία και λογοτεχνία, δεν βάλλουμε εναντίον κανενός με χαρακτηρισμούς και υπονοούμενα. Μιλάμε με επιχειρήματα χωρίς αιχμές, μιλάμε με στοιχεία και όχι με ατάκες...
Γιατί εδώ δεν είναι παράθυρο κανενός καναλιού.
Ευχαριστώ
Πατριάρχης Φώτιος

Wednesday, February 21, 2007

Αμερικάνικος καφές: Σταμάτης

Αλέξης Σταμάτης, Αμερικάνικη Φούγκα

Κανονικά θα έπρεπε να είμαι πιο φιλόξενος από τη στιγμή που ο πεζογράφος έχει περάσει από το καφέ μας. Θέλω όμως να είμαι πρώτιστα τίμιος.
Ο Σταμάτης έχει ένα συγκεκριμένο τρόπο γραφής, όπως φαίνεται κι από τα προηγούμενα βιβλία του: ένα περιπετειώδες θέμα το οποίο προσπαθεί να επενδύσει με στοχασμό. Ειδικά στο τελευταίο του έργο επιχείρησε να αναζητήσει την ταυτότητα με τη φυγή του ήρωα στην Αμερική. Η απογοήτευση του αναγνώστη είναι μεγάλη, γιατί οσμίζεται τις προθέσεις του δημιουργού και βλέπει στη θέση τους μια κατώτερη των περιστάσεων πραγμάτωσή τους: μια ιστορία που κινείται σε γρήγορους (κινηματογραφικούς) ρυθμούς -με όλα τα αρνητικά της εσπευσμένης δράσης-, η οποία θα ήθελε να έχει ένα κάποιο βάθος, αλλά δεν το φτάνει ποτέ. Η αναζήτηση της ταυτότητας μένει στα λόγια και πουθενά δεν παρουσιάζονται πειστικά τα διλήμματα, που θα έπρεπε να κανοναρχούν τη ζωή του. Παράλληλα, το μυθιστόρημα στηρίζεται σε ένα χιλιοφορεμένο εύρημα αλλαγής θέσης με κάποιον άλλο, χωρίς να προστίθεται μια καινούργια διάσταση στο θέμα του σωσία.
Ο πιο σημαντικός λόγος εξαιτίας του οποίου δεν ανάγεται το μυθιστόρημα σε κάτι περισσότερο από ένα ενδιαφέρον ανάγνωσμα είναι η απουσία ψυχολογικών ερεισμάτων. Οι ενέργειες του ήρωα δεν αιτιολογούνται με εσωτερικά κίνητρα, όχι ότι δεν θα μπορούσαν να υπάρχουν βάσει της πλοκής, αλλά δεν σκιαγραφούνται από τον αφηγητή, κι αυτό τις καταδικάζει σε μυθοπλαστική ανυπαρξία. Ο πρωταγωνιστής φεύγει στην Αμερική, χωρίς να γνωρίζουμε τι ακριβώς τον κυνηγάει, έπειτα φεύγει προς την έρημο, βιαστικά και αναίτια, ενώ ο αναγνώστης δεν βλέπει τίποτε άλλο παρά την εξέλιξη της δράσης, σαν σε χολιγουντιανή ταινία, χωρίς αιτιώδεις σχέσεις και ψυχικές συνδέσεις.
Από την άλλη, με ενοχλεί αυτή η αμερικανοπληξία (θα με ενοχλούσε εξίσου, αν ήταν γαλλοπληξία, ινδοπληξία ή και ελληνοπληξία) στα διαβάσματα του ήρωα και στις αναφορές του μόνο σε Αγγλοσάξονες και φυσικά Έλληνες δημιουργούς. Ο Έλληνας ήρωας δηλαδή έχει διαβάσει μόνο Έλληνες ομοτέχνους του και Αγγλοσάξονες, λες και η πνευματική παρακαταθήκη της ανθρωπότητας περιέχεται μόνο στην παραγωγή της Αμερικής των δύο τελευταίων αιώνων. Συνάμα, η προσπάθεια να καταγραφεί το διπλό πρόσωπο των σύγχρονων Η.Π.Α. είναι φιλόδοξο, αλλά περιορίζεται σε εξωτερικές διαπιστώσεις.
Θετικά στοιχεία, για να μην νιώθω ότι είμαι μονόπλευρος: ο ήρωας είναι ανώνυμος κι αυτό το χειρίζεται πολύ καλά σε όλη την αφήγηση ο Σταμάτης. Δεύτερο και σημαντικότερο, ο συγγραφέας-ήρωας γράφει όχι για τη ζωή του, αλλά γράφει (και σκηνοθετεί) τη ζωή του νέου του ρόλου. Αυτό το μεταμοντέρνο μοτίβο διαπερνά το κείμενο και του δίνει μια άλλη διάσταση. Τέλος, ο γρήγορος ρυθμός κάνει ευχάριστη την ανάγνωση και οι δόσεις σασπένς καθιστούν το όλο ανάγνωσμα ενδιαφέρον, όχι βέβαια πιο πολύ από ένα βιβλίο παραλίας ή τρένου.
(Σε παρένθεση βάζω τα πολλά πραγματολογικά λάθη, από την πρώτη μέρα του αιώνα που δεν είναι η 1.1.1900, όπως γράφεται, αλλά η 1.1.1901 ως το αναληθοφανές να κουβαλά μαζί του στο επικίνδυνο ραντεβού το επίμαχο κουτί -που αργότερα το ασφαλίζει σωστά σκεπτόμενος-, και πολλά άλλα, που θα μπορούσαν να προσεχθούν περισσότερο).
