Monday, September 20, 2021

Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, “Αστροφεγγιά”

Η νεολαία του μεσοπολέμου βγαίνει από τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο και τη Μικρασιατική Καταστροφή λαβωμένη, κυρίως ψυχικά. Ο ρομαντισμός σε μερικά σημεία του Παναγιωτόπουλου αναδεικνύει τη φτώχια και την αδυναμία των ανθρώπων να φτάσουν στην ευτυχία.


Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος

“Αστροφεγγιά”

[πρώτη έκδοση 1945]

εκδόσεις Σχολή Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου

-2011


Ένα από τα κλασικά κείμενα που έχουν μείνει ιστορικά. Ίσως επέδρασε και η τηλεοπτική μεταφορά του.


> Ο Ι[ωάννης] Μ. Παναγιωτόπουλος γεννήθηκε στο Αιτωλικό, πρωτότοκος γιος του Μιχαήλ και της Ειρήνης. Οι γονείς του απέκτησαν τρία ακόμη παιδιά που πέθαναν όμως σε παιδική ηλικία. Το 1910 η οικογένεια Παναγιωτόπουλου εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του και γράφτηκε Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου. Αποφοίτησε το 1923 και εργάστηκε για πολλά χρόνια στην ιδιωτική εκπαίδευση. Υπήρξε βασικό στέλεχος της ιδιωτικής σχολής Μακρή, την οποία αργότερα αγόρασε και μετονόμασε σε Ελληνικά Εκπαιδευτήρια (πρόκειται για τη γνωστή σήμερα ως Σχολή Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου στο Παλαιό Ψυχικό). Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής ταξίδεψε στην Ευρώπη, τη Μικρά Ασία, την Κίνα και αλλού. Το 1947 διορίστηκε καθηγητής Νεοελληνικής Λογοτεχνίας στο Διδασκαλείο Μέσης Εκπαίδευσης. Διετέλεσε μέλος Διοικητικού Συμβουλίου στην Εθνική Πινακοθήκη, το Εθνικό Θέατρο και το μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου, υπουργός Πολιτισμού και Επιστημών της κυβέρνησης Κ. Καραμανλή το 1974. Το 1976 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Πέθανε στην Αθήνα το 1982.


Ο ΑΓΓΕΛΟΣ Γιαννούζης βιώνει τη φτώχια και τη μιζέρια της οικογένειάς του, διαβάζει για να την ξεπεράσει αλλά έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στον Θεό και στους ανθρώπους. Ανάμεσα στο κήρυγμα του Ναζωραίου και την ορμή του Νίτσε, προτιμά τη δεύτερη. Και μάλιστα σκέφτεται να σκοτώσει –σκέψη μόνο- τον καλύτερό του φίλο Νίκο Στέργη, επειδή αυτός είναι πλούσιος. Να τον σκοτώσει από ζήλια, κι ας υποφέρει κι ο ίδιος πολύ.

ΕΙΜΑΣΤΕ στα 1918, όταν τελειώνει ο Α΄ παγκόσμιος πόλεμος. Όλοι στην παρέα τελειώνουν το Γυμνάσιο και ονειρεύονται φτερά και σπουδές, εξέλιξη και πρόοδο, ταξίδια κι έρωτες. Η Δάφνη που είναι η ωραία της παρέας δεν έχει δείξει ακόμα προς τα πού θα στρέψει την ευαρέσκειά της, αλλά ο Άγγελος που την αγαπά δεν θέλει να τρέφει ελπίδες, παρόλο που θα την ήθελε ταίρι. Είμαστε σε μια φάση εθνικής αισιοδοξίας, λόγω της ανάκτησης της Σμύρνης, παρόλο που τόσο ο Παναγιωτόπουλος όσο κι εμείς ξέρουμε πού θα οδηγήσει αυτή η υπέρμετρη χαρά· είμαστε και σε μια φάση αισιοδοξίας εκ μέρους της παρέας, που κάνουν κούνια και νομίζουν ότι θα κατακτήσουν τ’ άστρα, δείγμα μιας ύβρης που προοιωνίζει μια γρήγορη καταστροφή. Μια συλλογική και μια ατομική ευφορία φαίνονται τόσο παροδικές… Σ’ αυτή την ευφορία ο Άγγελος είναι βαρύς και απογοητευμένος.

Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ Φώτιος ήταν δεκαέξι χρονών, όταν το 1980 παιζόταν η “Αστροφεγγιά” σε επεισόδια στην τότε ΕΡΤ. Θυμάται τον Καφετζόπουλο να ενσαρκώνει τον ανήσυχο Άγγελο, τον Κιμούλη τον αισιόδοξο Στέργη και την ωραία Νόρα Βαλσάμη να περιδιαβαίνει ανάερη ανάμεσά τους. Μας μιλά για το κλίμα που είχε περάσει ο σκηνοθέτης στο σήριαλ, για τη σύγκρουση της φτώχιας του Γιαννούζη με τον πλούτο και την ψυχική ανάταση όλων των άλλων. Η συζήτηση στην ομάδα μεταξύ των τηλεοπτικών αναμνήσεων και της τωρινής ανάγνωσης του βιβλίου οδήγησε σε έντονες σκέψεις.

Ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ στο έβγα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου (1945) γράφει για το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου (1918 κ.εξ.). Η αναλογία και η αναζήτηση στο παρελθόν ανάλογων δεδομένων είναι ενδεικτική για το πώς έβλεπε και τη νέα φάση που ξεκινούσε. Νέοι με όνειρα αναχαιτίζονται από τη σκληρότητα της φτώχιας και το μικροαστικό κλουβί τους. Ο νεαρός Άγγελος μοιάζει ανυπεράσπιστος όσο και θύμα των συνθηκών και των προσωπικών του δαιμόνων. Είναι προφανώς η κορυφαία φιγούρα σε ένα σύνολο πλούσιων νέων που έχουν άλλες φιλοδοξίες και εύκολη ζωή. Εκείνος όμως ζει με 250 δραχμές μισθό, στη δούλεψη του βιομήχανου Στέργη, ζει μέσα στη μιζέρια των δικών του που σκύβουν το κεφάλι, ζει με μια οργή που δεν λέει να ξεθυμάνει.

ΤΕΛΙΚΑ ούτε οι άλλοι ευτυχούν: όλο το έργο ποτίζεται από μια ματαιότητα, καθώς φτωχοί και πλούσιοι βουλιάζουν στη δική τους αδυναμία. Ο Άγγελος φθίνει από φυματίωση, όπως ο φίλος του Πασπάτης, η Δάφνη που όλοι την είχα ερωτευτεί ζει δυστυχής επειδή δεν μπόρεσε να βρει το ιδιαίτερο που έψαχνε… Μόνο ο Πετρόπουλος, γυναικάς και καιροσκόπος, είναι μέσα σε όλα και τελικά πετυχαίνει με κυνική ιδιοτέλεια όσα θέλει.

ΕΚΤΟΣ από τον Νίτσε, ο συγγραφέας ρίχνει στο χαρμάνι του πολύ Ντοστογιέφσκι: ο Ρασκόλνικοφ από το “Έγκλημα και τιμωρία” ακούγεται συχνά, ο “Παίχτης”, όταν ο Γιαννούζης κερδίζει τους άλλους στα χαρτιά, και μάλλον όλος ο φτωχόκοσμος της ρωσικής κοινωνίας του 19ου αιώνα ήταν στο μυαλό του Παναγιωτόπουλου, σαν έγραφε την “Αστροφεγγιά”. Η τελική εντύπωση είναι ότι ο ρυθμός είναι πιο γρήγορος απ’ ό,τι πρέπει και η ψυχολογία των προσώπων, εκτός ίσως από του Άγγελου, δεν αναδεικνύεται ώστε να φανεί η κατάληξή τους.

Πάπισσα Ιωάννα

No comments: