Wednesday, October 29, 2008

Καφές πολίτικος: Πέτρος Μάρκαρης

Πέτρος Μάρκαρης
“Παλιά, πολύ παλιά”
εκδόσεις Γαβριηλίδης
2008


Παπαδιαμαντική συμπάθεια

Ο Μάρκαρης ταξιδεύει στην Κωνσταντινούπολη και σε συνεργασία με τον Τούρκο συνάδελφό του προσπαθεί να επιλύσει το αίνιγμα: πού κρύβεται η Μαρία Χάμπου, γηραιά Ελληνίδα της Πόλης, που σκοτώνει Έλληνες και Τούρκους, και γιατί το κάνει.
Το κλασικό αστυνομικό μυθιστόρημα, ειδικά σ’ αυτό το έργο του Μάρκαρη, δέχεται ισχυρά πλήγματα. Καταρχάς, η δράστις είναι γνωστή και επομένως το αίνιγμα είναι το πού και το γιατί. Δεύτερον, αναμενόμενο για τον συγγραφέα, το βάρος μετατίθεται σε μια αστική ηθογραφία της Πόλης (βλ. Ιορδανίδου με τη “Λωξάνδρα” ή τον Κ. Πολίτη με το “Χατζηφράγκου” για τη Σμύρνη). Η γεμάτη καθυστερήσεις αφήγηση αναφέρεται στις συνήθειες και τον τρόπο ζωής των Κωνσταντινουπολιτών και εκεί το μυθιστόρημα κερδίζει σε μαγεία.
Από εκεί ξεκινά και η παπαδιαμαντική συμπάθεια (μια επαμφοτερίζουσα στάση όπως στην “Φόνισσα”) που μένει στο τέλος για την φόνισσα του έργου. Οι πράξεις της αιτιολογούνται ως απολογισμός ζωής (τιμωρία για όσους θεωρούσε ένοχους και δώρα για όσους εκτίμησε τη θετική στάση τους), ως ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Οι Ρωμιοί της Πόλης (σαν σαλάμι ανάμεσα στους Ελλαδίτες και τους Τούρκους, όπως λέει χαρακτηριστικά ο Μάρκαρης) δεινοπάθησαν τη δεκαετία του ’40 και του ’50 και στο πρόσωπο της Χάμπου εκδικούνται όσους Έλληνες και Τούρκους εκμεταλλεύτηκαν την ανάγκη τους αγοράζοντας επί πινακίου φακής την περιουσία όσων έφευγαν στην Ελλάδα. Στο τέλος η Χάμπου αποκαλύπτεται αλλά δεν συλλαμβάνεται, αφού ήδη την είχε κτυπήσει ο καρκίνος και έτσι την άφησαν να πεθάνει ήσυχα. “Μεταξύ θείας και ανθρωπίνης δικαιοσύνης”, λέει ο Παπαδιαμάντης για την ηρωίδα του. Κι ο Μάρκαρης, που πάντα καυτηρίαζε τον εγκληματία και αναζητούσε τα συμπτώματα της κρίσης, “δικαιολογεί” τη δική του φόνισσα εξηγώντας έμμεσα μέσω της κοινής γνώμης πόσο απάνθρωποι φέρθηκαν μερικοί στη δοκιμασία των Ρωμιών που αποφάσισαν άρον άρον να εγκαταλείψουν την πόλη τους.

Πατριάρχης Φώτιος

Saturday, October 25, 2008

Αποτελέσματα Στατιστικής για τη Βιβλιοφιλία

Αποτελέσματα για ... βιβλιοκαταβροχθείς!

Καταρχάς, θέλω να ευχαριστήσω όλους όσοι συμμετείχαν. Ξέρω καλά πως δεν είμαστε αντιπροσωπευτικό δείγμα και πως δεν έχουμε όλοι την πλέον αντικειμενική γνώμη για τον εαυτό μας. Τα αποτελέσματα τουλάχιστον δείχνουν τάσεις στους κύκλους των βιβλιόφιλων μπλογκς.
Απάντησαν 13 άτομα:
1. Goloib
2. Pellegrina
3. Ναυτίλος
4. Πόλυ Χατζημανωλάκη
5. Anagnostria
6. Εύα Στάμου
7. Kafeini
8. Παναγιώτης Κονιδάρης
9. Λάκης Φουρουκλάς
10. Akamas
11. Κοπρόγατα
12. Πατριάρχης Φώτιος
13. Αλέξανδρος

Ακολουθούν λίστες με τους μέσους όρους ανά ερώτημα:

1. Τι είδους βιβλία διαβάζετε (σε ποσοστό);

α. λογοτεχνικά: 62,5 %
β. ιστορικές μελέτες: 10 %
γ. ψυχολογικά: 4 %
δ. επιστημονικά άλλων επιστημών πλην των παραπάνω: 17 %
ε. θρησκευτικά: 1 %
ς. άλλου είδους: 5,5 %

2. Τι είδους λογοτεχνία διαβάζετε (σε ποσοστό);

α. ελληνική πεζογραφία: 34 %
β. ξένη πεζογραφία: 50 %
γ. ποίηση: 12%
δ. θέατρο: 4 %