Και τώρα έρχομαι στις κρίσεις που έλαβε το βιβλίο. Στις μεγάλες εφημερίδες είδα μόνο μια βιβλιοπαρουσίαση από τον Πιμπλή στα Νέα (21.10.2006), όπου κατατίθεται ο προβληματισμός του βιβλίου, ενώ επισημαίνεται ότι “το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του είναι η εσωτερική αναζήτηση του συγγραφέα-πρωταγωνιστή, που από συγγραφέας μετατρέπεται σε μυθιστορηματικό ήρωα”. Από εκεί και πέρα το βιβλίο ακούστηκε ιδιαίτερα στους χώρους των bloggers:
- Εαρινή συμφωνία 23.10.2006: ενδιαφέρον Road Movie το οποίο βγάζει την ελληνική λογοτεχνία από τον ελληνοκεντρισμό της. Ο συγγραφέας ενσωματώνει πολλά στοιχεία, αλλά το βιβλίο πάσχει, καθώς επιχειρείται να τα περιλάβει όλα. Από την άλλη, “η δυνατή εικονοπλασία, πολλές φορές συναντά τον στοχασμό και απογειώνει το κείμενο”.
- Δημήτρης Μαμαλούκας 24.10.2006: Ο ήρωας του έργου “θα μπορούσε να είναι ο Άνθρωπος, το αρχέτυπο του ανθρώπου της κοινωνίας μας”. Ο blogger εκτιμά επίσης τη δεξιοτεχνία της γραφής και τη “γλωσσική όσο και εκφραστική τελειότητα” του κειμένου, ενώ ως μόνο αρνητικό εντοπίζει την εμφάνιση του παιδιού που ολοκληρώνει, αναίτια, μια οικογενειακή εικόνα.
- Book Attack 11.2006: Ο Σταμάτης “έγραψε ένα πολύ εσωτερικό βιβλίο που όμως ανοίγει διάπλατα την πόρτα της ελληνικής λογοτεχνίας στον υπόλοιπο κόσμο”, ενώ επαινείται η γνήσια εικονοποιία του μυθιστορήματος.
- Ελληνική Λογοτεχνία 17.11.2006: Σχολιάζεται θετικά το μυθιστόρημα ως “δουλειά συγγραφικής και δημιουργικής ωριμότητας”, με αρτιότητα στον χειρισμό της γλώσσας και στο πλάσιμο των χαρακτήρων κι έτσι ο Σταμάτης συνδυάζει το εμπορικό σκέλος με την ποιότητα στη γραφή. Από την άλλη “σε θέμα σεναρίου, δράσης ή ανατροπών […] δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία”, για τον έξτρα λόγο ότι το τέλος είναι προβλέψιμο.
- Librofilo 18.12.2006: Το μυθιστόρημα διακρίνεται από τη διακειμενικότητά του και τις εμμονές του πεζογράφου (κινηματογράφος και μουσική). “Η ικανότητα όμως του συγγραφέα να δημιουργεί υπέροχες εικόνες καταφέρνει στο τέλος να κερδίσει τις εντυπώσεις”.
- Παπάρ… Books!!! 22.01.2007: Το έργο, “χωρίς να μειώνει σε τίποτα τη δράση, δίνει δραματικά την απεγνωσμένη προσπάθεια του συγγραφέα να φτάσει στη λύτρωση”, ενώ παράλληλα “αποπειράται να απεικονίσει τη σημερινή αμερικανική πραγματικότητα, κυρίως σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο”. Είναι ένα άρτιο βιβλίο που προβληματίζει χωρίς ηθικοδιδακτισμούς.
Όπως βλέπετε, η γνώμη μου είναι πολύ διαφορετική από των άλλων bloggers, των οποίων η άποψη είναι σεβαστή. Ωστόσο, πιστεύω ότι ο Σταμάτης, blogger και ο ίδιος, κερδίζει τις εντυπώσεις ως πρόσωπο και ως δημόσια εικόνα, πριν διαβάσει κανείς το βιβλίο του, και έτσι ο αναγνώστης έχει ήδη διαμορφώσει τη θετική του γνώμη, επηρεασμένος επιπλέον και από την κινηματογραφικότητα της ιστορίας και όχι από την ποιότητα της γραφής. Είναι ένα βιβλίο που ομολογουμένως διαβάζεται άνετα και γρήγορα, αλλά και γι’ αυτό εύκολα και χωρίς να αφήσει κάτι βαθύτερο. Σε όποιον αρέσουν τέτοιου είδους έργα, θα το ευχαριστηθεί, σε όποιον ψάχνει κάτι βαθύτερο, θα απογοητευτεί από την απουσία αυτού που θα ήθελε να ενθέσει ο ίδιος ο συγγραφέας (ταυτότητα, αναζήτηση, αυτογνωσία κ.τ.λ.).

