Αν είσαι
επίδοξος μυθιστοριογράφος που θέλεις να πουλήσουν τα έργα-σου, που θέλεις να
διαβάζονται αφειδώς, που θέλεις να γυριστούν ταινία και να κόβουν την ανάσα, διάβασε
παρακάτω τα βήματα προς την (εισπρακτική) επιτυχία.
Πικρός καφές:
Dan Brown
“Inferno”
εκδόσεις
Doubleday
2013
“Inferno”
μετ. Χ. Καψάλης
εκδόσεις Ψυχογιός
2013
Το “Inferno”
ήταν το απόλυτο μπεστ-σέλλερ του καλοκαιριού. Το είδα στις λίστες των
ευπώλητων, αλλά κυρίως στα σαλόνια των πλοίων, στις παραλίες των λουομένων,
στους πάγκους του πλανόδιων βιβλιοπωλών που το είχαν τόσο στην ελληνική όσο και
στην αγγλική έκδοση. Παρά την υψηλή-του τιμή (βεβαίως οι 650 σελίδες-του
αντιστοιχούν πλήρως στα 19 περίπου ευρώ-του), πουλούσε και πουλάει τρελά, με
αποτέλεσμα ο Ψυχογιός να μη διστάζει καθόλου να εκδίδει τέτοια βιβλία που
αποφέρουν σίγουρο, καθαρό κέρδος.
Το
ζητούμενο, σε πρώτη φάση, είναι το γιατί πουλάει. Γιατί διαβάζεται. Γιατί η
φήμη-του προηγείται και η αγορά-του ακολουθεί.
Καταρχάς,
η συνταγή λέει σασπένς. Σχεδόν από τις πρώτες σελίδες του μυθιστορήματος
τίθενται ερωτηματικά στην περίπτωση του καθηγητή Ρόμπερτ Λάνγκντον, ο οποίος
βρέθηκε με διάσειση σε νοσοκομείο της Φλωρεντίας ύστερα από πυροβολισμό, που
ευτυχώς δεν τον σκότωσε. Πώς βρέθηκε επομένως εκεί, ενώ αυτός θυμάται να
περπατά στην πανεπιστημιούπολη στη Μασαχουσέτη; Πώς έφτασε ημιθανής στην είσοδο
του νοσοκομείου; Τι έγινε στο κενό των δύο ημερών, για τις οποίες δεν θυμάται
τίποτα; Και κυρίως ποιος ή ποια τον κυνηγά, επιδιώκοντας να τον σκοτώσει; Ο
αναγνώστης περιμένει αδημονώντας για τη συνέχεια.
Το
δεύτερο βήμα της συνταγής λέει υπομονή. Οι πληροφορίες δίνονται με το
σταγονόμετρο, βασανιστικά αργά αλλά επιμελώς, οι διάλογοι εξάγουν δόσεις δόσεις
τα γεγονότα, οι θολές αναμνήσεις και οι λίγες πληροφορίες των γιατρών χτίζουν
λίγο λίγο το παζλ του μυστηρίου. Κι εκεί ένα μικρό κεφάλαιο, που ξεφεύγει από
την ιστορία του Λάνγκντον, έρχεται να δοκιμάσει λίγο ακόμα την υπομονή του
αναγνώστη, ειδικά όταν μια μαυροντυμένη γυναίκα μπαίνει στο νοσοκομείο και
πυροβολεί θανάσιμα τον γιατρό που έσπευσε να την εμποδίσει…
Φυσικά,
δεν θα συνεχίσω την υπόθεση βήμα βήμα. Απλώς θέλησα να δείξω πώς ο ρυθμός
μεταξύ ταχύτητας και επιβράδυνσης, η εναλλαγή σιωπών και πληροφοριών, η
ποικιλία δράσης και στασιμότητας, η γοργή αφήγηση και η αργή περιγραφή είναι τα
μαγικά συστατικά για να κρατάει ένα βιβλίο αγκιστρωμένο τον αναγνώστη από τις
σελίδες-του.