3. Πόσα βιβλία διαβάζετε περίπου τον μήνα; (πολλαπλή επιλογή)

Κάτω από 2: 0
3-5: 6
6-10: 7
Πάνω από 10: 1

4. Πόσες ώρες διαβάζετε βιβλία κατά μέσο όρο την ημέρα; (πολλαπλή επιλογή)

Κάτω από 0,5 ώρα: 0
0,5 – 1 ώρες: 0
1 – 2 ώρες: 8
Πάνω από 2 ώρες: 5


5. Πού διαβάζετε; (σε ποσοστό)

α. στο σπίτι σας: 80%
β. στη δουλειά: 8 %
γ. στα μέσα συγκοινωνίας: 3 %
δ. σε ανοικτούς χώρους: 4 %
ε. αλλού: 5 %

6. Από πού προμηθεύεστε τα βιβλία σας; (σε ποσοστό)

α. βιβλιοπωλεία (καταστήματα ή ηλεκτρονικά): 86 %
β. δανειστικές βιβλιοθήκες: 10 %
γ. φίλους και γνωστούς: 4 %
δ. με άλλους τρόπους: 0

7. Τι σας επηρεάζει ώστε να αποφασίσετε να διαβάσετε ένα βιβλίο; (σε ποσοστό)

α. κριτικές εφημερίδων: 20 %
β. ιστολόγια: 14 %
γ. γνώμες φίλων: 7 %
δ. το όνομα του συγγραφέα και τα προηγούμενα βιβλία του: 26 %
ε. οι βραβεύσεις του: 0,5 %
ς. οι πωλήσεις του: 0
ζ. η ανάγνωση του οπισθόφυλλου: 18,5 %
η. κάτι άλλο: 14 %

8. Με τι κριτήρια κρίνετε ένα βιβλίο, καθώς το διαβάζετε; (σε ποσοστό)

α. την πλοκή και αφηγηματικές αρετές: 25 %
β. το θέμα και χειρισμός του: 28,5 %
γ. τη γλώσσα και το ύφος: 19,5 %
δ. τους χαρακτήρες και η ψυχογράφησή τους: 10,5 %
ε. την πρωτοτυπία του που σε αιφνιδιάζει: 10 %
ς. κάτι άλλο: 6,5 %

9. Όταν διαβάζετε, αναζητείτε «βοήθεια»; (σε ποσοστό)

α. συζητήσεις με φίλους: 12,5 %
β. κριτικές, μελέτες, παρουσιάσεις ιστολογίων κ.ο.κ.: 22,5 %
γ. κάτι άλλο: 0
δ. τίποτα: 65 %

10. Πόσο συχνά αποφασίζετε να παρατήσετε ένα βιβλίο πριν το τελειώσετε; (πολλαπλή επιλογή)
α. πολύ σπάνια: 3
β. ελάχιστες φορές: 6
γ. μερικές φορές: 4
δ. συχνά: 0

Συμπεράσματα:
Τα συμπεράσματα αναφέρονται στους θαμώνες του Βιβλιοκαφέ και μόνο, αφού, όπως είναι φυσικό, αν γινόταν η δημοσκόπηση αυτή σε ένα λ.χ. ιστορικό ιστολόγιο, θα είχαμε άλλα αποτελέσματα.
1) Η λογοτεχνία κερδίζει τη μερίδα του λέοντος στις προτιμήσεις των βιβλιόφιλων. Οι φίλοι του Πατριάρχη είναι …αθεόφοβοι, αφού δεν διαβάζουν θρησκευτικά έργα, και ασχολούνται με την επιστήμη, φαντάζομαι ως ευρύτερη ή ειδικότερη παιδεία.
2) Η πεζογραφία κυριαρχεί σε σχέση με την ποίηση και το θέατρο, όπως είναι φυσικό σε μια κοινωνία που παραγκωνίζει την ποίηση προς όφελος κυρίως του μυθιστορήματος. Η ξένη λογοτεχνία είναι υπέρτερη σε επιλογές (50 %) σε σχέση με την ελληνική (34 %), γεγονός που χρήζει σχολιασμού.
3-4) Με 5-7 βιβλία κατά μέσο όρο και τουλάχιστον πάνω από μία ώρα τη μέρα διάβασμα, βρισκόμαστε σε πολύ καλό σημείο σε σχέση με τους υπόλοιπους Έλληνες. Μήπως είμαστε Φιλανδοί;
5) Στο μεγαλύτερο ποσοστό διαβάζουμε στο σπίτι μας. Τα μέσα συγκοινωνίας δεν προτιμώνται (γενικά ή ειδικότερα για διάβασμα;), ενώ ούτε το Βιβλιοκαφέ μας (ή άλλο καφενεδάκι) χρησιμοποιείται για αυτό το σκοπό. Μήπως εκεί απλώς συζητάμε;
6) Δυστυχώς για την ελληνική κοινωνία, οι βιβλιοφάγοι της σαν κι εμάς αναγκάζονται να αγοράσουν τα βιβλία τους, αφού ο δανεισμός υστερεί κατά πολύ.
7) Τα ποσοστά εδώ είναι εξαιρετικά μοιρασμένα: μετράει πολύ το όνομα και η ποιότητα του συγγραφέα ως άξονας που δημιουργεί προσδοκίες για το νέο του βιβλίο. Σχεδόν το ίδιο επηρεάζουν οι κριτικοί των εφημερίδων αλλά και η προσωπική γνώμη από το οπισθόφυλλο (και ίσως το ξεφύλλισμα), ενώ τα ιστολόγια συνεισφέρουν κι αυτά με τη σειρά τους. Το θετικό είναι ότι δεν εμπιστευόμαστε τα μπεστ-σέλερ…
8) Μοιρασμένες οι απαντήσεις εξίσου: ο αναγνώστης δεν επιμένει μονόπλευρα σε ένα χαρακτηριστικό του βιβλίου, αλλά τον ενδιαφέρει πρώτιστα το θέμα (δεν έχουν εξαντληθεί ήθελα να ’ξερα;), η πλοκή και η αφήγηση, η γλώσσα και το υφολογικό ντύσιμο.
9) Η πιο παρεξηγημένη ερώτηση: διαβάζουμε ένα βιβλίο και δεν μπαίνουμε στον πειρασμό να ψάξουμε στο διαδίκτυο για άλλες γνώμες ή να μιλήσουμε με φίλους που το διαβάζουν παράλληλα ή το έχουν ήδη διαβάσει; Έτσι, φαίνεται αφού οι περισσότεροι (65 %) δεν το πολυψάχνουν, ενώ αρκετοί (35 %) διασταυρώνουν την άποψή τους με γνώμες τρίτων.
10) Παρατάμε το βιβλίο από σπάνια έως (στη χειρότερη περίπτωση) μόνο μερικές φορές. Είμαστε συντηρητικοί; Πείσμονες; Ευγενικοί; Υπομονετικοί; Κάνουμε καλές επιλογές; Σεβόμαστε υπερβολικά τον μόχθο του άλλου; Αρνούμαστε να πιστέψουμε ότι ξοδέψαμε άσκοπα τα λεφτά μας;
Πατριάρχης Φώτιος