21.2.2007
Πατριάρχης Φώτιος

Thursday, February 15, 2007

Νες καφέ με γάλα: Αστερίου

Χρ. Αστερίου, Το ταξίδι του Ιάσονα Ρέμβη

Τον περίμενα πιο δυνατό. Μετά την πρώτη του εμφάνιση με τη συλλογή διηγημάτων “Το γυμνό της σώμα και άλλες παράξενες ιστορίες” (2003), ο Χρήστος Αστερίου εμφανίζεται τώρα με μυθιστόρημα: Ο ζωγράφος Ιάσονας Ρέμβης επιστρέφει από την Αυστραλία στην Ελλάδα, για να αναζητήσει τα ίχνη της οικογένειάς του και να κάνει το εφαλτήριο βήμα προς την απογείωση της τέχνης του. Συναντά μια γηραιά κυρία, διάσημη άλλοτε σοπράνο της όπερας, που έχει χάσει το γιο της από τότε που ο τελευταίος ήταν 5 ετών. Η υπόθεση δεν έχει κανένα βάθος, ούτε καν μια αυτοαναφορική κατάβαση στην ψυχή του καλλιτέχνη και στους τρόπους με τους οποίους θα δώσει ώθηση στο ταλέντο του. Ένα τέχνασμα του τέλους δεν σώζει την κατάσταση.
Κατά τη γνώμη μου, δύο βασικά μειονεκτήματα συναντά ο αναγνώστης στο βιβλίο. Αφενός, το ύφος του νεαρού συγγραφέα δεν προσαρμόζεται στις απαιτήσεις κάθε προσώπου ή κατάστασης: π.χ. η πορεία του Ρέμβη προς το χειρουργείο δίνεται πολύ πιο νωθρά απ’ ό,τι θα έπρεπε (βλ. την κατάσταση παραζάλης, όπως την σκιαγραφεί έξοχα στο κατά τ’ άλλα μέτριο βιβλίο του “Νυχτερινή διαδρομή” ο Μ. Μιχαηλίδης) ή το ύφος μιας επιστολής του δεν έχει καθόλου ή έχει ελάχιστο προσωπικό χρώμα. Αφετέρου, τα επιμέρους συμβάντα δεν οδηγούν με κορύφωση στο επιθυμητό αποτέλεσμα, καθώς τα γεγονότα καρκινοβατούν χωρίς σύνδεση και κλιμάκωση.