Τρίτο
βήμα στη συνταγή για το πιο καλοψημένο μπεστ-σέλλερ είναι οι ανατροπές και οι καμπές
ή οι καμπές και οι ανατροπές. Σε κάθε αδιέξοδο στο οποίο οδηγείται η δράση
πρέπει να υπάρχει ένας άσος στο μανίκι που να εμφανίζεται σαν φάντης μπαστούνι
και να δίνει διέξοδο. Η περιπετειώδης δράση απαιτεί στιγμές άφατης δυσκολίας κι
αμέσως μαγικές –αλλά ρεαλιστικές- καμπές που θα βγάλουν τον ήρωα από τη δύσκολη
θέση, που θα δώσουν λύση στο πρόβλημα, που θα αιφνιδιάσουν τον αναγνώστη
αλλάζοντας ρότα στην πορεία της αφήγησης. Η προσοχή του τελευταίου πρέπει να
είναι συνεχώς τεταμένη κι αυτό επιτυγχάνεται μόνο με συχνές εκπλήξεις,
κινηματογραφικούς ελιγμούς, έξυπνες αποδράσεις…
Στο
τέταρτο βήμα ρίχνουμε λίγο μυστικισμό μέσα στο μίγμα-μας. Ο μυστικισμός
μπορεί να αφορά το παρελθόν, να συνδέεται με τον Μεσαίωνα, τον οποίο έχει
μελετήσει στην ακαδημαϊκή-του σταδιοδρομία ο καθηγητής Λάνγκντον, να αποδίδει
διακειμενικά έργα που μεταδίδουν ένα μήνυμα, όπως τον “Χάρτη της Κόλασης” του
Μποτιτσέλι και τη “Θεία Κωμωδία” του Δάντη. Ένα μυστικό επομένως που έρχεται
από το παρελθόν ή που αναβιώνει στο παρόν, που στηρίζεται σε διδάγματα της
Ιστορίας ή του Αποκρυφισμού κάνει ακόμα πιο καθηλωτικό το έργο, το οποίο αποκτά
επιπλέον ιστορικό βάθος και σαγηνεύει με τη δύναμη άλλων εποχών.
Το
πέμπτο βήμα θα έπρεπε να είναι πρώτο, αλλά το άφησα πίσω, για να το τονίσω
ιδιαίτερα. Σύγκρουση, σύγκρουση, σύγκρουση. Αυτό προϋποθέτει έναν αντίπαλο,
έναν εχθρό, έναν διώκτη. Κι αν είναι περισσότεροι, ακόμα καλύτερα. Κι αν είναι
μια τετραπέρατη οργάνωση, πιο καλά. Κι αν περιλάβουμε και τις κυβερνήσεις ή τις
μυστικές υπηρεσίες, αν δηλαδή δώσουμε στο έργο χαρακτήρα, επιστημονικής
κατασκοπίας και πολιτικής διπλωματίας, τότε το μίγμα είναι εκρήξιμο, κλεισμένο
σε έναν μικρό προστατευμένο σωλήνα. Σε κάθε έργο περιπέτειας, ο εχθρός και οι
μέθοδοί-του οδηγούν σε διώξεις, σε συγκρούσεις, σε λαβυρίνθους, από τους
οποίους ο ήρωας πρέπει να βρει τρόπο να βγει.
Ο Dan Brown,
όπως και πολλοί άλλοι πλέον, βάζει κι άλλα συστατικά. Συνδυάζει τις
ανθρωπιστικές επιστήμες, όπως την Ιστορία της τέχνης, με τις θετικές, όπως τη
Βιολογία και τη Βιοχημεία, οι οποίες υπόσχονται τον μέγιστο κίνδυνο για την
ανθρωπότητα, μια πανδημία, όπως την πανώλη του Μεσαίωνα. Κατασκευασμένοι ιοί,
ανθρωποκτόνες αμπούλες, μικρόβια και άλλοι οργανισμοί που μπορούν να σκοτώσουν
ταχύτατα, ένας βιολογικός πόλεμος, από τον οποίο, αν αυτός ξεσπάσει, η
ανθρωπότητα δεν θα μπορεί να προστατευθεί. Παίζει το παιχνίδι του χαμένου
θησαυρού με γρίφους και κρυπτογραφημένα μηνύματα, οδηγεί τη δράση από τη
Φλωρεντία στη Βενετία κι από κει στην Κωνσταντινούπολη, αλλάζει τους ρόλους των
κακών με τους καλούς και τανάπαλιν, σκηνοθετεί διώξεις που είναι θέατρο και
σκηνές που είναι σινεμά, φτιάχνει δηλαδή το απόλυτο σκηνικό δράσης και σασπένς,
ώστε ακόμα και οι ιστορικές πληροφορίες να εντάσσονται σε ένα πλέγμα αγωνίας
και έντασης.