Thursday, October 23, 2008

Μέτριος με λίγο γάλα: Κωνσταντίνος Τζαμιώτης

Κωνσταντίνος Τζαμιώτης
“Η ανακάλυψη της σκιάς”
εκδόσεις Καστανιώτη
2008



Ας παρακολουθήσουμε το βιβλίο από τη σκοπιά του συγγραφέα. Ας προσπαθήσουμε με άλλα λόγια να ακολουθήσουμε την πορεία συγγραφής του και τις προθέσεις του δημιουργού.
Ξεκινά με μια ιδέα. Ποια όμως; Ένας μέσος άνθρωπος που κάνει τη δική του επανάσταση; Η δικτατορία και τρόποι αντίστασης; Ένας άνθρωπος μεταξύ ηρωισμού και απαξίωσης; Ειλικρινά δεν ξέρω πώς ξεκίνησε η όλη σύλληψη.
Συνεχίζουμε. Τρόπος πραγμάτωσης. Ο Τζαμιώτης γενικά γράφει δύσκολα, απαιτητικά, ανορθόδοξα πολλές φορές, κρυπτικά όσο και ιδεοληπτικά. Στήνει σκηνικά μέσα στα οποία κινούνται ιδέες, χωρίς να προβάλλονται σαφώς πίσω από μια εύληπτη υπόθεση. Εδώ τι έκανε; Πάντως όχι μανιέρα με μπούσουλα τα προηγούμενα έργα του. Ελεύθερος πλάγιος λόγος που παρακολουθεί τις σκέψεις του Ιγνάτιου Γεωργίου αλλά και πλάγια απόδοση των διαλόγων των προσώπων του. Θυμίζει πάρα πολύ έντονα τον Σαραμάγκου. Μα πάρα πολύ σε σημείο που να πιστεύω ότι δοκίμασε να ακολουθήσει σ’ αυτό το έργο τα ίχνη του.
Επιπλέον, κάτι που πάντα χαρακτήριζε τη γραφή του, έδωσε μεγάλη έμφαση στη λεπτομέρεια. Ένα γεγονός διάρκειας ενός λεπτού, δέκα λεπτών, μικρό τέλος πάντων, γίνεται αντικείμενο πολλαπλάσιας αφήγησης με εστίαση σε σκέψεις και μικρές ασήμαντες πλευρές, πιθανότητες και ολιγόσειρες περιγραφές. Το επέλεξε ή έτσι του βγήκε; Ελιτισμός ή ανάγκη, κρυπτικότητα ή υπολανθάνουσα αποκάλυψη;
Έχουμε λοιπόν την ιδέα που γεννήθηκε στο μυαλό του και τον τρόπο πραγμάτωσής της. Προχωράμε. Ο ήρωας δουλεύει ως δάσκαλος της νοηματικής και με τη μεσολάβηση υψηλά ιστάμενου προσώπου ως παρουσιαστής δελτίου ειδήσεων για κωφούς. Η αίσθησή του πως, ενώ θεωρείται σημαίνον τηλεοπτικό πρόσωπο, μέσα στο κανάλι αμφισβητείται τον ωθεί να κάνει παρασπονδίες, καθώς άλλα εκφωνεί η παρουσιάστρια κι άλλα, πιο κοντά στην αλήθεια, δείχνει αυτός με τα χέρια του. Κάποιοι τον καταλαβαίνουν και προσπαθούν να δουν ποιοι (μια συνωμοσία) κρύβονται πίσω από αυτόν, ενώ ο ίδιος επιμένει ότι ό,τι έκανε το έκανε μόνος του. Ως υπόθεση, και ειδικά τοποθετημένη μέσα στο ολοκληρωτικό καθεστώς της επταετίας 1967-1974, είναι πολύ ιντριγκαδόρικη και ιδεολογικά κραταιή.
Στην πράξη τι εισπράττει ο αναγνώστης; Μια αργόσυρτη αφήγηση, κεφάλαιο με κεφάλαιο να προχωρά αλλά ταυτόχρονα να κωλυσιεργεί, με ιδέες αμφίσημες και γεγονότα συγκεχυμένα: είναι ήρωας ή τυχαία επαναστάτης; Είναι αμφισβητίας του συστήματος ή αγανακτισμένος εργαζόμενος; Το τέλος τον αφήνει μετέωρο μεταξύ τιμωρίας από τους ιθύνοντες (άρα ήρωας) και ασυλίας από τους ισχυρούς φίλους του (άρα βολεμένος). Ο προβληματισμός παρότι ισχυρός δεν οδηγεί σε διέξοδο.

Πατριάρχης Φώτιος

Saturday, October 18, 2008

Δημοσκόπηση βιβλιοφιλίας

Στα τραπεζάκια του Βιβλιοκαφέ θα συναντήσετε σήμερα ένα ερωτηματολόγιο, προκειμένου να αποτυπώσουμε τις αναγνωστικές συνήθειες των βιβλιόφιλων θαμώνων. Σημειώστε, παρακαλώ, τον αριθμό κάθε ερώτησης και δίπλα το γράμμα της απάντησης ή το ποσοστό %, ώστε το συνολικό ποσοστό των απαντήσεών σας να αθροίζεται στο 100%.

1. Τι είδους βιβλία διαβάζετε (σε ποσοστό);
α. λογοτεχνικά
β. ιστορικές μελέτες
γ. ψυχολογικά
δ. επιστημονικά άλλων επιστημών
ε. θρησκευτικά
ς. άλλου είδους (διευκρινίστε τι ακριβώς)

[απάντηση: π.χ. 1. α. 60%, β. 5%, γ. 25%, δ. 0%, ε. 10% (ιατρικά): σύνολο 100%]

2. Τι είδους λογοτεχνία διαβάζετε (σε ποσοστό);
α. ελληνική πεζογραφία
β. ξένη πεζογραφία
γ. ποίηση
δ. θέατρο

3. Πόσα βιβλία διαβάζετε περίπου τον μήνα; (πολλαπλή επιλογή)
α. μέχρι 2
β. 2-5
γ. 6-10
δ. πάνω από 10

4. Πόσες ώρες διαβάζετε βιβλία κατά μέσο όρο την ημέρα; (πολλαπλή επιλογή)
α. κάτω από 1/2
β. 1/2 – 1 ώρα
γ. 1 – 2 ώρες
δ. πάνω από 2 ώρες


5. Πού διαβάζετε; (σε ποσοστό)
α. στο δωμάτιό σας
β. στη δουλειά
γ. στα μέσα συγκοινωνίας
δ. σε ανοικτούς χώρους
ε. αλλού (αναφέρετε)

6. Από πού προμηθεύεστε τα βιβλία σας; (σε ποσοστό)
α. βιβλιοπωλεία (καταστήματα ή ηλεκτρονικά)
β. δανειστικές βιβλιοθήκες
γ. φίλους και γνωστούς
δ. με άλλους τρόπους

7. Τι σας επηρεάζει ώστε να αποφασίσετε να διαβάσετε ένα βιβλίο; (σε ποσοστό)
α. κριτικές εφημερίδων
β. ιστολόγια
γ. γνώμες φίλων
δ. το όνομα του συγγραφέα και τα προηγούμενα βιβλία του
ε. οι βραβεύσεις του
ς. οι πωλήσεις του
ζ. η ανάγνωση του οπισθόφυλλου
η. κάτι άλλο (αναφέρετε)

8. Με τι κριτήρια κρίνετε ένα βιβλίο, καθώς το διαβάζετε; (σε ποσοστό)
α. την πλοκή και αφηγηματικές αρετές
β. το θέμα και χειρισμός του
γ. τη γλώσσα και το ύφος
δ. τους χαρακτήρες και η ψυχογράφησή τους
ε. την πρωτοτυπία του που σε αιφνιδιάζει
ς. κάτι άλλο (αναφέρετε)

9. Όταν διαβάζετε, αναζητείτε «βοήθεια»; (σε ποσοστό)
α. συζητήσεις με φίλους
β. κριτικές, μελέτες, παρουσιάσεις ιστολογίων κ.ο.κ.
γ. κάτι άλλο
δ. τίποτα