Πατριάρχης Φώτιος
15.2.2007

Sunday, February 11, 2007

Χυμός νεκταρίνι: Γυναικεία γραφή

Γυναικεία (θυμική) γραφή

Αφορμή για τη σημερινή καταχώριση η ύπαρξη σε σεμινάριο δημιουργικής γραφής αντικειμένου «γυναικεία γραφή». Στ’ αλήθεια υπάρχει;
Έρευνες από θεωρητικούς του φεμινισμού του εξωτερικού (L. Irigaray, J. Kristeva, H.Cixous, K. Millet κ.ά.) προσπαθούν να ορίσουν τη γυναικεία γραφή με σωματικά, κοινωνικά ή και μαρξιστικά κριτήρια. Η Α.Μαντόγλου που διδάσκει το αντικείμενο έχει υπόψη της τις θεωρητικές αυτές θέσεις και τις εφαρμόζει ως απόπειρες σωματικής γραφής στα μυθοπλαστικά της βιβλία.
Εγώ εδώ θα σταθώ σε πιο πρακτικά θέματα μιας γραφής που καλύτερα θα μπορούσε να ονομαστεί “θυμική” και όχι ιδεολογικά και κοινωνικά στιγματισμένη ως γυναικεία. Χαρακτηριστικά της, όπως τα βλέπουμε σε κείμενα Ελληνίδων (αλλά και γιατί όχι, και Ελλήνων) συγγραφέων (από τη ροζ λογοτεχνία της δεκαετίας του ’90 ως την Αναστασέα, τη Λαμπαδαρίδου-Πόθου, τη Μαντόγλου, πρόσφατα τη Στρατηγοπούλου κλπ. ή μερικά σημεία από τη “Μητέρα του σκύλου” του Π.Μάτεση) θα μπορούσαν να είναι:
i. θεματική: οικογενειακές και προσωπικές σχέσεις με έμφαση στις συναισθηματικές-ψυχικές πλευρές της ανθρώπινης επικοινωνίας.
ii. ατμόσφαιρα: ως συνοδευτικό του θέματος ο συναισθηματισμός συχνά το υπερκαλύπτει αφήνοντας στον αναγνώστη μία γεύση συγκίνησης και θυμικής έντασης.
iii. αφήγηση: περιορισμός της αφήγησης και έκταση των περιγραφικών μερών ή τα μερών με στοχασμούς (συχνές ή συνεχείς παύσεις, σε μορφή συναισθηματικών-συλλογιστικών παρεκβάσεων).
iv. δομή: απουσία αρχιτεκτονικής από το κείμενο, αφού λείπει η συγκροτημένη δομή και έτσι το πεζογράφημα απευθύνεται προπαντός στην «καρδιά» παρά προκαλεί μια πνευματική-νοητική αναπήδηση.
v. ύφος: ύφος που στερείται εγκεφαλικότητας (αυστηρής λογικής συνοχής), γεμάτο από συνειρμικότητα, αποσιωπητικά και άλλα σημεία στίξης, ενδεικτικά συναισθηματικής κατάστασης, μακροπερίοδο λόγο που παραμένει παρατακτικός κρατώντας την προφορικότητα μιας εξομολόγησης και αποστασιοποιούμενος από την υποτακτική σύνδεση των φιλοσοφικών ή φιλοσοφιζόντων συλλογισμών. Γενικότερα, δέσμευση στη γλώσσα και στις συνυποδηλώσεις της με έντονες δόσεις ποιητικότητας (χειμαρρώδης συναισθηματικότητα, με διατυπώσεις άλλοτε χαλαρές και ρέουσες, θολές και ελεύθερες κι άλλοτε ζεστές από μια εσωτερικότητα που αναβλύζει).
Οι επισημάνσεις αυτές δεν έχουν αξιολογικό (μειωτικό) χαρακτήρα, αλλά προσπαθούν να ορίσουν ένα ρεύμα στη λογοτεχνία (μας), όπου οι συγγραφείς ρίχνουν το βάρος στη γλώσσα και στο ύφος, προκειμένου να εξωτερικεύσουν συναισθηματικές καταστάσεις, και όχι στη δομή ή στη διάρθρωση των σκηνών δράσης.