Στον “Κώδικα
Da Vinci” αξιοποίησε το έργο του Ιταλού ζωγράφου για να κρύψει τα
κωδικοποιημένα μηνύματά-του, τώρα πιάνει τη “Comedia Divina” του Dante Alighieri
και εμβάλλει μέσα-της όλα όσα βολεύουν μια μελλοντολογική δυστοπία.
Ναι, η
μαγεία του βιβλίου δεν αφήνει τον αναγνώστη να δει τα κλισέ που χρησιμοποιεί,
να δει το κενό κάτω από την καταιγιστική δράση, να δει την κούφια ιστορικότητα,
που μοιάζει με οδηγό πόλης, αλλά συνάμα όλος αυτός ο ιστορικός διάκοσμος είναι
μια πληροφοριακή πανδαισία και τίποτα άλλο. Φυσικά δεν ψάχνουμε για γλωσσική
καλλιέπεια, ούτε για βαθύτερες αναζητήσεις και ιδεολογικές εμβαθύνσεις. Το έργο
δεν είναι λογοτεχνία, είναι παραλογοτεχνία με την έννοια που δίνανε στον όρο
παλιότερα. Παρ’ όλ’ αυτά, το “Inferno” είναι το
απόλυτο βιβλίο για μοναχικά ταξίδια με αεροπλάνο ή για πολλές ώρες ηλιοθεραπεία
χωρίς τέρμα.
[Οι φωτογραφίες έχουν αντληθεί από: www.walksofitaly.com, www.tripadvisor.com, www.mbc.net, destijldelarte.blogspot.com, voices.yahoo.com, el.wikipedia.org και keck.usc.edu]
Πατριάρχης Φώτιος
4 comments:
Δεν ξέρω για το Inferno αλλά ο Κώδικας Ντα Βίντσι από κάποια στιγμή και έπειτα ήταν τόσο βαρετός που ο μόνος λόγος που δεν το παράτησα ήταν ότι ήμουν στην παραλία και δεν είχα άλλο μαζί μου. Βασικά, το ξέχασα στην παραλία πέντε σελίδες πριν να το τελειώσω και έτσι δεν έμαθα ούτε το τέλος.
Ε.Γ.
Καλησπέρα.
Απ΄ότι μου είπαν φίλοι που με το πνεύμα που περιγράφεις-ταξίδι, παραλία,φάση κτλ-τον διαβάζουν κάθε φορά, αυτό είναι το χειρότερό του,το πιο κλισέ.Οι πιο πολλοί το παράτησαν πριν το τελειώσουν,αφού βέβαια είχαν δώσει ένα κάρο λεφτά να το πάρουν.
Μπεστ σέλλερ που να εντάσσεται στην Λογοτεχνία και παράλληλα έκανε τρελές πωλήσεις ήταν,είναι "Η Σκιά του Ανέμου" του Θαφόν αλλά τελικά,έτσι σούπα που παραμένουν όλα- σκέτη κατανάλωση, διαφήμιση, ημιμάθεια,μανία καλλιεργούμενη να περνάω καλά με ό,τι να΄ναι προϊόντα και καταστάσεις του συρμού-μην περιμένεις πολλά.
Βρες αν θέλεις και διάβασε το βιβλίο του Παναγιώτη Μουλλά "Ο Χώρος του Εφήμερου" εκδόσεις Σοκόλη,με βοήθησε να καταλάβω και να το πάρω απόφαση για κάποια πράγματα.
Ε.Γ.,
το Inferno είναι ως προς αυτό το σημείο καλύτερο, επειδή έχει συνεχείς ανατροπές και έτσι δεν βαριέσαι.
Αλλά, σε τελευταία ανάλυση, αυτά τα ευπώλητα κάπου γίνονται προβλέψιμα, ή μάλλον κάπου γίνονται αδιάφορα.
Πατριάρχης Φώτιος
Βιβή, είσαι και πολύ ψαγμένη τελικά (για τον Μουλλά λέω).
Από την άλλη,
να μην υποτιμούμε τις αρετές τέτοιων παραλογοτεχνικών έργων, που κάνουν τον αναγνώστη να μένει κολλημένος στις σελίδες-τους.
Αν τα σοβαρά έργα καταδέχονταν να στήσουν συμπαγή πλοκή και να μην φέρονται ελιτίστικα απέναντί-μας,
θα είχαμε καλύτερα αποτελέσματα.
Καληνύχτα
Πατριάρχης Φώτιος
Post a Comment