10. Πόσο συχνά αποφασίζετε να παρατήσετε ένα βιβλίο πριν το τελειώσετε; (πολλαπλή επιλογή)
α. πολύ σπάνια
β. ελάχιστες φορές
γ. μερικές φορές
δ. συχνά

Ευχαριστώ για την υπομονή σας και συγγνώμη για τα τυχόν λάθη (δεν είμαι στατιστικολόγος!).
Πατριάρχης Φώτιος

Wednesday, October 15, 2008

Γαλλικός καφές με γάλα: Δημήτρης Μπουραντάς

Δημήτρης Μπουραντάς
“Όλα σου τα ’μαθα, μα ξέχασα μια λέξη”
εκδόσεις Πατάκη
2008


Ακούς συνέχεια γι’ αυτό το βιβλίο. Το βλέπεις στα ευπώλητα, αλλά το εντοπίζεις πού και πού σε κριτικές και βιβλιοπαρουσιάσεις. Εμφανίζεται σαν το λογοτεχνικό βιβλίο που με φιλοσοφικό αλλά εύληπτο τρόπο καταφέρνει να περάσει στον αναγνώστη την αισιοδοξία ότι όλα είναι εφικτά –με αγώνα- στη ζωή. Με μαθήματα ηγεσίας ενταγμένα στο πλαίσιο της αφήγησης ο συγγραφέας πλέκει την ιστορία ενός καθηγητή πανεπιστημίου και μιας φοιτήτριάς του, η οποία παρά τις δυσκολίες κατάφερε να αδράξει τη μέρα και σταδιακά να ανέβει στην ιεραρχία μέχρι την κορυφή.
Η Ελ. Γκίκα στο Έθνος (το άρθρο της στο kritikohroma.blogspot.com/2008/10/blog-post_01.html) αναφέρει χαρακτηριστικά ότι ο συγγραφέας πραγματώνει ένα άρτιο έργο «παραθέτοντας άλλοτε δοκιμιακά και άλλοτε αλληγορικά τις γνώσεις του, καθώς και τη δική του πείρα ζωής, χωρίς να στερείται αφηγηματικής ικανότητας». Και πιο κάτω: «Με μια στέρεη ιστορία αυτή του Νίκου και της Άννας, με φιλοσοφικούς προβληματισμούς που ακτινογραφούν τους νέους καιρούς, με χαρακτήρες που διαγράφουν όλη τη διαδρομή για την αυτογνωσία, αναζητώντας ταυτοχρόνως και την εθνική μας ταυτότητα και με μοντέρνα δομή, ο Δημήτρης Μπουραντάς υπογράφει ένα σύγχρονο και ταυτοχρόνως τόσο παλιό όσο η ανθρώπινη ύπαρξη, μυθιστόρημα
Μου φαίνεται ότι πρέπει να αλλάξουμε τα κριτήριά μας για το τι είναι λογοτεχνία και τι όχι, τι φαντάζει καλό με τον μανδύα της αφήγησης και τι είναι απλώς εκλαϊκευμένα μαθήματα μάνατζμεντ. Γιατί ο Μπουραντάς κάνει το δεύτερο και όχι το πρώτο, αποτυγχάνει ως πεζογράφος αλλά πετυχαίνει ως εμψυχωτής. Εξηγούμαι:
1. Μηδέν φιλοσοφικοί συλλογισμοί: το βιβλίο είναι μια εκλαϊκευμένη παράδοση με άφθονα παραδείγματα και πολλή θεωρία. Καλό ως παιδαγωγικό μέσο αλλά όχι ως λογοτεχνία.
2. Η αφήγηση είναι αδύναμη. Το τετριμμένο θέμα του Πυγμαλίωνα και της ευνοούμενής του που με κόπους φτάνει στους στόχους της: πολύ κοινότοπο και πολύ απλοϊκά γραμμένο. Μια αφηγηματική γραμμικότητα που σπάει με άτεχνες αναδρομές και αφελή εγκιβωτισμένα αφηγήματα. Η ουσιαστική δράση, οι συγκρούσεις που βγαίνουν αβίαστα, οι χαρακτήρες με πραγματικά εσωτερικά διλήμματα και όχι με στημένα δίπολα είναι στοιχεία λογοτεχνικά ανύπαρκτα.
[Παρατηρείται πολύ συχνά να εμφανίζονται ειδικοί και επαγγελματίες από άλλους χώρους, να γράφουν λογοτεχνικά έργα εμπλουτίζοντάς τα με ιδέες από τον δικό τους χώρο (καθόλα θεμιτό κάτι τέτοιο), αλλά χωρίς αίσθηση του τι είναι λογοτεχνία, τι αφήγηση με τις όποιες τεχνικές της, χωρίς να έχουν διαβάσει άλλους ποιοτικούς πεζογράφους, για να δουν πού θα στοχεύσουν. Ικανοποιούνται λοιπόν με το ξετύλιγμα της ιστορίας τους, χωρίς συνείδηση των απαιτήσεων]
3. Πλήρης εξωραϊσμός και εξιδανίκευση. Προφανώς τα πράγματα στο πανεπιστήμιο είναι περισσότερο διεφθαρμένα απ’ όσο φαίνεται, αφού δεν υπάρχει αξιοκρατία, ούτε συγκινούνται οι καθηγητές με την αξία κανενός, αν δεν είναι δικός τους. Το καλό και άξιο παιδί που πετυχαίνει στη ζωή, παρόλο που ξεκίνησε λούστρος, είναι μια κοινοτοπία από παλιά ελληνική ταινία, αλλά πλέον φαίνεται ουτοπική. Όχι ότι δεν υπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις, αλλά το βασικό στη λογοτεχνία είναι ΠΩΣ το λέει κανείς και όχι τι λέει. Κι ο Μπουραντάς μένει στο δεύτερο.
Αν κρίνω από τα σήριαλ που παίζονται στην τηλεόραση, τα οποία βασίζονται στην αισιοδοξία των παραμυθιών (Μαρία η άσχημη: “Το ασχημόπαπο”) και στην κοινοτοπία των στερεότυπων, τότε καταλαβαίνω γιατί το βιβλίο έχει πέραση και πώς διαμορφώνονται τα λογοτεχνικά γούστα στην Ελλάδα.