Πατριάρχης Φώτιος
11.2.2007

Friday, February 09, 2007

Espressino Caldo: Καλιότσος - Σουρούνης

Π. Καλιότσος, Η ωραιότερη ιστορία του κόσμου

Ένα μικρό βιβλιαράκι σχήματος τσέπης με 120 σελίδες. Μείγμα ιστορίας και μυθοπλαστικής αφήγησης, όχι ως προς την ακρίβεια των γεγονότων, αλλά ως προς την επιλογή και οργάνωση του υλικού, το οποίο είναι ετερόκλητο (αφήγηση, επιστολές, ανακοινώσεις, φωτογραφίες κ.ά.). ΘΕΜΑ: η ανεπίσημη εκεχειρία μεταξύ Βρετανικών και Γερμανικών στρατευμάτων στα χαρακώματα του Δυτικού μετώπου στις γιορτές των Χριστουγέννων του 1914, θέμα που απασχόλησε και την ταινία “Καλά Χριστούγεννα” (2005) του σκηνοθέτη Cristian Carion. Ο Καλιότσος δεν καταφέρνει με τον τρόπο που διάλεξε ούτε να αποδώσει τη φρίκη του πολέμου, ούτε να μεταδώσει την αναμενόμενη συγκίνηση στον αναγνώστη. Καλή ιδέα, καλό για δώρο ως προς το θέμα και την ατμόσφαιρα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά ατελές…
Συστήνω ωστόσο ανεπιφύλακτα τα παιδικά βιβλία του Καλιότσου, τα οποία διαβάζονται και από ενήλικους με την ίδια ευχαρίστηση.


Α. Σουρούνης, Το μονοπάτι στη θάλασσα

Έχουν γραφεί πολλά για την ποιότητα αυτού του βιβλίου, παρά τον στιβαρό του όγκο (650 σελίδες). Ο Σουρούνης ανήκει στην πάστα των συγγραφέων τους οποίους θα ονόμαζα παραμυθάδες, αφού μπορούν για μικρά περιστατικά της καθημερινότητας να πλάσουν ολόκληρες ιστορίες, όπου η αφήγηση κυλάει αβίαστα. Το συγκεκριμένο αυτοβιογραφικό βιβλίο καταπιάνεται ως επί το πλείστον με τα παιδικά του χρόνια, με την οπτική γωνία του μικρού Αντώνη, η οποία διακρίνεται από αφέλεια και την περιέργεια να γνωρίσει τον κόσμο. Ο βασικός άξονας σ’ αυτό το «μυθιστόρημα ενηλικίωσης» (δεν είναι απόλυτα κάτι τέτοιο) είναι η ένδεια και η ανεργία, καθώς και οι προσπάθειες των φτωχών ανθρώπων να την ξεπεράσουν με θεμιτά και ημι-αθέμιτα μέσα. Παράλληλα, αναπτύσσονται άλλοι άξονες, όπως η σεξουαλική ωρίμαση, η εκκλησία, οι παιδικές φιλίες και σχέσεις κ.λπ. Ο Σουρούνης αποδεικνύει ότι μπορεί να κερδίζει τον αναγνώστη, ακόμα και σε μια στατική –μη νομοτελειακή- αφήγηση.