Πατριάρχης Φώτιος

Sunday, October 12, 2008

Λεμονάδα: βιβλιανάγνωση

Είναι η ποσότητα αναγνωσμένων τίτλων κοινωνικό εφόδιο;

Ξαναδιατυπώνω το ερώτημα του τίτλου: είναι εφόδιο κύρους και κοινωνικού status η ανάγνωση πολλών βιβλίων; Υπολογίζεται κανείς που διαβάζει πολλούς τίτλους σαν ένας άνθρωπος με ποιότητα, με παιδεία και με ευρύτητα πνεύματος;
Τα ερωτήματα προέκυψαν με αφορμή το πολυσυζητημένο βιβλίο του Πιερ Μπαγιάρ «Πώς να μιλάτε για βιβλία που δεν έχετε διαβάσει». Το βιβλίο θέτει πολλά ενδιαφέροντα ζητήματα γύρω από την κοινωνιολογία της ανάγνωσης αλλά εγώ στάθηκα περισσότερο στο πόσο σημαντική είναι η ανάγνωση, όχι ως πνευματικό εφόδιο αλλά ως κοινωνικό εισιτήριο σε εκδηλώσεις, παρέες, κοσμικές συγκεντρώσεις κ.ο.κ., που ενδιαφέρεται κανείς να δείξει ότι έχει διαβάσει ενώ δεν έχει.
Αν συμβαίνει αυτό (επαναλαμβάνω δεν στέκομαι στην ουσία του βιβλίου: τι διαβάζει κανείς, πόσο καλά ή πόσο αποσπασματικά, ποια βιβλία ξεχνάμε κ.ο.κ.), τότε το βιβλίο είναι υψηλό αγαθό και η κοινωνία μας του αποδίδει ιδιαίτερη αξία. Όπως δηλαδή σε ειδικούς κύκλους μπορεί κανείς να περηφανευτεί για το πόσες γκόμενες είχε, σε άλλους για το πόσα αυτοκίνητα έχει οδηγήσει, έτσι και σε (μερικές έστω) περιπτώσεις το να έχεις μια πλούσια συλλογή αναγνωσμάτων είναι διαβατήριο καλής φήμης. Αν ισχύει αυτό έστω και ως επίφαση, έστω και ως νεοπλουτισμός (δηλαδή έχω μια τεράστια βιβλιοθήκη, αλλά δεν την έχω διαβάσει όλη, αλλά θέλω να δείξω κουλτούρα ή χρησιμοποιώ τα αναγνωστικά μου βιώματα), τότε ακόμα η πνευματικότητα είναι εφόδιο ζωής. Τότε η κοινωνία θαυμάζει τον φιλομαθή και το βιβλίο δεν θεωρείται απλώς μανία των κουλτουριάρηδων αλλά απαραίτητο λούστρο που ανεβάζει το ίματζ.
Δυστυχώς δεν το πιστεύω! Και το σημερινή ρεπορτάζ της Καθημερινής δείχνει ότι στην οικονομική κρίση ο Νεοέλληνας θα κόψει το βιβλίο, αλλά όχι το γήπεδο, το κλαμπ, το ακριβό ρούχο και το χλιδάτο τζιπ.

Πατριάρχης Φώτιος

Thursday, October 09, 2008

Καφές με βότκα: Γιάγκος Ανδρεάδης

Γιάγκος Ανδρεάδης
“Λαθρέμποροι. Ιστορίες κλεμμένες από άλλους”
Εκδόσεις Τόπος
2008


Λαθρέμποροι, κοντραμπατζήδες, χαφιέδες, ρουφιάνοι, καταδότες, μυστικές υπηρεσίες, αντάρτες και άλλοι παρόμοιοι τύποι παρελαύνουν μέσα στη σειρά αφηγήσεων στο βιβλίο του Γιάγκου Ανδρεάδη “Λαθρέμποροι” με τον υπότιτλο “μυθιστορία”. Κι είναι αυτός ο υπότιτλος που υπαγορεύει ότι στις προθέσεις του συγγραφέα ενυπάρχει μια μεγαλύτερη συνεκτικότητα από αυτή που θα υπαγόρευε η εναλλακτική τιτλοφόρηση “συλλογή διηγημάτων”.
Ο κόσμος των ηρώων, των αντιηρώων και των αρνητικών ηρώων του Ανδρεάδη δεν συστήνει ακριβώς αυτό που θα ονομάζαμε περιθώριο. Από τη μία, όντως έχουμε ανθρώπους που για ιδεολογικούς ή βιοτικούς λόγους καταφεύγουν στο λαθρεμπόριο, λειτουργούν εκτός της εκάστοτε νομιμότητας, ζουν με ύποπτους τρόπους και άνομα μέσα. Την ίδια στιγμή όμως ο αναγνώστης έχει την αίσθηση ότι όλοι αυτοί δεν παρανομούν από ανηθικότητα ή αντικοινωνική ιδιοσυγκρασία. Είναι ένας χώρος που δεν αναδίδει οσμές διαφθοράς και σήψης, δεν κινείται με σκοτεινά μέσα, όσο κι αν η συμπεριφορά τους κρίνεται τυπικά άνομη και παραβατική. Παρακολουθώντας τους μέσα στο κοινωνικό πλαίσιο που κάθε αφήγηση δημιουργεί, βρίσκεται κανείς σε αμηχανία, καθώς αυτό που στην τρέχουσα ηθική ορίζεται ως κέντρο και ως περιθώριο δεν ισχύει με τους ίδιους όρους στο μυθοπλαστικό πλαίσιο.
Ας γίνω πιο σαφής: καταρχάς, οι εμφυλιακοί αντίλαλοι φέρνουν ξανά στο προσκήνιο το δίκιο της αριστεράς και της δεξιάς, όχι όμως αναγκαστικά με βάση τα δημιουργημένα στερεότυπα αλλά με πολλές αμφιβολίες για την ηθική κάθε παράταξης και τη βαθύτερη δικαίωσή της μέσα στην ιστορία. Ποιος είναι δηλαδή ο νόμιμος και ποιος ο παράνομος δεν είναι a priori ξεκαθαρισμένο. Αντίστοιχα, το πρόσφατο δικτατορικό πλαίσιο της ολοκληρωτικής κυβέρνησης και των αντιφρονούντων τοποθετεί το νόμιμο και ηθικά δικαιωμένο όχι στο κέντρο της εξουσίας αλλά στο περιθώριο της αντίδρασης. Από την άλλη, άνθρωποι που ξεκίνησαν όπως όλοι μας κύλησαν σε μικρές παρανομίες που σταδιακά μετατράπηκαν σε τρόπο ζωής.
Μια τοιχογραφία παρανομιών και αποκλινουσών συμπεριφορών, οι οποίες ωστόσο ξεκίνησαν από τον ανυποψίαστο μέσο όρο. Ο Ανδρεάδης φαίνεται άνθρωπος με παιδεία, με αφηγηματική δεινότητα, με βάθος σκέψης που ωστόσο διοχετεύεται στο κείμενό του με απλό τρόπο.