Πατριάρχης Φώτιος
09.2.2007

Sunday, February 04, 2007

Πορτοκαλάδα: συζητήσεις για τη λογοτεχνία

Συζητήσεις για τη λογοτεχνία

Αυτό που με ενθουσιάζει τελευταία είναι ο συνεχής αναβρασμός που μπορεί να συναντήσει κανείς γύρω από τα λογοτεχνικά τεκταινόμενα: κριτικές και απόψεις, λίστες βραβείων και blogs, διαξιφισμοί και διαπληκτισμοί μεταξύ ξεκατινιασμάτων και επιχειρημάτων. Δύο από αυτές τις συζητήσεις αξίζει να αναφερθούν:
1. Ο Ν. Βαγενάς σε άρθρο του στο Βήμα (21.1) αναφέρεται στην απουσία της σύγχρονης ποίησης από ένθετα βιβλίων μερικών εφημερίδων, μεταξύ των οποίων και Τα Νέα. Τα τελευταία απαντούν στις 27.1. και ο διάλογος συνεχίζεται στα Νέα της 3.2.2007 με επιστολή του Βαγενά και αντίστοιχη απάντηση της Χαρτουλάρη, η οποία μέσες άκρες λέει ότι η συστηματική παρουσίασης της σύγχρονης ποίησης είναι αντικείμενο ειδικών περιοδικών, όπως συμβαίνει και με τα επιστημονικά βιβλία! Αν και το ιστολόγιό μας δεν ασχολείται με την ποίηση (δεν είναι άλλωστε εφημερίδα μεγάλης κυκλοφορίας!!!, για να πρέπει να έχει ευρύτερη γκάμα θεμάτων), η αποπομπή της σαν ειδικό αντικείμενο μάλλον δείχνει εμπορικολατρία και ενασχόληση μόνο με ό,τι πουλάει (κατά βάση μυθιστόρημα).
2. Ο Μ. Κοντολέων έστειλε στο περιοδικό Διαβάζω (τχ. 470, Ιανουάριος 2007) επιστολή διαμαρτυρίας, όπου εκθέτει την απορία του για τους λόγους που δεν βραβεύτηκε το βιβλίο του για παιδιά “Μια ιστορία του Φιοντόρ” (2004). Καταλογίζει στην τότε επιτροπή Κρατικών Βραβείων (πρόεδρος Ευγένιος Τριβιζάς) παραγκωνισμό των μεγάλων ηλικιακά συγγραφέων, άρνηση των πρωτοποριακών τεχνικών συγγραφής και της κοινωνικοπολιτικής θεματικής στα βιβλία για παιδιά. Σύσσωμη η επιτροπή απάντησε στο τχ. 471 του Διαβάζω (Φεβρουάριος 2007) -καθένας με το ύφος και το ήθος του- αρνούμενη ότι χρησιμοποίησε τέτοια κριτήρια.
Η λογοτεχνία δεν είναι μόνο ανώδυνες αναγνώσεις και σχόλια καφενείου, αλλά και επώδυνες αψιμαχίες, αρκεί να μην συνοδεύονται από χολή και όξος.
Πατριάρχης Φώτιος
4.2.2007

Friday, February 02, 2007

Φρουί ζελέ: “Να ένα μήλο”

Μικρή λίστα των βραβείων “Να ένα μήλο”

Μια φίλη μού ενεχείρισε τη λίστα των προτεινόμενων μυθιστορημάτων για το βραβείο "Νά ένα μήλο". Οι προτάσεις έγιναν από τους συγγραφείς που έχουν συνεργαστεί με το περιοδικό κι εγώ τη δημοσιεύω προς συζήτηση:

Χρήστος Αστερίου, "Το ταξίδι του Ιάσονα Ρέμβη "
Αλέξανδρος Ασωνίτης, "Γειά σου, τηλεόραση!"
Νίκος Βλαντής, "Writersland"
Ελένη Γιαννακάκη, "Τα χερουβείμ της μοκέτας"
Γιώργος Γλυκοφρύδης, "Ο επιβάτης"
Νίκος Δαββέτας, "Λευκή πετσέτα στο ρινγκ"
Αντζελα Δημητρακάκη, "Το μανιφέστο της ήττας"
Γιάννης Ζευγώλης, "Αστεγοσκόπιο"
Γκασμέτ Καπλάνι, "Μικρό ημερολόγιο συνόρων"
Αρης Μαραγκόπουλος, "Η μανία με την άνοιξη"
Τεύκρος Μιχαηλίδης, "Πυθαγόρεια εγκλήματα"
Παυλίνα Νάσιουτζικ, "Μαμάδες βορείων προαστίων"
Σοφία Νικολαϊδου, "Μοβ μαέστρος"
Βασίλης Πεσμαζόγλου, "Τυφλό σύστημα"
Πέτρος Τατσόπουλος, "Η καλοσύνη των ξένων"
Κωνσταντίνος Τζαμιώτης, "Παραβολή"
Αντώνης Σουρούνης, "Το μονοπάτι στη θάλασσα"
Αλέξης Σταμάτης, "Αμερικάνικη φούγκα"
Σώτη Τριανταφύλλου, "Κινέζικα κουτιά"
Διά την αντιγραφήν
Πατριάρχης Φώτιος
2.2.2007