Πατριάρχης Φώτιος

Sunday, October 05, 2008

Τιραμισού: Οι εφημερίδες του τριήμερου

Ξεφυλλίζοντας τον τύπο

Διαβάζοντας την Ελευθεροτυπία (με την Βιβλιοθήκη) της Παρασκευής 3/10, τα Νέα (με το Βιβλιοδρόμιο) του Σαββάτου 4/10, το Βήμα (με το Βιβλία και τις Νέες Εποχές) της Κυριακής 5/10 και την Καθημερινή (με τις Τέχνες και γράμματα) σταχυολόγησα μερικές αξιοσυζήτητες ειδήσεις και απόψεις:
1. Είναι η ανωνυμία των μπλόγκερς απειλή για τη δημοκρατία με τη λιβελογραφία τους, τη συκοφαντία, την εύκολη λασπολογία, όπως επισημαίνει η Σχινά στην Ελευθεροτυπία; Ή η ψευδωνυμία είναι μια άλλη ταυτότητα που μπορεί να λειτουργήσει υπέρ της ανεξαρτησίας, εφόσον φυσικά κινηθεί σε πλαίσια διαλόγου, μετριοπάθειας και ανάλυσης επιχειρημάτων; Κατανοώ ότι όταν δεν ξέρεις ποιος θεσμικά μιλάει, τότε ανησυχείς και τα προβλήματα που απορρέουν από αυτό το καμουφλάζ, αλλά…
2. Ο Βέλτσος κατέθεσε μερικές σκέψεις για τις επιτροπές κρατικών βραβείων. Προβληματίστηκα στα εξής: α) αν ο ένας συγγραφέας ψηφίζει τον άλλο με διαθέσεις αλληλεγγύης και αμοιβαιότητας (ψήφισέ με, για να σε ψηφίσω), τότε μήπως πρέπει να πάψουν οι συγγραφείς να μπαίνουν σε επιτροπές εκφράζοντας γνώμη για συναδέλφους τους, μεροληπτικά θετική ή αρνητική; β) αν στην επιτροπή επιτρέπεται εκ του νόμου να μπαίνουν καθηγητές τμημάτων Φιλολογίας, αδιακρίτως ειδικότητας, τότε δεν είναι καθόλου παράξενο να δούμε σε κρίσεις για τη Νέα Ελληνική Λογοτεχνία να συμμετέχουν καθηγητές λ.χ. Λαογραφίας και να μην περιλαμβάνονται Νεοελληνιστές που υπηρετούν σε ένα τμήμα λ.χ. Θεατρολογίας.
3. Ο Σουηδός γραμματέας της Ακαδημίας (υπεύθυνης για το βραβείο Νόμπελ) επιτέθηκε στους Αμερικάνους συγγραφείς κατηγορώντας τους για απομονωτισμό και εσωστρέφεια, καθώς δεν δέχονται επιρροές από τη σφύζουσα –κατ’ αυτόν- ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Δείτε το σχόλιο και τον διάλογο στο ιστολόγιο:
http://ficciones.wordpress.com/2008/10/02.
4. Διαβάζω στο Βήμα (5/10) άρθρο του Βέλτσου, πολύ καλογραμμένο ομολογουμένως στις γενικές του θέσεις, που επιτίθεται στο ΕΚΕΜΕΛ γιατί δεν βράβευσε την Σεσίλ Ιγγλέση Μαργέλλου για τη μετάφραση του έργου του Σελίν «Ταξίδι στην Άκρη της Νύχτας». Δεκτή η άποψή του, παρόλο που δεν εξήγησε αν η μετάφραση ήταν εξίσου καλή με το βιβλίο. Λίγο πιο κάτω ο Μπακουνάκης επαναλαμβάνει την ίδια επίθεση. Κι αναρωτιέμαι εγώ ο ανυποψίαστος αναγνώστης: ποια είναι αυτή η γυναίκα που δέχεται την υποστήριξη του Βήματος σε δύο άρθρα; Ήταν τόσο κατάφωρη η αδικία εις βάρος της…;
5. Τιμώμενη χώρα στο Φεστιβάλ βιβλίου της Φραγκφούρτης φέτος είναι η Τουρκία. Θα επανέλθω με αφιέρωμα στην τουρκική λογοτεχνία, αλλά ρίχνω και την ιδέα –αφού κάποιοι θαμώνες του βιβλιοκαφέ το ζήτησαν- να κάνουμε μια Ιστολέσχη ανάγνωσης με άξονα ένα βιβλίο Τούρκου συγγραφέα. Αν δω ανταπόκριση, θα το συνεχίσω…

Πατριάρχης Φώτιος

Friday, October 03, 2008

Φραπέ με γεύση φράουλα: Σταμάτης Δαγδελένης

Σταμάτης Δαγδελένης
“Το βιβλίο των αιρέσεων”
εκδόσεις Γαβριηλίδης
2008



Δέκα μικρά αφηγήματα που αναφέρονται σε δέκα ανύπαρκτες αιρέσεις θρησκευτικοφιλοσοφικής χροιάς. Τυπικά και ουσιαστικά καθένα από αυτά αρνείται να φτιάξει πρόσωπα (ίσως πλην ενός), αλλά η ιστορία αυτή καθεαυτή έλκει τα φώτα της ανάγνωσης, καθώς εξιστορεί την ίδρυση και την εξέλιξη κάθε αίρεσης. Ο χώρος και ο χρόνος ποικίλλει από ιστορία σε ιστορία, οι αιώνες ανεβοκατεβαίνονται οριζοντίως και καθέτως, το εξωτικό χρώμα παλιών εποχών και τόπων μαγεύει και δημιουργεί συνθήκες αληθοφάνειας και φαντασίας.
Το ουσιαστικότερο είναι φυσικά η προσπάθεια του συγγραφέα να δείξει ότι α) κάθε άνθρωπος είναι αιρετικός, καθώς πλάθει τον δικό του κόσμο και τη δική του ιδεολογία, κάποιες από τις οποίες γενικεύονται και μετατρέπονται σε θρησκείες, αιρέσεις, φιλοσοφικές σχολές, β) κάθε πιστεύω ανεβάζει στο θρόνο μια εμμονή, μια ασήμαντη πολλές φορές λεπτομέρεια, γ) ιστορικά πολλές διαφορές ανάμεσα στις αιρέσεις η τις θρησκείες είναι στην ουσία ασήμαντες λεπτομέρειες, μικρές διαφορές στη σύλληψη του θείου, επουσιώδεις διαφοροποιήσεις που συχνά αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Το βιβλιαράκι αυτό ψυχαγωγεί και προβληματίζει, καθώς κινείται μεταξύ σοβαρής επιχειρηματολογίας και σοφιστείας, μεταξύ στοχασμού και παρωδίας με τη δεύτερη να κερδίζει πόντους στη συνείδηση του αναγνώστη.
Μια πρωτότυπη σύλληψη που αξίζει αφηγηματικά και φιλοσοφικά.

Πατριάρχης Φώτιος